«Πέερ Γκυντ» στο Εθνικό Θέατρο: Παραμύθια του Ίψεν στην ομίχλη

«Πέερ Γκυντ» στο Εθνικό Θέατρο: Παραμύθια του Ίψεν στην ομίχλη Facebook Twitter
0

Χρειάστηκε να περάσουν πολλές δεκαετίες προτού καταφέρει ο Πέερ Γκυντ να απαλλαγεί από τον ρομαντικό μανδύα του.


Το πρώτο ανέβασμα του έργου, στη Χριστιανία το 1876, καθόρισε τη μοίρα του: ο Σουηδός σκηνοθέτης Λούντβιχ Γιόζεφσον υλοποίησε το παρθενικό ταξίδι του Πέερ Γκυντ επί σκηνής, συνθέτοντας ένα εικονογραφικό φόντο πλούσιο σε τοπικό χρώμα και αυθεντική εθνογραφική λεπτομέρεια. Η μουσική του Έντβαρντ Γκριγκ, γραμμένη ειδικά για την περίσταση, δημιούργησε έναν κόσμο λυρισμού και παραμυθιού: ο Πέερ Γκυντ, φαντασιόπληκτος τυχοδιώκτης που αναζητεί τον εαυτό του στις πέντε ηπείρους, ήταν ένας αδιαμφισβήτητος ονειροπόλος που δεν ξεχνούσε ποτέ την αγαπημένη του Σόλβαϊγ, όσο μακριά της κι αν βρισκόταν.


Χιονισμένα νορβηγικά τοπία με καλύβες και τρολ (πλάσματα της νορβηγικής παράδοσης), πλούσια κοστούμια, αληθοφανή εφέ και υπερτονισμός του συναισθήματος: έτσι παρουσιαζόταν η πορεία του Πέερ Γκυντ στα περισσότερα ανεβάσματα του 19ου και του πρώτου μισού του 20ού αιώνα. Στην πρώτη σκηνοθεσία του έργου στη Γαλλία, το 1896, ο συμβολιστής Λινιέ-Πο μετέτρεψε το «Τραγούδι της Σόλβαϊγ» του Γκριγκ σε ύμνο της παράστασης.

 Ο Ίψεν διαισθάνθηκε κάτι πολύ βαθύ, δεκαετίες προτού το οσμιστούν οι φιλόσοφοι της αποδόμησης και του μεταμοντέρνου. Δεν υπάρχει αυτόνομος, ενιαίος εαυτός με μία συνείδηση.


Ο Δανός κριτικός θεάτρου Φρέντερικ Σάιμπεργκ διαφωνούσε με πάθος: ο Πέερ Γκυντ είναι ένα κριτικό σχόλιο πάνω στο ρομαντικό ήθος και όχι μια αφελής εικονογράφησή του, υποστήριζε το 1933, ενώ ταυτόχρονα επέμενε πως η μουσική του Γκριγκ αλλοιώνει το έργο, το κάνει «όμορφο» και το εξωραΐζει.


Φαίνεται πως κάποιος έπιασε το «υπονοούμενο»: το 1948, ο Νορβηγός σκηνοθέτης Χανς Γιάκομπ Νίλσεν παρήγγειλε νέα, μη μελωδική μουσική που υπογράμμιζε την ψυχολογική εξέλιξη του έργου. Ο Νίλσεν προσπάθησε να παρουσιάσει τον Πέερ Γκυντ όχι ως ένα ταξίδι στη Νορβηγία αλλά ως ένα ταξίδι στο ανθρώπινο μυαλό.

«Πέερ Γκυντ» στο Εθνικό Θέατρο: Παραμύθια του Ίψεν στην ομίχλη Facebook Twitter
Φωτο: Πάτροκλος Σκαφίδας

Η μεγάλη αναβάπτιση ήρθε το 1957 διά χειρός Ίνγκμαρ Μπέργκμαν: ο κορυφαίος Σουηδός έβαλε σκοπό να ανασύρει το ιψενικό κείμενο από τον συναισθηματισμό και τα ρομαντικά στερεότυπα που είχαν κολλήσει επάνω του σαν μούχλα όλες αυτές τις δεκαετίες. Το εσωτερικό, πνευματικό ταξίδι του ήρωα (τον ενσάρκωσε ο Μαξ φον Σίντοφ) προς την ανυπαρξία αποδόθηκε οπτικά με τη σταδιακή απομάκρυνση όλων των σκηνικών και την αντικατάστασή τους από προβολές σχεδίων με μαύρη κιμωλία.

