«Είναι κάτι περισσότερο από καταστροφή». Με αυτή τη φράση - αναφορά στην ειρωνική αντίδραση του Σάμιουελ Μπέκετ όταν έμαθε ότι είχε κερδίσει το Νόμπελ - ξεκίνησε η πρώτη συνέντευξη του Λάσλο Κρασναχορκάι, αμέσως μετά την ανακοίνωση της Σουηδικής Ακαδημίας ότι είναι ο φετινός Νομπελίστας Λογοτεχνίας.
Ο 70χρονος Ούγγρος συγγραφέας, ένας από τους σημαντικότερους σύγχρονους ευρωπαίους λογοτέχνες, μίλησε στην επίσημη ιστοσελίδα των Νόμπελ από τη Φρανκφούρτη, όπου βρίσκεται για να επισκεφθεί έναν άρρωστο φίλο του. Όπως αποκάλυψε, δεν είχε καμία προσδοκία για το βραβείο: «Δεν περίμενα αυτά τα φανταστικά νέα, οπότε δεν μπορώ να αλλάξω τα σχέδιά μου. Ίσως το βράδυ να πάμε για δείπνο με φίλους, με λίγο πόρτο και σαμπάνια».
Ο Κρασναχορκάι, γνωστός για τη στοχαστική και απαιτητική του γραφή, αφιέρωσε τη διάκριση στους αναγνώστες του. «Πρώτα απ’ όλα, ευχαριστώ τους αναγνώστες μου. Εύχομαι σε όλους να χρησιμοποιούν τη φαντασία τους και να διαβάζουν, γιατί το διάβασμα μάς εμπλουτίζει και μας δίνει δύναμη να επιβιώσουμε σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς».
Τόνισε ακόμη πως νιώθει ευγνωμοσύνη που με το Νόμπελ εντάσσεται στη μεγάλη παράδοση συγγραφέων και ποιητών που αγωνίστηκαν για τον λόγο, τη γλώσσα και τη μνήμη.
«Αυτό το βραβείο μου δίνει δύναμη να συνεχίσω να γράφω στη μητρική μου γλώσσα, αυτή τη μικρή γλώσσα, που είναι για μένα ένας τρόπος ύπαρξης».
Σε ερώτηση για το τι τον εμπνέει περισσότερο, ο Κρασναχορκάι απάντησε με απόλυτη ειλικρίνεια: «Η πικρία. Νιώθω βαθιά θλίψη όταν σκέφτομαι την τωρινή κατάσταση του κόσμου. Αυτή είναι η βαθύτερη έμπνευσή μου – και ίσως να εμπνεύσει και τις επόμενες γενιές στη λογοτεχνία. Ζούμε πολύ, πολύ σκοτεινούς καιρούς».
Η δήλωση αυτή συνοψίζει τη φιλοσοφία ενός συγγραφέα που έχει χτίσει το έργο του πάνω στη μελαγχολία, την παρακμή και τη μεταφυσική αγωνία του ανθρώπου.
Ο συγγραφέας των «Satantango» και «Η μελαγχολία της αντίστασης» είπε ακόμη ότι το γράψιμο παραμένει γι’ αυτόν μια μοναχική πράξη: «Η συγγραφή είναι απολύτως μοναχική δραστηριότητα. Δεν λέω σε κανέναν τι γράφω όσο είμαι μέσα στη διαδικασία».
Σήμερα, μοιράζει τον χρόνο του ανάμεσα στην Ουγγαρία, την Τεργέστη και τη Βιέννη, «πόλεις της παλιάς Αυστροουγγρικής Μοναρχίας», όπως σημείωσε ο ίδιος, υπαινισσόμενος τη διαχρονική του σχέση με τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και την ιστορική του ταυτότητα.
Παρά την παγκόσμια αναγνώριση, ο Λάσλο Κρασναχορκάι εξακολουθεί να βλέπει τον εαυτό του ως έναν παρατηρητή της παρακμής. Έναν συγγραφέα που μετατρέπει την απαισιοδοξία σε λογοτεχνία, και τη σιωπή σε πράξη αντίστασης.