Ρένη Πιττακή: «Το τρομακτικότερο είναι ότι στη θέση της γραμματέως του Γκέμπελς θα μπορούσαμε να βρεθούμε εσύ, εγώ, ο καθένας» Facebook Twitter

Ρένη Πιττακή: «Το τρομακτικότερο είναι ότι στη θέση της γραμματέως του Γκέμπελς θα μπορούσαμε να βρεθούμε εσύ, εγώ, ο καθένας»

0

Την είχε, λέει, εξιτάρει η ιστορία της Μπρουνχίλντε Πόμσελ, μίας από τις γραμματείς του Γκέμπελς στο υπουργείο Προπαγάνδας που πέθανε υπέργηρη το 2017, χωρίς να αναλάβει ποτέ τις ευθύνες της για τα ναζιστικά εγκλήματα, και όταν διάβασε το εν λόγω θεατρικό έργο του Κρίστοφερ Χάμπτον, πρότεινε η ίδια στον Γιάννη Κανελλόπουλο, τον παραγωγό του θεάτρου Ιλίσια, και στον σκηνοθέτη Γιάννη Μόσχο να ανεβάσουν αυτό αντί για μια άλλη παράσταση που συζητούσαν. Αυτό επειδή στη μορφή της Πόμσελ, μιας «γυναίκας της διπλανής πόρτας», που όταν μπήκε στη δούλεψη των ναζί έκλεισε τα μάτια στις φρικαλεότητες που διέπραξαν, αντικατοπτριζόταν ο «μέσος άνθρωπος», η σιωπηρή μειοψηφία όπου στηρίζεται κάθε ολοκληρωτικό καθεστώς, η δράση εξτρεμιστικών οργανώσεων όπως η Χρυσή Αυγή επίσης. Ανησυχεί όταν ζωντανεύουν φαντάσματα του παρελθόντος, νιώθει ακόμα ενοχές γιατί στη χούντα δεν έκανε κάτι παραπάνω από «αντιστασούλα» μέσα από το θέατρο. 

Ένα θέατρο το οποίο σπούδασε και δούλεψε σε πιο συντηρητικές εποχές, οπότε υπήρχε, λέει, εντούτοις, ένα επίπεδο, ένα πάθος, μια «μανία» και μια αφοσίωση που σήμερα είναι δυσεύρετα. Αυξήθηκαν μεν οι ηθοποιοί και τα θέατρα, απελευθερώθηκαν τα ήθη, λείπουν όμως οι γερές βάσεις, «τουλάχιστον ας διαβάζουμε όλοι συχνά το “Πρώτο Σκαλί” του Καβάφη!», προτείνει. Θαυμάζει όσες/-ους είχαν την τόλμη να φωνάξουν «metoo», αναδεικνύοντας ζητήματα-ταμπού, σκέπτεται όμως μήπως κάποιες σκοπιμότητες εκφυλίσουν αυτήν τη σοβαρή υπόθεση. Κι ενώ καθόλου δεν φοβάται για τον εαυτό της, τη φοβίζει «η έλλειψη πνευματικών προσωπικοτήτων που θα λειτουργούσαν ως ανάχωμα στη βαβούρα, στην αλαζονεία και στη βαρβαρότητα», λέει αφού συμβουλευτεί ξανά τις σημειώσεις που κρατά σε ένα μεγάλο, μαύρο τετράδιο. «Δεν εμπιστεύομαι τις λέξεις, έλα όμως που μόνο αυτές έχουμε, καθώς γράφει και ο Μπέκετ! Παλιότερα ήμουν πολύ συγκρατημένη και εσωστρεφής, τώρα μιλάω περισσότερο, τα καταγράφω όμως πρώτα, όπως εσείς τις ερωτήσεις σας»! 

