Σπύρος Βγενής: Ένας νεαρός συγγραφέας - φιλόσοφος - φούρναρης

Σπύρος Βγενής: ένας συγγραφέας, φιλόσοφος φούρναρης Facebook Twitter
«Καίγομαι στο  ίντερνετ, σε σκουληκότρυπες στο Wikipedia, και άλλες φορές ο αλγόριθμος του YouΤube, που με ξέρει τόσο καλά, με παίρνει απ’ το χεράκι και με πάει βόλτες. Και ασφαλώς διαβάζω ό,τι πέφτει στα χέρια μου και μ’ αρέσει»... Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
0

Οι ιστορίες που γράφει ο Σπύρος Βγενής θα μπορούσαν να είναι περιστατικά που παρακολουθείς κρυφά από το μπαλκόνι στην απέναντι πολυκατοικία ή κάτω στον δρόμο. Στιγμιότυπα που μοιάζουν παράδοξα, αποσπασματικά, με διαλόγους ημιτελείς που δεν πρόλαβες να ακούσεις από την αρχή ή διακόπηκαν ξαφνικά και δεν είδες το τέλος τους, με πρωταγωνιστές αγόρια και κορίτσια, γέρους, θεατρανθρώπους, γκραφιτάδες, ηδονοβλεψίες. 

Ο Σπύρος Βγενής γεννήθηκε στην Αθήνα το 1991 και σπούδασε Φιλολογία στην Αθήνα και Φιλοσοφία στο Λονδίνο. Του αρέσει να χαζεύει τους ανθρώπους και τα ζώα, να κλέβει φράσεις από βιβλία και ταινίες, να ακούει τι λένε οι γύρω του. «Έχω πάντα ένα πρόβλημα ή ένα αίσθημα το οποίο προσπαθώ να στύψω», λέει. «Καίγομαι στο  ίντερνετ, σε σκουληκότρυπες στο Wikipedia, και άλλες φορές ο αλγόριθμος του YouΤube, που με ξέρει τόσο καλά, με παίρνει απ’ το χεράκι και με πάει βόλτες. Και ασφαλώς διαβάζω ό,τι πέφτει στα χέρια μου και μ’ αρέσει». Οι ήρωές του είναι παιδιά της πόλης που ακόμα κι αν επιχειρήσουν να την αφήσουν και να πάνε στην εξοχή, σε παραλίες και χωμάτινους δρόμους, είναι καταδικασμένα να επιστρέψουν και να χαθούν στο πλήθος.

Δεν ξέρω πού πραγματικά απευθύνομαι. Πίσω από την απεύθυνση κρύβεται η θέληση, που μπορεί να είναι και η ανάγκη να γίνεις κατανοητός. Είναι μια δύναμη που ενεργοποιείται όταν απευθυνόμαστε σε φίλους ή εραστές. Ο συγγραφέας συχνά τείνει να θέλει να κατασκευάσει το κοινό του και συχνά βρίσκεται μπροστά στον εαυτό του, τον οποίο προβάλλει ως ιδεατό αναγνώστη. 

Μας ψείρισαν το βράδυ που περνούσαμε απ’  το πάρκο. Μας είπαν, ωραίο τζάκετ, ρε μαν, για βγάλ’ το μία. Ο ψηλός τούς είπε, παίζει πρόβλημα, ρε μάγκες; Ένας απ’ αυτούς είπε, κανένα, κι έβγαλε ένα κατσαβίδι. Δεν είχαμε λεφτά. Μου πήραν το κινητό, τα κλειδιά κι ένα ζάρι που είχα στην τσέπη. Ο πιο κοντός απ’  αυτούς είπε, αν φέρω έξι, θα σου γυρίσω τη σιμ, αν όχι, θα μου δώσεις τα παπούτσια σου. Φορούσα τα νάικ τα έαρ. Ήταν καινούργια. 

ταρανδου
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Σπύρος Βγενής, «Η εποχή του ταράνδου», εκδόσεις Αντίποδες

Έφερε έξι. Είστε κωλόφαρδοι. Πήγαμε να φύγουμε. Άκουσα έναν να λέει, τι ομάδα είστε, ρε μάγκες; Μετά από λίγο κοιτάξαμε πίσω και δεν είδαμε κανέναν. Ο ψηλός έβγαλε από την κάλτσα του ένα σακουλάκι. Έτρεμε ολόκληρος και οι φλέβες είχαν πεταχτεί στο κούτελό του. Κάτσε να δεις τι θα πάθουν, κάτσε είπε. 

Έβγαλε μια τηλεκάρτα, πήγε στον κίτρινο θάλαμο και πήρε το εκατό. Μετά μου είπε, κάτσε εδώ εσύ μία, θα επιστρέψω, περίμενε στις κούνιες. Έτρεξε πίσω προς το πάρκο, κρύφτηκε στ’  αμάξια, και πέταξε το σακούλι μέσα σ’  ένα θάμνο δίπλα απ’  τα παρκαρισμένα μηχανάκια. Έκατσε κρυμμένος πίσω απ’  τα αμάξια και κοιτούσε. Μια γριά απ’  το μπαλκόνι τον πήρε χαμπάρι και κάλεσε τους μπάτσους. Του φώναξε, στον αγύριστο να πας, παλιοκλεφτρόνι, Πακιστανέ. Το έβαλε στα πόδια. 

