«ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΑΛΛΑΞΕ Η ΑΤΖΕΝΤΑ», λένε στην κυβέρνηση με κάποια ανακούφιση μετά τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ και φροντίζουν να διατηρούν στον δημόσιο διάλογο τη συζήτηση για τα μέτρα. Ακόμα και η κριτική της αντιπολίτευσης είναι καλοδεχούμενη γιατί κρατά στην επικαιρότητα το θέμα των παροχών, από το οποίο το Μέγαρο Μαξίμου προσδοκά οφέλη, αναμένοντας να καταγραφούν και δημοσκοπικά σε βάθος τριών-τεσσάρων μηνών. Σύμφωνα με τα κυβερνητικά στελέχη, περιμένουν ότι οι πρώτες δημοσκοπήσεις θα καταγράψουν μια πρώτη ανοδική τάση στον απόηχο των εξαγγελιών του πρωθυπουργού, αλλά επειδή κάποια επιδοματικά μέτρα, όπως η επιστροφή ενός ενοικίου, θα γίνουν αντιληπτά στο τέλος του χρόνου και οι μειώσεις των φόρων από την αρχή της νέας χρονιάς, ελπίζουν πως η απόδοση στις μετρήσεις της κοινής γνώμης θα έχει διάρκεια.
Στην αντιπολίτευση εκτιμούν ότι λόγω της μεγάλης ακρίβειας από την οποία υποφέρουν τα ελληνικά νοικοκυριά, ειδικά στην ενέργεια και στα τρόφιμα, για την οποία η κυβέρνηση δεν εξήγγειλε κανένα μέτρο, οι όποιες μειώσεις φόρων με τις οποίες ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε ότι στηρίζει το εισόδημα θα χάσουν την αξία τους. Όταν οι αυξήσεις στην ενέργεια και στα τρόφιμα είναι πολύ μεγαλύτερες από τις αυξήσεις στα εισοδήματα, το αποτέλεσμα παραμένει αρνητικό, λένε και υποστηρίζουν ότι οι μειώσεις φόρων θα είχαν αξία αν η κυβέρνηση αντιμετώπιζε την αισχροκέρδεια ή έβαζε, έστω, ένα φρένο. «Όσα πακέτα κι αν μοιράσει ο πρωθυπουργός, οι πολίτες δεν θα κρίνουν την κυβέρνηση από αυτά που εξαγγέλλει αλλά από το αν θα δουν διαφορά στα οικονομικά τους στην πράξη και αν μπορούν να βγάλουν τον μήνα».
Πιστός στη φιλελεύθερη οικονομική πολιτική, ο πρωθυπουργός δεν ανακοίνωσε κανένα μέτρο φορολόγησης του πλούτου, παρότι αυτός αυξάνεται κατακόρυφα τελευταία σε κάποιους επιχειρηματικούς κλάδους που παρουσιάζουν υπερκέρδη.
Είναι γεγονός πως η πραγματικότητα που βιώνουν οι πολίτες είναι αυτό με το οποίο είναι αντιμέτωπη η κυβέρνηση και με αυτήν αναμετριέται. Ο λαϊκισμός της αντιπολίτευσης, όσο και αν τον επικαλείται η κυβέρνηση, δεν είναι ένα πραγματικό φόβητρο σήμερα, τουλάχιστον στην οικονομία. Ακόμα και ο Αλέξης Τσίπρας, που επιχειρεί να επιστρέψει στο προσκήνιο, δεν προτείνει τις μαγικές λύσεις που υποσχόταν στο παρελθόν αλλά επιδεικνύει ένα πιο κεντρώο προφίλ.
