ΦΩΤΙΕΣ ΤΩΡΑ

Με τον Momus στο Green Garden

Με τον Momus στο Green Garden Facebook Twitter
0

Eχω κανονίσει να συναντήσω τον Momus ένα Σάββατο βράδυ σ' ένα ρεμπετάδικο στο Κερατσίνι, αλλά ο Σκωτσέζος indie βετεράνος που πήρε το όνομά του από τον Μώμο, τον θεό της χλεύης, της ειρωνείας και του σαρκασμού, είχε μια άλλη ιδέα. «Γιατί δεν πάμε σε ένα μέρος που ξέρω και επισκέπτομαι συνέχεια όταν έρχομαι στην Ελλάδα; Είναι ένα μπαγκλαντεσιανό καφέ-εστιατόριο πίσω από την Ομόνοια». Ο Momus είναι πολύ παθιασμένος με την κουλτούρα του Μπαγκλαντές, ξέρει να αποκωδικοποιεί τις ασάφειες του μενού, να εξηγεί τι είναι η σαμόζα και τι παίζει στη διαπασών ένα τηλεοπτικό κανάλι που λέγεται Bangla Vision. Κάποτε, πίσω στο 1992 στο Λονδίνο, όταν αυτός ήταν 32 είχε ερωτευτεί τη Nessa, μια 16χρονη Μπαγκλαντεσιανή, κόρη ενός επιχειρηματία. Όταν όμως ο πατέρας της ανακάλυψε τη σχέση τους την έστειλε στο Μπαγκλαντές για να παντρευτεί κάποιον με συνοικέσιο. Τότε έγραψε τον δίσκο «Timelord», στέλνοντας ένα «κρυμμένο» μήνυμα αγάπης στη Nessa και γρήγορα κατάφερε να τη φέρει κρυφά πίσω και να την παντρευτεί. Αργότερα, θα πουλήσει την ιστορία στα βρετανικά tabloids και το όνομά του θα γίνει διάσημο στις νοικοκυρές της Βρετανίας («οk, ήταν ανήθικο, αλλά τα λεφτά που έδιναν ήταν καλά»). Συναντιόμαστε στη γωνία Κλεισθένους και Λυκούργου ανάμεσα σε τραβεστί, μισή ντουζίνα ηρωινομανείς που σουτάρουν ανενόχλητοι έξω από μια στοά που βγάζει στην Ομόνοια και δεκάδες Ινδούς και Πακιστανούς που κουβαλάνε κιβώτια, τηλεφωνούν στις πατρίδες τους, ανταλλάζουν κινητά ή τρώνε φαλάφελ στο αριστουργηματικό Raja Jee της Σοφοκλέους. Περπατάει με παροιμιώδη άνεση εκεί που λίγοι Αθηναίοι τολμούν, φορώντας το περίφημο eyepatch του, λόγω της απώλειας του δεξιού ματιού του ύστερα από μόλυνση που έπαθε το 1997 όταν έπλυνε τον φακό επαφής του με νερό από ελληνική βρύση. «Μου αρέσει πάρα πολύ αυτή η περιοχή. Πιστεύω ότι οι μετανάστες ξανατοποθετούν την καρδιά κάθε πόλης στη θέση της. Πιθανότατα, η Αθήνα την εποχή του Περικλή έμοιαζε κάπως με το τωρινό κέντρο της πόλης και οι Αφρικανοί και οι Πακιστανοί είναι εδώ για να μας θυμίζουν πώς θα έπρεπε να ζούμε στις πόλεις». Ο Momus από τον περασμένο Νοέμβριο έχει μετακομίσει μόνιμα στην Οζάκα, ακολουθώντας τοκορίτσι του, τη Hisae Mizutani (η οποία κάνει και μια περφόρμανς στις συναυλίες του), και μένει σε μια συνοικία της πόλης με τεράστια φτώχια και ανθρώπους που ζητιανεύουν και κοιμούνται στον δρόμο. Καθόμαστε σε ένα μικρό δωμάτιο μη καπνιστών σε αυτό το δαιδαλώδες μαγαζί, με faux ξύλο στους τοίχους και μια μίνιμαλ διακόσμηση που θα μπορούσε να έχει επηρεαστεί από το σκανδιναβικό ντιζάιν (χωρίς, φυσικά, να το ξέρει). Ο Momus παραγγέλνει αυτό που ο ίδιος αποκαλεί «το τέλειο τσάι» και είναι στην ουσία μια κούπα γάλα που