Όταν μπαίνει στο καφέ που έχουμε δώσει ραντεβού, σκέφτομαι πως η στιβαρή μπάσα φωνή του στο τηλέφωνο δεν συνάδει με το παρουσιαστικό του. Ο ηθοποιός που ερμήνευσε πέρσι τον Πυλάδη στην «Ορέστεια» του Εθνικού σε σκηνοθεσία του Θεόδωρου Τερζόπουλου, ο οποίος φέτος του ανέθεσε τον ρόλο του Ορέστη, είναι ένας νεαρός άντρας που από κοντά θυμίζει έφηβο.
Ο Κωνσταντίνος Ζωγράφος ενσάρκωσε τον Πάολο στην «Πύλη της Κολάσεως» του Γιάννη Καλαβριανού. Μεγαλωμένος στα νότια προάστια και πρωταθλητής της ιστιοπλοΐας ως έφηβος, η διαδρομή του μέχρι την Επίδαυρο, παράλληλα με σπουδές στη Φιλοσοφική και τη Σορβόννη, μοιάζει ήδη μεγάλη και αναπάντεχη. Μου εξηγεί όλα όσα αφορούν την πορεία του στο θέατρο των ποιητικών κειμένων αλλά και τη σχέση του με τον σπουδαίο Θεόδωρο Τερζόπουλο.
― Τι κάνει ένα αγόρι από τα νότια προάστια που κάνει ιστιοπλοΐα να θέλει να ασχοληθεί με το θέατρο;
Η ιστιοπλοΐα ήταν το όνειρο του μπαμπά μου, του άρεσε η θάλασσα και μας έβαλε με τον αδελφό μου από πολύ μικρούς. Έκανα πρωταθλητισμό μέχρι τα 15 μου. Το θέατρο το αγάπησα από πολύ μικρός γιατί το αγαπούσαν οι γονείς μου και με πήγαιναν σε παραστάσεις. Θυμάμαι στα 13 μου −στην Α΄ Γυμνασίου− να βλέπω «Οιδίποδα Τύραννο» στην Επίδαυρο σε σκηνοθεσία Σπύρου Ευαγγελάτου με την Καραμπέτη και τον Μαρκουλάκη και να έχω ενθουσιαστεί. Όπως θυμάμαι να έχω συγκινηθεί και θαμπωθεί με τη Νένα Μεντή στο «Τρίτο στεφάνι» του Ταχτσή σε σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή στο Ρεξ.
«Πιστεύω ότι το θέατρο είναι μια σημαντική λαϊκή τέχνη. Αυτό το έχουν πει πολλοί άνθρωποι πριν από πολλά χρόνια. Ο ηθοποιός είναι λαϊκός καλλιτέχνης που απευθύνεται στους πολλούς, όχι στους λίγους. Και η δική μου στόχευση αυτή είναι».
― Τι αναγνώρισες από την Ελλάδα του Ταχτσή και σε συγκίνησε;
Γιατί, τα ίδια θέματα δεν μας απασχολούν και σήμερα; Το πένθος, ο πόλεμος, ο έρωτας, η βία της κάθε εποχής πάνω στους ασθενέστερους, το αίτημα για κοινωνική ελευθερία. Όταν ένας δημιουργός διαθέτει βαθιά ευαισθησία και εκφραστική ακρίβεια, όσο περισσότερο το έργο του πατάει στην εποχή του, την εκφράζει και την αποτυπώνει, τόσο περισσότερο διανοίγεται στον χρόνο, με αποτέλεσμα να συνομιλεί και να συγκινεί και τη δική μου γενιά.

― Είχες λοιπόν την τύχη να έχεις γονείς σκεπτόμενους και καλλιεργημένους.
Ναι, διάβαζαν αρκετά, υπήρχε βιβλιοθήκη στο σπίτι. Η μαμά μου αγαπούσε τα εικαστικά και πηγαίναμε σε εκθέσεις ζωγραφικής, ο μπαμπάς μου άκουγε πολλή μουσική, κλασική αλλά και ροκ, από Beatles μέχρι Βιβάλντι και από Scorpions μέχρι Μπαχ, όπως και τζαζ.
