Μαρία Διακοπαναγιώτου: «Κάποτε έχασα τη φωνή μου για έναν μήνα επειδή κατάπινα αυτά που άκουγα» Facebook Twitter

Μαρία Διακοπαναγιώτου: «Κάποτε έχασα τη φωνή μου για έναν μήνα επειδή κατάπινα αυτά που άκουγα»

0

Αθηναία δεν είμαι, αλλά αφού γίνομαι Αθηναία εδώ, πολιτογραφούμαι και επίσημα. Γεννήθηκα στη Ρόδο, αλλά είμαι από την Κω, όπως είναι και ο πατέρας μου και η μητέρα μου, από δυο κοντινά χωριά. Παντρεύτηκαν πολύ νέοι, η μάνα μου με έκανε όταν ήταν είκοσι χρονών. Εγώ μεγάλωσα στην Κω, λοιπόν, πήγα σχολείο εκεί μέχρι τη Γ’ Δημοτικού και μετά ήρθαμε με τη μαμά μου στην Αθήνα. Ο πατέρας μου είναι δάσκαλος και η μάνα μου τελωνειακός, χώρισαν όταν ήμουν τεσσάρων. Είναι περίεργο, αλλά τα θυμάμαι όλα αυτά από τότε: η μαμά μου πήρε μετάθεση και ήρθαμε στην Αθήνα. Έχω δυο αδελφές ακόμα από τον δεύτερο γάμο του πατέρα μου. Δεν τις έχω δει πολλές φορές, ευτυχώς υπάρχει το Facebook. Η μαμά μου δεν ξαναπαντρεύτηκε, έχει έναν πολύ καλό σύντροφο, τον Διονύση, που μου έχει σταθεί σαν πατέρας. Αυτή είναι η οικογένεια. 

• Στο νησί πάω όλο και λιγότερο, γιατί φεύγουν οι άνθρωποι, η γιαγιά μου, ο παππούς μου ‒ όλο κάτι γίνεται με τις δουλειές και δεν πηγαίνεις. Πέρσι ήθελα να πάω και δεν μπόρεσα λόγω πανδημίας, φέτος πάλι, ευτυχώς, θα έχω δουλειά το καλοκαίρι και δεν θα πάω. Οπότε πάει κάπως έτσι. Όταν πήγαινα μικρή τα καλοκαίρια, στην Κω, ήμουν, πώς να το κάνουμε, το μαύρο πρόβατο. Ήταν κάτι ανόητα πράγματα, «γιατί κάνεις το κοτσιδάκι έτσι», «αυτό το κάνουν οι πουτάνες», «γιατί γύρισες δύο η ώρα», «κοίτα την ξαδέλφη σου». Δεν χρησιμοποιούσαν τη λέξη «πουτάνα», αλλά ήτανε ο τρόπος τέτοιος. Τους αγαπάω, είναι οι άνθρωποί μου, αλλά ήταν δύσκολο όλο αυτό. Επειδή είχαν χωρίσει και οι γονείς μου, πράγμα που δεν γινόταν τότε στα μικρά μέρη, ήταν ο τρόπος που αντιλαμβάνονταν τα πράγματα, αυτό μπορούσαν να πουν.

Πάντα πίστευα ότι κάτι δεν κάνω σωστά κι αυτό έγραψε μέσα μου. Τώρα το σκέφτομαι, μου έλειπε η επιβεβαίωση από μικρή. Έσκαγα, σκοτείνιαζα πολύ, ήταν και ένας φαύλος κύκλος. Οι άλλοι δεν σου τη δίνουν την επιβεβαίωση όπως θέλεις να σου τη δώσουν και αρχίζει μια τεράστια παρεξήγηση. Εγώ δεν ήθελα να μου πούνε «είσαι η καλύτερη, είσαι η ομορφότερη» και τέτοια, ήθελα τα βασικά, να μου πούνε «σε θέλω» με ό,τι σημαίνει αυτό.

Αυτό που γουστάρω περισσότερο και από το να μου πει κάποιος ότι είμαι καλή είναι να φτιάχνω τη μέρα του άλλου μέσα από τη δουλειά μου. Είναι σπουδαία υπόθεση να κάνεις καλό, και μέσα από τη δουλειά σου, που την αγαπάς και τη λατρεύεις, αλλά και ως θεωρία, ως στάση ζωής. Για μένα, λειτουργεί ως ντόπα το να κάνω κάποιον χαρούμενο, τρελαίνομαι.