Πλησιάζοντας στο τέλος της διαδρομής του, ο ήρωας βρέθηκε σε μια τεράστια, απογυμνωμένη σκηνή, βυθισμένη στο σκοτάδι. Η αίσθηση ασχήμιας, σκληρότητας και βίας διαπερνούσε τα «κοινωνικά» επεισόδια της παράστασης, με αποκορύφωμα την τρομακτική επίσκεψη του Πέερ στο τρελοκομείο του Καΐρου. Τίποτε ρομαντικό, τίποτε «όμορφο» στη χώρα Μπέργκμαν.


Σαν παραμύθι στα νορβηγικά δάση του 19ου αιώνα μοιάζει το πρώτο μέρος της παράστασης που είδαμε στο Εθνικό: με τοπικές χωριάτικες φορεσιές, καλύβες, ξύλινους μύλους που γίνονται ρόδες του λούνα-παρκ όταν ανάψουν τα λαμπιόνια τους. Αποσπάσματα από τη μουσική του Γκριγκ συνοδεύουν τη δράση, εντός και εκτός της οποίας γλιστρά ο Αφηγητής, δηλαδή ο Πέερ σε ώριμη ηλικία, ο οποίος παρατηρεί τα καμώματα του νεότερου εαυτού του και ενίοτε του απευθύνεται. Ομίχλη, τόνοι ομίχλης.

Η σκηνή του γάμου βρίσκει τα τύμπανα να χτυπούν και τους χωρικούς να αλαλάζουν, καθώς ο Πέερ δρασκελίζει τα βρύα και τις λειχήνες για να χαθεί στους λόφους του Χέγκσνταντ.


Η κυρίαρχη εικονογραφική διάθεση πασπαλίζεται σιγά-σιγά από σουρεαλιστικές πινελιές: οι φελινικές φιγούρες των τρολ με την υπερχειλίζουσα σάρκα επιχειρούν να προσδώσουν μια οργιαστική-σεξουαλική νότα στο ειδυλλιακό τοπίο.

Στο δεύτερο μέρος, με τον Πέερ μεσήλικα πλέον, παρακολουθούμε μια σειρά από ακατέργαστα και θαμπά επεισόδια, όπως π.χ. η συνάντηση με τους εκπροσώπους των μεγάλων δυνάμεων, η επίσκεψη στο άσυλο, ο μονόλογος με τις μαϊμούδες, ο διάλογος με τη βεδουίνα Ανίτρα ‒ μένουν όλα σε ένα εξωτερικό, περιγραφικό επίπεδο, κυρίως όσον αφορά την εκφορά του λόγου και το αμήχανο στήσιμο των ηθοποιών.

«Πέερ Γκυντ» στο Εθνικό Θέατρο: Παραμύθια του Ίψεν στην ομίχλη Facebook Twitter
Η Στεφανία Γουλιώτη μοιάζει να μη βρήκε σημείο επαφής με τον ρόλο της, τον οποίο φοράει σαν «παλτό» της μαμάς. Φωτο: Πάτροκλος Σκαφίδας


Ως εδώ τίποτα δεν έχει «ειπωθεί» επί σκηνής ‒με εξαίρεση τα πληθωρικά τρολ‒ που να μην το διαβάσαμε στις σκηνικές οδηγίες του Ίψεν. Στην πέμπτη πράξη, όμως, τα πράγματα αποκτούν ξαφνικά ενδιαφέρον. Εδώ αναπτύσσεται πιο καθαρά και άρτια η ιδέα ότι η αναζήτηση του εγώ, ενός εγώ που διαρκώς διαφεύγει και αλλάζει, ενδέχεται να οδηγεί στην τρέλα.

Η αντίληψη αυτή γεννάει τις πιο γόνιμες σκηνές της παράστασης: τον Πέερ να πνίγεται μπροστά σε έναν γιγάντιο τοίχο ψυχιατρείου, ενώ ο κυνικός παθολογοανατόμος εισβάλλει με τα πράσινα γάντια του και υπόσχεται να του ανοίξει το κρανίο ‒ μια πολύ ωραία οπτική μεταφορά για το «ναυάγιο» που ζητάει το κείμενο.

