ΠΡΟΧΘΕΣ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΟ New Yorker, στην ενότητα «Γράμμα από το Ισραήλ», μια μακροσκελής αλλά απολύτως καίρια ανταπόκριση/ανάλυση του διευθυντή του περιοδικού (από το 1998) και επιφανούς δημοσιογράφου και συγγραφέα Ντέιβιντ Ρέμνικ, ο οποίος είναι εβραϊκής καταγωγής και επίσης εξαιρετικά προσεκτικός στις κρίσεις και τις επικρίσεις του. Το άρθρο, που φέρει τον τίτλο «Οι ζώνες άρνησης του Ισραήλ» μας πηγαίνει μπρος και πίσω στον χρόνο φτάνοντας μέχρι και τη Νάκμπα του 1948. Τονίζει όμως ότι «οι εικόνες των κατεστραμμένων χωριών εκείνης της εποχής ωχριούν μπροστά στο μέγεθος της σημερινής ισοπέδωσης της Γάζας, του λιμού, του αριθμού των θυμάτων, του αφανισμού ολόκληρων οικογενειών, ολόκληρων γειτονιών. Σύμφωνα με μια αξιόπιστη ισραηλινή πηγή, η οποία έχει επανειλημμένα επισκεφτεί τη Γάζα, το τοπίο της Λωρίδας μπορεί να συγκριθεί αυτή τη στιγμή με "δέκα μικρές Χιροσίμες"».
Μας πηγαίνει επίσης στο 1956, μετά την εθνικοποίηση της Διώρυγας του Σουέζ από τον πρόεδρο Νάσερ της Αιγύπτου, και την εκδίωξη των Βρετανών και των Γάλλων αποικιοκρατών, οι οποίοι με τη σειρά τους ζήτησαν από το Ισραήλ να εισβάλει στη Χερσόνησο του Σινά, προκειμένου να επέμβουν οι ίδιες ως «ειρηνευτικές δυνάμεις» και να ανακτήσουν τον έλεγχο της διώρυγας. «Ο Σιμόν Πέρες», γράφει ο Ρέμνικ, «τότε γενικός διευθυντής του Υπουργείου Άμυνας του Ισραήλ –και δεκαετίες αργότερα βραβευθείς με Νόμπελ για τον ρόλο του στις Συμφωνίες του Όσλο– βοήθησε στη διαμόρφωση της συμφωνίας: σε αντάλλαγμα για τη συμμετοχή του Ισραήλ στην επιχείρηση, η Γαλλία συμφώνησε να το προμηθεύσει με πυρηνική τεχνολογία…».
«Το Ισραήλ έχει δείξει, ξανά και ξανά, ότι είναι καλύτερο στο να κερδίζει πολέμους παρά στο να κερδίζει αυτό που έρχεται μετά. Οι εορτασμοί είναι αληθινοί, αλλά το ίδιο αληθινός είναι και ο τρόμος – για τον επόμενο πύραυλο, το επόμενο μέτωπο, την επόμενη γενιά που θα μεγαλώσει ανάμεσα στα συντρίμμια και την οργή…».
Ο Ρέμνικ θυμάται και μια παλιότερη συνάντησή του με τον εκλιπόντα Ισραηλινό συγγραφέα Άμος Οζ, τον οποίον είχε επισκεφτεί πριν από χρόνια στο σπίτι του στο Αράντ, μια απομονωμένη πόλη κοντά στα σύνορα με την Ιορδανία, και τον είχε βρει «στοιχειωμένο» από την ανεξέλεγκτη εξάπλωση των εποικισμών.
«Δεν μπορούσα να μην σκέφτομαι τη δική μου παιδική ηλικία υπό τη βρετανική κατοχή στην Ιερουσαλήμ», του είχε πει τότε ο Οζ. «Ως παιδί, είχα εφιάλτες –οικογενειακούς, "γενετικούς" εφιάλτες– με ένστολους ξένους που έρχονταν στο δρομάκι μας για να μας σκοτώσουν: Βρετανούς, Άραβες, Ρωμαίους, στρατιώτες του Τσάρου, οποιοσδήποτε από το μακρύ εβραϊκό μαρτυρολόγιο. Ο πατέρας μου υποκλινόταν στους ένστολους Βρετανούς. Αλλά το 1967, ξαφνικά ήμουν εγώ ο ένστολος ξένος. Βρισκόμουν στη Δυτική Όχθη για τη θητεία μου, με τη στολή μου κι ένα αυτόματο ανά χείρας, κι εκείνα τα Παλαιστίνια παιδάκια ήταν πρόθυμα να μου φιλήσουν το χέρι για μια τσίχλα».