• Όταν ήρθαμε στην Αθήνα, μείναμε παντού, κυριολεκτικά. Μείναμε στη Γλυφάδα, στην Ηλιούπολη, στο Ελληνικό, στα Εξάρχεια, στου Γκύζη, εκεί όπου μένω και τώρα. Γενικά, αλλάζαμε πολλά σπίτια και αν με ρωτήσεις, δεν έχω γειτονιά. Και σε κάθε γειτονιά πάντα κάτι δεν μου αρέσει. Οι άνθρωποι, η περιοχή, δεν ξέρω. Δεν δέθηκα ποτέ, δεν έχω ωραία συναισθήματα για ένα μέρος. Από την Κω θυμάμαι πιο ωραία πράγματα, αλλά δεν το λες και γειτονιά. Στου Γκύζη είμαι είκοσι χρόνια, αλλά και αποδώ θέλω να φύγω σαν τρελή, να πάω κοντά σε θάλασσα, στη Βούλα, στη Γλυφάδα. Στη θάλασσα δεν πάω συχνά, παρόλο που είμαι από νησί. Δεν μπορώ αυτήν τη διαδικασία, να μπω στο αυτοκίνητο, να φτάσω, είναι μια καθίζηση, όχι, το κάνω μόνο για να πάει βόλτα και να τρέξει η Νόμπα, το σκυλί μου.

• Όπως ήμασταν σαν νομάδες με τα σπίτια, έτσι ήμουν και στα σχολεία. Πήγα σε ένα σωρό σχολεία, κάθε μετακόμιση και καινούργιο σχολείο, δεν θυμάμαι ούτε ποια ήταν. Η μάνα μου πέρασε πολύ δύσκολα όσο ήμουν στο σχολείο, γιατί με μεγάλωνε μόνη της και ήμουνα περίπτωση. Κακή περίπτωση. Έφευγα από το σπίτι, ήμουνα μέσα σε όλες τις καταλήψεις, τα έσπαγα όλα, με μάζευε αποδώ και από κει. Αν ήμουν στη θέση της, θα ήμουνα με χάπια. Με έναν μαγικό τρόπο, σήμερα είμαι «κυρία». 

Μαρία Διακοπαναγιώτου λιβάδι Facebook Twitter
Είχα έναν μόνιμο θυμό, που για χρόνια δεν ήξερα γιατί μου συνέβαινε. Δεν μπορούσα να εκφραστώ και πολλές φορές μου συμβαίνει και τώρα να μην μπορώ να βάλω σε λέξεις αυτό που αισθάνομαι, να πρέπει να το σκεφτώ πολύ. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

• Είχα έναν μόνιμο θυμό, που για χρόνια δεν ήξερα γιατί μου συνέβαινε. Δεν μπορούσα να εκφραστώ και πολλές φορές μου συμβαίνει και τώρα να μην μπορώ να βάλω σε λέξεις αυτό που αισθάνομαι, να πρέπει να το σκεφτώ πολύ. Όταν είσαι μικρός, δεν το ξέρεις ότι έχεις τον χρόνο, ότι μπορείς να έχεις τον χρόνο για να σκεφτείς, και τρως μπούλινγκ, σε ειρωνεύονται που δεν έχεις την ατάκα έτοιμη και κλείνεσαι και θυμώνεις και τα σπας όλα. Μίλαγα τρομερά άσχημα σε όλους, ήμουν σαν αγρίμι στο κλουβί. Θυμάμαι, δάγκωνα, ήμουν λυσσασμένη, είχα σκουλαρίκια, πίρσινγκ, έπινα αλκοόλ, δεν με έπιανες πουθενά. Δεν έβλεπα μπροστά μου τίποτα και τίποτα δεν με ενδιέφερε. Μετά από χρόνια κατάλαβα πόσο δύσκολα πέρασε η μάνα μου, που δεν έχει καμία σχέση μ’ εμένα, που το δίνω, το φτύνω όλο αυτό. Η μάνα μου το κρατάει και δεν το ξεστομίζει. Δεν είναι καλό αυτό. Ευτυχώς, της λένε «τι καλό παιδί έχεις κάνει», με βλέπει που έχω ηρεμήσει κι έχουμε φτιάξει και μια πολύ καλή σχέση. Της χρωστάω της μάνας μου, τι να λέμε! 

