Η αθόρυβη ζωή του Γιώργου Μπρουνιά (1946-2022)

Η αθόρυβη ζωή του Γιώργου Μπρουνιά (1946-2022) Facebook Twitter
Parrot Tulips, 1988 © Robert Mapplethorpe Foundation. Mapplethorpe Flora: The Complete Flowers, Phaidon
0

ΜΙΛΟΥΣΕ ΔΥΝΑΤΑ, είχε αδυναμία στις κοπέλες που σφύζουν από νιάτα και τ’ αστεία του ήταν αυθόρμητα σαν μικρού παιδιού. Στην εμφάνισή του, φρόντιζε κυρίως τα παπούτσια του. Ασκούσε για βιοπορισμό τη δημιοσιογραφία  αλλά στην ουσία θρεφόταν με βιβλία και μουσικές. Τα κείμενά του στους «Ωτοβλεψίες» των Νέων ή εκείνα για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό στην Καθημερινή,  αρνούνταν να τα υπογράψει. Ο Γιώργος Μπρουνιάς (1946-2022) ήταν από τους πιο μοναχικούς ανθρώπους που γνώρισα ποτέ. Κι όσο δυνατά μιλούσε, τόσο αθόρυβα είχε διαλέξει να ζει.

Το ότι δημοσιοποίησε τις «Σημειώσεις για ένα ημερολόγιο» (εκδ. Το Ροδακιό, 1993), σημειώσεις που κρατούσε  για τρία περίπου χρόνια, έμοιαζε παράδοξο. Όμως δεν ήταν. Αν έσπρωξε στο φως μερικές από τις πιο μύχιες σκέψεις του είναι επειδή τις είχε σμιλέψει με τα εργαλεία της λογοτεχνίας. Είχε βάλει ένα στοίχημα: να κάνει τέχνη τ’ ασήμαντα, τα καθημερινά, τα τετριμμένα. Τις εικόνες που έβλεπε ξαπλωμένος στο κρεβάτι του, τα κομματάκια του ουρανού που διέκρινε πίσω από τις πολυκατοικίες της Πατησίων, τ’ απομεινάρια ενός πολιτισμού που διασχίζει τον Κεραμεικό, τα λουλουδάτα φουστάνια που θυμόταν ότι φορούσε μια γυναίκα που είχε αγαπήσει. Οι σκέψεις του για το θάνατο θα στέκονταν πλάι στην ευτυχία που χαρίζει ένα άγγιγμα από πρόσωπο οικείο, και οι αναμνήσεις που γεννά ένα τριαντάφυλλο πάνω στο γραφείο θα συνυπήρχαν με την θέα του βρεγμένου τσιμέντου στην αυλή του πατρικού σπιτιού.

Είχε βάλει ένα στοίχημα: να κάνει τέχνη τ’ ασήμαντα, τα καθημερινά, τα τετριμμένα. Τις εικόνες που έβλεπε ξαπλωμένος στο κρεβάτι του, τα κομματάκια του ουρανού που διέκρινε πίσω από τις πολυκατοικίες της Πατησίων, τ’ απομεινάρια ενός πολιτισμού που διασχίζει τον Κεραμεικό, τα λουλουδάτα φουστάνια που θυμόταν ότι φορούσε μια γυναίκα που είχε αγαπήσει.

Στις «Σημειώσεις για ένα ημερολόγιο» ο Μπρουνιάς μας ξεναγεί στο κλειστό του σύμπαν, δηλώνοντάς μας ότι δεν υπάρχει χώρος για κανέναν να εισχωρήσει σ’ αυτό. «Είμαι τα πράγματα που βλέπω», διαβάζουμε. Και σαν μουσικό μοτίβο, ό,τι στολίζει το δωμάτιό του επέρχεται: η οθόνη της τηλεόρασης αναμμένη, το χειμωνιάτικα σακκάκια κρεμασμένα πίσω από την μισόκλειστη πόρτα, το τραπεζάκι με το κηροπήγιο μπροστά από το κάδρο με τον Απόστολο της Σαρτρ, η πολυθρόνα που μετακινεί τα βράδια και βάζει πάνω της χοντρούς τόμους για να στηρίζουν την τηλεόραση, και τα παράθυρο με τα ασφαλισμένα ρολά και τις κουρτίνες που ανεμίζουν. Το κλειστό σύμπαν ομορφαίνει με τους φίλους (τους «μετρημένους»), την οικογένεια (την πατρική), τα διαβάσματα, τ’ ακούσματα, τα ερωτικά συναπαντήματα, τις βόλτες. Μέσα απ’ αυτά περνάει η γαλήνη αλλά και ο πανικός.

