Με τον Εgg Ηell στη Λόλα

Με τον Εgg Ηell στη Λόλα Facebook Twitter
Φωτο: Photoharrie
0

Πόσων χρόνων είσαι; Είκοσι ένα. Βασικά 22. Σε δύο εβδομάδες έχω γενέθλια.

Δηλαδή, όταν πέθανε ο Cobain ήσουν τεσσάρων και δεν θυμάσαι τίποτα.  Όχι. Θυμάμαι τον θείο μου, που είναι από τους μεγαλύτερους φαν των Nirvana, να το λέει όταν έγινε. Τον λένε Αλέκο και ζει στη Βραζιλία. Επίσης, θυμάμαι τη μάνα μου, που μου έλεγε να μην ακούω αυτήν τη μουσική γιατί είναι του διαόλου.

O πατέρας του Jef (aka Egg Ηell) είναι Σύριος, η μάνα του Ελληνοβραζιλιάνα, μεγάλωσε κάπου μεταξύ Αθήνας και Σάο Πάολο, η ζωή του όλη ένα road movie, όπως η μουσική και οι αλλόκοτοι στίχοι του, που μοιάζουν βουτηγμένοι σε σκοτεινά κόμικ (όπως το «Black and white shoes», όπου διηγείται την ιστορία της μαζικής αυτοκτονίας στο Σαν Ντιέγκο το 1997 της συνωμοσιολογικής ομάδας Heaven’s Gate, που πίστευαν ότι υπήρχε ένα κομήτης που θα τους έσωζε και διάφορα τέτοια παρανοϊκά). Γεννήθηκε στο ευρύτερο Σάο Πάολο, σε αυτή την αχανή και χαοτική πόλη, που είναι πολλές πόλεις σε μία, γεμάτη πολυκατοικίες και «άπειρα» κορμιά που «κολυμπάνε» καθημερινά μέσα στους δρόμους. «Φαντάσου μια τεράστια, βιομηχανική πόλη γεμάτη εργοστάσια. Αλλά μια πάρα πολύ μεγάλη πόλη. Έχεις πάντα την αίσθηση ότι δεν μπορείς να πας πολύ μακριά, ότι δεν μπορείς ν’ απομακρυνθείς. Το πιο χαρακτηριστικό είναι οι τεράστιοι φούρνοι που πουλάνε τα πάντα, από ψωμιά και γλυκά μέχρι τσιγάρα, αλκοόλ, βραζιλιάνικο καφέ με γάλα και πολλή ζάχαρη, και στους οποίους δεν μπορείς να πας το βράδυ και να κάτσεις γιατί είναι ο πιο κλασικός στόχος ληστειών. Σου βγάζουν το όπλο και σε κλέβουν για πλάκα. Μια φορά -όχι σε φούρνο- είδα μπροστά μου να σημαδεύουν τον θείο μου μ’ ένα 38άρι στο κεφάλι και να του κλέβουν στην ψύχρα το αυτοκίνητο. Εγώ έτρεξα μέσα στο σπίτι, γονάτισα μπροστά στο ψυγείο και άρχισα να τρέμω.

Ήμουν και πολύ μικρός». Φόβος και παράνοια στο Σάο Πάολο. Κι όμως, η μουσική του Jef δεν έχει καταγεγραμμένη στο DNA της την αγριότητα της μεγάλης πόλης, τις σφαίρες, τη μόλυνση από τα φουγάρα των εργοστασίων και τον τρόμο στα σκοτεινά στενά της. Είναι εύθραυστη και υπογείως καταθλιπτική, σαν του Elliott Smith και του Bonny Prince Billy. Σε άλλη περίπτωση θα νόμιζες ότι αυτός ο τύπος θα κάνει ραπ, αλλά αντ’ αυτού έχει γράψει το καταπληκτικό «Napoleon», το «Gingerhead» και τα άλλα αριστουργήματά του.