Έχω ομολογήσει ότι νιώθω ένοχη επειδή δεν είχα το θάρρος να μπω τότε σε μια αντιστασιακή ομάδα. Δεν πήγαμε, βέβαια, με το απριλιανό καθεστώς, αλλά κλειστήκαμε στο θεατράκι μας και μας έφτανε που νιώθαμε ότι κάναμε μια αντιστασούλα μέσα από τα έργα που ανεβάζαμε. Γνωρίζαμε δε ότι, ενώ εμείς δουλεύαμε, προχωρούσαμε, ζούσαμε κανονικά, υπήρχαν εκεί έξω άνθρωποι, ακόμα και συνάδελφοι που είχαν συλληφθεί, βασανιστεί, εκτοπιστεί, είτε διαφύγει στο εξωτερικό, δεν μπορούσαμε να προσποιηθούμε άγνοια.

  

«Εκείνο που καταρχάς με εντυπωσίασε περισσότερο στον χαρακτήρα της και που προσπάθησα να καταλάβω και να αποδώσω ήταν οι διαδρομές, οι μηχανισμοί που εφευρίσκει στο μυαλό της για να ξεγλιστράει από τα χάσματα, από τους γκρεμούς που ανοίγονται μέσα της, όπως επίσης και οι τρόποι που προσπαθεί να θάψει τις ενοχές της. Επέμενε μέχρι τέλους ότι δεν είχε ιδέα για τη φρίκη που σκορπούσαν ο άνθρωπος και το καθεστώς που υπηρετούσε, και μάλιστα στην “καρδιά” του, ότι αγνοούσε ακόμα και τη γενοκτονία των Εβραίων, ότι έκανε απλώς τη δουλειά της. Ακόμα φοβερότερη ήταν η ελαφρότητα με την οποία αντιμετώπιζε τα πράγματα ‒ δεν ήξερα αν ήθελα να εξοργιστώ ή να γελάσω νευρικά». 

Ρένη Πιττακή άσπρο πουκάμισο Facebook Twitter
Πιστεύει στους νέους ηθοποιούς, θα τους συμβούλευε ωστόσο αρχικά και ασχέτως ταλέντου «να εξασκήσουν και τις αντοχές τους γιατί θα χρειαστούν πολλές», να διαβάσουν και να ξαναδιαβάσουν το «Πρώτο Σκαλί» του Καβάφη επίσης. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Υπήρχε, άραγε, περίπτωση να μη γνώριζε; «Όχι φυσικά, δεν το πιστεύω. Η ίδια η Πόμσελ, εξάλλου, αναφέρει στη βιογραφία της με καμάρι ότι ανήκε στη ναζιστική ελίτ, κάτι που θεωρούσε μεγάλο επίτευγμα, καθώς προερχόταν από φτωχή οικογένεια. Σε κάποια άλλη αποστροφή του λόγου της παραδέχεται μάλιστα ότι άνθρωποι σαν εκείνη απλώς δεν θέλανε να ξέρουν». Μήπως, όμως, τελικά δεν χρειαζόταν να τους κρύψει κάποιος την αλήθεια, αλλά επέλεγαν οι ίδιοι να μην τη δουν, ακόμα και όταν βρισκόταν μπροστά στα μάτια τους, από φόβο, ανασφάλεια, αδιαφορία, μισαλλοδοξία ή συνενοχή; «Ακριβώς. Έτσι δεν διαμορφώνεται η λεγόμενη σιωπηρή πλειοψηφία, η μεγάλη μάζα που αποτέλεσε τη βάση του Γ’ Ράιχ, στη συναίνεση της οποίας στηρίζονται όλα τα ολοκληρωτικά καθεστώτα; Άνθρωποι που μπορεί να μην είναι φανατικοί, να ήταν μέχρι χτες οι καλύτεροι γείτονες, φίλοι, συνεργάτες, αλλά που αν εσύ βρεθείς στο στόχαστρο της εξουσίας, γίνεσαι γι’ αυτούς αυτομάτως ένας άγνωστος, ένας ξένος, ένας εχθρός. Νομίζω ότι o Χάμπτον επιδιώκει ακριβώς να σε κάνει να αναρωτηθείς σε ποιο βαθμό έχουμε εσύ, εγώ, ο καθένας μας κάτι από τον χαρακτήρα της Πόμσελ, πόσο εύκολα θα μπορούσαμε να βρισκόμασταν στη θέση της, υπακούοντας στο ένστικτο της επιβίωσης αντί για τη συνείδησή μας, όσο κι αν φρίττουμε ως παρατηρητές με την ιδέα».  

