Δανάη Κοντόρα Μποέμ Facebook Twitter
Θέλω να κάνω πράγματα, αλλά θέλω να έχει έρθει η ώρα τους. Φωτ.: Βαλέρια Ισάεβα

Η Δανάη Κοντόρα δεν έχει τη συνήθη πόζα και το attitude των σοπράνο

0

Το 2007 ο τότε καλλιτεχνικός διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής Στέφανος Λαζαρίδης αναθέτει στον διάσημο Βρετανό σκηνοθέτη Γκρέιαμ Βικ να ανεβάσει στην Αθήνα την «Μποέμ» του Πουτσίνι. 

Ο Βικ ήταν ένας σκηνοθέτης που τολμούσε, πειραματιζόταν, κατέρριπτε τα κλισέ που παραδοσιακά συνοδεύουν την όπερα. «Η ανθρωπότητα δεν αλλάζει ποτέ· ο θάνατος θα είναι πάντα θάνατος, η φτώχεια φτώχεια, οι φοιτητές φοιτητές. Επιχειρήσαμε να ξεδιπλώσουμε την ουσία του έργου, ώστε να υπάρχει κάτι οικουμενικό που θα ταιριάζει σε κάθε εποχή», έλεγε τότε. 

Και πράγματι. O Γκρέιαμ Βικ έφυγε από τη ζωή το 2021, αλλά η «Μποέμ» του είναι εδώ, η ανάγνωσή του αντέχει ακόμα, η παράσταση παραμένει ένα ορόσημο για το ελληνικό λυρικό θέατρο και η οικουμενικότητα που αναζητούσε επιβεβαιώνεται, καθώς η δράση της παράστασης –όπως και τότε– μεταφέρθηκε από το Παρίσι του 19ου αιώνα στη σημερινή Αθήνα. 

Την ίδια περίπου εποχή, σε μια άλλη γειτονιά της πόλης ένα νέο κορίτσι, η Δανάη Κοντόρα, περνούσε το κατώφλι του Ελληνικού Ωδείου και έκανε όνειρα για καριέρα στην όπερα. 

«Όταν συγκινείς κάποιον που δεν έχει ιδέα, έχεις τη δυνατότητα να τον κερδίσεις γενικά ως θεατή και να αγαπήσει την όπερα. Αυτό έχει τρομερή αξία».

Σήμερα, το κορίτσι αυτό κάθεται απέναντί μου, και σε ένα διάλειμμα από τις πρόβες μού μιλά με ενθουσιασμό για τη συμμετοχή της στην αναβίωση εκείνης της «Μποέμ» που επιστρέφει στη Λυρική Σκηνή (πρεμιέρα 21 Δεκεμβρίου). Δεν είναι πια φοιτήτρια αλλά μια διεθνώς αναγνωρισμένη υψίφωνος κολορατούρα, η οποία στα πολλά χρόνια που λείπει από την πατρίδα της έχει δοκιμάσει την τύχη της στα θέατρα της Ευρώπης και έχει διαπρέψει ως Βασίλισσα της Νύχτας – και όχι μόνο. 

Δανάη Κοντοβά Μποέμ Facebook Twitter
Όλοι έχουμε περάσει από το στάδιο της σύγκρισης. Από τη στιγμή, δε, που υπάρχει το ίντερνετ, αυτή η σύγκριση μπορεί να σε διαλύσει. Και εγώ για χρόνια έπεφτα, ή και ακόμα πέφτω, σε αυτήν τη λούμπα, να ακούσω ή να δω πώς το έκαναν οι μεγάλες τραγουδίστριες. Φωτ.: Βαλέρια Ισάεβα

Η «Μποέμ» βασίζεται σε νουβέλα του Ανρί Μιρζέρ και από το 1896 που πρωτοπαρουσιάστηκε δεν υπάρχει λυρικό θέατρο στον κόσμο που να μην υπέκυψε σε αυτή την υπόθεση, η οποία ζουμάρει στον έρωτα μεταξύ του ποιητή Ροντόλφο και της ράφτρας Μιμής, ενώ στο φόντο πέφτει χιόνι στο παγωμένο χριστουγεννιάτικο Παρίσι.

