«Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Κεχαγιάς Facebook Twitter
Θέλω να εκδίδω βιβλία με γνώμονα το προσωπικό μου αισθητήριο. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
0

Σε μια εποχή που το βιβλίο από άποψη πωλήσεων δεν είναι και στα καλύτερά του, η δημιουργία ενός νέου εκδοτικού οίκου είναι μεγάλο ρίσκο. Ωστόσο, ο Παναγιώτης Κεχαγιάς, συγγραφέας και μεταφραστής, ο οποίος έχει αρκετών χρόνων προϋπηρεσία στον χώρο του βιβλίου, ανακοίνωσε πριν από δύο μέρες ότι αναλαμβάνει αυτό το ρίσκο: «Νομίζω πως ήρθε η ώρα να ανακοινώσω τον εκδοτικό που ετοιμάζω εδώ και περίπου οχτώ μήνες (αλλά που στο μυαλό μου υπάρχει εδώ και χρόνια)» γράφει στο προφίλ του εκδοτικού στο Facebook. «Η Γεννήτρια θα ξεκινήσει στα τέλη Μαΐου με τρεις τίτλους: “Τα κομμάτια που λείπουν” του Ανρί Λεφέβρ, “Η καρδιά το καταχείμωνο” του Κέβιν Μπάρρυ και “Το μόνο ζώο” της Νατάσας Σίδερη.

Η Γεννήτρια θα εκδίδει κυρίως σύγχρονη λογοτεχνία, ελληνική και μεταφρασμένη. Παρότι συνήθως τέτοια εγχειρήματα βασίζονται στο αισθητήριο ενός ανθρώπου και λίγων φίλων/συνεργατών γύρω του (καθώς και μιας συζύγου), ένας εκδοτικός, όσα βιβλία κι αν εκδώσει, δεν υφίσταται χωρίς το κοινό του, χωρίς αναγνώστες να τα διαβάσουν, να τα συζητήσουν, να παθιαστούν με αυτά (ή όχι)». 

Στην κουβέντα μας εξηγεί ποιες είναι οι δυσκολίες (αλλά και ο ενθουσιασμός και οι χαρές) όταν ιδρύεις τον δικό σου εκδοτικό οίκο και τι σημαίνει αυτό για κάποιον που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα. 

«Εγώ λατρεύω το βιβλίο ως φυσικό αντικείμενο. Δεν διαβάζω e-books, δεν ακούω audio books, θέλω να πιάνω το χαρτί και να μυρίζω το μελάνι, κι έτσι η αισθητική του βιβλίου μού είναι ιδιαίτερα σημαντική. Από νωρίς λοιπόν προσπάθησα να κάνω τα βιβλία της Γεννήτριας όμορφα – τουλάχιστον σύμφωνα με τη δική μου αισθητική».

— Πώς αποφάσισες να πάρεις το ρίσκο να ανοίξεις δικό σου εκδοτικό οίκο;
Η πρώτη κουβέντα που μου έλεγαν οι λίγοι που τους το είπα ενώ ακόμη τον έστηνα ήταν «είσαι γενναίος». Η αλήθεια είναι πως δεν το βλέπω έτσι, ως ρίσκο δηλαδή. Ήταν κάτι που ήθελα να κάνω εδώ και χρόνια, και νομίζω πως καλύτερα να μετανιώσω που το έκανα, παρά να μετανιώσω που δεν το έκανα. Επίσης δεν ξέρω κατά πόσο μπορώ να πω ότι πήρα μια απόφαση. Όλη μου η ζωή, η ενήλικη σίγουρα, περιστρέφεται γύρω απ’ τα βιβλία με κάποιον τρόπο, και είμαι σε μια ηλικία που λες «ή τώρα ή ποτέ». Άσε που, εδώ που έχω φτάσει, μού αρέσει να έχω μια ελευθερία, τον έλεγχο δηλαδή της δικής μου δραστηριότητας. Αυτή είναι μια τεράστια πολυτέλεια, το ξέρω, το αναγνωρίζω και είμαι ευγνώμων. Άμα το καταφέρω και μακροπρόθεσμα, ακόμα καλύτερα. Πέρα από την αγάπη για τη λογοτεχνία και τη σημαντική ικανοποίηση που παίρνω όταν έχω φτιάξει κάτι απτό, κάτι που μπορώ να πιάσω με τα χέρια μου, ένα ακόμη πράγμα που με οδήγησε στη δημιουργία του δικού μου εκδοτικού ήταν ότι δεν θα χρειαζόταν να πείσω κανέναν γι’ αυτό που θέλω να κάνω. Να μη χρειάζεται να συμβιβαστώ με την αισθητική κάποιου άλλου, μιας κι έχω τις δικές μου κατασταλαγμένες ιδέες. 

