Γεννήθηκα στην Κύπρο, στη Λεμεσό, από γονείς προοδευτικούς, με σπουδές, διαβασμένους. Η μαμά μου είναι δικηγόρος, αλλά είναι και ακτιβίστρια στο φεμινιστικό κομμάτι, και ο πατέρας μου ήταν έμπορος, αλλά ασχολούνταν και με πολιτιστικές οργανώσεις. Το καλλιτεχνικό κομμάτι υπήρχε πολύ στη ζωή μας, και λόγω της αριστεράς, που ήταν συνδεδεμένη από πολύ παλιά με τον πολιτισμό, και λόγω του ότι και οι δύο γονείς μου ήταν πολύ μορφωμένοι: στο σπίτι υπήρχε λογοτεχνία, ποίηση, κοινωνικές συναναστροφές, ήταν ένα πολύ καλό περιβάλλον για να μεγαλώσει ένα παιδί.
• Ήμουν ένα ήσυχο παιδί, εσωστρεφές, «βολικό» για τους γονείς μου, πολύ ευαίσθητο. Θυμάμαι να παρατηρώ τα πράγματα, να τα καταγράφω. Θυμάμαι επίσης τα καλοκαίρια πολύ έντονα· παίζαμε έξω μέχρι πολύ αργά και τσακωνόμασταν με τα άλλα παιδιά στη γειτονιά. Απέναντι από το σπίτι μας ήταν ένα δάσος με χαρουπιές και ο μπαμπάς μου μας είχε φτιάξει ένα δεντρόσπιτο. Εφευρίσκαμε του κόσμου τα παιχνίδια με τα ξαδέλφια μου, τόσο στο δικό μας σπίτι όσο και στης γιαγιάς μου, σε μια φτωχική γειτονιά του κέντρου που είχε μετανάστες, Άραβες, και παίζαμε με τα άλλα παιδάκια.
Είναι μέρες που βρίσκω την Αθήνα απαράδεκτη, αφιλόξενη, βρόμικη, αλλά είναι και μέρες που μου αρέσει πολύ, βρίσκω ωραία τα πουλιά που κελαηδούν στον Εθνικό Κήπο και σκέφτομαι τι ωραία που είναι στου Φιλοπάππου και στο Πεδίον του Άρεως.
• Στην εφηβεία δυσκολεύουν λίγο τα πράγματα, γίνονται πιο περίπλοκα, είναι μια μπερδεμένη φάση, και λόγω του χωρισμού των γονιών μου αλλά και επειδή τα δικά μου μάτια άνοιξαν, άρχισα να αναρωτιέμαι «πού στέκομαι;», «ποιος είμαι;». Ωστόσο ήταν μια εφηβεία με πολύ καλούς φίλους και φίλες που δημιουργούσαν ένα δίχτυ ασφαλείας· τώρα καταλαβαίνω ότι ήταν πολύ καλός δείκτης ποιότητας ζωής για έναν έφηβο. Υπήρχε το bullying, αλλά αυτό που μου έχει μείνει ως επίγευση είναι οι φίλες μου.
• Ήμουν ένα παιδί εμφανώς θηλυπρεπές, που ταυτόχρονα ήταν καλός μαθητής αλλά και ταραξίας: έλεγα το ποίημα στη γιορτή του σχολείου, ήμουν και στη θεατρική ομάδα, αλλά ήμουν κι αυτός που έτρωγε bullying επειδή ήμουν διαφορετικός. Στο σπίτι υπήρχε η αναταραχή λόγω του χωρισμού, οπότε δεν συζητούσαμε γι’ αυτά τα θέματα. Με τη μάνα μου για το κομμάτι του bullying και της σεξουαλικότητας συζήτησα πολύ αργότερα.