Μετά από κάνα τέταρτο αποφάσισα πως έπρεπε να κάνω κάτι. Δεν είχα μαζί μου το ζάρι και δεν μπορούσα να αποφασίσω τι. Πήρα ένα κουκουνάρι κι έβαλα στόχο τον κάδο. Αν το βάλω, θα πάω να βρω τον ψηλό. Αν όχι, θα πάω σπίτι μου. Τελικά το έβαλα. Στο μπάσκετ δεν ήμουν ποτέ καλός.   

— Με τι ασχολείσαι, εκτός απ’ τη συγγραφή;
Με τη μουσική.

— Τι παίζεις;
Παίζω πλήκτρα και φτιάχνω τρακ στο Ableton. Τζαμάρω με φίλους, έχουμε τα σχήματά μας, και όταν κάθομαι μόνος φτιάχνω beats ή χορευτικά κομμάτια. Αθλούμαι περιστασιακά και δουλεύω, κάνω διάφορες δουλειές.

— Τι δουλειές;
Κάνω μαθήματα, εργασίες, διορθώσεις, μεταφράσεις, πού και πού μεροκάματα παντός τύπου και εποχικά δουλεύω στη Γερμανία, όπου είμαι φούρναρης. Φτιάχνουμε και πουλάμε ένα προϊόν που οι Γερμανοί λατρεύουν, το λένε «ψωμί του χεριού» κι εμείς τρέχουμε σε χριστουγεννιάτικες αγορές και στα μουσικά φεστιβάλ το καλοκαίρι για να τους ταΐσουμε.

Σπύρος Βγενής: ένας συγγραφέας, φιλόσοφος φούρναρης Facebook Twitter
Δεν είχα δοκιμάσει ποτέ να γράψω κάτι μεγάλο, φοβόμουν το long format, και να σου πω την αλήθεια τώρα γράφω ένα μυθιστόρημα μετά από προτροπή του εκδότη μου. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Είναι κάποιος συγγενής σου εκεί;
Όχι, βρήκα αυτήν τη δουλειά στο άκυρο έξι χρόνια πριν, μέσω μιας φίλης. Ήμουν άφραγκος και μίζερος, έπρεπε να κάνω κάτι και τελικά βρήκα αυτό. Η βάση της εταιρείας είναι στη Λειψία, αλλά εμείς δουλεύουμε παντού στη χώρα, στο Βερολίνο, στο Αμβούργο, στην Κολονία, στο Σβερίν κ.α. Η χειρωνακτική εργασία, η σχέση με τη ζύμη και τον φούρνο λειτουργούν κάποιες φορές λυτρωτικά. Παράλληλα όμως είναι κουραστικό όλο αυτό, και ο εργασιακός μου χρόνος είναι τόσο διασκορπισμένος που πολλές φορές μπερδεύομαι. Τελευταία έχω αρχίσει να ζωγραφίζω, ένας φίλος μάς κάνει μαθήματα ζωγραφικής και σιγά-σιγά μαθαίνουμε πώς να γεμίζουμε τον καμβά. Πάντα μου άρεσε να ζωγραφίζω, αλλά δεν ήξερα τίποτα από τεχνική.

— Χρειάζονται τα μαθήματα στην τέχνη; Κάποιοι λένε ότι δεν χρειάζεται να έχεις τεχνικές γνώσεις για να ζωγραφίσεις. 
Όχι, μάλλον δεν είναι αναγκαίο, αλλά δεν μπορείς και να ανακαλύψεις τα πάντα από μόνος σου, το πώς να μεταχειρίζεσαι τους τόνους, τα χρώματα, τη σκιά, τις αντιθέσεις, τα πινέλα – όλα αυτά σου λύνουν τα χέρια όταν σου τα δείχνουν.

— Είναι όπως και με τα μαθήματα δημιουργικής γραφής που κάποιοι θεωρούν ότι κάνουν κακό σε έναν συγγραφέα.
Τι κακό μπορεί να σου κάνει ένα μάθημα; Κάθε επιρροή μπορεί να είναι και καταστρεπτική και απελευθερωτική. Η άποψη πως η λογοτεχνική γραφή δεν διδάσκεται αποτελεί ένα φετιχιστικό απομεινάρι όσων πιστεύουν πως το γράψιμο έρχεται ουρανοκατέβατο, σου το στέλνει κάποια μούσα. Σίγουρα ένα μάθημα δημιουργικής γραφής δεν θα σε κάνει λογοτέχνη, αλλά η λογοτεχνική δημιουργία δεν έχει τίποτα πιο μαγικό απ’ ό,τι οι άλλες τέχνες.

— Πού έχεις μεγαλώσει;
Μέχρι τα τρία μου μέναμε σε ένα αγροτόσπιτο στην Πελοπόννησο, μετά ήρθαμε στην Αθήνα και νοικιάζαμε σε διάφορες περιοχές μέχρι να καταλήξουμε στον Κορυδαλλό, όπου μεγάλωσε η μητέρα μου. Είμαι μάλλον Κορυδαλλιώτης, μεγάλο μέρος της ζωής μου το έχω περάσει εκεί και αναπόφευκτα υπάρχει πολύς Κορυδαλλός στο βιβλίο.  

— Έχουν οι γονείς σου σχέση με τα γράμματα; 
Ο πατέρας μου όχι, ήταν έμπορος και δεν διάβαζε και τόσο, η μάνα μου όμως διάβαζε. Δεν είναι σπουδαγμένη αλλά διάβαζε και ήξερε τους κλασικούς και τους Έλληνες λογοτέχνες. Από εκείνη μου δόθηκε το έναυσμα για την ανάγνωση και ακόμα και τώρα τα βιβλία που μου αρέσουν της τα δίνω και τα κουβεντιάζουμε.