Μεγάλωσε ακούγοντας ό,τι άκουγε η μάνα του. Caetano Veloso, τον λαϊκό ήρωα της Βραζιλίας, και τον Djavan, έναν κιτς τραγουδιστή των ‘80s, που είχε συνεργαστεί και με τον Stevie Wonder. «Στα δέκα μου ανακαλύπτω τους Nirvana. Έπιασα το CD του “Nevermind” κι αισθάνθηκα πόσο τέλειο είναι. Η βία που είχε ήταν καθαρτική. Και σκέψου ότι δεν ήμουν ποτέ σκοτεινό παιδάκι. Ε, έβαλα αυτόν το δίσκο και τον άκουσα 80 φορές. Αλλά έχω ακούσει και πολύ Kenny G. Τώρα πια, όταν ακούω σαξόφωνο, μου έρχεται να βάλω τα κλάματα από την απελπισία. Επίσης, αυτήν τη

στιγμή στη Βραζιλία η μεγαλύτερη μουσική τάση είναι η sertanejo Universtitario, country μουσική για φοιτητές. Φαντάσου, υπάρχει ένα πιτσιρίκι 19 χρόνων που λέγεται Luan Santana, για τον οποίον πεθαίνουν όλες οι γκόμενες. Δεν ξέρω πώς γίνεται αυτό. Πάντως, όσο περίεργο και αν σου φαίνεται, η βραζιλιάνικη country ήταν από πάντα πολύ διαδεδομένη και υπάρχουν και πολλοί καουμπόηδες στη χώρα, κανονικά, λες και είσαι στο Τέξας. Μέχρι και στο Σάο Πάολο μπορείς να πας σε ροντέο. Είναι τρελό». Ο Jef μιλάει με τον ενθουσιασμό ενός εικοσάχρονου, αλλά με τη συγκρότηση ενός τριαντάρη με εμπειρίες και χιλιάδες διαφορετικές εικόνες στο μυαλό του. Η Λόλα είναι ένα μπαρ δύο μηνών στα Κάτω Πετράλωνα, σε μια offbeat περιοχή, απέναντι από ένα σούπερ μάρκετ, δίπλα σ’ ένα σχολείο όπου τα βράδια αράζουν απ’ έξω παιδιά με κουκούλες και στο ψιλικατζίδικο της γειτονιάς η πόρτα είναι κλειδωμένη και αγοράζεις τσιγάρα από ένα «φινιστρίνι» στην τζαμαρία. Είναι ευρύχωρο και γκρι, παίζει τζαζ και σουίνγκ, το ποτό κάνει πέντε ευρώ, τα κοκτέιλ έξι, ο εσπρέσο ενάμισι, τα τασάκια είναι μικρές κονσέρβες από τοματοπελτέ «Κύκνος», ο λογαριασμός έρχεται σ’ ένα ξύλινο μανταλάκι και ο κόσμος που έρχεται έχει ένα ιντελεκτουέλ φωτοστέφανο, κάπως σαν να έχει βγει στο Williamsburg. O Jef, πριν από από έναν χρόνο είχε έρθει ένα μεσημέρι απροειδοποίητα στο γραφείο μου για να μου δώσει το e.p. του «Brownie Crumps», μια καταπληκτική συσκευασία που μέσα είχε τέσσερα ολόφρεσκα brownies, ένα για κάθε κομμάτι του δίσκου. «Όταν έπαιζα στον Συρανό στο Εθνικό, υπήρχε ο ρόλος ενός ζαχαροπλάστη που λέγεται Ραγκενό. Στο ζαχαροπλαστείο του σύχναζαν πολλοί ποιητές και κάποια στιγμή μπήκε στην κουζίνα και άρχισε και τυλίγει τα κεκάκια του σε σελίδες από βιβλία ποίησης. Αυτό μου φάνηκε αστείο, το ότι κάποιος χρησιμοποιεί τη λογοτεχνία για να τυλίγει γλυκά. Και επειδή εκείνη την περίοδο είχα μάθει να φτιάχνω brownies, μου φάνηκε ωραία ιδέα να συνοδεύω κάθε δίσκο μου με αυτά». Ο Jef ήθελε από μικρός να γίνει ηθοποιός. Αλλά δεν έγινε ποτέ. Δεν σπούδασε δηλαδή. Είχε την τύχη να έχει καθηγητή Γεωπονίας στο σχολείο τον εξαιρετικό μουσικό Τηλέμαχο Μούσα, ο οποίος τον συνέστησε στον Αιμίλο Χειλάκη που εκείνη την εποχή ετοίμαζε για το Εθνικό τον Δον Ζουάν κι έψαχνε μουσικούς για την παράσταση. Τελικά πήρε και έναν μικρό ρόλο, ενώ αργότερα έκανε τον ξεναγό στην παράσταση Kicking and Screaming της χορογράφου Αμαλίας Μπένετ.

