ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΧΡΟΝΙΑ, βλέπουμε αλλεπάλληλες και αλληλένδετες κρίσεις (υγειονομική κρίση, πολεμικές συγκρούσεις, ενεργειακή κρίση, ακρίβεια, κλιματική κρίση, κρίση της δημοκρατίας). Αυτό έχει κάνει κάποιους να μιλήσουν για μια εποχή «permacrisis» (η λέξη της χρονιάς του λεξικού Collins για το 2022), στην οποία η κατάσταση κρίσης δεν έχει αρχή και τέλος, καθώς και «polycrisis» (Thomas Homer-Dixon, Adam Tooze), στην οποία διαφορετικές κρίσεις αλληλεπιδρούν παράγοντας ακόμα μεγαλύτερη αστάθεια. Στην Ελλάδα, η εποχή μετά την «έξοδο απ’ την κρίση» δεν έφερε νηνεμία, αλλά έναν εκθετικό πολλαπλασιασμό των κρίσεων, έτσι που κάθε επίφαση «κανονικότητας» μοιάζει να ‘χει χαθεί.
Μου φαίνεται πως μια τέτοια προσέγγιση είναι εσφαλμένη, εφόσον δεν λαμβάνει υπόψη ότι η κρίση είναι πλέον ο τρόπος λειτουργίας του κράτους και της οικονομίας και, ως εκ τούτου, προσμένει, από μια φιλελεύθερη σκοπιά, την επιστροφή στην ομαλή άσκηση της δημοκρατικής εξουσίας. Σφάλλει, με άλλα λόγια, επειδή αδυνατεί να δει την αφομοίωση της κρίσης από τη σύγχρονη διακυβέρνηση.
Το σύστημα δεν καταφέρνει πάντα να διακρίνει το όριο ανάμεσα στο ελεγχόμενο χάος και τον κοινωνικό αναβρασμό. Ενίοτε, αποτυγχάνει να διαβάσει σωστά τη θερμοκρασία και σπρώχνει την κατάσταση πέρα απ’ τα όριά της.
Το βιβλίο «Αντι-οφθαλμός» των Acid Horizon, που κυκλοφόρησε πρόσφατα απ’ τις εκδόσεις affect σε μετάφραση Ορέστη Στυλιανίδη, εξετάζει ενδελεχώς αυτήν τη δυναμική. Στον πυρήνα του, περιγράφει τη μετάβαση από τις φιλελεύθερες κοινωνίες του 19ου και του πρώιμου 20ού αιώνα, στις οποίες οι άνθρωποι κυβερνούνταν ως υποκείμενα και οι κρίσεις απωθούνταν, στις κυβερνητικές (cybernetic) κοινωνίες του ύστερου 20ού και του 21ου αιώνα.

Acid Horizon, Αντι-οφθαλμός, Μτφρ.: Ορέστης Στυλιανίδης, εκδόσεις affect
Αυτό το δεύτερο μοντέλο διακυβέρνησης είναι πιο ευέλικτο∙ δεν βασίζεται στη στασιμότητα αλλά στην ελεγχόμενη κυκλοφορία∙ δεν αντιμετωπίζει τα σώματα ως άτομα αλλά ως «μάζες» υπερ-εξατομικευμένων πληθυσμών με στατιστικά προβλέψιμες συμπεριφορές∙ δεν επιδιώκει σταθερότητα πρώτου βαθμού (απουσία κρίσεων) αλλά «μετασταθερότητα»: τη διοχέτευση, διαχείριση και μερική επίλυση κρίσεων περιορισμένης έντασης. Σε αυτό το πλαίσιο, οι κρίσεις γίνονται το κατεξοχήν εργαλείο διακυβέρνησης, διατηρώντας ένα επίπεδο φόβου μες στον πληθυσμό, νομιμοποιώντας μέτρα που ανακουφίζουν αυτόν τον φόβο αυξάνοντας τον έλεγχο («ασφάλεια»), και δημιουργώντας νέες ευκαιρίες για τη διοχέτευση του κεφαλαίου.
Κεντρική στη θεώρηση της μετασταθερότητας είναι η έννοια του «θερμοστάτη» που εισάγουν οι Acid Horizon. Το βασικό πρόβλημα της σύγχρονης διακυβέρνησης είναι πώς να διατηρήσει ένα ορισμένο επίπεδο θερμότητας στην κοινωνία (χαμηλής έντασης κρίσεις που επιτρέπουν την κυκλοφορία του κεφαλαίου και την ανάπτυξη του τεχνολογικού ελέγχου), χωρίς να φέρει τα πράγματα σε «σημείο (ανα)βρασμού», όπου η αγανάκτηση του κόσμου κορυφώνεται και απειλεί το σύστημα. Η λύση που έδωσε η κυβερνητική σε αυτό το «πρόβλημα πληροφορίας» συνοψίζεται στη λειτουργία του θερμοστάτη, «που δέχεται θερμότητα μέχρι το όριο του σημείου βρασμού, και, έχοντας λάβει τα ποσοτικά δεδομένα θερμότητας που αντιστοιχούν στο όριο, αποσυνδέει το θερμαντικό στοιχείο» (σ. 35). Μαθαίνοντας πότε πρέπει να «κλείσει την παραγωγή θερμότητας προτού τα πράγματα περάσουν από τον ελάχιστο κίνδυνο στον απόλυτο κίνδυνο» (από την ελεγχόμενη κρίση στην εξέγερση), η σύγχρονη διακυβέρνηση προσπαθεί να κατασκευάσει ένα αυτορρυθμιζόμενο κύκλωμα διαχείρισης ενέργειας (σ. 36).
