Κείμενο Ντίνα Καράτζιου
Εικονογράφηση Κώστας Στανέλλος

Ο Μ. είναι μετανάστης χωρίς χαρτιά από το Πακιστάν και μοιράζεται ένα μικρό δυάρι με άλλους έξι στα Πατήσια. Δουλεύει στη διανομή φαγητού με δανεικό ID. Το ID είναι ο μοναδικός λογαριασμός που αντιστοιχεί σε κάθε διανομέα για να έχει πρόσβαση στην εφαρμογή της ψηφιακής πλατφόρμας και να παίρνει παραγγελίες. Οι συνεννοήσεις για να βρεθεί η δουλειά έγιναν μέσω τρίτων και στη δική του περίπτωση, μέσω ομοεθνών του. Το ID που χρησιμοποιεί ανήκει σε κάποιον που δεν είχε γνωρίσει ποτέ. Ο Μ. δουλεύει 12, 14, μπορεί και 16 ώρες την ημέρα, κάθε μέρα. Στην πατρίδα του δεν είχε οδηγήσει ποτέ μηχανάκι, αλλά η κίνηση στην Αθήνα, όσο χαοτική κι αν είναι, του φαίνεται πιο διαχειρίσιμη από την τρέλα του Πακιστάν. Έμαθε γρήγορα.
Δουλεύει ασταμάτητα με καύσωνα, με χιόνι, με βροχή. Δεν τολμά να διεκδικήσει τίποτα. Οποιαδήποτε αναφορά σε «δικαιώματα» αντιμετωπίζεται με εκφοβισμό ή απειλές για κάρφωμα στην αστυνομία. Η άρνηση παράδοσης της παραγγελίας όταν έξω βρέχει ή χιονίζει ή η απαίτηση για λιγότερες ώρες στον δρόμο δεν υπάρχει ούτε ως σκέψη. Το μόνο που σκέφτεται είναι το μεροκάματο και πώς θα μπορούσε να είναι λίγο μεγαλύτερο. Τη μερίδα του λέοντος την κρατά ο «στολάρχης» που διαχειρίζεται το ID με το οποίο δουλεύει. Από εκεί αφαιρούνται και τα χρήματα ακόμη και για το ενοίκιο. Στο χέρι μένουν ψίχουλα. Πριν από μερικούς μήνες, τον χτύπησε ένα αυτοκίνητο στην Πειραιώς. Τον είχαν προειδοποιήσει. Στα επείγοντα των νοσοκομείων δεν αρνούνται περίθαλψη, ακόμη κι αν κάποιος δεν έχει έγγραφα. Ο τραυματισμός δεν ήταν σοβαρός. Του έκαναν ράμματα και υπό τον φόβο να ειδοποιηθεί η αστυνομία δεν ρίσκαρε να μείνει ούτε λεπτό παραπάνω. Έφυγε όπως όπως.
Ο Ν. είναι από το Αφγανιστάν. Παρόλο που είναι σε πλεονεκτικότερη θέση, γιατί έχει χαρτιά, δουλεύει κι αυτός με μαύρα σε «στολάρχη». Δέχεται όλες τις παραγγελίες της ημέρας. Δεν έχει σταθερό ωράριο, δεν ξέρει πότε θα πληρωθεί, δεν έχει ρεπό. Τα χαρτιά του δεν του εξασφαλίζουν ούτε πιο ανθρώπινα ωράρια ούτε καμία βεβαιότητα για το αύριο. Το μεροκάματο είναι χαμηλό, χωρίς ασφάλιση, χωρίς καμία κάλυψη. Όπως και ο Μ., έτσι κι εκείνος παραμένει ένας αόρατος διανομέας.
Πίσω από τις ιστορίες του Μ. και του Ν. κρύβεται ένα δίκτυο μαύρης, υποδηλωμένης και, όπως ισχυρίζονται οι εργαζόμενοι, σε κάποιες περιπτώσεις καταναγκαστικής εργασίας. Ένα σύστημα μεσαζόντων που έχει παρεμβληθεί ανάμεσα στις ψηφιακές πλατφόρμες και στους διανομείς έχει, σύμφωνα με τους ίδιους, έχει εγκαθιδρύσει ένα ανεξέλεγκτο καθεστώς εκμετάλλευσης: «Αμοιβές παρακρατώνται έως και κατά 30% από τους μεσάζοντες, ενώ οι εργαζόμενοι υφίστανται πιέσεις και απειλές».
«Πρόκειται για τακτικές που θυμίζουν trafficking», λένε διανομείς και σωματεία του κλάδου, επισημαίνοντας ότι στο επίκεντρο αυτής της επισφαλούς συνθήκης βρίσκονται οι πιο ευάλωτοι: μετανάστες χωρίς χαρτιά, που αποτελούν τους εύκολους στόχους. «Μια Μανωλάδα των αστικών κέντρων» τη χαρακτηρίζουν, αφού ο χώρος εκμετάλλευσης είναι οι δρόμοι της πόλης.

«Εγώ το αποκαλώ ID trafficking», λέει ο Ιωάννης Μουσούλης, πρόεδρος του Σωματείου Εργασίας Διανομέων Πλατφορμών & Ταχυμεταφορέων Ελλάδος (ΣΕΔΠΤΕ), ο οποίος περιγράφει στη LiFO πώς λειτουργεί το σύστημα της υπεργολαβίας: «Κάθε διανομέας που εργάζεται μέσω εφαρμογής έχει έναν μοναδικό λογαριασμό, το ID του. Μέσα από αυτόν λαμβάνει παραγγελίες, καταγράφονται τα χιλιόμετρα, οι ώρες, και στο τέλος του μήνα πληρώνεται βάσει αυτών των στοιχείων», λέει.
Μας εξηγεί ότι υπάρχουν τρεις βασικές κατηγορίες εργαζομένων: «Οι μισθωτοί που δουλεύουν απευθείας για την ψηφιακή πλατφόρμα, οι ελεύθεροι επαγγελματίες που συνεργάζονται ατομικά με την πλατφόρμα, και η τρίτη, η πιο σκοτεινή κατηγορία: οι διανομείς που εργάζονται μέσω υπεργολάβων, των στολαρχών. Αυτοί οι υπεργολάβοι/στολάρχες συνάπτουν συμφωνίες που δεν γνωρίζουμε με τις ψηφιακές πλατφόρμες για τη χορήγηση εκατοντάδων ID και στη συνέχεια τις διαχειρίζονται οι ίδιοι. Εκεί ξεκινά η εκμετάλλευση. Έχουμε λάβει μαρτυρίες για υπεργολάβους που προσλαμβάνουν μετανάστες χωρίς χαρτιά και τους αναγκάζουν να δουλεύουν 14 και 15 ώρες την ημέρα, χωρίς ρεπό, χωρίς σύμβαση, χωρίς καμία κάλυψη. Τους εκβιάζουν πως, αν δεν υπακούσουν, θα τους καταγγείλουν στην αστυνομία για να απελαθούν. Αυτοί οι άνθρωποι είναι απόλυτα εξαρτημένοι από τους διαχειριστές των ID, τους μεσάζοντες, που ελέγχουν την πρόσβαση των ανθρώπων αυτών στην εφαρμογή και στις πληρωμές. Αυτό είναι trafficking, απλώς με άλλη μορφή. Όπως κρατούσαν τις σεξεργάτριες αιχμάλωτες σε ξενοδοχεία, έτσι κρατούν και αυτούς τους διανομείς αιχμάλωτους στους δρόμους. Το μόνο που αλλάζει είναι το πλαίσιο: τώρα, η καταναγκαστική εργασία βρίσκεται πίσω από την εφαρμογή και το κουτί delivery».
