Το σπίτι της Τζάσμιν είναι περίπου εβδομήντα τετραγωνικά και γεμάτο με κάποια iconic έπιπλα που τα αγοράζει με θυσίες και μεράκι. Είναι εντυπωσιακό πώς μέσα σε τόσο λίγα τετραγωνικά έχει χωρέσει τόσα όμορφα έπιπλα. «Έχεις μαζέψει αρκετά πράγματα εδώ», είναι το πρώτο πράγμα που παρατηρώ.
«Δεν ξέρω αν σου αρέσει το σπίτι. Αν δεν σ’ αρέσει, κανένα πρόβλημα, πίνουμε καφέ και μιλάμε για μόδα», λέει με κοριτσίστικο νάζι.
Της λέω ότι έχει πολύ ωραία στοιχεία και ότι μου αρέσει να γράφω για όλα τα σπίτια: μικρά, μεγάλα, νεανικά, φοιτητικά, ατημέλητα και επιμελημένα. «Τότε, καλωσόρισες στον κόσμο της Τζάσμιν και της Sam» – η Sam είναι η σκυλίτσα της, ένα πίντσερ, και είναι αχώριστες.
«Πώς ήρθες σε αυτό το διαμέρισμα;» τη ρωτάω.
«Ήρθα το 2020, στην καρδιά της καραντίνας. Δεν έδειχναν σπίτια τότε, αλλά εμένα μου το έδειξαν. Είπα “το θέλω” χωρίς δεύτερη σκέψη. Δεν είναι ιδανικό, αλλά είναι στα Εξάρχεια που έψαχνα, και σε καλή τιμή. Eίναι το πρώτο σπίτι όπου μένω μόνη μου. Είχα κάνει κάποιες απόπειρες, αλλά δεν έβγαινα οικονομικά και έμενα στη θεία μου. Στην πραγματικότητα είναι το πρώτο δικό μου σπίτι, δηλαδή αυτό που διακοσμώ από την αρχή και το φτιάχνω όπως θέλω.
«Ο πλανήτης είναι γεμάτος από τόσα ωραία πράγματα που μπορούν να μας ντύσουν και να διακοσμήσουν τα σπίτια μας. Δεν καταλαβαίνω, γιατί να παίρνουμε καινούργια; Εντάξει, να πάρουμε ένα δυο κομμάτια, αλλά είναι τρομακτική αυτή η υπερκατανάλωση».
Ο πιο μεγάλος περιορισμός είναι τα τετραγωνικά. Κακά τα ψέματα, δεν χωράνε πολλά έπιπλα εδώ. Αφού όμως δεν μπορώ να αλλάξω ακόμα σπίτι, σκέφτηκα ότι μπορώ να επενδύω σε κάποια όμορφα και διαχρονικά κομμάτια που θα τα έχω για πάντα. Λατρεύω το design, αν είχα τη δυνατότητα όλα μου τα έπιπλα θα ήταν έπιπλα σχεδιαστών».

Αν και «petite», λοιπόν, το συγκεκριμένο σπίτι αμέσως της έβγαλε κάτι θετικό. «Πιστεύω ότι όλα έχουν μια ενέργεια, μια αύρα, και ότι πάντα μα πάντα η πρώτη μας αίσθηση είναι η σωστή», λέει.
Όταν μπήκαν με τον φίλο της, το σπίτι ήταν άδειο, κανείς δεν είχε πράγματα. «Τα πρώτα δύο χρόνια ήμασταν με τα πολύ βασικά: καναπέ, κρεβάτι, ψυγείο, πλυντήριο. Στόχος είναι να παίρνω ένα καλό έπιπλο τον χρόνο. Αν είναι καλή χρονιά, μπορεί να πάρω και ένα δεύτερο», λέει και γελάει.
«Το πρώτο καλό έπιπλο που πήρα ήταν αυτός ο μπουφές που είναι Dyrlund by Jack Vodder Andersen από τις αρχές των ’70s», λέει. Μου εξηγεί ότι είναι από ξύλο τικ και της αρέσει πάρα πολύ.
«Ξύπνησες μια μέρα και είπες θέλω έναν ωραίο μπουφέ; Γιατί ξεκίνησες από εκεί;» τη ρωτάω με απορία. Γελάει: «Από κάπου πρέπει να ξεκινήσεις». Τον είδε και τον ερωτεύτηκε. Τον βρήκε τυχαία στο Retrosexual και ήταν από τη συλλογή επίπλων προς ενοικίαση, δεν τον πουλούσαν. Τον κέρδισε με πολύ πείσμα, επέμεινε για να τους πείσει να της το πουλήσουν και έδωσε όλες της τις οικονομίες. «Χαλάλι», λέει και ξαπλώνει πάνω του, να τη φωτογραφίσει ο Πάρις.
Της δείχνω ένα ωραίο φωτιστικό Murano. «Αυτό τι είναι;» τη ρωτάω.
«Carlo Νason για τη Mazzega», απαντά.
Δεν γνωρίζω τον σχεδιαστή, αλλά κάνω ότι τον γνωρίζω και λέω «α, του Nason», λες και πίναμε καφέ μαζί προχθές.


