Ξαναδιαβάζοντας το «Δεκαήμερο» του Βοκάκιου

Ξαναδιαβάζοντας το «Δεκαήμερο» του Βοκάκιου Facebook Twitter
Η ιστορία του Ναστάζιο ντέλι Ονέστι, μέρος III. Πίνακας του Σάντρο Μποτιτσέλι βασισμένος σε ιστορία από το Δεκαήμερο, 1483.
0

Κάτω από τον ήλιο που φωτίζει ειρωνικά τα εκτεθειμένα κορμιά στις πιο όμορφες περιοχές της Ιταλίας, αλλά και στο ελληνικό Άργος, ξεδιπλώνονται οι προφορικές ιστορίες που αφηγούνται αγόρια και κορίτσια για να ξεχάσουν τον θάνατο. Έχοντας αφήσει πίσω τους τη χτυπημένη από την πανώλη περιοχή της Φλωρεντίας, κλεισμένοι σε έναν ωραίο πύργο στα σύνορα της πόλης, μια παρέα νέοι και νέες εξιστορούν πραγματικά περιστατικά και ενσταντανέ, διάφορα παράδοξα και φάρσες από αυτές που επικρατούσαν στον Μεσαίωνα.

Η χαρά της ζωής, η αθωότητα, ο έρωτας σε όλες τις εκφάνσεις του, η ζωτική ορμή που μπορούσε να σαρώσει την αρρώστια, είναι τα βασικά χαρακτηριστικά που διέπουν τις όμορφες νουβέλες, όπως αποκαλούνται ‒άλλες πιο ρομαντικές, άλλες πιο πηγαίες, οι περισσότερες στραμμένες στο φως‒, οι οποίες κατανέμονται σε δέκα μέρες, γραμμένες ακριβώς τη στιγμή που η πόλη είχε χτυπηθεί ανεπανόρθωτα από την πανώλη το 1348, οπότε και αρχίζει και γράφεται το έργο.

Ο μαθητής του Πετράρχη και λάτρης του Δάντη Βοκάκιος δείχνει να θέλγεται από την αλήθεια και τον πόνο του κόσμου, ακόμα και του κάθε κατεργάρη, καθώς γνωρίζει ότι όλοι είναι ισότιμοι απέναντι στον θάνατο, την ερωτική έκσταση και τον πόνο. Όπως, άλλωστε, επισημαίνει και ο ίδιος: «Πολλοί καμώνονται πως ενδιαφέρονται για τη φήμη μου και διατείνονται πως σ' αυτό το στάδιο της ζωής μου θα 'ταν φρονιμότερο να μείνω στον Παρνασσό με συντροφιά τις Μούσες» ‒ αλλά εκείνος γίνεται ένα με αυτούς, για την ακρίβεια η ίδια τους η φωνή.

Η θανατηφόρα πανούκλα, που έχει περάσει τώρα πια, μα που η θύμησή της είναι τόσο θλιβερή για όσους έχουν δει ή έχουν πληροφορηθεί το ρήμαγμα που έχει κάνει ‒ αυτή είναι η προμετωπίδα του βιβλίου μου. Όμως δεν θα 'θελα η φρίκη να σας εμποδίσει να προχωρήσετε. Μη νομίζετε πως τούτο το ανάγνωσμα θα συνεχιστεί μέσα στα δάκρυα και τους στεναγμούς.


Περισσότερο, ωστόσο, από ερωτογραφήματα, όπως συνήθως περιγράφονται, τα αφηγήματα του Βοκάκιου είναι εξομολογήσεις πίστης και αθωότητας από έναν κόσμο που το μόνο που έχει ανάγκη είναι να ξεχάσει τον πόνο και να αφεθεί στο θεραπευτικό φως της Μεσογείου: συχνά οι περιγραφές του εμμένουν στα όμορφα τοπία της Φλωρεντίας ή της Λομβαρδίας ‒τι τραγική ειρωνεία!‒, στα ρωμαλέα νιάτα αλλά και στις γυναίκες, τις οποίες ο Βοκάκιος περιβάλλει, για πρώτη φορά, με τόση τρυφερότητα και αγάπη.

