98' με την Τζένη Μαστοράκη

98' με την Τζένη Μαστοράκη Facebook Twitter
Φωτ.: Πάνος Μιχαήλ/ LiFO
0

ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΝΑ ΣΗΜΕΙΟ στο σώμα μας, κοντά στην κοιλιά, στο λεγόμενο διάφραγμα, όπου οι αρχαίοι πίστευαν ότι ήταν το κέντρο του θυμικού. Ο Όμηρος το έλεγε «πραπίδες» και μέσα από αυτό εξηγούσε το τσαγανό και το σθένος των ανθρώπων που τολμούν και πάνε κόντρα στο ρεύμα – μια τέτοια περίπτωση είναι ο Χόλντεν Κώλφηλντ, αυτό το αιώνιο σύμβολο της εφηβείας, της επανάστασης και του αντικομφορμισμού που δεν συμβιβάστηκε ούτε με το περιβάλλον του, ούτε με την εποχή του. Μια άλλη αντίστοιχη περίπτωση είναι η μεταφράστρια και ποιήτρια Τζένη Μαστοράκη: γιατί, σίγουρα, θέλει μεγάλη τόλμη να λατρεύεις οτιδήποτε αμερικανικό, όταν όλοι οι συνομήλικοί σου σηκώνουν κόκκινες παντιέρες και τραγουδάνε επαναστατικά άσματα, όπως θέλει ακόμα μεγαλύτερο σθένος να μετατρέψεις τον τίτλο που εσύ πρωτοαπέδωσες ως Ο φύλακας στη Σίκαλη του Ντ.Τζ. Σάλιντζερ σε Στη σίκαλη, στα στάχια, ο πιάστης.

Η ίδια, με έναν καφέ στο χέρι, κάπου στη μέση της Φωκίωνος Νέγρη, ένα γλυκό απόγευμα με τον ήλιο να αφήνει πίσω του ένα κατακόκκινο χρώμα και τις κυρίες δίπλα μας με τα ροζ μαλλιά να διαβάζουν τόμους από εγκυκλοπαίδειες πίνοντας κονιάκ, βάλθηκε να μου εξηγήσει τι σημαίνει να τα βάζεις με ένα κείμενο που σήμερα θεωρείται κλασικό. Στην κουβέντα της ξεχειλίζει από λέξεις, εξηγήσεις και αγάπη, σε σημείο που δεν ξέρεις τι να πρωτοσυγκρατήσεις: τις ρυθμικές της παύσεις ή το ζεστό της βλέμμα. Αυτό για το οποίο καταρχάς αναρωτιέμαι είναι πώς αλήθεια πρωτοήρθε σε επαφή, την πολύπαθη δεκαετία του '70, με ένα κείμενο ενός άγνωστου στην Ελλάδα συγγραφέα, που μιλάει για τη Νέα Υόρκη, αναφέρεται σε όρους μπέιζμπολ και περιγράφει τις εσωτερικές σκέψεις που θα έκανε ένα αγόρι στο μακρινό Μανχάταν. Γιατί, αλήθεια, ο Σάλιντζερ, γιατί ο Catcher και πώς έπεσε σε εκείνη ο κλήρος να το μεταφράσει; «Ήταν καλοκαίρι του '68 όταν έτυχε να χαζεύουμε παρέα με τον φίλο μου τον Νίκο –πού λεφτά για ξενόγλωσσα βιβλία τότε– στο πατάρι του παλιού Ελευθερουδάκη ένα ασημί βιβλίο ενός συγγραφέα που ούτε είχα ξανακούσει. Επειδή είχε τύχει να μου συστήσει κι άλλα βιβλία που μου άρεσαν, τον εμπιστεύτηκα και το πήρα. Το ίδιο κιόλας βράδυ είχα πάθει τη ζημιά. Φαντάσου μια νύχτα, τρεις μόλις μήνες μετά τον παρισινό Μάη, μέσα στη χούντα, εγώ να παρατάω τα πάντα, διαβάσματα και αντιπαραθέσεις, να ξεχνάω ακόμα και το ελληνικό καλοκαίρι και να σκέφτομαι τον Χόλντεν στο Σέντραλ Παρκ καταχείμωνο. Λίγο πριν ξημερώσει και μόλις το τελείωσα είχα καταλάβει και τον τίτλο».

