Eγώ, ο Ιόλας. Aπο τον Κωστή Παπαγιώργη

Eγώ, ο Ιόλας. Aπο τον Κωστή Παπαγιώργη Facebook Twitter
Lester, Iolas and Catherine Guinness, 29 Mαρτίου 1979. Φωτ.: Andy Warhol
0

Το καλοκαίρι του 1940 ένας Ιταλός φίλος του μετέπειτα Έλληνα συλλέκτη τον πήγε στο κτήμα του Ρούσβελτ, του Προέδρου της Αμερικής, διότι η εγγονή του Θεοδώρα ήθελε να γίνει χορεύτρια. Ο Ιόλας έζησε έναν έρωτα μαζί της, τη συναναστράφηκε μερικά χρόνια, την αρραβωνιάστηκε, αλλά όταν άρχισαν οι αντιδράσεις του προεδρικού κύκλου, για να αποφύγουν το σκάνδαλο, οι δύο νέοι χώρισαν. Πάντως, στην εγγονή όφειλε τον αναβαπτισμό του - από Κωνσταντίνος Κουτσούδης, γεννηθείς στην Αλεξάνδρεια, έγινε ο παγκοσμίως γνωστός Αλέξανδρος  Ιόλας. Η αλεξανδρινή του ρίζα και η μεγαλοαστική του καταγωγή προφανώς αποτέλεσαν ισχυρό παράγοντα για την κατοπινή του σταδιοδρομία.

Στην Αθήνα σπούδασε χορογραφία με τον Βάσο και την Τανάγρα Κανέλλου και, με τη βοήθεια του Δημήτρη Μητρόπουλου, πήγε στο Βερολίνο για σπουδές, όπου τελικά αναδείχτηκε σε πρώτο χορευτή στο Λυρικό Θέατρο του Σάλτσμπουργκ. Τότε ακριβώς άρχισε και η συλλεκτική του μανία για τη ζωγραφική, οι φιλίες με διάσημους καλλιτέχνες σαν τον Ντε Κίρικο, το άνοιγμα εκθέσεων σε μεγάλες πρωτεύουσες (Νέα Υόρκη, Παρίσι, Ρώμη, Βερολίνο, Γενεύη, Μιλάνο, Μαδρίτη, Βηρυτό) και, πάνω απ’ όλα, το θυελλώδες μεσουράνημα του φαινομένου «Ιόλας». Αυτό ακριβώς επιχειρεί να αναδείξει ο Νίκος Σταθούλης, επιστήθιος φίλος του συλλέκτη κι επιλεγμένος βιογράφος του. Η μορφή που έδωσε στο βιβλίο είναι, θα λέγαμε, μια μακροσκελής συνέντευξη τριακοσίων σελίδων, η οποία παρακολουθεί την πορεία του Ιόλα σε όλες τις φάσεις της ζωής του.

Οι ιδιοφυείς νέοι της ελληνικής περιφέρειας -ο Ωνάσης κυρίως και ο Ζάπας- θαυμάστηκαν για το κερδοσκοπικό τους δαιμόνιο, με τη διαφορά ότι το δαιμόνιό τους αφορούσε τα λεφτά, μονάχα τα λεφτά, ενώ ο Ιόλας ήταν αποφασιστικά στραμμένος προς την τέχνη. Οι εφοπλιστές ήταν φορτηγατζήδες του πελάγους, αγόραζαν «μαούνες» και τις γέμιζαν δολάρια, αντίθετα ο Αλεξανδρινός είχε ανέβει άλλη κλίμακα.

Ένα από τα ανεξήγητα της νεανικής ζωής του είναι, βέβαια, η εγκατάλειψη του χορού.