Πηγαίνω και κάθομαι σε μια άλλη εξαιρετική πολυθρόνα. Με τον Πάρι, τον φωτογράφο, της αλλάζουμε θέση για να πάρει μια ανάσα ο χώρος, γιατί είναι κάπως στριμωγμένη. «Μα τι ωραία πολυθρόνα είναι αυτή», παρατηρώ. Ο Πάρις την αναγνωρίζει, «του Αntonio Citterio». Ναι, λέει η Τζάσμιν, αρχές του ’80.
«Αγαπώ και αυτές τις δυο καρέκλες, είναι του Mies Van der Rohe», λέει και μας δείχνει δύο μαύρες. «Το μοντέλο είναι το MR10 και τις πήρα καινούργιες από τον Δελούδη γιατί δεν τις έβρισκα πουθενά και μου είχαν γίνει εμμονή. Στα σχέδιά μου είναι να πάρω μια μεγαλύτερη τραπεζαρία, και να τις μπερδέψω με αυτές τις Gastone Rinaldi που ήδη έχω».
Όπου πέφτει το μάτι και μια καινούργια πληροφορία. Τη ρωτάω για ένα τραπεζάκι και μου λέει ότι είναι vintage από την έκθεση της Ρέτο στο Κορωπί. «Έχει παλιά έπιπλα και το πήρα μόνο δέκα ευρώ». Την τίγρη της την αγόρασε από το Εtsy. «Είναι handmade και την περίμενα με λαχτάρα. Μαζί με τη Sam, είναι κι αυτή το pet μου», λέει με χαμόγελο.
Από τον Ελαιώνα πήρε, λέει, αυτό το λευκό τραπέζι που έχει στο καθιστικό, μόνο είκοσι ευρώ. Βγάζω επιφώνημα ενθουσιασμού γιατί πρόκειται για ένα πολύ ιδιαίτερο τραπέζι.
«Λατρεύω τον Ελαιώνα. Αν πας νωρίς το πρωί και είσαι τυχερός, βρίσκεις αριστουργήματα», δηλώνει με ενθουσιασμό.
Το ένα φωτιστικό της, που είναι πολύ εντυπωσιακό, μαθαίνω πως είναι του Gaetano Sciolari, κι αυτό ’70s, και το άλλο space age, όχι κάποιου σχεδιαστή. Τα πήρε και τα δύο από έναν συλλέκτη που ανακάλυψε στο Μarket Ρlace, ο οποίος είχε στην αποθήκη του μοναδικά κομμάτια.


«Ψωνίζεις από το Μarket Ρlace;»
«To Μarket Ρlace στο Παρίσι, στο Λονδίνο και γενικά εκτός Ελλάδας είναι ανώτερο. Και εδώ βρίσκεις πράγματα, αλλά θέλει ψάξιμο, χρόνο και, φυσικά, τύχη. Δεν αξίζει να δίνεις έναν σκασμό χρήματα για κάτι καινούργιο. Ο πλανήτης είναι γεμάτος από τόσα ωραία πράγματα που μπορούν να μας ντύσουν και να διακοσμήσουν τα σπίτια μα. Δεν καταλαβαίνω, γιατί να παίρνουμε καινούργια; Εντάξει, να πάρουμε ένα δυο κομμάτια, αλλά είναι τρομακτική αυτή η υπερκατανάλωση. Εγώ, πριν από κάθε αγορά, ρωτάω τον εαυτό μου “το χρειάζεσαι πραγματικά αυτό;”».
Η προσοχή μου πέφτει στον προκλητικό πίνακά της. «Ποιος είναι ο καλλιτέχνης;» «Ο πίνακας είναι του Ανδρέα Μποτικά που είναι εξαιρετικός καλλιτέχνης και τον πιστεύω πολύ».
«Δεν τον σχολιάζουν όλοι όταν μπαίνουν σπίτι;» τη ρωτάω.
«Δεν τον έχω εδώ για να προκαλώ αλλά γιατί είναι ένας άλλο τρόπος να πεις “welcome”. Τι θα πει προκλητικός; Σαν άνθρωπος δεν αντέχω τη σοβαροφάνεια και την ηθικοπλαστική ματιά στα πράγματα. Η φωτογραφία που έχω πάνω απ’ τον πίνακα είναι της Δώρας Παπανικήτα που κάνει εικαστική φωτογραφία». Και ο Κωνσταντίνος Φακίρης της έχει κάνει ένα πορτρέτο, που το αγαπά πολύ.
Τη ρωτάω πού κάθεται περισσότερο. «Αράζω πιο πολύ στο κρεβάτι. Δεν βολεύομαι πουθενά καλύτερα. Στο κρεβάτι ή όρθια».
Μουσική δεν ακούει συχνά, της αρέσει η ησυχία.
«Τι είναι για σένα το σπίτι;» «Το λατρεύω το σπίτι μου. Από μικρή ονειρευόμουν να έχω το δικό μου σπίτι. Ήταν πολύ σημαντικό γιατί δεν είχα ποτέ αυτό που λέμε πατρικό. Θα έλεγα ότι δεν είχα και τα πιο εύκολα παιδικά χρόνια, οπότε δεν ήξερα τι σημαίνει να έχεις το δικό σου σπίτι. Σπίτι για μένα σημαίνει ασφάλεια».