98' με την Τζένη Μαστοράκη Facebook Twitter
Φωτ.: Πάνος Μιχαήλ/ LiFO

Ωστόσο, η 19χρονη μόλις τότε Τζένη Μαστοράκη ούτε καν είχε σκεφτεί –πώς άλλωστε;– να το μεταφράσει, αλλά έκτοτε ο Σάλιντζερ έγινε εμμονή. Κάποια στιγμή, λίγα χρόνια αργότερα, που συζητούσε με τον Γιώργο Βαμβαλή για αγαπημένα αναγνώσματα και λατρεμένους συγγραφείς, επέμενε –όπως το κάνει ακόμη και σήμερα– ότι το αγαπημένο της βιβλιαράκι ήταν ο Catcher. Ο Βαμβαλής των εκδόσεων Επίκουρος της πρότεινε πάραυτα να το μεταφράσει και το βιβλίο έγινε, από την 28χρονη τότε Τζένη Μαστοράκη, ο περίφημος Φύλακας στη Σίκαλη. Ο τίτλος ήταν, κατά κάποιον τρόπο, λύση αναγκαστική, αφού ο «μακαρίτης δεν επέτρεπε παρεκβάσεις από τον πρωτότυπο, αλλά ήταν και η μόνη απόδοση που θα μπορούσε να είναι κατανοητή σε έναν λαό που τη δεκαετία του '70 δεν ήξερε καν τι είναι το μπέιζμπολ». Σήμερα, όμως, τι την έκανε να αλλάξει έναν τίτλο που θεωρείται πλέον κλασικός; Τη ρωτάω αν επηρεάστηκε από την απόδοση του ποιήματος του Ρόμπερτ Μπερνς που παραθέτει ο ίδιος ο Χόλντεν στο βιβλίο. «Ήθελα έναν κυριολεκτικό catcher πια – όπως τον ήθελε και ο Σάλιντζερ. Και, ναι, στον τίτλο χρειάστηκα τον πιάστη μέσα στο ποίημα. Τον έβαλα, λοιπόν, σ' έναν σπασμένο δεκαπεντασύλλαβο από το "gin a body meet a body / comin thro' the rye", όπου "a body" σημαίνει "κάποιος", αλλά προτίμησα το κυριολεκτικό "κορμί", γιατί το ποίημα (κι ας έγινε παιδικό τραγούδι) μιλάει για κρυφές ερωτικές συναντήσεις στα χωράφια. Τα στάχια τα πρόσθεσα γιατί η "σίκαλη", σκέτη, δεν είχε ούτε μια εικόνα. Φοβήθηκα πολύ τα τέσσερα "στ". Ύστερα, λίγο-λίγο, τα συνήθισα».