― Οπότε οι γονείς σου δεν θα είχαν αντίρρηση να γίνεις ηθοποιός.
Το δέχτηκαν και ήταν πολύ υποστηρικτικοί. Ωστόσο, πρέπει να πω ότι ανήκω στη γενιά των παιδιών που βίωσαν την οικονομική κρίση εκείνη ακριβώς την περίοδο που έπρεπε να επιλέξουν επάγγελμα, που έπρεπε να σπουδάσουν, οπότε για τη δική μου γενιά ήταν πολύ σημαντικό το οικονομικό κριτήριο. Ήταν ο βασικός λόγος που επέλεξα τη Σχολή του Εθνικού. Είναι σημαντικό να είσαι σε μια σχολή για τρία χρόνια χωρίς να πληρώνεις δίδακτρα.
― Ξεκίνησες όμως από τη Νομική. Μια εντελώς ορθολογιστική επιστήμη.
Στα 18 μου δεν το ήξερα. Αγαπούσα τα θεωρητικά μαθήματα, τη λογοτεχνία, την ιστορία, τα αρχαία ιδιαίτερα, οπότε είχα θεωρητική κατεύθυνση. Αποφάσισα να γραφτώ στη Νομική επειδή ήταν ένα πεδίο αρκετά ανοιχτό. Μπαίνοντας, είδα ότι ήταν κάτι που δεν μου άρεσε ιδιαίτερα, οπότε την επόμενη χρονιά έδωσα και πέρασα στη σχολή του Εθνικού.
― Αλλά μετά παρακολούθησες και τη Φιλοσοφική.
Είχα καθηγητές στο Εθνικό που με παρότρυναν να σπουδάσω στη Φιλοσοφική. Με έσυραν στον χώρο της λογοτεχνίας με έναν πιο πρακτικό τρόπο, δουλεύοντας ένα λογοτεχνικό κείμενο και δίνοντάς του ζωή στη σκηνή. Ήταν κάτι που με συνάρπαζε. Με αφορούσε και η αρχαία γραμματεία από την εφηβεία μου. Αγαπώ τα αρχαία κείμενα, τα διαβάζω στο πρωτότυπο και μάλιστα μεταφράζω.
― Στην Ελλάδα είναι πάντα καθοριστική η στήριξη της οικογένειας για πιο απαιτητικές επιλογές, έτσι δεν είναι; Ή έχει αλλάξει κάτι;
Εγώ επέλεξα συνειδητά να φοιτήσω σε κρατικά πανεπιστήμια. Από τα 18 μου έως τα 24-25 που τελείωσα τη Φιλοσοφική, είμαι απολύτως ανεξάρτητος οικονομικά. Βιοπορίζομαι από το θέατρο. Βέβαια ήταν και λίγο θέμα τύχης. Γνώρισα από μικρός ανθρώπους όπως ο Δημήτρης Καρατζάς, που τον συνάντησα όταν ήμουν 17 χρονών, όταν σκηνοθέτησε μια εφηβική παράσταση που κάναμε στο Κορωπί. Είχα δηλαδή την τύχη να συνεργαστώ με έναν επαγγελματία σκηνοθέτη αυτής της ποιότητας από πολύ νωρίς. Μετά τη σχολή, δούλεψα με ανθρώπους με τους οποίους ονειρευόμουν πάντα να δουλέψω, όπως ο Έκτορας Λυγίζος, ο Στάθης Λιβαθινός, που ήταν και δάσκαλός μου στη σχολή, η Γεωργία Μαυραγάνη, η Σοφία Βγενοπούλου, ο Γιάννης Καλαβριανός. Σκηνοθέτες που ασχολούνται με τα κλασικά και τα ποιητικά κείμενα. Έφτιαχναν πολύ όμορφες ομάδες με ωραίους καλλιτέχνες στους οποίους εντασσόμουν, οπότε το ένα έφερε το άλλο. Δεν ήταν κάτι που το κυνηγούσα με μανία, ούτε με μανία απέρριπτα κάτι πιο εμπορικό.
― Κάνεις παράλληλα και ένα μεταπτυχιακό συγκριτικής λογοτεχνίας στη Σορβόννη.