• Εγώ την ανάσα μου τη βρήκα στο θέατρο. Μέχρι τότε δεν ανέπνεα, στο θέατρο ήταν που μπορούσα να μιλήσω, αλλά κάπως διαφορετικά, και επικοινωνούσα μέσα από τα λόγια άλλων με τους ανθρώπους γύρω μου κι έτσι μου έφυγε το μίσος και ο θυμός από μέσα μου. Είχα ένα-δυο χρόνια για να τελειώσω το σχολείο και πήγα σε ένα εργαστήριο που είχε ο Νίκος Καραγέωργος που μου το σύστησε ένας φίλος της μάνας μου και εκεί έγινε ένα κλικ, αυτό το μαγικό που συμβαίνει με την αποδοχή, σαν να μου είπε κάποιος «έλα, ηρέμησε κι εμείς έτσι είμαστε» και κάπως βρήκα τον εαυτό μου εκεί μέσα. Την ίδια εποχή έκανα ραπ με κάποιες κοπέλες και κάναμε συναυλίες στο «Αν» στα Εξάρχεια. Είχαμε και συγκρότημα, τις Δυσδαιμόνες, κι εμένα, τώρα που το θυμήθηκα, με έλεγαν «λυσσάρα». Ο Καραγέωργος, λοιπόν, με έβαλε να κάνω την «Ισμήνη» του Ρίτσου σε χιπ-χοπ και ένιωσα τόση ελευθερία που έκανα αυτό που ήθελα και που αυτό που ήθελα άρεσε και ήταν κάτι, σήμαινε κάτι, δεν ήταν μια σαχλαμάρα, μόνο για να σου πούμε ένα μπράβο. 

• Εκεί, στο εργαστήριο, ήταν η πρώτη φορά που μπήκα σε πειθαρχία, παρόλο που τσίναγα και ήθελα να φύγω. Αλλά δεν έφυγα γιατί μέσα μου, βαθιά, το καταλάβαινα ότι αυτό σήμαινε κάτι σοβαρό. Και το λέω εγώ, που έκανα δώδεκα χρόνια μπαλέτο πριν, την τέχνη της πειθαρχίας, αλλά και αποκεί έφευγα και έκανα διάφορα ροκ και με μαζεύανε. Με το θέατρο μπήκα σε ένα οργανωμένο χάος που μου άρεσε. Μέσα σε όλη την τρέλα ήθελα να βρω τον δρόμο μου, ήμουν αποφασισμένη, αυτό είναι το θέμα. Έμεινα δέκα χρόνια με τον Καραγέωργο και έφτασε η ώρα να φύγω ήμουνα είκοσι οκτώ χρονών. Δεν το σκέφτηκα, δεν φοβήθηκα, έγινε ‒και καλώς έγινε‒ και μετά βγήκα στη δουλειά σε μεγάλη παράσταση. Εκεί δεν πέρασα καλά. 

• Κρατώ τα ωραία, αλλά ήταν πολύ δύσκολα εκεί. Μεγάλη παράσταση, εμπορική, με επιτυχία. Εκεί κατάλαβα για πρώτη φορά ότι το ναρκωτικό μερικών ανθρώπων είναι η ένταση. Δεν έχει να κάνει με τη δουλειά, το επάγγελμά μας έχει να κάνει με χαρακτήρες, δηλαδή αν πέσεις σε χαρακτήρες που λατρεύουν την ίντριγκα την πάτησες. Εκεί βίωσα αληθινό μπούλινγκ ‒ τότε δεν υπήρχε και η λέξη, δηλαδή αυτό που μας συνέβαινε δεν ξέραμε να το βάλουμε σε λέξεις. Κι εκεί νόμιζα ότι κάνω κάτι λάθος. Σήμερα το λέω καθαρά ‒ αυτή είναι και η αρχή της κακοποίησης, να νομίζεις ότι προκαλείς κάτι.