— Τι παιδί ήσουν;
Ντροπαλό, αλλά συνάμα εξωστρεφές. Ήμουν παιδί της πλατείας, μεγάλωσα παίζοντας μπάλα, μπάσκετ, τριγυρνώντας με Gameboy στην μπανάνα, κάνοντας σκανταλιές με φίλους και αράζοντας μέχρι αργά στα γήπεδα και τις γειτονιές.

— Διάβαζες;
Διάβαζα από πολύ μικρός, ήμουν νέρντουλας στο δημοτικό, μου άρεσαν πάρα πολύ οι άτλαντες και οι φυσικές επιστήμες, όπως σε πολλά αγοράκια, οι δεινόσαυροι, τα ζώα, τα αστέρια. Μετά τα παράτησα εντελώς και ξαναέπιασα να διαβάζω στα δεκαέξι-δεκαεφτά μου. Δεν ήξερα και πού ήθελα να πάω, μου άρεσαν διάφορα πράγματα, αλλά έπεσε στα χέρια μου η «Ανταρσία των Αγγέλων» του Ανατόλ Φρανς, πωρώθηκα και από τότε συνέχισα να διαβάζω. 

Σπύρος Βγενής: ένας συγγραφέας, φιλόσοφος φούρναρης Facebook Twitter
Κάτι που έλεγε η Βιρτζίνια Γουλφ όταν έγραφε τα «Κύματα», και μ’ αρέσει πολύ, είναι ότι «δεν γράφω σε σενάριο, γράφω σε ρυθμό». Οπότε αυτό προσπαθώ να κάνω. Ε, λοιπόν, δεν είμαι η Γουλφ και μέχρι τώρα αποτυγχάνω οικτρά. Είναι η πρώτη φορά που το κάνω, οπότε θα δούμε. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Και σπούδασες Φιλολογία.
Ναι. Στο ΦΠΨ, που οι φιλόλογοι δεν θεωρούσαν φιλολογικό τμήμα.

— Ήσουν καλός μαθητής; 
Στο σχολείο αλλά και στο πανεπιστήμιο ήμουν σχετικά καλός, διάβαζα όσα μου αρέσαν και τα άλλα τα «πασάλειβα».

— Και πώς άρχισες να γράφεις;
Κάπου στα τέλη λυκείου, όταν φτιάχναμε τις πρώτες μας μπάντες, άρχισα να ασχολούμαι και με τη λογοτεχνία, ξεκίνησα δειλά-δειλά να γράφω στίχους στα αγγλικά. Μετά έφτιαξα την πρώτη ποιητική μου συλλογή. Την πήγα στην καθηγήτρια που μου έκανε έκθεση και σε έναν φιλόλογο που εμπιστευόμουν. Πήρα κάποια καλά σχόλια. Βασικά, μου είπαν «κάν’ το». Μετά όμως, επειδή με ενδιέφερε η θεωρία, το έριξα στη φιλοσοφία. Βούτηξα στα βιβλία, σταμάτησα να γράφω, και το ξαναέπιασα κάπου στα 25 μου, επειδή απογοητεύτηκα από την ακαδημία.

— Γιατί δεν συνέχισες τις σπουδές; Ήσουν στο Λονδίνο;
Ναι, είχα πάει στο Λονδίνο, σπούδασα στο Κίνγκστον, ήμουν μια περίεργη περίπτωση χαϊντεγκεριανού μαρξιστή που μόλις είχε ανακαλύψει τον Ντελέζ. Ο επιβλέπων καθηγητής μου ήταν ένας άνθρωπος που έχει κάνει σκληρή κριτική στον Ντελέζ. Εγώ ήθελα να του την πω λίγο, πήρα αυτόν τον δρόμο, το έπαιξα ξερόλας, πήρα κακό βαθμό, έπηξα, ξενέρωσα και πέρασα έναν χρόνο στην Αγγλία ψάχνοντας δουλειές, PhD, funding, όλα αυτά, και κάπου εκεί κάηκα. Τότε ήταν η περίοδος που γύρισα στην Ελλάδα και ξαναέπιασα το γράψιμο. Αποφάσισα ότι δεν θα τρέξω να κάνω καριέρα – μάλλον αναγκάστηκα, δεν είχα καθόλου λεφτά και είχα γεμίσει ανασφάλειες. 

— Κι άρχισες να γράφεις ιστορίες; Τι έγραφες;
Συνέχισα να γράφω ποίηση. Άρχισα να γράφω πιο σοβαρά στίχους, κυρίως στα αγγλικά. Και ναι, έγραφα και μικρές ιστορίες, κάπως πειραματικές, ήταν μια περίοδος τότε που μαζί με φίλους φτιάχναμε φανζίν κι εκεί έκανα τις πρώτες αυτοεκδόσεις μου, εξοικειώθηκα με το πώς είναι να βγάζεις κάτι προς τα έξω. Συνέχισα να γράφω κι άλλα πράγματα, δοκίμια, μουσικοκριτικές. Ήταν μια εποχή που έγραφα ό,τι μου κατέβαινε.

— Το φορμάτ σε αυτά που έγραφες ήταν πάντα τόσο σύντομο;
Δεν είχα δοκιμάσει ποτέ να γράψω κάτι μεγάλο, φοβόμουν το long format, και να σου πω την αλήθεια, τώρα γράφω ένα μυθιστόρημα μετά από προτροπή του εκδότη μου. 