Σε μια παρισινή σοφίτα, λοιπόν, στήνεται ένα μοναδικό γαϊτανάκι, όπου ο Πουτσίνι βάζει όλη την παλέτα των συναισθημάτων, οι τραγουδιστές αναλαμβάνουν τις ερμηνευτικές διακυμάνσεις και το κοινό ονειρεύεται μια ζωή παραδομένη στην ανεμελιά, τη χαρά, τους μεγάλους έρωτες.

Στην παρέα των ποιητών, ζωγράφων και φιλοσόφων που παρ' όλη τη φτώχεια τους ζουν αμέριμνοι το νεανικό τους όνειρο υπάρχει και μια τραγουδίστρια, η Μουζέτα, μια κοπέλα που τροφοδοτείται από τον έρωτα και τη μουσική. 

Θα έλεγε λοιπόν κανείς πως η Μουζέτα είναι ιδανικός ρόλος για τη Δανάη Κοντόρα, που επιτέλους επιστρέφει στην πατρίδα της με έναν μεγάλο ρόλο. 

Φωτεινή, ανοικτή και ανεπιτήδευτη, χαμογελαστή, εναλλακτική, με νεανική σπιρτάδα και τατουάζ, αυθόρμητη και δραστήρια στα social media, η Δανάη δεν έχει τίποτα από τη συνήθη πόζα και το attitude των σοπράνο, επιμένει πως δεν έχει καμία διάθεση να υπηρετήσει –εκτός σκηνής– κανέναν ρόλο και χαίρεται πολύ που για πρώτη φορά θα τραγουδήσει μπροστά στη γιαγιά της. 

Δανάη Κοντοβά Μποέμ Facebook Twitter
Θα έλεγε λοιπόν κανείς πως η Μουζέτα είναι ιδανικός ρόλος για τη Δανάη Κοντόρα, που επιτέλους επιστρέφει στην πατρίδα της με έναν μεγάλο ρόλο. Φωτ.: Βαλέρια Ισάεβα

«Προσπαθώ να έρχομαι δύο φορές τον χρόνο για να βλέπω την οικογένειά μου και ειδικά τη γιαγιά μου, που τον Φεβρουάριο γίνεται 99. Ανυπομονώ να με ακούσει. Μέχρι σήμερα τής δείχνω συνεχώς βίντεο, γιατί μην ξεχνάμε πως ό,τι έχω κάνει το έχω κάνει στο εξωτερικό. Μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον όπου ήταν πολύ έντονη η παρουσία της κλασικής μουσικής, διότι η μητέρα μου τη λάτρευε και πάντα θυμάμαι να ξυπνάω ή να τρώω πρωινό και από κάπου να ακούγονται άριες. Μου έκανε τρομερή εντύπωση πώς γίνεται να αλλάζει τόσο ο ήχος της φωνής όταν μιλάμε και όταν τραγουδάμε. Με μάγευε η τοποθέτηση της φωνής, το γεγονός ότι το σώμα ολόκληρο γίνεται ένα ηχείο το οποίο αναβλύζει έναν εντελώς διαφορετικό, πανέμορφο ήχο», λέει σήμερα. 

Κοντά 13 χρόνια τώρα ζει στο εξωτερικό. Σε αυτήν τη φάση, η βάση της είναι το Βερολίνο. «Έχω μετακομίσει απίστευτα πολλές φορές, είμαι εξπέρ. Μπορώ να σου πω όλα τα μυστικά για τις μετακομίσεις. Και κυρίως το βασικό: μην κρατάς πράγματα που δεν χρησιμοποιείς».

Η εκκίνηση της μουσικής της περιπέτειας έγινε στο Μόναχο. Στην Ελλάδα, κακά τα ψέματα, δεν υπήρχε μεγάλη δυνατότητα εξέλιξης. Σήμερα, όμως, επιστρέφει σε έναν οργανισμό που συνομιλεί με τα μεγάλα λυρικά θέατρα της Ευρώπης. «Όταν έφυγα, η καλλιτεχνική σκηνή της όπερας ήταν περιορισμένη και προφανώς στο ωδείο είναι πολύ συγκεκριμένα τα πράγματα που μαθαίνεις. Είχα άλλου τύπου όνειρα: ήθελα να ταξιδέψω, να βγω από τη χώρα όπου μεγάλωσα, να ανακαλύψω και να μάθω νέα πράγματα», θυμάται για τα πρώιμά της σχέδια. 