Είχαμε και στην Ελλάδα, τηρουμένων των αναλογιών, μια αντίστοιχη εμπειρία από την περίοδο της χούντας; Ναι, και οι συνταγματάρχες στη σιωπηρή πλειοψηφία πόνταραν. Και δεν βγάζει, λέει, τον εαυτό της απέξω: «Έχω ομολογήσει ότι νιώθω ένοχη επειδή δεν είχα το θάρρος να μπω τότε σε μια αντιστασιακή ομάδα. Δεν πήγαμε, βέβαια, με το απριλιανό καθεστώς, αλλά κλειστήκαμε στο θεατράκι μας και μας έφτανε που νιώθαμε ότι κάναμε μια αντιστασούλα μέσα από τα έργα που ανεβάζαμε. Γνωρίζαμε δε ότι, ενώ εμείς δουλεύαμε, προχωρούσαμε, ζούσαμε κανονικά, υπήρχαν εκεί έξω άνθρωποι, ακόμα και συνάδελφοι που είχαν συλληφθεί, βασανιστεί, εκτοπιστεί, είτε διαφύγει στο εξωτερικό, δεν μπορούσαμε να προσποιηθούμε άγνοια».

Ερχόμενη στο σήμερα, λέει πως όχι, στην εποχή της πληροφορίας δεν ξέρει πόσοι από τους τριακόσιους τόσους χιλιάδες ψηφοφόρους που είχε φτάσει κάποτε η Χρυσή Αυγή θα μπορούσαν να επικαλεστούν άγνοια για τα πιστεύω και τις πρακτικές της. «Φαίνεται μάλιστα ότι αυτός ο εφιάλτης δεν έχει τελειώσει. Το έργο είχε πρωτοανέβει πέρσι λίγες μέρες πριν τελειώσει η δίκη της Χρυσής Αυγής στο Εφετείο, όταν όλοι περιμέναμε με αγωνία την απόφαση, φέτος ανεβαίνει λίγο καιρό μετά τα γεγονότα στα ΕΠΑΛ στη Θεσσαλονίκη και άλλες επιθέσεις με ακροδεξιό πρόσημο. Ακροδεξιοί και συμπαθούντες είναι και οι περισσότεροι αρνητές της πανδημίας. Εγώ, να σας πω, τρόμαξα, “ξανά μανά τα ίδια θα ’χουμε;”, αναρωτήθηκα. Τρόμαξα, επίσης, με το πόσα μηνύματα συμπαράστασης έλαβε ο Κασιδιάρης όταν του περιόρισαν αυστηρά τις επικοινωνίες στη φυλακή. Εύχομαι να μην έχουμε χειρότερα, φοβάμαι όμως ότι γενικότερα στην Ευρώπη έχουν και πάλι πέραση ακραίες ιδέες που τις θρέφουν η άγνοια, η ανέχεια και η ανασφάλεια. Αποδιοπομπαίοι τράγοι σήμερα είναι οι μετανάστες που έρχονται να μας πάρουν τις δουλειές, να μας κατακτήσουν, να μας αλλαξοπιστήσουν κ.λπ.».

Ρένη Πιττακή γερμανίδα γραμματεας Facebook Twitter
Η Ρένη Πιττακή ως «Γερμανίδα γραμματέας».