Ο Άμος Οζ δεν ζει πια, ζει όμως ένας άλλος επιφανής Ισραηλινός συγγραφέας, ο Νταβίντ Γκρόσμαν, ο οποίος δεν έχει σταματήσει να αναφέρεται στη συλλογική ενοχή «για τα χιλιάδες παιδιά που έχουμε σκοτώσει».
Τέτοιες κινήσεις, ωστόσο, «ελάχιστη ηθική βαρύτητα φέρουν για τους περισσότερους Ισραηλινούς», παρατηρεί ο Ρέμνικ. «Μετά την κατάρρευση της ειρηνευτικής διαδικασίας του Όσλο και την έναρξη της δεύτερης Ιντιφάντα, η ακτιβιστική αριστερά έχει σχεδόν εξαφανιστεί. Το Εργατικό Κόμμα, το κόμμα του Γιτζάκ Ράμπιν, είναι πλέον ένα ισχνό απομεινάρι του παλιού εαυτού του, με μόλις τέσσερις έδρες στις 120 του ισραηλινού κοινοβουλίου. Τα άλλα αριστερά κόμματα είναι σχεδόν αόρατα. Η δημόσια συζήτηση, ειδικά στην τηλεόραση, χαρακτηρίζεται συχνά από ρατσιστική και αντιδραστική ρητορική.
Μετά τις 7 Οκτωβρίου, κανένας πολιτικός ηγέτης πλην κάποιων αραβικών κομμάτων δεν τόλμησε να προτείνει κάτι συγκεκριμένο για τους Παλαιστινίους. Ο Γιαΐρ Γκόλαν, πρώην αναπληρωτής αρχηγός του γενικού επιτελείου των ισραηλινών ενόπλων δυνάμεων και ηγέτης του αριστερού Δημοκρατικού Κόμματος, μου είπε επί λέξει: "Την έχουμε γαμήσει (We are fucked” στο πρωτότυπο). Έχουμε δύο εκατομμύρια Παλαιστινίους στη Γάζα και τρία εκατομμύρια στη Δυτική Όχθη. Οδεύουμε προς τον διαχωρισμό ή την προσάρτηση;"».
Παρατηρεί επίσης ότι «η τρομακτική κλίμακα της καταστροφής στη Γάζα και το μέγεθος των δεινών των κατοίκων της, είναι σχεδόν αόρατη στα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης, με εξαίρεση την φιλελεύθερη Haaretz και κάποια μικρότερα μέσα. Τα διευθυντικά στελέχη των μέσων ενημέρωσης φαίνεται να έχουν πειστεί ότι θα αποξενώσουν το κοινό αν εστιάσουν στο θέμα… Η αποστροφή του βλέμματος είναι μια πράξη βούλησης και άρνησης συγχρόνως, μια μορφή αυτοσυντήρησης… Στο μεταξύ, τα καφέ και τα μπαρ του Τελ Αβίβ και της Ιερουσαλήμ είναι γεμάτα και θορυβώδη. Θυμήθηκα την παρατήρηση του Ισραηλινού διηγηματογράφου Έτγκαρ Κερέτ ότι μοιάζει να έχει χαθεί στη χώρα "η αίσθηση της συνέχειας, η ύπαρξη οποιουδήποτε συμφωνημένου συνόλου γεγονότων ή ιστορίας". Ή ίσως είναι ότι η ιστορία δεν μοιάζει ποτέ με τις αφηγήσεις που εκδίδονται από τα γραφεία των Προέδρων και των Πρωθυπουργών. Το Ισραήλ έχει δείξει, ξανά και ξανά, ότι είναι καλύτερο στο να κερδίζει πολέμους παρά στο να κερδίζει αυτό που έρχεται μετά. Οι εορτασμοί είναι αληθινοί, αλλά το ίδιο αληθινός είναι και ο τρόμος – για τον επόμενο πύραυλο, το επόμενο μέτωπο, την επόμενη γενιά που θα μεγαλώσει ανάμεσα στα συντρίμμια και την οργή…».