Και τους απευθύνεται μάλιστα άμεσα, κάτι σπάνιο έως αδύνατο στους μεσαιωνικούς χρόνους, καλώντας τες, με όπλο τη φαντασία τους, να αφήσουν πίσω την αρρώστια: «Κάθε φορά, χαριτωμένες αναγνώστριες, που στοχάζομαι πόσο ευαίσθητο, από την ίδια του τη φύση, είναι το φύλο σας, λέω μέσα μου πως τούτο το βιβλίο θα σας κάνει στην αρχή οδυνηρή εντύπωση. Η θανατηφόρα πανούκλα, που έχει περάσει τώρα πια, μα που η θύμησή της είναι τόσο θλιβερή για όσους έχουν δει ή έχουν πληροφορηθεί το ρήμαγμα που έχει κάνει ‒ αυτή είναι η προμετωπίδα του βιβλίου μου. Όμως δεν θα 'θελα η φρίκη να σας εμποδίσει να προχωρήσετε. Μη νομίζετε πως τούτο το ανάγνωσμα θα συνεχιστεί μέσα στα δάκρυα και τους στεναγμούς. Ο βραχνάς της αρχής; Φανταστείτε ένα βουνό που οι κακοτράχαλες πλαγιές του ορθώνονται μπροστά στους ταξιδιώτες, μα εκεί πλάι απλώνεται ένας κάμπος, που η ομορφιά του θέλγει και μαγεύει τόσο περισσότερο, όσο δυσκολότερο ήταν το σκαρφάλωμα και το κατηφόρισμα. Αν η θλίψη γειτονεύει με την ευθυμία, οι συμφορές σκορπούν σαν έρχεται η χαρά».


Από αυτές τις αφηγήσεις που έχουν πρωταγωνιστές εκφραστές όλων των τάξεων ‒από τον δήθεν μουγγό Μαζέτο που τον ποθούν όλες οι καλόγριες έως τον φτωχό ιπποκόμο, ο οποίος ερωτεύεται παράφορα τη βασίλισσα‒, άλλες ξεχωρίζουν για το ιδιαίτερο ταμπεραμέντο τους και άλλες, οι περισσότερες μάλλον, για το θετικό, δοξαστικό τους κλέος, όπως η ρομαντική ιστορία του ιππότη στην Μπολόνια της Λομβαρδίας, ο οποίος ανασταίνει την αγαπημένη του, παρότι γνωρίζει πως εκείνη κυοφορεί και τελικά γεννάει το παιδί ενός άλλου ‒ ιδού ένα πανέμορφο μήνυμα του θανάτου που συντρίβεται από την ίδια τη δύναμη του ανθρώπου.


Αλλά πόσο όμορφη είναι και η ιστορία του ιππότη Φεντερίγκο ντέλι Αλμπερίγκι με το γεράκι, ο οποίος βιώνει έναν ανέλπιστο έρωτα για τη χήρα ντόνα Τζοβάνα. Όταν κάποια στιγμή το παιδί αρρωσταίνει ζητάει από τη μητέρα του να του φέρει το αγαπημένο γεράκι του ιππότη και τότε εκείνη αποφασίζει να πάει στο σπίτι του χρεοκοπημένου πλην όμως τίμιου ευγενούς άνδρα για να το ζητήσει.