Το ΠΑΣΟΚ, που βρίσκεται στην αξιωματική αντιπολίτευση, δεν τάζει «λαγούς με πετραχήλια» για να αντιμετωπίσει την κυβέρνηση αλλά αντιπροτείνει ένα μετριοπαθές πρόγραμμα, με διαφορετικές προτεραιότητες, όπως η μείωση του ΦΠΑ, με το σκεπτικό ότι αυτός πλήττει περισσότερο τα λαϊκά εισοδήματα. Η επιστροφή του 13ου μισθού των δημοσίων υπαλλήλων, που θα συμπεριλάβει στην ομιλία του στη ΔΕΘ ο Νίκος Ανδρουλάκης, είναι μέσα στις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας, όπως και ο ίδιος ο πρωθυπουργός δήλωσε, απλώς δεν ήταν στις επιλογές του, καθώς προτίμησε τη μείωση των φόρων για περισσότερες κατηγορίες.
Με ανοιχτά χαρτιά
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη συνέντευξη τύπου στη Θεσσαλονίκη άνοιξε τα χαρτιά του, παρουσιάζοντας έναν σαφή κεντροδεξιό προσανατολισμό μαζί με τη φιλελεύθερη οικονομική πολιτική του, αφήνοντας εντελώς ελεύθερο το πεδίο για μια πιο αριστερή αντιπολίτευση. «Ο καλύτερος τρόπος να υπηρετηθεί μια φιλελεύθερη οικονομική πολιτική», είπε, «είναι με το να δίνουμε περισσότερα χρήματα στις τσέπες των φορολογούμενων, μειώνοντας τη φορολογική τους επιβάρυνση».
Για τη 13η σύνταξη ή τον 13ο μισθό στο Δημόσιο παραδέχθηκε ότι μπορούσε να τα δώσει, χωρίς να μπει η χώρα σε δημοσιονομικούς κινδύνους, αλλά προτίμησε τη μείωση της φορολογίας, η οποία είναι σύμφωνη με την πολιτική ιδεολογία του. «Ο 13ος μισθός θα στοίχιζε μεταξύ 1,3 και 1,4 δισεκατομμυρίων ευρώ. Αλλά δεν μπορείς να έχεις και τα δύο, και τον 13ο μισθό και τις φοροαπαλλαγές τις οποίες ανακοινώσαμε», είπε.
Πιστός στη φιλελεύθερη οικονομική πολιτική, δεν ανακοίνωσε κανένα μέτρο φορολόγησης του πλούτου, παρότι αυτός αυξάνεται κατακόρυφα τελευταία σε κάποιους επιχειρηματικούς κλάδους που παρουσιάζουν υπερκέρδη. Παρομοίως, δεν ανακοίνωσε κανένα μέτρο για την ακρίβεια, παρότι αναγνώρισε ότι παραμένει το μεγαλύτερο πρόβλημα της ελληνικής κοινωνίας.

Απ’ όσα είπε στη συνέντευξη που έδωσε στο πλαίσιο της ΔΕΘ ο πρωθυπουργός, παρότι έδωσε με σαφήνεια το πολιτικό του στίγμα, χωρίς να προσπαθήσει ιδιαίτερα να ωραιοποιήσει τις επιλογές του, φάνηκε να έχει μια καλύτερη εικόνα για την πραγματικότητα σχετικά με τις τιμές και το πρόβλημα της ακρίβειας που αντιμετωπίζουν οι περισσότεροι πολίτες. Μολονότι παραδέχθηκε εμμέσως ότι η κυβέρνησή του δεν έχει αντιμετωπίσει την ακρίβεια, ανέφερε ότι οι τιμές στα προϊόντα των σούπερ μάρκετ και στην ενέργεια δεν έχουν αυξηθεί από πέρσι. Αυτή είναι προφανώς η εικόνα που του μεταφέρουν οι συνεργάτες του, αλλά στην πραγματικότητα και στα σταθερά τιμολόγια του ρεύματος υπήρχαν σημαντικές αυξήσεις από πέρσι και οι τιμές πολλών προϊόντων στα σούπερ μάρκετ αυξάνονται καθημερινά, ενισχύοντας τη λαϊκή δυσαρέσκεια.
