Η αίθουσα έχει στηθεί κάπως διαφορετικά. Οι καρέκλες έχουν γυρίσει λίγο, η σκηνή έχει μετακινηθεί μισό μέτρο. «Είμαι καυλωμένος να παίξω», λέει γελώντας. Δεν το λέει για να κάνει εντύπωση αλλά σαν κάποιος που περίμενε να ξαμοληθεί. Ο Βαγγέλης Μουλαράς επιστρέφει με τη νέα του παράσταση, που έχει τίτλο «Ναι μεν, αλλά», και κυρίως με τη διάθεση να αφήσει στην άκρη τα βαρύγδουπα και να παρουσιάσει έναν πιο αληθινό εαυτό.
«Το “Δέκα με τόνο” ήταν η πρώτη μου δουλειά, η οποία είχε γραφτεί σε μια περίοδο δέκα χρόνων. Είχε κείμενα επτά-οκτώ χρόνων, πράγματα που λειτουργούσαν, αλλά μπορεί να μη με εξέφραζαν πλέον. Τώρα όλα είναι φρέσκα, γραμμένα την τελευταία χρονιά. Νιώθω καλύτερος writer και, ελπίζω, καλύτερος performer». Δεν είναι μόνο τεχνική υπόθεση, είναι και θέμα περσόνας: «Όσο πιο κοντά στον εαυτό σου είναι η περσόνα σου, τόσο πιο ελεύθερος είσαι πάνω στη σκηνή. Δεν αγχώνεσαι, δεν αντιδράς ως “ρόλος”. Ο στόχος μου είναι να αποκαλύπτω όσο περισσότερες πτυχές του χαρακτήρα μου γίνεται».
«Μεσαίο παιδί, ήθελα προσοχή. Κατάλαβα νωρίς τι είναι το χιούμορ ως μηχανισμός – μικραίνει τις αποστάσεις, δημιουργεί συμπάθειες. Σήμερα, όταν κάνω πρόβα, ηρεμώ. Εκεί ανήκω».
Αυτή η μετατόπιση φαίνεται και στις θεματικές του: λιγότερα «μεγάλα νοήματα», περισσότερη καθημερινότητα. «Έχω κείμενα για το πάρκινγκ, για το πώς είναι να μη βρίσκεις σπίτι. Πράγματα της καθημερινότητας, χωρίς να ψάχνω για συμβολισμούς σε κάθε ατάκα. Θέλω να είναι αυθεντικά αστεία, όχι “υποχρεωτικά σημαντικά”». Μετά την πανδημία, πιστεύει, έχει αλλάξει και το αίτημα του κοινού: «Ο κόσμος θέλει να ξεχνιέται. Να περάσει δύο ώρες και να μη μιλάμε για ακρίβεια και στεγαστικό. Αν χρειαστεί να ακουμπήσω την επικαιρότητα –ναι, και τη Γάζα–, θα το κάνω με ανάλαφρο τρόπο. Το stand-up οφείλει πρώτα να σε κάνει να περάσεις γαμάτα».
Η διαφοροποίηση από αυτό που κάνει στο YouTube με την εκπομπή «Τα νέα της εβδομάδας» είναι συνειδητή. «Η εκπομπή είναι άλλο μέσο: σχολιάζω την επικαιρότητα, γράφω, στήνω ρυθμό. Στην παράσταση μιλάω προσωπικά. Δεν έχει νόημα να κουβαλάω στο live ό,τι “καίγεται” σε δύο μήνες. Θέλω να έρχεσαι κοντά μου και να ακούς άλλα πράγματα, άλλες οπτικές». Και πολιτικά; «Για να σε αποτρέψει μια παράσταση επειδή διαφωνείς, πρέπει να είσαι πολύ δογματικός. Οι περισσότεροι διαφωνούν, γελάνε, το αναγνωρίζουν και προχωράνε».
