Τα ιστορικά καταστήματα της Αθήνας μετριούνται πια στα δάχτυλα του ενός χεριού

Τα ιστορικά καταστήματα της Αθήνας μετριούνται πια στα δάχτυλα του ενός χεριού Facebook Twitter
To bar Galaxy σε μια στοά στην οδό Σταδίου. Παραμένει ένα από τα ελάχιστα ιστορικά μπαρ της πόλης που αντέχει τον χρόνο και την άλωση από κάθε νέα ιδέα. Φωτογραφία: Πάρις Ταβιτιάν / LiFO
0

ΓΥΡΝΩΝΤΑΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΙΑΚΟΠΕΣ ΜΕ περίμενε μια έκπληξη – το παλιό βιβλιοχαρτοπωλείο όπου πήγαινα χρόνια, μια τρύπα τρίτης γενιάς σε μια κάθοδο κοντά στην Ομόνοια, δεν υπήρχε πια. Η ταμπέλα και η μικρή χαώδης βιτρίνα –σκηνές, χάρτες, παλιομοδίτικα παιχνίδια– είχαν εξαφανιστεί.

Στην ακριβώς διπλανή πόρτα, σε μια εντελώς αθηναϊκή συνύπαρξη, βρισκόταν από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου και μέχρι πολύ πρόσφατα ένας κινηματογράφος – στην είσοδο, ακριβώς πάνω από μια στενή πόρτα που οδηγούσε στο υπόγειο, τρεις μεγάλες άσπρες-μπλε πινακίδες: «2 ΕΡΓΑ ΣΕΞ» και «ΕΡΓΑ ΠΡΩΤΗΣ ΠΡΟΒΟΛΗΣ ΧΧΧ». Οι ταμπέλες έλειπαν, οι πόρτες ήταν κλειστές.

Σκέφτηκα όλα τα ιστορικά μαγαζιά που έχουν φύγει ή κλείσει τα τελευταία δέκα χρόνια – μέρη που ήταν αληθινά κομμάτια της πόλης. Στην κρίση άρχισαν να εξαφανίζονται τα εστιατόρια. Πρώτα ήταν τα παλιά μαγειρεία του κέντρου – το τελευταίο πράγμα για το οποίο είχε ο κόσμος λεφτά μέσα στην κρίση ήταν το μεσημεριανό φαγητό.

Πρώτος εξαφανίστηκε ο Παπανδρέου στην Αγορά – το μέρος όπου πήγαιναν όλοι οι ξενύχτηδες για πατσά και πατάτες τηγανητές στις έξι το πρωί. Μετά ο Δωρίς στην οδό Πραξιτέλους, ένα από τα παλιότερα μαγειρεία της πόλης, εκεί όπου ηλικιωμένοι άντρες βασάνιζαν τα μεσημέρια επί μονίμου βάσεως τις υπομονετικές κοπέλες του σέρβις με συνεχείς ερωτήσεις («Δεσποινίς, σας ρώτησα για πολλοστή φορά αν βάλατε το τυρί μου στη σακούλα και δεν μου απαντήσατε»).

Δεν νομίζω ότι το πρόβλημα είναι μόνο η κρίση, η πανδημία, η νέα οικονομία της παγκοσμιοποίησης. Ίσως να μας αρέσουν οι πόλεις που μοιάζουν φυτευτές

Μετά άρχισαν να κλείνουν τα «αστικά» εστιατόρια, αυτά που είχαν μεγαλώσει γενιές Αθηναίων – το Κεντρικόν στη στοά της οδού Βουλής (ήταν το αγαπημένο μου, πήγαινες στην κουζίνα, κοιτούσες τα ταψιά και διάλεγες τι θα φας) και το πιο κλασικό εστιατόριο του κέντρου, το Ιντεάλ στην Πανεπιστημίου.

Κάπου τότε έκλεισαν και οι Λουκουμάδες Αιγαίον, το βιβλιοπωλείο του Ελευθερουδάκη, μπαρ και καταστήματα. Δεν θα γράψω καν για τα καταστήματα που έκλεισαν στη διάρκεια της πανδημίας ή τα σινεμά – ανάμεσά τους το Έμπασσυ στο Κολωνάκι. 

Πιθανόν τα ιστορικά καταστήματα της Αθήνας να μετριούνται πια στα δάχτυλα του ενός χεριού. Είναι σαν η πόλη να χάνει σιγά σιγά τη μνήμη της. Και όχι, δεν μπορεί να μας ξελασπώσει το Galaxy ή το Au Revoir, ούτε καν η Στάνη ή οι λουκουμάδες του Κτιστάκη.

Σε άλλες πόλεις (και δεν μιλάω μόνο για πρωτεύουσες, ούτε καν μόνο για ευρωπαϊκές πόλεις) τέτοια στέκια αποτελούν κομμάτι της καθημερινότητας της πόλης. Στην Αθήνα αποτελούν αφορμή για μελό, νοσταλγικά κείμενα που θυμίζουν τη ρήση του Tony Soprano «“Remember when” is the lowest form of conversation» («To “θυμάσαι τότε που” είναι η ευτελέστερη μορφή συζήτησης»), μέχρι να ξεχαστούμε και να πάμε στο επόμενο καφέ με ξύλινα τραπεζάκια φορμάικα, καφέ τρίτου κύματος, φυτά εσωτερικού χώρου και βάσκικο τσιζκέικ.

