ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ μουσικής υπάρχουν καλλιτέχνες που κουβαλούν τη διαδρομή, την ουσία μιας ολόκληρης σκηνής, χωρίς ποτέ να την εμπορεύονται. Ο Marcel Dettmann είναι αδιαμφισβήτητα ένας από αυτούς. Γεννημένος στο Βερολίνο της μετάβασης και μεγαλώνοντας στις σκιές της εποχής μετά την πτώση του Τείχους, μπήκε από πολύ νωρίς στον πυρήνα ενός ήχου που έμελλε να γίνει παγκόσμιος κώδικας. Από το δισκοπωλείο του Hard Wax μέχρι τα πρώτα πρωινά του Berghain, όταν ακόμη έθετε και τέσταρε τα όριά του, υπήρξε όχι μόνο αυτόπτης μάρτυρας αλλά και διαμορφωτής μιας κουλτούρας που χτίστηκε πάνω σε ιδρώτα, αμφισβήτηση και αυστηρή αισθητική.
Σήμερα θεωρείται ένας από τους πιο επιδραστικούς εκπροσώπους της τέκνο διεθνώς, ως DJ, παραγωγός, curator και μέλος του πανίσχυρου οικοσυστήματος της Ostgut Ton αλλά ταυτόχρονα και ως ένας καλλιτέχνης που παραμένει απρόσμενα αντι-ναρκισσιστικός. Ο Dettmann δεν μιλάει πολύ, αλλά όταν το κάνει, τοποθετεί τα πράγματα με χειρουργική ακρίβεια: η τέκνο δεν είναι trend, δεν είναι hype, δεν είναι lifestyle. Είναι ένας τρόπος να σχετίζεσαι με τον κόσμο. Ένα κανάλι επικοινωνίας που απαιτεί ακούραστη συνέπεια, ευθύνη και την ικανότητα να μη γίνεσαι ποτέ μνημείο του εαυτού σου.
«Η νύχτα είναι πολιτική επειδή προσφέρει χώρο σε όσες/-ους/-α δεν χωρούν στο mainstream. Αν χαθεί αυτή η προστασία, μας μένει απλώς ένα μπαρ με δυνατή μουσική. Ο αγώνας είναι πολιτισμικός, όχι εμπορικός».
Η κουβέντα που κάναμε δεν είναι μια συνηθισμένη συνέντευξη με έναν «θρύλο της τέκνο». Είναι μια αναζήτηση για το πώς επιβιώνεις δημιουργικά όταν ο κόσμος της ηλεκτρονικής μουσικής γίνεται ολοένα πιο εμπορικός, πώς τιμάς τις black και queer ρίζες του είδους που αντιπροσωπεύεις χωρίς να τις φετιχοποιείς, πώς μιλάς για την πολιτική του nightlife χωρίς φανφάρες και πώς συνεχίζεις να δημιουργείς σε μια εποχή που τα πάντα γίνονται trend και αναλώσιμα, επιφανειακά και ανακυκλώσιμα.
Marcel Dettmann & Ben Klock - Phantom Studies
Ο Dettmann μιλάει ακριβώς όπως παίζει, όπως τον βλέπεις στο booth, όπως έρχεται σε επαφή με τον κόσμο μπροστά του. Με τον βαθύ, εσωτερικό, δωρικό τρόπο που τον χαρακτηρίζει, μιλάει την προσωπική του διαδρομή αλλά και για το πώς αντιλαμβάνεται μια κουλτούρα που παραμένει ζωντανή μόνο όταν αρνείται να εξημερωθεί.
― Πρόσφατα είπες πως «η τέκνο είναι λιγότερο νοσταλγία και περισσότερο κίνηση». Αν ανατρέξεις στα πρώτα σου χρόνια στο Ostgut και τα συγκρίνεις με τη σημερινή δημιουργική σου φάση, ποιο κομμάτι αυτής της κίνησης μένει αναλλοίωτο και ποιο σε έχει αιφνιδιάσει;
Το μόνο σταθερό είναι το ένστικτο. Αυτή η εσωτερική ώθηση να συνεχίζεις, ακόμη κι όταν δεν έχεις ξεκάθαρη κατεύθυνση. Το Ostgut λειτουργούσε αποκλειστικά με το ένστικτο, χωρίς στρατηγική, χωρίς branding, μόνο μέσω της ενέργειας και της εμπιστοσύνης. Τι είναι αυτό που αλλάζει; Η φύση της κίνησης. Τότε ήταν σωματική: μακριές νύχτες, ιδρώτας, σώματα. Τώρα είναι περισσότερο πνευματική: ιδέες, δομή, πρόθεση. Όμως ο πυρήνας παραμένει ίδιος – να μην αναπαράγεις τον εαυτό σου. Να μη βυθίζεσαι στη νοσταλγία απλώς επειδή κάτι υπήρξε σπουδαίο. Η τέκνο πεθαίνει τη στιγμή που προσπαθεί να μιμηθεί τη δική της «χρυσή εποχή».
