Μπαίνω στο σπίτι της Γαλλίδας εικαστικού Lucile Littot και του αρχιτέκτονα και μουσικού Μάρκου Μαζαράκη-Αινιάν και νιώθω ότι έχω φτάσει σε κάποιον εξωτικό προορισμό, έναν άλλο κόσμο, απέραντα ελεύθερο και καλλιτεχνικό. Eίναι ένα σκηνικό σαν ταινία του Ντάριο Αρτζέντο ή μια μπαρόκ οπτασία του Μάριο Μπάβα.
Έκπληξη πρώτη: πρόκειται για πολυκατοικία του Δημήτρη Πικιώνη. Είχα διαβάσει γι’ αυτήν, που είναι κοντά στην πλατεία Βικτωρίας, αλλά όταν μπαίνω νιώθω κάτι σαν δέος, γιατί όλα είναι φτιαγμένα με σοφία και απλότητα και έχουν αντέξει στον χρόνο. Ένα κτίριο του 1930 με επιρροές από Λε Κορμπιζιέ, όμως θα μπορούσε να είναι του σήμερα και, γιατί όχι, του αύριο.
Ανεβαίνω στο διαμέρισμα του τέταρτου ορόφου και νιώθω πραγματικά ότι μπαίνω σε ένα χρονοντούλαπο που με ταξιδεύει και στο παρελθόν και στο μέλλον. Αυτό δεν είναι σπίτι αλλά βιωματική εμπειρία, μονολογώ δυνατά. Εδώ όλα λειτουργούν με έναν δικό τους ρυθμό, υπακούνε σε μια εντελώς δική τους χορογραφία.
Με φωνάζει στο ροζ και μαύρο μπάνιο τους με ενθουσιασμό. Βγάζω ένα επιφώνημα χαράς. Είναι τέλειο. Αποπνέει μια αίσθηση Hollywood glam. Έτσι το βρήκαν, με πληροφορούν, ροζ. Άλλαξαν μόνο το πλακάκι στο πάτωμα, τη βρύση και τους ρουμπινέδες και έβαλαν κάτι υπέροχες vintage επιχρυσωμένες βρύσες με λιοντάρια που τις βρήκε σε μια ανοιχτή αγορά στο Παρίσι.

Η όμορφη και καλόγουστη Lucile και ο σύντροφός της, ο Μάρκος, σφύζουν από νιάτα, φαντασία και δημιουργικότητα και μαζί γεννούν ιδέες που υλοποιούν χωρίς αναστολές.
Στο σπίτι τους έχουν θεσπίσει τους δικούς τους κανόνες. Από κοινού έφτιαξαν ένα κρεβάτι-«έργο τέχνης» και το εγκατέστησαν στο καθιστικό. Το πρώτο πράγμα που αντικρίζεις είναι αυτό το «υπερθέαμα» που θα ζήλευε και ο Τζεφ Κουνς τότε που ήταν με την Τσιτσιολίνα.
Ο Μάρκος έχει σπουδάσει αρχιτεκτονική, οπότε με ευκολία δημιουργεί αντικείμενα, και η Lucile διακόσμησε το διαμέρισμα με τα υπέροχα γλυπτά της – μαζί δημιουργήσαν κάτι που το λες και «κρεβάτι υπαρξιακής λύτρωσης». Αν ξαπλώσεις σε αυτό, νομίζεις ότι θα βρεις απαντήσεις σε όλα όσα σε βασανίζουν ή, τουλάχιστον, θα κάνεις έναν βασιλικό ύπνο.
Μου λένε ότι είναι ένας φόρος τιμής στην ταινία «Carnivals of Souls» του Χερκ Χάρβεϊ. «Πώς είναι να κοιμάσαι κάθε μέρα σε αυτό το κρεβάτι;» ρωτάω με απορία. «Οικεία», απαντά ο Μάρκος. Είναι φαντασμαγορικά, λέει η Lucile. «Άρα οικεία και φαντασμαγορικά μαζί» προσθέτω εγώ και γελάμε.
Το διαμέρισμα το έκλεισαν πριν από τέσσερα χρόνια και, όσο κι αν ακούγεται απίστευτο, το βρήκαν από αγγελία στο Facebook. Είχαν δει κι άλλο ένα διαμέρισμα που άρεσε πολύ στη Lucile γιατί είχε θέα. Αυτό στην αρχή δεν την ενθουσίασε τόσο, λέει ο Μάρκος, αλλά όταν έμαθε ότι η πολυκατοικία είναι του Πικιώνη και παρατήρησαν τις μικρές λεπτομέρειες και τις δυνατότητες το αγάπησε, έτσι αποφάσισαν να δημιουργήσουν κάτι που πρωτίστως θα εμπνέει τους ίδιους.



