Μπορεί να δημιουργηθεί στην Αθήνα ένα μοντέλο συνεταιριστικής στέγασης που να βάζει μπροστά το κοινωνικό δικαίωμα της στέγης και όχι το κέρδος; Το παράδειγμα της La Borda στη Βαρκελώνη δείχνει ότι αυτό είναι εφικτό. Αρκεί να υπάρξει πολιτική βούληση, κοινωνική οργάνωση και ανάλογο αρχιτεκτονικό όραμα.
Η στεγαστική κρίση, ειδικά στην Αθήνα, έχει πάρει πια χαρακτηριστικά έκτακτης κοινωνικής ανάγκης, με τα ενοίκια να έχουν εκτοξευτεί και τα σπίτια στο κέντρο να εξαφανίζονται λόγω της βραχυχρόνιας μίσθωσης, ενώ σταθερά η Ελλάδα καταγράφει το υψηλότερο κόστος στέγασης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παράλληλα, παραμένει σχεδόν η μόνη χώρα στην Ευρώπη χωρίς πολιτική κοινωνικής κατοικίας. Το σχέδιο της κυβέρνησης που ανακοινώθηκε από το 2022 και εμπλουτίστηκε με εξαγγελίες στη φετινή ΔΕΘ βρίσκεται ακόμη σε αρχικό στάδιο.
Ως απάντηση στην ολοένα πιο ανέφικτη δυνατότητα απόκτησης προσιτής στέγης για τα νοικοκυριά χαμηλών και μεσαίων εισοδημάτων «υπάρχει μια αναζωπύρωση των συνεταιριστικών στεγαστικών κινημάτων σε χώρες όπως η Ισπανία, παρόμοιων με αυτά που παρατηρήθηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα και στη δεκαετία του 1970. Αυτό το κίνημα έρχεται σε αντίθεση με το ατομικιστικό μοντέλο ιδιοκτησίας, επιδιώκοντας να δημιουργήσει μια συλλογική και μη κερδοσκοπική απάντηση στην ανάγκη για στέγαση», αναφέρει στη LiFO ο Σίμος Βαμβακίδης, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πανεπιστημίου Πατρών.
Το La Borda επιδιώκει να ενισχύσει, μέσω του κοινού χώρου, πρότυπα στέγασης με βάση την κοινότητα που ενισχύουν την αλληλεπίδραση των κατοίκων και να δημιουργήσει δεσμούς συνεργασίας στους τομείς της οικιακής εργασίας και της φροντίδας, καθιστώντας τις ιδιωτικές σφαίρες της καθημερινής ζωής ορατές.
Υποστηρίζει ότι ένα από τα νέα έργα συνεταιριστικής στέγασης, το μοντέλο του οποίου θα μπορούσε να εφαρμοστεί και στην Αθήνα, είναι το συγκρότημα La Borda στην Ισπανία. «Το La Borda δημιουργήθηκε από μια ομάδα κατοίκων που αποφάσισαν να συγκεντρωθούν για να επιλύσουν συλλογικά την ανάγκη πρόσβασης στη στέγαση μέσω της σύστασης ενός συνεταιρισμού στέγασης με επιχορήγηση χρήσης», λέει.

Αν μπορεί το παράδειγμα της La Borda να εφαρμοστεί στην Αθήνα είναι το ερώτημα που πυροδοτείται από το έργο και την έρευνα του Σίμου Βαμβακίδη. Με προσωπικό ενδιαφέρον για το ζήτημα της κοινωνικής/συνεταιριστικής κατοικίας, μελέτησε το μοντέλο της Βαρκελώνης στο πλαίσιο της συγγραφής του νέου του βιβλίου Apartment Block Design: Massing Matters που κυκλοφορεί από τον διεθνή εκδοτικό οίκο Routledge/Taylor & Francis group (2025). Το βιβλίο εξετάζει δώδεκα διεθνώς αναγνωρισμένα κτίρια, όπως το συγκρότημα Unite d’Habitation του Λε Κορμπιζιέ στη Μασσαλία, η κοινωνική κατοικία Gifu Kitagata των SANAA στα περίχωρα του Τόκιο, καθώς και έργα από ελληνικά αρχιτεκτονικά γραφεία με διεθνή αναγνώριση. Τα κτίρια αναλύονται μέσα από 180 διαγράμματα, σχέδια και φωτογραφίες. Ανάμεσα στις διεθνείς περιπτώσεις που αναλύει δεσπόζει το La Borda των Lacol στην Ισπανία, ένα από τα πιο εμβληματικά παραδείγματα σύγχρονης συνεταιριστικής κατοικίας.
Μια αθηναϊκή προσαρμογή του ισπανικού μοντέλου είναι στα χέρια του δήμου