Το σημείο που τη συγκλόνισε περισσότερο στο έργο; «Για μένα είναι εκεί που πάει η Πόμσελ, μετά τον πόλεμο, στο Μουσείο Ολοκαυτώματος και μαθαίνει ότι η Εύα, μια καλή της φίλη Γερμανοεβραία, την οποία θαύμαζε, χάθηκε στο Μπούχενβαλντ και κανείς από την παρέα τους στο Βερολίνο, ούτε βέβαια κι εκείνη, την είχε προειδοποιήσει ή βοηθήσει ώστε να διαφύγει έγκαιρα. Οι αναμνήσεις και οι ενοχές ξυπνούν και τη στοιχειώνουν σε εκείνη την επίσκεψη, ειδικά όταν βρίσκεται στις ντουζιέρες του στρατοπέδου συγκέντρωσης, από όπου διοχετευόταν το φονικό αέριο, εκεί όπου εξοντώθηκε και η Εύα. Γυρνάει, παρά ταύτα, και μας επαναλαμβάνει ότι μόνο μετά τον πόλεμο έμαθε για το Ολοκαύτωμα, όπως ισχυριζόταν και εν ζωή. Ξαναδείχνει, δηλαδή, το άλλο της πρόσωπο, αυτό που είναι διαρκώς παρόν στη σκηνή ως μια προβολή-“ρεπλίκα”, όπως τη λέω, και όπου τη βλέπουμε σε πολλές στιγμές να χαιρετά ναζιστικά ως αφοσιωμένη κρατική λειτουργός, φορώντας με καμάρι το ακριβό ταγέρ που της είχε χαρίσει η κ. Γκέμπελς». Όχι, δεν πίστευε ποτέ ότι τέτοιες μισαλλόδοξες απόψεις θα έβρισκαν τόση απήχηση μετά τον Β’ Παγκόσμιο. «Γεννήθηκα, ξέρετε, λίγο μετά την Απελευθέρωση και τα Δεκεμβριανά, ο πατέρας μου ήταν στον Εθνικό Στρατό, αλλά η γειτονιά μας, τα Εξάρχεια, ήταν ανταρτοκρατούμενη. Ωστόσο, υπήρχε αλληλεγγύη σε ανθρώπινο επίπεδο, οι γείτονες ειδοποίησαν τη μάνα μου να κρύψει τη στολή του άντρα της, μη μας πειράξουν οι αντάρτες. Κι εκείνη, με τη σειρά της, νοιάστηκε γι’ αυτούς στα δύσκολα, δεν απέστρεψε το βλέμμα, όπως θα μπορούσε. Μεγαλώνοντας εγώ και παρότι η οικογένειά μου βρισκόταν στην ασφαλή πλευρά, αυτή των νικητών, αντιλήφθηκα ότι κάτι λάθος συμβαίνει. Γυρνούσα που λες σπίτι από τη σχολή, τους έλεγα διάφορα “περίεργα πράγματα” κι εκείνοι τρελαίνονταν που είχα ξεφύγει από το “εθνικό μονοπάτι”!» 

Πιστεύει στους νέους ηθοποιούς, θα τους συμβούλευε ωστόσο αρχικά και ασχέτως ταλέντου «να εξασκήσουν και τις αντοχές τους γιατί θα χρειαστούν πολλές», να διαβάσουν και να ξαναδιαβάσουν το «Πρώτο Σκαλί» του Καβάφη επίσης. «Βγαίνουν κατά καιρούς διάφορα “πυροτεχνήματα” που λάμπουν για μια στιγμή και ύστερα εξαφανίζονται γιατί δεν υπάρχουν πόλοι να συγκεντρώσουν αυτά τα παιδιά και τις ομάδες που φτιάχνουν. Άνθρωποι όπως ο Κουν και ο Βογιατζής βάζανε χάμω μια πέτρα και κοπανιόντουσαν πάνω σε αυτή με ένα πάθος και μια αφοσίωση στα όρια της μανίας. Οι περισσότερες σχολές υποκριτικής είναι πλέον κερδοσκοπικές επιχειρήσεις. Πόσοι κάνουν σήμερα κάτι ανάλογο;» Μήπως όμως οι παλιότεροι ήταν αυστηροί, υπερβολικά πιεστικοί κάποιες φορές; «Ναι, στο πλαίσιο όμως της τελειομανίας, του απόλυτου δοσίματος στην τέχνη στην οποία διακρίνονταν και εμείς τους ακολουθούσαμε. Σήμερα δεν υπάρχει η “ενός ανδρός αρχή”, η ιεραρχία και η γεροντοκρατία που είχαμε τότε κι αυτό είναι όντως πρόοδος, φτάσαμε εντούτοις στο άλλο άκρο, στο “νέο παιδί είναι, μωρέ, άσ’ το”. Χωρίς μελέτη και δοκιμασία, όμως, δεν καλλιεργούνται σωστές βάσεις, δεν καταφέρνεις να πεις και να δώσεις κάτι ουσιαστικό και τελικά τι απομένει; Μια ζαλάδα! Έπειτα, πολλοί ηθοποιοί κινούνται μεταξύ ερασιτεχνισμού και επαγγελματισμού, σαν να διστάζουν να διαλέξουν. Εκείνος που θα ξεχωρίσει, βέβαια, πραγματικά θα δώσει αμέσως στίγμα, δεν κρύβονται αυτά στο σινάφι μας, άσχετα με την κοινωνική θέση, τις γνωριμίες ή τις δημόσιες σχέσεις. Η εξέλιξη και η διάρκεια, όμως, θέλουν κυνήγι».    