«Το σπίτι ήταν ακατοίκητο για δεκατέσσερα χρόνια. Όταν μπήκαμε μέσα, ο χρόνος είχε σταματήσει στη δεκαετία του ’90. Σε ένα κοριτσίστικο δωμάτιο βαμμένο λιλά υπήρχαν αφίσες της Έιμι Γουάινχαουζ και της Μέριλιν Μονρό κρεμασμένες στους τοίχους σαν λείψανα της εφηβείας μου», λέει ποιητικά η Lucile. «Στην πόρτα έλεγε “Ι love L.A.”. Όλα αυτά ήταν σαν σημάδια, σαν καλοί οιωνοί».
«Είναι σαν σκηνικό ταινίας το διαμέρισμα», παρατηρώ. «Τι ταινία παίζετε;»
Ο Μάρκος γελάει και μου λέει ότι το ρεπερτόριο εναλλάσσεται. Όμως στον χώρο παρατηρώ διάσπαρτες διάφορες αναφορές στη «Λολίτα» του Κιούμπρικ. Το αναφέρω και η Lucile χαμηλώνει το βλέμμα δήθεν συνεσταλμένα, σαν να την έπιασα να κάνει ζαβολιά. «Αγαπώ με πάθος τη “Λολίτα”», μου λέει στα γαλλικά.
Με φωνάζει στο ροζ και μαύρο μπάνιο τους με ενθουσιασμό. Βγάζω ένα επιφώνημα χαράς. Είναι τέλειο. Αποπνέει μια αίσθηση Hollywood glam. Έτσι το βρήκαν, με πληροφορούν, ροζ. Άλλαξαν μόνο το πλακάκι στο πάτωμα, τη βρύση και τους ρουμπινέδες και έβαλαν κάτι υπέροχες vintage επιχρυσωμένες βρύσες με λιοντάρια που τις βρήκε σε μια ανοιχτή αγορά στο Παρίσι.
«Μα πού τα βρίσκετε όλα αυτά τα υπέροχα αντικείμενα;» ρωτάω και δείχνω ενθουσιασμένη ένα μπρούντζινο φυτό που δίνει στον χώρο μπαρόκ χαρακτήρα.
«Στο Market Ρlace στο Facebook», μου λένε με μια φωνή, «και στον Ελαιώνα». Η Lucile είναι ενθουσιασμένη με την αγορά του Ελαιώνα και μου φέρνει κάτι γυαλιά Chanel που τα φοράει μπροστά μου με στυλ. «Εt voilà, τα αγόρασα στον Ελαιώνα για 10 ευρώ! Μπορείς να βρεις ό,τι φανταστείς. Μας αρέσουν τόσο πολύ οι ανοιχτές αγορές, και όταν τα πράγματα αλλάζουν χέρια», λέει.




Τελικά, σκέφτομαι ότι το γούστο δεν έχει τιμή. Τους το λέω και συμφωνούν. Στο σπίτι έχουν και αρκετές ροτόντες που τις έχουν φέρει στα μέτρα τους. Σε άλλες έχουν βάλει φυσητό γυαλί από πάνω. «Μας αρέσει να τα αλλάζουμε όλα. Είναι δημιουργικό το να επεμβαίνεις στα αντικείμενα. Ο Μάρκος έχει φτιάξει και κάτι ωραίες κατασκευές που καλύπτουν τα ερκοντίσιον – είναι τόσο κακόγουστο να φαίνονται τα ερκοντίσιον», μου λέει. Συμφωνώ.
Υπέροχη είναι και η τραπεζαρία, όπου έχουν στήσει πιατέλες και κουτάλες και σουπιέρες. «Πάντα έτσι την αφήνετε;» Νεύουν καταφατικά το κεφάλι. «Είναι για να τρώει το φάντασμα», λέει με χαμόγελο η Lucile. «Έχει φάντασμα το σπίτι;» ρωτάω σαν να κάνω μια λογική ερώτηση, σαν να ρωτάω αν είναι καλό το σύστημα αποχέτευσης π.χ. «Ναι, αυτό μας διάλεξε να κατοικήσουμε εδώ, του αρέσουμε», λέει γελώντας η Lucile.


Στο σπίτι κυρίαρχο ρόλο παίζουν τα έργα της, που είναι τοποθετημένα στους τοίχους. Πρόκειται για μια σειρά έργων με τίτλο «Moulin Rouge - Zombie Girls». Μαθαίνω ότι πρόκειται για γυναίκες του μέλλοντος, με διάθεση για εκδίκηση: ανθρωποφαγικά ζόμπι που επιτίθενται στο πατριαρχικό και εκπορνευτικό σύστημα – είναι επιβλητικά έργα. Η Lucile φτιάχνει και εντυπωσιακά γλυπτά αλλά και κοστούμια εποχής που τα χρησιμοποιούν σε διάφορα πρότζεκτ τους. «Και αυτά τα έργα δικά σου είναι;» τη ρωτάω και της δείχνω κάτι πίνακες.
Το μάτι μου πέφτει διαρκώς σε ένα σωρό λεπτομέρειες. Τα κραγιόν της Lucile και τα παπούτσια της είναι σε εμφανή σημεία, ακουμπισμένα με έναν τρόπο φετιχιστικό. «Δεν τα κρύβεις μέσα σε ντουλάπες;» τη ρωτάω. «Όχι. Αυτά που είναι μοναδικά δίνουν στον χώρο αυτήν τη γυναικεία φινέτσα».
«Τι σας λένε όσοι έρχονται στο σπίτι;» αναρωτιέμαι. «Συνήθως ενθουσιάζονται. Άλλωστε το σπίτι αλλάζει συχνά, μας αρέσει να δοκιμάζουμε τα έπιπλα σε νέες θέσεις. Αρέσει ό,τι είναι αλλιώτικο και διαφορετικό».
Το σπίτι έχει κάτι παιχνιδιάρικο, είναι ωραίο να νιώθεις αυτή την ανάλαφρη αίσθηση που δεν σε βαραίνει.
Όμως, όταν ανεβαίνουν στον τέταρτο όροφο της πολυκατοικίας τους, φτάνουν στο μαγικό τους σύμπαν και η ενέργεια αλλάζει.





