Νυρεμβέργη:
Η μάχη των εικόνων
Sylvie Lindeperg, Nuremberg, la bataille des images Des coulisses à la scène d'un procès-spectacle, Ed. Payot, Paris, 2021.
Perrine Val
Πανεπιστήμιο Paris 1 Panthéon-Sorbonne
Mémoires en jeu - 8 Φεβρουαρίου 2023
Μετά από σχολαστική έρευνα σε πολυάριθμα αρχεία στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία, τη Γερμανία, τη Ρωσία και την Ολλανδία, η Sylvie Lindeperg παρουσιάζει τους καρπούς της έρευνάς της σε ένα συναρπαστικό βιβλίο που ανασυνθέτει χρονολογικά τη Δίκη της Νυρεμβέργης, εστιάζοντας στον ρόλο και τη θέση των εικόνων στη δίκη των σημαντικότερων Ναζί εγκληματιών πολέμου. Σε ένα πρώτο μέρος, που αφορά την "ονειρεμένη δίκη", το οποίο περιγράφει λεπτομερώς την έκταση των προετοιμασιών που έγιναν από τον Μάιο του 1945, η συγγραφέας εξετάζει ιδιαίτερα την απόφαση να κινηματογραφηθεί η δίκη και να χρησιμοποιηθούν οι εικόνες ως "οπτική απόδειξη" των θηριωδιών που διέπραξαν οι Ναζί. Αν και η "οικονομια" στα πλάνα που τραβήχτηκαν από τους Αμερικανούς εικονολήπτες σημειώνεται στον πρόλογο, η παρουσία καμερών στην αίθουσα του δικαστηρίου αποτελεί ωστόσο ένα πολύ σημαντικό γεγονός. Η Sylvie Lindeperg μας υπενθυμίζει, αφενός, όλα όσα συνεπαγόταν αυτό από καθαρά αρχιτεκτονικής άποψης (με την εγκατάσταση ιδίως μιας οθόνης προβολής, φωτισμών για καλύτερη κινηματογράφηση των προσώπων των κατηγορουμένων κατά τη διάρκεια της προβολής των ταινιών, καιθώς και των τριών γυάλινων θαλάμων για τις κάμερες) και δείχνει, αφετέρου, πόσο πολύπλοκη υπήρξε η επίτευξη συμφωνίας μεταξύ των τεσσάρων Συμμαχικών δυνάμεων που ξεκίνησαν τη δίκη. Πράγματι, ενώ τα αμερικανικά δικαστήρια είχαν σχεδόν απαγορεύσει πλήρως τις κάμερες από το 1937, μετά τις υπερβολές που σημειώθηκαν κατά τη διάρκεια της δίκης του δολοφόνου του παιδιού των Λίντμπεργκ, οι Σοβιετικοί, από την πλευρά τους, κινηματογραφούσαν δίκες από τη δεκαετία του 1920 με περίτεχνη σκηνοθεσία, σενάριο γραμμένο από πριν, πολυπλυθές ακροατήριο και κατηγορούμενους που κινηματογραφούνταν από πολύ κοντά από εικονολήπτες που κινούνταν ελεύθερα στην αίθουσα του δικαστηρίου. Οι Αμερικανοί, και ιδιαίτερα ο Γενικός Εισαγγελέας Robert Jackson, στον οποίο είχε ανατεθεί η οργάνωση της δίκης της Νυρεμβέργης, γοητεύτηκαν αλλά και τρομοκρατήθηκαν από την ταινία Το Δικαστήριο Συνεδριάζει! που γύρισε ο Ilya Kopaline στη δίκη του Χάρκοβο που οργανώθηκε από τους Σοβιετικούς τον Δεκέμβριο του 1943. 'Οσο για τις γαλλικές κάμερες, αυτές ήταν χωρίς ήχο, και γίνονταν δεκτές στα δικαστήρια μέχρι το 1954. Έτσι, τα Γαλλικά Επίκαιρα κινηματογραφούσαν λίγα λεπτά μόνο κάθε μέρα στη δίκη του στρατάρχη Pétain το καλοκαίρι του 1945. Οι Βρετανοί ήταν αυτοί όμως που δημιούργησαν ένα προηγούμενο στη δίκη του Lüneburg το φθινόπωρο του 1945: επιτράπηκε στους εικονολήπτες να κινηματογραφήσουν την αίθουσα του δικαστηρίου πριν από τη διαδικασία και, κυρίως, προβλήθηκαν εικόνες από το Bergen-Belsen κατά τη διάρκεια των ακροάσεων.
Η συλλογή εικόνων που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν ως αποδεικτικά στοιχεία στη Νυρεμβέργη αποτελεί το θέμα ενός συναρπαστικού κεφαλαίου, το οποίο, "από το MoMA ως τα γερμανικά αλατωρυχεία", ακολουθεί την αναζήτηση που ανατέθηκε στον Αμερικανό Υπολοχαγό "Budd" Schulberg. Αρχικά βασίστηκε σε γερμανικές ταινίες που υπήρχαν στις Ηνωμένες Πολιτείες (επίκαιρα ή ντοκιμαντέρ της Λένι Ρίφενσταλ, για παράδειγμα) πριν ταξιδέψει στην Ευρώπη ψάχνοντας για ναζιστικές ταινίες. Στο Βερολίνο, βρίσκει έτσι την ταινία που γυρίστηκε κατά τη διάρκεια της δίκης των συνωμοτών της 20ής Ιουλίου 1944, οι οποίοι αποπειράθηκαν να δολοφονήσουν τον Χίτλερ. Στο Πότσνταμ-Μπάμπελσμπεργκ, στα κινηματογραφικά αρχεία του Ράιχ, που τώρα βρίσκονταν υπό σοβιετικό έλεγχο, η απροσδόκητη συμμαχία του Schulberg με τον Σοβιετικό Ταγματάρχη Avenarius του επιτρέπει να ανακαλύψει πολλά ντοκιμαντέρ που παρήχθησαν από το NSDAP [Εθνικοσοσιαλιστικό Γερμανικό Εργατικό Κόμμα -σ.σ.], καθώς και μια ημιτελή ταινία που γυρίστηκε από τους Ναζί στο Γκέτο της Βαρσοβίας το 1942.