Την ώρα που μιλάμε με τον Ιωάννη Μουσούλη, δίπλα μας κάποιοι διανομείς περιμένουν παραγγελίες με το βλέμμα κολλημένο στην εφαρμογή. Ο ίδιος μού δείχνει κάποιους από αυτούς. «Αν πάμε τώρα να τους μιλήσουμε, θα καταλάβεις πόσο τρομαγμένοι είναι. Ένας από αυτούς ήρθε πρόσφατα στο σωματείο. Μας μίλησε για όλα αυτά και έκλαιγε. Τον πείσαμε να κάνει καταγγελία, αλλά στο τέλος φοβήθηκε και δεν το έκανε», λέει.
Ο ίδιος σπεύδει να διευκρινίσει πως το πρόβλημα δεν είναι οι μετανάστες διανομείς. «Δεν υπάρχει κανένα ζήτημα ρατσισμού. Αντιθέτως. Το σωματείο μας εκπροσωπεί όλους τους εργαζόμενους. Στο διοικητικό συμβούλιο συμμετέχουν Πακιστανοί και Αλβανοί συνάδελφοι. Ο αγώνας είναι κοινός απέναντι στο καθεστώς εκμετάλλευσης. Κι αυτοί οι άνθρωποι, που δουλεύουν συχνά χωρίς χαρτιά, είναι οι πιο εκτεθειμένοι, οι πιο ευάλωτοι», αναφέρει.
Η συμφωνία με τον στολάρχη, όπως αποκαλούν οι διανομείς τους υπεργολάβους, διαμορφώνεται σε αδρές γραμμές, όπως λέει ο πρόεδρος του ΣΕΔΠΤΕ, «εις βάρος των εργαζομένων. Συνήθως ο στολάρχης παρακρατεί το 20-30% από τον ελεύθερο επαγγελματία, ενώ οι μισθωτοί είναι συνήθως υποδηλωμένοι. Για παράδειγμα, είναι δηλωμένοι 4 ώρες και δουλεύουν 12ωρα και 14ωρα μαύρα», λέει.
Τις ίδιες συνθήκες εκμετάλλευσης των διανομέων που εργάζονται σε διαχειριστές στόλου μάς μεταφέρει και η Συνέλευση Βάσης Εργαζομένων Οδηγών Δικύκλου (ΣΒΕΟΔ): «Αυτοί που εξαναγκάζονται να εργάζονται κάτω από αυτές τις συνθήκες είναι το πιο ευάλωτο κομμάτι της εργατικής τάξης. Μετανάστες χωρίς χαρτιά, μακροχρόνια άνεργοι, εργαζόμενοι κοντά στη σύνταξη, άνθρωποι υπερχρεωμένοι ή νέοι εργαζόμενοι οι οποίοι δεν γνωρίζουν τα δικαιώματά τους και είναι ακόμη “ψαρωμένοι” στους εργασιακούς χώρους», αναφέρουν από το ΣΒΕΟΔ.
Συναντήσαμε κάποια από τα μέλη του ΣΒΕΟΔ ένα απόγευμα στα γραφεία τους. Το ΣΒΕΟΔ είναι ένα σωματείο βάσης και οι ίδιοι μάς ξεκαθάρισαν ότι δεν κάνουν δηλώσεις και σχόλια στον Τύπο, ωστόσο ήταν πρόθυμοι να μας εξηγήσουν τι συμβαίνει με τους διαχειριστές στόλων, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να αντλήσουμε πληροφορίες από το ενημερωτικό υλικό που έχουν επεξεργαστεί.
Στο υλικό αυτό, οι υπεργολάβοι/διαχειριστές στόλων περιγράφονται ως «αδίστακτοι εκμεταλλευτές», οι οποίοι λειτουργούν ως ενδιάμεσοι, μεταθέτοντας κάθε ευθύνη από τις εργοδοτικές υποχρεώσεις των ψηφιακών πλατφορμών στους ίδιους, μέσω του μανδύα μιας ψευδεπίγραφης freelance εργασίας, που αποκρύπτει την πραγματική σχέση εξαρτημένης απασχόλησης, όπως λένε: «Οι εργαζόμενοι δεν πληρώνονται από την εταιρεία απευθείας. Το χρήμα το τσεπώνει ο διαχειριστής, στο όνομά του εξάλλου είναι οι κωδικοί εργασίας, και στη συνέχεια πληρώνει(;) τους “δουλοπάροικους”. Οι εργαζόμενοι στους διαχειριστές είναι αόρατοι, δεν υπάρχουν. Η αδήλωτη και υποδηλωμένη εργασία είναι κανόνας. Δώρα, αποζημίωση χρήσης και συντήρησης για το δίκυκλο 15%, βενζίνες, άδειες, ασθένειες, νυχτερινές προσαυξήσεις, προσαυξήσεις για εργασία την Κυριακή ή τις αργίες, ούτε λόγος. Ο διαχειριστής ξεχειλώνει τα ωράρια κατά το δοκούν και ο διανομέας είναι λάστιχο στη σφεντόνα του διαχειριστή. Ακόμα, ενώ ο διανομέας παρέχει μισθωτή εργασία στον διαχειριστή/φεουδάρχη, αμείβεται με το κομμάτι», αναφέρει το σωματείο στην ανάλυσή του.
«Η εργασία στους διαχειριστές στόλου είναι υποψηφιότητα για τροχαίο εργατικό ατύχημα/δυστύχημα που θα μείνει στην αφάνεια, δεν πρόκειται να καταγραφεί. Οι διαχειριστές δεν διστάζουν να βάζουν στον στόλο τους διανομείς που δεν κατέχουν δίπλωμα και δεν έχουν οδηγική εμπειρία», αναφέρει το ίδιο σωματείο. «Δεν είναι δηλωμένοι πουθενά. Δουλεύουν με κωδικούς που δεν αντιστοιχούν στο όνομά τους, αλλά στο όνομα του διαχειριστή, με κωδικούς που χρεώνονται σε αρκετούς διανομείς. Με αυτόν τον τρόπο η εταιρεία κρύβεται από τις αρχές, όπως ο ελέφαντας πίσω από έναν στύλο», λένε.
Ο δρ. Ανδρέας Στοϊμενίδης, αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Οργανισμού για την Υγεία και Ασφάλεια στην Εργασία, αναφέρει στη LiFO ότι «στην έρευνα της Ομοσπονδίας Συλλόγων Εργαζομένων Τεχνικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΟΣΕΤΕΕ) έχουμε μετρήσει είκοσι θανάτους διανομέων τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Θεωρούμε όμως ότι ο πραγματικός αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος, καθώς πολλά περιστατικά, ιδιαίτερα ανασφάλιστων αλλοδαπών, καταγράφονται ως τροχαία και αποφεύγεται η συσχέτισή τους με την εργασία». Υποστηρίζει ότι «οι εργαζόμενοι στη διανομή ανήκουν σε κατηγορία πολύ υψηλού κινδύνου, που συνδέεται με χειρότερες συνθήκες εργασίας. Κυριότεροι κίνδυνοι που αντιμετωπίζουν είναι η επαγγελματική απομόνωση, το εξαντλητικό ωράριο εργασίας, η αλγοριθμική διαχείριση, η ψηφιακή παρακολούθηση και επιτήρησή τους και οι περιορισμένες ρυθμίσεις προστασίας στα θέματα υγείας και ασφάλειας στην εργασία, από πλευράς εργοδοτών και κράτους. Δεν υπάρχει κανένας έλεγχος στην εφαρμογή σχετικών υπουργικών αποφάσεων. Εφιαλτική διάσταση στα παραπάνω δίνει η μαύρη και ανασφάλιστη εργασία, η έκθεση στους φυσικούς παράγοντες, ιδιαίτερα στη θερμική καταπόνηση το καλοκαίρι, αλλά και η επικινδυνότητα της κυκλοφορίας στο αστικό οδικό δίκτυο».