— Και ήταν όντως έτσι; 
Ήταν απίστευτα. Σχεδόν όλο τον πρώτο χρόνο ξυπνούσα για να πάω στο μάθημα και δεν το πίστευα ότι ήμουν εκεί και ότι είχα πρόσβαση σε όλα αυτά. Ένιωθα σαν να είχε εκπληρωθεί ένα μεγάλο όνειρο. Ακολούθησαν αλλεπάλληλες ακροάσεις, έγινα δεκτή στη Φρανκφούρτη και ξαφνικά, από κει που αγχωνόμουν αν θα βρω κάτι να κάνω, έβλεπα ότι έπρεπε να διαλέξω μεταξύ προτάσεων. Μετά τη Φρανκφούρτη ήρθε η Λειψία, το Βερολίνο, η ζήτηση γινόταν μεγαλύτερη, οι προτάσεις για ακροάσεις και πιθανούς ρόλους άρχισαν να πληθαίνουν, τα συμβόλαια –ειδικά για τον ρόλο της Βασίλισσας της Νύχτας– πολλαπλασιάζονταν και τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους.

— Την περίμενες αυτή την εξέλιξη;
Όχι, καθόλου. Όταν έφυγα από την Αθήνα, είχα τρομερές τεχνικές φωνητικές ελλείψεις. Ήξερα ότι είχα μια φωνή που μπορεί να τραγουδάει ψηλά, και αυτό ήταν όλο. Ήταν μια πρώτη μικρή συντριβή όταν διαπίστωσα πού πραγματικά στεκόμουν τεχνικά. Δούλεψα σαν το σκυλί, και σύντομα όχι μόνο καταλάβαινα την εξέλιξη, αλλά γινόμουν και επιθυμητή. Έπειτα, λοιπόν, προέκυψε ένα άλλο πρόβλημα: δεν αγωνιούσα για το πώς θα πάει το πράγμα, αλλά για το αν θα μπορέσω να αντεπεξέλθω σε όλα όσα συνέβαιναν.

Δανάη Κοντοβά Μποέμ Facebook Twitter
«Προσπαθώ να έρχομαι δύο φορές τον χρόνο για να βλέπω την οικογένειά μου και ειδικά τη γιαγιά μου, που τον Φεβρουάριο γίνεται 99. Ανυπομονώ να με ακούσει». Φωτ.: Βαλέρια Ισάεβα

— Τα νιάτα, έτσι κι αλλιώς, δεν δημιουργούν μια αδηφάγα διάθεση να πούμε σε όλα ναι;
Εγώ είχα ακριβώς το αντίθετο. Ακόμα και όταν μου τηλεφωνούσαν για να αντικαταστήσω μια άρρωστη συνάδελφο, το ένστικτό μου με φρέναρε γιατί δεν ήμουν σίγουρη αν είμαι καλά προετοιμασμένη. Ενστικτωδώς η πρώτη μου αντίδραση είναι να αρνούμαι, να κοντρολάρω και να μην υποκύπτω σε κάτι που γυαλίζει πολύ. Θέλω να κάνω πράγματα, αλλά θέλω να έχει έρθει η ώρα τους.

— Για τη Μουζέτα που θα μας τραγουδήσεις είχε έρθει η ώρα; 
Ναι, ήδη από πέρυσι που έκανα πρεμιέρα στον ρόλο. Μου φαίνεται μια γυναίκα με πολύ προωθημένη σκέψη, καθώς διεκδικεί την ισοτιμία στον έρωτα και δεν αποδέχεται τις σχέσεις που βασίζονται στην ιδιοκτησία της γυναίκας από τον άντρα. Είναι μια γυναίκα της σκηνής, που διεκδικεί τη δυνατότητα να κάνει ό,τι της αρέσει, δεν απολογείται, δεν την νοιάζει, και κυρίως –πράγμα που με γοητεύει πολύ– είναι μια γυναίκα που είναι πολλά πράγματα μαζί: καθοδηγείται από το ένστικτό της, της αρέσει να προκαλεί και συγχρόνως διακατέχεται από ένα αίσθημα ανιδιοτελούς προσφοράς, που της το υπαγορεύει η αλληλεγγύη απέναντι στους όμοιούς της.

