ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΕΟΡΤΑΣΜΟΥ των 100 χρόνων λειτουργίας της ΕΥΔΑΠ, παρουσιάστηκε χθες ένας πολυεπίπεδος οδικός χάρτης για τη διαχείριση της λειψυδρίας στην Αττική, που αποτελεί πια ένα διαρκές και εντεινόμενο πρόβλημα, ιδίως μετά τις συνεχείς καταγραφές χαμηλής υδροφορίας. Στόχος του νέου σχεδίου είναι όχι μόνο η αντιμετώπιση της σημερινής κατάστασης αλλά και η δημιουργία υποδομών και θεσμικών εργαλείων για την υδατική ασφάλεια των επόμενων δεκαετιών.
Η ένταση του φαινομένου
Όπως εξήγησε αναλυτικά στην παρουσίασή του ο Σταύρος Παπασταύρου, υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η Ελλάδα είναι 19η στον κόσμο σε κίνδυνο λειψυδρίας, ενώ κατατάσσεται δεύτερη μετά την Κύπρο στη λίστα με τις χώρες που αντιμετωπίζουν το υψηλότερο υδατικό στρες στην Ευρώπη.
«Η χώρα μας, όπως και οι υπόλοιπες μεσογειακές, περιλαμβάνεται στις χώρες που προβλέπεται πως θα αντιμετωπίσουν ιδιαίτερα προβλήματα σχετικά με το νερό στο μέλλον. Η ευρύτερη περιοχή της χώρας μας είναι από τις πιο ευάλωτες και άμεσα επηρεαζόμενες από την κλιματική κρίση παγκοσμίως», τόνισε.
Σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, έχουν δρομολογηθεί έργα για τη μείωση των διαρροών από το 15% στο 11%, με το Δημόσιο να έχει διαθέσει ήδη 100 εκατομμύρια ευρώ, καθώς και έργα ανάκτησης νερού για άρδευση και βιομηχανική χρήση, κυρίως στην Ανατολική Αττική.
Μέχρι το 2021, τα αποθέματα στους ταμιευτήρες ήταν σταθερά στο 1,1 δισ. κυβικά μέτρα, όμως από το 2022 και έπειτα η ετήσια μείωση αγγίζει πλέον τα 250 εκατομμύρια κυβικά μέτρα. Παράλληλα, καταγράφεται πτώση της μέσης ετήσιας βροχόπτωσης κατά περίπου 25%, αύξηση της εξάτμισης κατά 15% και αύξηση της κατανάλωσης νερού κατά περίπου 6%.
«Όλα αυτά τα στοιχεία συντείνουν στο γεγονός ότι η Ελλάδα, μετά την Κύπρο, θα αντιμετωπίσει το υψηλότερο υδατικό στρες στη νότια Ευρώπη. Ως υδατικό στρες εννοούμε το ποσοστό του διαθέσιμου νερού μιας περιοχής που απαιτείται για να καλυφθεί η ζήτηση – στη χώρα μας αυτό φτάνει το 70%», ανέφερε ο υπουργός Περιβάλλοντος. Όπως είπε, το υπουργείο παρέλαβε τις πρώτες επιστημονικές αναλύσεις οι οποίες επιβεβαιώνουν τα υδρολογικά στοιχεία που δείχνουν ότι η λειψυδρία παραμένει και εντείνεται. «Διανύουμε, μάλιστα, το δεύτερο πιο σημαντικό επεισόδιο έμμονης ξηρασίας των τελευταίων δεκαετιών» (σ.σ. έμμονη ξηρασία είναι τα μακρά χρονικά διαστήματα συνεχούς ή επαναλαμβανόμενης έλλειψης βροχοπτώσεων, τα οποία οδηγούν σε σωρευτική μείωση των υδάτινων αποθεμάτων.)