Ρένη Πιττακή: «Το τρομακτικότερο είναι ότι στη θέση της γραμματέως του Γκέμπελς θα μπορούσαμε να βρεθούμε εσύ, εγώ, ο καθένας» Facebook Twitter
«Γεννήθηκα, ξέρετε, λίγο μετά την Απελευθέρωση και τα Δεκεμβριανά, ο πατέρας μου ήταν στον Εθνικό Στρατό, αλλά η γειτονιά μας, τα Εξάρχεια, ήταν ανταρτοκρατούμενη. Ωστόσο, υπήρχε αλληλεγγύη σε ανθρώπινο επίπεδο, οι γείτονες ειδοποίησαν τη μάνα μου να κρύψει τη στολή του άντρα της, μη μας πειράξουν οι αντάρτες». Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Αισθάνθηκε ποτέ η ίδια την ανάγκη να φωνάξει «metoo»; «Προσωπικά όχι, δεν μου έτυχε, συνέβαιναν όμως, τα μαθαίναμε, αλλά παλιότερα επικρατούσε η αντίληψη “τα εν οίκω μη εν δήμω”. Σε πολλούς χώρους, αν ψάξεις, θα βρεις πράγματα σπρωγμένα κάτω από το χαλί, μ’ εμάς όμως έγινε ο κακός χαμός, γιατί είμαστε η “βιτρίνα”», θα πει. «Καλά κάνουν και καταγγέλλουν σεξουαλικές παρενοχλήσεις στον χώρο του θεάματος, όπως έγινε και στον αθλητισμό, θαυμάζω πραγματικά όσες/-ους τόλμησαν και τον λόγο έχει τώρα, φυσικά, η Δικαιοσύνη», συνεχίζει, παρότι ορισμένα άτομα χρησιμοποιούν, πιστεύει, το ΜeΤoo για προβολή ή για να βγάλουν απωθημένα, «με κίνδυνο έτσι να αποδυναμωθεί μια σημαντική υπόθεση». Κατά τα άλλα, λέει, είναι γενικά άνθρωπος με χιούμορ, φύσει αισιόδοξος και νιώθει αρκετά καλά με τον εαυτό της. Την ανησυχούν πολύ, όμως, όσα συμβαίνουν στον κόσμο και γύρω της στην κοινωνία, την οικονομία, το περιβάλλον: «Με ανησυχεί επίσης η έλλειψη σοβαρών ηγετών και κυρίως πνευματικών προσωπικοτήτων που θα λειτουργούσαν ως ανάχωμα στη βαβούρα, στην αλαζονεία και στη βαρβαρότητα. Αυτό που θα ήθελα, όταν πλέον παρέλθω –το λέγαμε αστειευόμενες με την Ξένια Καλογεροπούλου‒, είναι να μπορώ να βγαίνω καμιά φορά από το μνήμα μου και, απολαμβάνοντας ένα μαρτίνι, να παρατηρώ τι γίνεται στον κόσμο, όπως γράφει ο Μπουνιουέλ στην «Τελευταία Πνοή».