Κεχαγιάς Facebook Twitter
Νιώθω πολύ χαρούμενος και απόλυτα τρομοκρατημένος. Έκανα ένα πρώτο βήμα, με το οποίο είμαι ικανοποιημένος, αλλά, όπως όλοι ξέρουμε, ένα ίσον κανένα. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Και τι εμπειρία χρειάζεται να έχεις για να φτιάξεις έναν εκδοτικό;
Πιστεύω πως όταν ξεκίνησα τη Γεννήτρια, ήξερα περίπου το 70% της διαδικασίας. Έχω την εντύπωση ότι για να γίνει σωστή δουλειά χρειάζεται να έχει κανείς αρκετές δεξιότητες, σε διάφορους τομείς. Καλό είναι να έχεις δουλέψει στον εκδοτικό χώρο, και ακόμα καλύτερα να έχεις δουλέψει σε έναν μικρό εκδοτικό, έτσι ώστε να έχεις μια σφαιρική άποψη της όλης διαδικασίας. Όσο πιο μικρός τόσο καλύτερα, γιατί σε έναν μικρό εκδοτικό αναγκαστικά τα κάνεις όλα: και επιμέλεια και τιμολόγηση και κουβάλημα και πώληση, οπότε όταν τα κάνεις όλα αυτά, μαθαίνεις ολόκληρη τη ροή της δουλειάς. Εξίσου σημαντικό, όμως, είναι να έχεις και μια επαφή με τον χώρο του βιβλίου. Εννοώ να έχεις μια κοινωνική λειτουργία, να ξέρεις τους ανθρώπους του κόσμου του βιβλίου, τους κριτικούς, τους εκδότες (εμένα με βοηθούν πάρα πολύ δυο-τρεις εκδότες, μικροί αλλά και μεγαλύτεροι), να ξέρεις τους βιβλιοπώλες, τους μεταφραστές, τους επιμελητές, τους διορθωτές. Ή να ξέρεις πώς να τους βρεις. Παλιότερα είχα έναν φόβο για οτιδήποτε μού ήταν άγνωστο. Αν δεν ήξερα κάτι καλά, δεν ξεκινούσα να το κάνω. Τώρα έχω καταλάβει ότι θα τα βρεις όλα στην πορεία. Σίγουρα θα κάνεις και λάθη, θα κάνεις και στραβοτιμονιές και μετά θα τις διορθώσεις. Βέβαια, ελπίζω τα λάθη που θα κάνω να μην είναι καταστροφικά· αυτό είναι το στοίχημα, τα υπόλοιπα όλα βρίσκονται. Το σημαντικότερο είναι ότι οι φίλοι και οι συνεργάτες είναι αυτοί που θα σου πουν αυτά που δεν ξέρεις, θα σε βοηθήσουν, θα σου λύσουν προβλήματα. Καλό είναι, λοιπόν, όταν ξεκινήσεις να κάνεις το οτιδήποτε, να έχεις φίλους.

— Από πού ξεκινάς;
Νομίζω ότι το πρώτο πράγμα που πρέπει να έχεις είναι μερικά βιβλία που θα ήθελες να βγουν, που πιστεύεις πως πρέπει να διαβαστούν, καθώς και μια κατεύθυνση για τον εκδοτικό σου, ποιο δηλαδή θα είναι το αντικείμενό του, ποιο θα είναι το κοινό του. Ένας εκδοτικός τέτοιου μεγέθους (δηλαδή μικρούλης) δεν μπορεί να βγάζει απ’ όλα, αφού όλοι οι εκδοτικοί έχουν μια ειδίκευση. Όμως ακόμα κι οι εκδοτικοί που βγάζουν λογοτεχνία, αν προσέξεις τον κατάλογό τους, είναι ειδικευμένοι σε κάποια κομμάτια της. Κι αυτό, ειδικά στους μικρότερους εκδοτικούς, απορρέει συνήθως από την αισθητική ενός ανθρώπου, άντε δύο. Τέτοιοι εκδοτικοί είναι το Δώμα, οι Αντίποδες, ο Loggia, το Πλήθος, η Χαραμάδα, το Έρμα, το Oposito, η Periplaneta, το Μάγμα, το Κοβάλτιο, το Εκτός Γραμμής (και σίγουρα ξεχνάω πολλούς). Τέτοιοι εκδοτικοί συνήθως ξεκινούν από έναν-δυο ανθρώπους που κάποια στιγμή λένε «θέλω να βγάλω αυτά τα βιβλία» ή «θέλω να έχω αυτή την κατεύθυνση». Έτσι, το πρώτο πράγμα είναι, από πάντα και για πάντα, τα βιβλία. Μετά αρχίζει η υπόλοιπη δουλειά, η πολλή δουλειά, γιατί για να βγει ένα βιβλίο χρειάζεται πολλή δουλειά. Ωραία δουλειά, αλλά και σκληρή δουλειά. 

— Πρακτικά τι άλλο χρειάζεται;
Αφού αποφασίσεις ποιο βιβλίο θα βγάλεις, μετά πρέπει να επικοινωνήσεις με τον συγγραφέα (αν είναι Έλληνας) ή με τον ατζέντη του (αν είναι ξένος), να κάνεις όλη την επικοινωνία, να διαπραγματευτείς τα δικαιώματα, να κάνεις τα συμβόλαια, να αναθέσεις τη μετάφραση, μετά να επιμεληθείς τη μετάφραση ή να επιμεληθείς το κείμενο του Έλληνα συγγραφέα, να το δώσεις για διόρθωση. Πρέπει επίσης να στήσεις site (το δικό μας θα είναι έτοιμο σε καμιά βδομάδα), να μάθεις πώς γίνεται η τιμολόγηση, να μάθεις τα λογιστικά, να βρεις τον γραφίστα, να διαμορφώσεις την αισθητική, να αποφασίσεις τι γίνεται και τι δεν γίνεται από αυτά που έχεις στο μυαλό σου.

