Υπάρχουν κάποιες φωνές που δεν τραγουδούν απλώς αλλά χαράζουν πορεία. Η Penelope Trappes είναι μια από αυτές. Η μουσική της κινείται σαν ομίχλη, σαν μια ανάμνηση που δεν ήξερες ότι σου ανήκει μέχρι να την ακούσεις. Δεν γράφει τραγούδια, διοχετεύει συχνότητες. Drone, dream-pop, ambient, φωνή, η φόρμα είναι λιγότερο σημαντική από το συναίσθημα κι αυτό το συναίσθημα είναι αδιαμφισβήτητο: κάτι αρχαίο, κάτι θηλυκό, κάτι αληθινό.
Γεννημένη στην Αυστραλία, εγκατεστημένη στο Μπράιτον, μεγαλωμένη μέσα στον ήχο, η Penelope ισορροπεί μεταξύ πειραματικού και πρωτογενούς. Από τις πρώτες της εμφανίσεις με το electro-pop ντουέτο The Golden Filter μέχρι τη σόλο πορεία της, αποτελεί μια από τις πιο ενδιαφέρουσες και αφοσιωμένες δημιουργούς του πειραματικού ήχου των τελευταίων χρόνων. Δεν θα τη δεις στα «μεγάλα» stages, σε εξώφυλλα περιοδικών, να γίνεται viral και να τρεντάρει με τους αλγοριθμικούς όρους της μουσικής πραγματικότητας, δεν ανήκει εκεί. Ευτυχώς, γιατί έτσι δεν κινδυνεύει να αλλοιωθεί μια καλλιτεχνική προσφορά και εικόνα μεγάλης αξίας σε έναν ωκεανό μετριότητας. Δυστυχώς, η φωνή της και η τέχνη της δεν ακούγονται παντού, όπως θα έπρεπε.
«Μην τα παρατάτε. Μπορεί να χρειαστεί να δουλεύετε κάπου αλλού για να πληρώνετε το νοίκι, όμως όταν επιστρέφετε σπίτι, να γράφετε, να τραγουδάτε, να δημιουργείτε. Μην αφήσετε το σύστημα να σας συνθλίψει τη φωνή. Ο κόσμος αυτή τη στιγμή μοιάζει φτιαγμένος για να μετατρέπει τους ανθρώπους σε εργάτες, να παρουσιάζει τη δημιουργικότητα ως πολυτέλεια ή ακόμη και ως απειλή».
Η σειρά των άλμπουμ της «Penelope One» (2017), «Penelope Two» (2018) και «Penelope Three» (2021) σχηματίζει μια τριλογία εξερεύνησης της απώλειας, της γυναικείας ταυτότητας και της πνευματικής αναγέννησης, με το καθένα να λειτουργεί ως κεφάλαιο ενός ηχητικού ημερολογίου. Στο «Heavenly Spheres» (2023) εμπνέεται από τον μεσαιωνικό μυστικισμό και την πνευματικότητα της Hildegard von Bingen, παραδίδοντας ένα έργο βαθιά διαλογιστικό.
Το νέο της άλμπουμ, το «Requiem», είναι μια συλλογή δέκα στοιχειωμένων ambient συνθέσεων σαν επωδοί ονείρων και εφιαλτών, σαν τελετουργίες γύρω από τον θάνατο, το πένθος, καθώς και τη δύναμη, την αυτενέργεια και τη μεταμόρφωση. Μέσα από γήινους αλλά υπερβατικούς βόμβους τσέλου, η Trappes εξορκίζει τραύματα προσωπικά, ιστορικά και διαγενεακά. Η φωνή της, διακριτική αλλά πανταχού παρούσα, είναι οδηγός σε έναν χώρο μετάβασης, αντίστασης και αυτοπροσδιορισμού.
