98' με την Τζένη Μαστοράκη

98' με την Τζένη Μαστοράκη Facebook Twitter
Φωτ.: Πάνος Μιχαήλ/ LiFO
0

ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΝΑ ΣΗΜΕΙΟ στο σώμα μας, κοντά στην κοιλιά, στο λεγόμενο διάφραγμα, όπου οι αρχαίοι πίστευαν ότι ήταν το κέντρο του θυμικού. Ο Όμηρος το έλεγε «πραπίδες» και μέσα από αυτό εξηγούσε το τσαγανό και το σθένος των ανθρώπων που τολμούν και πάνε κόντρα στο ρεύμα – μια τέτοια περίπτωση είναι ο Χόλντεν Κώλφηλντ, αυτό το αιώνιο σύμβολο της εφηβείας, της επανάστασης και του αντικομφορμισμού που δεν συμβιβάστηκε ούτε με το περιβάλλον του, ούτε με την εποχή του. Μια άλλη αντίστοιχη περίπτωση είναι η μεταφράστρια και ποιήτρια Τζένη Μαστοράκη: γιατί, σίγουρα, θέλει μεγάλη τόλμη να λατρεύεις οτιδήποτε αμερικανικό, όταν όλοι οι συνομήλικοί σου σηκώνουν κόκκινες παντιέρες και τραγουδάνε επαναστατικά άσματα, όπως θέλει ακόμα μεγαλύτερο σθένος να μετατρέψεις τον τίτλο που εσύ πρωτοαπέδωσες ως Ο φύλακας στη Σίκαλη του Ντ.Τζ. Σάλιντζερ σε Στη σίκαλη, στα στάχια, ο πιάστης.

Η ίδια, με έναν καφέ στο χέρι, κάπου στη μέση της Φωκίωνος Νέγρη, ένα γλυκό απόγευμα με τον ήλιο να αφήνει πίσω του ένα κατακόκκινο χρώμα και τις κυρίες δίπλα μας με τα ροζ μαλλιά να διαβάζουν τόμους από εγκυκλοπαίδειες πίνοντας κονιάκ, βάλθηκε να μου εξηγήσει τι σημαίνει να τα βάζεις με ένα κείμενο που σήμερα θεωρείται κλασικό. Στην κουβέντα της ξεχειλίζει από λέξεις, εξηγήσεις και αγάπη, σε σημείο που δεν ξέρεις τι να πρωτοσυγκρατήσεις: τις ρυθμικές της παύσεις ή το ζεστό της βλέμμα. Αυτό για το οποίο καταρχάς αναρωτιέμαι είναι πώς αλήθεια πρωτοήρθε σε επαφή, την πολύπαθη δεκαετία του '70, με ένα κείμενο ενός άγνωστου στην Ελλάδα συγγραφέα, που μιλάει για τη Νέα Υόρκη, αναφέρεται σε όρους μπέιζμπολ και περιγράφει τις εσωτερικές σκέψεις που θα έκανε ένα αγόρι στο μακρινό Μανχάταν. Γιατί, αλήθεια, ο Σάλιντζερ, γιατί ο Catcher και πώς έπεσε σε εκείνη ο κλήρος να το μεταφράσει; «Ήταν καλοκαίρι του '68 όταν έτυχε να χαζεύουμε παρέα με τον φίλο μου τον Νίκο –πού λεφτά για ξενόγλωσσα βιβλία τότε– στο πατάρι του παλιού Ελευθερουδάκη ένα ασημί βιβλίο ενός συγγραφέα που ούτε είχα ξανακούσει. Επειδή είχε τύχει να μου συστήσει κι άλλα βιβλία που μου άρεσαν, τον εμπιστεύτηκα και το πήρα. Το ίδιο κιόλας βράδυ είχα πάθει τη ζημιά. Φαντάσου μια νύχτα, τρεις μόλις μήνες μετά τον παρισινό Μάη, μέσα στη χούντα, εγώ να παρατάω τα πάντα, διαβάσματα και αντιπαραθέσεις, να ξεχνάω ακόμα και το ελληνικό καλοκαίρι και να σκέφτομαι τον Χόλντεν στο Σέντραλ Παρκ καταχείμωνο. Λίγο πριν ξημερώσει και μόλις το τελείωσα είχα καταλάβει και τον τίτλο».

