Η συνέντευξη που παραχώρησε ο Ντόναλντ Τραμπ στο περιοδικό «The Atlantic» εξέπληξε πολλούς. Τόσο για όσα είπε ο ίδιος ο Τραμπ, όσο και για το «επεισοδιακό» της παρασκήνιο.
Στην ουσία και το περιεχόμενο της συνέντευξης Τραμπ στο Atlantic, το Axios αξιολογεί πέντε βασικά σημεία που ξεχωρίζουν, καθώς ο Αμερικανός πρόεδρος αναφέρθηκε στην πολιτική του επιστροφή και στις πρώτες 100 ημέρες της δεύτερης θητείας του.

Η συνέντευξη είναι το πρωτοσέλιδο του τεύχους Ιουνίου του The Atlantic και έχει τίτλο «Ο Ντόναλντ Τραμπ το απολαμβάνει» και παρουσιάζει τις σκέψεις του Τραμπ μετά την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο. Το περιοδικό τον ρώτησε για τον επικεφαλής του Πενταγώνου, την αντιδημοφιλή καταστολή της μετανάστευσης και το αν πραγματικά θα επιδιώξει μια τρίτη θητεία.
Για την συνέντευξη αυτή, ο Αμερικανός πρόεδρος συναντήθηκε με στελέχη του περιοδικού που έχει κάνει μέχρι στιγμής τη μεγαλύτερη αποκάλυψη σκανδάλου στη τη δεύτερη θητεία του: Το Signalgate.
Τα 5 βασικά σημεία της συνέντευξης Τραμπ στο Atlantic
- «Διοικώ τη χώρα και τον κόσμο»
Όταν ρωτήθηκε πώς η δεύτερη θητεία του μέχρι στιγμής διέφερε από την πρώτη, ο Τραμπ απάντησε: «Την πρώτη φορά, είχα δύο πράγματα να κάνω - να διοικήσω τη χώρα και να επιβιώσω. Είχα όλους αυτούς τους απατεώνες». «Και τη δεύτερη φορά, διοικώ τη χώρα και τον κόσμο», πρόσθεσε. «Διασκεδάζω πολύ, λαμβάνοντας υπόψη αυτό που κάνω... Ξέρετε, αυτά που κάνω είναι τόσο σοβαρά πράγματα». - Μια τρίτη θητεία «θα ήταν μια μεγάλη καταστροφή»
Σχετικά με μια πιθανή υποψηφιότητα το 2028, ο Τραμπ είπε στο περιοδικό ότι «θα ήταν μια μεγάλη καταστροφή». Συνέχισε: «Λοιπόν, ίσως απλώς προσπαθώ να διαλύσω τις φήμες», είπε και πρόσθεσε: «Δεν είναι κάτι που θέλω να κάνω. Και νομίζω ότι θα ήταν πολύ δύσκολο να γίνει». Η αποστροφή του αυτή έρχεται μετά τα σχόλιά του τον περασμένο μήνα, όταν είπε ότι «δεν αστειεύεται» και ότι θα διεκδικήσει μια τρίτη θητεία. Παρότι μια υποψηφιότητα του Τραμπ για τρίτη θητεία στην αμερικανική προεδρία δεν θα παρέβαινε απλώς τους κανόνες, θα παραβίαζε την 22η τροπολογία του αμερικανικού συντάγματος, ωστόσο Οργανισμός Τραμπ άρχισε να πουλάει καπέλα «Τραμπ 2028». - Το «υψηλότερο επίπεδο σεβασμού» της τάξης των δισεκατομμυριούχων
Η τάξη των δισεκατομμυριούχων έχει σε μεγάλο βαθμό υποκλιθεί στον Τραμπ στη δεύτερη θητεία του. Περιέγραψε τους υπερπλούσιους που υιοθέτησαν μια πιο φιλική στάση ως «απλώς ένα υψηλότερο επίπεδο σεβασμού». «Δεν ξέρω... Ίσως δεν με γνώριζαν στην αρχή και με γνωρίζουν τώρα», συνέχισε. Για τον ιδρυτή της Amazon, Τζεφ Μπέζος, ο Τραμπ είπε ότι είναι «100%. Είναι σπουδαίος». Επίσης, επαίνεσε τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Meta, Μαρκ Ζούκερμπεργκ, έναν κάποτε εχθρό του που έγινε πλέον φίλος του. - Ο Χέγκσεθ θα «τα καταφέρει»