Προέκυψε γιατί είχα καλή βαθμολογία στη Φιλολογία. Για να είμαι ειλικρινής, η αρχική μου πρόθεση ήταν να πάω στο Λονδίνο, αλλά έπεσα επάνω στο Brexit και τα δίδακτρα ήταν απλησίαστα. Στη Γαλλία, που είναι κρατικά τα πανεπιστήμια, κάνω μάστερ συγκριτικής λογοτεχνίας. Αναγκαστικά, επειδή δουλεύω στην Αθήνα ως ηθοποιός, στέλνω τις εργασίες μου εξ αποστάσεως και πηγαινοέρχομαι όποτε υπάρχει ανάγκη.

― Η διατριβή σου τι αντικείμενο έχει;
Πρόκειται για μια συγκριτική μελέτη του έργου του Εουτζένιο Μοντάλε, του Οδυσσέα Ελύτη και του Καβάφη, τριών ποιητών του «μεσογειακού αισθησιασμού». Αν καταφέρω να εντάξω κάπως και τις ταινίες του Σορεντίνο, θα είμαι πολύ ευτυχής.
― Σε ενδιαφέρει να σκηνοθετήσεις;
Σίγουρα με ενδιαφέρει το κομμάτι της μετάφρασης και της γραφής. Αλλά, όπως είπα, εμένα η πρόθεσή μου όλα αυτά τα χρόνια ήταν κυρίως να συνεργαστώ με ανθρώπους που θαύμαζα από μικρός, που ενστικτωδώς ένιωθα ότι θα μάθω πολλά από αυτούς, και αυτό το έχω καταφέρει μέχρι τώρα.
― Έχεις κριτική στάση απέναντί τους, έχεις απομυθοποιήσει κανέναν;
Φυσικά και έχω κριτική στάση, αλλά δεν θα έλεγα ότι έχω απομυθοποιήσει κάποιον. Eίχα την τύχη και την πολυτέλεια να βρεθώ με ανθρώπους στους οποίους πίστευα πολύ, και εν τέλει επαληθεύτηκε η πίστη μου αυτή. Έχω μάθει πολλά από αυτούς, από τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουν τα κείμενα, τον τρόπο που δουλεύουν με τους συνεργάτες τους και από την ποιότητα που έχουν ως προσωπικότητες. Ο καθένας τους είχε να μου προσφέρει πολλά και να μου ανοίξει κόσμους. Η Βγενοπούλου, ο Καραντζάς, ο Λυγίζος και φυσικά ο Θόδωρος Τερζόπουλος, που είναι ένα τεράστιο κεφάλαιο του ελληνικού και του παγκόσμιου θεάτρου, στου οποίου το σύστημα εκτέθηκα σε αρκετά μικρή ηλικία και ο οποίος μου έδωσε έναν πολύ μεγάλο ρόλο.
― Πώς βρέθηκες στο σύστημά του, παρακολούθησες σεμινάριό του;
Όχι, πέρασα από ακρόαση. Θεωρώ μεγάλο δείκτη τόλμης εκ μέρους του που είπε «θα φτιάξω μια ομάδα για την “Ορέστεια” η οποία θα αποτελείται από τους βασικούς μου συνεργάτες, από παιδιά που κάνουν τα σεμινάρια και έχουν μια προπαιδεία πάνω στο θεατρικό μου σύστημα, και από κάποιους ηθοποιούς από ακρόαση». Σε αυτούς ανήκω και εγώ. Μας εμπιστεύτηκε ως νέο αίμα στην ομάδα, κι ας μην είχαμε την απαραίτητη προπαιδεία πάνω στη μέθοδο. Δουλέψαμε με τον Σάββα Στρούμπο για 6 μήνες για να εισαχθούμε.

