Mάνα Κουράγιο στο Εθνικό: Πόσο «κουράγιο» πια;

ΕΠΕΞ Μητέρες και Πατέρες Κουράγιο/ Πόσο κουράγιο πια; Facebook Twitter
Κυνική, αδίστακτη, ακαταπόνητη, δαιμόνια εμπόρισσα με σπινθηροβόλο πνεύμα, η Μάνα Κουράγιο κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να εξασφαλίσει την επιβίωση της ίδιας και της οικογένειάς της εν μέσω ολέθρου. Φωτ.: Φωτ.: Ελίνα Γιουνανλή
0

Τι κρύβει στην καρδιά της η «Μάνα Κουράγιο»; Τι κατοικεί στον πυρήνα της πέρα από το προφανές αντιπολεμικό μήνυμα που όλοι εντοπίζουν με την πρώτη ματιά; 

Το έργο γράφεται το 1939 από τον εξόριστο τότε Μπρεχτ, καθώς η Γερμανία εισβάλλει στην Πολωνία. Δέκα χρόνια αργότερα πραγματοποιεί την πρεμιέρα του σε γερμανικό έδαφος, στο Deutsches Theater, με αμέτρητες ζοφερές μνήμες και αρουραίους να ξεπροβάλλουν απειλητικά απ’ τα χαλάσματα του ερειπωμένου Βερολίνου.

Σε πρώτο επίπεδο, παρακολουθούμε την ιστορία της  Άνα Φρίλινγκ από τη Βαυαρία: αυτή είναι η διαβόητη Μάνα Κουράγιο, μια σκληρόπετση γυρολόγος που διασχίζει με το κάρο της την κόλαση του Τριακονταετούς Πολέμου, του ανούσιου και παράλογα παρατεταμένου θρησκευτικού πολέμου που αποδεκάτισε την Κεντρική Ευρώπη κατά τον 17ο αιώνα. Κυνική, αδίστακτη, ακαταπόνητη, δαιμόνια εμπόρισσα με σπινθηροβόλο πνεύμα, η Μάνα Κουράγιο κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να εξασφαλίσει την επιβίωση της ίδιας και της οικογένειάς της εν μέσω ολέθρου.

Σε καιρούς απόγνωσης οδηγούμαστε σε απεγνωσμένες πράξεις∙ στη διάρκεια των δώδεκα ετών και των ισάριθμων σκηνών κατά τις οποίες εκτυλίσσεται η δράση, ο αγώνας της Μάνας Κουράγιο θα έχει συχνά μοιραίες συνέπειες: οι δυο γιοι και η κόρη της θα χαθούν, και μάλιστα, όπως πικρά διαπιστώνουμε, αυτό θα συμβεί ενώ η προσοχή της μητέρας τους βρίσκεται στραμμένη αλλού, σε κάποια εμπορική συναλλαγή.

Ο Μπρεχτ παρουσιάζει μια ηθικά αμφίσημη φιγούρα, εμποδίζοντας, όπως πάντοτε, την αβίαστη, βολική ταύτιση του θεατή με την κεντρική ηρωίδα και προκαλώντας τον να αναλογιστεί τη μοίρα των «μικρών» ανθρώπων που αγωνίζονται ενάντια στις «μεγάλες» δυνάμεις της Ιστορίας, περιφρονημένοι και ματαιωμένοι από αυτές μέχρι τέλους.

Προσηλωμένη στο κυνήγι των κερδοφόρων ευκαιριών που της παρουσιάζονται ανελλιπώς, η Μάνα Κουράγιο απουσιάζει από τη σκηνή κάθε φορά που χρειάζεται να υπερασπιστεί, να προσφέρει μητρική παρηγοριά ή να προστατεύσει τα παιδιά της, κάθε φορά που ένα από αυτά συλλαμβάνεται από τον εχθρό ή οδεύει προς τον θάνατό του¹.