Το θεσμικό έδαφος για την ανάπτυξη ενός συστήματος υπεργολαβικής διαμεσολάβησης στο delivery, το οποίο σταδιακά δημιούργησε στόλους διανομέων, προέκυψε με τη νέα νομοθεσία που εγκαθιδρύθηκε το 2021 με τον νόμο 4808, επί υπουργίας Κωστή Χατζηδάκη. Ο νόμος Χατζηδάκη, αν και θεσπίζει για πρώτη φορά πλαίσιο για την εργασία σε ψηφιακές πλατφόρμες, καθιερώνει ταυτόχρονα ένα τεκμήριο μη εξαρτημένης εργασίας εφόσον ο διανομέας, ως πάροχος υπηρεσιών, βάσει της σύμβασης που έχει συνάψει με την ψηφιακή πλατφόρμα, μπορεί να καθορίζει ο ίδιος το ωράριό του και τις ώρες εργασίας του, έχει δυνατότητα να αναθέτει την εργασία του σε τρίτους, δηλαδή να χρησιμοποιεί υπεργολάβους ή υποκατάστατους και έχει την ελευθερία αποδοχής ή άρνησης παραγγελιών που του προτείνει η ψηφιακή πλατφόρμα.
«Στην πράξη, ο νόμος αυτός στηρίζεται στη νομική αποστασιοποίηση της πλατφόρμας από τη θέση του εργοδότη, προκειμένου να απαλλάσσεται από τις υποχρεώσεις και τις ευθύνες που απορρέουν από μια σχέση εξαρτημένης εργασίας», μας λέει μάχιμος δικηγόρος που έχει διαχειριστεί πολλές υποθέσεις εργατικών διαφορών. «Τα χρώματα, τα λογότυπα και οι στολές φέρουν την ταυτότητα της ψηφιακής πλατφόρμας, όμως η εργασιακή ευθύνη έχει μετατοπιστεί αλλού», λέει.
Η θεσμική πρόβλεψη για τους παρόχους υπηρεσιών ως «ελεύθερους επαγγελματίες» έχει δημιουργήσει δύο διακριτές όψεις συνεργασίας με τις ψηφιακές πλατφόρμες: από τη μία οι αυτοαπασχολούμενοι, που εργάζονται ατομικά, απευθείας με τις ψηφιακές πλατφόρμες. Και από την άλλη, ένα δίκτυο εργολάβων που διαχειρίζονται μαζικά λογαριασμούς διανομής και διαμορφώνουν το εργολαβικό μοντέλο με δαιδαλώδη δομή, όπως μας εξηγεί αναλυτικά ένα ακόμη δραστήριο σωματείο, το Σωματείο Διανομέων-Ταχυμεταφορέων Βόλου: «Οι πλατφόρμες διανομής (efood, Wolt, οι κυριότερες) αναθέτουν ολοένα αυξανόμενο όγκο παραγγελιών σε υπεργολάβους. Οι υπεργολάβοι αποτελούν φυσικά ή νομικά πρόσωπα τα οποία συνάπτουν σχέσεις ανεξάρτητων υπηρεσιών με τις πλατφόρμες με σκοπό την εξυπηρέτηση εργασιών. Σε αντίθεση με τους μεμονωμένους διανομείς, οι οποίοι συνάπτουν αντίστοιχες συμβάσεις ανεξάρτητων υπηρεσιών με τις πλατφόρμες και στους οποίους αποδίδεται ένας και μοναδικός λογαριασμός χρήστη για την είσοδο στην εφαρμογή smartphone μέσω της οποίας γίνεται η ανάληψη κάθε εργασίας, στους εργολάβους αποδίδονται περισσότεροι του ενός λογαριασμοί. Ορισμένοι εργολάβοι, μάλιστα, μπορεί να φτάσουν να διαχειρίζονται χιλιάδες λογαριασμούς ταυτόχρονα. Οι λογαριασμοί αυτοί ανατίθενται προς εκμετάλλευση στους διανομείς, οι οποίοι εξυπηρετούν εν τέλει τις παραγγελίες».
Αυτό γίνεται, όπως μας εξηγούν, κυρίως με δύο τρόπους: «Είτε με την πρόσληψη του διανομέα ως υπαλλήλου είτε με τη σύναψη σύμβασης ανεξάρτητων υπηρεσιών ανάμεσα στον εργολάβο και τον διανομέα. Και οι δύο περιπτώσεις όμως υποκρύπτουν άμεσα ή έμμεσα παρανομίες και δεν συνάδουν με το εργατικό ή το εμπορικό δίκαιο αντίστοιχα», λέει το σωματείο. Από τον διανομέα που προσλαμβάνεται ως υπάλληλος, «ο εργολάβος κρατάει ένα μεγάλο ποσοστό (γύρω στο 30%) των αμοιβών ανά παραγγελία που αποδίδει η πλατφόρμα και με τη σειρά του καταβάλλει το υπόλοιπο στον διανομέα. Καταβάλλουν μέσω τραπεζικής κατάθεσης τις δηλωμένες αμοιβές (αν υπάρχουν) και τις υπόλοιπες συνήθως σε μετρητά». Στη δεύτερη περίπτωση, κατά την οποία οι διανομείς συνάπτουν σχέσεις ανεξάρτητων υπηρεσιών-freelancing με τους εργολάβους, οι δεύτεροι «παρακρατούν ένα ποσοστό των αμοιβών των διανομέων, συνήθως γύρω στο 10%».
Μάλιστα, όπως μας εξηγεί το σωματείο του Βόλου, πολλές φορές γίνονται αλλεπάλληλες υπεργολαβικές αναθέσεις, όπου παραχωρούνται πακέτα λογαριασμών από μεγαλύτερες εταιρείες σε υπεργολάβους που στήνουν στόλους σε άλλες πόλεις: «Συχνά, οι εργολάβοι αυτοί δεν αποκτούν πρόσβαση στους λογαριασμούς χρήστη των εφαρμογών διανομής απευθείας από τις πλατφόρμες. Αντιθέτως, αποκτούν πρόσβαση μέσω άλλων εταιρειών, οι οποίες έχουν πρόσβαση σε μεγάλο αριθμό λογαριασμών. Μπορεί, π.χ., μια εταιρεία με έδρα την Αττική, η οποία έχει πρόσβαση σε εκατοντάδες λογαριασμούς, να εκχωρεί μέρος τους σε έναν υπεργολάβο ο οποίος δημιουργεί εργολαβικό στόλο σε κάποια πόλη της επαρχίας. Αυτό δημιουργεί μια δαιδαλώδη δομή ανάμεσα στην πλατφόρμα, που έχει πλήρη έλεγχο όλης της διαδικασίας διανομής, και τον διανομέα, ο οποίος εκτελεί διανομές χωρίς καμία ουσιαστική συμμετοχή των ενδιάμεσων εργολάβων», λένε από το σωματείο.