Η επιλογή της μοναξιάς παρουσιάζεται αναπόφευκτη. Αβάσταχτη καμιά φορά, αλλά αναπόφευκτη. «Ίσως θα ΄πρεπε να έχω φιλοδοξίες, να ΄χω χαρακτήρα, να ΄χω παντρευτεί μια όχι και τόσο βαρετή γυναίκα και να αδράχνω τα παιδάκια μου απ΄το σβέρκο. Όμως να γυρίζω σ’ ένα σπίτι με συντροφιά και ζεστό φαΐ πάνω στο τραπέζι μου φαίνεται αβάσταχτο, απίστευτο». Κι έτσι, ένα δώρο που δεν έχει πού να το χαρίσει, η σκέψη ότι δεν θα ΄χει κάποτε κάποιον να του χτυπήσει την πλάτη «όταν θα ΄χουν φράξει τα πνευμόνια» του, η φωνή του που τον τρομάζει όταν μονολογεί μέσα στην απόλυτη ησυχία, συνοδεύουν την επιλογή χωρίς να την ανατρέπουν.

Η αθόρυβη ζωή του Γιώργου Μπρουνιά (1946-2022) Facebook Twitter
Φωτ.: Γιώργος Τουρκοβασίλης

Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΡΟΥΝΙΑΣ μεγάλωσε στο Χαλάνδρι, σπούδασε στην Φιλοσοφική της Αθήνας, ήπιε αρκετά ποτά στο Ντεκαντάνς, πέρασε μερικά χρόνια στο Λονδίνο δουλεύοντας στην ελληνική υπηρεσία του BBC κι είχε την τύχη να γίνει μέλος μιας εκλεκτής παρέας. Με τη Τζούλια (Τσιακίρη), τον Βασίλη (Διοσκουρίδη), τον Νίκο (Παναγιωτόπουλο), την Άννα (Κοκκίνου), τον Πέρη (Ιερεμιάδη) μοιράστηκε γεύματα και πνευματικές περιπέτεις, και με τις ισχυρές τους προσωπικότητες έδωσε μάχες επί μακρόν. Το πιθανότερο είναι ότι χωρίς αυτούς, οι «Σημειώσεις…» δεν θα κυκλοφορούσαν σε βιβλίο, θα έμεναν κλειδωμένες σ’ ένα συρτάρι ή θα συνέχιζαν να περνούν από χέρι σε χέρι τυπωμένες σε καλαίσθητα φυλλάδια. Ενδεχομένως το ίδιο να γινόταν και με τα ποιήματα που δημοσίευσε αργότερα.

Οι φίλοι του είναι παρόντες στο ημερολόγιο. Έρχονται και φεύγουν σαν μουσικό μοτίβο κι αυτοί. Οι συνευρέσεις τους είναι ποτισμένες από τη γλύκα και την εμπιστοσύνη της οικειότητας και της αγάπης, ακόμα κι αν πραγματοποιούνται στα όνειρά του. Αντίθετα, οι συναντήσεις με τους γονείς στο πατρικό είναι φορτισμένες με μια αμοιβαία έγνοια που σπάνια εξωτερικεύεται: «Τον πατέρα μου δεν ξέρω αν τον έχω καταλάβει ούτε αν τον έχω αγαπήσει, όταν όμως τα σαββατοκύριακα που πάω σπίτι μας τον βρίσκω να κάθεται πίσω απ’ το παράθυρο και να κοιτά την κυκλοφορία απ’ την κουρτίνα, που λίγο είχε τραβήξει με τ’ άσαρκό του χέρι, τότε θα ΄θελα να ζητήσω απ’ τις αρχές, την εξουσία που κανονίζει την ροή των δρόμων, να στέλνουν στο δρόμο μας όσο πιο πολλούς μπορούν, ώστε ο πατέρας μου, που κάθεται πίσω απ’ το παράθυρο να κοιτάζει το τραβηγμένο κουρτινάκι, να βλέπει όσο πιο πολλή κίνηση μπορεί, και να περνά κι αυτός τις ώρες του».