Ο ίδιος παρατηρεί: «Η ζωή με τους χορευτές είναι το χειρότερο πράγμα. Πολύ σπάνια έχουν ανατροφή. Έτσι, το 1944 χόρεψα για τελευταία φορά. Ως τότε ποτέ δεν είχα πάψει να αγοράζω έργα τέχνης, κοσμήματα, πίνακες, γούνες, ταπισερί. Μου άρεσαν πολύ τα παλιά πράγματα. Αλλά ένας πίνακας του Ντε Κίρικο με έκανε το 1931 να ανακαλύψω τη μοντέρνα τέχνη, αυτή που πήγαινε στον σουρεαλισμό, αυτή που λατρεύω». Ένας άνθρωπος που για να χαρακτηρίσει την Τζάκυ Ωνάση έλεγε πως «το πρόσωπό της παίρνει το χρώμα της φράσης που λέει» ασφαλώς δεν στερείται γούστου. Το βασικό ένστικτο του Ιόλα ήταν η εκρηκτική διασημότητα πάση θυσία, η παγκόσμια φήμη, η συναναστροφή θρύλων από κάθε κοινωνική ομάδα, το μεγάλο όνομα, η αίγλη με κοινωνικό αντίκρισμα, η φήμη και το κοσμικό αίνιγμα. Ζώντας πάντα μέσα σε ένα δίκτυο διαθρυλούμενων ατόμων, πολιτικών, καλλιτεχνών, ανθρώπων του πλούτου αλλά και των γραμμάτων, δεν δανειζόταν απλώς δόξα αλλά ανήκε δικαιωματικά σ’ έναν λαό «εκλεκτών» και αδιαφιλονίκητων σταρ. Χωρίς μικροψυχία, οφείλουμε να παρατηρήσουμε ότι ο Ιόλας δεν ήταν δημιουργός, δεν «γεννούσε» κάτι, απεναντίας το ανακάλυπτε, του πρόσφερε προστασία και διασημότητα, το καθιστούσε παγκόσμια ανακοίνωση και φυσικά συνέδεε το όνομά του με τη συντροφιά των ζωγράφων. Εξάλλου, μπορεί να μη ζωγράφιζε, ωστόσο αντιμετώπιζε τον εαυτό του ως ένα είδος έργου τέχνης. Είχε μυθική γκαρνταρόμπα, συντηρούσε αμέτρητα κοστούμια, γούνες, υποκάμισα, με έκδηλη την πρόθεση να μην έχει ψεγάδι - όντας ο φύλακας άγγελος της γκαλερί που στέγαζε τον μύθο της ομορφιάς. Μπορεί, βέβαια, να δανειζόταν δόξα από δεύτερο χέρι, αλλά, προάγοντας τον εαυτό του σε κοινωνικό φαινόμενο, άφηνε να εννοηθεί ότι κάτι από Ιόλα υποκρύπτεται σε όλα. Ο ίδιος ήθελε να είναι -και ήταν ενίοτε- ένα ένσαρκο αριστούργημα. «Η τέχνη δεν έχει λόγια. Τα λόγια δεν έχουν καμιά σχέση με την τέχνη. Αυτό είναι το μυστικό της. Την αφήνεις να σε μαγέψει. Είναι λάθος να είσαι έξυπνος και να μιλάς με γνωματεύσεις. Όταν το κάνεις αυτό, απλά γίνεσαι βαρετός. Το να μιλάς για την τέχνη μου φαίνεται πως είναι ο καλύτερος τρόπος για να ξεκινήσει ένας καβγάς»!!!

Eγώ, ο Ιόλας. Aπο τον Κωστή Παπαγιώργη Facebook Twitter
Αναδείχτηκε σε πρώτο χορευτή στο Λυρικό Θέατρο του Σάλτσμπουργκ.

Οι ιδιοφυείς νέοι της ελληνικής περιφέρειας -ο Ωνάσης κυρίως και ο Ζάπας- θαυμάστηκαν για το κερδοσκοπικό τους δαιμόνιο, με τη διαφορά ότι το δαιμόνιό τους αφορούσε τα λεφτά, μονάχα τα λεφτά, ενώ ο Ιόλας ήταν αποφασιστικά στραμμένος προς την τέχνη. Οι εφοπλιστές ήταν φορτηγατζήδες του πελάγους, αγόραζαν «μαούνες» και τις γέμιζαν δολάρια, αντίθετα ο Αλεξανδρινός είχε ανέβει άλλη κλίμακα.

Ήταν προστάτης της ομορφιάς, πράκτορας του καλού γούστου, οπότε, βασιλικά ντυμένος,πίστευε ότι σωζόταν κι αυτός μαζί με τις εκθέσεις του και τις συλλογές του. Άλλωστε, δενείναι τυχαίο ότι οι συλλογές του προέβαλλαν έργα ζωγραφικής και γλυπτικής, έργα, με άλλα λόγια, που τα βλέπει κανείς συνοδευόμενος από άλλους ή ακούγοντας τον σχολιασμό των ειδημόνων. Για να το πούμε απλά: ό,τι έκανε ο Ιόλας απαιτούσε συντροφιά, παρουσία μαρτύρων, κοινωνικότητα. Η απόλαυση των πινάκων θύμιζε πανάκριβο πάρτι, μάζωξη διασήμων, τρελό πανηγύρι κοσμικότητας. Με μια βόλτα σ’ ένα μοντέρνο μουσείο μαθαίνεις πάρα πολλά για τη μοντέρνα τέχνη. Αντίθετα, με τα βιβλία τα πράγματα είναι διαφορετικά.