Μια Γερμανίδα γραμματέας

Μονόλογος του Κρίστοφερ Χάμπτον

Θέατρο Ιλίσια, Παπαδιαμαντοπούλου 4

Διάρκεια : 85 '

Σκηνοθεσία: Γ. Μόσχος

Ερμηνεύει: Ρ. Πιττακή

Σκηνικά-κοστούμια: Τ. Τζόκα

Μουσική: Θ. Οικονόμου

          

    

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

ΓΙΑ 28 ΜΑΙΟΥ Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Θέατρο / Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Σαν σήμερα, το 1943, γεννήθηκε η Ελληνίδα σοπράνο που διέπρεψε για μια ολόκληρη δεκαετία στην Ευρώπη και την Αμερική, αλλά κάηκε εξαιτίας μιας σειράς ιδιαίτερα απαιτητικών ρόλων, τους οποίους ερμήνευσε πολύ νωρίς. Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, ένας από τους λίγους στην Ελλάδα που γνωρίζουν σε βάθος την πορεία της, περιγράφει την άνοδο και την πτώση της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Θέατρο / Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Από τους Αγίους Σαράντα της Αλβανίας μέχρι τη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, η ζωή του βραβευμένου ηθοποιού, τραγουδιστή και σεναριογράφου είναι μια διαρκής προσπάθεια συμφιλίωσης με την απώλεια. Η παράσταση «Μια άλλη Θήβα» τον καθόρισε, ενώ ο ρόλος του στο «Brokeback Mountain» τού έσβησε κάθε ομοφοβικό κατάλοιπο. Δηλώνει πως αυτό που τον ενοχλεί βαθιά είναι η αδράνεια απέναντι σε όσα συμβαίνουν γύρω μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μιχαήλ Μαρμαρινός: Το έπος μάς έμαθε να αναπνέουμε ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ ΑΡΚΕΤΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ

Θέατρο / Μιχαήλ Μαρμαρινός: «Από μια κοινωνία της αιδούς, γίναμε μια κοινωνία της ξεδιαντροπιάς»

Με τη νέα του παράσταση, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός επιστρέφει στην Οδύσσεια και στον Όμηρο και διερευνά την έννοια της φιλοξενίας. Αναλογίζεται το «απύθμενο θράσος» της εποχής μας, εξηγεί τη στενή σχέση του έπους με το βίωμα και το θαύμα που χάσαμε και παραμένει σχεδόν σιωπηλός για τη νέα του θέση ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
13 λόγοι για να πάμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Θέατρο / 13 λόγοι για να πάμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Τέχνη με φαντασία, αστείρευτη δημιουργία, πρωτοποριακές προσεγγίσεις: ένα επετειακό, εορταστικό, πολυσυλλεκτικό πρόγραμμα για τα 70 χρόνια του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου μέσα από 83 επιλογές από το θέατρο, τη μουσική και τον χορό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κυνηγώντας τον χαμένο χρόνο σε ένα έργο για την εξουσία

Θέατρο / «Δελφίνοι ή Καζιμίρ και Φιλιντόρ»: Ένα έργο για τη μόνιμη ήττα μας από τον χρόνο

Ο Θωμάς Μοσχόπουλος σκηνοθετεί και γράφει ένα έργο-παιχνίδι, εξετάζοντας τις σχέσεις εξουσίας, τον δημιουργικό αντίλογο και τη μάταιη προσπάθεια να ασκήσουμε έλεγχο στη ζωή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΧΛΟΗ ΟΜΠΟΛΕΝΣΚΙ: Σκηνογράφος-ενδυματολόγος του θεάτρου και της όπερας

Οι Αθηναίοι / Χλόη Ομπολένσκι: «Τι είναι ένα θεατρικό έργο; Οι δυνατότητες που δίνει στους ηθοποιούς»