Στο σπίτι αλλάζουν συχνά τη διαρρύθμιση και τη θέση των επίπλων, όμως έχουν κρατήσει τα περισσότερα στοιχεία και την παλιά κουζίνα, που είναι ζηλευτή βιντατζιά, ακριβώς όπως ήταν.
Βρήκαν και κάτι χρωματιστά τζάμια της δεκαετίας του’ 70 και τα έβαλαν στο καθιστικό-κρεβατοκάμαρα κι έτσι όπως είναι πολύχρωμα και λίγο θολά δεν βλέπουν τους γείτονες και το φως μπαίνει γοητευτικά διαθλασμένο.
«Μας αρέσει που δημιουργείται μια αίσθηση σαν πέρα από τον χρόνο και τον τόπο εδώ», λένε. «Δεν θέλαμε θέα στο αστικό τοπίο, γιατί έτσι νιώθουμε ότι αυτό το σπίτι είναι αχαρτογράφητο».
Η Lucile έχει ταξιδέψει πολύ. Ζούσε για καιρό στο Μεξικό. Όμως ο έρωτάς της για τον Μάρκο την έφερε στην Ελλάδα, που την αγαπά, αν και χρειάστηκε να προσαρμοστεί στην Αθήνα, γιατί συχνά αυτή η πόλη είναι μια τρέλα, όπως λέει.

Το σπίτι έχει τον παριζιάνικο αέρα της και πολλά στοιχεία από την ίδια, καρτ ποστάλ φωτογραφίες, μικροαντικείμενα. Όπου κοιτάω, βλέπω και μια πληροφορία.
Όλο τον Ιούνιο τρέχει στο διαμέρισμα η έκθεση “Pinkionis (Fetish)”. Είναι η πρώτη φορά που κάνουν κάτι ‘ανοιχτό’ στο διαμέρισμα. Στην έκθεση συμπεριλαμβάνονται έργα των Leonor Fini, Sylvie Fleury, Agata Ingarden, Malvina Panagiotidi, Theo Triantafyllidis, με έργα δανεισμένα γενναιόδωρα από τις γκαλερί Breeder και Rebecca Camhi.
«Πώς θα χαρακτήριζες το σπίτι;» ρωτάω. «Το σπίτι είναι σέξι, μίνιμαλ, ροκοκό». Διορθώνει το μίνιμαλ, εννοούσε μαξιμαλιστικό, αλλά μου εξηγεί ότι υπάρχει και μια οικονομία που δίνει ανάσες, οπότε δεν το λες και φορτωμένο, είναι κάπως μίνιμαλ τελικά.





Ο Μάρκος αράζει περισσότερο στην τραπεζαρία, η Lucile παντού. Στο σπίτι ακούνε συνέχεια μουσική. O Μάρκος είναι μέλος της ψυχεδελικής και ροκ μπάντας Acid Βaby Jesus από το 2009, αλλά παράλληλα κάνει σόλο καριέρα μαζί με την αγαπημένη του Lucile με το όνομα Adieu Dolorès. Το εξώφυλλο του EP τους είναι φωτογραφία της Ellen von Unwerth. Moυ βάζουν το «Trois Femmes», του οποίου τους στίχους έγραψε η Lucile, και τo τραγουδάει. Ομολογώ ότι από εκείνη τη μέρα έχω πάθει εμμονή με το κομμάτι, το ακούω στο repeat.
«Mα πόσα ταλέντα, βρε παιδιά;» λέω, αφού βλέπω και το τελευταίο τους βίντεο, που το έφτιαξαν μόνοι τους. Κοιτάνε ο ένας τον άλλο: δεν γίνεται λένε αλλιώς, η δημιουργία είναι το μόνο αντίδοτο στη γενικευμένη τρέλα.
Φεύγω από το διαμέρισμά τους με πλατύ χαμόγελο. Όσο υπάρχουν τέτοιοι ωραίοι νέοι άνθρωποι τίποτα δεν έχει χαθεί. Το λέω με σιγουριά.





Φωτογραφία ανοίγματος: Malvina Papagiotidi, Why do you imagine golden birds II, 2024 97 × 65 × 152 cm. Paraffin wax, pigment, wick, steel, car paint, 2024 Courtesy of Malvina Panagiotidi and The Breeder Gallery