Το έργο «Εύρυτος» – κορωνίδα του σχεδιασμού
Το κεντρικό έργο που φιλοδοξεί να διασφαλίσει την υδροδότηση της Αττικής τις επόμενες τρεις δεκαετίες είναι η μερική εκτροπή των ποταμών Κρικελιώτη και Καρπενησιώτη προς τον Εύηνο μέσω σηράγγων και βαρυτικής ροής, χωρίς τη χρήση αντλιών, γεγονός που ελαχιστοποιεί το ενεργειακό του κόστος και το καθιστά ενεργειακά βιώσιμο.
«Το μεγάλο έργο της γενιάς μας είναι ο Εύρυτος», είπε ο Σταύρος Παπασταύρου, προσθέτοντας ότι το έργο συμβολίζει «την καλή, ανεμπόδιστη ροή» και εκτιμάται πως θα ολοκληρωθεί το 2029. Το έργο «Εύρυτος», με εκτιμώμενο προϋπολογισμό 535 εκατομμύρια ευρώ, αναμένεται να εισέλθει στη φάση της διαγωνιστικής διαδικασίας το καλοκαίρι του 2026, με στόχο να έχει ολοκληρωθεί έως τα μέσα του 2029. Η διαδικασία πρόκειται να προχωρήσει όπως ακριβώς εφαρμόστηκε και στα έργα αποκατάστασης στη Θεσσαλία, ώστε να επιταχυνθούν τα στάδια προκήρυξης και ανάθεσης. Η στόχευση είναι να έχουν ολοκληρωθεί οι προκαταρκτικές μελέτες έως την άνοιξη του επόμενου έτους.
Η επιλογή αυτής της οδού επιτρέπει την παράκαμψη του ανοιχτού διεθνούς διαγωνισμού, παρά τον υψηλό προϋπολογισμό, και ανοίγει τον δρόμο για ανάθεση σε περιορισμένο αριθμό κατασκευαστών. Την ίδια στιγμή, δεν έχει ακόμη προσδιοριστεί με σαφήνεια η πηγή χρηματοδότησης του έργου, με ένα από τα σενάρια που βρίσκονται στο τραπέζι να προβλέπει κάλυψη του κόστους από την ΕΥΔΑΠ και σταδιακή αποπληρωμή του ποσού σε βάθος χρόνου.
Η βασική υποδομή του έργου θα περιλαμβάνει δύο σήραγγες συνολικού μήκους 20 χιλιομέτρων, οι οποίες θα επιτρέπουν την ετήσια μεταφορά περίπου 200 εκατομμυρίων κυβικών μέτρων νερού από τους δύο ποταμούς, οι οποίοι σήμερα καταλήγουν στη λίμνη των Κρεμαστών. Η υδροδότηση θα γίνεται από τον Εύηνο, με την προσθήκη μέρους των ποταμών Κρικελιώτη και Καρπενησιώτη, με σκοπό την ενίσχυση του υδροδοτικού συστήματος της Αττικής για τις επόμενες τρεις δεκαετίες. Επιπλέον, προβλέπεται δυνατότητα μελλοντικής αξιοποίησης του έργου και για την υδροδότηση νησιωτικών περιοχών, σε περίπτωση που η ποσότητα του νερού υπερκαλύπτει τις ανάγκες της πρωτεύουσας.