Πόσο κουράγιο πια; Facebook Twitter
Ο συγγραφέας υπονομεύει τις κυρίαρχες αναπαραστάσεις της μητρότητας (ειδικά εκείνες που προέτασσε η ναζιστική κουλτούρα), επιλέγοντας να προσεγγίσει ακόμη και τον «ιερό» ρόλο της μητέρας μέσα από μια θεώρηση υλιστική. Φωτ.: Ελίνα Γιουνανλή

«Λόγω της τύφλωσής της, η Μάνα Κουράγιο ενσαρκώνει μια ανησυχαστικά οικεία σύγχρονη παραμόρφωση: τη σχέση με τα εμπορικά αγαθά, το χρήμα και την αγορά που διαστρεβλώνει τις ανθρώπινες επαφές, και αποδεικνύεται, τελικά, εχθρική προς τη ζωή. Και όμως, τι άλλο μπορεί να κάνει;» αναρωτιέται ο Τόνι Κούσνερ στην εισαγωγή της διασκευής του που ανέβηκε το 2009 στο Λονδίνο με τη Φιόνα Σο.

Ο Μπρεχτ παρουσιάζει μια ηθικά αμφίσημη φιγούρα, εμποδίζοντας, όπως πάντοτε, την αβίαστη, βολική ταύτιση του θεατή με την κεντρική ηρωίδα και προκαλώντας τον να αναλογιστεί τη μοίρα των «μικρών» ανθρώπων που αγωνίζονται ενάντια στις «μεγάλες» δυνάμεις της Ιστορίας, περιφρονημένοι και ματαιωμένοι από αυτές μέχρι τέλους.

Ταυτόχρονα, ο συγγραφέας υπονομεύει τις κυρίαρχες αναπαραστάσεις της μητρότητας (ειδικά εκείνες που προέτασσε η ναζιστική κουλτούρα), επιλέγοντας να προσεγγίσει ακόμη και τον «ιερό» ρόλο της μητέρας μέσα από μια θεώρηση υλιστική². «Εγώ δεν έχω ψυχή», επιμένει αντι-ηρωικά η Μάνα Κουράγιο: «Αντίθετα, χρειάζομαι προσάναμμα... Κόψε τα ξύλα να έχουμε ζεστασιά, αυτό είναι μεγάλο αγαθό στην εποχή που ζούμε», λέει στον Ιεροκήρυκα.

«Τι άλλο μπορεί να κάνει;»: το ερώτημα αυτό επιστρέφει ξανά και ξανά, όποτε βλέπουμε τη Μάνα Κουράγιο να λαμβάνει μια αμφιλεγόμενη απόφαση ή να επιδίδεται σε θανάσιμα παζάρια. «Τι άλλο μπορούμε να κάνουμε;»: το ερώτημα αυτό, που χτυπά στην καρδιά όλων των έργων του Μπρεχτ και αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της φιλοσοφίας του Επικού Θεάτρου, είναι το ερώτημα που καλούμαστε να αναλογιστούμε κάθε φορά που βρισκόμαστε αντιμέτωποι με δυνάμεις αυθαιρεσίας και καταπίεσης, δυνάμεις που ξεπερνούν τις φυσικές αντοχές μας∙ το θέατρο του Μπρεχτ συνιστά ιδανικό τόπο για να τεθεί πειστικά, με ορμή και ένταση.

Πόσο κουράγιο πια; Facebook Twitter
Φωτ.: Ελίνα Γιουνανλή

Εν προκειμένω, απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν δίνει η Μάνα Κουράγιο αλλά μια άλλη γυναικεία μορφή του κειμένου: η κόρη της Κατρίν.

Όταν ο αυτοκρατορικός στρατός ετοιμάζεται να σφαγιάσει την προτεσταντική πόλη του Χάλε, όταν οι κάτοικοι του γειτονικού χωριού εξαναγκάζονται να παρακολουθήσουν την επικείμενη εισβολή αμέτοχοι, επιλέγοντας την προσευχή ως μοναδικό μέσο συμπαράστασης προς τους καταδικασμένους συμπατριώτες τους, όταν όλοι θεωρούν πως «δεν μπορούν να κάνουν τίποτα» για να προειδοποιήσουν τους τελευταίους που κοιμούνται ανυποψίαστοι στα σπίτια τους, η νεαρή Κατρίν, ενώ περιμένει τη μητέρα της να επιστρέψει από τις δουλειές της, αρπάζει ένα ταμπούρλο από το σταθμευμένο κάρο, σκαρφαλώνει στη στέγη του πλησιέστερου αγροτόσπιτου κι αρχίζει να το χτυπάει με μανία.