— Η «Μποέμ» γιατί αγαπιέται τόσο διαχρονικά; 
Γιατί εστιάζει με ρεαλισμό στις καθημερινές δυσκολίες και τα πάθη των απλών ανθρώπων. Παρόλο που οι συνθήκες έχουν αλλάξει, οι θεατές εξακολουθούν να ταυτίζονται με την ένδεια, τις δυσκολίες πληρωμής του ενοικίου, την αγορά φαρμάκων ή τη θέρμανση του σπιτιού. Ταυτόχρονα, η έμφαση στη δύναμη της φιλίας, η αλληλεγγύη μεταξύ των χαρακτήρων και το χιούμορ που διατηρούν μπροστά στη φτώχεια και τις δυσκολίες προσδίδουν στο έργο μια διαχρονική γοητεία. Η «Μποέμ» δεν απευθύνεται μόνο στο μυαλό αλλά κυρίως στην καρδιά.

— Σε αγχώνει όταν τοποθετείσαι απέναντι στις μεγάλες φωνές που αναμετρήθηκαν με τους ίδιους ρόλους; 
Όλοι έχουμε περάσει από το στάδιο της σύγκρισης. Από τη στιγμή, δε, που υπάρχει το ίντερνετ, αυτή η σύγκριση μπορεί να σε διαλύσει. Και εγώ για χρόνια έπεφτα, ή και ακόμα πέφτω, σε αυτήν τη λούμπα, να ακούσω ή να δω πώς το έκαναν οι μεγάλες τραγουδίστριες. 

Έχω όμως μια αρχή: ακούω δυο-τρεις ερμηνείες από γνωστούς τραγουδιστές και μετά τα κλείνω όλα και δουλεύω τον ρόλο όπως νομίζω, για να αρχίσει σιγά-σιγά να δημιουργείται μέσα μου η δική μου μείξη πραγμάτων. Όμως η ωριμότητα κατακτιέται με τα χρόνια. Όπως είχε πει και ο Miles Davis, «έπρεπε να παίξω πολλά χρόνια για να καταφέρω να παίξω όπως εγώ».  

Από την άλλη, πρέπει να καταλαβαίνουμε ότι η ερμηνεία είναι μια συνθήκη μοναδική. Ό,τι και να ακούσεις σε κάποιο CD, αυτό που συμβαίνει στη σκηνή τη στιγμή που στεκόμαστε ο ένας δίπλα στον άλλον είναι κάτι που δεν θα υπάρξει ποτέ ξανά με τον ίδιο τρόπο, όσες φορές κι αν το επαναλάβουμε. Ας εγκαταλείψουμε, λοιπόν, όσο πιο σύντομα γίνεται, τον δρόμο της σύγκρισης, γιατί μόνο να ακυρώσει τη δημιουργικότητά μας μπορεί.

Δανάη Κοντοβά Μποέμ Facebook Twitter
Φωτ.: Γιάννης Αντώνογλου

— Υπάρχει όμως και η Κάλλας. Άλλο ένα τοτέμ πάνω από τα κεφάλια των σοπράνο. 
Νομίζω «Τόσκα» δεν θα τολμήσω ποτέ να κάνω με τόσες φορές που έχω ακούσει το «Vissi d' arte» από τη Μαρία Κάλλας. (γελάει)  

— Τι έχει αλλάξει εντελώς από την εποχή της και τι παραμένει ίδιο; 
Πόσο πηγαία και πόσο αβίαστα έβγαινε από μέσα της αυτή η συγκλονιστική φωνή. Αυτό είναι που δεν έχει αλλάξει από τότε για μένα: μπορεί στις μέρες μας η τεχνική να είναι απολύτως υπολογίσιμη –καμιά φορά περισσότερο από οτιδήποτε–, αλλά οι καλλιτέχνες που καταφέρνουν να βρουν τη δική τους προσωπικότητα –ασχέτως αν είναι τεχνικά άρτιοι– είναι εκείνοι που θέλει να δει το κοινό. Στο τέλος της μέρας αυτό μετράει: ποιος συγκινεί περισσότερο τον κόσμο.