Ιδού πώς αφηγείται την ιστορία ο Βοκάκιος («Ιστορίες από το Δεκαήμερον», μτφρ. Κοσμάς Πολίτης, εκδόσεις Γράμματα):


«Αν και βρισκόταν σε έσχατη φτώχεια, ο Φεντερίγκο ντέλι Αλμπερίγκι δεν είχε αντιληφθεί ακόμα σε τι ένδεια τον είχε καταντήσει η ασυλλόγιστη σπατάλη της περιουσίας του. Μα εκείνο το πρωινό, μη βρίσκοντας τίποτα για να τιμήσει την κυρά, για την αγάπη της οποίας είχε τιμήσει τόσους αγνώστους, το 'νιωσε απόλυτα. Του ερχόταν τρέλα απ' την απελπισία του: καταριόταν τη μοίρα του, έψαξε παντού, μα ούτε λεφτά έβρισκε ούτε τίποτα να ενεχυριάσει: η ώρα περνούσε, έπρεπε να βιαστεί, ποθούσε να περιποιηθεί τη σπουδαία κυρά, μα δεν ήθελε να ζητήσει τίποτε από κανέναν, ούτε καν απ' τον σκαφτιά που δούλευε στο κτήμα του ‒ και τότε έπεσε η ματιά του πάνω στο καλό του το γεράκι, μέσα απ' τα κάγκελα του κλουβιού του. Μην έχοντας τίποτε άλλο στη διάθεσή του, το πήρε στο χέρι του και το βρήκε παχουλό, αντάξια λιχουδιά για μια τόσο μεγάλη κυρά. Δίχως να σκεφτεί περισσότερο, του έστριψε τον λαιμό και το έδωσε στην υπηρέτρια να το μαδήσει και να το ετοιμάσει βιαστικά, κι ύστερα να το ψήσει στη σούβλα. Έστρωσαν το τραπέζι ‒βρισκόταν ακόμα ένα από εκείνα τα κατάλευκα τραπεζομάντιλα‒ και ο Φεντερίγκο, με το πρόσωπο γαληνεμένο, γύρισε στον κήπο, κοντά στην κυρά, και της ανάγγειλε πως το φαγητό ήταν έτοιμο. Η κυρά και η φίλη της σηκώθηκαν και κάθισαν στο τραπέζι. Ο Φεντερίγκο τις σέρβιρε με τη μεγαλύτερη ευγένεια και προθυμία, κι έφαγαν μαζί του, δίχως να ξέρουν τι ήταν το καλό γεράκι.

Ξαναδιαβάζοντας το «Δεκαήμερο» του Βοκάκιου Facebook Twitter
Πόσο όμορφη είναι και η ιστορία του ιππότη Φεντερίγκο ντέλι Αλμπερίγκι με το γεράκι, ο οποίος βιώνει έναν ανέλπιστο έρωτα για τη χήρα ντόνα Τζοβάνα.


Αφού τελείωσε το φαγητό, οι κυράδες έμειναν μαζί του κουβεντιάζοντας και τότε η Τζοβάνα, κρίνοντας πως ήταν πια ώρα να πει τον για ποιον λόγο είχε έρθει, άρχισε να του λέει χαμογελαστά: "Φεντερίγκο, αν βάλεις στον νου σου την περασμένη σου ζωή και την αδιάλλακτη τιμιότητά μου, που ασφαλώς την έκρινες άπονη και σκληρή, θα παραξενευτείς, νομίζω, για τις αξιώσεις μου, όταν θα μάθεις ποιος είναι ο κύριος λόγος που ήρθα. Αν είχες παιδιά, θα καταλάβαινες πόσο δυνατή είναι η αγάπη μας γι' αυτά και είμαι βέβαιη πως θα με δικαίωνες κατά έναν λόγο. Εσύ δεν έχεις παιδιά, μα εγώ έχω έναν γιο και δεν μπορώ να ξεφύγω από τους νόμους που είναι κοινοί για όλες τις μητέρες. Για να υποταχθώ σ' αυτούς, πρέπει να παραβλέψω και ευχαρίστηση και καθωσπρεπιά και καθήκον. Έρχομαι να σου ζητήσω κάτι που ξέρω πως σου είναι περισσότερο αγαπητό από καθετί άλλο. Κι έχεις δίκιο, γιατί η σκληρή μοίρα δεν σου άφησε άλλη ευχαρίστηση, άλλη χαρά, άλλη παρηγοριά. Αυτό που ζητώ είναι το γεράκι σου: ο γιος μου έχει τόσο ενθουσιαστεί μαζί του, που αν με δει να γυρίζω με άδεια χέρια, μπορεί να χειροτερέψει η κατάστασή του, με κίνδυνο να 'χει μοιραία έκβαση. Θα επικαλεστώ, λοιπόν, όχι τον έρωτά σου για μένα, επειδή τίποτα δεν σε υποχρεώνει, αλλά τα ευγενικά σου αισθήματα, που κανένας δεν μπορούσε να συναγωνιστεί, και να σε παρακαλέσω να μου κάνεις αυτό το δώρο, κι έτσι μπορώ να πως πως έσωσα τη ζωή του παιδιού μου, κι εκείνο να σου είναι για πάντα υποχρεωμένο".

