ΣΤΙΣ 31 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2025, το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών υποδέχεται τον βραβευμένο Βρετανό αρχιμουσικό John Warner, σε μια συναυλία-μήνυμα αφιερωμένη στην τέχνη και το περιβάλλον. Το πρόγραμμα συνδυάζει δύο έργα-ορόσημα του ύστερου ρομαντισμού και της εξορίας: το «Κοντσέρτο για βιολί» του Erich Wolfgang Korngold και την «Πέμπτη Συμφωνία» του Gustav Mahler.
Πίσω από την μπαγκέτα, ο Warner –ιδρυτής της Orchestra for the Earth και πρόσφατος κάτοχος του Mahler Award– βλέπει τη μουσική ως πράξη σύνδεσης: με τους ανθρώπους, τη φύση και τον χρόνο. Μιλά στην Τζίνα Καρβουνάκη για το ντεμπούτο του στην Ελλάδα, την ερμηνευτική του φιλοσοφία και τη δύναμη της μουσικής να μεταμορφώνει τη συνείδηση.
— Αυτή θα είναι η πρώτη σας εμφάνιση ως μαέστρου στην Ελλάδα. Ποιες είναι οι σκέψεις σας γι’ αυτό το ντεμπούτο και ποιες οι προσδοκίες σας από το ελληνικό κοινό;
Δεν ξέρω τι να περιμένω· ωστόσο, νιώθω ειλικρινά ενθουσιασμένος. Σπούδασα αρχαία ελληνικά από τα δέκα έως τα δεκαοκτώ μου, κι όμως δεν έτυχε να επισκεφθώ ποτέ τη χώρα ως τώρα. Έρχομαι για πρώτη φορά ως μαέστρος και θα διευθύνω μια εξαιρετική ορχήστρα – θαυμάσιος συνδυασμός. Είναι επίσης τιμή που το ντεμπούτο αυτό συμπίπτει με την επέτειο της λήξης του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Το να συνομιλώ με τον Mahler και τον Korngold σε αυτό το πλαίσιο έχει ιδιαίτερη σημασία: ο Mahler έμοιαζε να διαισθάνεται την καταστροφή που πλησίαζε στην Ευρώπη, ενώ ο Korngold, εξαναγκασμένος σε εξορία, δημιούργησε μουσική μεγάλης ομορφιάς και νοσταλγίας.
Μου αρέσει να διαμορφώνω τη μουσική μαζί με άλλους, και πιστεύω ότι η ζωντανή εκτέλεση πρέπει πάντα να φέρει ένα στοιχείο κινδύνου – εκείνη την αίσθηση ότι ισορροπείς στα όρια, όπου μπορεί να συμβεί το οτιδήποτε. Αυτό είναι που κάνει τις συναυλίες συναρπαστικές.
— Η Ελλάδα διαθέτει μακρά μουσική παράδοση, από τη βυζαντινή ψαλμωδία έως τον Σκαλκώτα και τον Ξενάκη. Διακρίνετε συγγένειες ανάμεσα σε αυτή την παράδοση και τη δική σας ερμηνευτική προσέγγιση;
Η μουσική κληρονομιά της Ελλάδας εκτείνεται σε χιλιετίες. Από τα χρόνια των σπουδών μου με είχε συναρπάσει η μελέτη των αποσπασμάτων αρχαίας ελληνικής σημειογραφίας που έχουν διασωθεί – από τα αρχαιότερα στον κόσμο. Το να σκεφτεί κανείς ότι αυτά τα σύμβολα εξακολουθούν να μεταφέρουν μουσική μέσα από τη ροή τόσων αιώνων είναι εκπληκτικό. Σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, ο ελληνικός πολιτισμός ανέκαθεν αντιλαμβανόταν τη μουσική ως άρρηκτα δεμένη με τη φιλοσοφία, το ιερό στοιχείο και το κοινό βίωμα. Όταν κάποιος σκεφτεί τον Ξενάκη, ο οποίος ήταν συνθέτης και αρχιτέκτονας, συνειδητοποιεί πως ο ήχος και η δομή μπορούν να είναι δύο όψεις του ίδιου οράματος. Αυτή η αίσθηση της μουσικής ως τρόπου ζωής, όχι απλώς ως παράστασης, είναι κάτι που το νιώθω βαθιά οικείο.
