Paul Morrissey (1938-2024) Facebook Twitter
Ο Πολ Μόρισεϊ φωτογραφημένος στη Νέα Υόρκη το 1970. Φωτ.: Jack Mitchell/Getty Images/Ideal Image

Ο Paul Morrissey (1938-2024) έδωσε φωνή στα «ανθρώπινα σκουπίδια»

0

Πριν από τον τραγουδιστή των Smiths, ο μόνος διάσημος Μόρισεϊ ήταν ο εμβληματικός σκηνοθέτης της cult τριλογίας του αμερικανικού σινεμά της αντικουλτούρας, «Flesh» - «Trash» - «Heat», μιας σειράς ταινιών ισχνής, αξεδιάλυτα συναφούς πλοκής με πρωταγωνιστή τον Τζο Νταλεσάντρο στον ρόλο του απολωλότος, αδέσποτου ηρωινομανή που εκδίδεται για να εξασφαλίσει τα χρήματα για την έκτρωση της συντρόφου του − ή απλά για τη δόση του.

Ο Πολ Μόρισεϊ, που πέθανε χθες σε ηλικία 86 ετών στη Νέα Υόρκη, ταυτίστηκε με τον Άντι Γουόρχολ και την ιδιοσυγκρασιακή φιλοσοφία του για το πώς θα έπρεπε να αντανακλά ο πειραματικός κινηματογράφος τη δική του αισθητική, όπως προέκυπτε από την κολεκτίβα του Factory.

Γνωρίστηκαν μέσω του ποιητή και κινηματογραφιστή Τζέραλντ Μάλανγκα σε μια προβολή το 1965, όταν ο Γουόρχολ είχε ήδη δοκιμάσει να αποτυπώσει χωρίς παρέμβαση ό,τι περνούσε μπροστά από τον φακό της κάμερας, σε ήρεμα προβοκατόρικες μικρού μήκους όπως το «Hair Cut No 1», το «Shoulder» και το «Couch». Παρότι δεν φαίνεται στο γυμνό μάτι, ο Μόρισεϊ προσέθεσε «κατεύθυνση, story και κάποιες επιλογές», όπως ο ίδιος διατεινόταν, διατηρώντας το χαλαρό, αυτοσχεδιαστικό ύφος που παρέλαβε.

Ο Paul Morrissey (1938-2024) έδωσε φωνή στα «ανθρώπινα σκουπίδια» Facebook Twitter
H αφίσα του «Σάρκα»

Στη μικρή αίθουσα προβολής Exit Gallery στο East Village που διατηρούσε από το 1960 πρόβαλλε τις δικές του βωβές μικρού μήκους καθώς και τις δουλειές φιλόδοξων συναδέλφων του, όπως το «Icarus» του Μπράιαν ντε Πάλμα.

Αν και επίσημα σκηνοθέτης, στις ταινίες τους φιγουράρει το όνομα του Γουόρχολ πάνω από τον τίτλο, ειδικά στα δυο πιο εμπορικά horror που ακολούθησαν, στο «Flesh for Frankenstein» του 1973 και το «Blood for Dracula» την επόμενη χρονιά, σε παραγωγή του Κάρλο Πόντι, τα δυο συμπληρωματικά, δανδίστικα, αιματοβαμμένα exploitation, πάντα με πρωταγωνιστή τον Νταλεσάντρο και με σχετικό εισπρακτικό αντίκρισμα.

Προφανώς η έντεχνη οικειοποίηση του έργου τρίτων, συχνότατα στο όριο της ιδιοχρησίας, μια προσφιλής συνήθεια του Γουόρχολ, ενόχλησε σε βαθμό πλήρους ρήξης τον Μόρισεϊ, ο οποίος όχι μόνο απομακρύνθηκε οριστικά από το οικογενειακό περιβάλλον του «Εργοστασίου», αλλά χαρακτήρισε τον πρώην στενό συνεργάτη του γελοίο, ισχυριζόμενος πως ουδέποτε είχε δημιουργική εμπλοκή στα projects τους, αφήνοντας τον κύκλο του να μεταφράζει τις προθέσεις του ηγέτη – «δεν ήξερε τι του γινόταν» ήταν η σκληρή, συνοπτική απάντηση του Γουόρχολ στις επικρίσεις που δέχθηκε από τον Μόρισεϊ.