Η καλύτερη εικόνα που έχει ο πρωθυπουργός για τις πραγματικές αντοχές των λαϊκών εισοδημάτων φάνηκε και από την απάντηση που έδωσε στη δημοσιογραφική ερώτηση που επικαλέστηκε τα στοιχεία της Eurostat για το 2024, σύμφωνα με τα οποία το 46% των Ελλήνων δεν αντέχει οικονομικά να κάνει διακοπές για μία εβδομάδα τον χρόνο. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης υποστήριξε ότι ο δείκτης αυτός δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα και ότι τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της η κυβέρνηση δεν το επιβεβαιώνουν αυτό. Παραδέχτηκε ότι υπάρχουν πολίτες που δεν μπορούν να κάνουν διακοπές, αλλά δεν συμφωνεί πως είναι στην έκταση των αριθμών που παρουσιάζονται και γι’ αυτό, είπε, υπάρχουν τόσα προγράμματα κοινωνικού τουρισμού, αναφέροντας ότι «υπάρχουν ακόμα αρκετοί προορισμοί, και νησιά αλλά και στην ηπειρωτική Ελλάδα, όπου το κόστος των διακοπών είναι διαχειρίσιμο για μια μέση ελληνική οικογένεια».
Παρά τον κυνικό ρεαλισμό που θα έλεγε κανείς ότι επιδεικνύει στην οικονομική πολιτική του ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στο καθαρά πολιτικό πεδίο επιχειρεί να εμφανιστεί πιο συναινετικός απ’ ό,τι το προηγούμενο διάστημα. Ο τρόπος που μίλησε τόσο για το ΠΑΣΟΚ όσο και για τους Αντώνη Σαμαρά και Κώστα Καραμανλή κατέδειξε ξεκάθαρα αυτήν τη στροφή, που δεν γνωρίζουμε αν θα διαρκέσει. Ήταν εντυπωσιακή όμως η αλλαγή καθώς η ρητορική του το προηγούμενο διάστημα ήταν επιθετική, ενώ τώρα φάνηκε να επιδιώκει τουλάχιστον κάποιου είδους εκεχειρία. Ο πρωθυπουργός μπορεί να παραμένει αισιόδοξος ότι μια τρίτη εκλογική νίκη με αυτοδυναμία το 2027 είναι μέσα στις δυνατότητές του («Θέλω να σας θυμίσω ότι φάνταζε δύσκολη και πριν από τις εκλογές του 2023. Και όμως, επιτεύχθηκε», είπε), αλλά με δεδομένη την κυβερνητική φθορά και τους Καραμανλή και Σαμαρά απέναντί του δεν μοιάζει εφικτή. Είναι βέβαιο, γιατί όλοι εξετάζουν από πριν τα σενάρια, ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης, στην περίπτωση που το κόμμα του έβγαινε πρώτο στις εκλογές του 2027, αλλά χρειαζόταν εταίρο, αυτός θα ήθελε να είναι το ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο είναι εξίσου βέβαιο ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν θα συναινούσε σε μία ακόμα θητεία του ως πρωθυπουργού ούτε υπάρχει στο ΠΑΣΟΚ κάποιος άλλος που θα το δεχόταν. Αυτό εξηγεί ίσως την προσπάθεια προσέγγισης του ΠΑΣΟΚ από τον Κυριάκο Μητσοτάκη, πλην όμως προεξοφλείται ότι αυτή θα αποβεί άκαρπη, οπότε σύντομα θα πρέπει να εξετάσει κάποιο άλλο, εναλλακτικό σχέδιο Β, καθώς όλος ο σχεδιασμός του Μεγάρου Μαξίμου σήμερα αφορά τη διατήρηση της εξουσίας και μετά τις επόμενες εκλογές. Όλα όμως παραμένουν εξαιρετικά ρευστά και, όπως είπε και ο ίδιος, «κανείς δεν μπορεί να γνωρίζει ποιο θα είναι το πολιτικό τοπίο το 2027, όταν θα διεξαχθούν οι εκλογές».