Η Indira Paganotto είναι σήμερα είναι από τα πιο αναγνωρίσιμα ονόματα της ηλεκτρονικής μουσικής στον κόσμο. Με καταγωγή από την Ισπανία, έχει δημιουργήσει έναν δικό της ήχο που στέκεται ανάμεσα στην techno και το ψυχεδελικό trance, ένα υβρίδιο που η ίδια βάφτισε «psy-techno». Είναι ένα στυλ που δεν ακολουθεί κανόνες και δεν χωράει σε κουτάκια, αλλά φτιάχνει εμπειρίες που έχουν αναδείξει την Paganotto πρωταγωνίστρια μεγάλων φεστιβάλ και ηγέτιδα μιας νέας γενιάς fans που αυτοπροσδιορίζονται ως «νίντζα».
Η ιστορία της ξεκινάει πολύ πριν μπει στα μεγάλα stages. Ο πατέρας της, γιατρός στους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα, έζησε δέκα χρόνια στην Ινδία, βοηθώντας ανθρώπους που είχαν ανάγκη, και ιδιαίτερα παιδιά. Παράλληλα, διοργάνωνε πάρτι στην Goa και έπαιζε goa trance. Η μητέρα της ήταν ρομαντική, λάτρευε τη λογοτεχνία και τις τέχνες.
Έτσι, η Indira μεγάλωσε σε ένα σπίτι όπου συναντιούνταν η acid house με την όπερα, η jazz με το psytrance και η disco με τα βιβλία. «Όταν ήμουν σπίτι, περνούσα ώρες ακούγοντας μουσική με τον πατέρα μου», θυμάται. «Με εκπαίδευσε με έναν τρόπο που πολλοί νέοι άνθρωποι θα ζήλευαν. Η γνώση του είναι για μένα θησαυρός».
«Για μένα, για να είναι καλή μια μουσική παραγωγή, πρέπει να βγαίνει από την καρδιά. Αν προσπαθείς απλώς να χωρέσεις σε ένα είδος, πώς μπορεί αυτό που κάνεις να είναι αληθινό; Η καλλιτεχνική ελευθερία είναι απαραίτητη».
Στα 16 της έπαιξε για πρώτη φορά μουσική σε κοινό. Λίγο αργότερα απέκτησε residencies στα Moon Club και HEAVEN, στα Κανάρια Νησιά. Εκεί την άκουσε ο Ian Pooley, όταν του έκανε warm-up, και εντυπωσιάστηκε από τον minimal house ήχο της. Ζήτησε να ακούσει demo, κι έτσι στα 20 της η Paganotto είχε ήδη τρεις κυκλοφορίες στην Pooled Music. Όλα έδειχναν πως είχε το ταλέντο και τη φόρα να προχωρήσει στον χώρο.
Indira Paganotto & Nina Kraviz - white horse
Η στιγμή που καθόρισε την καλλιτεχνική της ταυτότητα ήρθε όταν αποφάσισε να ακολουθήσει το ένστικτό της και να δημιουργήσει κάτι δικό της. «Μου αρέσει να είμαι διαφορετική και να καλλιεργώ τον ήχο που έχω μαζί με την ARTCORE, τη δισκογραφική μου», λέει. «Κανένα άλλο label δεν κυκλοφορεί μουσική σαν τη δική μας. Την αποκαλώ με μεγάλη περηφάνια psy-techno».
Η psy-techno δεν ήταν εύκολο στοίχημα. Οι σκηνές της techno και του psytrance είναι γνωστές για το gatekeeping τους και για την αυστηρή τήρηση των ορίων. Η Indira, όμως, δεν το έβαλε κάτω. «Για μένα, για να είναι καλή μια μουσική παραγωγή πρέπει να βγαίνει από την καρδιά», εξηγεί. «Αν προσπαθείς απλώς να χωρέσεις σε ένα είδος, πώς μπορεί αυτό που κάνεις να είναι αληθινό; Η καλλιτεχνική ελευθερία είναι απαραίτητη».
Η ARTCORE χτίστηκε συνειδητά πάνω σε αυτήν τη φιλοσοφία. Από την πρώτη στιγμή δήλωσε ότι δεν θα περιοριστεί σε ένα μόνο είδος. «Έχουμε κυκλοφορίες που ακουμπούν πολλά διαφορετικά στυλ κι αυτό το λατρεύω», λέει. «Όλα εξαρτώνται από τις/τους εκάστοτε καλλιτέχνες/-ιδες, αλλά σχεδόν όλοι έχουν ένα psy στοιχείο στον ήχο τους. Αυτήν τη στιγμή ανοίγουμε τον δρόμο με περισσότερα shows, κυκλοφορίες και νέο αίμα. Σε κάθε εμφάνισή μου έχουμε έναν στρατό από “νίντζα”, συνεχώς μεγαλώνουμε».
Τα τελευταία χρόνια η καριέρα της εκτοξεύτηκε με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Το «Himalaya» EP (2021) και το «Lions of God» (2022) στην KNTXT της Charlotte de Witte δημιούργησαν φρενίτιδα. Η συνεργασία της με τη Nina Kraviz στο «White Horse» την έκανε ακόμα πιο αναγνωρίσιμη.