Penelope Trappes - A Requiem
Συναντηθήκαμε διαδικτυακά ένα ήρεμο απόγευμα που εξελίχθηκε σε κάτι πολύ βαθύτερο: δημιουργία, θάνατος, αναγέννηση, καπιταλισμός, τα δέντρα, η Björk, η πατριαρχία και η δύναμη της σιωπής. Η Penelope Trappes δεν προσφέρει εύκολες απαντήσεις. Προσφέρει παρουσία, μια ήσυχη ανυπακοή. Μέσα από τη φωνή της, τα visuals, τον τρόπο που μιλά για τη θλίψη, την ομορφιά και την αντίσταση, μας θυμίζει ότι η τέχνη δεν είναι προϊόν. Είναι τρόπος να παραμένουμε άνθρωποι σε έναν κόσμο που συνεχώς προσπαθεί να μας αποσυνδέσει.
— Υπήρξε κάποια συγκεκριμένη στιγμή που ένιωσες συνειδητά ότι ήθελες να κάνεις καριέρα στη μουσική;
Το πάθος υπήρχε πάντα, από πολύ μικρή ηλικία με τραβούσε η σκηνή με κάποιον τρόπο, σε κάποια μορφή. Όμως δεν ήταν παρά μόνο στα 17 μου που άρχισαν τα πράγματα να παίρνουν πιο σοβαρή τροπή. Τότε ξεκίνησα μαθήματα φωνητικής, τραγουδούσα εκκλησιαστικά κομμάτια και παραδοσιακά τραγούδια από τις Εβρίδες. Στη συνέχεια, πέρασα στην όπερα.
Κάπου μέσα μου ήξερα πάντα ότι αυτό ήταν κάτι που αγαπούσα βαθιά. Αλλά αν ψάχνουμε «εκείνο» το καθοριστικό σημείο, ήταν όταν η δασκάλα μου στην όπερα, μια από τις κορυφαίες στον χώρο της, είπε: «Η Penelope δεν θα είναι ποτέ στη χορωδία. Θα είναι πάντα σολίστ». Αυτό το σχόλιο με καθόρισε. Το να σου δείχνει τέτοια εμπιστοσύνη ένας άνθρωπος που έχει χτίσει καριέρα σε αυτόν τον κόσμο σημαίνει κάτι. Ακόμα κι αν αργότερα απομακρύνθηκα από την όπερα, εκείνη τη στιγμή όλα άρχισαν να παίρνουν πραγματικές διαστάσεις.
— Δηλαδή, ακόμα κι όταν υπάρχει το ταλέντο, χρειάζεται κάποιου είδους υποστήριξη για να ανάψει η σπίθα που μας ωθεί προς τα εμπρός;
Απόλυτα, αν και νομίζω ότι εξαρτάται κι από το περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνεις. Κάποιοι άνθρωποι είναι τυχεροί, μεγαλώνουν σε οικογένειες που ενισχύουν την αυτοπεποίθησή τους από νωρίς. Πάρε, για παράδειγμα, την Kate Bush. Η οικογένειά της τη θεωρούσε παιδί-θαύμα. Τη στήριξαν απόλυτα: ό,τι κι αν έκανε, έγραφε, τραγουδούσε ή έπαιζε το έβλεπαν ως κάτι υπέροχο. Αυτή η πίστη μπορεί να είναι καταλυτική.
Η δική μου οικογένεια ήταν διαφορετική. Ήταν υποστηρικτική, αλλά και αρκετά επικριτική και συντηρητική. Ακόμα και μετά τα 35 μου, άκουγα το κλασικό: «Λοιπόν, πότε θα βρεις μια κανονική δουλειά;» Παρ’ όλα αυτά, πιστεύω πως όλες/-οι μας συναντάμε ανθρώπους στη διαδρομή που μας εμπνέουν, που πιστεύουν σε αυτό που κάνουμε, είτε είναι μουσική, είτε μαγειρική, είτε οτιδήποτε δημιουργικό. Μας υπενθυμίζουν ότι πρέπει να συνεχίσουμε.

