Μισός άνθρωπος.

Μισός άνθρωπος. Facebook Twitter
0

Ο βόμβος από το πιστολάκι πάλευε να σκεπάσει αυτόν του ανεμιστήρα, που πάλευε με τη σειρά του να ξεγελάσει τη ζέστη που ορμούσε από την ανοιχτή πόρτα. Τα χέρια της κομμώτριαςείχαν πάρει φωτιά. Πάλευε κι αυτή να τα βγάλει πέρα με τα φουλ ραντεβού της ημέρας, η Λένα που τη βοηθούσε τα Σάββατα την πήρε χθες το βράδυ, να της πει ότι ήταν ακόμα άρρωστη. Έτσι, έπρεπε να ξεπετάξει μόνη της τις πελάτισσες, που είχαν αράξει στη φθαρμένη δερματίνη του καναπέ, περιμένοντας τη σειρά τους με ξινισμένα μούτρα.

Η Σίλα δούλευε στο κομμωτήριο τα  τελευταία εφτά χρόνια. Στην αρχή ήταν ένα φοβισμένο κορίτσι, στη δούλεψη της κυρά-Βούλας. Στη συνέχεια όμως έγινε η ίδια το αφεντικό, όταν η κυρά-Βούλα πέθανε και της άφησε το κομμωτήριο - την επιχείρηση δηλαδή, γιατί το ενοίκιο έτρεχε κάθε μήνα. Από πελατεία μη φανταστείς, οι τελευταίες εναπομείνασες Ελληνίδες της γειτονιάς, όλες 50 και άνω, το κρεπ και το καστανό κομοδινέ τα είχε μάθει στην εντέλεια. Περιέργως, με το που έγινε το μαγαζί δικό της, οι Αλβανές σταμάτησαν να έρχονται, κι ας νόμιζε αυτή αφελώς, ότι οι δικοί της θα την υποστήριζαν. Όμως οι άνθρωποι μισούν την επιτυχία των φίλων τους. Όσο για τις Ελληνίδες, γι’ αυτές δεν ήταν παρά μόνο το αλβανάκι, κι έμπαιναν στο μαγαζί με ύφος δέκα καρδιναλίων. Όμως η Σίλα δεν έκανε τεμενάδες, τις πελάτισσες τις κρατούσε με το καλό της το χέρι και τον φτηνό τιμοκατάλογο. Προπάντων με το δεύτερο.

Η ώρα είχε πάει δώδεκα. Είχε χτενίσει κιόλας πάνω από δέκα κεφάλια και την περίμεναν άλλα τόσα - μετά η δουλειά έπεφτε, οι κυρίες έσπευδαν στο τάισμα του συζύγου και τον μεσημεριανό τους υπνάκο. Φόρεσε στα χέρια τα γάντια, το επόμενο ραντεβού ήθελε και βαφή.

Άντε ρε συ Σίλα τι θα γίνει, μια ώρα κλείνω που περιμένω’  η τσιριχτή φωνή της κυρά -Μαίρης σα να κόχλασε από το καζάνι της σιγοβράζουσας συλλογικής δυσαρέσκειας. ‘Ωχ, να την πάλι τη γλωσσοκοπάνα, ξεφύσηξε από μέσα της. ‘Λίγο υπομονή κυρία Μαίρη μου, είμαι και μόνη  μου σήμερα’. ‘Πόσο ακόμα υπομονή να κάνω ρε Σίλα? Γι αυτό έκλεισα πρωινό ραντεβού, πρέπει να πάω σπίτι  να καθαρίσω τα φασολάκια’. ‘Ε, έτσι είναι τα λούσα κυρία Μαίρη μου, αυτά τα πράγματα θέλουν τον χρόνο τους’. Η κυρά-Μαίρη δεν κατάλαβε αν την καλόπιανε ή την ειρωνευόταν.

Συννεφιασμένη Κυριακή μοιάζεις με την καρδιά μου, που έχει πάντα συννεφιά, η βραχνή φωνή του Τσιτσάνη ξεβράστηκε από το ραδιοφωνάκι. ‘Αυτό βρήκαν να τώρα να βάλουν, μέσα στο κατακαλόκαιρο? Σκέτο ψυχοπλάκωμα’, η κυρά-Μαίρη συνέχισε ακάθεκτη. ‘Ποιος σταθμός είναι αυτός; Χάλια παίζει, αυτός που βάζει μουσική θέλει κρέμασμα’. Και περνώντας από τα λόγια στην πράξη, πλησίασε αποφασιστικά το ραδιόφωνο και γύρισε το κουμπί. Τα ενοχλητικά παράσιτα διαδέχτηκε μια ωσαύτως ενοχλητική φωνή σύγχρονου βάρδου.