• Κάθε Σάββατο πήγαινα στη χορωδία, από πέντε χρονών, και αυτό ήταν ένα πολύ σοβαρό «μαξιλαράκι», γιατί ήταν ένα περιβάλλον φοβερής αποδοχής και αγάπης. Βάζαμε όλες τις δυσκολίες στην άκρη, βρισκόμασταν εκεί όλοι οι «περίεργοι» του σχολείου. Αλλά ούτε εκεί συζητούσαμε, τραγουδούσαμε όλοι μαζί, πηγαίναμε ταξίδια, σε φεστιβάλ στο εξωτερικό. Ήταν πολύ σοβαρή χορωδία, και επειδή ήμασταν όλοι τόσο δεμένοι, από παιδική έγινε εφηβική, αναγκάστηκαν να κάνουν και εφηβικό κομμάτι.
• Παράλληλα με τη χορωδία, είχα ξεκινήσει να παίζω πιάνο από πολύ μικρός. Είχα μια κάπως ψαρωτική δασκάλα που έφερνε Γερμανούς μουσικούς και μας έκαναν εξετάσεις, αλλά καταλάβαινα ότι με αγαπούσε πολύ, αγαπούσε πολύ και αυτό που έκανε. Σίγουρα στη μουσική μου παιδεία έπαιξαν ρόλο και τα φεστιβάλ. Ο πατέρας μου ήταν παθιασμένος με το κομμάτι του πολιτισμού, ήταν και μέλος της πολιτιστικής κίνησης στην οποία ανήκε η χορωδία, μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου, του κρατικού θεάτρου. Έτσι, πηγαίναμε σε παραστάσεις, σε φεστιβάλ, αλλά έρχονταν και σχήματα από όπου μπορείς να φανταστείς, από το Πράσινο Ακρωτήρι μέχρι την Κούβα. Οπότε, υπήρχε πολλή μουσική στο σπίτι και στο περιβάλλον. Σε κάποια φάση άρχισα να παίζω και κιθάρα και στην εφηβεία ήμουν μέλος σε συγκροτήματα πιο ροκ, τραγουδούσα και έγραφα κάποια τραγούδια.
• Μέχρι τη Β' Λυκείου, επειδή ήμουν και άριστος μαθητής, προοριζόμουν για σπουδές Νομικής, επειδή η μητέρα μου είχε δικηγορικό γραφείο και έπρεπε να υπάρχει συνέχεια. Προετοιμαζόμουν, και στη Β' Λυκείου είπα «τι βλακείες κάνω; Δεν υπάρχει περίπτωση να κάτσω πέντε χρόνια στη Νομική», έτσι είπα στους γονείς μου ότι θα σπουδάσω θέατρο. Δεν πέρασε καν από το μυαλό μου να σπουδάσω μουσική. Οι γονείς μου είχαν ταραχτεί, μου έλεγαν «μήπως να κάνεις κάτι πιο σίγουρο;». Δεν το καταλάβαιναν, ειδικά η μάνα μου, που είναι by the book άνθρωπος, δεν καταλάβαινε τι σημαίνει στηρίζω το παιδί μου, ότι όταν πήγαινα σε έναν διαγωνισμό σύνθεσης τραγουδιού έπρεπε να έρθει.
• Στην Αθήνα ήρθα σε ηλικία είκοσι χρονών, αφού έκανα δυο χρόνια το στρατιωτικό μου, και σπούδασα σε ιδιωτική δραματική σχολή. Το υπουργείο Πολιτισμού της Κύπρου έδινε υποτροφίες για κάποιες δραματικές σχολές στην Ελλάδα, για το Εθνικό, το Τέχνης, το Κρατικό, κι εγώ είχα πάρει υποτροφία για το Θέατρο Τέχνης. Τότε όμως το Θέατρο Τέχνης αποφάσισε ότι ήθελε να διακόψει αυτήν τη σχέση με το υπουργείο Πολιτισμού της Κύπρου, οπότε σταμάτησε να παίρνει Κύπριους. Επομένως ήρθα, έδωσα εξετάσεις, πέρασα στη δεύτερη φάση και μετά μου είπαν «δεν θα πάρουμε φέτος». Έτσι, πήγα σε ιδιωτική σχολή, στης Δήμητρας Χατούπη, που είναι πολύ καλή, και στη συνέχεια έκανα μεταπτυχιακό στη σκηνοθεσία θεάτρου και στη δραματουργία στο Παρίσι.