Ειδικά το ζήτημα της αισθητικής είναι κεφαλαιώδους σημασίας για μένα. Αυτό δεν το εννοώ επιφανειακά, δεν εννοώ δηλαδή ότι η ομορφιά είναι πάνω απ’ όλα. Αυτό που λέω είναι ότι όταν η ομορφιά έχει βάθος, τότε αποκτά σημασία και ενισχύει αυτό που περιβάλλει. Πόσο μάλλον όταν μιλάμε για το βιβλίο, ένα αντικείμενο που, όπως το κουτάλι, έχει φτάσει εδώ και αιώνες στην τέλεια μορφή του. Στην πορεία, βέβαια, το αντικείμενο αυτό έγινε και προϊόν, ένα περίπλοκο προϊόν με διάφορα συστατικά – άυλα ή απτά, πολιτιστικά και εμπορικά. Πρόκειται δηλαδή πλέον για ένα αμάλγαμα. Κι επειδή όταν το αγοράζεις, αυτό μπαίνει μέσα στο σπίτι σου και κάθεται εκεί για πάντα, καλό είναι να είναι όμορφο. Εγώ λατρεύω το βιβλίο ως φυσικό αντικείμενο. Δεν διαβάζω e-books, δεν ακούω audio books, θέλω να πιάνω το χαρτί και να μυρίζω το μελάνι, κι έτσι η αισθητική του βιβλίου μού είναι ιδιαίτερα σημαντική. Από νωρίς λοιπόν προσπάθησα να κάνω τα βιβλία της Γεννήτριας όμορφα – τουλάχιστον σύμφωνα με τη δική μου αισθητική.

Όλη μου η ζωή, η ενήλικη σίγουρα, περιστρέφεται γύρω απ’ τα βιβλία με κάποιον τρόπο, και είμαι σε μια ηλικία που λες «ή τώρα ή ποτέ». Άσε που, εδώ που έχω φτάσει, μού αρέσει να έχω μια ελευθερία, τον έλεγχο δηλαδή της δικής μου δραστηριότητας. Αυτή είναι μια τεράστια πολυτέλεια, το ξέρω, το αναγνωρίζω και είμαι ευγνώμων.

— Ποιος επιμελείται το εικαστικό μέρος;
Είμαι πολύ τυχερός άνθρωπος γιατί ξέρω εδώ και αρκετά χρόνια τον Παύλο Ζερβό, έναν καταπληκτικό γραφίστα, ο οποίος μου λύνει τα χέρια σε κάθε βήμα της διαδικασίας. Έχει και μακρά εμπειρία στα έντυπα, οπότε μπορεί να δουλεύει στον υπολογιστή αλλά μέσα στο κεφάλι του έχει χαρτί και μελάνι. Εγώ έχω τις δικές μου ιδέες, τις οποίες του υποβάλλω και αυτός μετά κάνει τα δικά του, με τα αποτελέσματα που μπορείτε να δείτε στα εξώφυλλα – αλλά και πολύ σύντομα μέσα στα βιβλία.

— Τι βιβλία σκοπεύεις να βγάζεις; 
Με ενδιαφέρει η λογοτεχνία, κυρίως η σύγχρονη λογοτεχνία, ελληνική και μεταφρασμένη. Επίσης με ενδιαφέρει (ως αναγνώστη, ως συγγραφέα, ως μεταφραστή και πλέον ως εκδότη) ο μοντερνισμός και ο μεταμοντερνισμός. Σε κάθε περίπτωση, μου αρέσουν τα βιβλία τα οποία είναι σε κάποιο επίπεδο ψυχαγωγικά για τον αναγνώστη. Επίσης, να πω, επειδή ήδη μας ρωτάνε άνθρωποι για να στείλουν χειρόγραφα, ότι προς το παρόν η Γεννήτρια δεν δέχεται υποβολές χειρογράφων. Κι αυτό γιατί τα βιβλία που θα μπορούμε να βγάζουμε κάθε χρόνο είναι πολύ λίγα, κι έχουμε ήδη αποφασίσει ποια θα είναι αυτά για τα επόμενα τρία χρόνια. Κάποια στιγμή εννοείται πως θα δεχόμαστε υποβολές, αλλά δεν μπορώ από τώρα να ξέρω πότε θα συμβεί αυτό.

— Το ζήτημα είναι ποιο είναι το κοινό που διαβάζει και τι διαβάζει.
Το αναγνωστικό κοινό είναι ένα μυστήριο, το ίδιο και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του. Γιατί όποτε πας να το χαρακτηρίσεις και νομίζεις ότι έχεις καταλάβει –έστω και λίγο– ποια είναι τα χαρακτηριστικά του, αυτό θα σε ξαφνιάσει. Δες, για παράδειγμα, τι συμβαίνει όταν ένα βιβλίο ξεπερνάει τον σκληρό πυρήνα των συστηματικών αναγνωστών, όταν ξεπερνάει δηλαδή τα δύο χιλιάδες αντίτυπα. Από εκεί και πέρα, κανείς δεν ξέρει τι θα γίνει. Στην πραγματικότητα, η εκδοτική διαδικασία είναι ένα καζίνο, ή ίσως μια παρτίδα μπαρμπούτι όπου είκοσι τρελοί παίζουν πάνω σε μια κουβέρτα μέσα σ’ ένα στενό.