Λίγο αργότερα, βλέπουμε το πλήθος να εκποιεί τα υπάρχοντα του Πέερ και να μιλά γι' αυτόν σα να ήταν ήδη νεκρός ή τον ίδιο να μονολογεί στο δάσος, βγάζοντας τα ρούχα του για να ξεφλουδίσει το περίφημο «κρεμμύδι»: «Πόσο πολλά στρώματα! Πότε θα φτάσω στην καρδιά; (κάνει κομματάκια το κρεμμύδι). Πουθενά! Το εσωτερικό είναι το ίδιο γερασμένο, μόνο κάπως πιο μικρό... Η φύση μού κάνει πλάκα».

Το κέντρο είναι άδειο, δεν υπάρχει πυρήνας, δεν υπάρχει «αυθεντικός» εαυτός, όπως πίστευαν οι Ρομαντικοί. Ο Φουκό μίλησε για το «τέλος του ανθρώπου» και ο Μποντριγιάρ για την πραγματικότητα ως προσομοίωση.

Ο Ίψεν διαισθάνθηκε κάτι πολύ βαθύ, δεκαετίες προτού το οσμιστούν οι φιλόσοφοι της αποδόμησης και του μεταμοντέρνου. Δεν υπάρχει αυτόνομος, ενιαίος εαυτός με μία συνείδηση. Όπως η «γνώση» ή η «αλήθεια, έτσι και το «εγώ» είναι κατασκευή που συναρμολογείται μέσα από μια εξαιρετικά σύνθετη διαδικασία κοινωνικών, ιστορικών, γλωσσικών διεργασιών, μεταλλάξεων και υπονομεύσεων.


Η παράσταση δεν φτάνει τόσο μακριά. Παρόλο που ενσωματώνει αρκετά κωμικά/ειρωνικά στοιχεία ‒π.χ. την ερμηνεία του Ιερώνυμου Καλετσάνου ως Κουμποχύτη-Δράκουλα‒, εμμένει επί της ουσίας σε μια παρωχημένη ρομαντική διάθεση, η οποία οικοδομείται όχι μόνο μέσω της μουσικής και της χρήσης της, όχι μόνο μέσω των ειδυλλιακών «τοπίων» χαμένων στην ομίχλη αλλά και μέσω της ερμηνείας του ίδιου του σκηνοθέτη-«ώριμου» Γκυντ: εμφατική εκφορά του λόγου, παραληρηματικά ξεσπάσματα με (μουσικό) υπερτονισμό στις κορυφώσεις, ψευτοστοχαστικός τόνος («Αυτό είναι ο άνθρωπος...»), στόμφος, μια μεγαλόσχημη υποκριτική που καθόλου δεν ελκύει τον σημερινό θεατή.

«Πέερ Γκυντ» στο Εθνικό Θέατρο: Παραμύθια του Ίψεν στην ομίχλη Facebook Twitter
Φωτο: Πάτροκλος Σκαφίδας


Το γλυκερό τέλος της παράστασης παρουσιάζει τον απελπισμένο ήρωα να χορεύει βαλς με την καλή Σόλβαϊγ, βρίσκοντας επιτέλους «την αναγνώριση στην αγκαλιά της ιδανικής συντρόφου», όπως διαβάζουμε στο πρόγραμμα. Στην τελευταία σκηνή της θρυλικής παράστασης του Πέτερ Στάιν (Βερολίνο, 1971), η Σόλβαϊγ είναι γριά και τυφλή: παίρνει τον Πέερ αγκαλιά σε μια πόζα-απομίμηση της Πιετά · κι έτσι, κοκαλωμένους, τους μεταφέρουν οι τεχνικοί στο κέντρο της σκηνής, ανάμεσα σε όλα τα άλλα αντικείμενα-μουσειακά «εκθέματα» της παραγωγής.

«Η ιδέα της εξιλέωσης του Πέερ μέσα από τη γενναιόδωρη αγάπη της Σόλβαϊγ ήταν ένας ηθικοπλαστικός επίλογος, τον οποίο ο Πέτερ Στάιν συρρίκνωσε σε μια κούφια ρομαντική εικόνα, ιδανική μεταφορά για την κιτς βιομηχανία μαζικής αναπαραγωγής κενών μύθων» σημειώνουν οι Φρέντερικ και Λίζε-Λόνε Μάρκερ στην εξαιρετική μελέτη τους Ibsen's Lively Art (1989).