• Τελειώνοντας τη σχολή, έπαιξα κατευθείαν σε μιούζικαλ, στους «Δαίμονες» του Καρβέλα με τη Βίσση, μετά στο Εθνικό, στο «Shrek», όπου πρωταγωνιστούσε η Μαρίνα Σάττι, στο «West Side Story», στα «Μάγια της Πεταλούδας» του Λόρκα. Σκηνοθέτησα ταυτόχρονα τρία μικρά έργα στο Θέατρο 104, και μετά έφυγα για Παρίσι.
• Στο Παρίσι έμεινα τρία χρόνια, πηγαινοερχόμουν όμως στην Αθήνα, γιατί διοργάνωνα τα πάρτι Banana Boys, που ήταν μηνιαία. Είχαμε κάνει και μεγάλα events: είχαμε δουλέψει με την Gucci σε δύο πάρτι που διοργανώσαμε μαζί. Πήγα στο Παρίσι πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Ήταν μια περίεργη πόλη, αλλά βρήκα αμέσως έναν συγκάτοικο από την Κύπρο, ο οποίος ήταν μουσικός και έπαιζε ρεμπέτικα, οπότε, επειδή δεν ήξερα και κανέναν, πήγαινα μαζί του στα ρεμπετάδικα. Ήταν κάτι κούρδικα μαγαζιά που έπαιζαν την Πέμπτη κούρδικα, την Παρασκευή ελληνικά, το Σάββατο τούρκικα. Έτσι γνώρισα κόσμο, γνώρισα ένα άλλο Παρίσι, που είναι όμως μια κοινότητα πολύ μεγάλη, Κούρδοι, Αρμένιοι, Ιρανοί, Έλληνες, Κύπριοι, Τούρκοι, κάποιοι από τους οποίους είναι πολιτικοί πρόσφυγες. Παράλληλα έπαιρνα το ποδήλατό μου και πήγαινα στα μουσεία επειδή δικαιούμουν δωρεάν είσοδο –αυτό ήταν ένα άλλο Παρίσι–, και στη συνέχεια, όταν ξεκίνησα το μεταπτυχιακό σκηνοθεσίας, είδα ένα άλλο Παρίσι. Άρχισα να βλέπω πέντε παραστάσεις την εβδομάδα. Ξαφνικά βρέθηκα να κάνω συναυλίες με αυτούς τους ανθρώπους, κάθε μήνα κάναμε jam. Υπήρχε κάτι που λέγεται jam oriental, που μαζεύονταν πενήντα μουσικοί με τα παραδοσιακά τους όργανα σε κύκλο. Για μένα ήταν ακραία εμπειρία. Το κομμάτι της σεξουαλικότητας στο Παρίσι είναι κάτι επίσης πολύ σημαντικό: έφυγα από κάπου που ήταν πολύ συντηρητικά και πήγα σε ένα μέρος όπου συνδιαλεγόμουν με πολύ διαφορετικούς όρους ως προς τη σεξουαλικότητα και την πολυγαμία, οπότε μπήκε πολλή μαγιά στο ζυμάρι μου. Γνώρισα κόσμο από τον χώρο της διανόησης, κι ενώ πίστευα ότι ήμουν διαβασμένος, πήγα εκεί και ήμουν το τίποτα. Ξαφνικά γνώρισα κόσμο, έβλεπα επιδείξεις μόδας και μου άρεσε, παρότι δεν είχα σχέση με τη μόδα, ήταν φανταστικό. Ήταν πολύ πλούσια εμπειρία, αν και απαιτητική: έμενα στον πέμπτο όροφο χωρίς ασανσέρ, έφτανε το τέλος του μήνα και δεν είχαμε μία, τρώγαμε μακαρόνια, αλλά ταυτόχρονα ήταν μια εμπειρία που δεν θα την άλλαζα με τίποτα.