— Οι έρευνες δείχνουν πως πλέον είναι πιο δύσκολο να χτίσεις καριέρα στη μουσική αν δεν προέρχεσαι από εύπορο περιβάλλον, αν δεν έχεις προνόμια ή το πλεονέκτημα του nepo baby. Χάνουμε ταλέντα εξαιτίας αυτής της νέας πραγματικότητας;
Είναι πολλά τα ταλέντα που χάνουμε, και δεν μπορούμε να μιλήσουμε γι’ αυτό χωρίς να κατονομάσουμε το σύστημα μέσα στο οποίο ζούμε. Ο δυτικός κόσμος εξακολουθεί να είναι χτισμένος πάνω σε πατριαρχικές, ιεραρχικές δομές και αυτό κάνει τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολα για τους νεότερους καλλιτέχνες. Εγώ είμαι σ’ αυτόν τον χώρο εδώ και χρόνια. Προχωράω σιγά σιγά, είχα κάποια στήριξη, μικρή χρηματοδότηση, αλλά για κάποιο άτομο που ξεκινάει τώρα είναι τρομερά δύσκολο. Παρ’ όλα αυτά, αυτό που λέω πάντα είναι: «Μην τα παρατάτε. Μπορεί να χρειαστεί να δουλεύετε κάπου αλλού για να πληρώνετε το νοίκι, όμως όταν επιστρέφετε σπίτι, να γράφετε, να τραγουδάτε, να δημιουργείτε. Μην αφήσετε το σύστημα να σας συνθλίψει τη φωνή». Ο κόσμος αυτή τη στιγμή μοιάζει φτιαγμένος για να κάνει ακριβώς αυτό, να μετατρέπει τους ανθρώπους σε εργάτες, να παρουσιάζει τη δημιουργικότητα ως πολυτέλεια ή ακόμη και ως απειλή.
Η δημιουργικότητα είναι δύναμη: λύνει προβλήματα, διαταράσσει τις νόρμες. Οπότε ναι, είναι δύσκολο. Μπορεί να πάρει περισσότερο χρόνο. Αλλά ακόμα κι έτσι, χωρίς προνόμια, ο κόσμος χρειάζεται δημιουργικούς ανθρώπους, ίσως περισσότερο από ποτέ.
— Αν τόσο οι καλλιτέχνες όσο και οι χώροι έκφρασης συρρικνώνονται και δυσκολεύονται οικονομικά, κινδυνεύουμε να χάσουμε όχι μόνο την πολυφωνία αλλά και τη δυνατότητα να διαμορφώνουμε και να εκφράζουμε τα δικά μας αφηγήματα;
Δεν νομίζω, αλλά πιστεύω ότι δεν πρέπει να χάνουμε την ελπίδα μας. Αν μπορούσα, θα τη χτυπούσα τατουάζ στο μέτωπό μου. Η φωνή είναι το πιο πρωτογενές μας όργανο, βγαίνει απ’ την καρδιά. Όσο κι αν εξελιχθεί η τεχνητή νοημοσύνη ή η τεχνολογία, πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που δεν θα σταματήσουν να δημιουργούν. Μπορεί να γίνουν πιο σπάνιοι, κι αυτό είναι το θλιβερό της υπόθεσης.
Στα υπόλοιπα έχεις απόλυτο δίκιο: πολλοί χώροι κλείνουν γιατί δεν βγαίνουν οικονομικά, ο κόσμος που θα ήθελε να τους στηρίξει συχνά δεν έχει τα χρήματα να το κάνει. Άρα, ναι, η υποδομή συρρικνώνεται, παρ’ όλα αυτά θα συνεχίσουν να ακούγονται φωνές, έστω και λιγότερες. Ίσως, κάποια στιγμή, να εμφανιστούν ευεργέτες, άνθρωποι με πόρους, που θα βλέπουν την αξία της τέχνης, και θα λένε: «Η φωνή σου έχει σημασία, θέλω να τη βοηθήσω να ακουστεί».