Ξεκίνησε την καριέρα της ως βοηθός της Λίλα ντε Νόμπιλι, υπήρξε φίλη του Γιάννη Τσαρούχη, συνεργάστηκε με τον Κάρολο Κουν και τον Λευτέρη Βογιατζή, δούλεψε με τον Φράνκο Τζεφιρέλι και, για περισσότερο από 20 χρόνια, με τον Πίτερ Μπρουκ. Η διεθνούς φήμης σκηνογράφος και ενδυματολόγος Χλόη Ομπολένσκι υπογράφει τα σκηνικά και τα κοστούμια στην «Τουραντότ» του Πουτσίνι και αφηγείται τη ζωή της στη LiFO.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Φάουστ» του Άρη Μπινιάρη, ένα μιούζικαλ από την Κόλαση

Θέατρο / Φάουστ: Ένα μιούζικαλ από την κόλαση

«Ζήσε! Μας λέει ο θάνατος, ζήσε!», είναι το ρεφρέν του τραγουδιού που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά, εν μέσω ομαδικών βακχικών περιπτύξεων – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Φάουστ» του Γκαίτε σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη στο Εθνικό Θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Η Αριάν Μνουσκίν τα βάζει με τους δράκους της Ιστορίας

Θέατρο / Η Αριάν Μνουσκίν τα βάζει με τους δράκους της Ιστορίας

Η μεγάλη προσωπικότητα του ευρωπαϊκού θεάτρου Αριάν Μνουσκίν επιστρέφει στο Φεστιβάλ Αθηνών με το Θέατρο του Ήλιου για να μιλήσουν για τα τέρατα της Ιστορίας που παραμονεύουν πάντα και απειλούν τον ελεύθερο κόσμο. Με αφορμή την παράσταση που αποθεώνει τη σημασία του λαϊκού θεάτρου στην εποχή μας μοιραζόμαστε την ιστορία της ζωής και της τέχνης της, έννοιες άρρηκτα συνδεδεμένες, που υπηρετούν με πάθος την πρωτοπορία, την εγγύτητα που δημιουργεί η τέχνη και τη μεγαλειώδη ουτοπία.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ Νίκος Χατζόπουλος

Νίκος Χατζόπουλος / «Αν σκέφτεσαι μόνο το ταμείο, κάποια στιγμή το ταμείο θα πάψει να σκέφτεται εσένα»

Ο Νίκος Χατζόπουλος έχει διανύσει μια μακρά πορεία ως ηθοποιός, σκηνοθέτης, μεταφραστής και δάσκαλος υποκριτικής. Μιλά στη LIFO για το πόσο έχει αλλάξει το θεατρικό τοπίο σήμερα, για τα πρόσφατα περιστατικά λογοκρισίας στην τέχνη, καθώς και για τις προσεχείς συνεργασίες του με τον Γιάννη Χουβαρδά και τον Ακύλλα Καραζήση.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τι θα δούμε φέτος στο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας;

Χορός / Τι θα δούμε φέτος στο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας;

Maguy Marin, Χρήστος Παπαδόπουλος, Damien Jalet, Omar Rajeh και άλλα εμβληματικά ονόματα του χορού πρωταγωνιστούν στις 20 παραστάσεις του φετινού προγράμματος του 31ου Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, που θα πραγματοποιηθεί από τις 18-27 Ιουλίου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Μια άλλη Θήβα»: Η πιο αθόρυβη επιτυχία της θεατρικής Αθήνας

The Review / «Μια άλλη Θήβα»: Η παράσταση-φαινόμενο που ξεπέρασε τους 100.000 θεατές

O Χρήστος Παρίδης συνομιλεί με τη Βένα Γεωργακοπούλου για την θεατρική παράσταση στο Θεάτρο του Νέου Κόσμου, σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, που διανύει πλέον την τρίτη της σεζόν σε γεμάτες αίθουσες. Ποιο είναι το μυστικό της επιτυχίας της; Το ίδιο το έργο ή οι δύο πρωταγωνιστές, ο Θάνος Λέκκας και ο Δημήτρης Καπουράνης, που καθήλωσαν το κοινό;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Διαβάζοντας Ευριπίδη καταλαβαίνεις πού πάτησε η ακροδεξιά»