Στο συνεταιριστικό συγκρότημα La Borda η συλλογικότητα υποκατέστησε την αγορά και η κοινότητα έγινε ο βασικός πυρήνας σχεδιασμού. Πρόκειται για ένα έργο που οργανώθηκε αυτόνομα από τους ίδιους τους χρήστες του, με στόχο την εξασφάλιση αξιοπρεπούς, μη κερδοσκοπικής στέγασης, δίνοντας προτεραιότητα στην αξία χρήσης μέσα σε ένα συλλογικό πλαίσιο: «Μία από τις απαραίτητες αρχές του συνεταιρισμού είναι να εγγυάται την πρόσβαση σε αξιοπρεπή και οικονομικά προσιτή στέγαση, προκειμένου να χρησιμεύσει ως εφικτή εναλλακτική λύση για πολίτες χαμηλού εισοδήματος», θα συμπληρώσει ο Σ. Βαμβακίδης. Από την αρχή συμμετείχε η αρχιτεκτονική ομάδα Lacol Arquitectura Cooperativa, η οποία είδε στο εγχείρημα την ευκαιρία να επανεξετάσει την προσιτή κατοικία εκ βάθρων.
Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία του συνεταιριστικού μοντέλου της La Borda είναι η ενεργή συμμετοχή των μελλοντικών κατοίκων στον σχεδιασμό, στην κατασκευή και στη χρήση του κτιρίου. Η προσέγγιση αυτή διαφοροποίησε ριζικά το έργο από τα συμβατικά πρότυπα αστικής κατοικίας. Κατά τη φάση του σχεδιασμού, η συμμετοχή οργανώθηκε μέσω της αρχιτεκτονικής επιτροπής, η οποία λειτουργούσε ως συνδετικός κρίκος μεταξύ της τεχνικής ομάδας και της γενικής συνέλευσης, έχοντας την ευθύνη για την προετοιμασία των αρχιτεκτονικών εργαστηρίων. Πραγματοποιήθηκαν εργαστήρια ιδεών, συνεδρίες για τον καθορισμό του προγράμματος, των στρατηγικών του έργου, της περιβαλλοντικής προσέγγισης, της τυπολογίας, και για την επικύρωση του προκαταρκτικού σχεδίου.


Το έργο κατασκευάστηκε το 2018 και το συνολικό κόστος ανήλθε σε 2,4 εκατ. ευρώ, δηλαδή η τιμή του τετραγωνικού διαμορφώθηκε στα 840 ευρώ, μια τιμή που είναι εξωπραγματικά χαμηλή για τα δεδομένα της αγοράς.
Βέβαια, όλα αυτά δεν έγιναν από το μηδέν, υπό την έννοια ότι ο δήμος της Βαρκελώνης στήριξε την ανάπτυξη του La Borda στο πλαίσιο της κοινωνικής κατοικίας, παραχωρώντας δωρεάν ένα οικόπεδο για 75 χρόνια. Το ερώτημα είναι αν μπορεί να γίνει κάτι αντίστοιχο στην Αθήνα: αν μπορεί το παράδειγμα της La Borda να αποτελέσει ένα βιώσιμο πρότυπο για τον κεντρικό δήμο ή και άλλους δήμους του Λεκανοπεδίου, όπου το στεγαστικό πρόβλημα είναι οξύ.
Ο Σ. Βαμβακίδης απαντά ότι είναι εφικτό, αν υπάρξουν οι εξής προϋποθέσεις: «Χρειάζεται μια ομάδα ανθρώπων που επιθυμούν να συνεργαστούν και να συνυπάρξουν σε ένα κτίριο. Ο καθένας προσφέρει με ό,τι μπορεί. Στο La Borda, για παράδειγμα, άλλοι ανέλαβαν τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, άλλοι τη χρηματοοικονομική μελέτη, άλλοι την επίβλεψη της κατασκευής, άλλοι έκαναν τις ηλεκτρομηχανολογικές μελέτες. Όλοι συμμετείχαν ενεργά», λέει.