Φυσικά, το σύστημα δεν καταφέρνει πάντα να διακρίνει το όριο ανάμεσα στο ελεγχόμενο χάος και τον κοινωνικό αναβρασμό. Ενίοτε, αποτυγχάνει να διαβάσει σωστά τη θερμοκρασία και σπρώχνει την κατάσταση πέρα απ’ τα όριά της. Παραδείγματα απ’ την ελληνική πραγματικότητα είναι η αστυνομική βία στη Νέα Σμύρνη και τα επακόλουθα «μπάχαλα» που έφεραν τη χαλάρωση του lockdown, καθώς και η συγκάλυψη των Τεμπών που παρήγαγε, δύο χρόνια μετά, τη μεγαλύτερη συγκέντρωση της μεταπολίτευσης (το βιβλίο των Acid Horizon είναι γραμμένο στον απόηχο μιας αντίστοιχης υπέρβασης του ορίου, του φόνου του Τζορτζ Φλόιντ και της εξέγερσης στη Μινεσότα). Τον περισσότερο καιρό, όμως, ο θερμοστάτης λειτουργεί, η κρίση παραμένει ελεγχόμενη και η αγανάκτηση των ανθρώπων εκφράζεται χωρίς κοινωνικές αναταραχές, με τρόπους που είναι απολύτως ενσωματωμένοι: «Εξοργισμένος απέναντι στο σύστημα, μπορεί κανείς να εκτονωθεί σε κάποια αντικαπιταλιστική σόπινγκ θέραπι, αγοράζοντας το μπλουζάκι του Τσε Γκεβάρα (ή) να ψηφίσει κάποιο κατ’ όνομα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα» (σ. 42).
Σύμφωνα με τους Acid Horizon, προϋπόθεση του κυβερνητικού ελέγχου είναι η αναγνώριση και ταυτοποίηση των ανθρώπων, η οργάνωση, με άλλα λόγια, του πληθυσμού σε διακριτές ταυτότητες με προβλέψιμες συμπεριφορές. Αυτή η αναγνώριση/ταυτοποίηση, επιτυγχάνεται μέσα από την «οφθαλμικότητα», ένα σύνολο «πρακτικών που κατασκευάζουν υλικά, παράγουν και αστυνομεύουν τα όρια της ενσώματης ταυτότητας και τις δυνατότητες του κοινωνικού και ατομικού γίγνεσθαι» (σ. 64). Η οφθαλμικότητα αναφέρεται, με άλλα λόγια, στο «μάτι της εξουσίας», το οποίο επιβάλλει την ταυτότητα αυτού που παρατηρεί την ίδια στιγμή που το προσλαμβάνει, αντιδρώντας «σε διαταραχές στα ελεγχόμενα πρότυπα» και αναδιαμορφώνοντας τα σώματα ώστε να αποφευχθούν οι απρόβλεπτες/ανώμαλες συμπεριφορές που απειλούν τον έλεγχο και προκαλούν αναβρασμό – ακόμα και εξεγέρσεις.
Παραδείγματα αυτής της οφθαλμικής επιβολής ταυτοτήτων περιλαμβάνουν τον τρόπο με τον οποίο το διμερές φύλο εγγράφεται μέσα από βία πάνω στα intersex, και όχι μόνο, σώματα (σ. 86)∙ τον τρόπο με τον οποίο η αναπηρία ορίζεται ταυτοτικά μέσα από βαθμούς απόκλισης από το πρότυπο του αρτιμελούς κορμιού (σ. 95)∙ τον τρόπο με τον οποίο η φυλή στις ΗΠΑ κατασκευάστηκε από το ευρωπαϊκό αποικιακό ιδεώδες που έπλασε την εικόνα του «Μαύρου» ως μίας μη σκεπτόμενης ύλης προς εκμετάλλευση (σ. 104).
Ακόμα πιο στρατηγικά, η οφθαλμικότητα δομεί τις ταυτότητες «όσων αντιστέκονται» στο σύστημα, παράγοντας απεικονίσεις εσωτερικών εχθρών «με σκοπό την πρόληψή τους ή την εξουδετέρωση της εξεγερσιακής δυνατότητας» που φέρουν (σ. 65). Στη σύγχρονη Ελλάδα, για παράδειγμα, μπορούμε να δούμε τις ταυτότητες του «τράπερ-λούμπεν νεαρού» και του «επικίνδυνου εφήβου/παιδιού» οι οποίες, στον λόγο των media και του κράτους, λειτουργούν συμπληρωματικά στη φιγούρα του «αντικοινωνικού ψέκα» που δομήθηκε κατά την πανδημία. Η κατασκευή αυτών των ταυτοτήτων από την οφθαλμικότητα παράγει μια στρατηγική παγίδα, αφού, δίνοντας σε αυτούς τους ρόλους έναν ανατρεπτικό αέρα, η εξουσία τούς κάνει ελκυστικούς για όσους θέλουν να αντισταθούν. Επιθυμώντας να κοντράρουν το σύστημα, πολλοί νέοι υιοθετούν την ταυτότητα του παραβατικού τράπερ ή επικίνδυνου εφήβου και εντάσσονται στο ελεγχόμενο πεδίου του Οφθαλμού, σε μια γνωστή ταυτότητα που αστυνομεύεται διαρκώς.