Σαν άκουσε ο Φεντερίγκο τι ζητούσε η κυρά, και ξέροντας πως δεν μπορούσε να της το δώσει αφού είχαν φάει το γεράκι, άρχισε να κλαίει μπροστά της, δίχως να μπορεί να απαντήσει ούτε μια λέξη. Εκείνη φαντάστηκε στην αρχή πως τα δάκρυά του εκφράζανε πριν απ' όλα τη λύπη του που θα αποχωριζόταν το γεράκι του κι ετοιμαζόταν να του πει πως δεν το ήθελε. Αλλά κρατήθηκε και περίμενε ν' ακούσει, μετά τα δάκρυα, την απάντηση του Φεντερίγκο. Κι εκείνος της είπε:


"Ντόνα, από τότε που Θεός θέλησε να με κάνει λάτρη σας, η τύχη μού στάθηκε εχθρική σε πολλά σημεία και το 'χα παράπονο. Μα όλα αυτά δεν θα ήταν τίποτα σε σύγκριση με τον σημερινό της κατατρεγμό που θα με κάνει να μη φιλιωθώ ποτέ μαζί της, όσο συλλογιέμαι πως ήρθατε σ' αυτό το φτωχικό μου σπίτι, ενώ δεν είχατε καταδεχτεί να 'ρθετε τον καιρό που ήμουν πλούσιος. Όσο συλλογιέμαι πως θέλατε ένα τόσο τιποτένιο δώρο και πως εξαιτίας της αναποδιάς της μοίρας δεν μπορώ να σας ικανοποιήσω! Και για ποιον λόγο δεν μπορώ, θα σας το πω με συντομία. Σαν άκουσα ‒και να 'στε ευλογημένοι γι' αυτό‒ πως θέλετε να μοιραστείτε μαζί μου το φαγητό μου, πήρα υπόψη μου τη θέση σας και την αξία σας και θεώρησα σωστό να σας τιμήσω ανάλογα με τις δυνατότητές μου, προσφέροντάς σας ένα καλύτερο φαγητό απ' ό,τι θα μπορούσαν γενικά οι άλλοι. Σκέφτηκα το γεράκι που μου ζητάτε τώρα, και το τρυφερό του κρέας θεώρησα πως ήταν ένα φαγητό αντάξιό σας και το φάγατε ψητό και τεμαχισμένο, όπως το ετοίμασα, όσο καλύτερα μπορούσα. Μα τώρα βλέπω πως το θέλατε διαφορετικά. Και θλίβομαι τόσο πολύ, μην μπορώντας να σας το προσφέρω, που δεν θα παρηγορηθώ ποτέ".


Με αυτά τα λόγια και σαν απόδειξη για όσα είπε, πρόσταξε κι έριξαν μπροστά στα πόδια της κυράς τα φτερά, τα πόδια και το ράμφος του γερακιού.