Η LiFO επικοινώνησε με τις δύο μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου, την efood και τη Wolt, που κυριαρχούν στην αγορά του online food delivery, ζητώντας απαντήσεις για όλα τα σοβαρά ζητήματα, της υπεργολαβικής εκμετάλλευσης, της μαύρης και υποδηλωμένης εργασίας, της χρήσης ID από τρίτα, μη ταυτοποιημένα πρόσωπα που μας ανέφεραν οι διανομείς, αλλά και για τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τη μεταβολή της αμοιβής ανά παραγγελία χωρίς προηγούμενη ενημέρωση ή δυνατότητα διαβούλευσης, παρά το γεγονός ότι οι freelancers θεωρούνται τυπικά αυτοαπασχολούμενοι συνεργάτες. Σύμφωνα με την εταιρεία Wolt, η συντριπτική πλειονότητα των πάνω από 11.000 συνεργατών διανομέων της είναι αυτοπασχολούμενοι ανεξάρτητοι επαγγελματίες που επιλέγουν ελεύθερα πότε, πού και πόσο θα εργαστούν. Όσον αφορά τους στόλους, υποστηρίζει ότι μόλις το 10-15% των διανομών διεκπεραιώνονται μέσω υπεργολάβων, με τους οποίους διατηρεί συμβάσεις που περιλαμβάνουν ρητούς όρους για δίκαιες συνθήκες εργασίας απόλυτα εναρμονισμένες με την εργατική νομοθεσία, όπως λέει. Η Wolt σημειώνει ακόμη ότι διαθέτει μηχανισμούς εσωτερικού ελέγχου για την εποπτεία της τήρησης των όρων από τις εταιρείες διαχείρισης στόλου, ενώ σε περιπτώσεις σοβαρών ενδείξεων παραβιάσεων προχωρεί σε διακοπή συνεργασιών, διευκολύνοντας παράλληλα τον έλεγχο από τις αρμόδιες αρχές. Σημειώνει επίσης ότι στο παρελθόν έχει τερματίσει συνεργασίες σε περιπτώσεις καταγγελιών ή επιβεβαιωμένων παραβάσεων. Η εταιρεία δηλώνει υπερήφανη, όπως λέει, γιατί υπέγραψε την πρώτη συλλογική συμφωνία που έχει γίνει στην Ελλάδα μεταξύ ψηφιακής πλατφόρμας και σωματείου. Η συμφωνία, όπως υποστηρίζει, προβλέπει διασφαλίσεις σε θέματα αμοιβών, διαφάνεια στους αλγόριθμους και θεσμοθετημένους μηχανισμούς διαβούλευσης. Ειδικότερα σε σχέση με τα ερωτήματα που θέσαμε, η απάντησή της έχει ως εξής:
«Η Wolt σήμερα προσφέρει ευκαιρίες δημιουργίας εισοδήματος σε πάνω από 11.000 συνεργάτες διανομείς σε όλη την Ελλάδα, ενώ υπάρχουν ήδη περισσότερες από 10.000 αιτήσεις από ανθρώπους που επιθυμούν να συνεργαστούν ως διανομείς με την εταιρεία. Η συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση μάς δείχνει ότι το μοντέλο συνεργασίας, βασισμένο στην ευελιξία, την αυτονομία και την ελευθερία επιλογής, ανταποκρίνεται πραγματικά στις ανάγκες πολλών ανθρώπων και αποτελεί μια ελκυστική επιλογή δημιουργίας εισοδήματος. Στη συντριπτική τους πλειονότητα, οι συνεργάτες διανομείς της Wolt είναι αυτοαπασχολούμενοι ανεξάρτητοι επαγγελματίες που επιλέγουν ελεύθερα πότε, πού και πόσο θα εργαστούν. Ένα ποσοστό περίπου 10-15% των διανομών πραγματοποιείται μέσω εταιρειών διαχείρισης στόλου, με τις οποίες έχουμε συμβάσεις που απαιτούν ρητά δίκαιες συνθήκες εργασίας, απόλυτα εναρμονισμένες με την ελληνική νομοθεσία. Με εσωτερικούς μηχανισμούς compliance που διαθέτουμε –πάντα εντός του ρόλου μας ως πλατφόρμας–, ελέγχουμε δειγματοληπτικά τη συμμόρφωση τόσο των συνεργατών μας όσο και των εταιρειών διαχείρισης στόλου και, όπου προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις παραβιάσεων, προχωρούμε σε διακοπή συνεργασίας. Είμαστε σταθερά στη διάθεση των αρμόδιων αρχών για να διευκολύνουμε σχετικούς ελέγχους, και στο παρελθόν έχουμε τερματίσει συνεργασίες σε περιπτώσεις καταγγελιών ή επιβεβαιωμένων παραβάσεων, κάτι που θα πράξουμε ξανά, εφόσον χρειαστεί. Σε σχέση με τις αμοιβές, έχουμε αποδείξει επανειλημμένα ότι ακούμε τους συνεργάτες μας και διατηρούμε ανοιχτό διάλογο. Είμαστε ιδιαίτερα περήφανοι για την πρώτη συλλογική συμφωνία μεταξύ ψηφιακής πλατφόρμας και σωματείου εργαζομένων στην Ελλάδα και από τις ελάχιστες στην Ευρώπη, η οποία υπογράφηκε με το Σωματείο Αυτοαπασχολούμενων Διανομέων Θεσσαλονίκης (ΣΑΔΘ) τον περασμένο Μάιο και προβλέπει διασφαλίσεις, μεταξύ άλλων, σε αμοιβές, αλγοριθμική διαφάνεια και μηχανισμούς διαβουλεύσεων. Αναφορικά με την ερώτησή σας για τα μέτρα ατομικής προστασίας, η Wolt συμμορφώνεται πλήρως με τις προδιαγραφές της ΚΥΑ 72555/2023, διασφαλίζοντας ότι ο εξοπλισμός των διανομέων πληροί όλες τις απαιτούμενες προϋποθέσεις». Καταληκτικά προσθέτει: «Στόχος μας είναι να προσφέρουμε καθημερινά ευχαρίστηση, απλότητα και ευκαιρίες εισοδήματος στις γειτονιές όπου δραστηριοποιούμαστε, μεγαλώνοντας σταθερά το θετικό αποτύπωμα της Wolt στην ελληνική οικονομία και κοινωνία».
