Σε ποινή ισόβιας κάθειρξης καταδικάστηκε ένας 33χρονος άνδρας στην Πενσυλβάνια, αφού κρίθηκε ένοχος για τη δολοφονία και τον αποκεφαλισμό του πατέρα του, ενός υπαλλήλου της ομοσπονδιακής κυβέρνησης των ΗΠΑ, αλλά και για την ανάρτηση βίντεο όπου κρατούσε το κεφάλι του θύματος και καλούσε σε επιθέσεις κατά άλλων δημόσιων λειτουργών.
Ο Τζάστιν Μον καταδικάστηκε την Παρασκευή, μετά από πενθήμερη δίκη και βρέθηκε ένοχος για ανθρωποκτονία και παραβίαση της νομοθεσίας περί τρομοκρατίας. Είναι η πρώτη φορά που κάποιος καταδικάζεται για τρομοκρατική πράξη βάσει του σχετικού νόμου στην Πενσυλβάνια.
Η εισαγγελέας της κομητείας, Τζένιφερ Σορν, χαρακτήρισε την υπόθεση «ιδιαίτερα σοκαριστική», σημειώνοντας ότι «η εργαλειοποίηση του θανάτου του πατέρα του ως πολιτική δήλωση υπογραμμίζει το μέγεθος της απειλής που συνιστά».

Το «μανιφέστο» του 33χρονου
Κεντρικό στοιχείο του κατηγορητηρίου αποτέλεσε ένα βίντεο διάρκειας 15 λεπτών που αναρτήθηκε στο YouTube λίγο μετά τη δολοφονία. Σε αυτό, ο Μον, κρατώντας το κεφάλι του πατέρα του, διατύπωνε ακροδεξιές θεωρίες συνωμοσίας, υποστήριζε ότι ένοπλες πολιτοφυλακές πρέπει να βασανίσουν και να εκτελέσουν ομοσπονδιακούς υπαλλήλους, ενώ καταφερόταν επίσης κατά της μετανάστευσης, της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, του κινήματος Black Lives Matter και των αντιφασιστικών ομάδων.
Το βίντεο αφαιρέθηκε από την πλατφόρμα μέσα σε λίγες ώρες, αφού συγκέντρωσε περίπου 5.000 προβολές, σύμφωνα με την Washington Post.
Η μητέρα του δράστη, Ντενίς Μον, βρήκε τον σύζυγό της, Μάικλ Μον, νεκρό και αποκεφαλισμένο στο μπάνιο του σπιτιού τους, όταν επέστρεψε από τη δουλειά στις 30 Ιανουαρίου 2024. Δίπλα του βρέθηκαν μια ματσέτα και ένα μεγάλο μαχαίρι. Η νεκροψία έδειξε ότι πρώτα είχε δεχθεί πυροβολισμό στο κεφάλι και κατόπιν αποκεφαλίστηκε.
Κατά τη διάρκεια της δίκης, η μητέρα δήλωσε ότι η σχέση του Τζάστιν με τον πατέρα του φαινόταν φυσιολογική. Ωστόσο, επεσήμανε ότι ο 33χρονος αντιμετώπιζε δυσκολίες στην εύρεση εργασίας μετά την αποφοίτησή του από το Πανεπιστήμιο της Πεν Στέιτ, για τις οποίες κατηγορούσε την ομοσπονδιακή κυβέρνηση και το εκπαιδευτικό σύστημα.
Μετά τη δολοφονία, ο Μον οδήγησε μέχρι ένα εκπαιδευτικό κέντρο της εθνοφρουράς, ελπίζοντας, σύμφωνα με τους εισαγγελείς, να πείσει στρατιώτες να στραφούν κατά της κυβέρνησης.
Τι ισχυρίστηκε ο 33χρονος για τη δολοφονία του πατέρα του
Κατά τη διάρκεια της δίκης παραδέχτηκε ότι σκότωσε τον πατέρα του, ισχυρίστηκε όμως ότι επρόκειτο για «αποτυχημένη προσπάθεια σύλληψης πολίτη», που κατέληξε σε φόνο όταν το θύμα «αντιστάθηκε».
Η εισαγγελία απέρριψε πλήρως τον ισχυρισμό, με τον κατήγορο Έντουαρντ Λούκα να τον χαρακτηρίζει «εντελώς παράλογο». «Τον αιφνιδίασε σε στιγμή που ήταν απολύτως ευάλωτος», είπε ο Λούκα. «Ο στόχος του ήταν να σκοτώσει τον πατέρα του, έναν ομοσπονδιακό υπάλληλο, και να υποκινήσει επιθέσεις εναντίον άλλων δημοσίων λειτουργών, με μοναδικό κίνητρο τη νοσηρή του πεποίθηση πως η κυβέρνηση πρέπει να επιβάλει τις δικές του απόψεις».
Μετά την ανακοίνωση της απόφασης, η αδελφή του Μον δήλωσε στο δικαστήριο ότι η οικογένεια αισθάνεται «προδομένη» και «συγκλονισμένη» από την πράξη του αδελφού της και από το γεγονός ότι επέλεξε να δημοσιεύσει το αποτρόπαιο βίντεο.
«Η επίγνωση ότι ο ίδιος μου ο αδελφός είναι ικανός για τέτοιες φρικαλεότητες είναι τρομακτική», δήλωσε η Στέφανι Μον. «Ο άνθρωπος που γνωρίζαμε δεν υπάρχει πια».
Η εισαγγελία τόνισε ότι ο Μάικλ Μον ήταν «ένας στοργικός σύζυγος» και «πατέρας που στάθηκε δίπλα στα παιδιά του». Παρά τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε ο Τζάστιν, ο πατέρας του συνέχιζε να του προσφέρει στήριξη, τόσο οικονομική αλλά και συναισθηματική, ακόμη και στην ενήλικη ζωή του.
«Αυτή η αφοσίωση φανερώνει το μέγεθος της αγάπης του Μάικλ προς τον γιο του», ανέφερε χαρακτηριστικά το γραφείο της εισαγγελέως.
Με πληροφορίες από Guardian