― Ήταν σαν να έκανες το σεμινάριο, λοιπόν. Ήρθε σε αντίθεση με όλα όσα ήξερες μέχρι εκείνη τη στιγμή;
Δεν θα το έλεγα αντίθεση, ήταν ένας καινούργιος κόσμος για μένα κι αυτό ήταν πρόκληση. Είχα εκτεθεί σε διαφορετικά συστήματα αγωγής και εκφοράς του λόγου τόσο στη σχολή του Εθνικού όσο και με τους σκηνοθέτες με τους οποίους είχα δουλέψει, ακόμα και σε διαφορετικές αισθητικές προσεγγίσεις της παράστασης ενός κλασικού κειμένου. Αυτό για μένα είναι μόνο πλούτος. Μόνο πρόκληση είναι για έναν ηθοποιό να δοκιμάζεται διαρκώς σε καινούργια πράγματα, αρκεί να τον ενδιαφέρουν και να τον αφορούν. Να πω ότι, μολονότι είναι πολύ διαφορετικοί οι σκηνοθέτες με τους οποίους έχω δουλέψει, στη βάση τους έχουν πολλά κοινά.
― Ποια είναι αυτά;
Η πειθαρχία, το πάθος, το ότι δημιουργούν ένα σύμπαν στο οποίο θα κληθεί ο ηθοποιός να υπηρετήσει το έργο. Δημιουργούν έναν κόσμο.
― Πώς θυμάσαι την τεράστια αποδοχή της «Ορέστειας» στην πρεμιέρα της Επιδαύρου;
Όλη η περιοδεία είχε την ίδια συγκίνηση, δεν ήταν μόνο η Επίδαυρος. Σε όλα τα θέατρα που παίξαμε εισπράξαμε τη χαρά και την αποδοχή και την ευχαρίστηση του κόσμου, και αυτό είναι πολύ σημαντικό για έναν ηθοποιό. Η διαδρομή ήταν μεγάλη, κοπιάσαμε πολύ και όλοι. Από τον Τερζόπουλο και τον Στρούμπο μέχρι τους ηθοποιούς. Πραγματικά δώσαμε τον καλύτερό μας εαυτό από άποψη χρόνου, δυνάμεων και διάθεσης. Είναι γενναιόδωρο το σύστημα του Τερζόπουλου, σου βγάζει τον καλύτερό σου εαυτό χωρίς να το πιέσεις.
― Ήταν η πρώτη σου συνεργασία με τον Τερζόπουλο. Ένιωθες δέος απέναντί του;
Φυσικά, αλλά οφείλω να πω ότι είναι ένας άνθρωπος οικείος και πολύ γλυκός. Βέβαια, είναι και πολύ απαιτητικός, όπως όλοι οι καλοί σκηνοθέτες. Ταυτόχρονα με αφοπλιστική ευγένεια, αυτοσαρκασμό και χιούμορ. Είναι πολύ σημαντικά χαρακτηριστικά αυτά σε μία πρόβα. Έχει επίσης πολύ μεγάλη διάθεση να τολμήσει. Εμένα αυτό με ευχαριστεί πιο πολύ στον Τερζόπουλο. Είναι πολύ τολμηρός.
― Πώς ήταν η στιγμή που έπρεπε να πεις τα πρώτα λόγια του Πυλάδη;
Υπήρχε πολλή αγωνία στην πρεμιέρα, θυμάμαι να τρέμω ολόκληρος. Είναι πολύ όμορφο το θέατρο της Επιδαύρου, ήταν κατάμεστο μέχρι επάνω στα πεύκα, που αγγίζουν τον ορίζοντα του ουράνιου θόλου.

― Χωρίς χειλόφωνα.
Αυτό είναι μια αισθητική επιλογή. Δεν είναι για να επιδείξουμε τις φοβερές μας φωνητικές ικανότητες. Πάντως ο χώρος της Επιδαύρου έχει καταπληκτική ακουστική, όπως και πολλά άλλα ανοιχτά θέατρα στην Ελλάδα. Με ή χωρίς μικρόφωνα, ο ηθοποιός μπορεί να ακουστεί. Είναι καθαρά θέμα αισθητικής και του πώς θέλει κανείς να εκφέρει τον ποιητικό λόγο σε μία παράσταση.