Paul Morrissey (1938-2024) Facebook Twitter
Το καστ και το συνεργείο της ταινίας «Trash» έξω από το ξενοδοχείο Ritz στο Λονδίνο για την προώθηση της ταινίας. Από αριστερά προς τα δεξιά είναι οι ηθοποιοί Jed Johnson και Joe Dallesandro, ο ποπ καλλιτέχνης και παραγωγός Andy Warhol και ο σκηνοθέτης Paul Morrissey. Φωτ.: Powell/Express/Getty Images/Ideal Image

Με αυξημένη αυτοπεποίθηση έκανε το απονενοημένο άλμα στο πολυέξοδο, mainstream σινεμά, διασκευάζοντας το «Hound of the Baskervilles» του Άρθουρ Κόναν Ντόιλ επί το κωμικότερο, με πρωταγωνιστές το πασίγνωστο βρετανικό δίδυμο Πίτερ Κουκ και Ντάντλεϊ Μουρ, το 1978. Η παρωδία μυστηρίου δικαίως συνετρίβη από τους κριτικούς και τους θεατές − ο διφορούμενος στοχασμός που αποπειράθηκε να ενσταλάξει στη δημοφιλή ιστορία του Σέρλοκ Χολμς ήταν κλασική περίπτωση συμφοράς από το πολύ μυαλό. Γρήγορα ανασυντάχτηκε και επέστρεψε στο λιτό ιδίωμα που γνώριζε καλύτερα, και από τη μετα-Factory περίοδό του ξεχωρίζει η ματιά του στην καλιφορνέζικη post punk σκηνή στο εξωφρενικής υπόθεσης, πεντανόστιμο και ταπεινό «Madame Wang’s» του 1981.

Εκεί φάνηκε, για μια ακόμη φορά, το ταλέντο του να αντιμετωπίζει τα θεωρούμενα ως «ανθρώπινα σκουπίδια» όχι ως αξιοπερίεργα φαινόμενα του περιθωρίου, αλλά ως αξιοσημείωτους πρωταγωνιστές «μικρών ιστοριών με μεγάλα αισθήματα», μια πολύμορφη χορωδία την οποία σέβεται και ενορχηστρώνει σύμφωνα με τις δυνατότητές της. Αυτό έκανε ανέκαθεν, από τότε που ξεκίνησε να φιλμάρει σε 16άρι φιλμ στο Μανχάταν, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, στους δρόμους και στις παρυφές του καθωσπρεπισμού, πολύ πριν ο Τζον Σλέσιντζερ εξάψει τη φαντασία του μεγάλου κοινού στον «Καουμπόι του Μεσονυχτίου» το 1969.

Paul Morrissey (1938-2024) Facebook Twitter
Ο Andy Warhol γυρίζει μια πρώτη σκηνή του Women in Revolt, 1970. Φωτ.: Jack Mitchell/Getty Images/Ideal Image

Στη μικρή αίθουσα προβολής Exit Gallery στο East Village που διατηρούσε από το 1960 πρόβαλλε τις δικές του βωβές μικρού μήκους καθώς και τις δουλειές φιλόδοξων συναδέλφων του, όπως το «Icarus» του Μπράιαν ντε Πάλμα. Αν και συντηρητικός καθολικός, ο Μόρισεϊ ουδέποτε επέδειξε συγκατάβαση για τις ζωές των άλλων. Έχοντας αρνητική άποψη για τα ναρκωτικά και την πορνεία, αντιμετώπισε με χριστιανική συμπόνοια («συμπάθεια» την αποκαλούσε) τις φυλές της Νέας Υόρκης.

Ο Άντι Γουόρχολ βάφτισε «Superstars» τον φανταχτερό του θίασο, τον Τζο, την Κάντι Ντάρλινγκ, τη Βίβα και τους άλλους. Για τον Μόρισεϊ, ωστόσο, όλοι εκείνοι που η ευρύτερη κοινωνία έβλεπε ως freaks δεν αποτελούσαν παράρτημα της pop art, αλλά κομμάτι μιας προσωπικής δραματουργίας, άνθρωποι που είχαν κάτι να πουν και ο ίδιος έκρινε σκόπιμο να τους αφήσει ήσυχους να το εκφράσουν με τον δικό τους τρόπο, με μίνιμουμ σκηνοθεσία, «με ιδιοφυΐα και θράσος, αποτυπώνοντας το χιούμορ και την αγωνία όσων κοιτάζουν τον κόσμο από τον υπόνομο», όπως είχε επισημάνει ο διορατικός σκηνοθέτης Τζορτζ Κιούκορ.