— Μου θύμισε τα «Short Cuts» του Άλτμαν από τις ιστορίες του Raymond Carver η συλλογή «Η εποχή του ταράνδου». Είναι επιλογή το σύντομο format ή έχει προκύψει;
Και τα δύο. Επέλεξα αυτό που προέκυψε και αυτό που προέκυψε ήρθε αφού το είχα, χωρίς να το ξέρω, επιλέξει. Συχνά ξεκινάω γράφοντας χαοτικά, χωρίς πλάνο. Όταν ξεκίνησα να γράφω τις ιστορίες είδα πως κάτι είχε αρχίσει να παίρνει μορφή και ότι μπορώ να του δώσω ένα σχήμα το οποίο να έχει μια οικονομία, μια αρχή και ένα τέλος. Ύστερα άρχισα να παίζω μαζί του και να προσπαθώ να το σμιλέψω.

— Μίλησες για αρχή, μέση και τέλος. Τα διηγήματά σου δεν έχουν τέτοια δομή. 
Το τέλος είναι όπου το βάλεις, το ίδιο και η αρχή. Τις περισσότερες φορές τα πράγματα δεν έχουν ξεκάθαρα όρια. Κάτι έχει ήδη αρχίσει χωρίς να το έχεις πάρει χαμπάρι. Και κάτι μπορεί να έχει ήδη τελειώσει και επίσης να μην το έχεις καταλάβει. Ή μπορεί να νομίζεις πως τελείωσε αλλά απλά να κρύβεται κάπου.

Σπύρος Βγενής: ένας συγγραφέας, φιλόσοφος φούρναρης Facebook Twitter
Πιστεύω πως η ελληνική επαρχία έχει ένα southern gothic στοιχείο, παραπλήσιο με αυτό που βρίσκει κανείς στη νοτιοαμερικάνικη λογοτεχνία. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Όταν διαβάζεις τις ιστορίες έχεις την εντύπωση ότι τις αφήνεις επίτηδες ανολοκλήρωτες για να φανταστεί τη συνέχεια ο αναγνώστης. 
Όλα έχουν να κάνουν με το τι κρατάς και τι αφήνεις. Σε αυτό με επηρέασε σίγουρα ο κινηματογράφος, αλλά μάλλον ήταν ο Μπολάνιο που μου έμαθε να χειρίζομαι την ωμότητα και τη ζωντάνια με την οποία μια γραφή μιμείται τη ζωή, δηλαδή τον τρόπο εκείνο με τον οποίο μια διάρκεια, ένα συμβάν χύνεται μέσα σε μια οπτική ή σε μια συνείδηση. Η αφήγηση έχει σίγουρα να κάνει με αυτό, γιατί αλλιώς δεν θα μπορούσαμε να επιλέξουμε, θα καταλήγαμε να γράφουμε όλον τον κόσμο. Η ζωντανή γραφή συνορεύει με το κουφό γεγονός, με κάτι που αρχικά φαίνεται άκυρο, σπασμένο, γελοίο ή χωρίς νόημα. Το να χειρίζεσαι παύσεις και διακοπές θέλει σίγουρα κάποια μαεστρία, και τεχνική και διαίσθηση, και δίχως άλλο υπάρχουν επιτυχημένες και αποτυχημένες «ανολοκληρώσεις».

— Αυτή η διακοπή δίνει μια τεράστια ένταση στα διηγήματα. Φαίνεται ότι ήταν εσκεμμένο αυτό. 
Η ενόρμηση προς τα κει υπήρχε, αλλά, ναι, ήταν εσκεμμένο.

— Πόσο καιρό τα έγραφες;
Τα περισσότερα γράφτηκαν διάσπαρτα κατά την περίοδο της πανδημίας, σε ένα διάστημα δυόμισι χρόνων. Είναι επιλογές από διάφορα που είχα γράψει. 

— Και είπες «τώρα θα τα εκδώσω»;
Όταν τα μάζεψα όλα, είπα αυτά είναι πάνω-κάτω που μου αρέσουν, τα έδωσα σε φίλους που εμπιστεύομαι, πήρα το feedback που ήθελα και επειδή είμαι πολύ διστακτικός και αναποφάσιστος, με προτροπή ενός πολύ καλού φίλου τα έβαλα σε φακέλους και πήγα πόρτα-πόρτα σε διάφορους εκδοτικούς και τα άφησα ο ίδιος. Τότε ήταν που βρήκα τον Κώστα (σ.σ. Σπαθαράκης) και τους Αντίποδες.

— Πόσο δύσκολο σού είναι να πας σε μεγαλύτερη μορφή, σε μυθιστόρημα;
Σε αυτόν τον τοίχο κουτουλάω αυτόν τον καιρό. Δεν γνωρίζω, αλλά θα σου πω. Προσπαθώ να εμπιστευτώ το ένστικτό μου, να δοκιμάσω άλλες μορφές, να βρω τρόπους να έχουν συνοχή οι ιστορίες μου και να γράφω πιο απελευθερωμένα. Τείνω να γράφω εντελώς μη γραμμικά, ένα backstory εδώ, μετά λίγο πιο πέρα, και προσπαθώ μέσα από αυτό να δω τι θα φυτρώσει. Κάτι που έλεγε η Βιρτζίνια Γουλφ όταν έγραφε τα «Κύματα», και μ’ αρέσει πολύ, είναι ότι «δεν γράφω σε σενάριο, γράφω σε ρυθμό». Οπότε αυτό προσπαθώ να κάνω. Ε, λοιπόν, δεν είμαι η Γουλφ και μέχρι τώρα αποτυγχάνω οικτρά. Είναι η πρώτη φορά που το κάνω, οπότε θα δούμε. 