— Ένας ξένος συγγραφέας, όταν κλείσει για να μεταφραστεί ένα βιβλίο του στην Ελλάδα, παίρνει κάποια λεφτά από τα δικαιώματα, ο νέος Έλληνας συγγραφέας δεν παίρνει τίποτα για την κυκλοφορία, περιμένει να πάρει από τα ποσοστά. Πρέπει να περιμένει να μεταφραστεί το βιβλίο του για να πάρει λεφτά;
Όταν μεταφράζεις, όταν εισάγεις δηλαδή λογοτεχνία (ή δοκίμιο, non-fiction, αυτοβελτίωση, οτιδήποτε), κορφολογείς, διαλέγεις τα καλύτερα βιβλία, ή τις επιτυχίες, ή κάτι που πιστεύεις ότι θα πρέπει να διαβαστεί, οπότε είθισται να πληρώνεις μια προκαταβολή επί των δικαιωμάτων. Στην Ελλάδα αυτό γινόταν για κάποιους συγγραφείς μέχρι το 2004-2005, όταν οι πωλήσεις ήταν πολύ περισσότερες, όταν λόγω των εφημερίδων υπήρχε κάτι σαν star system, μια κάστα (δράκα;) συγγραφέων που ήταν πιο προβεβλημένοι. Πλέον, η ελληνική λογοτεχνία πουλάει πολύ λιγότερο από τη μεταφρασμένη, εκτός από λιγοστές εξαιρέσεις, όπως είναι ο Δημοσθένης Παπαμάρκος, ο Γιάννης Παλαβός, ο Μάκης Μαλαφέκας. Λίγα βιβλία βγάζουν τα λεφτά που κόστισε η παραγωγή τους, άρα οι εκδότες δεν μπορούν να δίνουν και προκαταβολή από πάνω. Από την άλλη, δεν μπορεί να θες να λέγεσαι εκδοτικός οίκος και να μη βγάζεις σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία, είναι μία από τις κύριες λειτουργίες του επαγγέλματος: η θεμελίωση της λογοτεχνίας της γλώσσας μας και του καιρού μας.

— Ναι, αλλά, από την άλλη, βγαίνουν πάρα πολλά βιβλία.
Αυτό είναι συνολικό πρόβλημα της αγοράς του βιβλίου πλέον. Βγαίνουν τόσο πολλά βιβλία που έχουν καταλήξει να είναι σαν περιοδικά. Δεν υπάρχει πια χώρος στα βιβλιοπωλεία για να χωρέσει όλες τις καινούργιες εκδόσεις. Βγαίνει ένα βιβλίο και σε δύο-τρεις μήνες έχει εκτοπιστεί από τα επόμενα. Ένα βιβλίο έχει πλέον διάρκεια ζωής ένα εξάμηνο από την κυκλοφορία του. Μόνο αν γίνει εκδοτική επιτυχία το ξεπερνάει, και αυτά τα τυχερά βιβλία είναι λίγα. Το περίεργο, βέβαια, είναι ότι από τη μία λέμε ότι δεν υπάρχει κοινό, δεν διαβάζει ο κόσμος, και από την άλλη βγαίνουν πάρα πολλά βιβλία, οι εκδοτικοί συντηρούνται, άρα κάποιοι άνθρωποι τα παίρνουν αυτά τα βιβλία. Κάποιοι άνθρωποι –πολλοί μάλιστα– τα διαβάζουν, τα παίρνουν δώρο για τους φίλους τους. Όλη αυτή η διαδικασία δεν γίνεται εν κενώ, χωρίς κοινό. Νομίζω όμως ότι πλέον το κοινό είναι διασπασμένο, δεν διαβάζουν όλοι δηλαδή τα ίδια βιβλία, όπως ίσως γινόταν πιο συχνά παλιότερα. Τώρα το κοινό συναντιέται σε ένα βιβλίο πολύ σπάνια, όταν αυτό γίνεται μεγάλη επιτυχία.

Κεχαγιάς Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Μιλώντας προσωπικά, θα σου πω ότι πλέον δεν έχω χρόνο να διαβάσω όσα βιβλία διάβαζα παλιότερα. Η αλήθεια είναι ότι έχει κατανεμηθεί διαφορετικά ο ελεύθερος χρόνος που μπορεί να μου μείνει. Τα περισσότερα που διαβάζω είναι κυρίως κείμενα από το ίντερνετ. 
Το ζήτημα του ελεύθερου χρόνου είναι κεφαλαιώδους σημασίας, επειδή αυτός έχει πλέον εποικιστεί από το διαδίκτυο. Οι άνθρωποι δεν διαβάζουν λιγότερο σήμερα, απλώς διαβάζουν διαφορετικά. Βασικά διαβάζουν για ένα μεγάλο μέρος της μέρας τους – στο διαδίκτυο. Όμως αυτή η ανάγνωση είναι ποιοτικά διαφορετική από την ανάγνωση ενός βιβλίου, που απαιτεί βαθιά προσοχή, όποιου είδους κι αν είναι, είτε λογοτεχνία είτε δοκίμιο είτε ποίηση είτε κάτι άλλο. Πλέον ακόμα και άνθρωποι που είναι καθ’ έξιν αναγνώστες πρέπει να κάνουν συνειδητή προσπάθεια για να συγκεντρωθούν. Εγώ εν τω μεταξύ, όντας φύσει αισιόδοξος άνθρωπος –που συχνά πέφτει έξω–, θεωρώ ότι αυτό το πράγμα κάποια στιγμή θα αλλάξει, θα γυρίσει, γιατί είμαστε όντα που λειτουργούμε με ιστορίες, αυτές είναι το καύσιμό μας. Βέβαια, μπορεί να πέφτω και έξω. Μπορεί τελικά το βιβλίο να γίνει κάτι σαν το βινύλιο, ένα αντικείμενο για ένα πιο ενημερωμένο κοινό. Αυτή θα είναι μια αληθινά λυπηρή εξέλιξη. 