Ύστερα απ' όσα είδε και άκουσε, η Τζοβάνα άρχισε να τον μαλώνει που είχε σκοτώσει, για το γεύμα της γυναίκας, το απαράμιλλο γεράκι του. Ύστερα, σκέφτηκε αυτήν τη μεγαλοψυχία που η φτώχεια δεν είχε μπορέσει να εξουδετερώσει. Τέλος, μια κι είχε χάσει κάθε ελπίδα ν αποκτήσει το γεράκι και γεμάτη αγωνία για τη θεραπεία του παιδιού, έφυγε με βαριά καρδιά για να γυρίσει κοντά στον γιο της. Είτε από τη λύπη του που δεν μπόρεσε να 'χει το γεράκι είτε ήταν η μοιραία έκβαση της αρρώστιας του, δεν πέρασαν πολλές μέρες και το παιδί, αφήνοντας μιαν απαρηγόρητη μητέρα, έφυγε από τούτο τον κόσμο.


Την Τζοβάνα κάμποσο καιρό την έπνιξαν τα δάκρυα και η απελπισία, αλλά τα αδέλφια της, βλέποντας πως ήταν πολύ πλούσια και νέα ακόμα και παρότι εκείνη αρνιόταν, δεν σταματούσαν να την πιέζουν. Τότε της ήρθε στον νου η ηθική αξία του Φεντερίγκο, η τελευταία γενναιοδωρία του, όταν σκότωσε το γεράκι για να τη δεχτεί με τιμή, και είπε στα αδέλφια της:


"Αν ήταν με την ευχαρίστησή σας, θα 'μενα πρόθυμα όπως είμαι. Αλλά αν θέλετε να παντρευτώ, δεν θα πάρω άλλον από τον Φεντερίγκο ντέλι Αλμπερίγκι".


Τα αδέλφια της την κορόιδεψαν:


"Μπας και τρελάθηκες; Δεν είσαι στα καλά σου, για να θες έναν άνθρωπο που δεν έχει πεντάρα τσακιστή".


"Αδέλφια μου", τους αποκρίθηκε, "το ξέρω πως είναι όπως το λέτε. Αλλά προτιμώ έναν άνθρωπο που έχει ανάγκη από πλούτη, παρά πλούτη που έχουν ανάγκη από έναν άνθρωπο".


Τα αδέλφια κατάλαβαν τη σκέψη της Τζοβάνας και ξέροντας πως ο ιππότης, μ' όλη τη φτώχεια του ήταν ένας άνθρωπος αξίας, συμμορφώθηκαν με την επιθυμία της και την έδωσαν στον Φεντερίγκο μαζί με όλα της τα πλούτη. Έτσι, ο Φεντερίγκο παντρεύτηκε με τη γυναίκα που είχε παράφορα αγαπήσει, χώρια που έγινε πολύ πλούσιος, διαχειρίστηκε την περιουσία του καλύτερα από πρωτύτερα και έζησε ευτυχισμένος με τη γυναίκα του ίσαμε το τέλος της ζωής του».

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το «προπατορικό αμάρτημα» του Τζο Μπάιντεν

Βιβλίο / Ποιο ήταν το θανάσιμο σφάλμα του Τζο Μπάιντεν;

Ένα νέο βιβλίο για τον πρώην Πρόεδρο αποτελεί καταπέλτη τόσο για τον ίδιο όσο και για τη δουλοπρεπή κλίκα πιστών και μελών της οικογένειάς του, που έκαναν το παν για να συγκαλύψουν τον ραγδαίο εκφυλισμό της γνωστικής του ικανότητας.
THE LIFO TEAM
ΕΠΕΞ Συγγραφείς/ Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου / 8 Έλληνες συγγραφείς ξαναγράφουν τους μύθους και τις παραδόσεις