— Ίσως η μουσική έκφραση να γίνει ξανά μια επαναστατική πράξη με ρέιβ σε δάση, αυτοοργανωμένες συναυλίες, συλλογικές πρωτοβουλίες.
Ακριβώς εκεί πηγαίνουν και οι δικές μου σκέψεις και ολοένα περισσότερο σκέφτομαι την ουσία της κοινότητας. Ίσως να είναι κάτι μικρό, πέντε άτομα σ’ ένα χωριό, όλα παθιασμένα με τη μουσική, που νοικιάζουν την αίθουσα της εκκλησίας μία φορά τον μήνα. Ίσως οι μουσικοί να ξαναγίνουν κάτι σαν περιπλανώμενοι αφηγητές, σύγχρονοι Peter Piper. Οι αυτοοργανωμένοι χώροι, οι τοπικές συγκεντρώσεις γίνονται όλο και πιο σημαντικές για την αυθεντική σύνδεση.
Οι μεγάλες σκηνές; Αυτές έχουν γίνει πλέον υπόθεση του 1%. Οι τεράστιες δισκογραφικές, οι περιοδείες στα στάδια είναι ένας άλλος κόσμος και ως πειραματική καλλιτέχνιδα δεν ανήκω εκεί. Ευτυχώς έχουμε ακόμα ανθρώπους όπως η Björk, που βρίσκονται εκεί έξω σε μεγάλες πλατφόρμες και συνεχίζουν να δοκιμάζουν τα όρια του ήχου, της εικόνας και της τέχνης. Είμαι ευγνώμων γι’ αυτό. Παρόλο που όλα αλλάζουν, νομίζω ότι αυτά που θα έχουν τη μεγαλύτερη σημασία από εδώ και πέρα είναι η κοινότητα και η ελπίδα, οι λέξεις – αυτά είναι τα κλειδιά μου.
Penelope Trappes - Red Dove
— Ως θηλυκότητες θεωρείς ότι έπρεπε και πρέπει να παλέψουμε λίγο παραπάνω για να ακουστούμε;
Εννοείται, ειδικά σήμερα. Συχνά αναρωτιέμαι πότε ακριβώς έγινε η στροφή, γιατί υπήρξαν μητριαρχικές κοινωνίες στο παρελθόν. Δεν γνωρίζω αρκετά για να μιλήσω σε βάθος, αλλά στοιχηματίζω πως ήταν πιο ισορροπημένες… ίσως και πιο δίκαιες.
Όμως ναι, είναι κοινό μυστικό: οτιδήποτε ταυτίζεται με το θηλυκό, σε οποιαδήποτε μορφή, συχνά πηγαίνει κόντρα στο ρεύμα. Δες για παράδειγμα τις δίκες των μαγισσών. Οι γυναίκες που ήταν διαισθητικές, δυνατές, που μιλούσαν, αποτελούσαν απειλή κι αυτό δεν έχει εξαφανιστεί πλήρως. Αν είσαι θηλυκού γένους και λες τη γνώμη σου, είναι ακόμα περίπλοκο, ακόμα κι επικίνδυνο. Ωστόσο πιστεύω ότι εκεί ακριβώς βρίσκεται και η δύναμή μας. Χτίστηκε, και συνεχίζει να χτίζεται μέσα από γενιές. Παρεμπιπτόντως, απίστευτη η λέξη αυτή που είπες, «θηλυκότητες». Θα αρχίσω να τη χρησιμοποιώ κι εγώ.