Ενθουσιώδης ο Γιάννης Τσουμαράκης ως πρώτος Πέερ, άγουρος ο Πάνος Παπαδόπουλος ως δεύτερος. Ο Δημήτρης Μοθωναίος, ως τρίτος, υιοθετεί μια τυπική, πρωτόλεια εκφορά του λόγου που δεν μας προκαλεί να τον ακολουθήσουμε. Η Στεφανία Γουλιώτη, τέλος, μοιάζει να μη βρήκε σημείο επαφής με τον ρόλο της, τον οποίο φοράει σαν «παλτό» της μαμάς.

Info:

Πέερ Γκυντ του Χένρικ Ίψεν

Εθνικό Θέατρο

Κτίριο Τσίλλερ - Κεντρική Σκηνή

Σκηνοθεσία: Δημήτρης Λιγνάδης

Ερμηνεύουν: Δ. Λιγνάδης, Στ. Γουλιώτη, Ιερ. Καλετσάνος, Δ. Μοθωναίος.

Σκηνικά-κοστούμια: Απ. Παπαθεοχάρης

Μουσική: Γ. Χριστοδουλόπουλος

 

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

ΓΙΑ 28 ΜΑΙΟΥ Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Θέατρο / Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Σαν σήμερα, το 1943, γεννήθηκε η Ελληνίδα σοπράνο που διέπρεψε για μια ολόκληρη δεκαετία στην Ευρώπη και την Αμερική, αλλά κάηκε εξαιτίας μιας σειράς ιδιαίτερα απαιτητικών ρόλων, τους οποίους ερμήνευσε πολύ νωρίς. Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, ένας από τους λίγους στην Ελλάδα που γνωρίζουν σε βάθος την πορεία της, περιγράφει την άνοδο και την πτώση της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Θέατρο / Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Από τους Αγίους Σαράντα της Αλβανίας μέχρι τη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, η ζωή του βραβευμένου ηθοποιού, τραγουδιστή και σεναριογράφου είναι μια διαρκής προσπάθεια συμφιλίωσης με την απώλεια. Η παράσταση «Μια άλλη Θήβα» τον καθόρισε, ενώ ο ρόλος του στο «Brokeback Mountain» τού έσβησε κάθε ομοφοβικό κατάλοιπο. Δηλώνει πως αυτό που τον ενοχλεί βαθιά είναι η αδράνεια απέναντι σε όσα συμβαίνουν γύρω μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μιχαήλ Μαρμαρινός: Το έπος μάς έμαθε να αναπνέουμε ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ ΑΡΚΕΤΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ

Θέατρο / Μιχαήλ Μαρμαρινός: «Από μια κοινωνία της αιδούς, γίναμε μια κοινωνία της ξεδιαντροπιάς»

Με τη νέα του παράσταση, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός επιστρέφει στην Οδύσσεια και στον Όμηρο και διερευνά την έννοια της φιλοξενίας. Αναλογίζεται το «απύθμενο θράσος» της εποχής μας, εξηγεί τη στενή σχέση του έπους με το βίωμα και το θαύμα που χάσαμε και παραμένει σχεδόν σιωπηλός για τη νέα του θέση ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
13 λόγοι για να πάμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Θέατρο / 13 λόγοι για να πάμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Τέχνη με φαντασία, αστείρευτη δημιουργία, πρωτοποριακές προσεγγίσεις: ένα επετειακό, εορταστικό, πολυσυλλεκτικό πρόγραμμα για τα 70 χρόνια του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου μέσα από 83 επιλογές από το θέατρο, τη μουσική και τον χορό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κυνηγώντας τον χαμένο χρόνο σε ένα έργο για την εξουσία

Θέατρο / «Δελφίνοι ή Καζιμίρ και Φιλιντόρ»: Ένα έργο για τη μόνιμη ήττα μας από τον χρόνο

Ο Θωμάς Μοσχόπουλος σκηνοθετεί και γράφει ένα έργο-παιχνίδι, εξετάζοντας τις σχέσεις εξουσίας, τον δημιουργικό αντίλογο και τη μάταιη προσπάθεια να ασκήσουμε έλεγχο στη ζωή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΧΛΟΗ ΟΜΠΟΛΕΝΣΚΙ: Σκηνογράφος-ενδυματολόγος του θεάτρου και της όπερας