— Η «νομαδική» ζωή που κάνεις ως λυρική τραγουδίστρια σου αρέσει; 
Τρομερά! Δεν μπορώ να θυσιάσω την αίσθηση του ταξιδιού, τις γνωριμίες με νέους μαέστρους και τραγουδιστές για χάρη της σταθερότητας. Παλιότερα οι τραγουδιστές έμεναν πολλά χρόνια σε ένα θέατρο, εγώ αντιθέτως προτιμώ το free lance. Αγαπώ τη νομαδική ζωή, μέσα από την οποία χτίζω μικρές ενότητες ζωής παντού. Από τη Γένοβα και τη Βιέννη, το Λονδίνο και το Ελσίνκι, το Εδιμβούργο και το Βερολίνο μέχρι το Μόναχο και τη Δρέσδη. 

— Τι σου έχει διδάξει αυτή η «κινητικότητα»;
Το πόσο σπουδαίο είναι να καταλαβαίνεις αυτό που ζεις και να το γλεντάς την ώρα που συμβαίνει. Να μη φεύγεις από μια πόλη έχοντας χάσει τη στιγμή και εκ των υστέρων να λες «αχ, τι ωραία που ήταν». Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι είμαστε μόνο οι επιτυχίες μας. Προφανώς την ώρα που συμβαίνει κάτι καλό νιώθω ότι είμαι on top of the world, αλλά προφανώς και θα ξανασυγχυστώ, θα ξαναστεναχωρηθώ, θα ξαναέχω αγωνία πριν ανέβω στη σκηνή, θα υπάρξουν ξανά στιγμές που δεν θα μου δώσουν τον ρόλο για τον οποίο πέρασα από ακρόαση, θα ξανανιώσω αμφιβολίες για τη φωνή ή την πορεία μου.

Δανάη Κοντόρα Μποέμ Facebook Twitter
Νίκος Κοτενίδης και Δανάη Κοντόρα επί σκηνής. Φωτ.: Γιάννης Αντώνογλου

— Στην καθημερινότητά σου τραγουδάς; 
Ναι, φυσικά, και μάλιστα σε περιόδους που νιώθω μπλοκαρισμένη ξεδίνω με καραόκε στο παιδικό δωμάτιο με την αδελφή μου. Έτσι, θυμάμαι πόσο ωραίο είναι να εκφράζεσαι με το τραγούδι. Επίσης, χορεύω πάρα πολύ. Μη φανταστείς ότι τραγουδάω όπερα στους δρόμους. Μου αρέσουν πάρα πολύ τα τραγούδια της Δανάης Στρατηγοπούλου –τα τραγουδάμε με τη γιαγιά μου–, τα ρεμπέτικα που πάντα με δονούν, ο Χατζιδάκις αλλά και κάποια ποπ της Βανδή, που μου θυμίζουν την εφηβεία μου στην Ελλάδα.

— Για τι θα ήθελες να σου κάνουν κομπλιμέντο, για την τεχνική ή για την υποκριτική σου; 
Αναλόγως με το ποιος θα το έκανε. Αν η δασκάλα μου, με την οποία δουλεύω εντατικά την τεχνική, μου έκανε ένα σχετικό κομπλιμέντο, αυτό θα σήμαινε παρά πολλά για μένα. Αντίστοιχα, αν κάποιοι φίλοι μου –που δεν βλέπουν τόσο συχνά όπερα– έβρισκαν κάτι καλό να μου πουν για την ερμηνεία μου, θα ήμουν πολύ χαρούμενη που ό,τι έκανα τούς κράτησε. Το θέμα της κριτικής (θετικής ή αρνητικής) δεν είναι μονοδιάστατο. Έχω πολλούς συναδέλφους που δεν ασχολούνται καθόλου με το τι λέγεται ή γράφεται για εκείνους και συναδέλφους που μια κριτική μπορεί να τους κάνει πανευτυχείς ή απολύτως δυστυχείς. Δεν ανήκω ούτε στη μία ούτε στην άλλη κατηγορία. Κάθε φορά κρίνω αναλόγως. Αυτό όμως που δεν υποτιμώ καθόλου είναι την αίσθηση που αφήνει μια ερμηνεία μου στο μέσο κοινό. 