Γι’ αυτό δεν ήθελε να τον σταμπάρουν ως Έλληνα ή Αιγύπτιο - εκείνο που τον ενδιέφερε ήταν το κέντρο του κόσμου. Τέτοια ήταν η Αλεξάνδρεια στις μέρες του. Ήταν το κέντρο του κόσμου. Απόλυτα ελληνική, είχε ελληνικά σχολεία, ελληνικά νοσοκομεία, ελληνικά γυμναστήρια, ελληνικές φυλακές, ελληνικά νεκροταφεία. Πώς να πιστέψει, λοιπόν, στις εθνότητες ο Ιόλας, άνθρωπος με 100 διαβατήρια; Διόλου παράξενο το γεγονός ότι υμνεί την παρουσία ατόμων σαν τον πρίγκιπα Φέλιξ Γιουσούποφ, τον άνθρωπο που ξεπάστρεψε τον διαβόητο Ρασπούτιν.

Eγώ, ο Ιόλας. Aπο τον Κωστή Παπαγιώργη Facebook Twitter

Γιατί διαλέξατε να επιστρέψετε στην Ελλάδα, Ιόλα;

— Γιατί οι Έλληνες είναι καταπληκτικοί εραστές. Κανένας εραστής στον κόσμο δεν τους ξεπέρασε!»

Η ιδιομορφία, όσον αφορά τον έρωτα, δεν ήταν μια κρυφή πτυχή της ζωής του Ιόλα. Ο«ελληνικός έρως» διαπότιζε τη ζωή του, την ενέπνεε, δεν επρόκειτο μόνο για την περιβόητη «πουστιά», απεναντίας ήταν η ποίηση της ύπαρξής του, ο προσανατολισμός του στην ηδονή και τη χαρά. Μ’ έναν λόγο, άνευ της εμπλοκής του με τους άνδρες ο ίδιος δεν υπήρχε. Επιζητούσε την κοινωνική αποδοχή επιστρέφοντας στην Ελλάδα; Προφανώς ναι, ωστόσο πίστευε ότι «ζωή χωρίς εχθρούς δεν έχει μυστήριο». Η συνέντευξη που έδωσε στην Όλγα Μπακομάρου αποκαλύπτει τους φόβους του για την ντόπια κοινωνία και συνάμα την περιφρόνησή του για διάσημους και άσημους.

Τον εαυτό του τον λογάριαζε ως άτομο υπεράνω κριτικής, διότι ήταν ο υπερ-διάσημος Ιόλας, αυτος που ό,τι άγγιζε γινόταν χρυσάφι. Όταν τον ρωτούν για τα πολιτικά πράγματα, απαντά με αλαζονεία: «Η φτερού να μας κυβερνήσει».

Eγώ, ο Ιόλας. Aπο τον Κωστή Παπαγιώργη Facebook Twitter

Παραδόξως πώς, ό,τι στο εξωτερικό ήταν θαυμαστή ιδιότητα στο ελληναριό δεν πέρναγε. « Ήταν συναρπαστική η ζωή μου! Ήταν συναρπαστικό για μένα να γνωρίσω όλους αυτούς τους διάσημους καλλιτέχνες και να γίνω φίλος τους. Είχα τη χαρά να με τιμήσουν με τη φιλία τους. Να με βάλουν στον εσωτερικό τους χώρο. Δεν είναι λίγο αυτό...». Όντως δεν είναι, μόνο που ως νόμισμα που «κόπηκε» στο εξωτερικό, στην Ελλάδα της δραχμής δεν περνούσε.

Ο ίδιος δήλωνε ατόφιος Έλλην της διασποράς, αλλά δεν ανεχόταν καμιά ομοιότητα με τους Έλληνες που γνώρισε στο εξωτερικό.

«Για τον Φασιανό τι γνώμη έχετε;». «Αχά, Θεέ μου, μη με τυραννάτε! Απαίσιος είναι».

«Μα, εσείς τον βοηθήσατε να επιβληθεί...».