Θέατρο / «Διαβάζοντας Ευριπίδη καταλαβαίνεις πού πάτησε η ακροδεξιά»

Η Μαρία Πρωτόπαππα σκηνοθετεί την «Ανδρομάχη» στην Επίδαυρο, με άντρες ηθοποιούς στους γυναικείους ρόλους, εξερευνώντας τις πολιτικές και ηθικές διαστάσεις του έργου του Ευριπίδη. Η δημοκρατία, η ελευθερία, η ηθική και η ευθύνη ηγετών και πολιτών έρχονται σε πρώτο πλάνο σε μια πολιτική και κοινωνική τραγωδία με πολυδιάστατη δομή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η «Χρυσή Εποχή»

Αποστολή στο Νόβι Σαντ / Κωνσταντίνος Ρήγος: «Ήθελα ένα υπέροχο πάρτι όπου όλοι είναι ευτυχισμένοι»

Στη νέα παράσταση του Κωνσταντίνου Ρήγου «Χρυσή Εποχή», μια συμπαραγωγή της ΕΛΣ με το Φεστιβάλ Χορού Βελιγραδίου, εικόνες από μια καριέρα 35 ετών μεταμορφώνονται ‒μεταδίδοντας τον ηλεκτρισμό και την ενέργειά τους‒ σε ένα ολόχρυσο ξέφρενο πάρτι.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
CHECK Απόπειρες για τη ζωή της: Ψάχνοντας την αλήθεια για τις υπέροχες, βασανισμένες γυναίκες και τις τραγικές εμπειρίες τους

Θέατρο / Η βάρβαρη εποχή που ζούμε σε μια παράσταση

Ο Μάρτιν Κριμπ στο «Απόπειρες για της ζωή της» που ανεβαίνει στο Θέατρο Θησείον σκιαγραφεί έναν κόσμο όπου κυριαρχεί ο πόλεμος, ο θάνατος, η καταπίεση, η τρομοκρατία, η φτώχεια, ο φασισμός, αλλά και ο έρωτας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
To νόημα τού να ανεβάζεις Πλάτωνα στην εποχή του ΤikTok

Άννα Κοκκίνου / To νόημα τού να ανεβάζεις το Συμπόσιο του Πλάτωνα στην εποχή του tinder

Η Άννα Κοκκίνου στη νέα της παράσταση αναμετριέται με το «Συμπόσιο» του Πλάτωνα και τις πολλαπλές όψεις του Έρωτα. Εξηγεί στη LiFO για ποιον λόγο επέλεξε να ανεβάσει το αρχαίο φιλοσοφικό κείμενο, πώς το προσέγγισε δραματουργικά και κατά πόσο παραμένουν διαχρονικά τα νοήματά του.
M. HULOT
«Άμα σε λένε “αδελφή”, πώς να δεχτείς την προσβολή ως ταυτότητά σου;»

Θέατρο / «Άμα σε λένε “αδελφή”, πώς να δεχτείς την προσβολή ως ταυτότητά σου;»

Η παράσταση TERAΣ διερευνά τις queer ταυτότητες και τα οικογενειακά τραύματα, μέσω της εμπειρίας της αναγκαστικής μετανάστευσης. Μπορεί τελικά ένα μέλος της ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητας να ζήσει ελεύθερα σε ένα μικρό νησί;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Αντώνης Αντωνόπουλος από μικρός είχε μια έλξη για τα νεκροταφεία ή Όλα είναι θέατρο αρκεί να στρέψεις το βλέμμα σου πάνω τους ή Η παράσταση «Τελευταία επιθυμία» είναι ένα τηλεφώνημα από τον άλλο κόσμο

Θέατρο / «Ας απολαύσουμε τη ζωή, γιατί μας περιμένει το σκοτάδι»

Ο Αντώνης Αντωνόπουλος, στη νέα του παράσταση «Τελευταία Επιθυμία», δημιουργεί έναν χώρο όπου ο χρόνος για λίγο παγώνει, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να συναντήσουμε τους νεκρούς αγαπημένους μας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