μέσα της έχουν μουλιάσει μαύρο τσάι, κανέλα και κάρδαμο για μερικά λεπτά. «Μερικοί Έλληνες φοβούνται ότι θα χάσουν την εθνική τους ταυτότητα. Αλλά τη μεγαλύτερη αλλοτρίωση της ελληνικής ταυτότητας την έχουν καταφέρει τα βαμμένα ξανθά μαλλιά και η αμερικανική τηλεόραση, παρά οι μετανάστες». Στο Gagarin την περασμένη Παρασκευή, σε ένα ονειρικό triple bill (Gallon Drunk & Lydia Lunch, Momus, Blaine L. Reininger), o Momus έκανε πάλι αυτό το αριστουργηματικό καταστασιακό show που κάνει πάντα, ένας μεταμοντέρνος «καλικάντζαρος», που είτε τραγουδούσε με πρόζα τα δικά του κομμάτια είτε διασκεύαζε το «Ashes to Ashes» το Bowie, δεν μπορούσες να καταλάβεις αν θα ταίριαζε σε μια ταινία του Τζέιμς Άιβορι ή σε ένα αιματοβαμμένο γιαπωνέζικο θρίλερ. Η αλήθεια είναι ότι του Momus δεν του άρεσε η εμφάνιση της Lydia Lunch. «Την προτιμούσα στην περιόδο του Queen of Siam. Αυτό το σετ με έκανε να θέλω να τρέξω να καθαρίσω τ' αυτιά μου με λίγο Ιάννη Ξενάκη ή με Toru Takemitsu». O ιδιοκτήτης του μαγαζιού έρχεται στο τραπέζι μας με διάθεση να τον ανακρίνει. «Από πού είσαι;». «Από τη Σκωτία», λέει ο Momus. «Τι δουλειά κάνεις;». «Διηγούμαι ιστορίες». Την ίδια στιγμή, μια παρέα Πακιστανών κάθονται ο καθένας σε διαφορετικά τραπέζια, ο ένας πίσω από τον άλλο (σε διάταξη κινηματογραφικής αίθουσας), και παρακολουθούν ειδήσεις της πατρίδας τους στην τηλεόραση και συνειδητοποιώ ότι δεν τον έχω ρωτήσει τίποτα για τους είκοσι δίσκους και τα τρία βιβλία που έχει κυκλοφορήσει.«Τα βιβλία μου περιέχουν αστεία και ψέματα. Κάποτε έγραφα για πολιτική, τέχνη και design, αλλά, μεγαλώνοντας, κατάλαβα ότι τα ψέματα και τα αστεία είναι τα πραγματικά όμορφα, ουτοπικά πράγματα στη ζωή. Δημιουργούν παράλληλες πραγματικότητες. Όπως όλοι αυτοί οι μετανάστες που είναι γύρω μας, τώρα». Πριν από λίγο καιρό κυκλοφόρησε τον τελευταίο του δίσκο με τίτλο «Hypnoprism». « Ήταν το αποτέλεσμα της πρόσφατης εμμονής μου να ακούω μουσική αποκλειστικά από το YouTube. Οι βάσεις των κομματιών είναι από βίντεο που βλέπω συνέχεια στο YouTube. Πολλοί από τους ήχους, επίσης. Όταν τελείωσα τις ηχογραφήσεις, ανέβασα όλα τα κομμάτια εκεί δωρεάν. Αυτό είναι η πραγματική ψηφιακή folk μουσική. Τώρα, οποιοσδήποτε μπορεί να πάρει τα κομμάτια μου και να κάνει το ίδιο. Είναι σαν ένα τεράστιο πολιτιστικό flea market». Ο Momus πέρασε όλη την προηγούμενη εβδομάδα στην Αθήνα, ανέβηκε δυο φορές με τα πόδια στην κορυφή του Λυκαβηττού και περπατούσε καθημερινά δέκα χιλιόμετρα. Επισκέφθηκε -όπως πάντα- και το στενάκι της Ναρκίσσου στο Παλαιό Ψυχικό, εκεί όπου πέρασε δυο χρόνια της εφηβείας του, όταν ο πατέρας του εργαζόταν ως διπλωματικός υπάλληλος της βρετανικής πρεσβείας. «Τώρα πια η περιοχή εκεί είναι γεμάτη φυλάκια με σεκιούριτι και εκπαιδευμένους σκύλους. Το Ψυχικό έχει αγκαλιάσει την παράνοια».