98' με την Τζένη Μαστοράκη Facebook Twitter
Φωτ.: Πάνος Μιχαήλ/ LiFO

Ωστόσο, η 19χρονη μόλις τότε Τζένη Μαστοράκη ούτε καν είχε σκεφτεί –πώς άλλωστε;– να το μεταφράσει, αλλά έκτοτε ο Σάλιντζερ έγινε εμμονή. Κάποια στιγμή, λίγα χρόνια αργότερα, που συζητούσε με τον Γιώργο Βαμβαλή για αγαπημένα αναγνώσματα και λατρεμένους συγγραφείς, επέμενε –όπως το κάνει ακόμη και σήμερα– ότι το αγαπημένο της βιβλιαράκι ήταν ο Catcher. Ο Βαμβαλής των εκδόσεων Επίκουρος της πρότεινε πάραυτα να το μεταφράσει και το βιβλίο έγινε, από την 28χρονη τότε Τζένη Μαστοράκη, ο περίφημος Φύλακας στη Σίκαλη. Ο τίτλος ήταν, κατά κάποιον τρόπο, λύση αναγκαστική, αφού ο «μακαρίτης δεν επέτρεπε παρεκβάσεις από τον πρωτότυπο, αλλά ήταν και η μόνη απόδοση που θα μπορούσε να είναι κατανοητή σε έναν λαό που τη δεκαετία του '70 δεν ήξερε καν τι είναι το μπέιζμπολ». Σήμερα, όμως, τι την έκανε να αλλάξει έναν τίτλο που θεωρείται πλέον κλασικός; Τη ρωτάω αν επηρεάστηκε από την απόδοση του ποιήματος του Ρόμπερτ Μπερνς που παραθέτει ο ίδιος ο Χόλντεν στο βιβλίο. «Ήθελα έναν κυριολεκτικό catcher πια – όπως τον ήθελε και ο Σάλιντζερ. Και, ναι, στον τίτλο χρειάστηκα τον πιάστη μέσα στο ποίημα. Τον έβαλα, λοιπόν, σ' έναν σπασμένο δεκαπεντασύλλαβο από το "gin a body meet a body / comin thro' the rye", όπου "a body" σημαίνει "κάποιος", αλλά προτίμησα το κυριολεκτικό "κορμί", γιατί το ποίημα (κι ας έγινε παιδικό τραγούδι) μιλάει για κρυφές ερωτικές συναντήσεις στα χωράφια. Τα στάχια τα πρόσθεσα γιατί η "σίκαλη", σκέτη, δεν είχε ούτε μια εικόνα. Φοβήθηκα πολύ τα τέσσερα "στ". Ύστερα, λίγο-λίγο, τα συνήθισα».