— Πόσο δύσκολο είναι να επιλέξεις τίτλους σε μια αγορά που είναι τόσο ανταγωνιστική, όπου όλοι κυνηγούν τα βραβευμένα βιβλία;
Εμένα η πρακτική μου είναι διαφορετική. Θέλω να εκδίδω βιβλία με γνώμονα το προσωπικό μου αισθητήριο. Στον κόσμο εκδίδονται κάθε μήνα αμέτρητα βιβλία, περισσότερα απ’ όσα θα μπορούσε να διαβάσει ένας καλός αναγνώστης στη διάρκεια ολόκληρης της ζωής του (γιατί έχω κάτσει κι έχω υπολογίσει πόσα βιβλία μού μένει να διαβάσω μέχρι το τέλος της ζωής μου, υπό ιδανικές συνθήκες, και μου βγαίνουν πολύ λίγα). Άρα πάντα υπάρχουν καλά βιβλία τα οποία δεν έχουν βρει τον δρόμο τους για την έκδοση εδώ. Πρέπει απλώς να μπορείς να τα ξεχωρίσεις χωρίς την αύρα ενός βραβείου.

— Πες μου για τους πρώτους τίτλους που βγάζεις.
Θα ξεκινήσω με τρία βιβλία. Το πρώτο είναι κάτι σαν ιδρυτική πράξη του εκδοτικού. Λέγεται «Τα κομμάτια που λείπουν» (σε μετάφραση Νατάσας Σίδερη) και το έχει γράψει ο Ανρί Λεφέβρ (ο οποίος δεν είναι ο πασίγνωστος μαρξιστής φιλόσοφος, αλλά ένας ολοζώντανος Γάλλος ποιητής, ο οποίος μάλιστα ενδέχεται να παρευρεθεί στο πάρτι παρουσίασης του εκδοτικού στα τέλη Μαΐου). Πρόκειται για έναν κατάλογο από έργα τέχνης που έχουμε χάσει ως πολιτισμός, και για μένα τουλάχιστον λειτουργεί ως memento mori για καλλιτέχνες και συγγραφείς, αλλά και για το κοινό: τίποτα δεν είναι αιώνιο, οπότε ας δημιουργήσουμε τέχνη στον χρόνο που μας απομένει, ας διαβάσουμε, ας ακούσουμε μουσική, ας δούμε θέατρο, ας πάμε σε εκθέσεις, γιατί ο κόσμος σε κάθε είδους καταστροφή διυλίζει τα έργα των ανθρώπων μέσα από τη φωτιά και την πλημμύρα, καθώς και μέσα από την αδιαφορία που οδηγεί στη λήθη.

Το δεύτερο βιβλίο είναι το καινούργιο μυθιστόρημα του Ιρλανδού Κέβιν Μπάρρυ (έχει κυκλοφορήσει το εκπληκτικό «Νυχτερινό πλοίο για την Ταγγέρη» από τον Gutenberg). Πρόκειται για μια ερωτική ιστορία, μια περιπέτεια μέσα στα χιόνια της Μοντάνα, στην άκρη των Ηνωμένων Πολιτειών στα τέλη του 19ου αιώνα. Έχει τρεχαλητά, έχει μαχαιρώματα, πιστολάδες, άλογα και κάρα, δυστυχισμένους μεταλλωρύχους και ολότρελους φωτογράφους, έναν μεγάλο έρωτα και, πάνω απ’ όλα, μια καταπληκτική φωνή, έναν τρομερό λογοτέχνη που αφηγείται την ιστορία με απόλυτο έλεγχο. Επίσης, βοηθάει πολύ που τη μετάφραση την έκανε ο Δημήτρης Καρακίτσος, ένας συγγραφέας που θαυμάζω βαθιά.

Το τρίτο είναι το «Το μόνο ζώο», η νέα συλλογή διηγημάτων της Νατάσας Σίδερη («Κυρίαρχοι πονηροί λογισμοί», Μωβ Σκίουρος, 2018), που ξεκινάει από μία φράση, «Ο άνθρωπος είναι το μόνο ζώο που…», για να εξετάσει με ανθρωπιά, χιούμορ και ευαισθησία τη θέση μας μέσα στον κόσμο – με ιδιαίτερη έμφαση στη θέση της γυναίκας μέσα στον κόσμο.

Εννοείται πως είμαι ιδιαίτερα περήφανος και για τα τρία βιβλία εξίσου.

Κεχαγιάς Facebook Twitter
Οι τρεις πρώτοι τίτλοι των εκδόσεων Γεννήτρια θα κυκλοφορήσουν τέλος Μαίου.