Paul Morrissey (1938-2024) Facebook Twitter
Φωτ.: Gisela Schober/Getty Images/Ideal Image

Και μπορεί η δεύτερη τριλογία του για τη Νέα Υόρκη, αποτελούμενη από τα «Forty Deuce» (1982), «Mixed Blood» (1985) και «Spike of Bensonhurst» (1988) να πέρασε απαρατήρητη, αλλά ο Πολ Μόρισεϊ είχε ήδη εξασφαλίσει την τιμητική του θέση στο μικρό χάος της αβανγκάρντ σκηνής, αναδεικνύοντάς τη σε υπολογίσιμη οντότητα πέρα από μόδες και συγκυρίες, ως ο πιο ανεξάρτητος από τους ανεξάρτητους, όπως ήθελε να τοποθετεί τον εαυτό του στον χώρο που επηρέασε σημαντικά.

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Βασίλη και Δάφνη, πώς γυρίσατε την πιο αφοπλιστική ερωτική σκηνή του ελληνικού σινεμά;

Lifo Videos / Βασίλη και Δάφνη, πώς γυρίσατε την πιο αφοπλιστική ερωτική σκηνή του ελληνικού σινεμά;

Ο βραβευμένος σκηνοθέτης και σεναριογράφος Βασίλης Κεκάτος, μαζί με την πρωταγωνίστριά του, Δάφνη Πατακιά, μιλούν για όσα έζησαν στα γυρίσματα της ταινίας «Οι άγριες μέρες μας» – μιας ιστορίας με χαρακτήρες που είναι «γλυκά τσογλανάκια».
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
«Made in Vain»: Γιατί ένας άνθρωπος θέλει να γίνει bodybuilder;

Οθόνες / «Made in Vain»: Γιατί ένας άνθρωπος θέλει να γίνει bodybuilder;

Ένα αποκαλυπτικό ελληνικό ντοκιμαντέρ που αποτυπώνει την ωμή αλήθεια για το άθλημα του bodybuilding –έναν κόσμο όπου δοκιμάζονται τα όρια σώματος και πνεύματος– έρχεται στις αίθουσες την Πέμπτη 29 Μαΐου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Είναι η «Κιούκα» η «ελληνική ταινία της χρονιάς»;

The Review / Τι είναι αυτό που κάνει την ταινία «Κιούκα» να συζητιέται τόσο;

O Χρήστος Παρίδης συνομιλεί με τη Βένα Γεωργακοπούλου για την ταινία «Κιούκα: Πριν το τέλος του καλοκαιριού» του 31χρονου Κωστή Χαραμουντάνη. Πώς καταφέρνει το όραμα ενός millennial σκηνοθέτη να ξεχωρίζει στο σύγχρονο ελληνικό σινεμά — και γιατί αξίζει την προσοχή μας;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Ρίτσαρντ Γκιρ: Η αβάσταχτη γοητεία της σεμνότητας 

Οθόνες / Ρίτσαρντ Γκιρ: Η αβάσταχτη γοητεία της σεμνότητας 

Με αφορμή την έξοδο του «Oh, Canada» στις εγχώριες αίθουσες, ανατρέχουμε στο σύνολο της καριέρας ενός σταρ που οι περισσότεροι θεωρούμε δεδομένο, ίσως επειδή όσα κάνει στην οθόνη φαντάζουν τόσο ανεπιτήδευτα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Κάν’ το όπως ο Γκοντάρ

Ανταπόκριση από τις Κάννες / Κάν’ το όπως ο Γκοντάρ

Ως άλλος Αμερικανός στο Παρίσι του ’60, ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ με τη φετινή του συμμετοχή, το ασπρόμαυρο «Nouvelle Vague», αποτίνει φόρο τιμής στον θρυλικό auteur του γαλλικού Νέου Κύματος, υπενθυμίζοντάς μας την τέχνη (και το θράσος) της νεότητας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Στις σχολικές γιορτές ο Θοδωρής Σελέκος ζήλευε τα φτερά αγγέλου που είχε ο φίλος του ο Παναγιώτης