— Υπάρχει δόση πραγματικότητας στις ιστορίες σου;
Αν ρωτάς αν βασίζονται σε αληθινές ιστορίες, ναι, όλοι αυτοί οι τύποι και τα μέρη κάπου υπάρχουν, αλλά τα περισσότερα γεγονότα είναι επινοημένα. Τα πάντα είναι μετασχηματισμοί, μια εικόνα, ένα πρόσωπο, μια ενθύμηση, μπορεί όντως να υπήρξαν κάπου έξω από το κείμενο, αλλά οι ιστορίες είναι εντελώς μυθοπλαστικές.

— Η Αθήνα τι ρόλο παίζει στα διηγήματά σου;
Ασκεί βία στους χαρακτήρες, μια πολύτροπη βία, ψυχολογική, ταξική, καθημερινή, ανάλογα με την κοινωνική τους θέση και το πώς στέκονται σε αυτή την πόλη, σίγουρα υπάρχει μια βία που τους ασκείται, αλλά η Αθήνα τούς ασκεί μια περίεργη έλξη, γιατί βλέπεις τους χαρακτήρες να επιστρέφουν ή να μένουν χωρίς να ξέρουν γιατί. Υπάρχει πάντα και η τάση να ψάχνουν να φύγουν, να φεύγουν προς μια εξοχή, μάλλον ξαναβρίσκουν την Αθήνα και την προβάλλουν πάλι εκεί – σίγουρα είναι ένα περίεργο μέρος.

— Γράφεις εύκολα;
Είναι επώδυνο κάποιες φορές, άλλες φορές είναι ιαματικό, στ’ αλήθεια δεν ξέρω τι να απαντήσω. Κάποιες φορές χρειάζεται να μανατζάρεις τον χρόνο σου, να τον απελευθερώσεις από δουλειές, να έχεις ανοιχτές μέρες, και ακόμα και τότε μπορεί τίποτα καλό να μην κάτσει στο χαρτί. Και συχνά, μετά από μια σκατομέρα, το βράδυ μπορεί να γραφτεί κάτι που να σε αφήσει άναυδο. 

Σπύρος Βγενής: ένας συγγραφέας, φιλόσοφος φούρναρης Facebook Twitter
Κάποιες φορές χρειάζεται να μανατζάρεις τον χρόνο σου, να τον απελευθερώσεις από δουλειές, να έχεις ανοιχτές μέρες, και ακόμα και τότε μπορεί τίποτα καλό να μην κάτσει στο χαρτί. Και συχνά, μετά από μια σκατομέρα, το βράδυ μπορεί να γραφτεί κάτι που να σε αφήσει άναυδο. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Έχεις ηθικές αναστολές όταν γράφεις; Σκέφτεσαι πόσο θα εκτεθείς;
Σίγουρα έχω ηθικές αναστολές, αλλά όταν πιστεύω ότι το γράψιμο είναι πιο δυνατό και νιώθω καλύτερα με τα πάντα, εκεί είναι που τις αφήνω πίσω. Είναι πολύ σημαντικό το κουράγιο, δεν ξέρω, έχει να κάνει με κάθε μέρα ξεχωριστά, με το θέμα του γραπτού ή κάτι άλλο, αλλά είναι και στιγμές που ξέρεις ότι τώρα μπορείς να πεις κάτι και να το πεις όπως το θες, χωρίς να φοβηθείς.

— Έχεις κάποιον στο μυαλό όταν γράφεις;
Ναι, έχω, αλλά δεν ξέρω ποιος είναι. Δεν ξέρω πού πραγματικά απευθύνομαι. Πίσω από την απεύθυνση κρύβεται η θέληση, που μπορεί να είναι και ανάγκη να γίνεις κατανοητός. Είναι μια δύναμη που ενεργοποιείται όταν απευθυνόμαστε σε φίλους ή εραστές. Ο συγγραφέας συχνά τείνει να θέλει να κατασκευάσει το κοινό του, έτσι βρίσκεται μπροστά στον εαυτό του, τον οποίο προβάλλει ως ιδεατό αναγνώστη. 

— Σε ενδιαφέρει ποιος θα διαβάσει το βιβλίο;
Φυσικά και με ενδιαφέρει. Αυτό που δεν με ενδιαφέρει είναι το τι είδους υποκείμενο θα είναι αυτός ο «ποιος».

— Ποιο είναι το πιο μεγάλο σου όφελος από το γράψιμο;
Πιστεύω ότι με ισορροπεί.

— Όταν γράφεις χαίρεσαι;
Ναι, μου δίνει χαρά, μου αρέσει, κι όταν πιστεύω ότι έχω γράψει ωραία, ασχέτως του αν το δω την επόμενη μέρα και δεν μ' αρέσει, νιώθω καλά. Κι όταν υπάρχουν περίοδοι που δεν γράφω καλά, πιστεύω πως κάτι πάει στραβά και νιώθω πως πρέπει ίσως να κάνω κάτι, να αλλάξω κάτι. 

— Τι άλλο σου αρέσει να κάνεις;
Να παίζω μπάσκετ, να βλέπω τη θάλασσα και τα βουνά, να διαβάζω βιβλία φυσικής ιστορίας, να πηγαίνω σε κλαμπ για χορό, να βλέπω άνιμε, να τρώω σουβλάκια, να πίνω τσίπουρα, να χασομεράω με φίλους χύμα στον δρόμο.