Τα βραχυπρόθεσμα μέτρα: Ενεργοποίηση γεωτρήσεων
Μέχρι να τεθεί σε λειτουργία το μεγάλο έργο του Εύρυτου, η ΕΥΔΑΠ έχει προχωρήσει σε μια σειρά βραχυπρόθεσμων παρεμβάσεων με στόχο την άμεση ενίσχυση της υδροδοτικής ικανότητας του Λεκανοπεδίου. Σε αυτό το πλαίσιο αξιοποιούνται γεωτρήσεις σε περιοχές όπως η Μαυροσουβάλα, οι Ούγγροι και ο Βοιωτικός Κηφισός με στόχο την άντληση σημαντικών ποσοτήτων νερού. Οι πηγές αυτές εκτιμάται ότι θα προσθέσουν περίπου 150 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού ετησίως στο σύστημα ύδρευσης, συμβάλλοντας ουσιαστικά στη μερική κάλυψη των σημερινών απωλειών, οι οποίες αγγίζουν τα 250 εκατομμύρια κυβικά κατ’ έτος. Το έλλειμμα των 100 εκατομμυρίων κυβικών, ακόμη και με αυτά τα πρόσθετα μέτρα, καθιστά σαφές ότι η υπάρχουσα επάρκεια νερού εκτείνεται χρονικά σε βάθος περίπου τεσσάρων ετών. Κατά συνέπεια, τονίζεται η ανάγκη επιτάχυνσης των διαδικασιών για το έργο του Εύρυτου, προκειμένου να αποφευχθεί η ανάγκη ενεργοποίησης των εναλλακτικών σεναρίων, όπως τα σχέδια αφαλάτωσης, τα οποία θεωρούνται ενεργειακά και οικονομικά πιο επιβαρυντικά.
Ο Χάρης Σαχίνης, διευθύνων σύμβουλος της ΕΥΔΑΠ, εξήγησε: «Οι πηγές αυτές εκτιμάται ότι θα προσφέρουν περίπου 150 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού ετησίως στο υδροδοτικό σύστημα. Ωστόσο, σήμερα οι συνολικές απώλειες ανέρχονται σε περίπου 250 εκατομμύρια κυβικά μέτρα τον χρόνο. Αυτό σημαίνει ότι, ακόμα και με τα πρόσθετα μέτρα, θα υπολείπονται περίπου 100 εκατομμύρια κυβικά ετησίως. Με βάση αυτό το έλλειμμα, θα υπάρχει επάρκεια για περίπου τέσσερα χρόνια. Συνεπώς, είναι κρίσιμο αυτό το διάστημα να εργαστούμε εντατικά ώστε να ολοκληρωθεί εγκαίρως το έργο του Εύρυτου, αποφεύγοντας την ενεργοποίηση των εναλλακτικών σεναρίων, όπως οι μονάδες αφαλάτωσης».
Τα εναλλακτικά σενάρια: Οι αφαλατώσεις ως plan B και C
Στο σενάριο που ο Εύρυτος καθυστερήσει, η ΕΥΔΑΠ ενεργοποιεί τα σχέδια Β και C, με τη δημιουργία μονάδων αφαλάτωσης στη Θίσβη, στη Νέα Πέραμο και στο Λαύριο. Οι μονάδες αυτές υπολογίζεται ότι θα προσφέρουν έως 35 εκατ. κυβικά ετησίως. Ωστόσο, το κόστος είναι υψηλό.
«Η αφαλάτωση δεν είναι φθηνή λύση», ανέφερε χαρακτηριστικά ο Χ. Σαχίνης. Όπως εξήγησε, το πρώτο ζήτημα αφορά το υψηλό αρχικό κόστος επένδυσης. Για κάθε κυβικό μέτρο που αντλείται ημερησίως μέσω αφαλάτωσης απαιτείται επενδυτικό κόστος της τάξης των 1.000 ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι για μια ημερήσια παραγωγή 100.000 κυβικών μέτρων –που αντιστοιχεί σε περίπου 35 εκατομμύρια κυβικά μέτρα ετησίως– απαιτείται συνολική επένδυση ύψους 100 εκατομμυρίων ευρώ. Αντιστοίχως, για να εξασφαλιστεί ποσότητα νερού ανάλογη αυτής που προσφέρει ο Βοιωτικός Κηφισός (περίπου 45 εκατομμύρια κυβικά μέτρα), η επένδυση μέσω αφαλάτωσης θα ανερχόταν σε περίπου 125 εκατομμύρια ευρώ.