— Το νέο σου άλμπουμ εντάσσεται σε αυτήν τη ευρύτερη συζήτηση ή η διαδικασία σου είναι πιο εσωτερική; Δημιουργείς για να δίνεις απαντήσεις ή απλώς δέχεσαι ό,τι έρχεται από μέσα σου;
Για μένα συνήθως ξεκινά από μια κατάσταση σχεδόν διαλογιστική, ένα είδος διοχέτευσης. Προτού μπω στο στούντιο, ορίζω τις προθέσεις μου. Γι’ αυτό το άλμπουμ, για παράδειγμα, ήθελα να δουλέψω με ήχους drone, κάτι πρωτογενές, σαν μοιρολόι, που θα άνοιγε έναν χώρο μέσα μου για να αγγίξω πιο βαθιά συναισθήματα. Όμως δεν έγραφα έχοντας κάτι στο μυαλό μου, δεν ήταν μια απόκριση προς ένα εξωτερικό ερέθισμα. Έθεσα τα όριά μου και άφησα να έρθει ό,τι ήθελε να έρθει.
— Αυτό που βρίσκω εκπληκτικό, από συναισθηματική άποψη, είναι πως τα τραγούδια σου, ακόμα κι όταν διαρκούν μόνο ένα-δύο λεπτά, τα νιώθεις ως ένα τεράστιο, αυτοτελές έργο. Πώς δημιουργείς κάτι τόσο μινιμαλιστικό και ταυτόχρονα τόσο δυνατό;
Είναι πολύ όμορφο αυτό που λες, με συγκινεί. Το αστείο είναι πως τα ίδια τα τραγούδια ξεδιπλώνονται πολύ αργά. Υπάρχει αυτή η εσωτερική, διαλογιστική ροή που καθόρισε ολόκληρο το άλμπουμ. Αυτή η μινιμαλιστική, αργή αίσθηση ίσως να αφήνει τον απαραίτητο χώρο για να αναδυθούν τα συναισθήματα του ατόμου που τα ακούει. Ακόμα και οι σιωπές κουβαλούν κάτι.
Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν ήταν υπερβολικά μελετημένο, κατά τη διάρκεια του post production συνειδητά μείωσα τη διάρκεια των κομματιών. Αν τα είχα αφήσει ως είχαν, ίσως να προκαλούσαν υπνηλία στον ακροατή. Στις live εμφανίσεις, τα κομμάτια είναι μερικές φορές πιο μεγάλα, και το διαλογιστικό αποτέλεσμα γίνεται ακόμη πιο έντονο. Είναι λοιπόν ενδιαφέρον το ότι ακόμα και μέσα σε τόσο λίγο διάστημα υπάρχει αυτή η αίσθηση πως ο χρόνος παραμορφώνεται, σαν να μπορεί να συμβεί κάτι παγκόσμιο. Ένα μικρό παράθυρο, αλλά και μια βαθιά εμπειρία.
— Δίνεις στον ακροατή κάτι να κρατηθεί, κάτι πάνω στο οποίο μπορεί να χτίσει μέσα στο μυαλό και την καρδιά του;
Ναι, βέβαια, και πραγματικά ελπίζω αυτό να αναδειχθεί ακόμη περισσότερο στις ζωντανές εμφανίσεις. Είναι κάτι το πρωτογενές αυτό το κοινό συναίσθημα, λίγο σαν την παράδοση της jazz, το «call and response». Ως τραγουδίστρια, προσφέρω κάτι και το κοινό ανταποκρίνεται με τον δικό του τρόπο.
Penelope Trappes - Thou Art Mortal
— Πώς προσέγγισες το νέο σου άλμπουμ και τι διαφορές έχει σε σχέση με τις προηγούμενες δουλειές σου;
Νομίζω ότι αυτή τη φορά η πρόθεση ήταν πιο στοχευμένη, ίσως και πιο έντονη στην απλότητά της, ειδικά όσον αφορά τη φωνή. Δημιούργησε αυτό το αποτέλεσμα που περιέγραψες, κάτι απογυμνωμένο αλλά συναισθηματικά γεμάτο. Στα παλαιότερα άλμπουμ κινήθηκα περισσότερο σε ambient υφές, με πολύ reverb, κάτι πολύ ρευστό, σχεδόν υδάτινο.