— Υπάρχει κάποιο βιβλίο που μπορείς να πεις ότι σου άλλαξε τη ζωή;
Ένα πολύ κομβικό βιβλίο ήταν τα «Άσματα του Μαλντορόρ» του Λοτρεαμόν, το οποίο διάβασα στην εφηβεία μου, σε ελληνική μετάφραση της Έλλης Νεζερίτη. Ύστερα ήταν «Η αισθηματική αγωγή» του Φλομπέρ, το «Mason & Dixon» του Πίντσον, το «Είναι και χρόνος» του Χάιντεγκερ, το «Κεφάλαιο» του Mαρξ, τα ποιήματα του Άσμπερι και του Τσέλαν, το «Harmonium» του Γουάλας Στίβενς. Σίγουρα ο Φόκνερ, που με άλλαξε πολύ και με έκανε να δω την οικογένειά μου, την καταγωγή μου, τις κοινωνικές σχέσεις, τις σχέσεις του αίματος ή τη σχέση που είχα με την ύπαιθρο και την οικογένεια του πατέρα μου που ήταν απ’ την Πελοπόννησο. Πιστεύω πως η ελληνική επαρχία έχει ένα southern gothic στοιχείο, παραπλήσιο με αυτό που βρίσκει κανείς στη νοτιοαμερικάνικη λογοτεχνία. 

— Αισθάνεσαι κι εσύ ότι οι νέοι συγγραφείς στην Ελλάδα δεν αφορούν τόσο πολύ τα μέσα; Υπάρχει ένας πουριτανισμός, όπως και με το τραπ, γενικά οι διανοούμενοι είναι πολύ επιφυλακτικοί με το καινούργιο. 
Όπως σου είπα, μ’ αρέσουν πολύ οι δεινόσαυροι, αρκεί να είναι απολιθωμένοι. 

— Όταν ακούς τι λέξη «διανοούμενος», τι σου έρχεται στο μυαλό; 
Νύστα. Και η επιγραφή που βλέπει κανείς σε διάφορα τρόφιμα: «store in a cool, dry place».

— Πώς τα βλέπεις τα πράγματα γενικά;
«Δι᾽ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι» ή, αλλιώς, αμυδρά, μέσα από έναν καθρέφτη.

— Τι αφορά το μυθιστόρημα που γράφεις;
Αφορά τον καιρό, τα σύννεφα και τις εποχές.

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Τα 29 βιβλία νέων Ελλήνων λογοτεχνών που ξεχώρισαν την τελευταία δεκαπενταετία

Βιβλίο / Τα 30 βιβλία νέων Ελλήνων λογοτεχνών που ξεχώρισαν την τελευταία δεκαπενταετία

Μια επιτροπή από ανθρώπους στον χώρο του βιβλίου και η ομάδα της LiFO επιλέγουν τίτλους νεοεμφανιζόμενων συγγραφέων που άφησαν στίγμα στην ελληνική λογοτεχνία των τελευταίων ετών και αξίζει να γνωρίζετε.
THE LIFO TEAM
«Νυχτωδίες»: Πέντε διηγήματα του Καζούο Ισιγκούρο με ήρωες πλανόδιους μουσικούς

Το πίσω ράφι / «Νυχτωδίες»: Πέντε διηγήματα του Καζούο Ισιγκούρο με ήρωες πλανόδιους μουσικούς

Αφανείς τροβαδούροι, σαξοφωνίστες και ξεπεσμένοι καλλιτέχνες είναι οι πρωταγωνιστές της πρώτης συλλογής διηγημάτων που δημοσίευσε ο νομπελίστας συγγραφέας.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Χαρτογραφώντας τη νέα ελληνική λογοτεχνία

Ρεπορτάζ / Η άνθηση της νέας ελληνικής πεζογραφίας: μια χαρτογράφηση

Για έναν πρωτοεμφανιζόμενο συγγραφέα τα πράγματα δεν είναι καθόλου ρόδινα στην Ελλάδα. Ωστόσο, από το 2010 μέχρι σήμερα οι νέοι πεζογράφοι έχουν κυκλοφορήσει λογοτεχνικά «διαμάντια» που σε πολλές περιπτώσεις έχουν μείνει στην αφάνεια.
M. HULOT
Ελληνική Λογοτεχνία που διαβάζουμε τώρα

Βιβλίο / Εννιά βιβλία ελληνικής λογοτεχνίας που διαβάζουμε τώρα

Εννιά επιλογές από την εκδοτική παραγωγή του τελευταίου διμήνου, εννιά συγγραφείς, εννιά διαφορετικοί τρόποι μυθοπλασίας, εννιά αντιλήψεις για τη γλώσσα, εννιά αφηγηματικές στρατηγικές, από την παράδοση της κλασικής αφήγησης μέχρι την αποσπασματικότητα της αφήγησης στο διαδίκτυο, από το μυθιστόρημα στο διήγημα και στη μικρή φόρμα, και μια πλούσια ανθρωπογεωγραφία ηρώων.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ Κλαίτη Σωτηριάδου: «Ένας καλός μεταφραστής δεν έχει "εγώ"»

Βιβλίο / Κλαίτη Σωτηριάδου: «Ένας καλός μεταφραστής δεν έχει "εγώ"»

Η ποιήτρια, συγγραφέας και μεταφράστρια του Βάργκας Λιόσα, του Κάρλος Φουέντες, της Ιζαμπέλ Αλιέντε, του Πάμπλο Γκουτιέρεθ και του Ερνέστο Σάμπατο ανάμεσα σε άλλους, που το όνομά της συνδέθηκε κυρίως με όλο το λογοτεχνικό έργο του Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες μιλά στη LifO.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Εμμανουήλ Καραλής: Πολλοί είναι δίπλα σου στα μετάλλια, στο χειροκρότημα και στη λάμψη, αλλά μετά οι προβολείς σβήνουν