Πέραν του επενδυτικού κόστους, ανέφερε ότι και το λειτουργικό κόστος είναι επίσης σημαντικό, καθώς απαιτούνται περίπου τρεις κιλοβατώρες ενέργειας για κάθε κυβικό μέτρο νερού που παράγεται. Το τελικό κόστος εξαρτάται από τις εκάστοτε τιμές ενέργειας. Ο σχεδιασμός της ΕΥΔΑΠ προβλέπει την προμήθεια modular μονάδων αφαλάτωσης, κινητών μονάδων δηλαδή, οι οποίες μπορούν να αξιοποιηθούν προσωρινά και να μεταφερθούν σε άλλες περιοχές, αν χρειαστεί, καθώς ο μακροπρόθεσμος στόχος παραμένει η υλοποίηση του έργου του Εύρυτου. Η χρήση των μονάδων αυτών προβλέπεται μόνο σε περίπτωση καθυστέρησης του έργου.
Μεσοπρόθεσμες παρεμβάσεις και έργα ανάκτησης
Σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, έχουν δρομολογηθεί έργα για τη μείωση των διαρροών από το 15% στο 11%, με το Δημόσιο να έχει διαθέσει ήδη 100 εκατομμύρια ευρώ, καθώς και έργα ανάκτησης νερού για άρδευση και βιομηχανική χρήση, κυρίως στην Ανατολική Αττική. Προχωρά επίσης η προετοιμασία της Ψυττάλειας 3, που προορίζεται να γίνει το μεγαλύτερο κέντρο επεξεργασίας λυμάτων στην Ευρώπη.
Τιμολογιακή πολιτική και προοπτικές αυξήσεων
Στην παρουσίαση της ΕΥΔΑΠ καταγράφεται χαρακτηριστικά ότι «προκύπτει η ανάγκη αναθεώρησης της τιμολογιακής πολιτικής του νερού με βάση την ανταποδοτική ανάκτηση κόστους». Ωστόσο, ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας δεν προχώρησε σε συγκεκριμένες αναφορές για ενδεχόμενες αναπροσαρμογές, παρότι ερωτήθηκε σχετικά. Όπως διευκρίνισε, τα ζητήματα τιμολόγησης εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της Ρυθμιστικής Αρχής Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων (ΡΑΑΕΥ), στο πλαίσιο της νέας κοστολογικής προσέγγισης που βρίσκεται υπό αξιολόγηση. Τόνισε, πάντως, ότι πάγια πρόθεση της ΕΥΔΑΠ είναι η διατήρηση του κόστους για τον καταναλωτή σε χαμηλά επίπεδα, με στόχο η εταιρεία να συνεχίσει να προσφέρει το φθηνότερο νερό στην Ευρώπη.
Οι συγχωνεύσεις
Παράλληλα με τις τεχνικές παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας, η κυβέρνηση και το υπουργείο Περιβάλλοντος παρουσίασαν και μια ευρεία μεταρρύθμιση στον τομέα της διαχείρισης υδάτων. Κεντρικό στοιχείο αυτής της στρατηγικής, όπως αναφέρουν, είναι η συγκρότηση δύο «ισχυρών πυλώνων», της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ, οι οποίοι αναμένεται να αναλάβουν συνολική ευθύνη όχι μόνο για την ύδρευση αλλά και για την άρδευση στις περιοχές ευθύνης τους.
Σύμφωνα με τον σχεδιασμό, προβλέπεται η υποχρεωτική απορρόφηση συνολικά 34 μικρών παρόχων ύδρευσης και αποχέτευσης από την ΕΥΔΑΠ στις περιοχές της Βοιωτίας, της Φωκίδας και της Εύβοιας, καθώς και 13 παρόχων από την ΕΥΑΘ, σε Θεσσαλονίκη και Χαλκιδική. Για πρώτη φορά, οι δύο οργανισμοί αποκτούν, όπως σημειώνεται, και αρμοδιότητες στην άρδευση, με στόχο, σύμφωνα με τις κυβερνητικές δηλώσεις, την ενοποιημένη διαχείριση των υδατικών πόρων.