• Η Αθήνα είναι το μέρος όπου ζουν οι άνθρωποι που αγαπώ πάρα πολύ, κι αυτό την κάνει σίγουρα όμορφη στα μάτια μου. Κάθε μέρα αυτό μού δίνει ένα φίλτρο για να βλέπω αλλιώς την πόλη. Είναι μέρες που τη βρίσκω απαράδεκτη, αφιλόξενη, βρόμικη, αλλά είναι και μέρες που έχω ξυπνήσει από τη σωστή πλευρά του κρεβατιού και μου αρέσει πολύ, βρίσκω ωραία τα πουλιά που κελαηδούν στον Εθνικό Κήπο και σκέφτομαι τι ωραία που είναι στου Φιλοπάππου και στο Πεδίον του Άρεως.
• Ζούμε σε εποχή συσχετισμών· τίποτα δεν είναι αυτονόητο. Αν, για παράδειγμα, δεν επιβάλω στον σκηνοθέτη του βιντεοκλίπ μου να υπάρχει κάτω δεξιά στην οθόνη μια διερμηνέας σε μαύρο φόντο που να εξηγεί τους στίχους, δεν θα τη βάλει από μόνος του. Ο σκηνοθέτης βγάζει αφρούς γιατί του χαλάς το πλάνο και το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα. Αν δεν έκανα τον καβγά και δεν πατούσα πόδι σε εκείνη τη φάση που τα πράγματα δεν ήταν αυτονόητα, δεν θα έρχονταν οι κωφοί στα live μου χωρίς καν να τσεκάρουν αν είναι προσβάσιμα, γιατί ξέρουν ότι θα είναι. Έτσι δημιουργείται μια αλληλουχία γεγονότων. Π.χ., μόνο αν βάλεις μια γυναίκα μέσα στους άντρες και σπάσεις την κυριαρχία τους, που τη βλέπουμε παντού, θα δημιουργήσεις έναν καινούργιο κρίκο σ’ αυτήν τη διαδικασία, δεν νομίζω ότι μπορεί να γίνει αλλιώς. Για να παίζουν οι Μαύροι της Αμερικής τους μαύρους ρόλους και να μη βάφονται οι λευκοί δόθηκαν πολύ μεγάλοι αγώνες. Δεν γίνεται να μη διεκδικήσεις τον χώρο που σου αναλογεί για να αναπνεύσεις. Θα περάσουμε από την ακρότητα σε κάτι casual όταν καταλαγιάσουν τα πράγματα.
• Όταν ήμουν πιο μικρός, όλες οι ερωτήσεις που μου έκαναν ήταν «είσαι αρκετά κουίρ;», «υπάρχει κουίρ μουσική;» «είναι κουίρ το ένα, είναι κουίρ το άλλο;», λες και είμαι ο εκλεγμένος εκπρόσωπος του κουίρ κόμματος. Προφανώς για να συνεννοούμαστε φτιάχνουμε τις κατηγορίες των ανθρώπων και λέμε «αυτοί είναι αυτό και έχουν αυτές τις ειδικές απαιτήσεις». Εγώ είμαι ένα κουίρ άτομο, που ανήκει σε μια κουίρ κοινότητα, αν υπάρχει τέτοια κοινότητα στην Αθήνα, με την έννοια της οργανωμένης κοινότητας. Το κουίρ στην Ελλάδα είναι πολύ φρέσκο, δεν συγκρίνεται καν με αυτό που υπάρχει στο Λονδίνο ή στο Παρίσι.