Χτυπάει, χτυπάει, χτυπάει και δεν σταματάει, όσα όπλα κι αν στρέφονται κατά πάνω της. Η μουγγή Κατρίν –αυτή που κανένας δεν την άκουγε ως τώρα, όσες φορές κι αν είχε προσπαθήσει να προειδοποιήσει τους γύρω της– βρίσκει εδώ, στην κορυφαία και πιο συγκινητική σκηνή του έργου, τη φωνή της. Και είναι τόσο εύγλωττη, που πείθει τις πέτρες να μιλήσουν και τους κοιμισμένους να ξυπνήσουν. Γιατί υπάρχει πάντοτε κάτι να κάνουμε, κάθε φορά που νομίζουμε πως δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε...

Πόσο κουράγιο πια; Facebook Twitter
Φωτ.: Ελίνα Γιουνανλή

Η νεαρή Κατρίν θυσιάζεται θριαμβευτικά, εκπληρώνοντας το φαινομενικά αδύνατο (αυτό που όλοι λένε πως είναι αδύνατο): επιτελεί μια επαναστατική πράξη, αψηφώντας τις δυνάμεις του πολέμου και νοηματοδοτώντας εκ νέου τις δυνάμεις της συσπείρωσης, της αντίστασης και της ζωής. Από αυτή την άποψη, η Κατρίν «γίνεται η Μάνα Κουράγιο που η μητέρα της δεν μπορεί ποτέ να γίνει» (Robert Vork)³.

Και είναι αυτή η μοναδική στιγμή όπου αισθανόμαστε να «ξυπνάμε» σε όλη τη διάρκεια της ανούσιας παράστασης που παρακολουθήσαμε στο Εθνικό: όταν η Κατρίν της Άννας Μάγκου σκαρφαλώνει στον μεταλλικό στύλο/κατάρτι στο κέντρο της σκηνής και χτυπάει το ταμπούρλο της με πάθος τόσο «αφύσικα» δυνατά –προφανώς χάρη στην ειδική επεξεργασία του ήχου–, ώστε σκηνή και πλατεία παραδίδονται σε μια μεθυστική, σεισμική παραφορά.

Είναι προφανώς η συνολική ερμηνεία της ηθοποιού που έχει φροντίσει να επενδυθεί η στιγμή αυτή με την πρέπουσα βαρύτητα, επιδεικνύοντας από την αρχή έναν γοητευτικό συνδυασμό ευαλωτότητας και επιμονής, βρίσκοντας τρόπους να εκφραστεί μέσα από το ηλεκτρισμένο σώμα της ή τις σπαρακτικές, άναρθρες κραυγές της.

Δυστυχώς, ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη. Η παράσταση είναι καθ’ όλα «σωστή», ακολουθεί πιστά τις οδηγίες και τις εκτελεί by the book. Επί της ουσίας, όμως, πρόκειται για μια άψυχη αναπαράσταση, μια επιμελή εικονογράφηση του μπρεχτικού αριστουργήματος που εκτυλίσσεται ενώπιόν μας διεκπεραιωτικά, χωρίς να δονείται από καμία εσωτερική αναγκαιότητα.