Επίσης, συμμετείχε στο ντοκιμαντέρ του Vincent Moon A temporary area in Athens, γεγονός που του άνοιξε τις πόρτες για το εξωτερικό. Πήγε στο Μπουένος Άιρες να κυνηγήσει εκεί κάτι. «Μέσω του Vincent Moon γνώρισα τον Pablo, έναν φοβερό τύπο από το Μπουένος Άιρες, ο οποίος μου είπε ότι θα μου κλείσει μερικά λάιβ εκεί. Είχα μαζέψει τα χρήματα ίσα ίσα για να πάω εκεί, δεν είχα ούτε για να φάω. Εν τω μεταξύ, αυτός ήταν hardcore vegetarian και χίπης και επί δέκα μέρες τρώγαμε μόνο πατάτες, που τις έψηνε στη φωτιά, και κοιμόμασταν στο πάτωμα. Μια μέρα ξεκινήσαμε να πάμε σ’ έναν ραδιοφωνικό σταθμό για να κάνω ένα λάιβ και στη διαδρομή με το ταξί τρακάραμε πολύ άσχημα. Ευτυχώς, δεν πάθαμε τίποτα. Πήραμε τα όργανα στο χέρι και περπατήσαμε σε άθλια κατάσταση μέχρι το στούντιο». Ο Jef βιάζεται απόψε. Συμμετέχει με ένα κομμάτι στο λάιβ του Μούσα στο Faust. Έχει αργήσει. Μπαίνουμε στο αυτοκίνητο. Κάθεται πίσω. «Η Αθήνα μου θυμίζει αρκετά το Σάο Πάολο, αλλά έχει ένα άλλο είδος παρακμής.

Δεν θα δεις εδώ, για παράδειγμα, ένα μπαρ το οποίο είναι βαμμένο κίτρινο, με μια πινακίδα με τεράστια μπλε γράμματα και πλαστικά τραπέζια όπου παππούδες πίνουν κασάσα, ακούγοντας σάμπα».

Αυτό το παιδί έχει καταπιεί σαν χάπι την πραγματικότητα.

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Στο ΚΙΝΩΝΩ στο Κουκάκι που περνάει την πιο νόστιμη φάση του

Γεύση / Στο ΚΙΝΩΝΩ στο Κουκάκι που περνάει την πιο νόστιμη φάση του

Ο Βαγγέλης από το «Σπιρτόκουτο» –δηλαδή ο Γιάννης Βουλγαράκης– άφησε τα Κύθηρα για την Αθήνα και ανανέωσε, με τις λιτές του γεύσεις, έναν χώρο όπου κάποτε αράζαμε για ποτά και τώρα πηγαίνουμε για φρέσκες παπαρδέλες και σφακιανόπιτα.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Γιαννούδι, Μαραθέφτικο, Μαύρο: Οι άγνωστες δυνάμεις του κυπριακού αμπελώνα

Το κρασί με απλά λόγια / Γιαννούδι, Μαραθεύτικο, Μαύρο: Οι ερυθρές δυνάμεις του κυπριακού αμπελώνα

Σε τι ξεχωρίζουν οι γηγενείς κόκκινες ποικιλίες της Κύπρου; Η Υρώ Κολιακουδάκη Dip WSET και ο Παναγιώτης Ορφανίδης φιλοξενούν τον οινολόγο και οινοποιό Σοφοκλή Βλασίδη και συζητούν μαζί του για τα αυτόριζα αμπέλια του νησιού.
THE LIFO TEAM
Ronin: Ένα καταφύγιο ιαπωνικής κομψότητας και γεύσης στο Κολωνάκι/ Στο Ronin στο Κολωνάκι θα ανακαλύψεις το νόημα της ιαπωνικής απλότητας/ Ronin: Η ιαπωνική απλότητα που συγκινεί σε κάθε πιάτο