Οι «Σημειώσεις για ένα ημερολόγιο», με το εκθαμβωτικό έργο του Mapplethorpe στο εξώφυλλο, είναι η χαμηλόφωνη εξομολόγηση ενός ανθρώπου «τσαλαπατημένου», όχι πάντοτε από τους δυνατότερους ούτε από τους καλύτερους

Όποιος διαβάσει τις «Σημειώσεις…» θα κοιτάξει την Αθήνα μ’ αλλιώτικο βλέμμα. Δεν μπορεί να ξαναπεράσει απ’ την πλατεία Μητροπόλεως χωρίς να δει τις πλάκες της γεμάτες ξερά φύλλα, χωρίς ν’ ακούσει το ήχο τους όταν θρύβονται απ’ τις πατημασιές, χωρίς να ρίξει μια ματιά στα λυγισμένα απ’ το αεράκι δέντρα. Βουλγαροκτόνου- Καλλιδρομίου- Ακαδημίας- Σύνταγμα- Κυδαθηναίων- Αδριανού- Μοναστηράκι-  και…  «καθώς περνούσα τα φανάρια στη γωνία με την Αθηνάς, είδα με την άκρη του ματιού μου τον ουρανό, που ήταν λαμπρός στην άκρη της Ερμού…». Ο Μπρουνιάς κατηφορίζει στο κέντρο της πόλης γνωρίζοντας πως η συνηθισμένη του βόλτα κρύβει εκπλήξεις. Είναι το δώρο που του προσφέρουν οι δρόμοι της Αθήνας, επειδή έχει μάτια να τους δει και να τους γευτεί: αναπάντεχες συναντήσεις ή γνωριμίες, όμορφες εικόνες, περίεργοι συνειρμοί. Όταν επιστρέφει στο καταφύγιό του, ταξιδεύει μέσα από τα βιβλία. Μέσα από τις «Νυχτερινές σκέψεις» του Χάινε, τα κινέζικα ποιήματα που συγκέντρωσε ο Άρθουρ Γουέιλι, τα γράμματα που έστειλε ο Σολωμός, τις ιστορίες του Ησίοδου, τα ποιήματα του Γκαίτε ή αυτούς τους στίχους του μοναχού Αλκουίνου, που λες και γράφτηκαν για τον ίδιο: «Σαν τον βαρκάρη που γυρνά τη βάρκα του σωσμένη στην ακρογιαλιά και την απιθώνει άθιχτη στην άμμο έχοντάς την γλιτώσει από την αναμαλλιασμένη θάλασσα, έτσι κι αυτός που γράφει, άμα τελειώσει το γραπτό του, ακουμπά την πένα του απάνω στο τραπέζι, και για μια στιγμή απομένει εκεί σκυφτός, εξαντλημένος  απ’ τη ζωή που αναπήδησε από μέσα του, κι ευχαριστιέται με τη σκέψη της γαλήνης που έρχεται μετά την καταιγίδα».

«Εμείς που ζούμε μόνοι ζούμε πολύ κοντά στον θάνατο · όχι που το θελήσαμε αλλά γιατί έτσι μας ήρθαν τα πράγματα, μη έχοντας κανέναν να σκεφτούμε, κάποιον στο πλάι μας παρέα καθώς πάμε στη δουλειά, ή όταν συναναστρεφόμαστε τον κόσμο, όσο καθόμαστε στο καφενείο διαβάζοντας εφημερίδες, κάτι που να έχουμε να μας σκεπάζει, κάπου για να γυρίσουμε, όπως οι άλλοι στις γυναίκες τους και στα παιδιά τους·  εμείς έχουμε τη συντροφιά του, σκοτεινή στην αρχή κι επίφοβη τη μέρα και το βράδυ τα χέρια του κρύα στο κρεβάτι, αλλά κατόπιν συνηθίσαμε·   κι αν τύχει μια νύχτα να βρεθούν θερμά δυο μπράτσα να μας τυλίξουνε, κι αν τη μέρα μια ύπαρξη δροσερή έρθει το δρόμο μας να συντροφέψει, εμείς, αφού για λίγο αμφιβάλλουμε αν θα ΄πρεπε να αφεθούμε, ύστερα τρέχουμε να χωθούμε στο θάνατο που έχει γίνει η ζωή μας».