Οι Αθηναίοι / Χλόη Ομπολένσκι: «Τι είναι ένα θεατρικό έργο; Οι δυνατότητες που δίνει στους ηθοποιούς»

Ξεκίνησε την καριέρα της ως βοηθός της Λίλα ντε Νόμπιλι, υπήρξε φίλη του Γιάννη Τσαρούχη, συνεργάστηκε με τον Κάρολο Κουν και τον Λευτέρη Βογιατζή, δούλεψε με τον Φράνκο Τζεφιρέλι και, για περισσότερο από 20 χρόνια, με τον Πίτερ Μπρουκ. Η διεθνούς φήμης σκηνογράφος και ενδυματολόγος Χλόη Ομπολένσκι υπογράφει τα σκηνικά και τα κοστούμια στην «Τουραντότ» του Πουτσίνι και αφηγείται τη ζωή της στη LiFO.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Φάουστ» του Άρη Μπινιάρη, ένα μιούζικαλ από την Κόλαση

Θέατρο / Φάουστ: Ένα μιούζικαλ από την κόλαση

«Ζήσε! Μας λέει ο θάνατος, ζήσε!», είναι το ρεφρέν του τραγουδιού που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά, εν μέσω ομαδικών βακχικών περιπτύξεων – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Φάουστ» του Γκαίτε σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη στο Εθνικό Θέατρο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Η Αριάν Μνουσκίν τα βάζει με τους δράκους της Ιστορίας

Θέατρο / Η Αριάν Μνουσκίν τα βάζει με τους δράκους της Ιστορίας

Η μεγάλη προσωπικότητα του ευρωπαϊκού θεάτρου Αριάν Μνουσκίν επιστρέφει στο Φεστιβάλ Αθηνών με το Θέατρο του Ήλιου για να μιλήσουν για τα τέρατα της Ιστορίας που παραμονεύουν πάντα και απειλούν τον ελεύθερο κόσμο. Με αφορμή την παράσταση που αποθεώνει τη σημασία του λαϊκού θεάτρου στην εποχή μας μοιραζόμαστε την ιστορία της ζωής και της τέχνης της, έννοιες άρρηκτα συνδεδεμένες, που υπηρετούν με πάθος την πρωτοπορία, την εγγύτητα που δημιουργεί η τέχνη και τη μεγαλειώδη ουτοπία.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ Νίκος Χατζόπουλος

Νίκος Χατζόπουλος / «Αν σκέφτεσαι μόνο το ταμείο, κάποια στιγμή το ταμείο θα πάψει να σκέφτεται εσένα»

Ο Νίκος Χατζόπουλος έχει διανύσει μια μακρά πορεία ως ηθοποιός, σκηνοθέτης, μεταφραστής και δάσκαλος υποκριτικής. Μιλά στη LIFO για το πόσο έχει αλλάξει το θεατρικό τοπίο σήμερα, για τα πρόσφατα περιστατικά λογοκρισίας στην τέχνη, καθώς και για τις προσεχείς συνεργασίες του με τον Γιάννη Χουβαρδά και τον Ακύλλα Καραζήση.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τι θα δούμε φέτος στο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας;

Χορός / Τι θα δούμε φέτος στο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας;

Maguy Marin, Χρήστος Παπαδόπουλος, Damien Jalet, Omar Rajeh και άλλα εμβληματικά ονόματα του χορού πρωταγωνιστούν στις 20 παραστάσεις του φετινού προγράμματος του 31ου Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, που θα πραγματοποιηθεί από τις 18-27 Ιουλίου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Μια άλλη Θήβα»: Η πιο αθόρυβη επιτυχία της θεατρικής Αθήνας

The Review / «Μια άλλη Θήβα»: Η παράσταση-φαινόμενο που ξεπέρασε τους 100.000 θεατές

O Χρήστος Παρίδης συνομιλεί με τη Βένα Γεωργακοπούλου για την θεατρική παράσταση στο Θεάτρο του Νέου Κόσμου, σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, που διανύει πλέον την τρίτη της σεζόν σε γεμάτες αίθουσες. Ποιο είναι το μυστικό της επιτυχίας της; Το ίδιο το έργο ή οι δύο πρωταγωνιστές, ο Θάνος Λέκκας και ο Δημήτρης Καπουράνης, που καθήλωσαν το κοινό;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Διαβάζοντας Ευριπίδη καταλαβαίνεις πού πάτησε η ακροδεξιά»