Η εταιρεία efood δηλώνει και αυτή ότι το ποσοστό των υπεργολάβων είναι συντριπτικά μικρό, καθώς μας είπε ότι αντιπροσωπεύει μόνο το 10% των συνεργασιών της, από το σύνολο των 14.000 διανομέων πανελλαδικά που συνεργάζονται μαζί της. Ενώ, όπως μας είπε, οι μισθωτοί και freelancers αποτελούν το 90% του συνόλου των διανομέων που συνεργάζονται με την εταιρεία. Υποστηρίζει ακόμη ότι o όμιλος στον οποίο ανήκει η efood καταβάλλει μέγιστες προσπάθειες για την εξέλιξη και βελτίωση των συνθηκών στον κλάδο της διανομής, επιθυμώντας να τηρεί υψηλά πρότυπα. Κάτι που, όπως λέει, επιθυμεί να επιβάλει και στους συνεργάτες που επιλέγει, οι οποίοι δεσμεύονται να τηρούν τις συμβατικές τους υποχρεώσεις και τον Κώδικα Δεοντολογίας της εταιρείας, αναφορικά με την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας. Η efood επισημαίνει ότι για κάθε οδηγό που εκτελεί διανομές για λογαριασμό της επιχείρησης, ανεξαρτήτως του τύπου συνεργασίας, είναι υποχρεωτική η κατοχή και ισχύς όλων των νόμιμων εγγράφων (όπως άδεια οδήγησης, ασφάλιση, ΚΤΕΟ, ΑΦΜ, ΑΜΚΑ, ταυτότητα ή άδεια παραμονής σε ισχύ). Υποστηρίζει επίσης ότι τηρεί και επικαιροποιεί διαρκώς τα σχετικά έγγραφα και τα καταθέτει στις αρμόδιες αρχές όποτε της ζητείται. Η efood τονίζει πως διατηρεί και επικαιροποιεί αυτά τα στοιχεία και τα προσκομίζει στις αρμόδιες αρχές όταν ζητηθεί. Υποστηρίζει ότι παρέχει εξοπλισμό στους διανομείς σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά και εθνικά πρότυπα ασφαλείας, προσφέρει πρόσβαση στην εκπαιδευτική πλατφόρμα Riders Academy για θέματα οδικής ασφάλειας και είναι πάντα ανοιχτή σε συνεργασία και διάλογο με τα σωματεία και τις συλλογικές ενώσεις των διανομέων. Οι απαντήσεις της εταιρείας στη LiFO έχουν ως εξής:
«Το efood συνεργάζεται σήμερα με περισσότερους από 14.000 διανομείς στη βάση τριών μοντέλων συνεργασίας: μισθωτοί και freelancers, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν το 90% του συνόλου των διανομέων, και συνεργασίες μέσω εταιρειών παροχής υπηρεσιών, που αντιπροσωπεύουν περίπου το 10% του συνόλου των διανομέων. Από την έναρξη λειτουργίας μας και αδιαλείπτως μέχρι σήμερα η εταιρεία μας και ο όμιλος στον οποίο ανήκουμε καταβάλλουμε μέγιστες προσπάθειες για την εξέλιξη και βελτίωση των συνθηκών στον κλάδο της διανομής και επιθυμούμε να τηρούμε υψηλά πρότυπα. Το ίδιο προσπαθούμε να επιβάλλουμε και στους συνεργάτες που επιλέγουμε, οι οποίοι δεσμεύονται να τηρούν τις συμβατικές τους υποχρεώσεις και τον Κώδικα Δεοντολογίας μας αναφορικά με την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας, την τήρηση των κανόνων υγείας και ασφάλειας, με την υποχρέωση παράλληλα να τηρούν δεσμεύσεις για την προστασία δεδομένων αλλά και επιχειρηματική και ηθική δεοντολογία. Για τον σκοπό αυτό, διενεργούμε ελέγχους κανονιστικής συμμόρφωσης για κάθε συνεργαζόμενη εταιρεία και ελέγχουμε την τήρηση του συνόλου των απαιτούμενων εγγράφων σχετικά με την απασχόληση, την ασφάλιση και σωστή συντήρηση των οχημάτων, καθώς και την ενημερότητα σχετικά με τις φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις. Για κάθε οδηγό που εκτελεί διανομές για λογαριασμό της επιχείρησης υπό οποιοδήποτε συμβατικό καθεστώς είναι υποχρεωτικό να διατηρεί σε ισχύ άδεια οδήγησης, ασφάλεια οχήματος, ΚΤΕΟ, ΑΦΜ, ΑΜΚΑ, Δελτίο Αστυνομικής Ταυτότητας ή Άδεια Παραμονής σε ισχύ. Κάθε φορά που μας ζητείται από τις αρμόδιες αρχές, καταθέτουμε το σύνολο των ανωτέρω εγγράφων, τα οποία διατηρούμε και επικαιροποιούμε διαρκώς ώστε να είναι σε ισχύ.
Το efood, τόσο σε επίπεδο αμοιβών όσο και σε επίπεδο μη μισθολογικών παροχών, παρέχει στους συνεργαζόμενους διανομείς όλες τις προβλεπόμενες από τη νομοθεσία παροχές, καθώς και παροχές που εκτείνονται πέρα και πάνω από τις τυπικές του υποχρεώσεις, πράγμα που αποδεικνύει τη δέσμευσή μας να τηρούμε υψηλά πρότυπα. Οι συνεργάτες διανομείς έχουν το δικαίωμα να επιλέγουν ελεύθερα όσα και όποια έργα επιθυμούν να εκτελέσουν και λαμβάνουν πλήρως ανταγωνιστικές αποδοχές. Στο πλαίσιο αυτό και έως και σήμερα περισσότεροι από 10.000 διανομείς αποκομίζουν εισόδημα εκτελώντας διανομές. Παράλληλα, λαμβάνουμε σημαντικό αριθμό νέων αιτήσεων από ανθρώπους που θέλουν να εκτελέσουν διανομές και να συμβληθούν μαζί μας. Ο εξοπλισμός είναι προστατευτικός, ακολουθεί πλήρως τα ευρωπαϊκά πρότυπα ασφαλείας, είναι σύμφωνος με την εθνική νομοθεσία και παρέχεται ανεξαιρέτως σε όλους μας τους συνεργάτες. Λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη την οδική ασφάλεια και συστηματικά παρέχουμε προγράμματα εκπαίδευσης. Προς τον σκοπό αυτό έχουμε δημιουργήσει μια διαδικτυακή εφαρμογή η οποία ονομάζεται Riders Academy App (https://ridersacademy.e-food.gr/). Στην εφαρμογή αυτή οι διανομείς έχουν πρόσβαση σε εκπαιδευτικό υλικό που συνεχώς εμπλουτίζεται σχετικά με την ορθή συντήρηση του οχήματος και του εξοπλισμού τους, την ασφαλή οδήγηση, ενώ επενδύουμε συστηματικά στην πρόληψη των κινδύνων και σε δράσεις που στοχεύουν στην ευαισθητοποίηση και στην οδική ασφάλεια. Για κάθε ζήτημα που αφορά το πλαίσιο και τις συνθήκες συνεργασίας των διανομέων μας είμαστε πάντοτε ανοιχτοί προς συζήτηση και σε άμεση συνεργασία και διάλογο με τις συλλογικές τους ενώσεις και παραμένουμε πάντα στη διάθεσή τους».
Η ανάπτυξη των ψηφιακών πλατφορμών στο delivery, ειδικά από την πανδημία και μετά, έφερε μια ριζική αναδιάρθρωση στον χώρο της διανομής, ίσως την πιο σαρωτική από κάθε άλλο κλάδο στην Ελλάδα. Τη στιγμή που πολλές εταιρείες εμφανίζουν την ευελιξία και την αυτονομία του freelancer ως πλεονεκτήματα, τα σωματεία διανομέων και οι εργαζόμενοι ισχυρίζονται ότι «πίσω από τον μανδύα του “freelancer” κρύβεται μια σκληρή πραγματικότητα μέσω της οποίας κατακρημνίζονται τα εναπομείναντα εργατικά δικαιώματα»
Σύμφωνα με την ανάλυση του ΣΒΕΟΔ, την οποία, όπως καταλάβαμε, υιοθετεί η πλειοψηφία των εργαζομένων στον κλάδο του delivery, «η μεγαλύτερη καινοτομία που επιβάλλουν οι πολυεθνικοί γίγαντες είναι πως βαφτίζουν τους εργαζόμενους ελεύθερους επαγγελματίες/freelancer, εγκαινιάζοντας ένα νέο καθεστώς εργασίας, όπου οι εργαζόμενοι διανομείς επωμιζόμαστε όλα τα έξοδα (ασφάλιση, σέρβις, καύσιμα, ασφάλιστρο και σήμα του οχήματος), χάνουμε όλα τα δικαιώματά μας (άδεια καλοκαιρινή και ασθενείας, δώρο Χριστουγέννων και Πάσχα, επίδομα αδείας και άδεια, και επιδόματα-τριετίες, γάμου, ιδιαίτερων συνθηκών), ενώ οι εταιρείες απαλλάσσονται από τις υποχρεώσεις τους», λένε.