Ωστόσο, όπως ισχυρίζεται, «το σημαντικότερο όλων είναι να υπάρξει πολιτική βούληση. Να βρεθεί ο δήμαρχος που θα στηρίξει έμπρακτα ένα τέτοιο εγχείρημα, παραχωρώντας ένα οικόπεδο, όπως συνέβη στη Βαρκελώνη, για 75 χρόνια, με σαφή δέσμευση ότι το έργο δεν αποσκοπεί στο κέρδος. Στη La Borda οι κατοικίες δεν μπορούν να μετατραπούν σε Airbnb, ούτε να αξιοποιηθούν εμπορικά. Το καταστατικό προβλέπει ρητά την ιδιοκατοίκηση. Πρόκειται για συλλογική ιδιοκτησία, όχι για επενδυτικό ακίνητο. Ο συνεταιρισμός κατέχει το κτίριο, το οποίο έχει χτιστεί σε οικόπεδο δημόσιας/δημοτικής ιδιοκτησίας που προορίζεται για κοινωνική στέγαση και εκχωρεί δικαίωμα κατοικίας στα μέλη του, ομαδοποιημένα σε μονάδες συγκατοίκησης. Φεύγει έτσι η κερδοσκοπία από την εξίσωση. Και το γεγονός αυτό έχει καθοριστική σημασία για την παρακίνηση μιας τοπικής αρχής, όπως έγινε στην περίπτωση της Βαρκελώνης, να σταθεί δίπλα στους πολίτες».
Η ζωντάνια των κοινόχρηστων χώρων: Από την απομόνωση στην κοινότητα

Σε αντίθεση με την καθιερωμένη αντίληψη, βάσει της οποίας η κατοικία αντιμετωπίζεται ως ατομικό αγαθό που οδηγεί σε απομόνωση και μοναξιά, το La Borda επενδύει στη συλλογικότητα και την ορατότητα της καθημερινής ζωής. Σύμφωνα τα όσα μας λέει ο Σ. Βαμβακίδης, «η συνεταιριστική κατοίκηση θυμίζει περισσότερο ένα “εργαστήριο συλλογικής ζωής”, παρά ένα τυπικό συγκρότημα πολυκατοικιών. Το La Borda επιδιώκει να ενισχύσει, μέσω του κοινού χώρου, πρότυπα στέγασης με βάση την κοινότητα που ενισχύουν τις αλληλεπίδραση των κατοίκων και να δημιουργήσει δεσμούς συνεργασίας στους τομείς της οικιακής εργασίας και της φροντίδας, καθιστώντας τις ιδιωτικές σφαίρες της καθημερινής ζωής ορατές. Σχεδόν το 25% της επιφάνειας του δαπέδου του La Borda παραχωρήθηκε σε κοινόχρηστους χώρους», λέει.
Υποστηρίζει ότι «δεν μπορεί ή τουλάχιστον δεν θα έπρεπε να υπάρχει μία πολυκατοικία ή συγκρότημα κατοικιών χωρίς έναν ζωντανό κοινόχρηστο χώρο που προάγει τη συνύπαρξη». Στην περίπτωση που αυτό δεν ισχύει, «δεν μιλάμε για ένα συγκρότημα κατοικιών αλλά για κουτιά όπου μένει ο κόσμος και απομονώνεται», λέει.
Η αναφορά του στη γαλλική ταινία «Huit Rue de l’Humanité» («Οδός Ανθρωπιάς 8») είναι χαρακτηριστική: «Οι κάτοικοι μιας πολυκατοικίας στο Παρίσι, αποκλεισμένοι λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, ανακαλύπτουν ξανά την αξία της συνύπαρξης». Όπως σημειώνει, «ακόμη και σε εύρωστες χώρες όπως η Ελβετία, οι κοινόχρηστοι χώροι, όπως τα πλυντήρια στο υπόγειο, είναι στοιχείο της αστικής κουλτούρας, που δεν γίνεται από ανάγκη αλλά συνειδητά, για να προάγει τη συνύπαρξη». Η ανάπτυξη της κοινωνικότητας των μελών είναι εξίσου σημαντική με τις τεχνικές λύσεις. Μια συνάντηση για φαγητό, ένα παιδικό πάρτι ή ακόμα και ένα κοινόχρηστο πλυσταριό είναι τρόποι να ενισχυθούν η κοινωνικότητα και η επαφή των ενοίκων: «Αυτό που είχαν οι παλιές πολυκατοικίες της Αθήνας, με τον θυρωρό που γνώριζε τις ανάγκες των ενοίκων και λειτουργούσε ως κόμβος επικοινωνίας, στο La Borda το έχουν ενισχύσει και θεσμοθετήσει μέσα από τον σχεδιασμό», αναφέρει.