Το όνομά της βρέθηκε σε line-ups που μέχρι πρότινος έμοιαζαν άπιαστο όνειρο: έπαιξε b2b με τον Armin Van Buuren στο ADE, έκανε remix στο «People Are Good» των Depeche Mode, έκλεισε μαζί με τη Sara Landry το Exit Festival, και μαζί με τη Landry και την Amelie Lens ισοπέδωσαν το stage τους στο Coachella με ένα b2b2b γεμάτο ενέργεια. Το αποκορύφωμα ήρθε όταν έγινε η πρώτη γυναίκα που έκλεισε το κεντρικό stage του Monegros Festival.
Κι όμως, δεν δείχνει διάθεση να σταματήσει, ούτε να ξεκουραστεί. Το μάντρα που επαναλαμβάνει στον εαυτό της είναι ξεκάθαρο: «Για κάθε αποτυχία υπάρχουν δέκα νίκες, Indira, οπότε σταμάτα να κλαις και πήγαινε να δουλέψεις». Η αποτυχία δεν είναι για εκείνη εμπόδιο αλλά καύσιμο.
Η στάση της απέναντι στην εμπορική πίεση είναι εξίσου αποφασιστική. «Κάνω αυτό που κάνω επειδή το αγαπώ», λέει. «Θέλω πάντα να φτιάχνω μουσική για μένα, χωρίς να υποκύπτω στις πιέσεις κανενός. Ο κόσμος ξέρει καλά τι να περιμένει και έρχεται στα shows μου για να ακούσει αυτόν τον ήχο. Δεν έχω σκοπό να αλλάξω».
Αυτή η συνέπεια την έχει κάνει να ξεχωρίζει σε μια σκηνή που συχνά κατηγορείται για «ξεπουλήματα». Δεν την ενδιαφέρει η κριτική. «Οι haters θα υπάρχουν πάντα», σημειώνει. «Γιατί να μην πειραματιστείς, να διασκεδάσεις και να δεις τι θα γίνει; Αν δύο άνθρωποι έχουν κοινό όραμα και μπορούν να το πραγματοποιήσουν, αυτή είναι μια φυσική εξέλιξη».
Η μουσική της δεν γνωρίζει σύνορα και το ίδιο ισχύει για την ίδια. Αν και η Ισπανία δεν έχει την αίγλη του Βερολίνου ή του Ντιτρόιτ, η Paganotto θεωρεί πως η δημιουργικότητα ξεπηδάει από παντού. «Σίγουρα, η Ισπανία είναι υποτιμημένη», παραδέχεται. «Αλλά δεν είναι μόνο η Ισπανία – τι γίνεται με τους παραγωγούς που υπογράφουμε από Ινδία, Ιαπωνία, Μεξικό; Υπάρχει ταλέντο σε κάθε γωνιά του κόσμου. Φυσικά, το Βερολίνο και το Ντιτρόιτ έχουν δεκαετίες παράδοσης, με clubs που έγιναν θεσμοί, και γι’ αυτό δικαίως έχουν αυτήν τη φήμη».
Η ζωή της στον δρόμο δεν είναι εύκολη. Τα συνεχόμενα ταξίδια, η πίεση και το άγχος αφήνουν το αποτύπωμά τους. «Στην αρχή είναι όλα καινούργια και συναρπαστικά: ταξιδεύεις, βλέπεις φίλους στον δρόμο, είναι εύκολο να παρασυρθείς σε υπερβολικά parties και να εξαντληθείς. Με τον καιρό, όμως, αυτό σε φθείρει». Σήμερα έχει μάθει να βάζει όρια. «Δίνω τεράστια σημασία στην υγεία μου. Φροντίζω να τρώω σωστά, να μην παραλείπω γεύματα και, όταν υπάρχει χρόνος, να γυμνάζομαι στα γυμναστήρια των ξενοδοχείων, αν και δεν είναι πάντα εύκολο! Όταν βρίσκομαι σπίτι, εκμεταλλεύομαι την κάθε στιγμή. Πηγαίνω για πεζοπορία, περνάω χρόνο στη φύση, βλέπω την οικογένειά μου, μαγειρεύω με φίλους. Η ισορροπία είναι το πιο σημαντικό πράγμα».
Indira Paganotto & Armin van Buuren - Dragon [Official Visualizer]
Με αυτήν τη φιλοσοφία ισορροπίας και πάθους έχει καταφέρει να κρατάει τη μουσική της φρέσκια και αληθινή, κι αν κάτι τη χαρακτηρίζει, είναι η ενέργεια που κουβαλάει σε κάθε εμφάνιση, η σπίθα που μετατρέπει το dancefloor σε τελετουργία.
Μιλάει για την Ελλάδα με τρυφερότητα. «Η Ελλάδα είναι μια πανέμορφη χώρα, είστε τυχεροί που ζείτε μέσα σε τόση κουλτούρα και ιστορία. Γι’ αυτό χαίρομαι πάντα όταν επιστρέφω για να παίξω – το κοινό στην Ελλάδα πάντα μου δίνει τόση ενέργεια και αγάπη. Τι άλλο να ζητήσω; Εκτός από… πιτόγυρα!».
Η Indira Paganotto δεν είναι απλώς άλλη μια DJ ή παραγωγός. Είναι μια καλλιτέχνιδα που χτίζει τον δικό της κόσμο, έναν κόσμο χωρίς ταμπέλες και περιορισμούς, γεμάτο ρυθμό, ένταση και φαντασία. Έναν κόσμο στον οποίο οι «νίντζα» της μεγαλώνουν συνεχώς, αποδεικνύοντας ότι η μουσική που βγαίνει από την καρδιά βρίσκει πάντα τον δρόμο της.
Βρείτε περισσότερες πληροφορίες για το ARTCORE της Indira Paganotto εδώ.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.