Η σχέση του με τη σκηνή ξεκινάει παλιά, σε ένα λεωφορείο με το οποίο γυρνούσε από το χωριό στο κεφαλοχώρι, με ανέκδοτα στη γαλαρία. «Μεσαίο παιδί, ήθελα προσοχή. Κατάλαβα νωρίς τι είναι το χιούμορ ως μηχανισμός – μικραίνει τις αποστάσεις, δημιουργεί συμπάθειες. Σήμερα, όταν κάνω πρόβα, ηρεμώ. Εκεί ανήκω».
«Μόνος καβγάς δεν γίνεται – ούτε μόνος σασμός»
Η ελληνική stand-up σκηνή ωρίμασε: specials στο YouTube, επιλογές στο σπίτι και σε live («σχεδόν κάθε μέρα παράσταση στην Αθήνα»), κοινό που «εκπαιδεύεται» και ζητά καλύτερο υλικό. «Παλιά λέγαμε “άντε να βγουν τα πρώτα σπέσιαλ”. Τώρα μπορείς να δεις πέντε διαφορετικούς κωμικούς μέσα σε μία εβδομάδα. Είναι πλήρως εδραιωμένο ως τρόπος διασκέδασης».
Μαζί με την ωρίμανση, όμως, ήρθαν και οι τριβές: «Κόντρες υπάρχουν, όπως σε κάθε επάγγελμα. Χρειάζεται καλή θέληση, αλλά υπάρχουν εγωισμοί, πράγματα που έχουν ειπωθεί και δεν ξεπερνιούνται εύκολα. Ο πατέρας μου λέει “μόνος καβγάς δεν γίνεται” όπως και μόνος σασμός δεν γίνεται. Βρισκόμαστε σε ένα τέλμα, υπάρχουν πληγές που δεν έχουν κλείσει».
Όσον αφορά το cancel, είναι σκληρός: «Αν υπήρξε κάποια πραγματική συνέπεια, την πλήρωσε ο Πάρις Ρούπος. Κατά τα άλλα, βλέπω πολλή ρητορική περί cancel, αλλά λίγη ουσία. Αυτό που όντως με τρομάζει είναι η λογοκρισία, το πώς η κυρίαρχη αφήγηση καταπίνει τις παρεκκλίσεις. Να απολύεται κάποιος για κάτι που είπε εκτός δουλειάς; Κακό προηγούμενο». Η δική του γραμμή είναι καθαρή: «Stand-up σημαίνει χιούμορ και αυθεντικότητα. Αν στο τέλος της βραδιάς δεν έχεις γελάσει πολύ, κάτι δεν κάναμε σωστά, όσο “σωστό” περιεχόμενο κι αν ακούστηκε».
Ο «people pleaser» που χτίζει κοινό
Έχει, λέει, αρχίσει να χτίζει το δικό του κοινό, «τριών χιλιάδων, δέκα χιλιάδων, πεντακοσίων; Δεν έχει σημασία»· σίγουρα είναι κοινό ανθρώπων που έρχονται «για τον Βαγγέλη». «Μ’ αρέσει να ακούω ιστορίες τύπου “έφερα τον φίλο μου, τρελάθηκε και θέλει να βλέπει μόνο εσένα”». Ταυτόχρονα αυτοσαρκάζεται: «Μεσαίο παιδί, full people pleaser. Δεν μ’ αρέσει να σπαταλώ ενέργεια σε κακίες. Αν κάποιος μού κάνει μαλακία, θα σπαστώ εκείνη τη στιγμή και μετά απλώς θα είμαι neutral. Δεν θα το αφήσω να μου χαλάσει τη διάθεση».
Το «ναι μεν, αλλά» το κάνει φιλοσοφία και κομμάτι της παράστασης. «Είναι ο καλύτερος τρόπος για να κάνεις παρέα. Εκτός από 3-4 βασικά ζητήματα, δεν χρειάζεται να γινόμαστε φανατικοί για όλα. Αν κάποιος θέλει να πιστεύει ότι το brunch είναι το πιο σημαντικό γεύμα της ημέρας, ας πάρει αυτήν τη χαρά». Έχει, όμως, άποψη: «Στο κοινωνικό κομμάτι μ’ αρέσει να παίρνω θέση. Δεν θα μπορούσα να είμαι διαιτητής».