Γεύση / Ronin: Ιαπωνέζικη κουζίνα με ακρίβεια, λιγότερο fusion, περισσότερο zen

Το εστιατόριο Ronin φέρνει στο Κολωνάκι τη δύναμη της απλότητας της ιαπωνικής κουλτούρας και την αποθέωση της γευστικής λεπτομέρειας σε έναν απολαυστικό διάλογο μεταξύ παράδοσης και μοντέρνας δημιουργίας.
ΝΙΚΗ ΜΗΤΑΡΕΑ
Καπάνι Μάρκετ: Ένα οινορεστοράν που παντρεύει Βορρά, Βαλκάνια και Ανατολή

Γεύση / Καπάνι Μάρκετ: Ένα οινορεστοράν που παντρεύει Βορρά, Βαλκάνια και Ανατολή

Ο σεφ Δημήτρης Μπαλάκας σιγομαγειρεύει σχεδόν τα πάντα στον ξυλόφουρνο, «ψήθηκε» με τις παραδοσιακές γεύσεις στον φούρνο του παππού και της γιαγιάς του, και μοιράστηκε μαζί μας τρεις αυθεντικές συνταγές από τη Φλώρινα.
ΝΙΚΗ ΜΗΤΑΡΕΑ
Γκίκας Ξενάκης

Γκίκας Ξενάκης / «Έχω κάνει λάθη – δούλεψα πολύ με τον εαυτό μου για να τους σέβομαι όλους στην κουζίνα»

Μεγαλώνοντας στη Θήβα, αγάπησε το φρέσκο ψάρι, τα άγρια χόρτα και τις ταπεινές συνταγές. Αν και είχε αρχικά πολύ κακή εικόνα για τους μάγειρες, εξελίχθηκε σε σεφ για τον οποίο –όπως είπε ο Επίκουρος– μπορούσε να καταλάβει κανείς ένα πιάτο του με κλειστά τα μάτια. Ο «τιμονιέρης» της κουζίνας του Aleria, Γκίκας Ξενάκης, είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Πούλοι και κουκνούκοι, τα ζυμαρένια ειδώλια της Ανάστασης

Γεύση / Πούλοι και κουκνούκοι, τα ζυμαρένια ειδώλια της Ανάστασης

Ευφάνταστα τσουρέκια και καλιτσούνια της Λαμπρής, που βγαίνουν σε ποικίλα σχήματα και εκδοχές στα νησιά του Αιγαίου, θυμίζουν ζυμαρένια μικρογλυπτά και αναδίδουν την αρχοντική ευωδιά των ημερών.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Πώς ο Ιωσήφ Ζησιάδης δημιούργησε το μοναδικό οινοποιείο της Πάτμου

Το κρασί με απλά λόγια / Πώς ένας πρώην υπουργός της Ελβετίας έγινε ο μοναδικός οινοποιός της Πάτμου

Η Υρώ Κολιακουδάκη Dip WSET και ο Παναγιώτης Ορφανίδης φιλοξενούν τον Ιωσήφ Ζησιάδη, έναν άνθρωπο με πολυδιάστατη πορεία που κάποια στιγμή αποφάσισε να δημιουργήσει το μοναδικό οινοποιείο της Πάτμου.
THE LIFO TEAM
Από arrancini μέχρι καλαμάκι συκώτι στο χέρι: Αυτό είναι το νέο αθηναϊκό street food

Γεύση / Από arrancini μέχρι καλαμάκι συκώτι στο χέρι: Αυτό είναι το νέο αθηναϊκό street food

H Αθήνα έχει πολλά στριτφουντάδικα. Όμως κάποια νέα, εκτός από το ότι ανεβάζουν το επίπεδο, έχουν καταφέρει να γίνουν instant συνήθεια για το προσεγμένο φαγητό τους, αλλά όχι μόνο γι' αυτό.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