Να το πω με ένα παράδειγμα. Είχα τρεις-τέσσερις ατάκες όλες κι όλες και όταν τις έλεγα και γέλαγε ο κόσμος, η πρωταγωνίστρια, επάνω στη σκηνή, την ώρα της παράστασης, έλεγε καγχάζοντας: «Βλέπεις; Γελάνε. Κοίτα εδώ, γελάνε με αυτή. Αν είναι δυνατόν». Μέσα στα μούτρα μου το έλεγε, άντε να το πιστέψει άνθρωπος, είναι τρομακτικό. Κι εγώ τότε έλεγα «είναι ο τρόπος τους να με προσεγγίσουν, αστεία το λένε», σαν άμυνα, έβαζα τον εαυτό μου να πιστέψει ότι κάνουν πλάκα. Πέρασαν πολλά χρόνια για να καταλάβω ότι πρέπει να βάλεις ένα στοπ και να πεις «μισό λεπτό, εμένα δεν μου αρέσει η πλάκα σου». Πες με περίεργη, τρελή, κομπλεξική, μη μου ξαναμιλήσεις και δεν με νοιάζει αν θα με πάρεις στη δουλειά σου, αν θα με πάρεις τηλέφωνο. Όταν είπα «τέρμα, δεν θα μου ξαναφερθεί κανένας έτσι», άρχισα να έχω και αυτοπεποίθηση και δύναμη να λέω τι με ενοχλεί. Μια φορά έχασα τη φωνή μου για έναν μήνα. Επειδή μόνο κατάπινα αυτά που άκουγα, δεν μιλούσα και μου είπε ο ψυχολόγος «μίλα κι ας μην έχεις βρει τις σωστές λέξεις, φτιάξε δικές σου». 

Μαρία Διακοπαναγιώτου Σικάγο Facebook Twitter
Τα ζητήματα της θηλυκότητάς μου τα επεξεργάστηκα στην ουσία τώρα, όταν έπαιξα τη Βίλμα στο Σικάγο. Γι’ αυτό και με πείραξε τόσο που με την πανδημία κλείσαμε, γιατί πρώτη φορά, με αυτόν τον ρόλο, μπόρεσα να βγάλω όλη μου τη θηλυκότητά, όλο το sexiness και όλο αυτό ήταν θεμιτό, δεν έτρωγα από πουθενά μπούλινγκ. Φωτ.: Σταύρος Χαμπάκης

• Η Γκόλφω για μένα ήταν το μεγάλο μπαμ, το θέατρο που είχα ονειρευτεί. Με είδε ο Νίκος Καραθάνος να τραγουδάω σε μια μπάντα που είχαμε με τον Άγγελο Τριανταφύλλου ‒τώρα το σκέφτομαι και μου λείπει πολύ αυτή η μπάντα‒ και με πήρε για να παίξω τη Σταυρούλα. Τον ερωτεύτηκα τον Νίκο. Το όλον του Νίκου, όλο αυτό που φέρει και με τον τρόπο που το κάνει, έναν τρόπο που δεν είναι για όλους, αν σου κάνει όμως είναι μαγικός. Είναι σαν μια οικογένεια και είναι ωραία, αλλά πρέπει και να φεύγεις. Γιατί παθαίνεις ιδρυματισμό, δεν προχωράς. Όσο κι αν αγαπάς τον άλλον, πρέπει να φεύγεις, να επικοινωνείς και να δοκιμάζεις με άλλους. Εγώ θεωρώ πολύ τυχερό τον εαυτό μου, έμαθα από τον Νίκο και τον Κακλέα και την Κονιόρδου και από τον Λαζόπουλο, με τον οποίο δούλεψα τα πρώτα χρόνια και με βοήθησε πολύ να βρω τη δύναμή μου.

683
To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

• Όταν έκανα την Τασούλα στη διαφήμιση της Vodafone, καταστράφηκα. Έπαθα τέτοιο σοκ, που είχα κλειστεί στο σπίτι, έπαιρνα φαΐ απέξω, χτυπούσε το τηλέφωνο μέσα στη νύχτα από δημοσιογράφους, δεν ήξερα τι να πω και τι να κάνω. Δεν μπορούσα να διαχειριστώ το ότι με αναγνώριζαν όλοι, όταν με έπιαναν στον δρόμο είχε και μια αγριάδα όλο αυτό, δεν ήταν πάντα ευγενικό, εκεί λίγο κλείστηκα. Εντάξει, δεν είμαστε και Χόλιγουντ, πέρασε και όλα καλά και ήρεμα, μια διαφήμιση ήταν, σιγά. Αλλά είναι σοκ μεγάλο η μετάβαση αυτή, μέσα σε ενάμισι λεπτό που κρατούσε η διαφήμιση να σε μαθαίνουν όλοι, μα όλοι. 