― Πώς επιβιώνει ένας νέος με τις δικές σου ευαισθησίες σήμερα; Βλέπεις το θέατρο σαν ένα καταφύγιο από τη βαρβαρότητα της εποχής;
Φυσικά και είναι καταφύγιο. Και είναι πολύ συνειδητή η καταφυγή μου εκεί. Πιστεύω ότι το θέατρο είναι μια σημαντική λαϊκή τέχνη. Αυτό το έχουν πει πολλοί άνθρωποι πριν από πολλά χρόνια. Ο ηθοποιός είναι λαϊκός καλλιτέχνης που απευθύνεται στους πολλούς, όχι στους λίγους. Και η δική μου στόχευση αυτή είναι. Κάτι που πιστεύω και αγαπώ εγώ, ένα κείμενο ή μια παράσταση, να μπορεί να επικοινωνήσει με το ευρύ κοινό. Αυτό είναι το στοίχημα πάντα.
― Αμφιβολίες έχεις για τις επιλογές σου;
Συνεχώς αμφιβάλλω, ήδη από τη σχολή. Είπα μόνο τα ευχάριστα, αλλά υπάρχουν και δυσκολίες. Πολλή αγωνία, δύσκολο ωράριο, πολλές ώρες πρόβας, πολλή μελέτη στο σπίτι, αλλά και η έκθεση στη σκηνή δεν είναι για μένα αυτονόητη. Δεν το κάνω με μεγάλη ευκολία.
― Μετά την Επίδαυρο και την περσινή περιοδεία;
Εν τέλει βρίσκω χαρά, αλλά πάντα, λίγο πριν, δειλιάζω. Λέω πάντα «τρέχα, σήκω και φύγε, προλαβαίνεις».
― Αυτά τα λένε και ηθοποιοί με πείρα ετών.
Και με καθησυχάζουν όταν τα ακούω, αλλά η αμφιβολία είναι παρούσα.

― Θυμάσαι κάτι που σου έδωσε αυτοπεποίθηση;
Πέρυσι ως Πυλάδης έκανα μια πολύ μεγάλη διαδρομή, από την ορχήστρα μέχρι το Άνω Διάζωμα. Ανέβαινα όλα τα σκαλοπάτια, όπως και όλοι οι ρόλοι, μόνο που εγώ είχα την τύχη να κρατάω και δύο μπαλτάδες. Αυτό δυσκόλευε την ανάβαση. Στη γενική πρόβα ο Τερζόπουλος καθόταν στην τελευταία θέση του Άνω Διαζώματος. Καθώς ανέβαινα τα σκαλιά, στο τέλος, από την κούραση και την αγωνία, άρχισαν να τρέμουν τα πόδια μου. Λίγο πριν από το τελευταίο σκαλοπάτι, δεν μπορούσα να τα πατήσω κι αναγκάστηκα να πιαστώ με τον αγκώνα μου από την κερκίδα. Ο Θόδωρος μου έπιασε το χέρι και μου είπε: «Μπράβο, Κωνσταντίνε, τα κατάφερες!». Αυτό το «τα κατάφερες», μετά από 6 μήνες προετοιμασίας, 7 χρόνια ανελλιπούς παρουσίας και δραστηριότητας στο θέατρο, μια πρεμιέρα στην Επίδαυρο μπροστά μου και μία περιοδεία, με εμψύχωσε. Ήταν μια συγκινητική στιγμή.
― Ετοιμάζεις κάτι για το «Όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός». Τι είναι αυτό;
Είμαι μεταφραστής και κάνω δραματουργική επεξεργασία σε ένα έργο από κοινού με τον Πάνο Ζυγούρο, που ήταν συμμαθητής μου στη σχολή και σπουδάζει σινεμά στο Βερολίνο. Ετοιμάζουμε μια παράσταση που θα λέγεται «Επιστροφή στο μέλλον», ένα σύγχρονο έργο βασισμένο στον μύθο του Ορέστη και της Ηλέκτρας. Μετέφρασα αρκετά ελεύθερα κομμάτια από την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή και τις «Χοηφόρες» του Αισχύλου, τα τροποποίησα και έγραψα καινούργια κείμενα, έμμετρα. θα παρουσιαστεί στο Νεκρομαντείο του Αχέροντα.
Βρείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση «Ορέστεια» εδώ.
«Επιστροφή στο μέλλον»
Νεκρομαντείο Αχέροντα, Πρέβεζα
8-9 Αυγούστου 2025