σικαληΤης λέω ότι κάποιος φίλος, χωρίς να ξέρει ότι ο τίτλος αφορά ποίημα, είχε ενθουσιαστεί με το ρυθμικό άκουσμα και την ποιητικότητά του. Κάποιος άλλος, ωστόσο, απόρησε πώς η ίδια κατάφερε να ξαναδουλέψει –και μάλιστα από την αρχή– ένα βιβλίο που είχε μεταφράσει τόσα χρόνια πριν, αφού, ως γνωστόν, οι καλοί συγγραφείς και οι μεταφραστές σπάνια επιστρέφουν στα έργα που έχουν περατώσει. «Η αλήθεια είναι ότι ξαναγυρίζω σε παλιές μου μεταφράσεις όποτε χρειαστεί, αλλά χωρίς να το δηλώνω» – αν και, όντως, κι εκείνη δύσκολα ξαναδιαβάζει ολοκληρωμένα της έργα. «Εδώ η επιστροφή δημοσιοποιήθηκε αναγκαστικά από το 2010, με τον θάνατο του Σάλιντζερ. Δεν γινότανε αλλιώς. Και ξαναγύρισα γιατί χρωστούσα στον Χόλντεν. Εγώ μεγάλωνα και μιλούσα ολοένα και πιο καινούργια ελληνικά, ωστόσο αυτός έμενε πίσω, στη δεκαετία του '70, και τα ελληνικά του πάλιωναν. Αλλά και πάλι, ο καινούργιος Χόλντεν δεν μιλάει όπως μιλάνε τα σημερινά παιδιά. Ούτε, βέβαια, όπως μιλάω εγώ – άσχετο που εγώ, με το πες-πες, κοντεύω να μιλάω πια όπως μιλάει αυτός». Μου ομολογεί ότι για να αποδώσει πιο πειστικά την αργκό των νέων «έκλεβε» φράσεις από παντού – από τα πιτσιρίκια που έπαιζαν στον πεζόδρομο της Φωκίωνος Νέγρη αλλά και από κάποιους περίεργους τύπους που μιλάνε δυνατά στα κινητά. Για παράδειγμα, το «φάσωμα» ομολογεί ότι το πρωτοάκουσε από κάτι εφήβους τη δεκαετία του '90, κι ενώ στην αρχή το μίσησε, ύστερα το χώνεψε και στο τέλος έφτασε να το υιοθετήσει στην τελευταία μετάφρασή της. «Έτσι απέδωσα το necking – γιατί πού να μιλήσεις για "κουτούπωμα" το '78, άσε που το "χαϊδολόγημα" παραήταν γραφικό για να ακούγεται από το στόμα ενός παιδιού στο Μανχάταν».

Γι' αυτό και όταν πρωτομετέφραζε το βιβλίο τη δεκαετία του '70, αναγκαστικά οι λύσεις των όρων αργκό του βιβλίου και της έντονης προφορικότητας που το χαρακτηρίζει είτε θα προέρχονταν από τη γλώσσα του υποκόσμου είτε από τη μάγκικη ιδιόλεκτο του Πειραιά – που πόρρω απείχε από τα αμερικανικά δεδομένα της Νέας Υόρκης. Επιπλέον, ο ήρωας του βιβλίου, αν και υιοθετεί την αργκό, σπάνια βρίζει – κι αν το κάνει, ακόμα και σε στιγμές παραφοράς, θα χρησιμοποιήσει λέξεις ενός ιδιόμορφου καθωσπρεπισμού. Για να τον ακολουθήσει η μεταφράστριά του βρήκε διάφορους τρόπους, ψάχνοντας ανάμεσα στη γλώσσα των νέων κι εφευρίσκοντας νέες, δικές της λέξεις. Προς έκπληξή μου μού ομολογεί πως αποδόσεις όπως η «ψυχοπλάκωση» είναι παλιά της επιλογή και όχι τωρινή. «Τη λέγαμε τότε, τη λέμε και τώρα. Οι "σαδισμάρες" γεννήθηκαν κατ' αναλογία προς τις "γελοιομάρες" και τις "ηλιθιομάρες" που έκλεψα από έναν παλιό μου φίλο, αφού επί χρόνια τον πείραζα που τις έλεγε. Του το 'πα όταν πια τυπώθηκε το βιβλίο». Στο βιβλίο, βέβαια, υπάρχει σε μεγάλο βαθμό αναθεώρηση των παλιών όρων αργκό («λαμόγιο», «κωλώστρα», ακόμα και το επαναλαμβανόμενο «ξερωγώ»). Τη ρωτάω κατά πόσο ήθελε, με αυτό τον τρόπο, να έρθει πιο κοντά στους νέους του σήμερα κι αν θεωρεί ότι στον αναθεωρημένο Σάλιντζερ θα βρουν τον Κώλφηλντ που έκρυβαν μέσα τους. «Όχι, όχι, καθόλου. Ούτε και θα 'ξερα ποτέ τι θέλουν οι πολύ νέοι. Απλώς, με τόσες πολιτικές λαμογιές φάτσα-φόρα πια στα χρόνια που δούλευα δεν θα υπήρχε περίπτωση να πω διαφορετικά τους crooks. Τα "ξερωγώ", "δενξερωτί" και διάφορα άλλα παρακολουθούν τα τικ του Χόλντεν (and all, or something / or anything) με δικά μας προφορικά τικ που τα ακούω καθημερινά από ανθρώπους όλων των ηλικιών. Η "κωλώστρα", λέξη που κερδίσαμε με τον καιρό, ήταν (για μένα) πιο κοντά στο yellow που λέει ο Χόλντεν».