σικαληΤης λέω ότι κάποιος φίλος, χωρίς να ξέρει ότι ο τίτλος αφορά ποίημα, είχε ενθουσιαστεί με το ρυθμικό άκουσμα και την ποιητικότητά του. Κάποιος άλλος, ωστόσο, απόρησε πώς η ίδια κατάφερε να ξαναδουλέψει –και μάλιστα από την αρχή– ένα βιβλίο που είχε μεταφράσει τόσα χρόνια πριν, αφού, ως γνωστόν, οι καλοί συγγραφείς και οι μεταφραστές σπάνια επιστρέφουν στα έργα που έχουν περατώσει. «Η αλήθεια είναι ότι ξαναγυρίζω σε παλιές μου μεταφράσεις όποτε χρειαστεί, αλλά χωρίς να το δηλώνω» – αν και, όντως, κι εκείνη δύσκολα ξαναδιαβάζει ολοκληρωμένα της έργα. «Εδώ η επιστροφή δημοσιοποιήθηκε αναγκαστικά από το 2010, με τον θάνατο του Σάλιντζερ. Δεν γινότανε αλλιώς. Και ξαναγύρισα γιατί χρωστούσα στον Χόλντεν. Εγώ μεγάλωνα και μιλούσα ολοένα και πιο καινούργια ελληνικά, ωστόσο αυτός έμενε πίσω, στη δεκαετία του '70, και τα ελληνικά του πάλιωναν. Αλλά και πάλι, ο καινούργιος Χόλντεν δεν μιλάει όπως μιλάνε τα σημερινά παιδιά. Ούτε, βέβαια, όπως μιλάω εγώ – άσχετο που εγώ, με το πες-πες, κοντεύω να μιλάω πια όπως μιλάει αυτός». Μου ομολογεί ότι για να αποδώσει πιο πειστικά την αργκό των νέων «έκλεβε» φράσεις από παντού – από τα πιτσιρίκια που έπαιζαν στον πεζόδρομο της Φωκίωνος Νέγρη αλλά και από κάποιους περίεργους τύπους που μιλάνε δυνατά στα κινητά. Για παράδειγμα, το «φάσωμα» ομολογεί ότι το πρωτοάκουσε από κάτι εφήβους τη δεκαετία του '90, κι ενώ στην αρχή το μίσησε, ύστερα το χώνεψε και στο τέλος έφτασε να το υιοθετήσει στην τελευταία μετάφρασή της. «Έτσι απέδωσα το necking – γιατί πού να μιλήσεις για "κουτούπωμα" το '78, άσε που το "χαϊδολόγημα" παραήταν γραφικό για να ακούγεται από το στόμα ενός παιδιού στο Μανχάταν».

Γι' αυτό και όταν πρωτομετέφραζε το βιβλίο τη δεκαετία του '70, αναγκαστικά οι λύσεις των όρων αργκό του βιβλίου και της έντονης προφορικότητας που το χαρακτηρίζει είτε θα προέρχονταν από τη γλώσσα του υποκόσμου είτε από τη μάγκικη ιδιόλεκτο του Πειραιά – που πόρρω απείχε από τα αμερικανικά δεδομένα της Νέας Υόρκης. Επιπλέον, ο ήρωας του βιβλίου, αν και υιοθετεί την αργκό, σπάνια βρίζει – κι αν το κάνει, ακόμα και σε στιγμές παραφοράς, θα χρησιμοποιήσει λέξεις ενός ιδιόμορφου καθωσπρεπισμού. Για να τον ακολουθήσει η μεταφράστριά του βρήκε διάφορους τρόπους, ψάχνοντας ανάμεσα στη γλώσσα των νέων κι εφευρίσκοντας νέες, δικές της λέξεις. Προς έκπληξή μου μού ομολογεί πως αποδόσεις όπως η «ψυχοπλάκωση» είναι παλιά της επιλογή και όχι τωρινή. «Τη λέγαμε τότε, τη λέμε και τώρα. Οι "σαδισμάρες" γεννήθηκαν κατ' αναλογία προς τις "γελοιομάρες" και τις "ηλιθιομάρες" που έκλεψα από έναν παλιό μου φίλο, αφού επί χρόνια τον πείραζα που τις έλεγε. Του το 'πα όταν πια τυπώθηκε το βιβλίο». Στο βιβλίο, βέβαια, υπάρχει σε μεγάλο βαθμό αναθεώρηση των παλιών όρων αργκό («λαμόγιο», «κωλώστρα», ακόμα και το επαναλαμβανόμενο «ξερωγώ»). Τη ρωτάω κατά πόσο ήθελε, με αυτό τον τρόπο, να έρθει πιο κοντά στους νέους του σήμερα κι αν θεωρεί ότι στον αναθεωρημένο Σάλιντζερ θα βρουν τον Κώλφηλντ που έκρυβαν μέσα τους. «Όχι, όχι, καθόλου. Ούτε και θα 'ξερα ποτέ τι θέλουν οι πολύ νέοι. Απλώς, με τόσες πολιτικές λαμογιές φάτσα-φόρα πια στα χρόνια που δούλευα δεν θα υπήρχε περίπτωση να πω διαφορετικά τους crooks. Τα "ξερωγώ", "δενξερωτί" και διάφορα άλλα παρακολουθούν τα τικ του Χόλντεν (and all, or something / or anything) με δικά μας προφορικά τικ που τα ακούω καθημερινά από ανθρώπους όλων των ηλικιών. Η "κωλώστρα", λέξη που κερδίσαμε με τον καιρό, ήταν (για μένα) πιο κοντά στο yellow που λέει ο Χόλντεν».