Οθόνες / Στις σχολικές γιορτές ο Θοδωρής Σελέκος ζήλευε τα φτερά αγγέλου που είχε ο φίλος του ο Παναγιώτης

Ο Θοδωρής Σελέκος μεγάλωσε στο Νέο Ηράκλειο και ασχολείται με τον κινηματογράφο . Στα πρώτα του βήματα ήταν μέρος της κολεκτίβας ATH KIDS. Έχει σκηνοθετήσει βιντεοκλίπ για καλλιτέχνες όπως ο Ethismos, ο Saske, οι Sworr και διαφημιστικά για brands όπως η Muerte Inc. Παλιότερα άκουγε περισσότερη hip-hop μουσική. Τώρα ακούει jazz και soul. Η πρώτη ταινία μικρού μήκους του ονομάζεται «Can you water a garden with tears?». Του αρέσει η ησυχία και οι αργές ταινίες.
ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΑΚΟΥΛΑΚΗ
Χολιγουντιανή απόβαση στην Κρουαζέτ, μια πολιτική διαμαρτυρία αλλά και «ψαλίδι» στο γυμνό

Κάννες 2025 / Χολιγουντιανή απόβαση στην Κρουαζέτ, μια πολιτική διαμαρτυρία αλλά και «ψαλίδι» στο γυμνό

Στην τελετή έναρξης του Φεστιβάλ Καννών, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο εξαπέλυσε για ακόμη μία φορά σφοδρή κριτική κατά της αμερικανικής πολιτικής, μια μικρή γαλλική ταινία εγκαινίασε το φεστιβάλ, ενώ οι λαμπερές σταρ υποχρεώθηκαν να περιορίσουν τις ημίγυμνες εμφανίσεις τους στο κόκκινο χαλί.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ποιος είναι τελοσπάντων αυτός ο Λεός Καράξ;

Οθόνες / Λεός Καράξ: Ποιος είναι ο σκηνοθέτης του Holy Motors;

«Δεν είμαι εγώ», δηλώνει ο ασυμβίβαστος Γάλλος δημιουργός στον τίτλο της φιλμικής του αυτοβιογραφίας, εντείνοντας το μυστήριο γύρω από το πρόσωπό του και προσθέτοντας ακόμη μία ψηφίδα σε ένα συναρπαστικό καλλιτεχνικό work in progress.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Ένκε Φεζολλάρι

Μυθολογίες / «Όποτε θέλω να κλάψω, βλέπω το The Hours»: Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Ένκε Φεζολλάρι

Το πρώτο ερωτικό σκίρτημα ήρθε με το Persona του Μπέργκμαν. Όταν είδε το Happy Together του Wong Kar-Wai, ήθελε να ουρλιάξει. Τα παθιασμένα συναισθήματα έχουν τον πρώτο λόγο στην κινηματογραφική λίστα του ηθοποιού και σκηνοθέτη.
«Becoming Led Zeppelin»: Το χρονικό του βαρύτερου ροκ συγκροτήματος όλων των εποχών

Pulp Fiction / Led Zeppelin: Ένα ντοκιμαντέρ για το «βαρύτερο» ροκ συγκρότημα όλων των εποχών

Το ντοκιμαντέρ «Becoming Led Zeppelin» του Μπέρναρντ ΜακΜάχον παρουσιάζει την ιστορία του θρυλικού hard rock συγκροτήματος, φωτίζοντας το background των μελών του και τις περιστάσεις που οδήγησαν στην ίδρυσή του, φτάνοντας μέχρι και την κυκλοφορία του δεύτερου άλμπουμ τους και την απαρχή της απόλυτης δόξας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
movies

Οθόνες / Η Σταχτοπούτα αλλιώς και 5 ακόμα λόγοι για να πάτε σινεμά

Το διάσημο παραμύθι γίνεται ταινία τρόμου, εφηβικά δράματα και η καινούργια σκηνοθετική δουλειά του διεθνούς φήμης Έλληνα διευθυντή φωτογραφίας Φαίδωνα Παπαμιχαήλ – Τι παίζει από σήμερα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
THE LIFO TEAM