Πόσο κουράγιο πια; Facebook Twitter
Φωτ.: Ελίνα Γιουνανλή

Ένα «αληθινό» κάρο με «αληθινό» εμπόρευμα, «αληθινά» κούτσουρα και «αληθινή» μπουγάδα, σκηνές φανταρικής αδελφοσύνης, «να δω τη μάνα μου, να φάω λίγο σαλάμι απ’ τον τόπο μου», τα σπλάχνα της σκηνής σε κοινή θέα, μια ζωντανή ορχήστρα, σβέλτοι και κεφάτοι νεαροί ηθοποιοί που εκσφενδονίζονται εντυπωσιακά, μια έμπειρη και επιβλητική πρωταγωνίστρια πλήρης μπρεχτικού ταμπεραμέντου (Μπέττυ Αρβανίτη), ένας συμπαθής Ιεροκήρυκας (Νίκος Αλεξίου), κάνουν όλοι και όλες ό,τι τους ζητείται για δυόμισι ώρες, πότε μιλώντας και πότε τραγουδώντας, αλλά επί της ουσίας σιωπώντας για καθετί σημαντικό, για τους επώδυνους συμβιβασμούς μας, για τη συνενοχή μας, τη χαμένη φωνή μας, τη Μεγάλη Συνθηκολόγησή μας, όλα όσα μας πονούν, μας αφορούν και μας οδηγούν στην αίθουσα του θεάτρου αναζητώντας έμπνευση, μόνο και μόνο για να εισπράξουμε, εν προκειμένω, κενά σχήματα και κούφιες χειρονομίες.

1. Robert Vork, “Silencing Violence: Repetition and Revolution in Mother Courage”

2. Elin Diamond, “Brechtian Theory/Feminist Theory: Toward a Gestic Feminist Criticism”

3. “Silencing Violence”

Βρείτε περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση «Μάνα Κουράγιο» εδώ. 

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Κάνεις χορό γιατί αυτή είναι η μεγάλη σου ανάγκη

Χορός / «Κάνουμε χορό γιατί αυτή είναι η μεγάλη μας ανάγκη»

Με αφορμή την παράσταση EPILOGUE, ο διευθυντής σπουδών της σχολής της Λυρικής Σκηνής Γιώργος Μάτσκαρης και έξι χορευτές/χορεύτριες μιλούν για το δύσκολο στοίχημα τού να ασχολείται κανείς με τον χορό στην Ελλάδα σήμερα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μαρία Κωνσταντάρου: «Ερωτεύτηκα αληθινά στα 58»

Οι Αθηναίοι / Μαρία Κωνσταντάρου: «Δεν παίζω πια γιατί δεν υπάρχουν ρόλοι για την ηλικία μου»

Μεγάλωσε χωρίς τη μάνα της, φώναζε «μαμά» μια θεία της, θυμάται ακόμα τις παιδικές της βόλτες στον βασιλικό κήπο. Όταν είπε πως θέλει να γίνει ηθοποιός, ο πατέρας της είπε «θα σε σφάξω». Η αγαπημένη ηθοποιός που έπαιξε σε μερικές από τις σημαντικότερες θεατρικές παραστάσεις αλλά και ταινίες της εποχής της είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Γιάννος Περλέγκας ανεβάζει τον «Κατσούρμπο» του Χορτάτση

Θέατρο / Γιάννος Περλέγκας: «Ο Κατσούρμπος μας είναι μια απόπειρα να γίνουμε πιο αθώοι»

Ο Γιάννος Περλέγκας σκηνοθετεί το έργο του Χορτάτση στο πλαίσιο του στο πλαίσιο του Κύκλου Ρίζες του Φεστιβάλ Αθηνών. Τον συναντήσαμε στις πρόβες όπου μας μίλησε για την αξία του Κρητικού συγγραφέα και του έργου του και την ανάγκη για περισσότερη λαϊκότητα στο θέατρο. Κάτι που φιλοδοξεί να μας δώσει με αυτό το ανέβασμα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασίλης Παπαβασιλείου

Απώλειες / Βασίλης Παπαβασιλείου (1949-2025): Ένας σπουδαίος διανοητής του ελληνικού θεάτρου

«Αυτό, λοιπόν, το οφείλω στο θέατρο: τη σωτηρία από την κακομοιριά μου»: Ο σκηνοθέτης, μεταφραστής, ηθοποιός και δάσκαλος Βασίλης Παπαβασιλείου πέθανε σε ηλικία 76 ετών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