0

ΦΩΤΙΕΣ ΤΩΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Agora symi

Γεύση / Agora: Η πιο γραφική ανηφόρα της Σύμης οδηγεί σε μια κουζίνα με χαρακτήρα

Σε ένα μικρό μπαλκόνι με θέα τα παστέλ αρχοντικά της Σύμης, ο Χρήστος Σιδηρόπουλος σερβίρει μια ελληνική κουζίνα που συνομιλεί με το παρελθόν χωρίς να το αντιγράφει – μιλάει χαμηλόφωνα, αλλά ακούγεται καθαρά.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Οι ανθοί της cucina povera

Γεύση / Κολοκυθανθοί: Τα λουλούδια της φτωχής αλλά σοφής κουζίνας

Τα άνθη που είτε βουτιούνται στο κουρκούτι είτε γίνονται τροφαντός ντολμάς κρύβουν φθαρτή ομορφιά και μεγάλη γευστική παράδοση — πολύ πριν ο οδηγός Michelin αναδείξει τάσεις σαν το zero waste και το «από το χωράφι στο τραπέζι».
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Αμπέλι, άστρα και συναίσθημα: Ο Θοδωρής Κοντογιάννης και η βιοδυναμική οινοποίηση

Το κρασί με απλά λόγια / Αμπέλι, άστρα και συναίσθημα: Ο Θοδωρής Κοντογιάννης και η βιοδυναμική οινοποίηση

Πώς επηρεάζει η αστρονομία τις καλλιεργητικές πρακτικές στο αμπέλι; Η Υρώ Κολιακουδάκη και ο Παναγιώτης Ορφανίδης σε μια συζήτηση με τον Θοδωρή Κοντογιάννη για τη σχέση του ανθρώπου με τη γη, την τεχνολογία και το κρασί, έξω από τα συνηθισμένα.
ΥΡΩ ΚΟΛΙΑΚΟΥΔΑΚΗ
Οι ιδιαίτερες γεύσεις του καλοκαιριού στο Αιγαίο

Γεύση / Σαρδέλες Καλλονής, Φούσκες, Σκίζα. Αυτή είναι η γεύση του Αιγαίου

Οι μένουλες Καρπάθου, το σπινιάλο Καλύμνου, η σκίζα της Μήλου και η μόστρα της Μυκόνου: Από τον ιωδιούχο αφρό του Αιγαίου ως τα μητάτα των Κυκλάδων, η γεύση του καλοκαιριού αποτυπώνεται σε προϊόντα που φέρουν την ιστορία και το φως των νησιών.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
ΕΠΕΞ Ελένη Σαράντη

Γεύση / Ελένη Σαράντη: «Κυνήγησα πράγματα που τελικά δεν είχαν σημασία»

Μετά από μια δύσκολη στιγμή, κατάλαβε πως η μόνη επιβράβευση που μετρά δεν είναι τα αστέρια, αλλά το “φάγαμε καταπληκτικά”. Όταν την αποκαλούν σεφ, απαντά απλά: «Εγώ μαγειρεύω». Η υπερήφανη μαγείρισσα που προκαλεί ουρές στην οδό Σαλαμίνος, στον Κεραμεικό, είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Από τη γαλλική bistronomie στο σαμιώτικο αμπέλι: Η συναρπαστική διαδρομή του Βασίλη Αλεξίου

Το κρασί με απλά λόγια / Από τη γαλλική bistronomie στο σαμιώτικο αμπέλι: Η συναρπαστική διαδρομή του Βασίλη Αλεξίου

Ο σεφ και οινοποιός μας ταξιδεύει από τη Σαντορίνη στο Παρίσι, στο Μarais, όπου είχε μια πολύ επιτυχημένη μακρόχρονη πορεία ως ένας από τους δημιουργούς του ρεύματος του bistronomie. Τώρα βρίσκεται στη Σάμο όπου φτιάχνει κρασιά τα οποία εκφράζουν την προσωπικότητά του και τον χαρακτήρα του, με σκοπό να τα απολαμβάνει ο κόσμος με το φαγητό του, μαζί με άλλους ανθρώπους.
THE LIFO TEAM
Νάπολη: Γιορτάζοντας τη χαρά της ζωής στη σκιά του Βεζούβιου

Nothing Days / Νάπολη: Γιορτάζοντας τη χαρά της ζωής στη σκιά του Βεζούβιου

Ένα «ανοιξιάτικο» τριήμερο σε μία πόλη που ξέρει από φυσικές καταστροφές αλλά ξέρει και να υμνεί τη ζωή, και μία μεγάλη βόλτα στην Πομπηία και στο Ερκολάνο. Από το αρχαίο «fast food» στις σύγχρονες γεύσεις της ναπολιτάνικης κουζίνας.
M. HULOT
Τραπέζι κάτω από την κληματαριά

Γεύση / Τραπέζια κάτω από βαθύσκιωτες κληματαριές. Αυτό είναι το καλοκαίρι

Σκάροι με μπάμιες μαγειρεμένα στον χυμό των ανώριμων σταφυλιών από την κληματαριά της αυλής μας, σκορπιοί μακαρονάδα με ρόγες των ώριμων τσαμπιών, καθώς και αρνάκι κοκκινιστό με γλυκόξινες αγουρίδες. Αυτές είναι οι γεύσεις που αξίζουν τον ίσκιο της κληματαριάς.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