Επτά στους δέκα νέους αισθάνονται χειρότερα για τον εαυτό τους μετά τη χρήση social media, ενώ περίπου οι μισοί θα προτιμούσαν να ζουν σε έναν κόσμο χωρίς διαδίκτυο, σύμφωνα με νέα έρευνα που καταγράφει αυξανόμενη κόπωση από την ψηφιακή ζωή.
Συγκεκριμένα, το 50% των ερωτηθέντων νέων ηλικίας 16 έως 21 ετών δηλώνουν ότι θα προτιμούσαν να ζουν σε έναν κόσμο χωρίς διαδίκτυο. Παράλληλα, δηλώνουν ότι συμφωνούν σε μια «ψηφιακή απαγόρευση κυκλοφορίας», η οποία θα περιόριζε την πρόσβασή τους σε εφαρμογές και ιστότοπους μετά τις 10 μ.μ., ενώ το 46% δήλωσε ότι θα προτιμούσε να έχει μεγαλώσει σε έναν κόσμο χωρίς καθόλου διαδίκτυο.
Το ένα τέταρτο των συμμετεχόντων ανέφερε ότι περνά καθημερινά τουλάχιστον τέσσερις ώρες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Παράλληλα, το 42% παραδέχτηκε ότι αποκρύπτει από τους γονείς ή κηδεμόνες του τις διαδικτυακές του δραστηριότητες.
Νέοι και διαδίκτυο: Τα online ψέματα της ψηφιακής ταυτότητας
Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης, το 42% των νέων δήλωσε ότι έχει πει ψέματα για την ηλικία του στο διαδίκτυο, το 40% ανέφερε ότι διατηρεί ψεύτικο προφίλ, ενώ το 27% παραδέχτηκε ότι έχει προσποιηθεί πως είναι εντελώς διαφορετικό άτομο.
Η δημοσκόπηση πραγματοποιήθηκε από το British Standards Institution σε δείγμα 1.293 νέων. Από τους συμμετέχοντες, το 27% δήλωσε ότι έχει μοιραστεί την τοποθεσία του με αγνώστους μέσω διαδικτύου, ενώ τα τρία τέταρτα είπαν ότι κατά την περίοδο της πανδημίας πέρασαν σημαντικά περισσότερο χρόνο online. Το 68% εκτιμά ότι αυτός ο χρόνος είχε αρνητικό αντίκτυπο στην ψυχική τους υγεία.
Οι ανησυχίες για την υπερβολική έκθεση των παιδιών στο διαδίκτυο επανέρχονται στην επικαιρότητα μετά τις δηλώσεις του υπουργού Τεχνολογίας, Peter Kyle, ο οποίος άφησε να εννοηθεί ότι η κυβέρνηση εξετάζει το ενδεχόμενο επιβολής υποχρεωτικών ωρών λήξης για τη χρήση εφαρμογών όπως το TikTok και το Instagram.
Η Rani Govender, υπεύθυνη πολιτικής για την ασφάλεια των παιδιών στο διαδίκτυο στο NSPCC, προειδοποίησε ότι, ενώ οι ψηφιακές απαγορεύσεις κυκλοφορίας μπορεί να είναι βοηθητικές, δεν αποτελούν από μόνες τους επαρκές μέτρο προστασίας.
«Πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι μια ψηφιακή απαγόρευση κυκλοφορίας από μόνη της δεν πρόκειται να προστατεύσει τα παιδιά από τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν στο διαδίκτυο. Θα μπορούν να βλέπουν όλους αυτούς τους κινδύνους σε άλλες στιγμές της ημέρας και θα εξακολουθούν να έχουν τον ίδιο αντίκτυπο», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Η Govender πρόσθεσε ότι η βασική προτεραιότητα θα πρέπει να είναι η εξασφάλιση πρόσβασης των παιδιών σε «πολύ ασφαλέστερες και λιγότερο εθιστικές ιστοσελίδες».
Ο Andy Burrows, διευθύνων σύμβουλος του φιλανθρωπικού οργανισμού Molly Rose Foundation, που δραστηριοποιείται στην πρόληψη των αυτοκτονιών, τόνισε:
«Είναι σαφές ότι οι νέοι γνωρίζουν τους κινδύνους στο διαδίκτυο και, επιπλέον, θέλουν δράση από τις εταιρείες τεχνολογίας για την προστασία τους».
Ο Burrows υπογράμμισε ότι οι αλγόριθμοι των πλατφορμών μπορεί να προωθούν περιεχόμενο το οποίο «μπορεί γρήγορα να σπειροειδεί και να οδηγήσει τους νέους σε λαγούμια επιβλαβούς και οδυνηρού υλικού χωρίς δική τους υπαιτιότητα».
Καταλήγοντας, σημείωσε πως «νέοι νόμοι απαιτούνται επειγόντως για να ενσωματωθεί επιτέλους μια ασφαλής προσέγγιση σχεδιασμού στη ρύθμιση που θέτει τις ανάγκες των παιδιών και της κοινωνίας πάνω από εκείνες των μεγάλων τεχνολογιών».
Με πληροφορίες από Guardian