«Τον είδα φτωχό στο Παρίσι. Με πήγαινε σε κάτι ελληνικά εστιατόρια εκεί πέρα, μ’ άρεσε η ζωή που μου έδειχνε. Ασήμαντοι Ελληνες, μικρούληδες, φτωχούληδες, είχαν ενδιαφέρον για μένα. Τους εκατομμυριούχους και τους δισεκατομμυριούχους τους είχα γνωρίσει. Αυτό που έκανα για τον Φασιανό δεν το έκανα γιατί ήταν μεγάλος καλλιτέχνης. Το έκανα γιατί ήταν Έλληνας και για να του δώσω βοήθεια. Και με αυτό τι έγινε; Έγινε μεγάλος καλλιτέχνης ο Φασιανός; Μπόρεσα να τον κάνω μεγάλο εγώ; Χειρότερος έγινε...».

Με αυτό το κριτήριο αντιμετωπίζει ο Ιόλας τους πάντες: από τον Καραμανλή και τη Μελίνα ίσαμε τον Παπανδρέου και τον Τσαρούχη.

Eγώ, ο Ιόλας. Aπο τον Κωστή Παπαγιώργη Facebook Twitter

Γενικά, η επάνοδός του στην Αθήνα ήταν μεγάλη καταστροφή. Μιλάμε για την εποχή του αυριανισμού, για την άνοδο του Ανδρέα, για τη μετα-χουντική Ελλάδα. Το παλάτι που έχτισε στην Αγία Παρασκευή για να στεγάσει όλα τα έργα των συλλογών του τάχιστα έγινε βίλα των οργίων. «Όλη η πολιτική, καλλιτεχνική και κοινωνική σαπίλα τραπεζωνόταν στο ανάκτορο του Ιόλα», έγραφαν οι εφημερίδες. «2.000 ντόπιες και ξένες προσωπικότητες μάζεψε ο ανώμαλος αρχαιοκάπηλος στο Γεύμα του Αιώνα» κ.λπ.

Βέβαια, αυτός ο Έλλην του εξωτερικού –που ήταν ένας από τους δέκα ιδρυτές του Κέντρου «Ζωρζ Πομπιντού»- είχε εγκαινιάσει το Μακεδονικό Κέντρο Σύχρονης Τέχνης στη Θεσσαλονίκη, αλλά για τη βδελυρή δημοσιογραφία όλα αυτά έζεχναν κραιπάλη, ναρκωτικά, ομοφυλοφιλία και παλιανθρωπιά. Ο εισαγγελέας θα κάνει αγωγή στον Αλέξανδρο Ιόλα για παράβαση του νόμου περί ναρκωτικών, για ακολασία με νεαρούς άνδρες, για κερδοσκοπικά κίνητρα, παράνομη εμπορία αρχαιοτήτων. Ο Ιόλας ξεσπούσε: «Τους πούστηδες, εμένα να καταντήσουν έτσι!»

Στις 8 Ιουνίου 1987, ο Ιόλας άφησε την τελευταία του πνοή στη Νέα Υόρκη, προσβεβλημένος από τον ιό του AIDS. H αδελφή του Νίκη Στάινφελ ζήτησε να καεί. Η τέφρα του έφτασε, λίγες μέρες μετά, κρυφά και ετάφη στο νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής, σε έναν τάφο που είχε παραχωρήσει ο δήμος για τους ευεργέτες. Στην κηδεία του δεν παρευρέθηκε κανείς. Είχε δώσει ρητή εντολή η αδελφή του «όποιος πλησιάσει το νεκροταφείο, να εκδιωχθεί».

 

Βιβλίο
0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος ήταν πάντα με τη μεριά της ζωής

Το Πίσω Ράφι / Ο Νίκος Παναγιωτόπουλος ήταν πάντα με τη μεριά της ζωής

Ο Έλληνας σκηνοθέτης μάζεψε από «το καλάθι των αχρήστων» όλες τις εμπειρίες του κι έφτιαξε την αυτοβιογραφία του, μια ζωντανή αφήγηση γεμάτη ιστορίες, συναντήσεις, αποφθέγματα και κρίσεις, λογοτεχνικές και σινεφίλ αναφορές.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Για τα περάσματα που δεν βρέθηκαν ποτέ: η ιστορία του underground περιοδικού «Ανοιχτή Πόλη»

Βιβλίο / «Ανοιχτή Πόλη»: Ένα από τα πιο επιδραστικά εναλλακτικά έντυπα της Ελλάδας

Οι δημιουργοί του Κώστας Μανδηλάς και Βλάσσης Ρασσιάς, καταγράφουν την πορεία του στο βιβλίο «Για τα περάσματα που δεν βρέθηκαν ποτέ: Η ιστορία του περιοδικού “Ανοιχτή Πόλη”».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Η Ράνια Οικονομίδου διαβάζει το διήγημα «Η μεγαλύτερη λεία του Μινγκ» της Πατρίσια Χάισμιθ