Οι Αθηναίοι / Manolo: «Πολλοί είναι δίπλα σου στα μετάλλια, αλλά μετά οι προβολείς σβήνουν»

Έχει μάθει να περνά τον πήχη, να ξεπερνά τους φόβους και να καταρρίπτει στερεότυπα. Θεωρεί ότι η ζωή του αθλητή μοιάζει πολύ με τη ζωή του μοναχού. Ο πρωταθλητής στο άλμα επί κοντώ αφηγείται τη ζωή του και μιλά για τα παιδικά του χρόνια, τις όμορφες και δύσκολες στιγμές, την ψυχική του υγεία, τον έρωτα, την πίστη και την αγάπη που τον κρατούν όρθιο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τι ήξερε ο Παζολίνι;

Βιβλίο / Τι ήξερε ο Παζολίνι;

Πενήντα χρόνια μετά την άγρια δολοφονία του, οι προγνώσεις του για τον φασισμό είναι πιο επείγουσες από ποτέ, σημειώνει η Βρετανίδα συγγραφέας Ολίβια Λέινγκ, το νέο βιβλίο της οποίας περιστρέφεται γύρω από τη δημιουργία του «Σαλό (120 Μέρες στα Σόδομα)».
THE LIFO TEAM
Μαύρη, λεσβία, μητέρα, πολεμίστρια, ποιήτρια, καρκινοπαθής

Βιβλίο / Μαύρη, λεσβία, μητέρα, πολεμίστρια, ποιήτρια, καρκινοπαθής

Η διάσημη συγγραφέας Όντρι Λορντ αντιμετώπισε τη διάγνωσή της με το θάρρος και το ακτιβιστικό πνεύμα που πάντα τη διέκρινε: Τα «Ημερολόγια Καρκίνου» δεν είναι μια «καταγραφή δακρύων μόνο» αλλά και μια κραυγή οργής εναντίον της καταπίεσης που βιώνουν οι γυναίκες.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Η Μάργκαρετ Άτγουντ στο μονοπάτι του πένθους

Βιβλίο / Η Μάργκαρετ Άτγουντ στο μονοπάτι του πένθους

Σ’ ένα απόσπασμα από τα απομνημονεύματά της με τίτλο «Book of Lives: A Memoir of Sorts», που προδημοσιεύει η «Guardian», η διάσημη συγγραφέας περιγράφει τον τρόπο που βίωσε την απώλεια του επί μισό αιώνα συντρόφου της Γκρέαμ Γκίμπσον το 2019.
THE LIFO TEAM
«Intermezzo»: Το βιβλίο της Σάλι Ρούνεϊ που έσπασε όλα τα αναγνωστικά ρεκόρ

Βιβλίο / «Intermezzo»: Το βιβλίο της Σάλι Ρούνεϊ που έσπασε όλα τα αναγνωστικά ρεκόρ

Σε λίγες μέρες κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη το πολυαναμενόμενο νέο βιβλίο της Ιρλανδής συγγραφέως, που έχει κάνει ρεκόρ πωλήσεων και αναγνωσιμότητας. Καταγράφουμε τις πρώτες εντυπώσεις από την ανάγνωσή του.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Άμιτι Γκέιτζ «Ο καλός πατέρας»

Το πίσω ράφι / Έχουν και οι ψεύτες τη χάρη τους. Στα μυθιστορήματα τουλάχιστον

Ο «Καλός πατέρας» της Άμιτι Γκέιτζ πραγματεύεται την κατασκευή της ανθρώπινης ταυτότητας, τον άρρηκτο δεσμό γονιού και παιδιού και τη μεταναστευτική εμπειρία, θίγοντας όψεις του αμερικανικού ονείρου.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
«Σπίτι από ζάχαρη»: Το δίκτυο των ανθρώπινων σχέσεων στο μυθιστόρημα της Τζένιφερ Ίγκαν

Βιβλίο / Πώς θα ήταν αν μπορούσαμε να βιώσουμε ξανά όσα ζήσαμε στο παρελθόν;

Το «Σπίτι από ζάχαρη» είναι ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα με στοιχεία επιστημονικής φαντασίας που διερευνά τους κινδύνους της ψηφιακής εποχής, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα την αξία της μνήμης και της σύνδεσης.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Θανάσης Βαλτινός: Η νουβέλα «Η Κάθοδος των Εννιά» του διακεκριμένου συγγραφέα

Οθόνες / «Η Κάθοδος των Εννιά»: Η διάσημη νουβέλα του Θανάση Βαλτινού

Πεθαίνει σαν σήμερα ο διακεκριμένος Έλληνας συγγραφέας. Αυτή είναι η ιστορία ενός από τα εμβληματικότερα βιβλία του και η βραβευμένη μεταφορά της στον κινηματογράφο, το 1984, από τον Χρίστο Σιοπαχά.
ΦΩΝΤΑΣ ΤΡΟΥΣΑΣ
Καρολίνα Μέρμηγκα: «Οι συγγραφείς προχωράμε με αναμμένη δάδα στη σκοτεινή σπηλιά της λογοτεχνίας»

Βιβλίο / Καρολίνα Μέρμηγκα: «Όταν γράφουμε για αληθινούς ανθρώπους, πρέπει να σεβόμαστε τη μνήμη τους»

Η καταξιωμένη συγγραφέας ιστορικών μυθιστορημάτων Καρολίνα Μέρμηγκα μάς μιλάει για τη δύναμη της τέχνης, για το λογοτεχνικό της εργαστήρι αλλά και για τη χαρά της να μεταφράζει Χίλαρι Μαντέλ, τα βιβλία της οποίας επανακυκλοφορούν από τις εκδόσεις Ψυχογιός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πόσο διαβάζεται σήμερα ο Νίκος Καζαντζάκης;