Οι «Σημειώσεις για ένα ημερολόγιο», με το εκθαμβωτικό έργο του Mapplethorpe στο εξώφυλλο, είναι η χαμηλόφωνη εξομολόγηση ενός ανθρώπου «τσαλαπατημένου», όχι πάντοτε από τους δυνατότερους ούτε από τους καλύτερους, που νιώθει συχνά μια εγκατάλειψη, μια «παραίτηση  απ’ όσα συνήθως πράττουν κι αισθάνονται οι άνθρωποι, τα φυσικά αυτά, όρεξη, νόημα, δύναμη, πίστη, που κινούν τη δράση στα μικρά και τα μεγάλα». Ίσως αυτή η εγκατάλειψη επέτρεψε στον Γιώργο Μπρουνιά να γευτεί το μεδούλι μιας ζωής ασφυκτικής και ταυτόχρονα γενναιόδωρης.

Βιβλίο
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ντιντιέ Εριμπόν: «Καιρός για ένα κίνημα των ηλικιωμένων!»

Ντιντιέ Εριμπόν / Ντιντιέ Εριμπόν: «Να πάψουμε να βλέπουμε τους ηλικιωμένους ως κοινωνικούς παρίες»

Από τους σημαντικότερους και πιο επιδραστικούς σύγχρονους Γάλλους στοχαστές, ο Ντιντιέ Εριμπόν συνδύασε στα βιβλία του τα δύσκολα βιώματα της νεότητάς του με μια εμπεριστατωμένη, αλλά και εικονοκλαστική, κοινωνικοπολιτική «ακτινογραφία» της γαλλικής κοινωνίας. 
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεχαγιάς

Βιβλίο / «Το να εκδίδεις βιβλία στην Ελλάδα είναι σαν να παίζεις στο καζίνο»

Η Γεννήτρια είναι ένας νέος εκδοτικός οίκος αφιερωμένος στη σύγχρονη λογοτεχνία. Ο εκδότης της, συγγραφέας και μεταφραστής, Παναγιώτης Κεχαγιάς, μιλά για τις δυσκολίες και τις χαρές του εγχειρήματος, για το πώς σκοπεύει να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας ιδιαίτερα ανταγωνιστικής αγοράς, καθώς και για τους πρώτους τίτλους που ετοιμάζεται να εκδώσει.
M. HULOT
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Οι Αθηναίοι / Κωνσταντίνος Τσουκαλάς: «Ακούμε συνεχώς για ανάπτυξη, χωρίς να διερευνάται τι είναι το "καλό"»

Η εκτέλεση του Μπελογιάννη τον έκανε αριστερό. Η αυτοκτονία του Νίκου Πουλαντζά, μπροστά στα μάτια του, τον καθόρισε. Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους της μεταπολιτευτικής Ελλάδας, αφηγείται το προσωπικό του ταξίδι και την πνευματική περιπέτεια μιας ολόκληρης εποχής, από τη διανόηση του Παρισιού μέχρι τους δρόμους της πολιτικής και τις αίθουσες των πανεπιστημίων.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Βιβλίο / Έλλη Σκοπετέα: Tο ανατρεπτικό έργο μιας ιστορικού που έφυγε νωρίς

Δεν υπάρχει μελέτη για τον ελληνικό εθνικισμό που να μην έχει αναφορές στο έργο της. Η επανακυκλοφορία του βιβλίου της «Το “Πρότυπο Βασίλειο” και η Μεγάλη Ιδέα» από τις εκδόσεις Νήσος συνιστά αναμφίβολα εκδοτικό γεγονός.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός» ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ

Νίκος Μπακουνάκης / Νίκος Μπακουνάκης: «Αυτή τη θέση δεν την παντρεύεσαι, ούτε είσαι θεός»

Ο πρόεδρος του ΕΛΙΒΙΠ, στην πρώτη του συνέντευξη, μιλά στη LIFO για τους στόχους και τις δράσεις του ιδρύματος και για το προσωπικό του όραμα για το βιβλίο. Ποιος ο ρόλος των μεταφράσεων στην πολιτιστική διπλωματία και πώς θα αυξηθεί η φιλαναγνωσία; 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τζόναθαν Κόου

I was there / Τζόναθαν Κόου: «Το να είσαι κυνικός δείχνει τεμπελιά στη σκέψη»

Ο διάσημος Βρετανός συγγραφέας βρέθηκε στην Αθήνα και μίλησε για τη συγγραφή ως «πολυτέλεια για λίγους», την εκλογή Τραμπ ως «έκφραση απόγνωσης» και τη «woke» κουλτούρα ως πράξη ενσυναίσθησης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Πολ Όστερ (1947-2024): Ο Mr. Vertigo των ονειρικών μας κόσμων