— Και η επόμενη τριάδα ποια θα είναι;
Το φθινόπωρο θα εκδοθούν τα εξής: Το μυθιστόρημα «Τα θέλω όλα» του Ντόμινικ Αμερένα, το ντεμπούτο ενός νέου Αυστραλού συγγραφέα που λέει την ιστορία μιας μεγάλης φεμινίστριας συγγραφέως της Αυστραλίας (η οποία είναι επινοημένη). Αυτή, λοιπόν, έβγαλε δύο θρυλικά πειραματικά μυθιστορήματα τη δεκαετία του ʼ70 και μετά εξαφανίστηκε από τον δημόσιο βίο. Το μυθιστόρημα του Αμερένα αποκαλύπτει την ιστορία της. Πρόκειται ταυτόχρονα για βιβλιοφιλικό μυστήριο, για τεκμήριο εξαπάτησης και για μια ερωτική ιστορία. Με λίγα λόγια, είναι ένα καταπληκτικό μυθιστόρημα.

Το άλλο βιβλίο, για το οποίο καμαρώνω όλη μέρα «σαν γύφτικο σκεπάρνι», είναι η επανέκδοση ενός κατά τη γνώμη μου χαμένου αριστουργήματος της νεότερης ελληνικής λογοτεχνίας. Θα επανεκδοθεί ο θρυλικός «Κωνσταντίνος» του Παναγιώτη Ευαγγελίδη, ένα βιβλίο που το θεωρώ το απόλυτο γκέι μυθιστόρημα στην Ελλάδα των τελευταίων πέντε-δέκα δεκαετιών και ένα από τα κορυφαία βιβλία της προηγούμενης γενιάς τουλάχιστον. Κυκλοφόρησε το 1996 από τον Καστανιώτη και έκτοτε αγνοείται η τύχη του.

Η τρίτη φθινοπωρινή έκδοση της Γεννήτριας δεν είναι βιβλίο, αλλά κάτι που θέλει να γίνει βιβλίο. Θα είναι ένα σημειωματάριο για συγγραφείς, με συγκεκριμένες προδιαγραφές, το οποίο θα ονομάζεται «Πεδίο μάχης», αναφορά σε ένα απόφθεγμα του Ζαν Κοκτό: «Ο καμβάς μισεί να τον ζωγραφίζουν. Τα χρώματα μισούν να υπηρετούν τον ζωγράφο, το χαρτί μισεί το ποίημα και το μελάνι μας μισεί. Ό,τι απομένει από αυτόν τον αγώνα, είναι ένα πεδίο μάχης, μια πασίγνωστη ημερομηνία, η μαρτυρία ενός ήρωα». (Γνωρίζω πολύ καλά πως οι περισσότεροι πια γράφουν σε laptop, και αυτό είναι κάτι που θα προσπαθήσω να αλλάξω).

— Πες μου και για το όνομα του εκδοτικού.
Πολύ θα ήθελα να μπορώ να πω ότι έκανα μια λίστα με διακόσια ονόματα, ότι το σκέφτηκα πολύ, ότι ζύγισα το ένα όνομα και το άλλο όνομα για να καταλήξω μετά από ώριμη σκέψη στη Γεννήτρια. Δυστυχώς, τίποτα δεν απέχει περισσότερο από την αλήθεια. Όταν πια κάποια στιγμή πέρυσι πήρα την τελική απόφαση (που συνοδεύτηκε από ένα τηλεφώνημα στη λογίστριά μου), φυσικά έπρεπε να βρω κάποιο όνομα. Δυο-τρεις μέρες μετά, το όνομα «Γεννήτρια» είχε στρογγυλοκαθίσει στο κέντρο του μυαλού μου κι εγώ δεν ήξερα πότε και πώς είχε μπει. Μάλλον νύχτα. Η ονομασία έχει μερικά χαρακτηριστικά τα οποία θεωρώ σημαντικά: είναι μια μηχανή, κάτι δηλαδή φτιαγμένο για να δουλεύει, όπως το σώμα μου και το μυαλό μου. Είναι γένους θηλυκού, και έχει και τη σημασία αυτής που γεννά (παρότι γνωρίζω καλά πως ένας εκδοτικός είναι περισσότερο μαία παρά μάνα). Επίσης κάνει πολύ θόρυβο (και αυτή η συνέντευξη είναι μέρος αυτού του θορύβου). Δεν τέθηκε κανένα θέμα εναλλακτικής ονομασίας. Προαποφασίστηκε κάπως από μόνη της. Να πω και δύο λόγια για το λογότυπο, γιατί υπάρχουν ήδη άνθρωποι που μου λένε ότι το λογότυπο είναι το σύμβολο της γείωσης και όχι μιας γεννήτριας, υπονοώντας ίσως πως οι ηλεκτρολογικές μου γνώσεις είναι ανεπαρκείς. Γνωρίζω καλά πως το λογότυπο είναι το σύμβολο της γείωσης, αλλά δεν άφησα ποτέ την πραγματικότητα να μπει εμπόδιο στο καλό design.