Τι προτείνουν, συνεπώς, οι Acid Horizon στον αγώνα ενάντια στην οφθαλμικότητα και τον κυβερνητικό έλεγχο; Σε πρώτη φάση, απορρίπτουν τρεις πιθανές λύσεις: έναν τεχνολογικό οπτιμισμό υπέρβασης της σπάνης, ο οποίος αδυνατεί να δει ότι η τεχνολογία και ο έλεγχος είναι σχεδόν συνώνυμα σήμερα∙ μια φιλελεύθερη πολιτική αναγνώρισης απ’ το κράτος, που ξεχνά ότι η ταυτοποίηση είναι η προϋπόθεση του ελέγχου∙ τέλος, έναν ατομικό πειραματισμό με την ταυτότητα, ο οποίος, απολύτως θεμιτός καθαυτόν, δεν πλήττει την κυβερνητική, εφόσον «οι ταυτότητες δεν νοούνται πια σαν άκαμπτα καλούπια, αλλά, υπό συγκεκριμένες συνθήκες, η ίδια η εναλλαγή ταυτοτήτων προβλέπεται», αρκεί το υποκείμενο να μπορεί ανά πάσα στιγμή να αναγνωριστεί από την εξουσία (Αλέξανδρος Γεωργίου, σ. 11).
Απεναντίας, οι Acid Horizon ακολουθούν το ρεύμα της «αποθεσμοποίησης» (Tiqqun, Moten και Harney, Andrew Culp), προτείνοντας μια συνωμοσία σαμποτάζ, βραχυκυκλώματος και μπλοκαρίσματος που λειτουργεί ως «η μήτρα της εξέγερσης» (σ. 65). Όταν «βρίσκουμε ο ένας την άλλη» σε μια συνωμοσία ενάντια στο υπάρχον, αποφεύγουμε το μάτι της εξουσίας, ακόμα και σε κοινή θέα, εξοκέλλοντας προς ένα πεδίο όπου οι προσδιορισμένες ταυτότητες αντικαθίστανται από απρόβλεπτα γίγνεσθαι (σ. 30). Αυτές οι μη ταυτοποιημένες, επικίνδυνες συναντήσεις δημιουργούν «θύλακες εξεγερσιακής θερμότητας», που ενδέχεται να φουντώσουν, φέρνοντας «μια ύστατη αντιπαράθεση, όπου ο έλεγχος χάνει τόσο τον εαυτό του όσο και εμάς» (σ. 58).
Απ’ όλες τις μορφές δράσης που προτείνουν οι Acid Horizon, ξεχωρίζει το μπλοκάρισμα. Εφόσον «το κεφάλαιο ή κυκλοφορεί ή πεθαίνει» κι εφόσον η κυβερνητική διακυβέρνηση βασίζεται όχι στον εγκλεισμό αλλά στην κίνηση μέσα σε ελεγχόμενα περιβάλλοντα, «το μπλοκάρισμα της κυκλοφορίας είναι βασική προεργασία για την εξασθένηση των κυκλωμάτων» (σ. 59). Οι Acid Horizon δίνουν το παράδειγμα των ανάπηρων ακτιβιστών του ADAPT οι οποίοι, αφότου η πόλη του Ντένβερ αγνόησε τις εκκλήσεις τους για πρόσβαση στις δημόσιες μεταφορές, απέκλεισαν μία διασταύρωση και ακινητοποίησαν δύο λεωφορεία (σ. 144).
Ποιες σύγχρονες πρακτικές μπλοκαρίσματος μπορούμε να φανταστούμε; Πώς θα συνομιλούσαν αυτές τόσο με τους συνδικαλιστικούς αγώνες ενάντια στην επανεκκίνηση της εφοδιαστικής αλυσίδας όσο και με τη σημερινή τάση απόσυρσης απ’ τον καταναγκασμό της διαρκούς επικοινωνίας; Πώς κρύβεται κανείς σε κοινωνίες που γίνονται όλο και πιο επιτηρούμενες, όλο και πιο οφθαλμικές; Αυτά είναι κάποια απ’ τα ερωτήματα που θέτει το κείμενο των Acid Horizon, ερωτήματα που δεν μπορούν ν’ απαντηθούν έξω από τον πειραματισμό μιας πρακτικής φιλοσοφίας – μέχρι να απενεργοποιηθεί η κυβερνητική και η ζωή να ανακαταλάβει τη δυνητικότητά της.