Ο ΧΟΥΑΝ ΚΑΡΛΟΣ ΑΡΙΑΣ, ένας ιδιωτικός ντετέκτιβ και αστυνομικός ρεπόρτερ από τη Σεβίλλη, δημοσίευσε πρόπερσι, μετά από πολλά χρόνια ερευνητικής δουλειάς, το ενδιαφέρον βιβλίο του «El falsificador de Franco» («Ο πλαστογράφος του Φράνκο»). Ο Άριας αποφάσισε πριν από μερικά χρόνια να ξεκινήσει μια έρευνα, την οποία ουσιαστικά συνέχισε από το σημείο που την είχε αφήσει ο αστυνομικός πατέρας του όταν τον σταμάτησε το καθεστώς του δικτάτορα Φράνκο τη δεκαετία του ’60.
Το 1960 μια καταγγελία για ένα πλαστό έργο του Βελάσκεθ οδήγησε τον αστυνομικό, ειδικό σε θέματα τέχνης, πατέρα του Χουάν Κάρλος Άριας, Χοσέ, στην ανακάλυψη ενός ολόκληρου κυκλώματος που εκμεταλλευόταν το ταλέντο του Εδουάρδο Ολάγια, ενός Σεβιλιάνου ζωγράφου με ταραχώδη ζωή, γνωστού πλέον για τις εξαιρετικά πειστικές απομιμήσεις έργων μεγάλων ζωγράφων, όπως του Ελ Γκρέκο, του Βελάσκεθ και του Μουρίγιο, τις οποίες φιλοτεχνούσε. Μόνο που εκείνος ο πλαστός πίνακας με τη νεκρή φύση του Βελάσκεθ είχε καταλήξει στην Κάρμεν Πόλο, σύζυγο του δικτάτορα Φράνκο, ο οποίος για να μη γίνει σκάνδαλο απαίτησε να κουκουλωθούν όσα είχε αποκαλύψει ο αστυνομικός Χοσέ Άριας και να σταματήσει η έρευνα, που παραλίγο να κοστίσει και την καριέρα του Άριας.
Ο Χουάν Κάρλος λέει ότι ο πατέρας του απέφευγε για πολλά χρόνια κάθε αναφορά στην υπόθεση αυτή και αποφάσισε να μιλήσει και να του αφηγηθεί τα γεγονότα όταν βγήκε στη σύνταξη. Το νήμα αυτής της ιστορίας αποφάσισε αρκετά χρόνια μετά να ξετυλίξει και ο ίδιος, συνεχίζοντας την έρευνα από εκεί που είχε σταματήσει ο πατέρας του, εξαναγκασμένος από το καθεστώς του Φράνκο.
Ο Άριας ισχυρίζεται πως έχει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ακόμα και το ισπανικό μουσείο Πράδο έχει αγοράσει πολλά έργα από τον Αμερικανό ντίλερ Στάνλεϊ Μος και ότι δεν είναι το μόνο μεγάλο μουσείο που φέρεται να έχει αντίγραφα του Ελ Γκρέκο. Μεταξύ των μουσείων που θεωρεί ότι έχουν πλαστά έργα είναι το Μουσείο Thyssen και η ελληνική Εθνική Πινακοθήκη.
Στην έρευνά του, την οποία κατέγραψε στο βιβλίο του «El falsificador de Franco», οι πρωταγωνιστές είναι ο Σεβιλιάνος Εδουάρδο Ολάγια, ένας ιδιοφυής αλλά και «καταραμένος» πλαστογράφος-ζωγράφος, ο επίσης Σεβιλιάνος Αντρές Μόρο, ένας άπληστος αντικέρ, και ο Αμερικανοεβραίος Στάνλεϊ Μος, ένας κυνικός έμπορος τέχνης αλλά και ποιητής, οι οποίοι συμμετείχαν σε ένα διεθνές δίκτυο που τοποθέτησε πλαστά έργα που είχαν δημιουργηθεί στη Σεβίλλη τη δεκαετία του ’60 ως πρωτότυπα σε μουσεία και συλλογές σε όλο τον κόσμο. Λόγω της σεβιλιάνικης προέλευσης των πλαστών έργων, η αστυνομική έρευνα της δεκαετίας του ’60 ονομάστηκε «Επιχείρηση Σεβίλλη».