Όπως εξηγούν εργαζόμενοι, η πλειονότητα όσων εργάζονται σήμερα για τις ψηφιακές πλατφόρμες διανομής, εκτός εργολαβικών στόλων, είναι αυτοαπασχολούμενοι. Εξαίρεση αποτελεί το εργασιακό καθεστώς στην ψηφιακή πλατφόρμα efood, η οποία, μέχρι το 2021, απασχολούσε αποκλειστικά μισθωτούς: «Ωστόσο αυτό έχει πλέον αλλάξει», μας λένε εκπρόσωποι σωματείων. Πολλοί εργαζόμενοι οδηγήθηκαν στη μετάβαση προς το καθεστώς του ελεύθερου επαγγελματία εξαιτίας ενός δέλεαρ: των υψηλών αμοιβών ανά παραγγελία, μια πρακτική που, όπως σημειώνουν, εφαρμόστηκε γενικά από τις ψηφιακές πλατφόρμες της διανομής. «Πολλοί από εμάς, βλέποντας τις αμοιβές, αποφασίσαμε να μπούμε στη δουλειά. Γίναμε, με λίγα λόγια, επιχειρηματίες, με αντίστοιχες φορολογικές και ασφαλιστικές υποχρεώσεις, ανοίξαμε βιβλία και πληρώνουμε κάθε μήνα λογιστή. Στη συνέχεια όμως οι εταιρείες έριξαν τις τιμές. Σήμερα, για να μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε τα αναγκαία για την επιβίωσή μας, θα πρέπει να είμαστε πάνω στο μηχανάκι τουλάχιστον 10-12 ώρες και τις επτά μέρες της εβδομάδας, χωρίς ξεκούραση», μας λέει ένας διανομέας.
Σύμφωνα με τον νόμο Χατζηδάκη, ελεύθερος επαγγελματίας θεωρείται εκείνος που επιλέγει τα έργα που του προτείνει η πλατφόρμα ή καθορίζει μόνος του πόσα από αυτά θα αναλάβει, έχοντας τη δυνατότητα μεταβολής. Ωστόσο, εργαζόμενοι τονίζουν πως στην πράξη η τιμή ανά παραγγελία, δηλαδή η αμοιβή τους, καθορίζεται και μεταβάλλεται μονομερώς από την πλατφόρμα, χωρίς ενημέρωση ή δυνατότητα διαπραγμάτευσης. «Σε όλες τις πλατφόρμες, αυτό που τελικά ορίζει την ώρα που ο εργαζόμενος θα βγει για δουλειά είναι ο τιμοκατάλογος. Η εταιρεία ορίζει πότε και πόσο πληρώνει, ανάλογα με τις ανάγκες της. Αυτό δημιουργεί έναν έμμεσο εξαναγκασμό που μας σπρώχνει να δουλεύουμε όταν η παραγγελία πληρώνει καλύτερα, δίνοντας την ψευδαίσθηση του “ελεύθερου ωραρίου”», όπως επισημαίνει στην ανάλυσή της η ΣΒΕΟΔ.
Για τους εργαζόμενους, η «ψευδεπίγραφη ευελιξία του “freelancer”» εντείνεται ακόμα περισσότερο στο εργολαβικό μοντέλο, το οποίο, όπως αναφέρουν τα σωματεία, «αποτελεί την πιο ακραία μορφή απορρύθμισης». Οι διανομείς από το σωματείο του Βόλου ισχυρίζονται ότι το «εργολαβικό μοντέλο εν τέλει αποτελεί καθαρά ένα έμμεσο αποτέλεσμα της γιγάντωσης των πλατφορμών και της συνεχούς επιθυμίας τους για ολοένα φθηνότερο εργατικό δυναμικό. Οι πλατφόρμες, έχοντας την πλειοψηφία των διανομέων στο εργατικό τους δυναμικό, προσπαθούν να τους μεταφέρουν στο δυναμικό των εργολάβων, ώστε να μη φέρουν οποιαδήποτε ευθύνη που κανονικά βαραίνει τον εργοδότη. Οι εργολάβοι, έχοντας εις γνώση τις παρατυπίες που προκύπτουν από το εν λόγω μοντέλο, ουσιαστικά αναλαμβάνουν τον ρόλο του τυπικού εργοδότη και σε περίπτωση καταγγελιών ή νομικών κωλυμάτων συχνά σφραγίζουν οι ίδιοι τις επιχειρήσεις και δημιουργούν άλλες με διαφορετικά ΑΦΜ», αναφέρουν. Από το ίδιο σωματείο μάς λένε ακόμη ότι στον Βόλο οι διανομείς πέτυχαν «μια σημαντικότατη δικαστική νίκη», με την οποία «δημιουργείται ευθεία νομική σύνδεση μεταξύ της πλατφόρμας και του διανομέα, ασχέτως της παρεμβολής υπεργολάβων».
Η απόφαση εκδόθηκε από το Μονομελές Πρωτοδικείο Βόλου μετά την προσφυγή τριών διανομέων στη Δικαιοσύνη για τις μη καταβληθείσες αμοιβές τους από μια εργολαβική εταιρεία. Πρόκειται για την πρώτη εργολαβική εταιρεία που είχε δραστηριοποιηθεί στον Βόλο, η οποία είχε προσλάβει τους τρεις εργαζόμενους με συμβάσεις εργασίας αορίστου χρόνου, προκειμένου να εξυπηρετούν παραγγελίες μέσω της πλατφόρμας Wolt.
Όπως επισημαίνει, μεταξύ άλλων, το Σωματείο Διανομέων-Ταχυμεταφορέων Βόλου για τη συγκεκριμένη εργολαβική εταιρεία, «τα “όλα νόμιμα” για τα οποία δεσμεύτηκε στους εργαζόμενους μετατράπηκαν σε δεκάδες ώρες απλήρωτης υπερωρίας εβδομαδιαίως και χιλιάδες ευρώ σε μη καταβαλλόμενες αμοιβές και ασφαλιστικές εισφορές».
Το Μονομελές Πρωτοδικείο Βόλου έκρινε ότι ο πραγματικός εργοδότης των διανομέων ήταν η ψηφιακή πλατφόρμα, καθώς οι εργαζόμενοι εξυπηρετούσαν αποκλειστικά τους πελάτες της. Στην απόφαση επισημαίνεται ότι η Wolt παρείχε στους διανομείς εξοπλισμό με τα διακριτικά της, προσωπικούς κωδικούς πρόσβασης και σύστημα αξιολόγησης και επιβράβευσης, ενώ η εργασία τους γινόταν υπό την εποπτεία της εργολαβικής εταιρείας.
Με βάση τα παραπάνω, το δικαστήριο έκρινε ότι η Wolt είναι η εταιρεία που φέρει την ευθύνη για την καταβολή των δεδουλευμένων αποδοχών και αποζημιώσεων που διεκδίκησαν οι διανομείς, ως ουσιαστικός εργοδότης, καθόσον ασκούσε στην πράξη το διευθυντικό δικαίωμα και είχε τον έλεγχο της παρεχόμενης εργασίας. Για το σωματείο, με την απόφαση αυτή «αποδεικνύεται και επίσημα πως οι εργολάβοι δεν είναι τίποτε άλλο παρά αχυράνθρωποι με σκοπό την απαλλαγή των πλατφορμών από τις υποχρεώσεις ενός εργοδότη».