98' με την Τζένη Μαστοράκη Facebook Twitter
Φωτ.: Πάνος Μιχαήλ/ LiFO

Υπάρχει, ωστόσο, μια λέξη που διατρέχει διαρκώς τις σελίδες του βιβλίου και το ασυνείδητο του Χόλντεν: το ιμιτασιόν –όπως αποδίδει η Μαστοράκη το phoney– φαίνεται να είναι η βασική απέχθεια του ήρωα. Δεν αντέχει τις ιμιτασιόν συμπεριφορές, τους ιμιτατιόν ανθρώπους, ακόμη και τις ιμιτασιόν λέξεις. Ρωτάω τη μεταφράστριά του αν πιστεύει ότι υπάρχουν λέξεις ιμιτασιόν, όπως το «περίφημος» που έλεγε ο Χόλντεν στο βιβλίο. «Ναι. Το "περίφημος", που το έχει και ο Φύλακας, είναι μια ενοχλητική λέξη. Όπως και το "έκτακτος". Με ενοχλούν οι λέξεις "φήμη" και "τάξη"». Σε αντίθεση με οτιδήποτε ιμιτασιόν, ο Χόλντεν φαίνεται να αναζητά το βάθος-βάθος και την ουσία των πραγμάτων. «Οι άλλοι δεν πιστεύουν ποτέ για τίποτα πως θα 'ναι τίποτα στο βάθος βάθος» λέει ο Χόλντεν, γνωρίζοντας πως αυτή είναι η μόνιμη σύγκρουση – του βάθους με την απατηλή επιφάνεια... «με τη γυαλάδα ενός χρυσαφικού "ιμιτασιόν", όπως το 'λεγαν οι μαμάδες μας στα προ "φo μπιζού" χρόνια του '50» συμπληρώνει η Τζένη, αν και η ίδια προτιμάει να τη λέω γιαγιά της Αλίνας, της μεγάλης της αδυναμίας. «Το να είμαι γιαγιά είναι ο καλύτερος ρόλος της ζωής μου, με ξεκουράζει αφάνταστα» επαναλαμβάνει ενθουσιασμένη. Άλλωστε, η ίδια, σε αντίθεση με τον ήρωά της, τον Χόλντεν, δεν βλέπει πια τον κόσμο με τον ίδιο θυμό, αν και συμφωνεί μαζί μου όταν της λέω ότι εκείνη η παλιά ποιητική της συλλογή Το Σόι (1978) είχε πολλά κοινά με τον Χόλντεν, ήταν πολύ κοντά στη δική του ιδιοσυγκρασία. «Όντως ήταν γραμμένο με θυμό, ήταν οργισμένο, αν και, παραδόξως, αυτό που βλέπω τώρα, τόσα χρόνια αργότερα, είναι ο κοινός ρυθμός». Τώρα, επομένως, που ο νεανικός θυμός έχει καταλαγιάσει, στη θέση του υπάρχουν μόνο η χαρά και η αγάπη, αφού η γιαγιά πλέον Τζένη Μαστοράκη απολαμβάνει να μοιράζεται τον χρόνο της με την εγγονή της, να την πηγαίνει βόλτες, να την ακούει. Και όταν τη ρωτάω αν της λέει ιστορίες η απάντησή της είναι κατηγορηματική. «Καμία. Θα τις ανακαλύψει μόνη της. Θα τις φτιάξει κιόλας. Μαζί λέμε και κάνουμε βλακείες. Και γελάμε πολύ. Μόνο έτσι θέλω να με θυμάται».