 

Η Σίλα προτίμησε να την αγνοήσει. ‘Κάποιες γυναίκες είμαστε απλά ανώτερες’, δήλωσε στον εαυτό της, χρυσώνοντας το χάπι της στιγμιαίας επαγγελματικής της υποχώρησης. Γνώριζε όμως καλά μέσα της, ότι τα ρόλλερ και τα κλάμερ της δουλειάς της ήταν στην πραγματικότητα οι λαστιχένιοι κρίκοι που την κρατούσαν  δέσμια του κομμωτηρίου, των σεσουάρ και των παρακμιακών - πάλαι ποτέ μεγαλοκυριών της γειτονιάς, που γερνούσαν κάθε βδομάδα στο μαγαζί της, ασχημαίνοντας τους γυαλιστερούς της καθρέφτες με τις άσπρες τους τρίχες και τις κακιασμένες τους γκριμάτσες.

Και τότε την έπιανε κάτι σαν πανικός, στην στιγμιαία συνειδητοποίηση πως για χάρη τους θα μείνει για πάντα μισός άνθρωπος. - ‘Και ποια η διαφορά; Καμία’ ρωτούσε κι απαντούσε μόνη της, ξεγλιστρώντας με κυνισμό από τη μέγγενη που απειλούσε να τη συνθλίψει, για να παραδοθεί και πάλι στην καθησυχαστική μιζέρια της καθημερινότητας.

 

[Με τη σειρά εμφανίσεως: Half a person, Hairdresser on fire, Still ill, Stretch out and wait, Girl afraid, We hate it when our friends become successful, Sheila take a bow, Hand in glove, Bigmouth strikes again, These things take time, Every day is like Sunday, Panic (hang the dj), Some girls are bigger than others, Rubber ring, What difference does it make?]

Μουσική
0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

CHECK 10 χρόνια σκοτεινών και χορευτικών ηλεκτρονικών ήχων από την Bedouin Records

Μουσική / 10 χρόνια σκοτεινών και χορευτικών ηλεκτρονικών ήχων από την Bedouin Records

Μια κουβέντα με τον Salem Rashid Skourlis, τον ιδρυτή της ανεξάρτητης δισκογραφικής εταιρείας ακραίου και ambient ηλεκτρονικού ήχου, έναν Έλληνα που ζει μεταξύ Τόκιο και Μπανγκόκ και διαπρέπει στο εξωτερικό.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
Κ.atou: «Kάποιοι χαλάνε λεφτά για να βγουν έξω ένα βράδυ, μην τους το χαλάς»

Οι Αθηναίοι / Κ.atou: «Kάποιοι ξοδεύουν λεφτά για να βγουν έξω ένα βράδυ, μην τους το χαλάς»

Η DJ που έχει δει στο Ντιτρόιτ να ακούνε το set της δυο κουνέλια έμαθε πρόσφατα τι πάει να πει «τέκνο με κ», ενώ η πόλη που πιστεύει ότι έχει την καλύτερη ηλεκτρονική σκηνή τώρα δεν είναι το Βερολίνο. Έχοντας ταξιδέψει σε τόσα μέρη, είναι χαρούμενη που ζει στην Αθήνα, αλλά δεν μπορεί να μείνει στο κέντρο της.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
10 πράγματα για τον Enrico Sangiuliano

Μουσική / Enrico Sangiuliano, ένας περφεξιονιστής του dancefloor

Ο DJ που έχει δει πολλές κυκλοφορίες του να μπαίνουν στα «κομμάτια της χρονιάς», όπως το remix που έκανε με τη σύζυγό του Charlotte de Witte στο «The Age of Love», επιστρέφει στην Αθήνα το Σάββατο 9 Μαρτίου. Συγκεντρώσαμε λοιπόν δέκα πράγματα που πρέπει να ξέρετε για εκείνον πριν χορέψετε στα πολλά του BPM.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ
Jack Lamar ένας ράπερ που ξεπετάγεται με ορμή από την Γενιά Α μιλάει στη LiFO

Μουσική / Jack Lamar: Ο δεκάχρονος ράπερ που ξεπετάγεται με ορμή στο ελληνικό TikTok

Συναντήσαμε τον ράπερ που ανήκει στη Γενιά Α ενώ γύριζε το βιντεοκλίπ του «Oh Oh» στην πλατεία Συντάγματος. Ηχογράφησε το πρώτο του κομμάτι στα οχτώ, λέει πως οι βρισιές στο τραπ δεν τον αγγίζουν, κλείνει τα αυτιά του ή τις προσπερνά.
ΜΙΝΑ ΚΑΛΟΓΕΡΑ
Ρίχαρντ Στράους: Κυνηγώντας μουσικούς ανεμόμυλους

Συμφωνική Μουσική - Ιστορίες / Ρίχαρντ Στράους: Κυνηγώντας μουσικούς ανεμόμυλους

Πώς θα αφηγούμασταν μουσικά τον Δον Κιχώτη του Θερβάντες; Με αφορμή το ομώνυμο συμφωνικό ποίημα του Ρίχαρντ Στράους, η Ματούλα Κουστένη βουτά σε έναν συναρπαστικό μουσικό κόσμο.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