— Το πρόγραμμα συνδυάζει το «Κοντσέρτο για βιολί» του Korngold με την «Πέμπτη Συμφωνία» του Mahler. Τι σας οδήγησε σε αυτή την επιλογή;
Ο συνδυασμός είναι συμβολικός. Ο Mahler, αν και πέθανε πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έγραψε μουσική που μοιάζει ανατριχιαστικά σαν να ανήκει σε εκείνη την εποχή. Ο Korngold, επίσης Εβραίος συνθέτης, έζησε τον πόλεμο, αλλά στην εξορία, έχοντας διαφύγει στην Αμερική. Το κοντσέρτο του, γραμμένο το 1945, φέρει απόηχους του Παλαιού Κόσμου, ιδωμένους από απόσταση. Τα δύο έργα προσφέρουν συμπληρωματικές οπτικές: το ένα προαισθανόμενο, το άλλο αναλογιζόμενο την καταστροφή. Οι δύο συνθέτες συναντώνται μέσω της Alma Mahler (συζύγου του συνθέτη), στην οποία αφιερώθηκε το κοντσέρτο του Korngold και η οποία ενέπνευσε το Adagietto της «Πέμπτης Συμφωνίας» του Mahler. Η δική της διαδρομή, σημαδεμένη από την εξορία και την επιβίωση, διαπερνά τη μουσική τους σαν απόηχος ενός κοινού πάθους για ζωή.
— Το κοντσέρτο του Korngold γεφυρώνει τη λυρική εκφραστικότητα του ύστερου ρομαντισμού με τον κινηματογραφικό λυρισμό. Πώς ισορροπείτε ανάμεσα στο συμφωνικό βάθος και τις οπερατικές ή κινηματογραφικές αποχρώσεις;
Είναι ένα εντυπωσιακά πρωτότυπο έργο, γραμμένο όταν η μεγάλη παράδοση των κοντσέρτων για βιολί θεωρούνταν ήδη ολοκληρωμένη. Στη δεκαετία του ’40 κάποιοι πίστευαν ότι η φόρμα είχε εξαντληθεί· κι όμως, ο Korngold δημιούργησε κάτι φρέσκο – λυρικό, συγκινητικό, στοχαστικό. Ναι, φέρει στοιχεία από την όπερα και τον κινηματογράφο, αλλά πάνω απ’ όλα διαμορφώνει έναν εντελώς δικό του χώρο. Δείχνει πως ακόμη και σε μια «κορεσμένη» παράδοση μπορεί να υπάρξει χώρος για κάτι μοναδικό.
— Η «Πέμπτη» του Mahler συχνά περιγράφεται ως ένα ταξίδι από το σκοτάδι στο φως. Ποιες ερμηνευτικές επιλογές τονίζετε ώστε να αποδώσετε αυτήν τη διαδρομή στο σημερινό κοινό;
Η συμφωνία συχνά ακούγεται ως πορεία προς τον θρίαμβο. Ο Mahler όμως σπάνια υπήρξε ξεκάθαρα αισιόδοξος. Αυτό που έχει σημασία δεν είναι μόνο πώς τελειώνει, αλλά όλα όσα συμβαίνουν στη διαδρομή: η εύθραυστη τρυφερότητα, το χιούμορ, η οικειότητα, η μεγαλοπρέπεια. Είναι εβδομήντα πέντε λεπτά μέσα στον κόσμο του Mahler, κι ο κάθε ακροατής εισπράττει κάτι διαφορετικό.

— Πολλοί μελετητές υπογραμμίζουν την αρχιτεκτονική πολυπλοκότητα των συμφωνιών του Mahler. Πώς διαχειρίζεστε, στη δική σας ανάγνωση της «Πέμπτης», τη διαλεκτική ανάμεσα στη δομική αυστηρότητα και τη συναισθηματική αμεσότητα;
Η «Πέμπτη» είναι εξαιρετικά περίπλοκη ως προς τη δομή της, και έχω αφιερώσει πολλές ώρες για να την κατανοήσω. Όμως, μόλις υπάρξει το κατάλληλο υπόβαθρο, η μουσική ρέει με αξιοθαύμαστη φυσικότητα. Είναι μια «μουσική των μουσικών»: άρτια δομημένη, αυτάρκης, αλλά ταυτόχρονα ανοιχτή στην ελευθερία και τη ζωντάνια. Στην εκτέλεση παύει να είναι διαχείριση πολυπλοκότητας και γίνεται βύθιση στη μουσική.