Παρά τις επιπτώσεις του σκανδάλου Signal και την αναταραχή στο Πεντάγωνο, ο Τραμπ έχει σταθεί στο πλευρό του υπουργού Άμυνας Πιτ Χέγκσεθ, ο οποίος βρίσκεται σε δύσκολη θέση. «Νομίζω ότι θα τα καταφέρει», είπε για τον Χέγκσεθ. Πρόσθεσε: «Είχα μια συζήτηση μαζί του, μια θετική συζήτηση, αλλά είχα μια συζήτηση μαζί του». Ο Τραμπ είπε επίσης ότι ο Μάικ Βαλτς, ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του, ο οποίος κατά λάθος πρόσθεσε τον αρχισυντάκτη του Atlantic, Τζέφρι Γκόλντμπεργκ, στην πλέον διαβόητη ομαδική συνομιλία, ήταν «καλά» παρά το γεγονός ότι «χτυπήθηκε» από το περιστατικό. - «Τίποτα δεν θα είναι ποτέ τέλειο»
Ο Τραμπ πιέστηκε για τις προσπάθειες της κυβέρνησής του να απελάσει παράτυπους μετανάστες χωρίς την δέουσα διαδικασία και την πιθανότητα ένας νόμιμος κάτοικος ή ένας Αμερικανός πολίτης να απομακρυνθεί κατά λάθος - μια υπόθεση που έχει ήδη συμβεί. Απάντησε: «Επιτρέψτε μου να σας πω ότι τίποτα δεν θα είναι ποτέ τέλειο σε αυτόν τον κόσμο».
Το «επεισοδιακό» παρασκήνιο της συνέντευξης Τραμπ στο Atlantic
Οι δημοσιογράφοι Ashley Parker και Michael Scherer του «The Atlantic» έχουν μάθει ένα πράγμα καλύπτοντας τον Ντόναλντ Τραμπ όλα αυτά τα χρόνια: η πρώτη του λέξη σπάνια είναι και η τελευταία του.
Αυτό έγινε σαφές και μέσα από το ταξίδι τους για να εξασφαλίσουν συνέντευξη με τον Ρεπουμπλικάνο πρόεδρο, μια διαδικασία που περιλάμβανε νυχτερινές «επιθέσεις» μέσω τηλεφώνου και την απρόσμενη πρόσκληση του Τραμπ να συμπεριλάβουν στη συνεδρία και τον αρχισυντάκτη τους, Τζέφρι Γκόλντμπεργκ - τον ίδιο άνθρωπο που ο Τραμπ είχε αποκαλέσει «ακατάληπτο» λίγες εβδομάδες νωρίτερα.
Η τελική συνέντευξη, που δόθηκε την περασμένη Πέμπτη, 24 Απριλίου, προκάλεσε πραγματικό συναγερμό στην αίθουσα σύνταξης: το τεύχος Ιουνίου είχε ήδη σταλεί στους τυπογράφους και κλήθηκε πίσω για προσθήκη του νέου υλικού.
Το άρθρο, με τίτλο «Ο Τραμπ το απολαμβάνει αυτό», δημοσιεύτηκε διαδικτυακά τη Δευτέρα και είχε ήδη πάρει μορφή πριν την ακούσια εμπλοκή του Γκόλντμπεργκ σε ομαδική συνομιλία μέσω Signal μεταξύ κυβερνητικών αξιωματούχων για στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Μέση Ανατολή.
Πώς ακυρώθηκε – και τελικά έγινε – η συνέντευξη Τραμπ στο Atlantic
Αρχικά, οι Parker και Scherer είχαν προτείνει συνέντευξη με τον Τραμπ για να συζητήσουν την απίθανη πολιτική του επιστροφή. Ο Τραμπ είχε συμφωνήσει, αλλά στις 17 Μαρτίου, εν μέσω της προγραμματισμένης συνάντησης, χαρακτήρισε την Parker μέσω κοινωνικών δικτύων ως «Τρελή της Ριζοσπαστικής Αριστεράς», ενώ κατηγόρησε τον Scherer ότι γράφει «σχεδόν μόνο ΨΕΜΑΤΑ». Η συνέντευξη ακυρώθηκε.
Ωστόσο, ένα πρωί του Μαρτίου, ο Scherer, έχοντας τον αριθμό του Τραμπ, αποφάσισε να του τηλεφωνήσει απευθείας. Ο Τραμπ απάντησε: «Ω, ξέρω ποιος είσαι, Μάικλ. Ποτέ δεν γράφεις καλά για μένα», αλλά παρ' όλα αυτά του έδωσε αυθόρμητα μια τηλεφωνική συνέντευξη.