— Άρα, τι είναι πιο δύσκολο: να συγκινήσεις έναν ειδικό στην κλασική μουσική ή έναν θεατή που έρχεται πρώτη φορά στην όπερα;
Εξαρτάται με τι διάθεση φτάνει ο καθένας στην αίθουσα. Όταν συγκινείς κάποιον που δεν έχει ιδέα, έχεις τη δυνατότητα να τον κερδίσεις γενικά ως θεατή και να αγαπήσει την όπερα. Αυτό έχει τρομερή αξία.

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την όπερα «Μποέμ» εδώ

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ο βασιλιάς της Όπερας λεγόταν Λουτσιάνο, ήταν προληπτικός, ανοικονόμητος, ανεπανάληπτος

Πέθανε Σαν Σήμερα / Ο βασιλιάς της Όπερας λεγόταν Λουτσιάνο, ήταν προληπτικός, ανοικονόμητος, ανεπανάληπτος

Στις 6 Σεπτεμβρίου του 2007 σιγεί για πάντα η πιο υπέροχη φωνή που πέρασε από τα λυρικά θέατρα τον 20ό αιώνα και έμεινε στην ιστορία με το όνομα Λουτσιάνο Παβαρότι
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
ΝΑΝΤΙΝ ΣΙΕΡΡΑ

Μουσική / Ναντίν Σιέρρα: «Δεν θα ήθελα η προσωπική μου ζωή να μοιάζει με της Κάλλας»

Μία από τις διασημότερες και πολυβραβευμένες Αμερικανίδες σοπράνο μιλά για τις γυναίκες που τη διαμόρφωσαν και επηρέασαν την πορεία της λίγο πριν ερμηνεύσει τη Βιολέτα στην «Τραβιάτα» του Βέρντι, στο Ηρώδειο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μπομπ Γουίλσον

Απώλειες / Μπομπ Γουίλσον (1941-2025): Το προκλητικό του σύμπαν ήταν ένα και μοναδικό

Μεγάλωσε σε μια κοινότητα όπου το θέατρο θεωρούνταν ανήθικο. Κι όμως, με το ριζοσπαστικό του έργο σφράγισε τη σύγχρονη τέχνη του 20ού αιώνα, σε παγκόσμιο επίπεδο. Υποκλίθηκε πολλές φορές στο αθηναϊκό κοινό – και εκείνο, κάθε φορά, του ανταπέδιδε την τιμή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
H ανάληψη του Οιδίποδα αναβάλλεται επ’ αόριστον

Θέατρο / H ανάληψη του Οιδίποδα αναβάλλεται επ’ αόριστον

Ο «Οιδίποδας» του Γιάννη Χουβαρδά συνενώνει τον «Τύραννο» και τον «Επί Κολωνώ» σε μια παράσταση, παίρνοντας τη μορφή μιας πυρετώδους ανασκαφής στο πεδίο του ασυνείδητου - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ζιλιέτ Μπινός: Η Ιουλιέτα των Πνευμάτων στην Επίδαυρο

Θέατρο / Ζιλιέτ Μπινός: Η Ιουλιέτα των Πνευμάτων στην Επίδαυρο

Η βραβευμένη με Όσκαρ ηθοποιός προσπαθεί να παραμείνει συγκεντρωμένη μέχρι την κάθοδό της στο αργολικό θέατρο. Παρ’ όλα αυτά, βρήκε τον χρόνο να μας μιλήσει για τους γυναικείους ρόλους που τη συνδέουν με την Ελλάδα και για τη σημασία της σιωπής.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Όλα όσα ζήσαμε στο 79ο Φεστιβάλ της Αβινιόν: από το «La Distance» του Ροντρίγκες έως τη μεγάλη επιτυχία του Μπανούσι