Κατά της απόφασης αυτής, η Wolt κατέθεσε έφεση, στην οποία εκθέτει σειρά νομικών ισχυρισμών ως προς τη θεμελίωση και την ερμηνεία της πρωτόδικης κρίσης. Κεντρικός άξονας της έφεσης είναι ο ισχυρισμός ότι το δικαστήριο κακώς αναγνώρισε την ψηφιακή πλατφόρμα ως εργοδότη των διανομέων, διότι αυτό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και ούτε καν έχει αποτελέσει ρητό αίτημα των εναγόντων. Η εταιρεία αμφισβητεί περαιτέρω τις αποδεικτικές παραδοχές της απόφασης, υποστηρίζοντας ότι οι ενάγοντες απασχολούνταν αποκλειστικά από την εργολαβική εταιρεία, η οποία είχε την ευθύνη για την πρόσληψη, τη μισθοδοσία και την ασφάλισή τους. Η ίδια, όπως αναφέρεται στην έφεση, λειτουργεί αποκλειστικά ως ψηφιακή πλατφόρμα διαμεσολάβησης και δεν είχε εργοδοτική σχέση με τους διανομείς, ούτε ανήκει στον κλάδο του επισιτισμού, άρα δεν υπόκειται και στην αντίστοιχη Συλλογική Σύμβαση Εργασίας.
Ο Δημήτριος Γ. Γούλας, επίκουρος καθηγητής Εργατικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ, αναφέρει στη LiFO ότι «το ερώτημα του πότε ακριβώς παρέχεται εξαρτημένη εργασία ως προϋπόθεση εφαρμογής της προστατευτικής εργατικής νομοθεσίας είναι κομβικής σημασίας για το εργατικό δίκαιο».
Μας εξηγεί ότι «το ζήτημα αυτό τέθηκε και πάλι με ένταση στην περίπτωση των εργαζομένων μέσω ψηφιακής πλατφόρμας. Οι συνθήκες απασχόλησης των εργαζομένων αυτών απέχουν συνήθως από τις κλασικές συνθήκες εξάρτησης, όπου ο εργοδότης καθορίζει και ελέγχει τον τόπο, τον τρόπο και τον χρόνο παροχής εργασίας. Δεν πρόκειται δηλαδή για “κλασικούς” εργαζόμενους που απασχολούνται σε ορισμένο τόπο και με αυστηρά προκαθορισμένο ωράριο. Καθίσταται έτσι πιο δύσκολη η διάγνωση τού αν οι εργαζόμενοι μέσω ψηφιακής πλατφόρμας απασχολούνται πράγματι υπό συνθήκες εξάρτησης ή όχι. Το ζήτημα αυτό έχει απασχολήσει έντονα τόσο τη νομική βιβλιογραφία όσο και τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και πολλών ανώτατων δικαστηρίων διεθνώς», λέει.
Ο Δ. Γούλας υποστηρίζει ακόμη ότι ένα εργαλείο με το οποίο ο νομοθέτης διευκολύνει την απόδειξη τού αν παρέχεται εργασία υπό συνθήκες εξάρτησης είναι και η αξιοποίηση μαχητών τεκμηρίων: «Στην περίπτωση αυτή αρκεί ο ενάγων εργαζόμενος να αποδείξει τη λεγόμενη “βάση του τεκμηρίου”, δηλαδή κάποια γεγονότα που είναι σχετικά πιο εύκολο να αποδειχθούν, ώστε ο νομοθέτης να θεωρήσει καταρχήν αποδεδειγμένο το δυσαπόδεικτο γεγονός της ύπαρξης εξάρτησης. Κατόπιν, το βάρος απόδειξης επιρρίπτεται στον εργοδότη, ώστε να αποδείξει πλέον αυτός ότι δεν πρόκειται για εξαρτημένη εργασία αλλά, π.χ., για ανεξάρτητες υπηρεσίες».
Ο επίκουρος καθηγητής Εργατικού Δικαίου αναφέρει ότι ένα τέτοιο μαχητό τεκμήριο είχε προβλέψει το άρθρο 1 του ν. 3846/2010 για όλους τους εργαζόμενους με μπλοκάκι, δηλαδή για όσους απασχολούνται αυτοπροσώπως επί μεγάλο χρονικό διάστημα στον ίδιο (ή κυρίως στον ίδιο) αντισυμβαλλόμενο, μέσω συμβάσεων που επιγράφονται ως συμβάσεις ανεξάρτητων υπηρεσιών ή έργου. Πρόκειται για ένα «θετικό» τεκμήριο. Δηλαδή ένα τεκμήριο με το οποίο διευκολύνεται η απόδειξη της ύπαρξης σχέσης εξαρτημένης εργασίας.
Ενώ όμως το θετικό αυτό τεκμήριο ίσχυε κανονικά (και εξακολουθεί να ισχύει για όλους τους εργαζόμενους με μπλοκάκι, «με το άρθρο 69 του ν. 4808/2021 (γνωστού ως “νόμου Χατζηδάκη”) εισήχθη ειδικά για τους εργαζόμενους μέσω ψηφιακής πλατφόρμας ένα “αρνητικό” τεκμήριο. Δηλαδή ένα μαχητό τεκμήριο που δεν διευκολύνει την απόδειξη της παροχής εξαρτημένης εργασίας αλλά, αντιθέτως, την απόδειξη της ύπαρξης σύμβασης ανεξάρτητων υπηρεσιών ή έργου. Λειτουργεί δηλαδή ως αποδεικτική διευκόλυνση υπέρ της ψηφιακής πλατφόρμας, όχι υπέρ του εργαζομένου», αναφέρει ο ίδιος.
Αντιθέτως, όπως εξηγεί ο Δ. Γούλας, «το άρθρο 5 της σχετικής ενωσιακής Οδηγίας 2024/2831 για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας των εργαζομένων σε πλατφόρμες κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση. Προβλέπει, δηλαδή, τη θέσπιση ενός θετικού τεκμηρίου που διευκολύνει την απόδειξη της ύπαρξης σχέσης εξαρτημένης εργασίας. Επίσης η Οδηγία, μολονότι είναι λιγότερο προστατευτική για τους εργαζόμενους απ’ ό,τι η αρχική πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ενισχύει την προστασία των εργαζομένων και σε άλλα σημεία. Προβλέπει, λ.χ., αυξημένο έλεγχο της αλγοριθμικής διοίκησης, της αυτοματοποιημένης λήψης αποφάσεων και της επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων των εργαζομένων. Πρόκειται για κρίσιμα ζητήματα, για τα οποία ο ισχύων ελληνικός νόμος δεν περιέχει ειδικές διατάξεις. Δεδομένου πάντως ότι η ενσωμάτωση της Οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο των κρατών-μελών πρέπει να έχει ολοκληρωθεί έως τις 2/12/2026, αναμένεται η τροποποίηση του ελληνικού νομικού πλαισίου, ώστε να εναρμονιστεί με τα προβλεπόμενα στην Οδηγία».