Η παρέμβαση αυτή παρουσιάζεται ως το πρώτο βήμα προς την αναδιοργάνωση –ή, όπως το αποκαλούν κυβερνητικά στελέχη, το «νοικοκύρεμα»– ενός τοπίου που σήμερα χαρακτηρίζεται, όπως ισχυρίζονται, από θεσμικό και λειτουργικό κατακερματισμό, με περισσότερους από 750 παρόχους σε όλη τη χώρα. Για την υποστήριξη αυτής της πολιτικής, το υπουργείο προτείνει την αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας των ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ, επισημαίνοντας ότι πολλές από τις ισχύουσες διατάξεις παραμένουν αμετάβλητες από τη δεκαετία του 1980.
Οι αντιδράσεις
Σύμφωνα με το σχέδιο που παρουσιάστηκε, οι σήραγγες που θα μεταφέρουν το νερό σχεδιάζεται να κατασκευαστούν σε τέτοιο υψομετρικό επίπεδο, ώστε η λειτουργία τους να ενεργοποιείται μόνο κατά τις περιόδους αυξημένης απορροής, εξαιτίας έντονων βροχοπτώσεων. Η επιλογή αυτή, όπως αναφέρθηκε, διασφαλίζει ότι θα συλλέγεται αποκλειστικά το πλεονάζον υδατικό δυναμικό, χωρίς να επηρεάζεται η περιβαλλοντικά αναγκαία οικολογική παροχή των ποταμών, η οποία συνεχίζει να ρέει απρόσκοπτα στη φυσική τους κοίτη. Αυτή η διαβεβαίωση, ωστόσο, δεν φαίνεται να είναι αρκετή για να καθησυχάσει τις ανησυχίες της τοπικής κοινωνίας, με τον δήμο του Καρπενησίου να ισχυρίζεται ότι το σχέδιο έγινε ερήμην της τοπικής κοινωνίας.
Το σχέδιο της κυβέρνησης για τη μερική εκτροπή των ποταμών Καρπενησιώτη και Κρικελιώτη προς τον ταμιευτήρα του Εύηνου έχει προκαλέσει ήδη την αντίδραση του δήμου Καρπενησίου, στην περιοχή του οποίου βρίσκονται οι πηγές και η υδρολογική λεκάνη των δύο ποταμών: «Για τον δήμο Καρπενησίου, η συζήτηση αυτή δεν αποτελεί απλώς τεχνικό ή υδρολογικό ζήτημα αλλά βαθιά κοινωνική υπόθεση, καθώς οι ποταμοί Καρπενησιώτης και Κρικελιώτης αποτελούν πηγή ζωής, φυσικό κεφάλαιο και αναπόσπαστο τμήμα της ιστορίας και της ταυτότητας του τόπου μας. Οι ποταμοί έχουν καθορίσει τον χαρακτήρα της Ευρυτανίας επί αιώνες, έχουν διαμορφώσει το τοπίο και το μικροκλίμα, στηρίζουν τη βιοποικιλότητα, την κτηνοτροφία και τον ήπιο τουρισμό, ενώ αποτελούν σημείο αναφοράς για τους κατοίκους και τους επισκέπτες της περιοχής, γι’ αυτό και η ανακοίνωση ενός τέτοιου σχεδίου χωρίς προηγούμενη ενημέρωση και επιστημονική τεκμηρίωση, με τη συμμετοχή της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των επιστημονικών φορέων, προκαλεί εύλογη ανησυχία και αίσθημα αιφνιδιασμού», αναφέρει χαρακτηριστικά το ομόφωνο ψήφισμα που εξεδόθη την περασμένη Δευτέρα μετά από την έκτακτη συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίο που πραγματοποιήθηκε και είχε ως αποκλειστικό θέμα το σχέδιο «Εύρυτος».