Βιβλία και Συγγραφείς / Πόσο διαβάζεται σήμερα ο Νίκος Καζαντζάκης;

Πεθαίνει σαν σήμερα ο συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης. Ο Νίκος Μπακουνάκης συζητάει με την Έρη Σταυροπούλου, ομότιμη καθηγήτρια Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, για τον συγγραφέα του «Αλέξη Ζορμπά» και την αντοχή του έργου του.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΚΟΥΝΑΚΗΣ
Στέφαν Τσβάιχ

Το πίσω ράφι / Σε πείσμα όσων περιφρόνησαν τα έργα του Τσβάιχ, η απήχησή τους ακόμα να κοπάσει

Οι ήρωες του Αυστριακού συγγραφέα ταλανίζονται συνήθως από μια αβάσταχτη εσωτερική πίεση, αντικατοπτρίζοντας τη δική του πεισιθάνατη διάθεση. Αυτήν ακριβώς την αίσθηση αποπνέει η συλλογή διηγημάτων του «Αμόκ».
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Marwan Kaabur: «Αγωνιζόμαστε και στον αραβικό κόσμο για δικαιώματα κι ελευθερίες, αλλά προκρίνουμε τον δικό μας τρόπο, στο πλαίσιο της δικής μας κουλτούρας»

Lgbtqi+ / Κι όμως υπάρχουν και «αραβικά καλιαρντά»!

Λίγο πριν από την αθηναϊκή παρουσίαση της αγγλόφωνης έκδοσης του «Queer Arab Glossary» μιλήσαμε με τον συγγραφέα του Marwan Kaabur, για τα «αραβικά καλιαρντά», την ομοφυλοφιλία και την queer συνθήκη στον αραβικό κόσμο, το «pink washing», αλλά και τη συχνά παρεξηγημένη πρόσληψή τους από τη Δύση.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Tα συγκλονιστικά Ημερολόγια Καρκίνου της Όντρι Λορντ και άλλα 4 βιβλία που διαβάζουμε τώρα

Βιβλίο / Tα συγκλονιστικά Ημερολόγια Καρκίνου της Όντρι Λορντ και άλλα 4 βιβλία που διαβάζουμε τώρα

Πέντε αποκαλυπτικά βιβλία για τις γυναίκες με καρκίνο, για τον κόσμο, τα σκουπίδια ακόμα και για τη μακρινή Ιαπωνία ξεχωρίζουν ανάμεσα στις εκδόσεις της πρόσφατης βιβλιοπαραγωγής καλύπτοντας ένα μεγάλο εύρος θεμάτων και ενδιαφερόντων.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Δύο άγνωστες φωτογραφίες του Ρεμπό από τη γαλλική Κομμούνα

Βιβλίο / Δύο άγνωστες φωτογραφίες του Ρεμπό από τη γαλλική Κομμούνα

Σαν σήμερα γεννήθηκε το 1854 ο Αρθούρος Ρεμπό. Ο ποιητής, μουσικός και μπλόγκερ Aidan Andrew Dun έπεσε τυχαία σε δύο εντελώς άγνωστες φωτογραφίες, βγαλμένες στην Place Vendôme, και βρέθηκε μπροστά σε μια μεγάλη έκπληξη: ο έφηβος Αρτίρ Ρεμπό, όπως δεν τον έχουμε ξαναδεί.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Θανάσης Τριαρίδης: Οι μετανάστες θα σώσουν τον κόσμο. Χωρίς αυτούς είμαστε χαμένοι

Βιβλίο / Θανάσης Τριαρίδης: «Οι μετανάστες θα σώσουν τον κόσμο. Χωρίς αυτούς είμαστε χαμένοι»

Έγινε αντιρρησίας συνείδησης, γιατί πιστεύει ότι ο στρατός είναι μια δοξολογία εκμηδένισης του άλλου. Άφησε τη Θεσσαλονίκη επειδή τον έπνιγε ο εθνοφασισμός της. Στην Αντίς Αμπέμπα υιοθέτησε την κόρη του, Αργκάνε. Ο συγγραφέας της «Τριλογίας της Αφρικής», Θανάσης Τριαρίδης, αφηγείται τη ζωή του στη LiFO.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μια «φόνισσα» εξομολογείται

Το πίσω ράφι / Η Hannah Kent έγραψε τη δική της «Φόνισσα», την Άγκνες που ζούσε στην Ισλανδία τον 19ο αιώνα

Η Αυστραλή συγγραφέας δεν πίστευε ποτέ ότι, χάρη στα «Έθιμα ταφής», οι κριτικοί θα την τοποθετούσαν δίπλα σε λογοτέχνες όπως η Μάργκαρετ Άτγουντ και ο Πίτερ Κάρεϊ.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Χριστίνα Ντουνιά: «Ο Καρυωτάκης μάς δίνει ελπίδα και μας παρηγορεί»

Βιβλίο / «Ο Καρυωτάκης άφησε "το αδέσποτο Τραγούδι" του να μας συντροφεύει»

Στο βιβλίο της «Το όνειρο και το πάθος», η Χριστίνα Ντουνιά, ομότιμη καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας και συγγραφέας αποκαλύπτει αθέατες όψεις του ποιητή και νέα στοιχεία για τη σχέση του με τον Καβάφη μέσα από μια άγνωστη, ως τώρα, επιστολή.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