Θέατρο / «Διαβάζοντας Ευριπίδη καταλαβαίνεις πού πάτησε η ακροδεξιά»

Η Μαρία Πρωτόπαππα σκηνοθετεί την «Ανδρομάχη» στην Επίδαυρο, με άντρες ηθοποιούς στους γυναικείους ρόλους, εξερευνώντας τις πολιτικές και ηθικές διαστάσεις του έργου του Ευριπίδη. Η δημοκρατία, η ελευθερία, η ηθική και η ευθύνη ηγετών και πολιτών έρχονται σε πρώτο πλάνο σε μια πολιτική και κοινωνική τραγωδία με πολυδιάστατη δομή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η «Χρυσή Εποχή»

Αποστολή στο Νόβι Σαντ / Κωνσταντίνος Ρήγος: «Ήθελα ένα υπέροχο πάρτι όπου όλοι είναι ευτυχισμένοι»

Στη νέα παράσταση του Κωνσταντίνου Ρήγου «Χρυσή Εποχή», μια συμπαραγωγή της ΕΛΣ με το Φεστιβάλ Χορού Βελιγραδίου, εικόνες από μια καριέρα 35 ετών μεταμορφώνονται ‒μεταδίδοντας τον ηλεκτρισμό και την ενέργειά τους‒ σε ένα ολόχρυσο ξέφρενο πάρτι.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
CHECK Απόπειρες για τη ζωή της: Ψάχνοντας την αλήθεια για τις υπέροχες, βασανισμένες γυναίκες και τις τραγικές εμπειρίες τους

Θέατρο / Η βάρβαρη εποχή που ζούμε σε μια παράσταση

Ο Μάρτιν Κριμπ στο «Απόπειρες για της ζωή της» που ανεβαίνει στο Θέατρο Θησείον σκιαγραφεί έναν κόσμο όπου κυριαρχεί ο πόλεμος, ο θάνατος, η καταπίεση, η τρομοκρατία, η φτώχεια, ο φασισμός, αλλά και ο έρωτας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
To νόημα τού να ανεβάζεις Πλάτωνα στην εποχή του ΤikTok

Άννα Κοκκίνου / To νόημα τού να ανεβάζεις το Συμπόσιο του Πλάτωνα στην εποχή του tinder

Η Άννα Κοκκίνου στη νέα της παράσταση αναμετριέται με το «Συμπόσιο» του Πλάτωνα και τις πολλαπλές όψεις του Έρωτα. Εξηγεί στη LiFO για ποιον λόγο επέλεξε να ανεβάσει το αρχαίο φιλοσοφικό κείμενο, πώς το προσέγγισε δραματουργικά και κατά πόσο παραμένουν διαχρονικά τα νοήματά του.
M. HULOT
«Άμα σε λένε “αδελφή”, πώς να δεχτείς την προσβολή ως ταυτότητά σου;»

Θέατρο / «Άμα σε λένε “αδελφή”, πώς να δεχτείς την προσβολή ως ταυτότητά σου;»

Η παράσταση TERAΣ διερευνά τις queer ταυτότητες και τα οικογενειακά τραύματα, μέσω της εμπειρίας της αναγκαστικής μετανάστευσης. Μπορεί τελικά ένα μέλος της ΛΟΑΤΚΙΑ+ κοινότητας να ζήσει ελεύθερα σε ένα μικρό νησί;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Αντώνης Αντωνόπουλος από μικρός είχε μια έλξη για τα νεκροταφεία ή Όλα είναι θέατρο αρκεί να στρέψεις το βλέμμα σου πάνω τους ή Η παράσταση «Τελευταία επιθυμία» είναι ένα τηλεφώνημα από τον άλλο κόσμο

Θέατρο / «Ας απολαύσουμε τη ζωή, γιατί μας περιμένει το σκοτάδι»

Ο Αντώνης Αντωνόπουλος, στη νέα του παράσταση «Τελευταία Επιθυμία», δημιουργεί έναν χώρο όπου ο χρόνος για λίγο παγώνει, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να συναντήσουμε τους νεκρούς αγαπημένους μας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