Ο Σ. Βαμβακίδης επανέρχεται διαρκώς στην ανάγκη ύπαρξης ενός «ζωντανού κοινόχρηστου χώρου» στο εσωτερικό κάθε συγκροτήματος. Μας εξηγεί ότι το κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα των συγκροτημάτων που παρουσιάζει στο βιβλίο του είναι οι κοινόχρηστοι χώροι: «Πρόκειται για ένα βιβλίο αρχιτεκτονικής που επικεντρώνεται στον σχεδιασμό και στην ογκοπλασία συγκροτημάτων κατοικιών. Προσφέρει μια νέα οπτική στον τρόπο σύνθεσης ενός συγκροτήματος κατοικιών για αρχιτέκτονες, φοιτητές και αναγνώστες που ενδιαφέρονται για την αρχιτεκτονική. Η καινοτομία αυτού του βιβλίου έγκειται στην ιδέα ότι κάθε συγκρότημα κατοικιών μπορεί να σχεδιαστεί και να γίνει κατανοητό μέσα από τρεις ενότητες/λειτουργικά προγράμματα που συναντάμε σε κάθε πολυκατοικία: διαμερίσματα, κυκλοφορία και κοινόχρηστοι χώροι», λέει. Και προσθέτει: «Πολλές φορές, όταν δεν υπάρχει λύση, αυτό που μαθαίνουμε ως αρχιτέκτονες είναι να την πλάθουμε από το πουθενά. Οπότε, γράφοντας αυτό το βιβλίο για τους φοιτητές μου όταν δίδασκα στην Αγγλία, ανακάλυψα νέα μοντέλα κατοίκησης, που είναι η συνεργατική και η κοινωνική κατοικία. Το καλό είναι ότι σε ένα πανεπιστημιακό περιβάλλον μπορείς να ερευνήσεις εργαλεία και πράγματα τα οποία μπορούν να ενισχύσουν τη διδασκαλία, αλλά τελικά μπορούν να ενισχύσουν και το ίδιο το επάγγελμα του αρχιτέκτονα, την κοινότητα των ανθρώπων, την πόλη όπου ζούμε».
Η αρχιτεκτονική ευελιξία και η προσαρμοστικότητα της συνεταιριστικής κατοικίας

Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά που ξεχωρίζουν το μοντέλο της La Borda είναι η αρχιτεκτονική του ευελιξία. Η συλλογική κατοίκηση δεν περιορίζεται σε μια προκαθορισμένη μορφή αλλά εξελίσσεται δυναμικά, ανταποκρινόμενη στις μεταβαλλόμενες συνθήκες της ζωής των κατοίκων. Σε αντίθεση με τις συμβατικές πολυκατοικίες, όπου η δομή παραμένει άκαμπτη και οι χρήσεις είναι αυστηρά προσδιορισμένες, στο La Borda η αρχιτεκτονική νοείται ως ένα ζωντανό σύστημα. Αυτό σημαίνει ότι το κτίριο δεν εξυπηρετεί απλώς μια ανάγκη του παρόντος, αλλά διαμορφώνεται σε διάλογο με τον χρόνο, με τις ανάγκες, τις ηλικίες, τα νοικοκυριά και την κοινότητα: «Οι συνεταιρισμοί στόχο έχουν να δώσουν μια σταθερή λύση στην ανάγκη στέγασης. Αλλά εάν η ζωή και οι συνθήκες διαβίωσης αλλάζουν, πώς μπορούν να προσαρμοστούν τα συνεταιριστικά κτίρια; Οι οικιστικοί συνεταιρισμοί μάς καλούν να αντιληφθούμε το κτίριο ως μια ανοιχτή υποδομή, η χρήση της οποίας διαμορφώνει την αρχιτεκτονική μακροπρόθεσμα, προσαρμόζοντάς την στην εξέλιξη της κοινότητας και στις μεταβαλλόμενες ανάγκες των κατοίκων», προσθέτει ο Σ. Βαμβακίδης.