Η μακρά και περιπετειώδης πορεία διαπραγμάτευσης και τελικής έγκρισης της Οδηγίας 2024/2831 από το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αντανακλά τις έντονες διαφωνίες που προέκυψαν μεταξύ των θεσμικών οργάνων και των κρατών-μελών. Η αρχική πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που είχε στόχο την ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων στις ψηφιακές πλατφόρμες μέσω ενός σαφούς τεκμηρίου εξαρτημένης εργασίας, τροποποιήθηκε σημαντικά κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων. Ορισμένα κράτη-μέλη, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, δεν ενέκριναν τις πρώτες εκδοχές του κειμένου, με αποτέλεσμα η επίτευξη συναίνεσης να καταστεί ιδιαίτερα δύσκολη. Τελικά, η συμφωνία εγκρίθηκε τον Φεβρουάριο του 2025, ύστερα από περισσότερες από 800 ημέρες διαπραγματεύσεων, σηματοδοτώντας ένα κρίσιμο βήμα προς τη ρύθμιση των όρων απασχόλησης στην gig economy σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έστω κι αν η τελική μορφή της Οδηγίας που επικυρώθηκε προβλέπει ένα πιο «χαλαρό» πλαίσιο σε σχέση με την αρχική πρόταση της Κομισιόν, η οποία ήταν πιο προστατευτική για τους εργαζόμενους.
Ο Κώστας Καραγκούνης, υφυπουργός Εργασίας, πρόσφατα ανέφερε στη Βουλή ότι ήδη έχει συσταθεί ειδική ομάδα εργασίας για την ενσωμάτωση της νέας ευρωπαϊκής Οδηγίας για την εργασία μέσω ψηφιακών πλατφορμών στο εθνικό δίκαιο. Όπως υπογράμμισε, η Ελλάδα είναι από τις πρώτες χώρες που ξεκίνησαν τη σχετική προετοιμασία, καθώς από τον Ιούλιο του 2025 συγκροτήθηκε ομάδα με τη συμμετοχή εκπροσώπων των αρμόδιων υπηρεσιών του υπουργείου Εργασίας, συναρμόδιων αρχών αλλά και εμπειρογνωμόνων.
Η ομάδα έχει ήδη πραγματοποιήσει συνεδριάσεις οργανωτικού και συντονιστικού χαρακτήρα και βρίσκεται στο στάδιο σύνταξης των πρώτων σχεδίων κειμένων ενσωμάτωσης των διατάξεων της Οδηγίας. Ανέφερε ότι έχουν ήδη πραγματοποιηθεί τρεις συνεδριάσεις και με την ολοκλήρωση του πρώτου αυτού κύκλου θα ξεκινήσει και η φάση της διαβούλευσης. Στις επόμενες συνεδριάσεις, όπως είπε, θα κληθούν να συμμετάσχουν εκπρόσωποι τόσο των μισθωτών όσο και των αυτοαπασχολούμενων του κλάδου, προκειμένου να συμβάλουν ουσιαστικά στη διαμόρφωση του τελικού πλαισίου. Οι απαντήσεις Καραγκούνη δόθηκαν στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου και στην επίκαιρη ερώτηση που κατέθεσε ο Μιχάλης Χουρδάκης, βουλευτής και εκπρόσωπος Τύπου του Κινήματος Δημοκρατίας. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι «το Κίνημα Δημοκρατίας έχει δείξει ξεχωριστή ευαισθησία στο θέμα, καθώς είναι η μόνη πολιτική δύναμη που έχει προσεγγίσει το ζήτημα ενιαία, ως συνδυασμό εργασιακού καθεστώτος και δημόσιας ασφάλειας, με σεβασμό στον πολίτη και στον εργαζόμενο. Η πολιτεία οφείλει να ξέρει ποιος μπαίνει στα σπίτια μας και ποιος κινείται στους δρόμους όπου κινούμαστε». «Οι πολίτες πρέπει να νιώθουν ασφαλείς. Οι διανομείς πρέπει να είναι εργαζόμενοι με σχέση εξαρτημένης εργασίας. Και το κράτος πρέπει, επιτέλους, να θεσπίσει κανόνες διαφάνειας, ελέγχου και νομιμότητας», ανέφερε.
Για τους εργαζόμενους, η ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής Οδηγίας «μπορεί να αποτελέσει το πρώτο ουσιαστικό βήμα προς τον περιορισμό των γκρίζων ζωνών της gig economy», λέει ο Ιωάννης Μουσούλης και ζητάει «την πλήρη απαγόρευση της υπεργολαβίας στον κλάδο των διανομών. Οι εργαζόμενοι πρέπει είτε να απασχολούνται με άμεση μισθωτή σχέση εργασίας με την πλατφόρμα, είτε, εφόσον είναι πράγματι αυτοαπασχολούμενοι, να συνεργάζονται απευθείας μαζί της, χωρίς μεσάζοντες. Η ανάθεση της εργασίας σε τρίτους δημιουργεί ένα γκρίζο πλαίσιο που διευκολύνει την παραβίαση των εργασιακών δικαιωμάτων», λέει. Και συνεχίζει υποστηρίζοντας ότι «οι ψηφιακές πλατφόρμες, όπως ορίζει και η ευρωπαϊκή Οδηγία, πρέπει να τεκμηριώνουν ρητά τη φύση της συνεργασίας με τους διανομείς και όχι με το πρόσχημα της “freelance” απασχόλησης, η οποία στην πράξη συχνά υποκρύπτει σχέση εξαρτημένης εργασίας. Όταν η πλατφόρμα ελέγχει τη ροή της εργασίας, όταν διαμορφώνει τις αμοιβές μας, όταν διαχειρίζεται τις παραγγελίες, όταν επιβάλλει κανόνες και αξιολογεί την απόδοση των διανομέων, τότε, κατά τεκμήριο, υποκρύπτει εξαρτημένη εργασία. Και πρέπει να εφαρμόζει την εργατική νομοθεσία, χωρίς αστερίσκους», λέει.
Ο Ι. Μουσούλης έχει ήδη ξεκινήσει κύκλο επαφών με κοινοβουλευτικά κόμματα, σωματεία και επαγγελματικούς φορείς προκειμένου να αναδείξει το πρόβλημα σε πολιτικό επίπεδο. Γιατί, όπως ισχυρίζεται, «είναι θεσμικό, κοινωνικό και πολιτικό πρόβλημα πρώτης γραμμής». Υποστηρίζει ότι «η υπεργολαβία στη διανομή είναι εργαλείο απορρύθμισης. Με πρόσχημα τις “ανεξάρτητες συνεργασίες”, πλατφόρμες και ενδιάμεσοι εργοδότες παρακάμπτουν τη νομοθεσία, στερώντας από τους διανομείς βασικά δικαιώματα, όπως ο κατώτατος μισθός, η συλλογική εκπροσώπηση και η πλήρης ασφάλιση. Το αποτέλεσμα είναι ένα εργασιακό καθεστώς μαζικής υποδηλωμένης και αδήλωτης εργασίας, ασαφών ωραρίων και ανύπαρκτων μέτρων ασφαλείας. Πρόκειται για ένα μοντέλο που ενθαρρύνει την υπερεκμετάλλευση, ειδικά εις βάρος μεταναστών και ευάλωτων εργαζομένων. Ταυτόχρονα, διαβρώνει τον ανταγωνισμό, αφού μειώνει τεχνητά το κόστος για τις πλατφόρμες».
Καθώς ο αριθμός των εργαζομένων στις ψηφιακές πλατφόρμες στην Ευρώπη προβλέπεται να εκτοξευθεί από τα 28 εκατομμύρια το 2021 στα 43 εκατομμύρια στο τέλος του 2025, η ανάγκη για σαφείς και δίκαιους κανόνες καθίσταται πιο επιτακτική από ποτέ.
Για κάποιους, η ενσωμάτωση της νέας ευρωπαϊκής Οδηγίας μπορεί να λειτουργήσει ως φρένο στην ολοένα μεγαλύτερη ανάπτυξη της gig economy· για άλλους, ως το πρώτο ουσιαστικό βήμα για να πάψει η ευελιξία να είναι συνώνυμη της εργασιακής επισφάλειας.