Σύμφωνα με το ομόφωνο ψήφισμα, ο δήμος Καρπενησίου ζητά πλήρη ενημέρωση αναφορικά με το σχέδιο «Εύρυτος», καθώς και την άμεση έναρξη ενός ουσιαστικού, τεκμηριωμένου και συμμετοχικού διαλόγου ανάμεσα στην πολιτεία, την Τοπική Αυτοδιοίκηση, τους επιστημονικούς φορείς και τους πολίτες, με στόχο τη διαμόρφωση κοινών και βιώσιμων λύσεων που θα διασφαλίζουν την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος και την οικονομία του τόπου». Ο δήμαρχος Καρπενησίου κ. Χρήστος Κακαβάς σημείωσε στην τοποθέτηση του:
«Το θέμα δεν προσφέρεται για πολιτική εκμετάλλευση, πρέπει να είμαστε ενωμένοι, με ψυχραιμία και αποφασισμένοι. Αντιδράσαμε άμεσα με τη σύγκληση του δημοτικού συμβουλίου ώστε να δείξουμε τα αντανακλαστικά μας και να δώσουμε βήμα στην τοπική κοινωνία, στους φορείς και στους δημότες να τοποθετηθούν και να καταγραφούν οι παρατηρήσεις τους. Δεν είχαμε καμία ενημέρωση και κοιτάμε όλες τις οπτικές γωνίες του θέματος. Αντιλαμβανόμαστε την αγωνία να υδρευτεί ο μισός πληθυσμός της χώρας μας που έχουν πάρα πολλοί δημότες μας που μένουν στο Λεκανοπέδιο, αλλά, από την άλλη πλευρά, πρέπει να ληφθούν σοβαρά οι ανησυχίες μας, τα ερωτηματικά που υπάρχουν αναφορικά με το περιβάλλον, την οικονομία και τους φυσικούς πόρους που μέχρι στιγμής μάς δόθηκαν πλουσιοπάροχα, αλλά τα τελευταία χρόνια βλέπουμε, με το φαινόμενο της λειψυδρίας, ότι σιγά-σιγά φθίνουν και εδώ. Οι ορεινοί όγκοι δεν είναι αποθήκες φυσικών πόρων, θέλουν στήριξη από την κεντρική κυβέρνηση. Το ζήτημα επίσης έχει κοινωνικές διαστάσεις, αλλά είναι και θέμα σεβασμού προς τους δημότες, καθώς δεν μπορεί να λαμβάνονται αποφάσεις χωρίς καμία διαβούλευση με την τοπική κοινωνία. Ήδη έχουμε ζητήσει συνάντηση με το αρμόδιο υπουργείο και την ΕΥΔΑΠ για περαιτέρω ενημέρωση, η οποία μέχρι στιγμής είναι ελλιπέστατη».
Ο οδικός χάρτης έργων και μεταρρυθμιστικών αλλαγών που παρουσίασε η κυβέρνηση περιγράφει ένα πλαίσιο παρεμβάσεων με στόχο την αντιμετώπιση του οξυμένου προβλήματος της λειψυδρίας στην Αττική μέσα από μέτρα άμεσα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Την ίδια στιγμή, τίθενται προς εξέταση κρίσιμα ζητήματα που αφορούν τη βιωσιμότητα και την έγκαιρη υλοποίηση των έργων καθώς και τη διατήρηση της κοινωνικής ισορροπίας στην περίπτωση αναπροσαρμογών στην τιμολογιακή πολιτική του νερού. Στο πλαίσιο αυτό, ιδιαίτερη σημασία αποκτά η πολιτική διαβεβαίωση για τη διατήρηση του δημόσιου χαρακτήρα της ΕΥΔΑΠ. Όπως ανέφερε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, πρόκειται για μια εταιρεία που ανήκει κατά 51% στο ελληνικό Δημόσιο, «ώστε να εξασφαλίσουμε ότι η ΕΥΔΑΠ θα παραμείνει για πάντα μια κρατική εταιρεία».
Ωστόσο, όπως καταδεικνύει αντίδραση του δήμου Καρπενησίου, η επιτυχία αυτών των παρεμβάσεων εξαρτάται και από το κατά πόσο θα εξασφαλιστεί η ενεργή συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών στον σχεδιασμό και στην εφαρμογή τους.