Θέατρο / Όλα όσα ζήσαμε στο 79ο Φεστιβάλ της Αβινιόν

Οι θερμές κριτικές της «Liberation» και της «Le Monde» για το «ΜΑΜΙ» του Μπανούσι σε παραγωγή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση είναι απλώς μια λεπτομέρεια μέσα στις απανωτές εκπλήξεις που έκρυβε το πιο γνωστό θεατρικό φεστιβάλ στον κόσμο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Κωνσταντίνος Ζωγράφος: Ο «Ορέστης» του Τερζόπουλου

Θέατρο / Κωνσταντίνος Ζωγράφος: «Ο Τερζόπουλος σου βγάζει τον καλύτερό σου εαυτό»

Ο νεαρός ηθοποιός που πέρυσι ενσάρκωσε τον Πυλάδη επιστρέφει φέτος ως Ορέστης. Με μια ήδη πλούσια διαδρομή στο θέατρο δίπλα σε σημαντικούς δημιουργούς, ετοιμάζει ένα νέο έργο εμπνευσμένο από το Νεκρομαντείο του Αχέροντα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα»: Αξίζει η παράσταση για τον «μάγκα» του ελληνικού πενταγράμμου;

The Review / «Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα»: Αξίζει η παράσταση για τον «μάγκα» του ελληνικού πενταγράμμου;

Με αφορμή την παράσταση γι’ αυτόν τον αυθεντικό δημιουργό που τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 μεσουρανούσε, ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου σχολιάζουν τον αντίκτυπό του στο κοινό σήμερα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Οιδίπους Τύραννος» και «Οιδίπους επί Κολωνώ» του Σοφοκλή: Η άνοδος, πτώση και η αποθέωση

Αρχαίο Δράμα Explained / «Οιδίπους Τύραννος» και «Οιδίπους επί Κολωνώ» του Σοφοκλή: Η άνοδος, η πτώση και η αποθέωση

Τι μας μαθαίνει η ιστορία του Οιδίποδα, ενός ανθρώπου που έχει τα πάντα και τα χάνει εν ριπή οφθαλμού; Η κριτικός θεάτρου Λουίζα Αρκουμανέα επιχειρεί μια θεωρητική ανάλυση του έργου του Σοφοκλή.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Αλίκη Βουγιουκλάκη: Στη ζωή έσπαγε τα ταμπού, στο θέατρο τα ταμεία

Θέατρο / Αλίκη Βουγιουκλάκη: Πώς έσπαγε τα ταμεία στο θέατρο επί 35 χρόνια

Για δεκαετίες έχτισε, με το αλάνθαστο επιχειρηματικό της ένστικτο, μια σχέση με το θεατρικό κοινό που ακολουθούσε υπνωτισμένο τον μύθο της εθνικής σταρ. Η πορεία της ως θιασάρχισσας μέσα από παραστάσεις-σταθμούς και τις μαρτυρίες συνεργατών της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Νίκος Καραθάνος: «Εμείς είμαστε οι χώρες, τα κείμενα, οι πόλεις, εμείς είμαστε οι μύθοι»

Θέατρο / Νίκος Καραθάνος: «Εμείς είμαστε οι χώρες, τα κείμενα, οι πόλεις, εμείς είμαστε οι μύθοι»

Στον πολυαναμενόμενο «Οιδίποδα» του Γιάννη Χουβαρδά, ο Νίκος Καραθάνος επιστρέφει, 23 χρόνια μετά, στον ομώνυμο ρόλο, ακολουθώντας την ιστορία από το τέλος προς την αρχή και φωτίζοντας το ανθρώπινο βάθος μιας τραγωδίας πιο οικείας απ’ όσο νομίζουμε.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ένα δώρο που άργησε να φτάσει

Θέατρο / «Κοιτάξτε πώς φέρονταν οι αρχαίοι στους ξένους! Έτσι πρέπει να κάνουμε κι εμείς»

Ένα δώρο που έφτασε καθυστερημένα, μόλις είκοσι λεπτά πριν το τέλος της παράστασης - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το «ζ-η-θ, ο Ξένος» σε σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Η Κασσάνδρα της Έβελυν Ασουάντ σημάδεψε το φετινό καλοκαίρι

Θέατρο / Η Κασσάνδρα της Έβελυν Ασουάντ σημάδεψε την «Ορέστεια»