— Πώς νιώθεις που τα βιβλία σε λίγες μέρες θα βγουν στα βιβλιοπωλεία;
Νιώθω πολύ χαρούμενος και απόλυτα τρομοκρατημένος. Έκανα ένα πρώτο βήμα, με το οποίο είμαι ικανοποιημένος, αλλά, όπως όλοι ξέρουμε, ένα ίσον κανένα. Ήδη σχεδιάζω τα επόμενα. Όμως, πέρα απ’ αυτό, νιώθω γεμάτος, αφού είναι βαθιά πεποίθησή μου πως μια ζωή γεμάτη βιβλία είναι μια ζωή γεμάτη.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Γιώργος Χρονάς: «Για χρόνια θεωρούσα τον έρωτα ντροπή»

Lifo Videos / Γιώργος Χρονάς: «Για χρόνια θεωρούσα τον έρωτα ντροπή»

Η αυτοβιογραφία του είναι γεμάτη από ιστορίες με τον Τσαρούχη, τον Χατζιδάκι και άλλες εμβληματικές μορφές της εποχής, τις οποίες είχε την τύχη να γνωρίσει και να μπολιαστεί από τη ματιά και τη στάση τους. Η Τζούλη Αγοράκη συναντά τον ποιητή και εκδότη της Οδού Πανός σε μια χειμαρρώδη συζήτηση.
ΤΖΟΥΛΗ ΑΓΟΡΑΚΗ
Θανάσης Καστανιώτης: «Αν έκανα ένα δείπνο για συγγραφείς, δίπλα στον Χέμινγουεϊ θα έβαζα τη Ζυράννα Ζατέλη»

The Book Lovers / Θανάσης Καστανιώτης: «Αν έκανα ένα δείπνο για συγγραφείς, δίπλα στον Χέμινγουεϊ θα έβαζα τη Ζυράννα Ζατέλη»

Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με τον εκδότη Θανάση Καστανιώτη για την μεγάλη διαδρομή των εκδόσεών του και τη δική του, προσωπική και ιδιοσυγκρασιακή σχέση με τα βιβλία και την ανάγνωση.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η ζωή του Καζαντζάκη σε graphic novel από τον Αλέν Γκλικός

Βιβλίο / Ο Νίκος Καζαντζάκης όπως δεν τον είχαμε ξαναδεί σε ένα νέο graphic novel

Ο ελληνικής καταγωγής Γάλλος συγγραφέας Αλέν Γκλικός καταγράφει την πορεία του Έλληνα στοχαστή στο graphic novel «Καζαντζάκης», όπου ο περιπετειώδης και αντιφατικός φιλόσοφος και μυθιστοριογράφος ψυχαναλύεται για πρώτη φορά και συστήνεται εκ νέου στο ελληνικό κοινό.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Πετρίτης»: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ηχητικά Άρθρα / Πετρίτης: Το πιο γρήγορο πουλί στον κόσμο και η άγρια, αδάμαστη ομορφιά του

Ο Τζoν Άλεκ Μπέικερ αφιέρωσε δέκα χρόνια από τη ζωή του στην παρατήρηση ενός πετρίτη και έγραψε ένα από τα πιο ιδιαίτερα βιβλία της αγγλικής λογοτεχνίας – μια από τις σημαντικότερες καταγραφές της άγριας ζωής που κινδυνεύει να χαθεί για πάντα. Κυκλοφόρησε το 1967 αλλά μόλις τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια οι κριτικοί και το κοινό το ανακάλυψαν ξανά.
M. HULOT
Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Ας μην αφήνουμε τον Θεό στους πιστούς» 

Βιβλίο / Μπενχαμίν Λαμπατούτ: «Αν αξίζει ένα πράγμα στη ζωή, αυτό είναι η ομορφιά»

Εν όψει της εμφάνισής του στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, στις 21 Μαΐου, ο Λατινοαμερικανός συγγραφέας-φαινόμενο Μπενχαμίν Λαμπατούτ μιλά στη LIFO για τον ρόλο της τρέλας στη συγγραφή, τη σχέση επιστήμης και λογοτεχνίας και το μεγαλείο της ήττας – και δηλώνει ακόμα φανατικός κηπουρός και εραστής της φύσης.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Το πίσω ράφι/ Άντονι Μπέρτζες: «Έρνεστ Χέμινγουεϊ»

Το Πίσω Ράφι / Ο Χέμινγουεϊ ήταν ένας φωνακλάς νταής αλλά κι ένας σπουδαίος συγγραφέας του 20ού αιώνα

Η βιογραφία «Έρνεστ Χέμινγουεϊ - Μια ζωή σαν μυθοπλασία» του Βρετανού συγγραφέα Άντονι Μπέρτζες αποτυπώνει όχι μόνο την έντονη και περιπετειώδη ζωή του κορυφαίου Αμερικανού ομοτέχνου του αλλά και όλο το εύρος της αντιφατικής προσωπικότητάς του.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
21η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης

Βιβλίο / 21η ΔΕΒΘ: Εξωστρέφεια και καλύτερη οργάνωση αλλά μένουν ακόμα πολλά να γίνουν

Απολογισμός της 21ης ΔΕΒΘ που πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά υπό την αιγίδα του νεοσύστατου ΕΛΙΒΙΠ. Σε ποιο βαθμό πέτυχε τους στόχους της και ποια στοιχήματα μένει ακόμα να κερδίσει;
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Η ποίηση όχι μόνο αλλάζει τον κόσμο, τον δημιουργεί» ​​​​​​/Μια νέα ανθολογία ελληνικής queer ποίησης μόλις κυκλοφόρησε στα ισπανικά /11 Έλληνες ποιητές σε μια νέα ισπανική queer ανθολογία /Queer ελληνική ποίηση σε μια νέα δίγλωσση ισπανική ανθολογία