Η σύζυγος του δικτάτορα Φράνκο, στην οποία είχε αποδοθεί το παρατσούκλι «La Collares» («κυρία Περιδέραιο», σε μια πιο ελεύθερη μετάφραση, λόγω του πάθους της για τα ακριβά κοσμήματα), ήθελε να αποκτά ακριβά αντικείμενα χωρίς να πληρώνει και έχει γραφτεί ότι επισκεπτόταν συχνά το μαγαζί του αντικέρ Αντρές Μόρο, το οποίο συχνά «λεηλατούσε». Η εκδίκηση του αντικέρ ήταν να της πλασάρει έναν ψεύτικο Βελάσκεθ που η Κάρμεν Πόλο είχε θεωρήσει κελεπούρι. Η «απάτη της Σεβίλλης» όμως ήταν ταμπού για το καθεστώς του δικτάτορα Φράνκο, αφού ακουμπούσε ακόμα και τη σύζυγό του, γι’ αυτό έμειναν ατιμώρητοι τότε όλοι οι πρωταγωνιστές της, πλην του Εδουάρδο Ολάγια που ήταν ο πιο αδύναμος κρίκος. Ο συγγραφέας, μάλιστα, όπως και ο πατέρας του, μοιάζει να τον βλέπει με κάποια συμπάθεια (μόνο αυτόν), καθώς αναφέρεται με θαυμασμό στο ταλέντο του και επισημαίνει ότι δεν πλαστογραφούσε ποτέ την υπογραφή του Ελ Γκρέκο από σεβασμό στον μεγάλο ζωγράφο. Γι’ αυτό και οι πλαστογραφίες του Ολάγια δεν έχουν υπογραφή, έχουν όμως ένα άλλο σημάδι που λίγοι αναγνωρίζουν.

Ο Χουάν Κάρλος Άριας θεωρεί τον Εδουάρδο Ολάγια «τον τελευταίο κρίκο» σε μια μεγάλη αλυσίδα, ή ένα πιόνι σε μια σκακιέρα, όπου όλα τα πιόνια μετακινούνταν από τον Σεβιλιάνο έμπορο αντικών Αντρές Μόρο. Ο Ολάγια βρισκόταν συχνά σε μεγάλη οικονομική ανάγκη και για 500 δολάρια μπορούσε να ζωγραφίσει ό,τι του ζητούσαν. Το ταλέντο αυτό και τις αδυναμίες του εκμεταλλεύτηκαν οι υπόλοιποι του κύκλου, βγάζοντας πολλά χρήματα. Ο Άριας ανακάλυψε τις διεθνείς διασυνδέσεις του κυκλώματος μέσω του Αμερικανού εμπόρου τέχνης Στάνλεϊ Μος, ο οποίος πούλησε πολλά πλαστά έργα σε Αμερικανούς εκατομμυριούχους.
Το κύκλωμα της Σεβίλλης ειδικευόταν σε μεγάλους Ισπανούς ζωγράφους, αλλά ιδιαίτερα στον Ελ Γκρέκο, αφού ο Ολάγια ήταν εξπέρ στη δημιουργία αντιγράφων του που βρέθηκαν σε ιδιωτικές συλλογές και μουσεία σε όλο τον κόσμο. Ένα από τα μουσεία αυτά είναι το Meadows στο Ντάλας του Τέξας, το οποίο κάποιοι αποκαλούσαν και Πράδο της Αμερικής, λόγω των πολλών ισπανικών έργων που συγκέντρωσε εκεί ο Algur H. Meadows, ένας πάμπλουτος πετρελαιοπαραγωγός που είχε επισκεφτεί την Ισπανία και ήταν θαυμαστής της ισπανικής τέχνης. Ο Άριας υποστηρίζει ότι ο «Ευαγγελισμός» του Ελ Γκρέκο που βρίσκεται στο μουσείο Meadows, το οποίο αναγνώρισε πριν από μερικά χρόνια ότι πρόκειται για πλαστό έργο, είναι του Εδουάρδο Ολάγια.