98' με την Τζένη Μαστοράκη Facebook Twitter
Φωτ.: Πάνος Μιχαήλ/ LiFO

Υπάρχει, ωστόσο, μια λέξη που διατρέχει διαρκώς τις σελίδες του βιβλίου και το ασυνείδητο του Χόλντεν: το ιμιτασιόν –όπως αποδίδει η Μαστοράκη το phoney– φαίνεται να είναι η βασική απέχθεια του ήρωα. Δεν αντέχει τις ιμιτασιόν συμπεριφορές, τους ιμιτατιόν ανθρώπους, ακόμη και τις ιμιτασιόν λέξεις. Ρωτάω τη μεταφράστριά του αν πιστεύει ότι υπάρχουν λέξεις ιμιτασιόν, όπως το «περίφημος» που έλεγε ο Χόλντεν στο βιβλίο. «Ναι. Το "περίφημος", που το έχει και ο Φύλακας, είναι μια ενοχλητική λέξη. Όπως και το "έκτακτος". Με ενοχλούν οι λέξεις "φήμη" και "τάξη"». Σε αντίθεση με οτιδήποτε ιμιτασιόν, ο Χόλντεν φαίνεται να αναζητά το βάθος-βάθος και την ουσία των πραγμάτων. «Οι άλλοι δεν πιστεύουν ποτέ για τίποτα πως θα 'ναι τίποτα στο βάθος βάθος» λέει ο Χόλντεν, γνωρίζοντας πως αυτή είναι η μόνιμη σύγκρουση – του βάθους με την απατηλή επιφάνεια... «με τη γυαλάδα ενός χρυσαφικού "ιμιτασιόν", όπως το 'λεγαν οι μαμάδες μας στα προ "φo μπιζού" χρόνια του '50» συμπληρώνει η Τζένη, αν και η ίδια προτιμάει να τη λέω γιαγιά της Αλίνας, της μεγάλης της αδυναμίας. «Το να είμαι γιαγιά είναι ο καλύτερος ρόλος της ζωής μου, με ξεκουράζει αφάνταστα» επαναλαμβάνει ενθουσιασμένη. Άλλωστε, η ίδια, σε αντίθεση με τον ήρωά της, τον Χόλντεν, δεν βλέπει πια τον κόσμο με τον ίδιο θυμό, αν και συμφωνεί μαζί μου όταν της λέω ότι εκείνη η παλιά ποιητική της συλλογή Το Σόι (1978) είχε πολλά κοινά με τον Χόλντεν, ήταν πολύ κοντά στη δική του ιδιοσυγκρασία. «Όντως ήταν γραμμένο με θυμό, ήταν οργισμένο, αν και, παραδόξως, αυτό που βλέπω τώρα, τόσα χρόνια αργότερα, είναι ο κοινός ρυθμός». Τώρα, επομένως, που ο νεανικός θυμός έχει καταλαγιάσει, στη θέση του υπάρχουν μόνο η χαρά και η αγάπη, αφού η γιαγιά πλέον Τζένη Μαστοράκη απολαμβάνει να μοιράζεται τον χρόνο της με την εγγονή της, να την πηγαίνει βόλτες, να την ακούει. Και όταν τη ρωτάω αν της λέει ιστορίες η απάντησή της είναι κατηγορηματική. «Καμία. Θα τις ανακαλύψει μόνη της. Θα τις φτιάξει κιόλας. Μαζί λέμε και κάνουμε βλακείες. Και γελάμε πολύ. Μόνο έτσι θέλω να με θυμάται».