Αυτή η προσέγγιση, κατά την οποία η αρχιτεκτονική δεν επιβάλλεται στους χρήστες αλλά συνδιαμορφώνεται μαζί τους, βρίσκεται στο επίκεντρο και της δικής του αρχιτεκτονικής φιλοσοφίας. Όπως εξηγεί: «Μέσα από την εμπειρία μου στο διεθνές αρχιτεκτονικό γραφείο UNstudio στην Ολλανδία και στη διδασκαλία αρχιτεκτονικής στην Αγγλία, ανέπτυξα το ενδιαφέρον μου για την έρευνα αντίστοιχων έργων. Ως ιδρυτή του αρχιτεκτονικού γραφείου SVstudio στην Αθήνα το 2006, αυτή η προσέγγιση με οδήγησε στον σχεδιασμό αντίστοιχων συγκροτημάτων κατοικιών. Πέρα από το οικονομοτεχνικό σκέλος, η βάση σε μια τέτοια προσέγγιση στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό είναι μια προσαρμόσιμη και ευέλικτη λύση σε κάτοψη και τομή, τόσο σε κάθε διαμέρισμα όσο και στους κοινόχρηστους χώρους, με βάση τις ανάγκες των ιδιοκτητών, σήμερα αλλά και στο μέλλον».
Τι κάνει ο δήμος Αθηναίων;
Τον περασμένο Ιούλιο ο Χάρης Δούκας συναντήθηκε με τον Ευρωπαίο Επίτροπο για θέματα Ενέργειας και Στέγασης, Dan Jørgensen, και ανακοίνωσε ένα φιλόδοξο, έστω και περιορισμένης κλίμακας, πιλοτικό πρόγραμμα στέγης. Το σχέδιο αυτό εντάσσεται στο πλαίσιο ενός ευρύτερου προγράμματος επτά αξόνων που υλοποιεί ο δήμος για την αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος. Το πιλοτικό εγχείρημα αφορά την ανακαίνιση ενός δημοτικού κτιρίου σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα, με σκοπό να στεγάσει επτά οικογένειες με ειδικό μίσθωμα. Όπως δηλώθηκε, στόχος είναι να αποδειχτεί ότι ένα τέτοιο μοντέλο μπορεί να λειτουργήσει προς όφελος όλων των εμπλεκομένων, δηλαδή των πολιτών, του ιδιωτικού τομέα και του δήμου.
Ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει καμία επίσημη ανακοίνωση σχετικά με την πρόοδο υλοποίησης του σχεδίου. Κυρίως, όμως, φαίνεται να λείπει η αναγκαία ρηξικέλευθη προσέγγιση που απαιτείται για να μετατραπεί η Αθήνα από παρατηρητής της στεγαστικής κρίσης σε πρωτοπόρο καινοτόμων λύσεων.
Αν ο δήμαρχος θέλει να αφήσει πραγματικό αποτύπωμα, ιδού πεδίον δόξης λαμπρό: να κάνει την Αθήνα την πρώτη ελληνική πόλη που θα φιλοξενήσει συνεταιριστικές κατοικίες, ζωντανούς κοινοτικούς χώρους, που θα ανήκουν στους ίδιους τους κατοίκους και θα μετασχηματίζονται δυναμικά ανάλογα με τις ανάγκες τους. Να ακολουθήσει δηλαδή το παράδειγμα της Βαρκελώνης και να παραχωρήσει δημοτική γη, να θεσπίσει όρους μη κερδοσκοπικής χρήσης, να εμπιστευτεί τις ίδιες τις κοινότητες να συνδιαμορφώσουν τον χώρο κατοίκησής τους. Χωρίς πολιτική βούληση, η La Borda θα παραμείνει για την Αθήνα απλώς ένα καλό παράδειγμα στα βιβλία.




Το παράδειγμα του συνεταιριστικού συγκροτήματος La Borda ως πιθανού μοντέλου για εναλλακτικές μορφές κατοίκησης στην Αθήνα παρουσιάστηκε στο επιστημονικό συνέδριο «Κατοικία σε Κρίση» του ΣΑΔΑΣ Τμ. Αττικής.