• Είμαι κουίρ άτομο, άρα κάνω κουίρ μουσική, αν στέκει αυτός ο όρος μάλλον αυτό κάνω, κι είναι κάτι που έρχεται στα μούτρα του άλλου και πρέπει να το αντιμετωπίσει μέσα του, πρέπει να συνδιαλλαγεί με αυτό αναγκαστικά. Αν το δει στη LiFO γραμμένο, ναι, είναι κουίρ μουσική, υπάρχει. Από την άλλη, εγώ εκπροσωπώ τον εαυτό μου, δεν εκπροσωπώ κάποιον άλλον, ούτε την κουίρ κοινότητα της Αθήνας, ούτε κανέναν. Εκπροσωπώ την κατάστασή μου, η οποία είναι μεταβλητή, κι αυτό είναι και η επιτομή του κουίρ. Φυσικά είναι μεγάλος ο κίνδυνος να εγκλωβιστώ μέσα σε κάτι το οποίο πρέπει να είναι κάπως και να έχει κάποια χαρακτηριστικά όχι μόνο για να είναι αρεστό στην κοινότητα της μουσικής αλλά και για να πάρει την έγκριση της κουίρ κοινότητας. Βγαίνω σιγά-σιγά από αυτή την παγίδα, γιατί είχα μπει στη διαδικασία να βρω τη χρυσή ισορροπία μεταξύ των δύο, και νομίζω ότι πλέον αγκαλιάζω με πολύ θερμό και υγιή τρόπο και την αρρενωπότητά μου και τη θηλυκότητά μου, και κάθε μου έκφανση, χωρίς να τη λογοκρίνω καλλιτεχνικά.
• Υπάρχουν κουίρ καλλιτέχνες οι οποίοι ανοίγουν παράθυρα σε αυτή την καθολικότητα που έχει επιβληθεί ως κανονικότητα, αλλά δεν νομίζω ότι υπάρχει στα αλήθεια κουίρ κοινότητα στην Αθήνα, είναι μεμονωμένα τα άτομα.
• Ελπίδα μού δίνει ο τρόπος που μεγαλώνουν τα παιδιά τους οι φίλοι και οι φίλες μου, με αγάπη, πολλή αγάπη, όλα φιλτράρονται μέσα από αυτή την αγάπη. Τα μαθαίνουν να αμφισβητούν το σχολείο, να αμφισβητούν τα δεδομένα, ταυτόχρονα τα μαθαίνουν να αγαπάνε τις αντιφάσεις τους, τα συναισθήματά τους με έναν τρόπο που μέχρι και τη δική μου γενιά δεν ξέραμε. Και ξαφνικά βρεθήκαμε με ένα βουνό από συναισθήματα, τα οποία μας προκάλεσαν στρες. Είναι πολύ σοβαρό κριτήριο για μένα η αγάπη, κι αν ένα παιδί βιώσει την αγάπη και τη γνωρίσει, δεν υπάρχει περίπτωση να μην κατακρίνει τον πόλεμο, την ανισότητα, τον ρατσισμό, την ομοφοβία και την τρανσφοβία. Ένα πλάσμα που αγαπάει βαθιά τον εαυτό του θα αγαπήσει και τους άλλους.
• Έχω μια αγάπη για την εικόνα, νομίζω ότι είναι ένα μήνυμα, ένα «καλησπέρα, είμαι αυτός και φαντάζομαι τον κόσμο έτσι». Στα Banana Boys φόραγα αστεράκια αυτοκόλλητα κάτω από τα μάτια – πήγα και στην Κύπρο έτσι, δεν ξέρω πώς τόλμησα να κατέβω από το αεροπλάνο με δύο αστεράκια στο πρόσωπο. Μετά, στο πρώτο live, είπα ότι θα βάλω δυο δάκρυα ως καλλιτεχνικό statement. Ερχόμενος στην Αθήνα, ήρθα σε επαφή με τελείως άλλη μουσική, άρχισα να γνωρίζω πολύ πιο βαθιά τον Ντέιβιντ Μπάουι, τους Queen, όλα αυτά τα ’70s ινδάλματα, που επίσης μου άνοιξαν έναν πολύ μεγάλο χώρο στη σεξουαλικότητα σε σχέση με αυτό που κάνω – έτσι προέκυψαν και τα δάκρυα ως καλλιτεχνικό statement.