J.D. Salinger: «Στη Σίκαλη, στα στάχια, ο πιάστης», εκδόσεις Γράμματα

 
Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το πίσω ράφι/ Άντονι Μπέρτζες: «Έρνεστ Χέμινγουεϊ»

Το Πίσω Ράφι / Ο Χέμινγουεϊ ήταν ένας φωνακλάς νταής αλλά κι ένας σπουδαίος συγγραφέας του 20ού αιώνα

Η βιογραφία «Έρνεστ Χέμινγουεϊ - Μια ζωή σαν μυθοπλασία» του Βρετανού συγγραφέα Άντονι Μπέρτζες αποτυπώνει όχι μόνο την έντονη και περιπετειώδη ζωή του κορυφαίου Αμερικανού ομοτέχνου του αλλά και όλο το εύρος της αντιφατικής προσωπικότητάς του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
21η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης

Βιβλίο / 21η ΔΕΒΘ: Εξωστρέφεια και καλύτερη οργάνωση αλλά μένουν ακόμα πολλά να γίνουν

Απολογισμός της 21ης ΔΕΒΘ που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά υπό την αιγίδα του νεοσύστατου ΕΛΙΒΙΠ. Σε ποιο βαθμό πέτυχε τους στόχους της και ποια στοιχήματα μένει ακόμα να κερδίσει;
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Η ποίηση όχι μόνο αλλάζει τον κόσμο, τον δημιουργεί» ​​​​​​/Μια νέα ανθολογία ελληνικής queer ποίησης μόλις κυκλοφόρησε στα ισπανικά /11 Έλληνες ποιητές σε μια νέα ισπανική queer ανθολογία /Queer ελληνική ποίηση σε μια νέα δίγλωσση ισπανική ανθολογία

Βιβλίο / Μια Ισπανίδα καθηγήτρια μεταφράζει ελληνική queer ποίηση

Η María López Villalba, καθηγήτρια Νέων Ελληνικών στο Πανεπιστήμιο της Μάλαγα, μετέφρασε 11 ελληνικά ποιήματα, σε μια πρόσφατη ανθολογία που προσφέρει στο ισπανόφωνο κοινό την ευκαιρία να γνωρίσει τη σύγχρονη ελληνική queer –και όχι μόνο– ποίηση.
M. HULOT
«Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Βιντσέντζο Λατρόνικο / «Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Ο Ιταλός συγγραφέας και υποψήφιος για το βραβείο Booker, Βιντσέντζο Λατρόνικο, μιλά στη LIFO για το πολυσυζητημένο βιβλίο του «Τελειότητα», στο οποίο αποτυπώνει την αψεγάδιαστη αλλά ψεύτικη ζωή μιας ολόκληρης γενιάς ψηφιακών νομάδων στην Ευρώπη, καθώς και τη μάταιη αναζήτηση της ευτυχίας στην ψηφιακή εποχή.
M. HULOT
Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Ηχητικά Άρθρα / Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Το όνομά της έχει συνδεθεί με την εικόνα μιας αδίστακτης, σεξουαλικά ακόρεστης και επικίνδυνης γυναίκας. Ένα νέο βιβλίο, όμως, έρχεται να αμφισβητήσει αυτή τη στερεοτυπική αφήγηση και να φωτίσει μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Rene Karabash

Βιβλίο / Rene Karabash: «Θέλω πίσω τη γυναικεία δύναμη που μου στέρησαν οι άνδρες»