Η Λυσιστράτη ερμηνεύει τις ερωτικές σχέσεις του σήμερα, η Ιφιγένεια διαλογίζεται στην παραλία και μια Τρωαδίτισσα δούλα γίνεται πρωταγωνίστρια: 8 σύγχρονοι δημιουργοί, που συμμετέχουν με τα έργα τους στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου, συνομιλούν με τα αρχαία κείμενα και συνδέουν το παρελθόν με επίκαιρα ζητήματα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζούντιθ Μπάτλερ: «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Τζούντιθ Μπάτλερ / «Θέλουμε να ζήσουμε με ανοιχτή ή με κλειστή καρδιά;»

Μια κορυφαία προσωπικότητα της σύγχρονης παγκόσμιας διανόησης μιλά στη LiFO για τo «φάντασμα» της λεγόμενης ιδεολογίας του φύλου, για το όραμα μιας «ανοιχτόκαρδης κοινωνίας» και για τις εμπειρίες ζωής που της έμαθαν να είναι «ένας άνθρωπος ταπεινός και ταυτόχρονα θαρραλέος».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ντίνος Κονόμος

Βιβλίο / «Ο κύριος διευθυντής (καλό κουμάσι) έχει αποφασίσει την εξόντωσή μου…»

Ο Ντίνος Κονόμος, λόγιος, ιστοριοδίφης και συγγραφέας, υπήρξε συνεχιστής της ζακυνθινής πνευματικής παράδοσης στον 20ό αιώνα. Ο συγγραφέας Φίλιππος Δ. Δρακονταειδής παρουσιάζει έργα και ημέρες ενός ανθρώπου που «δεν ήταν του κόσμου τούτου».
ΦΙΛΙΠΠΟΣ Δ. ΔΡΑΚΟΝΤΑΕΙΔΗΣ
Η ζωή του Καζαντζάκη σε graphic novel από τον Αλέν Γκλικός

Βιβλίο / Ο Νίκος Καζαντζάκης όπως δεν τον είχαμε ξαναδεί σε ένα νέο graphic novel

Ο ελληνικής καταγωγής Γάλλος συγγραφέας Αλέν Γκλικός καταγράφει την πορεία του Έλληνα στοχαστή στο graphic novel «Καζαντζάκης», όπου ο περιπετειώδης και αντιφατικός φιλόσοφος και μυθιστοριογράφος ψυχαναλύεται για πρώτη φορά και συστήνεται εκ νέου στο ελληνικό κοινό.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πετρίτης»: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ηχητικά Άρθρα / Πετρίτης: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ο Τζoν Άλεκ Μπέικερ αφιέρωσε δέκα χρόνια από τη ζωή του στην παρατήρηση ενός πετρίτη και έγραψε ένα από τα πιο ιδιαίτερα βιβλία της αγγλικής λογοτεχνίας – μια από τις σημαντικότερες καταγραφές της άγριας ζωής που κινδυνεύει να χαθεί για πάντα. Κυκλοφόρησε το 1967 αλλά μόλις τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια οι κριτικοί και το κοινό το ανακάλυψαν ξανά.
M. HULOT
Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Ας μην αφήνουμε τον Θεό στους πιστούς» 

Βιβλίο / Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Αν αξίζει ένα πράγμα στη ζωή, αυτό είναι η ομορφιά»

Εν όψει της εμφάνισής του στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, στις 21 Μαΐου, ο Λατινοαμερικανός συγγραφέας-φαινόμενο Μπενχαμίν Λαμπατούτ μιλά στη LiFO για τον ρόλο της τρέλας στη συγγραφή, τη σχέση επιστήμης και λογοτεχνίας και το μεγαλείο της ήττας – και δηλώνει ακόμα φανατικός κηπουρός και εραστής της φύσης.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Το πίσω ράφι/ Άντονι Μπέρτζες: «Έρνεστ Χέμινγουεϊ»

Το Πίσω Ράφι / Ο Χέμινγουεϊ ήταν ένας φωνακλάς νταής αλλά κι ένας σπουδαίος συγγραφέας του 20ού αιώνα