Αυτό εξακολουθεί να υπάρχει σε κάποια σημεία, αλλά με το συγκεκριμένο άλμπουμ ένιωσα ότι μπήκα σε ένα βαθύτερο επίπεδο του εαυτού μου, σε μια ωριμότητα. Ένιωσα έτοιμη να εκφραστώ με μεγαλύτερη σαφήνεια, να είμαι πιο τολμηρή με τη φωνή και την ιστορία μου.
— Όταν τελειώνεις ένα άλμπουμ, ξέρεις πού θα σε πάει; Το χαρτογραφείς, πας με τη ροή, περιμένεις αντιδράσεις; Ασχολείσαι με το τι λέει ο κόσμος της μουσικής;
Στην ουσία, είναι το λιγότερο σημαντικό. Φυσικά ένα άλμπουμ μπορεί να επηρεάσει πρακτικά πράγματα, όπως το πόσος κόσμος θα έρθει στις συναυλίες, αλλά συνειδητά προσπαθώ να μείνω στο παρόν, να ακολουθώ τη ροή. Αυτό δεν σημαίνει πως δεν έχω όνειρα· δεν διαφέρω από το σύνολο. Ιδανικά, θα ήθελα να συνεχίσω να επεκτείνω τη ζωντανή εμπειρία, σαν μια μεγάλη έκρηξη που εξαπλώνεται προς τα έξω.
Για μένα, η σκηνή είναι μια μορφή θεραπείας κι ελπίζω, με κάποιον τρόπο, να αποτελεί το ίδιο και για το κοινό – ένας χώρος όπου μπορούν να αντιμετωπίσουν τη θλίψη, τους φόβους, τον πόνο τους, αλλά και να νιώσουν το φως που ρίχνει σε αυτές τις σκιές. Είναι ζήτημα ισορροπίας, να βοηθάμε ο ένας άνθρωπος τον άλλον να βρει μέσα του αυτόν τον χώρο, όπου μπορούν να συνυπάρξουν και το φως και το σκοτάδι. Αυτό θέλω να συνεχίσω να κάνω για την υπόλοιπη ζωή μου.
Είμαι ευγνώμων που μπορώ έστω να το κάνω. Όπως σωστά είπες, δεν έχουν όλες/-οι αυτή την οικονομική ελευθερία. Ζω απλά, κρατώ μια απόσταση από τη μηχανή του καπιταλισμού, τόσο ώστε να πληρώνω το νοίκι μου και να αγοράζω φαγητό. Ντύνομαι με ρούχα από δεύτερο χέρι, αποφεύγω την υπερκατανάλωση. Η υπερκατανάλωση μας μουδιάζει, μας αποσπά, και έχω ανακαλύψει πως όσο περισσότερο αφήνομαι, τόσο περισσότερη χαρά βρίσκω στα πιο μικρά πράγματα, όπως σε ένα δέντρο – λατρεύω τα δέντρα. Να διαβάσεις το The Hidden Life of Trees, θα τρελαθείς.
— Η φύση παίζει πολύ στα visuals σου. Πώς προσεγγίζεις τα μουσικά σου βίντεο;
Σε μένα, οι στίχοι και τα visuals έρχονται συχνά μαζί. Όνειρα, φύση, ακόμα και κάτι που βλέπω, όλα είναι μέρος της διαδικασίας. Για παράδειγμα, επί «Red Dove» έβλεπα το ντοκιμαντέρ Bells from the deep του Werner Herzog και ήξερα αμέσως πως ήθελα να αναπαραστήσω αυτή τη σκηνή. Συνεργάζομαι με το Agnes Haus, έχουμε στενή φιλία και εξαιρετική συνεργασία. Ακολουθώ μια αναφορά, μια ιδέα, μερικές φορές απλώς ένα ένστικτο. Καθόμαστε, πίνουμε καφέ και συζητάμε για ώρες. Ξεκινάω να μαζεύω κοστούμια, να βρίσκω τοποθεσίες, να διαλέγω άτομα για το καστ.