Νομίζω πως οι Αθηναίοι πάσχουμε από ένα ιδιότυπο σύνδρομο αθεράπευτου χιπστερισμού – όλα τα νέα είναι ωραία, ας τρέξουμε να φτιάξουμε 8 εκατομμύρια καταστήματα με frozen yoghurt, για να τα κλείσουμε μετά όλα μαζί, και να φτιάξουμε στη θέση τους πολλά μαγαζιά που θα πουλάνε bao buns και μετά να φτιάξουμε μαγαζιά που θα πουλάνε sando και πικάνια με πουρέ από παστινάκι.

Δεν νομίζω ότι το πρόβλημα είναι μόνο η κρίση, η πανδημία, η νέα οικονομία της παγκοσμιοποίησης. Ίσως οι περισσότεροι Αθηναίοι –που πόσοι Αθηναίοι υπάρχουν που να είναι έστω δεύτερης ή τρίτης γενιάς– να παραμένουμε πάντα επαρχιώτες ή να μη νιώθουμε το κέντρο της πόλης (αυτό που εγκατέλειψαν οι γονείς μας τη δεκαετία του '80 και του '90 για να πάνε να ζήσουν στα προάστια) ως πραγματικά δικό μας, να μην αναγνωρίζουμε στ’ αλήθεια τα στέκια μας γι’ αυτό που είναι – κομμάτια της πόλης.

Ίσως να μας αρέσουν οι πόλεις που μοιάζουν φυτευτές, προκάτ αποικίες που μυρίζουν cinnamon buns.

Οπτική Γωνία
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Σαντορίνη: «Με τους σεισμούς δεν υπάρχουν βεβαιότητες»

Ρεπορτάζ / Σαντορίνη: «Με τους σεισμούς δεν υπάρχουν βεβαιότητες»

Οι ειδικοί της σεισμολογίας είναι «κουμπωμένοι», βρίσκονται σε εγρήγορση και είναι επιφυλακτικοί σχετικά με το ποια θα είναι η συνέχεια. Πάντως, η παρατεταμένη σεισμική δραστηριότητα στη θαλάσσια περιοχή της Ανύδρου χαρακτηρίζεται σπάνιο φαινόμενο για τη σεισμολογία.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
«Η ζωή μας ουσιαστικά είναι 10λεπτες εμπειρίες σε ακολουθία»

Media / «Η ζωή μας ουσιαστικά είναι 10λεπτες εμπειρίες σε ακολουθία»

Ο βραβευμένος δημοσιογράφος του «Atlantic» Ντέρεκ Τόμσον εξηγεί γιατί ζούμε σε έναν «αντικοινωνικό αιώνα» και μιλά για την εκλογή Τραμπ και τον ρόλο της δημοσιογραφίας στις μέρες μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γιατί ο κόσμος κινδυνεύει να γίνει ζούγκλα;

Οπτική Γωνία / O νέος ιμπεριαλισμός και γιατί ο κόσμος κινδυνεύει να γίνει ζούγκλα

Οι συνέπειες της πολιτικής του νέου Αμερικανού Προέδρου και οι αντιδράσεις του κόσμου. Μιλά στη LiFO ο δρ. Ευρωπαϊκής Ασφάλειας και Νέων Απειλών και κύριος ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ, Τριαντάφυλλος Καρατράντος.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Ο Μασκ δεν είναι Ναζί ακριβώς, αλλά μπορεί να είναι κάτι ακόμα χειρότερο»

Οπτική Γωνία / «Ο Μασκ δεν είναι Ναζί ακριβώς, αλλά μπορεί να είναι κάτι ακόμα χειρότερο»

Viral έχει γίνει η ανάρτηση του πρώην φίλου και συνεργάτη του Έλον Μασκ, Φίλιπ Λόου, επιφανή νευροεπιστήμονα, ιδρυτή της εταιρείας Neurovigil και εφευρέτη του iBrain, όπου γράφει μεταξύ άλλων ότι λίγη σημασία έχει τελικά αν κάποιος είναι πραγματικά Ναζί από τη στιγμή που ενεργεί ως Ναζί.
THE LIFO TEAM
«Αν κλείσει το TikTok, δεν θα θυμάσαι καν ποιος είμαι»

Social media / «Αν κλείσει το TikTok, δεν θα θυμάσαι καν ποιος είμαι»

Ο σεφ Eraldo μιλά για τους ρατσιστικούς χαρακτηρισμούς που επανοικειοποιείται και χρησιμοποιεί ως «όπλο» στα viral βίντεό του στο TikTok, αλλά και για την πιθανότητα η εφαρμογή μια μέρα απλώς να εξαφανιστεί.
ΠΕΝΝΥ ΜΑΣΤΟΡΑΚΟΥ
Τέμπη: Πού βρισκόμαστε δύο χρόνια μετά

Βασιλική Σιούτη / Τέμπη: Πού βρισκόμαστε δύο χρόνια μετά

Η δικαστική έρευνα είναι σε εξέλιξη, αλλά η κοινωνία πιέζει να αποδοθούν ευθύνες στους υπαίτιους. Τα αναπάντητα ερωτήματα είναι αρκετά και η κυβέρνηση δεν έχει πείσει πως έχει κάνει ό,τι χρειάζεται για να διευκολύνει την έρευνα της Δικαιοσύνης.
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