Ο ντετέκτιβ-συγγραφέας λέει ότι ο Ολάγια έχει ζωγραφίσει κάπου 400 πίνακες και ότι το 80% αυτών ήταν αντίγραφα πινάκων του Ελ Γκρέκο. Ο Άριας ισχυρίζεται πως έχει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ακόμα και το ισπανικό μουσείο Πράδο έχει αγοράσει πολλά έργα από τον Αμερικανό ντίλερ Στάνλεϊ Μος και υποστηρίζει ότι δεν είναι το μόνο μεγάλο μουσείο που φέρεται να έχει αντίγραφα του Ελ Γκρέκο. Μεταξύ των μουσείων που θεωρεί ότι έχουν πλαστά έργα, τα οποία αγόρασαν από τον Στάνλεϊ Μος, είναι το Μουσείο Thyssen και η ελληνική Εθνική Πινακοθήκη, την οποία αναφέρει στο βιβλίο του, όπως και την προσπάθειά του να μάθει την προέλευση των έργων, και κυρίως αν πουλήθηκαν από τον Στάνλεϊ Μος. Αλλά η διευθύντρια, λέει, αρνήθηκε να του δώσει πληροφορίες.
Η αλληλογραφία του Άριας με την Εθνική Πινακοθήκη
Στο βιβλίο του ο Άριας αναφέρει ότι προσπάθησε να επικοινωνήσει με τους διευθυντές από όλα τα μουσεία και τις πινακοθήκες που θεωρεί ότι έχουν αγοράσει «Ελ Γκρέκο» από τον Στάνλεϊ Μος. Για την Εθνική Πινακοθήκη γράφει ότι έστειλε ένα email και έλαβε απάντηση στις 6 Οκτωβρίου 2022.
«Το υπογράφει η Έφη Αγαθονίκου, υπεύθυνη των συλλογών του κρατικού ελληνικού μουσείου, σύμφωνα με τον τίτλο που αναφέρεται στη συγκεκριμένη απάντηση. Το κείμενό της δεν στερείται ενδιαφέροντος. Ανταπαντά στο email που της εστάλη, επικαλούμενη την άρνησή της να διαφωτίσει την προέλευση, ούτε λίγο ούτε πολύ, τριών από τα δέκα έργα του Γκρέκο, που διαθέτει το μουσείο, απορρίπτοντας τη νομιμότητα του ερωτώντος».
Ακολουθεί η μετάφραση του email που έλαβε ο συγγραφέας, πριν δημοσιευθεί στο βιβλίο:
«Σε σχέση με το ηλεκτρονικό σας μήνυμα με ημερομηνία 20 Σεπτεμβρίου 2022, που εστάλη στην υπηρεσία της Εθνικής Πινακοθήκης, σας ενημερώνουμε ότι η Εθνική Πινακοθήκη, ως δημόσιος οργανισμός του ελληνικού κράτους που διέπεται από το ελληνικό δίκαιο, δεν υποχρεούται να απαντήσει στις ερωτήσεις που περιλαμβάνονται σε αυτό, καθώς δεν έχετε κανένα νομικό δικαίωμα. Επιπλέον, δεν έχει αποδειχθεί ότι έχετε κάποια νομική σχέση που να σας συνδέει με τις πληροφορίες στις οποίες ζητήσατε πρόσβαση».
Δηλαδή, λέει ο συγγραφέας, «δεν διευκρινίζεται ούτε διαψεύδεται ότι τρεις πίνακες του σημαντικότερου Έλληνα ζωγράφου μετά την κλασική περίοδο του ελληνικού πολιτισμού ενδέχεται να μην είναι αυθεντικοί, αφού πουλήθηκαν από έναν παντός τύπου έμπορο τέχνης, τον Στάνλεϊ Μος». Και συνεχίζει: «Ο συγγραφέας δηλαδή δεν έλαβε απάντηση, επειδή δεν έχει ελληνική υπηκοότητα, αν και φοβάται ότι το δικαίωμα στην πληροφόρηση οποιουδήποτε Έλληνα θα λάβει μια εξίσου ακατάλληλη απάντηση».

«Πρέπει να προστεθεί, τέλος, ότι η κυρία Αγαθονίκου είναι επικεφαλής συντηρήτρια του Εθνικού Μουσείου της Ελλάδας από το 1987, εδώ και πάνω από τριάντα πέντε χρόνια. Γι’ αυτόν τον λόγο, η ιδιότυπη απάντησή της καλύπτει με αδιαφάνεια ένα άβολο θέμα και προσθέτει αμφιβολίες σχετικά με την αυθεντικότητα των πινάκων που φέρεται να αγόρασε αυτό το μουσείο από τον κύριο Μος πριν από χρόνια» γράφει στο βιβλίο του ο Χουάν Κάρλος Άριας.