J.D. Salinger: «Στη Σίκαλη, στα στάχια, ο πιάστης», εκδόσεις Γράμματα

 
Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Νόρμαν Μέιλερ «Μάγισσα τέχνη»

Το πίσω ράφι / Νόρμαν Μέιλερ: «Οι καλλιτέχνες δίνουν όρκο να είναι εγωιστές. Ειδάλλως, δεν θα γίνει τίποτα»

Ο Αμερικανός συγγραφέας ξεκίνησε μη μπορώντας να συντάξει μια πρόταση, αλλά με το πρώτο του μυθιστόρημα ξεχώρισε. Έκτοτε διαβάστηκε, αμφισβητήθηκε, προκάλεσε κι έμεινε ως το τέλος διαυγής και θαρραλέος.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Εμμανουήλ Καραλής: Πολλοί είναι δίπλα σου στα μετάλλια, στο χειροκρότημα και στη λάμψη, αλλά μετά οι προβολείς σβήνουν

Οι Αθηναίοι / Manolo: «Πολλοί είναι δίπλα σου στα μετάλλια, αλλά μετά οι προβολείς σβήνουν»

Έχει μάθει να περνά τον πήχη, να ξεπερνά τους φόβους και να καταρρίπτει στερεότυπα. Θεωρεί ότι η ζωή του αθλητή μοιάζει πολύ με τη ζωή του μοναχού. Ο πρωταθλητής στο άλμα επί κοντώ αφηγείται τη ζωή του και μιλά για τα παιδικά του χρόνια, τις όμορφες και δύσκολες στιγμές, την ψυχική του υγεία, τον έρωτα, την πίστη και την αγάπη που τον κρατούν όρθιο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τι ήξερε ο Παζολίνι;

Βιβλίο / Τι ήξερε ο Παζολίνι;

Πενήντα χρόνια μετά την άγρια δολοφονία του, οι προγνώσεις του για τον φασισμό είναι πιο επείγουσες από ποτέ, σημειώνει η Βρετανίδα συγγραφέας Ολίβια Λέινγκ, το νέο βιβλίο της οποίας περιστρέφεται γύρω από τη δημιουργία του «Σαλό (120 Μέρες στα Σόδομα)».
THE LIFO TEAM
Μαύρη, λεσβία, μητέρα, πολεμίστρια, ποιήτρια, καρκινοπαθής

Βιβλίο / Μαύρη, λεσβία, μητέρα, πολεμίστρια, ποιήτρια, καρκινοπαθής

Η διάσημη συγγραφέας Όντρι Λορντ αντιμετώπισε τη διάγνωσή της με το θάρρος και το ακτιβιστικό πνεύμα που πάντα τη διέκρινε: Τα «Ημερολόγια Καρκίνου» δεν είναι μια «καταγραφή δακρύων μόνο» αλλά και μια κραυγή οργής εναντίον της καταπίεσης που βιώνουν οι γυναίκες.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Η Μάργκαρετ Άτγουντ στο μονοπάτι του πένθους

Βιβλίο / Η Μάργκαρετ Άτγουντ στο μονοπάτι του πένθους

Σ’ ένα απόσπασμα από τα απομνημονεύματά της με τίτλο «Book of Lives: A Memoir of Sorts», που προδημοσιεύει η «Guardian», η διάσημη συγγραφέας περιγράφει τον τρόπο που βίωσε την απώλεια του επί μισό αιώνα συντρόφου της Γκρέαμ Γκίμπσον το 2019.
THE LIFO TEAM
«Intermezzo»: Το βιβλίο της Σάλι Ρούνεϊ που έσπασε όλα τα αναγνωστικά ρεκόρ