― Η καριέρα σου συχνά περιγράφεται ως μια ισορροπία ανάμεσα στην πειθαρχία και το ένστικτο. Πώς συνδυάζεις τον ρόλο του «ιστορικού» της ηλεκτρονικής μουσικής με την ανάγκη να σπρώχνεις διαρκώς τα όριά της προς το μέλλον;
Δεν το βλέπω ως σύγκρουση αλλά ως διάλογο. Συλλέγω την ιστορία, αλλά δεν την αγιοποιώ, είναι η πρώτη ύλη μου. Το ένστικτο μού δείχνει πότε πρέπει να σπάσω τους κανόνες. Η πειθαρχία με προστατεύει από το να διολισθήσω σε τεχνάσματα. Για μένα, το μέλλον δεν σημαίνει «τεχνολογία» αλλά το να παραμένεις απρόβλεπτος.
― Έχεις πει ότι η δημιουργική σου διαδικασία επηρεάζεται όχι μόνο από τη μουσική αλλά και από την αρχιτεκτονική, το design, ακόμη και τη σιωπή. Μπορείς να θυμηθείς μια στιγμή, εκτός club culture, που άλλαξε ουσιαστικά τον τρόπο που δημιουργείς ή παίζεις μουσική;
Σίγουρα αυτή η στιγμή ήταν την πρώτη φορά που βρέθηκα μόνος σε μια άδεια βιομηχανική αίθουσα στο Βερολίνο. Χωρίς κόσμο, μόνο τσιμέντο και αέρας. Η ακουστική ήταν αμείλικτη – τίποτα δεν σε χάιδευε. Εκεί συνειδητοποίησα πως η σιωπή έχει βάρος. Από τότε, αντιμετωπίζω κάθε κομμάτι ως έναν χώρο στον οποίο μπορείς να εισχωρήσεις.
― Υπήρξες resident στο Berghain σε μια εποχή που το κλαμπ σχεδόν καθόριζε την παγκόσμια εικόνα της τέκνο. Με τη διάχυση της σκηνής σήμερα, τι πιστεύεις ότι εξακολουθεί να αποτελεί αυθεντικότητα για ένα club ή μια κοινότητα;
Η συνέπεια, ένα σαφές όραμα και η αίσθηση ευθύνης απέναντι στα άτομα που βρίσκονται στο dancefloor. Μπορείς να έχεις τεράστιες οθόνες, budget, τέλεια social media και να παραμένεις κενός. Η αυθεντικότητα πηγάζει από ανθρώπους που βάζουν πρώτα την κουλτούρα και μετά το κέρδος. Αυτό δεν έχει αλλάξει.
― Η μουσική σου ακούγεται συχνά ωμή και συναισθηματικά συγκρατημένη, σαν να κρατά κάτι στο παρασκήνιο. Είναι ένας τρόπος προστασίας ή μια ανοιχτή πρόσκληση για το κοινό να προβάλει πάνω της τον δικό του εσωτερικό κόσμο;
Νομίζω και τα δύο. Δεν θέλω να περιγράφω τα συναισθήματα με λέξεις. Μου αρέσει η αμφισημία, η ένταση, η συγκράτηση. Όταν αφήνεις χώρο στη μουσική, ο κόσμος τον γεμίζει με τις δικές του ιστορίες. Αυτό είναι πιο δυνατό από το να κατευθύνεις το συναίσθημά τους.