• Αυτό που γουστάρω περισσότερο και από το να μου πει κάποιος αν είμαι καλή είναι να φτιάχνω τη μέρα του άλλου μέσα από τη δουλειά μου. Είναι σπουδαία υπόθεση να κάνεις καλό και μέσα από τη δουλειά σου, που την αγαπάς και τη λατρεύεις αλλά και ως θεωρία, ως στάση ζωής. Για μένα λειτουργεί ως ντόπα το να κάνω κάποιον χαρούμενο, τρελαίνομαι. Έσωσα τρία σκυλιά και ένιωσα η βασίλισσα του κόσμου. Είναι το ναρκωτικό μου το να βοηθάω, δεν είναι μόνο η τρέλα μου με τα ζώα. 

• Και στη σχολή όπου διδάσκω το ίδιο κάνω. Κουράζομαι πιο πολύ από τους μαθητές μου, γίνομαι πτώμα, κάνουμε ένα μάθημα που είναι και υποκριτική και αυτοσχεδιασμός, ώστε να καταλαβαίνουν τη ζωή μέσα από το σώμα και τις αισθήσεις τους, και φεύγω κουρέλι. Αλλά τώρα που τα παιδιά τελειώνουν και βλέπω κάτι ηθοποιάρες να βγαίνουν από τα χέρια μου, κορδώνομαι, ή, όταν μου λένε οι άλλοι ότι είναι καλοί οι μαθητές μου, τι να πω, είμαι ευτυχισμένη. Με το συναίσθημα και το σώμα δεν τα πήγαινα καλά, γι’ αυτό αποφάσισα να κάνω αυτό το μάθημα στη σχολή, γιατί είχα αρχίσει να αρρωσταίνω. Εγώ, που κάνω πυγμαχία, που τρέχω, μόλις κάτι δεν πήγαινε καλά, αρρώσταινα. Είπα «δεν μπορεί να γίνεσαι ράκος και να ανεβάζεις πυρετό, να κάνεις εμετούς να γίνεται κόμπος στο στομάχι σου και να έχεις ιλίγγους, να σωματοποιείς τόσο βίαια ό,τι συμβαίνει».

• Πιστεύω ότι ενηλικιώθηκα αργά συναισθηματικά και αυτό με έχει κάνει να χάσω πράγματα ‒ έτσι νομίζω. Το νιώθω ότι συναισθηματικά ωριμάζω αργά, καμιά φορά σκέφτομαι πως θα ήμουν αλλιώς αν είχε συμβεί το ένα ή το άλλο, αλλά έτσι πάει, κάτι κερδίζεις, κάτι χάνεις. Με τα χρόνια καταλαβαίνω κι άλλο, σε πολλά πράγματα είμαι αθώα, σε πρώτο επίπεδο, όταν σου λέω σ’ αγαπάω, σε θέλω, αυτό είναι. Δεν μπορώ ούτε τις πουστιές ούτε τα υπονοούμενα, ούτε το εννοώ κάτι άλλο από αυτό που λέω. Αλλά φταίει και ο χαρακτήρας μου που με φτάνει σε άκρα, δεν το χειρίζομαι σωστά. Ας πούμε, εγώ δεν πίνω. Όταν βγαίνω, δεν μπορώ να πω «δεν πίνω» για να μη χαλάσω το κέφι των άλλων, οπότε πίνω, με αποτέλεσμα να γίνομαι χάλια. Για να μη γίνω χάλια, δεν βγαίνω και αποκόβομαι. Εδώ κάτι λάθος γίνεται, αλλά θα το διορθώσω. 