Βιβλίο / «Intermezzo»: Το βιβλίο της Σάλι Ρούνεϊ που έσπασε όλα τα αναγνωστικά ρεκόρ

Σε λίγες μέρες κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη το πολυαναμενόμενο νέο βιβλίο της Ιρλανδής συγγραφέως, που έχει κάνει ρεκόρ πωλήσεων και αναγνωσιμότητας. Καταγράφουμε τις πρώτες εντυπώσεις από την ανάγνωσή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Άμιτι Γκέιτζ «Ο καλός πατέρας»

Το πίσω ράφι / Έχουν και οι ψεύτες τη χάρη τους. Στα μυθιστορήματα τουλάχιστον

Ο «Καλός πατέρας» της Άμιτι Γκέιτζ πραγματεύεται την κατασκευή της ανθρώπινης ταυτότητας, τον άρρηκτο δεσμό γονιού και παιδιού και τη μεταναστευτική εμπειρία, θίγοντας όψεις του αμερικανικού ονείρου.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
«Σπίτι από ζάχαρη»: Το δίκτυο των ανθρώπινων σχέσεων στο μυθιστόρημα της Τζένιφερ Ίγκαν

Βιβλίο / Πώς θα ήταν αν μπορούσαμε να βιώσουμε ξανά όσα ζήσαμε στο παρελθόν;

Το «Σπίτι από ζάχαρη» είναι ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα με στοιχεία επιστημονικής φαντασίας που διερευνά τους κινδύνους της ψηφιακής εποχής, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα την αξία της μνήμης και της σύνδεσης.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Θανάσης Βαλτινός: Η νουβέλα «Η Κάθοδος των Εννιά» του διακεκριμένου συγγραφέα

Οθόνες / «Η Κάθοδος των Εννιά»: Η διάσημη νουβέλα του Θανάση Βαλτινού

Πεθαίνει σαν σήμερα ο διακεκριμένος Έλληνας συγγραφέας. Αυτή είναι η ιστορία ενός από τα εμβληματικότερα βιβλία του και η βραβευμένη μεταφορά της στον κινηματογράφο, το 1984, από τον Χρίστο Σιοπαχά.
ΦΩΝΤΑΣ ΤΡΟΥΣΑΣ
Καρολίνα Μέρμηγκα: «Οι συγγραφείς προχωράμε με αναμμένη δάδα στη σκοτεινή σπηλιά της λογοτεχνίας»

Βιβλίο / Καρολίνα Μέρμηγκα: «Όταν γράφουμε για αληθινούς ανθρώπους, πρέπει να σεβόμαστε τη μνήμη τους»

Η καταξιωμένη συγγραφέας ιστορικών μυθιστορημάτων Καρολίνα Μέρμηγκα μάς μιλάει για τη δύναμη της τέχνης, για το λογοτεχνικό της εργαστήρι αλλά και για τη χαρά της να μεταφράζει Χίλαρι Μαντέλ, τα βιβλία της οποίας επανακυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ψυχογιός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πόσο διαβάζεται σήμερα ο Νίκος Καζαντζάκης;

Βιβλία και Συγγραφείς / Πόσο διαβάζεται σήμερα ο Νίκος Καζαντζάκης;

Πεθαίνει σαν σήμερα ο συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης. Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με την Έρη Σταυροπούλου, ομότιμη καθηγήτρια Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, για τον συγγραφέα του «Αλέξη Ζορμπά» και την αντοχή του έργου του.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Στέφαν Τσβάιχ

Το πίσω ράφι / Σε πείσμα όσων περιφρόνησαν τα έργα του Τσβάιχ, η απήχησή τους ακόμα να κοπάσει

Οι ήρωες του Αυστριακού συγγραφέα ταλανίζονται συνήθως από μια αβάσταχτη εσωτερική πίεση, αντικατοπτρίζοντας τη δική του πεισιθάνατη διάθεση. Αυτήν ακριβώς την αίσθηση αποπνέει η συλλογή διηγημάτων του «Αμόκ».
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Marwan Kaabur: «Αγωνιζόμαστε και στον αραβικό κόσμο για δικαιώματα κι ελευθερίες, αλλά προκρίνουμε τον δικό μας τρόπο, στο πλαίσιο της δικής μας κουλτούρας»

Lgbtqi+ / Κι όμως υπάρχουν και «αραβικά καλιαρντά»!