Οdy Ιcons - «Working οut my little muscles
• Την Τάμτα τη γνώρισα όταν ήρθε σε ένα live μου με τον Teo. Είχα βγάλει το «Working οut my little muscles» και αυτοί νόμιζαν ότι όλο μου το σετ θα είναι έτσι, ηλεκτρονικό και τρέλα: εγώ έπαιζα το κομμάτι χωρίς να είμαι καν στη σκηνή και μετά έβγαινα με μια κιθάρα και κάναμε κάτι παρανοϊκά, με λούπες και τέτοια. Μου είπε τότε ο Teo «ψάχνει η Τάμτα τραγούδι». Έγραψα το «Pandora» και τα υπόλοιπα είναι ιστορία. Η πρώτη μου συνεργασία με Ελληνίδα καλλιτέχνιδα ήταν με τη Μαρίνα Σάττι. Ήμασταν πολύ καλοί φίλοι και δουλέψαμε μαζί τη «Yenna». Δεν έγραψα τραγούδια στο άλμπουμ, γιατί τότε δεν έγραφα ακόμα, αλλά κάναμε όλο το direction μαζί. Έκανα μια πολύ μεγάλη έρευνα και σε καλλιτέχνες αλλά και στο δραματουργικό κομμάτι – το να γράψουν η Κιτσοπούλου κι ο Μάλαμας στίχους ήταν δική μου πρόταση.
• Τον Λαπαθιώτη τον γνώρισα ως ποιητή από το «Ερωτικό» που τραγούδησε η Ελευθερία Αρβανιτάκη. Μου είχε κάνει φοβερή εντύπωση που ένας άνθρωπος έκατσε και έγραψε στίχους πάνω στο ακρωνύμιο του εραστή του. Μου είχε φανεί εξωφρενικό, ασύλληπτο, κι έτσι εμβάθυνα, διάβασα κι άλλα ποιήματά του, διάβασα για τη ζωή του. Ο Χρήστος Θεοδώρου έχει επίσης μια πολύ μεγάλη αγάπη για τον Λαπαθιώτη, κι επειδή τον είχα δάσκαλο στη σχολή, υπήρχε διαρκής αλληλεπίδραση μεταξύ μας. Δεν είχα καταλάβει τι ακριβώς ήταν αυτός ο extreme τύπος, δεν μπορούσα να τον βάλω σε context τότε, αλλά τώρα με την παράσταση, που εμβάθυνα, θαυμάζω πολύ την ικανότητα ενός ανθρώπου να είναι το εμπόδιο σε μια κοινωνία. Θαυμάζω κάθε άνθρωπο που μπορεί να στέκεται στο κέντρο του και να μην παρασύρεται από το μαζικό κύμα. Στην παράσταση τραγουδάω 12 τραγούδια που έγραψε ο Χρήστος Θεοδώρου σε στίχους Λαπαθιώτη και είναι πολύ διαφορετικά απ’ ό,τι έχω τραγουδήσει μέχρι τώρα – στο πιάνο είναι ο Αλέξανδρος Αβδελιώδης. Ο Γιάννης Σκουρλέτης έφτιαξε ένα λαπαθιωτικό σύμπαν, οπότε δεν είναι ένα απλό live, ούτε ένας κύκλος τραγουδιών. Εγώ μπαίνω μέσα σε αυτό το σύμπαν του ακραίου ερωτισμού, του ακραίου αισθησιασμού και αισθητισμού και ερμηνεύω, γιατί υπάρχει και υποκριτικό κομμάτι.
• Μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον που δεν είχε εμμονή με την ευρωπαϊκότητα, οπότε υπήρχε πολύ μεγάλη αγάπη για την Ανατολή. Είχαμε φίλους Τούρκους και Τουρκοκύπριους, δεν βλέπαμε εχθρικά αυτό το κομμάτι της Ανατολής που η Ελλάδα και η Κύπρος το εχθρεύονται ως κατώτερο, υποδεέστερο, φτηνό, λαϊκό κ.λπ. Αντιθέτως, μεγάλωσα σε ένα λαϊκό περιβάλλον, καθόλου εστέτ, που σίγουρα έχει επηρεάσει και τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι τη μουσική και τον τρόπο που γράφω. Ειδικότερα τώρα, που ετοιμάζω ένα καινούργιο πρότζεκτ, καινούργιο άλμπουμ, και άφησα τον εαυτό μου ελεύθερο να γράψει ελληνικά, έγραψα λαϊκά με πολύ ανατολίτικες αναφορές. Όταν παίζω τραγούδια μου στην Ελλάδα, μου λένε «γιατί τόσο τουμπερλέκι;». Για τα δικά μου δεδομένα δεν είναι πολύ τουμπερλέκι, πολύ κλαρίνο, πολύ ούτι. Τι σημαίνει «πολύ»; Είναι ένα όργανο και παίζει, σαν να παίζει μια κιθάρα – θα έλεγες ότι παίζει πολύ κιθάρα;
• Μου αρέσει να μπαίνω στο Pinterest και να βλέπω εικόνες, μου αρέσει πάρα πολύ η μπρουτάλ αρχιτεκτονική, μπαίνω και βλέπω διάφορα σπίτια. Βρίσκω αυτό που θέλω και μετά ο αλγόριθμος μού προτείνει κι άλλα σαν αυτά που ήθελα. Έχω ανακαλύψει φοβερούς θησαυρούς. Μου αρέσει να μαζευόμαστε με τους φίλους μου και να παίζουμε επιτραπέζια παιχνίδια, μου αρέσει να βολτάρω με τον σκύλο μου σε πάρκα, μου αρέσει να διαβάζω ποίηση, μου αρέσει το διάβασμα γενικώς. Τώρα ξαναδιαβάζω τον Προφήτη του Χαλίλ Γκιμπράν σε μια καινούργια μετάφραση. Μου αρέσει να ανακαλύπτω καινούργια μαγαζιά όπου μπορώ να ψωνίσω thrift ρούχα, μου αρέσει να δοκιμάζω τα καινούργια vegan εστιατόρια, μου αρέσει και να μαγειρεύω.
• Η αγένεια με ενοχλεί τόσο που θέλω να ασκήσω βία στον άλλον, με εκνευρίζει η επιβολή της αγένειας ως κουλτούρας, ότι κάνουμε πως είναι cool. Mε εκνευρίζει επίσης να ζω στην εποχή της πληροφορίας και οι άνθρωποι να αγνοούν τα πολύ βασικά, τι συμβαίνει εδώ που ζούμε, όχι κάτι extreme.
• Στην ανακάλυψη της ταυτότητάς μου, στη διαδρομή που έκανα έξω από τα σκοτάδια και τα κρυφά, ο έρωτας δεν έπαιξε καταλυτικό ρόλο. Δεν έχω αλλάξει χώρα για έναν έρωτα, δεν έχω προδώσει τους φίλους μου για έναν έρωτα, αν έπρεπε να επιλέξω μεταξύ ενός εραστή και των φίλων μου, θα επέλεγα σίγουρα τους φίλους μου, γιατί κάπως το καταφύγιό μου είναι η αγάπη των φίλων μου. Αλλά στη φάση που είμαι τώρα βιώνω τον έρωτα από τη θέση που είμαι και με τα δεδομένα που έχω μετά από χρόνια ψυχανάλυσης – ο έρωτας είναι μια περιοχή από την οποία αντλώ έμπνευση, κουράγιο, απόλαυση και ησυχία. Δεν είχε ησυχία ο έρωτας μέχρι πρόσφατα, ήταν ένα μέρος πολύ ταραχώδες και περίπλοκο.
• Η ζωή με έχει μάθει ότι το να σκέφτεσαι «ναι, αλλά εγώ, ένα άτομο, τι θα καταφέρω;» δεν λειτουργεί. Επίσης, με έχει μάθει να μπαίνω εμπόδιο εκεί που πρέπει και να ανοίγω τον δρόμο εκεί που τα πράγματα δεν επιδέχονται ούτε σύγκρουση αλλά ούτε και αντιμετωπίζονται. Με έχει μάθει ότι οι συκιές που είναι κοντά σε ποτάμι κάνουν πολύ πιο γλυκά σύκα.
Ο Ody Icons συμμετέχει στην παράσταση «Κάπου περνούσε μια φωνή» σε σκηνοθεσία Γιάννη Σκουρλέτη που ανεβαίνει στο bijoux de kant HOOD art space (Πολυκλείτου 21), Σάββατο και Κυριακή στις 20:30.
Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση εδώ.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.