Είναι συλλογική η διαδικασία, τύπου hive-mind, και μετά το Agnes φέρνει τη μαγεία· είναι φανταστικό στη σκηνοθεσία, στη φωτογραφία, στο μοντάζ. Προσθέτει αυτό το υπέροχο, μυστικιστικό φίλτρο σε ό,τι κάνουμε. Είναι λίγο όπως στο σινεμά, εκείνη η στιγμή που έρχεται η μουσική και απογειώνει μια σκηνή, αλλά με μένα συμβαίνει ανάποδα. Ξεκινώ από τον ήχο, την ιστορία, και μετά χτίζω τον οπτικό κόσμο γύρω από αυτά. Για να είμαι ειλικρινής, δεν με νοιάζει τι θα κάνεις πρώτο, αν θα ακούσεις πρώτα το βίντεο ή τη μουσική. Όπως και να το ζήσεις, είναι μέρος της ίδιας μαγείας. Δεν προσπαθώ να ελέγξω το πώς θα το βιώσεις.

— Τίποτα στη δουλειά σου δεν φαίνεται παράταιρο, ούτε ένας ήχος, ένα καρέ, το επόμενο βήμα μετά το άλμπουμ. Είναι σαν να βρίσκεσαι μέσα σε μια σπάνια ροή.
Μου το έχουν ξαναπεί και κάθε φορά που προσπαθώ να το εξηγήσω ακολουθώ μια κάπως εσωτερική διαδικασία. Σίγουρα υπάρχει μια αγάπη στη λεπτομέρεια, στο να κουμπώνουν τα πράγματα με ακρίβεια. Αλλά δεν είναι πάντα έτσι, η ζωή είναι χαοτική, γίνονται τρελά πράγματα. Γι’ αυτό, έχω πέντε τετράδια ανοιχτά ταυτόχρονα, το καθένα για ένα διαφορετικό μέρος της διαδικασίας. Χρειάζεται πολλή οργάνωση για να κρατήσεις τη ροή. Οπότε, όταν βρίσκομαι σε αυτή την κατάσταση, νιώθω βαθιά ευγνωμοσύνη και ξέρω πως είναι προνόμιο το να μπορώ να ζω έτσι.
— Σε ενοχλεί όταν προσπαθούν να σου βάλουν ταμπέλες; Όταν, ας πούμε, λένε ότι η μουσική σου είναι goth ή σε συγκρίνουν με καλλιτέχνες της 4AD;
Όχι ιδιαίτερα. Η πρώιμη 4AD ήταν τεράστια έμπνευση για μένα. Άνθρωποι όπως η Lisa Gerrard, οι Dead Can Dance ήταν σαν δάσκαλοί μου κατά κάποιο τρόπο· όλοι μας έχουμε τέτοιες αναφορές. Καταλαβαίνω ότι κάποιοι άνθρωποι χρειάζονται τις ταμπέλες, τους βοηθά να προσανατολιστούν, να επεξεργαστούν πιο εύκολα αυτό που ακούν. Βέβαια, μπορεί να γίνει και κουραστικό, γιατί στην πραγματικότητα δεν ανήκω απόλυτα σε καμία κατηγορία. Γι’ αυτό μου αρέσει η λέξη «πειραματικό», αφήνει χώρο για να συμβούν τα πάντα.