Το δεύτερο μέρος του βιβλίου, με τίτλο "Η σκηνή της πραγματικής δίκης", επανεξετάζει στη συνέχεια τις πιο έντονες και τις πιο ήρεμες στιγμές της δίκης. Παρά τα μέσα που χρησιμοποίησαν οι Αμερικανοί εικονολήπτες του Signal Corps, μόνο τριάντα λεπτά γυρίζονταν την ημέρα. Σε αυτό το "φειδωλό υλικό", από το οποίο μερικές φορές απουσίαζαν ορισμένες σημαντικές στιγμές της δίκης, προστίθεται η ψευδής αντικειμενικότητα των εικόνων: με το πρόσχημα της υιοθέτησης μιας ουδέτερης άποψης, το αμερικανικό υλικό καταγράφει μόνο ένα μέρος του γεγονότος και αφήνει εκτός πεδίου ένα σημαντικό μέρος των ακροάσεων, απομονώνοντας τις μαρτυρίες χωρίς να καταγράφει τις αντιδράσεις που προκαλούν. Παρά τις αδυναμίες αυτές, οι εικόνες μεταδίδουν ωστόσο τη δύναμη ορισμένων μαρτυριών, όπως αυτές της Marie-Claude Vaillant-Couturier και του Francisco Boix, των οποίων οι ομιλίες αποτελούν τα πιο συγκινητικά αποσπάσματα του βιβλίου. Η πρώην αντίστασιακή και κρατούμενη σε στρατόπεδο δεν ήταν μόνο η πρώτη γυναίκα που μίλησε στη δίκη, αλλά η δύναμη και η σιγουριά της μαρτυρίας της, που μεταδόθηκε ευρέως από τα γαλλικά μέσα ενημέρωσης, προκάλεσαν μεγάλη εντύπωση. Οι εικόνες του Francisco Boix [φωτογράφος, βετεράνος του ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου, φυλακισμένος στο στρατόπεδο του Μαουτχάουζεν, παρουσίασε στη δίκη άπειρα φωτογραφικά ντοκουμέντα για τα ναζιστικά εγκλήματα -σ.σ.] αποκαλύπτουν όλο του το πάθος. Σε αντίθεση με τα πρακτικά του δικαστηρίου, τα οποία εξομάλυναν τα λάθη του στα γαλλικά (λόγω καταλανικής καταγωγής) και έσβηναν την επιθυμία του να ερωτηθεί για την κράτησή του σε στρατόπεδο, αυτές οι εικόνες μεταδίδουν "την αποφασιστικότητά του να απελευθερωθεί από τους φραγμούς των νομικών διαδικασιών, την αδυναμία ή την άρνησή του να παραμείνει στον ρόλο που του όριζε το δικαστήριο". Αυτή η ικανότητα να ξαναδίνει ζωή σε όλα τα πρόσωπα της δίκης είναι αναμφίβολα μια από τις πιο επιτυχημένες πτυχές του βιβλίου: ενώ οι δίκες της Νυρεμβέργης έληξαν με μια αίσθηση "μερικής αποτυχίας", πρώτα με την ίδια την αποτυχία του Jackson απέναντι στον Goering κατά την ακροασή του, στη συνέχεια με την οργή του διεθνούς τύπου για την αθώωση τριών από τους κατηγορούμενους στο τέλος της δίκης, και τέλος με την ακύρωση της προβολής του αμερικανικού ντοκιμαντέρ για τη Νυρεμβέργη στις Ηνωμένες Πολιτείες, τα πορτρέτα του γενικού εισαγγελέα, των μελών της ομάδας του, των δικαστών, των μαρτύρων, των κατηγορουμένων, αλλά και των δημοσιογράφων, των εικονολήπτων, των κινηματογραφιστών και των διερμηνέων, ζωντανεύουν όλες τις πτυχές της δίκης και αναδεικνύουν την ενέργεια που καταβλήθηκε για να ξεπεραστούν οι δικαστικές, πολιτικές και κινηματογραφικές διαφορές στην άμεση μεταπολεμική περίοδο που είχε ήδη σημαδευτεί από τον Ψυχρό Πόλεμο.
The Nuremberg Trials (British Pathé)
Το ντοκιμαντέρ "Суд идет" (Το Δικαστήριο Συνεδριάζει!) του Ilya Kopaline για τη δίκη του Χάρκοβο που "τρόμαξε" τους Αμερικάνους. Ο Ilya Kopaline είχε δουλέψει με τον Dziga Vertov και διευθύνει μαζί με τον Mikhail Kaufman την ταινία "Μόσχα" (1927).