— Ιστορικά, η τέκνo έχει περάσει από κύματα υπερπροβολής, εμπορευματοποίησης και επαναπροσδιορισμού. Ποια θεωρείς τη μεγαλύτερη παρεξήγηση γύρω από το είδος σήμερα και πώς αντιστέκεσαι στην τάση να εξευγενίζεται ως ένα προϊόν «της μόδας»;
Το μεγαλύτερο λάθος είναι ότι η τέκνo αντιμετωπίζεται ως «ήχος». Δεν είναι. Είναι στάση ζωής, τρόπος σκέψης. Οι τάσεις αλλάζουν, τα αισθητικά καλούπια αλλάζουν, οι αλγόριθμοι αλλάζουν. Ο μόνος τρόπος να αντισταθείς είναι να παραμένεις λίγο εκτός των ζωνών ασφάλειας, ειδικά έναντι των δικών σου συνηθειών.
― Οι ρίζες της τέκνο είναι βαθιά πολιτικές, black, queer, από εργατικές κοινότητες. Σήμερα, και ως καλλιτέχνης που έχει εξελιχθεί σε παγκόσμια αναφορά για το είδος, πώς διαχειρίζεσαι τον χαρακτήρα της σκηνής σε σχέση με αυτές τις καταβολές;
Δεν προσπαθείς να τις συμβιβάσεις, τις αναγνωρίζεις. Σέβεσαι από πού προέρχεται η κουλτούρα, αναγνωρίζεις τα άτομα που την έχτισαν, κοιτάς έξω από τη δική σου άνεση. Η τέκνο δεν γεννήθηκε για VIP τραπέζια, γεννήθηκε για ελευθερία και δυνατότητα. Όταν η σκηνή το ξεχνά, χάνει τον λόγο ύπαρξής της.
― Το Βερολίνο υπήρξε για χρόνια ένας σχεδόν συμβολικός ασφαλής χώρος, όμως η ευρωπαϊκή νύχτα μοιάζει να καταπιέζεται όλο και περισσότερο από πολιτικό συντηρητισμό, επιτήρηση, περιορισμούς. Πώς μπορούν οι κοινότητες να υπερασπιστούν την πολιτική ουσία της κλαμπ κουλτούρας;
Με εγρήγορση κσι οργάνωση. Με την άρνησή τους να μετατραπούν σε μία ακόμα «βιομηχανία διασκέδασης». Η νύχτα είναι πολιτική επειδή προσφέρει χώρο σε όσες/-ους/-α δεν χωρούν στο mainstream. Αν χαθεί αυτή η προστασία, μας μένει απλώς ένα μπαρ με δυνατή μουσική. Ο αγώνας είναι πολιτισμικός, όχι εμπορικός.
Marcel Dettmann - Lattice (2008)
― Για χρόνια, γυναίκες και queer καλλιτέχνες μιλούσαν για μια σκηνή γεμάτη ήχο αλλά με λίγο χώρο για εκείνες/-ους. Σήμερα τι έχει αλλάξει πραγματικά και τι παραμένει ακόμα σε σίγαση;
Υπάρχει πρόοδος, περισσότερη ορατότητα, περισσότερη αυτοπεποίθηση. Όμως, ορατότητα δεν σημαίνει ισότητα. Τα εμπόδια υπάρχουν ακόμη και είναι οικονομικά, κοινωνικά, θεσμικά. Ο στόχος δεν είναι η συμπερίληψη σε μια παλιά δομή. Ο στόχος είναι μια νέα δομή όπου κανένας άνθρωπος δεν χρειάζεται να ζητήσει την άδεια για να υπάρξει.
― Καθώς η τέκνo έχει αναδειχθεί σε παγκόσμιο φαινόμενο, κάποιοι άνθρωποι θεωρούν ότι χάνει το ριζοσπαστικό της πνεύμα. Πιστεύεις πως εξακολουθεί να έχει τη δύναμη να είναι μια μελλοντική, ανατρεπτική δύναμη;
Απόλυτα. Η techno είναι ανθεκτική, μεταμορφώνεται, δραπετεύει από κάθε ορισμό. Το μέλλον δεν χτίζεται στο mainstage. Χτίζεται σε μικρά στούντιο, σε σκοτεινές αποθήκες, σε μικρές συλλογικότητες χωρίς budget, αλλά με απόλυτη ελευθερία. Κάθε φορά που η βιομηχανία γίνεται προβλέψιμη, το underground ξαναγράφει τη γλώσσα. Αυτό είναι ο πραγματικός φουτουρισμός.
Marcel Dettmann - DMT [K7458EP]
Βρείτε περισσότερες πληροφορίες για το DJ set του Marcel Dettmann στο Ωδείο Αθηνών εδώ.