— Αυτή η τάση για ταμπέλες είναι κάτι που κάνουν οι μουσικογράφοι, και παρόλο που γράφω κι εγώ για μουσική, με ενοχλεί. Γιατί να βάλεις τη δημιουργία σε κουτάκι; Και ποιες είμαστε εμείς που θα κατευθύνουμε τη φαντασία του αναγνώστη;
Ακριβώς. Ίσως η δική σου προσέγγιση να είναι ήδη μέρος της αλλαγής που έρχεται. Είναι απελευθερωτικό – για τους συντάκτες, για τους αναγνώστες, για τις/τους δημιουργούς. Όπως είπες, όταν ο κόσμος έχει την ελευθερία να βιώσει κάτι με τον δικό του τρόπο, τότε γεννιέται η πραγματική σύνδεση. Κι αν κάποιος δεν το πιάσει, δεν πειράζει. Δεν είναι όλα για όλους.
Penelope Trappes - Bandorai
— Πώς νιώθεις ως καλλιτέχνιδα στη σημερινή πραγματικότητα, σε έναν κόσμο που φαίνεται να βαραίνει κάθε μέρα και περισσότερο;
Είναι δύσκολο, ο κόσμος είναι υπερβολικός. Ζω στο Μπράιτον, και είναι κάπως σαν να είμαι σε φούσκα: είναι φιλελεύθερο, συμπεριληπτικό, και νιώθω τυχερή. Αλλά βλέπω τι γίνεται στις ΗΠΑ, σε όλο τον κόσμο, και στενοχωριέμαι πολύ. Όπως πολλές/-οι από εμάς, προσπαθώ να καταλάβω πώς να συνεχίσω. Ο πλανήτης, τα συστήματα, η αδικία, όλα μας συντρίβουν.
Ως καλλιτέχνιδα, προσπαθώ να επεξεργαστώ αυτές τις εσωτερικές αντιδράσεις, τη θλίψη, την οργή, τη σύγχυση. Γιατί πιστεύω πραγματικά ότι το σύστημα –η πατριαρχία, ο καπιταλισμός– προσπαθεί να μας αδειάσει από ενέργεια, να μας απομακρύνει από το ποιες/-οι πραγματικά είμαστε. Οπότε ναι, μέσα από τη δουλειά μου έχω μια αποστολή: να κρατήσω την αγάπη, να μείνω προσηλωμένη στο φως.
Αυτό είναι το «Requiem». Το χαρακτηρίζω «βίαιη ελπίδα», είναι σαν πεδίο μάχης. Το πρώτο κομμάτι λέγεται «Bandorai», από το όνομα των Κελτισσών που πολέμησαν εναντίον της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και νίκησαν. Αυτή είναι η ενέργεια που προσπαθώ να ανακαλέσω. Δεν είναι εύκολο, είναι σκληρό, θέλει δουλειά, να φροντίζουμε το σώμα, το μυαλό, τους ανθρώπους μας.
Αυτός ο δίσκος μιλά για το πώς να μείνεις μες στη θλίψη, μες στη μάχη αλλά και για το πώς να βοηθήσεις τον εαυτό σου και τους άλλους ανθρώπους να βρουν δύναμη· να παραμείνεις τρυφερή, αλλά δυνατή, εντός της κοινότητας. Γιατί, ναι, μας δοκιμάζουν. Και ναι, πρέπει να γίνει επανάσταση, ακόμα κι αν ο αλγόριθμος το δείξει μόνο σε πέντε άτομα. Αυτά τα πέντε άτομα μπορεί να νιώσουν κάτι και μετά να το πουν σε άλλα πέντε. Όπως το μυκηλιακό δίκτυο κάτω από το δάσος, «μιλάει» συνέχεια, ακόμα κι όταν δεν το βλέπεις. Οπότε, ναι. Ενώνουμε τις δυνάμεις μας, αντιστεκόμαστε, κρατάμε το φως αναμμένο. Ακόμα κι αν δεν έχουμε όλες τις απαντήσεις, μπορούμε να τραγουδήσουμε μέσα στο σκοτάδι.
To «Requiem» της Penelope Trappes κυκλοφορεί από την One Little Independent και μπορείτε να το ακούσετε εδώ