Η αγορά του «Άγιου Πέτρου» του Ελ Γκρέκο το 1995
Στις 8 Ιουνίου θα κλείσουν τριάντα χρόνια από την ημέρα που ανακοινώθηκε ως πολύ σπουδαίο γεγονός ότι η Εθνική Πινακοθήκη αγόρασε τον πίνακα «Άγιος Πέτρος» του Ελ Γκρέκο-Δομήνικου Θεοτοκόπουλου. Η αγορά του είχε κοστίσει 290 εκατομμύρια δραχμές τότε, το 1995, που δεν υπήρχε ακόμα το ευρώ. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της Εθνικής Πινακοθήκης, τα χρήματα αυτά δεν τα είχε δώσει το Δημόσιο, αλλά είχαν συγκεντρωθεί από προσφορές ιδιωτών, ιδρυμάτων και μερικών καλλιτεχνών.
Ο πίνακας «Άγιος Πέτρος», σύμφωνα με την Εθνική Πινακοθήκη, χρονολογείται κάπου ανάμεσα στο 1600 και το 1607 και «ανήκει σε μια σειρά από προσωπογραφίες των δώδεκα Αποστόλων και του Χριστού, που δημιουργήθηκαν για πρώτη φορά από τον Ελ Γκρέκο και ονομάστηκαν “αποστολάτα”».

Ρεπορτάζ της εφημερίδας «Τα Νέα» εκείνης της εποχής έγραφε για το «αίσιο τέλος της πολυτάραχης ιστορίας της αγοράς» του πίνακα και αναφερόταν στο «περίτρανα αποδεδειγμένο αυτόγραφο έργο του Ελ Γκρέκο», ως «το μοναδικό κομμάτι μιας χαμένης σειράς Αποστόλων», σύμφωνα με τη Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, η οποία ήταν η διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης τότε. Σε δηλώσεις της, που φιλοξενούσε η εφημερίδα, λέει πως ο πίνακας «αγοράστηκε από την Εθνική Πινακοθήκη αντί 1.200.000 δολαρίων, περίπου 290 εκατομμυρίων δραχμών, ποσό μειωμένο κατά 600.000 δολάρια από την αρχική τιμή». Η Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα, έγραφε το άρθρο, είχε ανακοινώσει τα ονόματα όσων είχαν συνεισφέρει οικονομικά για την αγορά του πίνακα, με την «πρωτοποριακή για δημόσιο θεσμό καμπάνια ανεύρεσης πόρων», μεταξύ των οποίων απλοί πολίτες και μεγάλα ιδρύματα. Δεν υπήρχε ωστόσο καμία αναφορά στο όνομα του Στάνλεϊ Μος και στο αν ήταν αυτός από τον οποίο αγοράστηκε το έργο.
Ο Χουάν Κάρλος Άριας απαντάει στις ερωτήσεις της Lifo
Ο συγγραφέας του βιβλίου «Ο πλαστογράφος του Φράνκο», με τον οποίο επικοινωνήσαμε, μας είπε πως κατά τη διάρκεια της έρευνάς του είχε επικοινωνήσει με την Έφη Αγαθονίκου, την προϊσταμένη Συλλογών και Μουσειολογικού Προγραμματισμού της Εθνικής Πινακοθήκης. Πώς έφτασε όμως να θεωρεί ότι στην Ελλάδα μπορεί να υπήρχαν πλαστοί πίνακες του Ελ Γκρέκο; «Γνώριζα εκ των προτέρων ότι η Ελλάδα είχε αποκτήσει τρεις Ελ Γκρέκο πριν από δεκαετίες. Οι πίνακες πωλήθηκαν από τον Στάνλεϊ Μος, έναν γκαλερίστα της Νέας Υόρκης που προμηθεύτηκε τέλεια αντίγραφα των πινάκων από τον Αντρές Μόρο, έναν αντικέρ της Σεβίλλης και πρώην εραστή του Ολάγια».
Πώς το γνώριζε; «Το ήξερα επειδή ο Μος ανήρτησε τα έργα στην ενότητα “Αξιοσημείωτες Πωλήσεις” της ιστοσελίδας του. Το τμήμα αυτό διαγράφηκε μετά τον θάνατό του τον Ιούλιο του 2024 σε ηλικία 99 ετών. Μπορείτε να βρείτε νεκρολογίες γι’ αυτόν στους “New York Times” και στην “Washington Post”» μας λέει.