Λίγο πριν από την αθηναϊκή παρουσίαση της αγγλόφωνης έκδοσης του «Queer Arab Glossary» μιλήσαμε με τον συγγραφέα του Marwan Kaabur, για τα «αραβικά καλιαρντά», την ομοφυλοφιλία και την queer συνθήκη στον αραβικό κόσμο, το «pink washing», αλλά και τη συχνά παρεξηγημένη πρόσληψή τους από τη Δύση.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Tα συγκλονιστικά Ημερολόγια Καρκίνου της Όντρι Λορντ και άλλα 4 βιβλία που διαβάζουμε τώρα

Βιβλίο / Tα συγκλονιστικά Ημερολόγια Καρκίνου της Όντρι Λορντ και άλλα 4 βιβλία που διαβάζουμε τώρα

Πέντε αποκαλυπτικά βιβλία για τις γυναίκες με καρκίνο, για τον κόσμο, τα σκουπίδια ακόμα και για τη μακρινή Ιαπωνία ξεχωρίζουν ανάμεσα στις εκδόσεις της πρόσφατης βιβλιοπαραγωγής καλύπτοντας ένα μεγάλο εύρος θεμάτων και ενδιαφερόντων.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Δύο άγνωστες φωτογραφίες του Ρεμπό από τη γαλλική Κομμούνα

Βιβλίο / Δύο άγνωστες φωτογραφίες του Ρεμπό από τη γαλλική Κομμούνα

Σαν σήμερα γεννήθηκε το 1854 ο Αρθούρος Ρεμπό. Ο ποιητής, μουσικός και μπλόγκερ Aidan Andrew Dun έπεσε τυχαία σε δύο εντελώς άγνωστες φωτογραφίες, βγαλμένες στην Place Vendôme, και βρέθηκε μπροστά σε μια μεγάλη έκπληξη: ο έφηβος Αρτίρ Ρεμπό, όπως δεν τον έχουμε ξαναδεί.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Θανάσης Τριαρίδης: Οι μετανάστες θα σώσουν τον κόσμο. Χωρίς αυτούς είμαστε χαμένοι

Βιβλίο / Θανάσης Τριαρίδης: «Οι μετανάστες θα σώσουν τον κόσμο. Χωρίς αυτούς είμαστε χαμένοι»

Έγινε αντιρρησίας συνείδησης, γιατί πιστεύει ότι ο στρατός είναι μια δοξολογία εκμηδένισης του άλλου. Άφησε τη Θεσσαλονίκη επειδή τον έπνιγε ο εθνοφασισμός της. Στην Αντίς Αμπέμπα υιοθέτησε την κόρη του, Αργκάνε. Ο συγγραφέας της «Τριλογίας της Αφρικής», Θανάσης Τριαρίδης, αφηγείται τη ζωή του στη LiFO.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μια «φόνισσα» εξομολογείται

Το πίσω ράφι / Η Hannah Kent έγραψε τη δική της «Φόνισσα», την Άγκνες που ζούσε στην Ισλανδία τον 19ο αιώνα

Η Αυστραλή συγγραφέας δεν πίστευε ποτέ ότι, χάρη στα «Έθιμα ταφής», οι κριτικοί θα την τοποθετούσαν δίπλα σε λογοτέχνες όπως η Μάργκαρετ Άτγουντ και ο Πίτερ Κάρεϊ.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