Lifo Videos / Η Ράνια Οικονομίδου διαβάζει ένα διήγημα της Πατρίσια Χάισμιθ

«Η μεγαλύτερη λεία του Μινγκ»: Μια ιστορία έρωτα, αγάπης, αφοσίωσης, ανταγωνισμού, μίσους και φόνου μεταξύ ενός ζευγαριού και ενός σιαμέζικου γάτου, ένα μυστηριώδες διήγημα της δημιουργού των πιο σαγηνευτικών αντιηρώων.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Οι μικρές αριστουργηματικές σειρές των εκδοτών

Βιβλίο / Οι μικρές αριστουργηματικές σειρές των εκδοτών

Ολοένα περισσότερο διευρύνεται η τάση έκδοσης κλασικών και σπάνιων κειμένων σε μικρό μέγεθος που τοποθετούνται δίπλα στο ταμείο και συνιστούν την προσπάθεια ενός εκδοτικού οίκου να φέρει σπουδαία έργα στο ευρύ αναγνωστικό κοινό.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
I love Dick: Eίναι το βιβλίο της Κρις Κράους το πιο τολμηρό του αιώνα μας;

Βιβλίο / I love Dick: Eίναι το βιβλίο της Κρις Κράους το πιο τολμηρό του αιώνα μας;

Η θεωρητικός, εικαστικός, κριτικός, συγγραφέας και εκδότρια Κρις Κράους μπορεί να μην άλλαξε τα δεδομένα στον αγγλόφωνο κόσμο εκδίδοντας τα βιβλία των Γάλλων θεωρητικών αλλά προκάλεσε άπειρες συζητήσεις με το πρωτότυπο φεμινιστικό βιβλίο της.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Η αρχή της ηδονής: Μια σουρεαλιστική, σέξι ιστορία στην καλοκαιρινή Ανάφη 

Βιβλίο / Η αρχή της ηδονής: Μια σουρεαλιστική, σέξι ιστορία στην καλοκαιρινή Ανάφη 

Ένα τολμηρό καλλιτεχνικό project έγινε η αφορμή για να κάνει ο εικαστικός René Habermacher ένα ταξίδι στη θάλασσα με πλήρωμα έξι ναύτες κι έναν καπετάνιο, απαθανατίζοντας μια σουρεαλιστική εμπειρία που κατέληξε σε ναυάγιο. Το βιβλίο «The Pleasure Principle» καταγράφει αυτό το ταξίδι μέσα από φωτογραφίες του René, κείμενα και εικαστικά έργα, σε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα έκδοση.
M. HULOT
Νίκος Μάντης «Το χιόνι του καλοκαιριού»

Το πίσω ράφι / Για τις απουσίες που μας κάνουν αργούς στα αισθήματα

Καλοκαίρι στην Πελοπόννησο, στη σκιά της δεκαετίας του ’80: ένα πληγωμένο παιδί, μια μητέρα που επιστρέφει αλλαγμένη και μυστικά που βαραίνουν τη σιωπή των ενηλίκων - αυτά ξετυλίγει ο Νίκος Α. Μαντής στο πρώτο του μυθιστόρημα.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Νέα βιβλία που περιμένουμε ως το τέλος του χρόνου, και κάποιες επανεκδόσεις

Fall Preview 2025 / 13 βιβλία που περιμένουμε ως το τέλος της χρονιάς

Ο πάντα επίκαιρος Καβάφης, νέα, σύγχρονα και παλιότερα ονόματα της λογοτεχνικής σκηνής και κάποιες ξεχωριστές επανεκδόσεις που δικαίως θα διεκδικήσουν χώρο στη βιβλιοθήκη όλων, βιβλιόφιλων και μη.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Το πίσω ράφι/ Εμανουέλ Καρέρ «Ένα ρωσικό μυθιστόρημα»

Το πίσω ράφι / Ένα επτασφράγιστο μυστικό που προκάλεσε αμηχανία και πάταγο

Προκλητικός, ωμός, συχνά σοκαριστικός, ο Εμανουέλ Καρέρ εξερευνά στο «Ένα ρωσικό μυθιστόρημα» το οικογενειακό του παρελθόν, φέρνοντας σε δύσκολη θέση ακόμα και τα πιο κοντινά του πρόσωπα.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