Θέατρο / Δημήτρης Γκοτσόπουλος: «Ήμουν ένα αγρίμι που είχε κατέβει από τα βουνά»

Ο ταλαντούχος ηθοποιός φέτος ερμηνεύει τον Νεοπτόλεμο στον «Φιλοκτήτη» του Σοφοκλή. Πώς κατάφερε από ένα αγροτικό περιβάλλον να πρωταγωνιστήσει σε μεγάλες τηλεοπτικές επιτυχίες και γιατί πέρασε ένα ολόκληρο καλοκαίρι στην Πολύαιγο, διαβάζοντας «Βάκχες»;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Γιάννης Χουβαρδάς: «Το κοινό που έρχεται να σε δει είναι ο καθρέφτης σου»

Θέατρο / Γιάννης Χουβαρδάς: «Το κοινό που έρχεται να σε δει είναι ο καθρέφτης σου»

Ο κορυφαίος Έλληνας σκηνοθέτης διασκευάζει φέτος τις τραγωδίες του Οιδίποδα σε ένα ενιαίο έργο και μιλά στη LiFO, για το πώς η μοίρα είναι μια παρεξηγημένη έννοια, ενώ σχολιάζει το αφήγημα περί «καθαρότητας» της Επιδαύρου, καθώς και τις ακραίες αντιδράσεις που έχει δεχθεί από το κοινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΓΙΑ 28 ΜΑΙΟΥ Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Θέατρο / Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Σαν σήμερα, το 1943, γεννήθηκε η Ελληνίδα σοπράνο που διέπρεψε για μια ολόκληρη δεκαετία στην Ευρώπη και την Αμερική, αλλά κάηκε εξαιτίας μιας σειράς ιδιαίτερα απαιτητικών ρόλων, τους οποίους ερμήνευσε πολύ νωρίς. Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, ένας από τους λίγους στην Ελλάδα που γνωρίζουν σε βάθος την πορεία της, περιγράφει την άνοδο και την πτώση της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Θέατρο / Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Από τους Αγίους Σαράντα της Αλβανίας μέχρι τη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, η ζωή του βραβευμένου ηθοποιού, τραγουδιστή και σεναριογράφου είναι μια διαρκής προσπάθεια συμφιλίωσης με την απώλεια. Η παράσταση «Μια άλλη Θήβα» τον καθόρισε, ενώ ο ρόλος του στο «Brokeback Mountain» τού έσβησε κάθε ομοφοβικό κατάλοιπο. Δηλώνει πως αυτό που τον ενοχλεί βαθιά είναι η αδράνεια απέναντι σε όσα συμβαίνουν γύρω μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μιχαήλ Μαρμαρινός: Το έπος μάς έμαθε να αναπνέουμε ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ ΑΡΚΕΤΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ

Θέατρο / Μιχαήλ Μαρμαρινός: «Από μια κοινωνία της αιδούς, γίναμε μια κοινωνία της ξεδιαντροπιάς»

Με τη νέα του παράσταση, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός επιστρέφει στην Οδύσσεια και στον Όμηρο και διερευνά την έννοια της φιλοξενίας. Αναλογίζεται το «απύθμενο θράσος» της εποχής μας, εξηγεί τη στενή σχέση του έπους με το βίωμα και το θαύμα που χάσαμε και παραμένει σχεδόν σιωπηλός για τη νέα του θέση ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
13 λόγοι για να πάμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Θέατρο / 13 λόγοι για να πάμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Τέχνη με φαντασία, αστείρευτη δημιουργία, πρωτοποριακές προσεγγίσεις: ένα επετειακό, εορταστικό, πολυσυλλεκτικό πρόγραμμα για τα 70 χρόνια του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου μέσα από 83 επιλογές από το θέατρο, τη μουσική και τον χορό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κυνηγώντας τον χαμένο χρόνο σε ένα έργο για την εξουσία

Θέατρο / «Δελφίνοι ή Καζιμίρ και Φιλιντόρ»: Ένα έργο για τη μόνιμη ήττα μας από τον χρόνο