Η βιογραφία «Έρνεστ Χέμινγουεϊ - Μια ζωή σαν μυθοπλασία» του Βρετανού συγγραφέα Άντονι Μπέρτζες αποτυπώνει όχι μόνο την έντονη και περιπετειώδη ζωή του κορυφαίου Αμερικανού ομοτέχνου του αλλά και όλο το εύρος της αντιφατικής προσωπικότητάς του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
21η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης

Βιβλίο / 21η ΔΕΒΘ: Εξωστρέφεια και καλύτερη οργάνωση αλλά μένουν ακόμα πολλά να γίνουν

Απολογισμός της 21ης ΔΕΒΘ που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά υπό την αιγίδα του νεοσύστατου ΕΛΙΒΙΠ. Σε ποιο βαθμό πέτυχε τους στόχους της και ποια στοιχήματα μένει ακόμα να κερδίσει;
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Η ποίηση όχι μόνο αλλάζει τον κόσμο, τον δημιουργεί» ​​​​​​/Μια νέα ανθολογία ελληνικής queer ποίησης μόλις κυκλοφόρησε στα ισπανικά /11 Έλληνες ποιητές σε μια νέα ισπανική queer ανθολογία /Queer ελληνική ποίηση σε μια νέα δίγλωσση ισπανική ανθολογία

Βιβλίο / Μια Ισπανίδα καθηγήτρια μεταφράζει ελληνική queer ποίηση

Η María López Villalba, καθηγήτρια Νέων Ελληνικών στο Πανεπιστήμιο της Μάλαγα, μετέφρασε 11 ελληνικά ποιήματα, σε μια πρόσφατη ανθολογία που προσφέρει στο ισπανόφωνο κοινό την ευκαιρία να γνωρίσει τη σύγχρονη ελληνική queer –και όχι μόνο– ποίηση.
M. HULOT
«Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Βιντσέντζο Λατρόνικο / «Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Ο Ιταλός συγγραφέας και υποψήφιος για το βραβείο Booker, Βιντσέντζο Λατρόνικο, μιλά στη LIFO για το πολυσυζητημένο βιβλίο του «Τελειότητα», στο οποίο αποτυπώνει την αψεγάδιαστη αλλά ψεύτικη ζωή μιας ολόκληρης γενιάς ψηφιακών νομάδων στην Ευρώπη, καθώς και τη μάταιη αναζήτηση της ευτυχίας στην ψηφιακή εποχή.
M. HULOT
Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Ηχητικά Άρθρα / Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Το όνομά της έχει συνδεθεί με την εικόνα μιας αδίστακτης, σεξουαλικά ακόρεστης και επικίνδυνης γυναίκας. Ένα νέο βιβλίο, όμως, έρχεται να αμφισβητήσει αυτή τη στερεοτυπική αφήγηση και να φωτίσει μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Rene Karabash

Βιβλίο / Rene Karabash: «Θέλω πίσω τη γυναικεία δύναμη που μου στέρησαν οι άνδρες»

Η Βουλγάρα συγγραφέας Rene Karabash μιλά για το μυθιστόρημά της «Ορκισμένη», που τιμήθηκε με το βραβείο Ελίας Κανέτι, και στο οποίο εστιάζει στην ιστορία των «ορκισμένων παρθένων» γυναικών των Βαλκανίων που επέλεξαν να ζήσουν ως άνδρες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δυο γυναίκες συγγραφείς αποκαλύπτουν τα κρυφά μυστικά της γραφής

Βιβλίο / Όλες οι γυναίκες του κόσμου στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου

Στο «Μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», η μητρότητα γίνεται ο συνδετικός κρίκος που ενώνει όλες τις μητέρες και όλες τις κόρες με τις γυναίκες της Ιστορίας που θαυμάσαμε, αλλά και τις ανώνυμες «Παναγίες» που κράτησαν στους ώμους τους τα βάρη της ανθρωπότητας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