Τη ρωτάω αν έρχονται φίλοι. Λέει όχι συχνά, είναι πιο μοναχική. «Μ’ αρέσει εδώ να είναι το ησυχαστήριό μου και τους φίλους να τους βλέπω έξω».
Τη ρωτάω τι αγαπάει. «Το αγόρι μου, τη Sam, τους φίλους μου, τα vintage ρούχα, την τέχνη, το design».
H Τζάσμιν, αν και μόλις τριάντα χρονών, νιώθει ότι ήδη έχει ζήσει δυο ζωές. Έκανε για κάποια χρόνια μόντελιγκ, έτσι αγάπησε τα ρούχα και τις ωραίες υφές. Της αρέσουν τα εξαιρετικά σπάνια κομμάτια και τα κυνηγάει με «απόχη». Τρελαίνεται για Galliano του 2000 και ΜcQueen ’90s.
Μου λέει ότι όταν τρώει κόλλημα με κάτι θα κινήσει γη και ουρανό να το αποκτήσει. Άνοιξε το 2023 ένα μαγαζί στα Εξάρχεια, το «Piracy vintage», με φοβερά ρούχα που μπορείς όχι μόνο να αγοράσεις αλλά και να τα νοικιάσεις, ειδικά κάποια σπάνια κομμάτια.
«Τι ωραία ιδέα ένα ρούχο εξαιρετικό να μπορείς να το νοικιάσεις για μια σημαντική σου στιγμή. Δεν ήξερα ότι γίνεται στην Ελλάδα». «Νομίζω ότι είμαι η πρώτη που το κάνω», λέει σεμνά. «Αν το σκεφτείς, μια τουαλέτα θα τη βάλεις μόνο μία φορά. Γιατί να αγοράσεις κάτι πανάκριβο και μετά να πιάνει χώρο στην ντουλάπα σου;»


Η ιδέα της Τζάσμιν για τη μόδα είναι ίδια μ’ αυτή που έχει για τη διακόσμηση. «Πάρε ένα καλό κομμάτι τη σεζόν και κράτα το για πάντα. Φτιάξε μια στιβαρή ντουλάπα με πέντε-δέκα κομμάτια που έχουν σημασία και άσε τα εκατό που είναι από αλυσίδες καταστημάτων με κακή ποιότητα και πίσω τους κρύβουν μαρτυρικές συνθήκες παραγωγής. Σκέψου πριν καταναλώσεις, πριν φας, πριν διακοσμήσεις το σπίτι σου. Σκέψου!».
Χαιρετάω την όμορφη Τζάσμιν με την ευχή να αποκτήσει όλα τα έπιπλα που ονειρεύεται και κάποια στιγμή στο μέλλον να φωτογραφίσουμε το επόμενο σπίτι της, όπου θα έχει απλώσει αυτούς και άλλους θησαυρούς.
Συμφωνεί και μου κλείνει το μάτι. Μέσα στο μεταξωτό vintage κιμονό Cavalli ’90 μοιάζει με μια σύγχρονη ιέρεια του στυλ που ήρθε στη γη να μας μυήσει στη σημασία του απαραίτητου και του διαχρονικού.