Αναφέρει ότι η απάντηση της κυρίας Αγαθονίκου τον εξέπληξε τόσο πολύ που αποφάσισε να την παραθέσει ολόκληρη στη σελίδα 140 του βιβλίου του. «Πιστεύω ότι τα μουσεία και οι συλλέκτες παραμένουν αδιαφανείς, αποφεύγοντας την αμηχανία τού να παραδεχτούν ότι διαθέτουν “κοσμήματα” που στην πραγματικότητα είναι τέλειες απομιμήσεις». Λέει πως έχει απευθυνθεί σε μουσεία και συλλέκτες σε όλο τον κόσμο, «όπου ο Στάνλεϊ Μος και η κλίκα του τοποθετούσαν αντίγραφα ως αυθεντικά έργα».

«Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, γνωστός και ως Ελ Γκρέκο, θεωρείται ο πιο καταξιωμένος Έλληνας ζωγράφος. Πριν και μετά τον θάνατό του είχε σχολή και μιμητές. Ζωγράφισε επίσης προσχέδια και άλλα έργα. Ως λάτρης της τέχνης, γνωρίζω από ειδικούς ότι το έργο του έχει καταγραφεί και ότι δεν έχει ζωγραφίσει τίποτα από τον θάνατό του και μετά, εδώ και αιώνες − με συγχωρείτε για το αστείο», λέει κάνοντας χιούμορ. «Το μόνο που ζήτησα για να οριστικοποιηθεί η απάτη των πλαστών έργων που δημιουργήθηκαν επί Φράνκο ήταν η απόδειξη γνησιότητας πριν από την αγορά των έργων του Ελ Γκρέκο ή άλλων πινάκων που κόστισαν εκατομμύρια. Κανείς δεν είπε ότι έχει αυτή την απόδειξη». Και για την Ελλάδα; Τι στοιχεία έχει; «Από όλα όσα έχω διαβάσει, πιστεύω ότι οι πίνακες που εκτίθενται στην Αθήνα και αποδίδονται στον Έλληνα καλλιτέχνη δεν είναι αυθεντικοί», απαντά.
Αγοράστηκαν πράγματι οι πίνακες του Ελ Γκρέκο, όπως ο περίφημος «Άγιος Πέτρος», από τον Στάνλεϊ Μος, όπως θεωρεί ο Χουάν Κάρλος Άριας; Αυτό θα μπορούσε να απαντηθεί μόνο από την Εθνική Πινακοθήκη. Ακόμα και αν η απάντηση, όμως, είναι θετική, αυτό δεν σημαίνει αυτόματα ότι ο πίνακας είναι πλαστός, καθώς ο Στάνλεϊ Μος πουλούσε πολλά πλαστά έργα που ζωγράφιζε ο Ολάγια, αλλά είχε πουλήσει και μερικά γνήσια.
Σήμερα, πάντως, υπάρχουν πολλές επιστημονικές μέθοδοι για να προσδιοριστεί εάν ένας πίνακας είναι πλαστός, μέθοδοι που δεν υπήρχαν τη δεκαετία του ’60, όταν δρούσε το κύκλωμα της Σεβίλλης.

«Η τέχνη έχει τεράστια αγορά. Και η ζήτηση είναι μεγαλύτερη από την προσφορά εδώ και αιώνες. Επιπλέον, οι πιο διάσημοι ζωγράφοι δεν ζωγραφίζουν πια από τους τάφους τους» συνηθίζει να λέει ο Άριας, με το χιούμορ που τον χαρακτηρίζει.
«Οι οίκοι δημοπρασιών, οι νέοι εκατομμυριούχοι, οι ψυχαναγκαστικοί συλλέκτες, το πετροδολάριο και το ξέπλυμα βρόμικου χρήματος εξηγούν επίσης αυτό που συμβαίνει. Επιπλέον, οι πίνακες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εξόφληση των χρεών των εκατομμυριούχων προς την εφορία» είχε πει πριν από καιρό ο Χουάν Κάρλος Άριας σε μία ισπανική εφημερίδα, με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του.
Στα καθ’ ημάς το ερώτημα είναι: αγοράστηκε πράγματι ο «Άγιος Πέτρος» και άλλοι δύο πίνακες του Ελ Γκρέκο από τον περιβόητο έμπορο τέχνης Στάνλεϊ Μος; Διότι αν η απάντηση είναι θετική, η Εθνική Πινακοθήκη οφείλει να προχωρήσει σε έλεγχο γνησιότητας, η οποία στην εποχή μας πλέον είναι δυνατή.