— Είστε ο ιδρυτής της Orchestra for the Earth, που συνδέει τη μουσική με την περιβαλλοντική ευαισθητοποίηση. Με ποιον τρόπο έχει διαμορφώσει αυτή η πρωτοβουλία την ταυτότητά σας ως μαέστρου;
Η Orchestra for the Earth με διαμόρφωσε, υπενθυμίζοντάς μου ότι η διεύθυνση δεν αφορά μόνο τον ήχο αλλά και τον σκοπό. Με δίδαξε να σκέφτομαι πώς οι συναυλίες μπορούν να συγκινήσουν τους ανθρώπους και ταυτόχρονα να τους παρακινήσουν να συλλογιστούν τον κόσμο στον οποίο ζούμε. Ο χρόνος που περνώ στη φύση είναι η πηγή της καθαρότερης έμπνευσής μου· κι αυτή η σύνδεση επιστρέφει κατευθείαν στον τρόπο με τον οποίο δημιουργώ μουσική.
— Θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για μια «ερμηνευτική της φύσης» στη μουσική, όπου η οικολογική συνείδηση γίνεται μέρος της ερμηνείας;
Ίσως όχι ακριβώς έτσι, αλλά ναι, η επίγνωσή μου για τη φύση αναπόφευκτα χρωματίζει τον τρόπο που ερμηνεύω τη μουσική. Όταν διευθύνω Mahler, για παράδειγμα, αισθάνομαι τον δεσμό του με τον φυσικό κόσμο ως αναπόσπαστο μέρος της ουσίας της μουσικής. Η φύση αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο της ανθρώπινης εμπειρίας και η μουσική είναι ένας από τους πιο ισχυρούς τρόπους με τους οποίους την εκφράζουμε.
— Πρόσφατα λάβατε το βραβείο Mahler. Ποια στοιχεία της ποιητικής του Mahler αντηχούν περισσότερο στη δική σας καλλιτεχνική ταυτότητα;
Ο Mahler είχε το χάρισμα να συλλαμβάνει το αίσθημα της φύσης στις πιο δυνατές της μορφές: τη σιωπή των βουνών, το απέραντο ενός έναστρου ουρανού, τους ήχους ποταμών και δασών. Σε αυτές τις στιγμές νιώθουμε περισσότερο άνθρωποι, αποκαθαρμένοι στο ουσιώδες. Ο Mahler μετέφρασε αυτό το βίωμα σε μουσική, και αυτό έγινε το θεμέλιο της κοσμοθεωρίας του. Γι’ αυτό η μουσική του φαίνεται ταυτόχρονα τεράστια και οικεία· κι αυτός είναι ο λόγος που αισθάνομαι τόσο κοντά του.
— Ως νέος μαέστρος, ποιες προκλήσεις αντιμετωπίζετε όταν παρουσιάζεστε σε νέες ορχήστρες και σε νέο κοινό;
Παλαιότερα ανησυχούσα περισσότερο γι’ αυτό. Ο πειρασμός είναι να παρουσιάζεις τον εαυτό σου ως πιο ώριμο ή πιο έμπειρο απ’ ό,τι είσαι, αλλά οι ορχήστρες το καταλαβαίνουν αμέσως. Αυτό που έχει σημασία είναι να είσαι ο εαυτός σου και να βάζεις τη μουσική στο κέντρο. Οι μουσικοί ανταποκρίνονται στον σεβασμό και στη συνεργασία. Αν προσέλθεις με σαφείς ιδέες, αλλά και δεκτικότητα στις δικές τους, η ηλικία παύει γρήγορα να έχει σημασία.

— Ποιοι μαέστροι ή στοχαστές του παρελθόντος έχουν επηρεάσει τη δική σας φιλοσοφία για την ερμηνεία;
Προσπαθώ να μην έχω «ήρωες», γιατί θέλω να αφήνω χώρο για τη δική μου προσωπικότητα. Ωστόσο, ο Carlos Kleiber είναι ακαταμάχητος: η μουσική έμοιαζε να ρέει από μέσα του φυσικά, σαν να ήταν η τεχνική και η έκφραση το ίδιο πράγμα. Ο Nikolaus Harnoncourt υπήρξε επίσης μεγάλη επιρροή – ακατάπαυστα πρωτότυπος, κάποιες φορές προκλητικός αλλά πάντα διεγερτικός. Με συναρπάζουν επίσης οι παλαιές ηχογραφήσεις, που δείχνουν πόσο ριζικά έχουν αλλάξει τα γούστα και οι ερμηνείες. Σε προσωπικό επίπεδο, η εμπειρία μου ως βοηθού του Daniel Harding υπήρξε καθοριστική, τόσο μουσικά όσο και ως μάθημα συνεργασίας με ορχήστρες του υψηλότερου επιπέδου. Πέρα από τη μουσική, αντλώ έμπνευση από τα ταξίδια, τη φύση και τους ανθρώπους· αυτά μου θυμίζουν ότι η μουσική δεν είναι κλειστό κύκλωμα αλλά μέρος του ευρύτερου ιστού της ζωής.