Η Βουλγάρα συγγραφέας Rene Karabash μιλά για το μυθιστόρημά της «Ορκισμένη», που τιμήθηκε με το βραβείο Ελίας Κανέτι, και στο οποίο εστιάζει στην ιστορία των «ορκισμένων παρθένων» γυναικών των Βαλκανίων που επέλεξαν να ζήσουν ως άνδρες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δυο γυναίκες συγγραφείς αποκαλύπτουν τα κρυφά μυστικά της γραφής

Βιβλίο / Όλες οι γυναίκες του κόσμου στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου

Στο «Μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», η μητρότητα γίνεται ο συνδετικός κρίκος που ενώνει όλες τις μητέρες και όλες τις κόρες με τις γυναίκες της Ιστορίας που θαυμάσαμε, αλλά και τις ανώνυμες «Παναγίες» που κράτησαν στους ώμους τους τα βάρη της ανθρωπότητας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Βιβλίο / Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Δεν υπάρχει μελέτη για τον ελληνικό εθνικισμό που να μην έχει αναφορές στο έργο της. Η επανακυκλοφορία του βιβλίου της «Το “Πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα» από τις εκδόσεις Νήσος συνιστά αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός» ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Νίκος Μπακουνάκης / Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός»

Ο πρόεδρος του ΕΛΙΒΙΠ, στην πρώτη του συνέντευξη, μιλά στη LIFO για τους στόχους και τις δράσεις του ιδρύματος και για το προσωπικό του όραμα για το βιβλίο. Ποιος ο ρόλος των μεταφράσεων στην πολιτιστική διπλωματία και πώς θα αυξηθεί η φιλαναγνωσία; 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζόναθαν Κόου

I was there / Τζόναθαν Κόου: «Το να είσαι κυνικός δείχνει τεμπελιά στη σκέψη»

Ο διάσημος Βρετανός συγγραφέας βρέθηκε στην Αθήνα και μίλησε για τη συγγραφή ως «πολυτέλεια για λίγους», την εκλογή Τραμπ ως «έκφραση απόγνωσης» και τη «woke» κουλτούρα ως πράξη ενσυναίσθησης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Σαν σήμερα  / Πολ Όστερ: «Οι χαμένες ευκαιρίες αποτελούν μέρος της ζωής στον ίδιο βαθμό με τις κερδισμένες»

Σαν σήμερα 30 Απριλίου, το 2024 πεθαίνει ο σπουδαίος Αμερικανός συγγραφέας και μετρ της σύμπτωσης, που κατάφερε να συνδυάσει την προοπτική των άπειρων φανταστικών κόσμων με το ατελείωτο κυνήγι των ευκαιριών και τη νουάρ ατμόσφαιρα με τα πιο ανήκουστα αυτοβιογραφικά περιστατικά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ηλίας Μαγκλίνης: «Η ανάκριση»

Το Πίσω Ράφι / «Γιατί δεν μου μιλάς ποτέ για τον εφιάλτη σου, μπαμπά;»

Η «Ανάκριση» του Ηλία Μαγκλίνη, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πεζά των τελευταίων χρόνων, φέρνει σε αντιπαράθεση έναν πατέρα που βασανίστηκε στη Χούντα με την κόρη του που «βασανίζεται» ως περφόρμερ στα χνάρια της Μαρίνα Αμπράμοβιτς.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Πέντε κλασικά έργα που πρέπει κανείς να διαβάσει

Βιβλίο / 5 κλασικά βιβλία που κυκλοφόρησαν ξανά σε νέες μεταφράσεις

Η κλασική λογοτεχνία παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη, κι αυτό το αντιλαμβάνεται κανείς ανατρέχοντας στους τίτλους της πρόσφατης βιβλιοπαραγωγής και σε έργα των Τζόις, Κουτσί, Κάφκα, Αντρέγεφ και Τσβάιχ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