Βιβλίο / Μια Ισπανίδα καθηγήτρια μεταφράζει ελληνική queer ποίηση

Η María López Villalba, καθηγήτρια Νέων Ελληνικών στο Πανεπιστήμιο της Μάλαγα, μετέφρασε 11 ελληνικά ποιήματα, σε μια πρόσφατη ανθολογία που προσφέρει στο ισπανόφωνο κοινό την ευκαιρία να γνωρίσει τη σύγχρονη ελληνική queer –και όχι μόνο– ποίηση.
M. HULOT
«Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Βιντσέντζο Λατρόνικο / «Κανείς δεν μας επέβαλε να έχουμε όλοι μια μονστέρα στο σαλόνι»

Ο Ιταλός συγγραφέας και υποψήφιος για το βραβείο Booker, Βιντσέντζο Λατρόνικο, μιλά στη LIFO για το πολυσυζητημένο βιβλίο του «Τελειότητα», στο οποίο αποτυπώνει την αψεγάδιαστη αλλά ψεύτικη ζωή μιας ολόκληρης γενιάς ψηφιακών νομάδων στην Ευρώπη, καθώς και τη μάταιη αναζήτηση της ευτυχίας στην ψηφιακή εποχή.
M. HULOT
Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Ηχητικά Άρθρα / Μεσσαλίνα: Ακόλαστη μέγαιρα ή πολύ έξυπνη για την εποχή της;

Το όνομά της έχει συνδεθεί με την εικόνα μιας αδίστακτης, σεξουαλικά ακόρεστης και επικίνδυνης γυναίκας. Ένα νέο βιβλίο, όμως, έρχεται να αμφισβητήσει αυτή τη στερεοτυπική αφήγηση και να φωτίσει μια διαφορετική εκδοχή της ιστορίας της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Rene Karabash

Βιβλίο / Rene Karabash: «Θέλω πίσω τη γυναικεία δύναμη που μου στέρησαν οι άνδρες»

Η Βουλγάρα συγγραφέας Rene Karabash μιλά για το μυθιστόρημά της «Ορκισμένη», που τιμήθηκε με το βραβείο Ελίας Κανέτι, και στο οποίο εστιάζει στην ιστορία των «ορκισμένων παρθένων» γυναικών των Βαλκανίων που επέλεξαν να ζήσουν ως άνδρες.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Δυο γυναίκες συγγραφείς αποκαλύπτουν τα κρυφά μυστικά της γραφής

Βιβλίο / Όλες οι γυναίκες του κόσμου στο νέο βιβλίο της Αμάντας Μιχαλοπούλου

Στο «Μακρύ ταξίδι της μιας μέσα στην άλλη», η μητρότητα γίνεται ο συνδετικός κρίκος που ενώνει όλες τις μητέρες και όλες τις κόρες με τις γυναίκες της Ιστορίας που θαυμάσαμε, αλλά και τις ανώνυμες «Παναγίες» που κράτησαν στους ώμους τους τα βάρη της ανθρωπότητας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Βιβλίο / «Ένας μύθος λέει πως αν χάσεις κάτι στην Αθήνα, θα το βρεις στον Ελαιώνα»

Στο νέο του βιβλίο, «Lost Things Found», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Hyper Hypo, ο εικαστικός φωτογράφος Αντώνης Θεοδωρίδης εξερευνά τον μαγικό κόσμο της υπαίθριας αγοράς του Ελαιώνα.
ΙΩΝΑΣ ΚΑΛΛΙΜΑΝΗΣ
Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Βιβλίο / Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Δεν υπάρχει μελέτη για τον ελληνικό εθνικισμό που να μην έχει αναφορές στο έργο της. Η επανακυκλοφορία του βιβλίου της «Το “Πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα» από τις εκδόσεις Νήσος συνιστά αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός» ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Νίκος Μπακουνάκης / Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός»

Ο πρόεδρος του ΕΛΙΒΙΠ, στην πρώτη του συνέντευξη, μιλά στη LIFO για τους στόχους και τις δράσεις του ιδρύματος και για το προσωπικό του όραμα για το βιβλίο. Ποιος ο ρόλος των μεταφράσεων στην πολιτιστική διπλωματία και πώς θα αυξηθεί η φιλαναγνωσία; 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζόναθαν Κόου

I was there / Τζόναθαν Κόου: «Το να είσαι κυνικός δείχνει τεμπελιά στη σκέψη»

Ο διάσημος Βρετανός συγγραφέας βρέθηκε στην Αθήνα και μίλησε για τη συγγραφή ως «πολυτέλεια για λίγους», την εκλογή Τραμπ ως «έκφραση απόγνωσης» και τη «woke» κουλτούρα ως πράξη ενσυναίσθησης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Σαν σήμερα  / Πολ Όστερ: «Οι χαμένες ευκαιρίες αποτελούν μέρος της ζωής στον ίδιο βαθμό με τις κερδισμένες»

Σαν σήμερα 30 Απριλίου, το 2024 πεθαίνει ο σπουδαίος Αμερικανός συγγραφέας και μετρ της σύμπτωσης, που κατάφερε να συνδυάσει την προοπτική των άπειρων φανταστικών κόσμων με το ατελείωτο κυνήγι των ευκαιριών και τη νουάρ ατμόσφαιρα με τα πιο ανήκουστα αυτοβιογραφικά περιστατικά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