Στις 12 Απριλίου, οι δημοσιογράφοι προσπάθησαν ξανά να επικοινωνήσουν με τον Αμερικανό πρόεδρο. Παρότι ο Τραμπ δεν απάντησε στο μήνυμά τους, το κινητό του Scherer κατέγραψε μια αναπάντητη κλήση από τον αριθμό του Τραμπ στη 1:28 π.μ. Θεώρησαν πως επρόκειτο για λάθος κλήση.
Παρόλο που νέο αίτημά τους για συνέντευξη απορρίφθηκε, εννέα ημέρες αργότερα, ο Λευκός Οίκος τηλεφώνησε αιφνιδιαστικά: τους καλούσε στο Οβάλ Γραφείο και ζητούσε να συνοδεύονται από τον Γκόλντμπεργκ.
Η στρατηγική του Τραμπ και η απρόβλεπτη συνάντηση
Η ένταξη του Γκόλντμπεργκ στην ομάδα της συνέντευξης είχε τη δική της σημασία. Μόλις τον Μάρτιο, ο Γκόλντμπεργκ είχε αποκαλύψει στο The Atlantic την εμπλοκή του στην απόρρητη συνομιλία κυβερνητικών αξιωματούχων για τη Μέση Ανατολή, γεγονός που προκάλεσε την οργή του Τραμπ, ο οποίος τον αποκάλεσε «ύπουλο» και «ψευτοδημοσιογράφο».
Ωστόσο, στην πλατφόρμα Truth Social, ο Τραμπ δικαιολόγησε την απόφαση να τους δεχτεί, γράφοντας ότι το έκανε «από περιέργεια και ανταγωνισμό με τον εαυτό μου, για να δω αν το The Atlantic μπορεί να είναι ειλικρινές».
Δεν υπήρξε επίσημη απάντηση από τον Λευκό Οίκο για το πώς αξιολογήθηκε η συνέντευξη, ενώ η γραμματέας Τύπου Καρολίν Λίβιτ συνέκρινε την προθυμία του Τραμπ να μιλήσει σε αντίπαλα μέσα με την άμεση διπλωματία του προς ηγέτες όπως ο Κιμ Γιονγκ Ουν.
Η αντιπαραθετική σχέση του Τραμπ με τον Τύπο παραμένει εμφανής: Η κυβέρνησή του έχει ξεκινήσει έρευνες σε μεγάλα μέσα ενημέρωσης όπως τα CBS και ABC News, ενώ έχει ανοιχτές δικαστικές διαμάχες με το Associated Press.
Μια συνέντευξη με ευγένεια αλλά χωρίς αυταπάτες
Όταν ο Γκόλντμπεργκ μπήκε στο Οβάλ Γραφείο, ο Τραμπ του έδωσε θερμή χειραψία, παρά τη φανερή αμηχανία ορισμένων συνεργατών του προέδρου.
«Αν κάποιος με είχε αποκαλέσει όπως ο Τραμπ, θα θεωρούσα ότι μια προσωπική συνάντηση θα ήταν πολύ αμήχανη», σχολίασε ο Γκόλντμπεργκ. «Εκείνος όμως το βλέπει απλώς ως παιχνίδι. Είναι μια παράσταση».
Ο Scherer επεσήμανε ότι για τον Τραμπ κάθε συνέντευξη είναι συναλλαγή: «Τι μπορώ να κερδίσω ή να χάσω; Όλα όσα κάνει είναι διαπραγμάτευση».
Ο Τραμπ γνώριζε τη δημοσιογραφική αξία τόσο της συνέντευξης στο The Atlantic όσο και της αποκάλυψης του Γκόλντμπεργκ για το Signal. Σύμφωνα με τον Γκόλντμπεργκ, ο πρόεδρος έδειξε μικρό ενδιαφέρον για τις επιπτώσεις της αποκάλυψης για την εθνική ασφάλεια, ενδιαφερόμενος κυρίως να μεταφέρει: «Λοιπόν, κερδίσατε».
Ο Γκόλντμπεργκ κατέληξε: «Ο Τραμπ είναι ένας ενδιαφέρον τύπος για να μιλήσεις και να τον ακούσεις. Και η δουλειά μας είναι — στο βαθμό που μπορούμε — να τον κατανοήσουμε. Όσο περισσότερη επαφή έχουμε μαζί του, τόσο το καλύτερο για την ανάλυσή μας».
Με πληροφορίες από Axios, Associated Press