@vaggnamite Στα ΕΛΤΑ δεν βγαίνουν τα νούμερα #elta #economics #aegean #dtc #TNTE ♬ πρωτότυπος ήχος - Vaggelis Moularas
«Η τυραννία του hook» και το «adapt or die»
Εδώ στριμώχνεται: «Δεν μ’ αρέσει καθόλου που έχουν επικρατήσει τόσο τα social ως μέσο προώθησης. Μας έκαναν όλους να αποκτήσουμε διάσπαση προσοχής. Δεν γίνεται όλα να είναι από 3 ως 90 δευτερόλεπτα», λέει και συνεχίζει: «Κάποια πράγματα χρειάζονται βάθος, από τον Βικτόρ Ουγκό μέχρι τον Κέντρικ Λαμάρ». Γελάει που στο TikTok του ταξινομεί τα πάντα («top-5, top-5, top-5») και το βαφτίζει «προϊόν διαμαρτυρίας», αλλά παραδέχεται: «Adapt or die. Θα προσαρμοστώ – με γκρίνια».
Δηλώνει «προδότης του Βορρά» που αγαπά την Αθήνα, αλλά θλίβεται από το gentrification: «Γινόμαστε λούνα παρκ. Όταν βλέπω πολύχρωμο κρασάδικο στη Δροσοπούλου, ξέρω ότι θα ανέβει η τιμή της βαρελίσιας. Προτιμώ την Αθήνα του ’18 από την Αθήνα του ’25. Οι γειτονιές χάνουν τον χαρακτήρα τους». Τι μπορεί να κάνει το stand-up; «Να σατιρίσει. Το Airbnb δεν το σταματά η κωμωδία, θέλει πολιτικές».
Τα σχέδιά του τα γράφει με κεφαλαία: «Θέλω να γράψω μια πολύ καλή σειρά για την τηλεόραση. Prime-time – όχι στα ψιλά. Δεν είναι εύκολο, αλλά δεν είναι ακατόρθωτο. Θα γίνουν κινήσεις». Για το εξωτερικό; «Θα το ήθελα πολύ. Αν μου γίνει πρόταση, θα πω ναι. Το κείμενό μου είναι πολύ ελληνικό, αλλά ο κόσμος έξω καταλαβαίνει».
Ο άνθρωπος πίσω από το μικρόφωνο
Εκτός σκηνής κάνει «απλά πράγματα»: παρέες, οικογένεια («οι αδελφούλες μου, η ανιψιά μου»), πολλή μουσική («κυρίως hip-hop, αλλά και R’n’B, pop, κλασική – δεν υπάρχει μέρα χωρίς μουσική»), γυμναστική «για να μην είμαστε μόνο εγκέφαλοι» και διάβασμα – «εγχειρίδια, σενάρια, για να γίνω καλύτερος». Γελάει που δεν μπορεί να πάει στο σούπερ μάρκετ χωρίς ακουστικά: «Βγάζω τα earbuds μόνο για να παραγγείλω γαλοπούλα».
Κλείνει όπως ξεκίνησε, με ενθουσιασμό. «Είμαι established, αλλά θέλω περισσότερα. Εχθρός του καλού είναι το καλύτερο. Μ’ αρέσει τόσο πολύ αυτό που κάνω που δεν έχω σκεφτεί ποτέ σοβαρά να το παρατήσω. Η ημέρα που θα κοιτάξω κάπου αλλού μάλλον θα είναι και η μέρα που θα φύγω. Ως τότε, θέλω να είμαι πιο χαλαρός, πιο αληθινός. Να πω τις χαζομάρες μου όπως τις ζω. Να περάσετε γαμάτα μαζί μου κι εγώ μαζί σας».
Στο τέλος, ξανακοιτάζει τη μικρή μετακίνηση της σκηνής. «Τέτοιες λεπτομέρειες αλλάζουν την ενέργεια», χαμογελά. Είναι όλη του η φιλοσοφία σε μία εικόνα: όχι μεγάλες διακηρύξεις, αλλά στοχευμένες μικρές μετατοπίσεις που φέρνουν τον κωμικό πιο κοντά στον άνθρωπο.