Ο Θωμάς Μοσχόπουλος σκηνοθετεί και γράφει ένα έργο-παιχνίδι, εξετάζοντας τις σχέσεις εξουσίας, τον δημιουργικό αντίλογο και τη μάταιη προσπάθεια να ασκήσουμε έλεγχο στη ζωή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΧΛΟΗ ΟΜΠΟΛΕΝΣΚΙ: Σκηνογράφος-ενδυματολόγος του θεάτρου και της όπερας

Οι Αθηναίοι / Χλόη Ομπολένσκι: «Τι είναι ένα θεατρικό έργο; Οι δυνατότητες που δίνει στους ηθοποιούς»

Ξεκίνησε την καριέρα της ως βοηθός της Λίλα ντε Νόμπιλι, υπήρξε φίλη του Γιάννη Τσαρούχη, συνεργάστηκε με τον Κάρολο Κουν και τον Λευτέρη Βογιατζή, δούλεψε με τον Φράνκο Τζεφιρέλι και, για περισσότερο από 20 χρόνια, με τον Πίτερ Μπρουκ. Η διεθνούς φήμης σκηνογράφος και ενδυματολόγος Χλόη Ομπολένσκι υπογράφει τα σκηνικά και τα κοστούμια στην «Τουραντότ» του Πουτσίνι και αφηγείται τη ζωή της στη LiFO.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Φάουστ» του Άρη Μπινιάρη, ένα μιούζικαλ από την Κόλαση

Θέατρο / Φάουστ: Ένα μιούζικαλ από την κόλαση

«Ζήσε! Μας λέει ο θάνατος, ζήσε!», είναι το ρεφρέν του τραγουδιού που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά, εν μέσω ομαδικών βακχικών περιπτύξεων – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Φάουστ» του Γκαίτε σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη στο Εθνικό Θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Η Αριάν Μνουσκίν τα βάζει με τους δράκους της Ιστορίας

Θέατρο / Η Αριάν Μνουσκίν τα βάζει με τους δράκους της Ιστορίας

Η μεγάλη προσωπικότητα του ευρωπαϊκού θεάτρου Αριάν Μνουσκίν επιστρέφει στο Φεστιβάλ Αθηνών με το Θέατρο του Ήλιου για να μιλήσουν για τα τέρατα της Ιστορίας που παραμονεύουν πάντα και απειλούν τον ελεύθερο κόσμο. Με αφορμή την παράσταση που αποθεώνει τη σημασία του λαϊκού θεάτρου στην εποχή μας μοιραζόμαστε την ιστορία της ζωής και της τέχνης της, έννοιες άρρηκτα συνδεδεμένες, που υπηρετούν με πάθος την πρωτοπορία, την εγγύτητα που δημιουργεί η τέχνη και τη μεγαλειώδη ουτοπία.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ Νίκος Χατζόπουλος

Νίκος Χατζόπουλος / «Αν σκέφτεσαι μόνο το ταμείο, κάποια στιγμή το ταμείο θα πάψει να σκέφτεται εσένα»

Ο Νίκος Χατζόπουλος έχει διανύσει μια μακρά πορεία ως ηθοποιός, σκηνοθέτης, μεταφραστής και δάσκαλος υποκριτικής. Μιλά στη LIFO για το πόσο έχει αλλάξει το θεατρικό τοπίο σήμερα, για τα πρόσφατα περιστατικά λογοκρισίας στην τέχνη, καθώς και για τις προσεχείς συνεργασίες του με τον Γιάννη Χουβαρδά και τον Ακύλλα Καραζήση.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τι θα δούμε φέτος στο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας;

Χορός / Τι θα δούμε φέτος στο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας;

Maguy Marin, Χρήστος Παπαδόπουλος, Damien Jalet, Omar Rajeh και άλλα εμβληματικά ονόματα του χορού πρωταγωνιστούν στις 20 παραστάσεις του φετινού προγράμματος του 31ου Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, που θα πραγματοποιηθεί από τις 18-27 Ιουλίου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