Η «Ορέστεια» του Θεόδωρου Τερζόπουλου συζητήθηκε όσο λίγες παραστάσεις: ενθουσίασε, προκάλεσε ποικίλα σχόλια και ανέδειξε ερμηνείες υψηλής έντασης και ακρίβειας. Ξεχώρισε εκείνη της Έβελυν Ασουάντ, η οποία, ως Κασσάνδρα, ερμήνευσε ένα αραβικό μοιρολόι που έκανε πολλούς να αναζητήσουν το όνομά της. Το φετινό καλοκαίρι, η παράσταση επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη, στους Δελφούς και στο αρχαίο θέατρο Φιλίππων.
M. HULOT
Η Λίνα Νικολακοπούλου υπογράφει και σκηνοθετεί τη μουσικοθεατρική παράσταση «Χορικά Ύδατα»

Θέατρο / «Χορικά Ύδατα»: Ο έμμετρος κόσμος της Λίνας Νικολακοπούλου επιστρέφει στη σκηνή

Τραγούδια που αποσπάστηκαν από το θεατρικό τους περιβάλλον επιστρέφουν στην πηγή τους, σε μια σκηνική τελετουργία γεμάτη εκπλήξεις που φωτίζει την τεράστια καλλιτεχνική παρακαταθήκη της στιχουργού.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Το ημέρωμα της στρίγγλας»: Ήταν ο Σαίξπηρ μισογύνης;

The Review / «Το ημέρωμα της στρίγγλας»: Ήταν ο Σαίξπηρ μισογύνης;

Γιατί εξακολουθεί να κερδίζει το σύγχρονο κοινό η διάσημη κωμωδία του Άγγλου βάρδου κάθε φορά που ανεβαίνει στη σκηνή; Ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου συζητούν με αφορμή την παράσταση που σκηνοθετεί η Εύα Βλασσοπούλου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Darkest White»: Ένα σύμπαν που εξερευνά την ανθεκτικότητα και τη δύναμη της γυναίκας 

Θέατρο / «Darkest White»: Ο εμφύλιος από την πλευρά των χαμένων

Το έργο της Δαφίν Αντωνιάδου που θα δούμε στο Φεστιβάλ Αθηνών, εξερευνά μέσω προσωπικών και ιστορικών αναμνήσεων και μέσα από την ανθεκτικότητα και τη δύναμη της γυναικείας παρουσίας, ιστορίες εκτοπισμού και επιβίωσης. 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Beytna: Μια παράσταση χορού που είναι στην ουσια ένα τραπέζι με φίλους

Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας / Beytna: Μια παράσταση χορού που είναι στην ουσία ένα τραπέζι με φίλους

Ο σπουδαίος λιβανέζος χορευτής και χορογράφος Omar Rajeh, επιστρέφει με την «Beytna», μια ιδιαίτερη περφόρμανς με κοινωνικό όσο και γαστριμαργικό αποτύπωμα, που θα παρουσιαστεί στο πλαίσιο του φετινού 31ου Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Η νύφη και το «Καληνύχτα, Σταχτοπούτα»

Θέατρο / Η Καρολίνα Μπιάνκι παίρνει το ναρκωτικό του βιασμού επί σκηνής. Τι γίνεται μετά;

Μια παράσταση-περφόρμανς που μέσα από έναν εξαιρετικά πυκνό και γοητευτικό λόγο, ένα κολάζ από εικόνες, αναφορές, εξομολογήσεις, όνειρα και εφιάλτες μάς κάνει κοινωνούς μιας ακραίας εμπειρίας, χωρίς να σοκάρει.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ακούγεσαι Λυδία, Ακούγεσαι ίσαμε το στάδιο

Επίδαυρος / «Ακούγεσαι, Λυδία, ίσαμε το στάδιο ακούγεσαι»

Κορυφαίο πρόσωπο του αρχαίου δράματος, συνδεδεμένη με εμβληματικές παραστάσεις, ανατρέχει σε δεκαπέντε σταθμούς της καλλιτεχνικής της ζωής στην Επίδαυρο και αφηγείται προσωπικές ιστορίες, επιτυχίες και ματαιώσεις, εξαιρετικές συναντήσεις και συνεργασίες, σε μια πορεία που αγγίζει τις πέντε δεκαετίες.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