— Αν έπρεπε να περιγράψετε τη φιλοσοφία σας στη διεύθυνση με λίγες μόνο λέξεις, ποιες θα ήταν;
Συνεργασία, αυθορμητισμός και ρίσκο. Μου αρέσει να διαμορφώνω τη μουσική μαζί με άλλους, και πιστεύω ότι η ζωντανή εκτέλεση πρέπει πάντα να φέρει ένα στοιχείο κινδύνου – εκείνη την αίσθηση ότι ισορροπείς στα όρια, όπου μπορεί να συμβεί το οτιδήποτε. Αυτό είναι που κάνει τις συναυλίες συναρπαστικές. Πάνω απ’ όλα, διευθύνω γιατί αγαπώ να μοιράζομαι τη μουσική. Από τη στιγμή που την ανακάλυψα, θέλησα να πάρω κι άλλους μαζί μου σε αυτό το ταξίδι.
— Υπάρχουν έργα ή συνεργασίες στο άμεσο μέλλον που σας ενθουσιάζουν ιδιαίτερα;
Αμέσως μετά την Αθήνα κάνω το ντεμπούτο μου στη Berliner Philharmonie με τη Συμφωνική Ορχήστρα του Βερολίνου – είναι μια εμβληματική αίθουσα και μια ορχήστρα με την οποία απολαμβάνω να συνεργάζομαι. Με την Oxford Opera διευθύνω τον «Γάμο του Φίγκαρο» μαζί με το Instruments of Time and Truth, ένα από τα κορυφαία βρετανικά σύνολα με όργανα εποχής – κάτι που αντικατοπτρίζει το αυξανόμενο ενδιαφέρον μου για την ιστορική ερμηνεία. Και με την Orchestra for the Earth η επόμενη περιοδεία μας στις Άλπεις θα μας οδηγήσει στα τοπία όπου συνέθετε ο Mahler, συνδυάζοντας συναυλίες με εκπαιδευτικά προγράμματα και δράσεις προστασίας του περιβάλλοντος.

— Μετά από αυτή την πρώτη εμφάνιση στην Αθήνα, φαντάζεστε μελλοντικές συνεργασίες με ελληνικές ορχήστρες ή φεστιβάλ;
Ελπίζω πως ναι. Μετά από χρόνια σπουδών στη γλώσσα και τη λογοτεχνία αυτής της χώρας στο σχολείο, είναι δύσκολο να πιστέψω ότι αυτή είναι η πρώτη μου επίσκεψη. Υποψιάζομαι ότι θα ανυπομονώ να επιστρέψω μόλις φύγω. Η Ελλάδα έχει τέτοιο πλούτο μουσικής και πολιτισμού – θα ήταν χαρά μου να εργαστώ ξανά εδώ.
— Βλέπετε δυνατότητες δημιουργίας γεφυρών ανάμεσα στον περιβαλλοντικό ακτιβισμό, τη συμφωνική παράδοση και τις σύγχρονες συνθετικές φωνές;
Αναμφίβολα. Αυτή είναι η καρδιά της Orchestra for the Earth. Τα προγράμματά μας αποδεικνύουν πως η περιβαλλοντική συνείδηση και η κλασική μουσική δεν αποτελούν ξεχωριστά ζητήματα αλλά φυσικούς συμμάχους. Η συμφωνική παράδοση πάντοτε απορροφούσε σύγχρονες φωνές και καίρια ερωτήματα· και σήμερα η κλιματική κρίση είναι το πιο καίριο απ’ όλα. Μέσα από συνεργασίες με σύγχρονους συνθέτες, περιβαλλοντικούς φορείς και νέες γενιές ακροατών, ελπίζω να δημιουργήσουμε έργα που θα μιλούν τόσο για την κληρονομιά του παρελθόντος όσο και για τις ανάγκες του παρόντος.
*Η Τζίνα Καρβουνάκη είναι μεταφράστρια, event promoter και ιστορικός. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.
Δείτε περισσότερες πληροφορίες για τη συναυλία εδώ.