Σαν σήμερα  / Πολ Όστερ: «Οι χαμένες ευκαιρίες αποτελούν μέρος της ζωής στον ίδιο βαθμό με τις κερδισμένες»

Σαν σήμερα 30 Απριλίου, το 2024 πεθαίνει ο σπουδαίος Αμερικανός συγγραφέας και μετρ της σύμπτωσης, που κατάφερε να συνδυάσει την προοπτική των άπειρων φανταστικών κόσμων με το ατελείωτο κυνήγι των ευκαιριών και τη νουάρ ατμόσφαιρα με τα πιο ανήκουστα αυτοβιογραφικά περιστατικά.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ηλίας Μαγκλίνης: «Η ανάκριση»

Το Πίσω Ράφι / «Γιατί δεν μου μιλάς ποτέ για τον εφιάλτη σου, μπαμπά;»

Η «Ανάκριση» του Ηλία Μαγκλίνη, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πεζά των τελευταίων χρόνων, φέρνει σε αντιπαράθεση έναν πατέρα που βασανίστηκε στη Χούντα με την κόρη του που «βασανίζεται» ως περφόρμερ στα χνάρια της Μαρίνα Αμπράμοβιτς.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Πέντε κλασικά έργα που πρέπει κανείς να διαβάσει

Βιβλίο / 5 κλασικά βιβλία που κυκλοφόρησαν ξανά σε νέες μεταφράσεις

Η κλασική λογοτεχνία παραμένει εξαιρετικά επίκαιρη, κι αυτό το αντιλαμβάνεται κανείς ανατρέχοντας στους τίτλους της πρόσφατης βιβλιοπαραγωγής και σε έργα των Τζόις, Κουτσί, Κάφκα, Αντρέγεφ και Τσβάιχ.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Τάσος Θεοφίλου: «Η φυλακή είναι το LinkedΙn των παρανόμων» ή «Το πορνό και το Κανάλι της Βουλής είναι από τα πιο δημοφιλή θεάματα στη φυλακή»

Βιβλίο / Τάσος Θεοφίλου: «Όταν μυρίζω μακαρόνια με κιμά θυμάμαι τη φυλακή»

Με αφορμή το βιβλίο-ντοκουμέντο «Η φυλακή», ο Τάσος Θεοφίλου μιλά για την εμπειρία του εγκλεισμού, για τον αθέατο μικρόκοσμο των σωφρονιστικών ιδρυμάτων –μακριά απ’ τις εικόνες που αναπαράγουν σειρές και ταινίες– και για το πώς η φυλακή λειτουργεί σαν το LinkedIn των παρανόμων.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Βιβλίο / Michel Gaubert: Ο dj που βάζει μουσικές στα σημαντικότερα catwalks

Chanel, Dior και πολλοί ακόμα οίκοι υψηλής ραπτικής «ντύνουν» τα shows τους με τη μουσική του. Στο «Remixed», την αυτοβιογραφία-παλίμψηστο των επιρροών και των εμμονών του, ο ενορχηστρωτής της σύγχρονης catwalk κουλτούρας μας ξεναγεί σε έναν κόσμο όπου μουσική και εικόνα γίνονται ένα.
ΣΤΕΛΛΑ ΛΙΖΑΡΔΗ
Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Βιβλίο / Ρωμανός ο Μελωδός: Ο ουρανόθρεφτος ποιητής του Θείου Δράματος

Λίγοι είναι οι ποιητικά γραμμένοι εκκλησιαστικοί στίχοι που δεν φέρουν τη σφραγίδα αυτού του ξεχωριστού υμνωδού και εκφραστή της βυζαντινής ποιητικής παράδοσης που τίμησαν οι σύγχρονοί μας ποιητές, από τον Οδυσσέα Ελύτη μέχρι τον Νίκο Καρούζο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Τα 5 πιο σημαντικά βιβλία του Μάριο Βάργκας Λιόσα

Βιβλίο / Τα 5 πιο σημαντικά βιβλία του Μάριο Βάργκας Λιόσα

Η τελευταία μεγάλη μορφή της λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας που πίστευε πως «η λογοτεχνία μπορεί να αλλάξει την πραγματικότητα» έφυγε την Κυριακή σε ηλικία 89 ετών. Ξεχωρίσαμε πέντε από τα πιο αξιόλογα μυθιστορήματά του.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