Μαρία Διακοπαναγιώτου κάκτος Facebook Twitter
Πιστεύω ότι ενηλικιώθηκα αργά συναισθηματικά και αυτό με έχει κάνει να χάσω πράγματα ‒ έτσι νομίζω. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

• Η πρώτη καραντίνα καλά βγήκε, ζωγράφιζα, περπάταγα δέκα χιλιόμετρα με τη Νόμπα, δεν πάχυνα, όλα καλά. Η δεύτερη καραντίνα πήγε χάλια, χειρότερα δε γινόταν. Πρώτα αρρώστησε η Νόμπα, πήγα να χάσω τον σκύλο μου και μου έφυγε η μισή ζωή. Δεν κοιμόμουνα για μήνες μέχρι να γίνει καλά, τράκαρα, διέλυσα το αυτοκίνητό μου, σταμάτησα να μιλάω με μια φίλη μου μετά από είκοσι χρόνια, όλα πήγαν χάλια. Όλα βγήκαν στο σώμα μου, πήγα σε τρεις ΩΡΛ, έκανα δύο μαγνητικές, πήγα σε δύο νευροχειρουργούς, ήμουν στον οικογενειακό γιατρό διαρκώς, από την ένταση έπαθα μετατραυματικό στρες. Πάθαινα κρίσεις πανικού για πλάκα και εκεί, μέσα σε όλη αυτήν τη μαυρίλα κάτι ξεκλείδωσε και είπα «τέλος». Και άρχισα να το παλεύω.

Έκοψα το τσιγάρο, έκοψα τον καφέ, άρχισα να κάνω λίγο διαλογισμό ‒ μη φανταστείς πως έγινα γκουρού, έτσι, να φύγω λίγο προς το φως, να απομακρυνθώ από το τοξικό. Ό,τι με φόβιζε προσπαθούσα να το αντικαταστήσω με κάτι άλλο, μόλις άρχιζε ο πανικός πήγαινα στο βουνό, έκανα ντολμαδάκια, μαγείρευα φαγητά που δεν είχα κάνει ποτέ, γιατί κατάλαβα ότι πρέπει να αντικαταστήσεις τη συνθήκη με κάτι πρακτικό, η κατάσταση αυτή θέλει πράξη, δεν θέλει σκέψη. Αποφάσισα να κάνω, επιτέλους, και κάτι καλό για μένα και έβαλα σιδεράκια. Η μάνα μου χάρηκε περισσότερο απ’ ό,τι αν της έλεγα «παντρεύομαι». Χρόνια ήθελε να τα βάλω κι εγώ τα πέταγα.

• Τώρα που έπαθα όλα αυτά, κατάλαβα για άλλη μια φορά ότι είμαι άνθρωπος που πολεμάει, δεν κωλώνει τελικά. Νιώθω σαν να ξεκινάει μια μεταμόρφωση που την περίμενα την άτιμη πώς και πώς και δεν ερχόταν. Γιατί εγώ, αν δεν συμβεί κάτι, και μάλιστα ζωτικό, σοβαρό, δεν αλλάζω. Δεν θα το κάνω ποτέ μόνη μου, αν δεν τρέξουν άλλα γεγονότα. Κι αυτό γιατί δεν κατάφερα ποτέ να μου επιβληθώ. Τώρα μπορώ να πω στον εαυτό μου «γίνε η γυναίκα που θα ’θελες να γίνεις», γιατί για μένα αυτό είναι το θέμα.

• Τα ζητήματα της θηλυκότητάς μου τα επεξεργάστηκα στην ουσία τώρα, όταν έπαιξα τη Βίλμα στο Σικάγο. Γι’ αυτό και με πείραξε τόσο που με την πανδημία κλείσαμε, γιατί πρώτη φορά, με αυτόν τον ρόλο, μπόρεσα να βγάλω όλη μου τη θηλυκότητά, όλο το sexiness και όλο αυτό ήταν θεμιτό, δεν έτρωγα από πουθενά μπούλινγκ. Ερωτεύτηκα τον εαυτό μου που μπορούσα να το κάνω, έλεγα κάθε μέρα «επιτέλους, το κατάφερα». Όλα αυτά τα χρόνια το μάζευα και έβγαινα προς τα έξω σαν τον Γιαγκούλα και ας ήθελα να βγει και η Ματσούκα από μέσα μου ‒ λοιπόν στο Σικάγο τα κατάφερα. Και πάλι με έναν ρόλο μπόρεσα να το εκφράσω αυτό που ήταν μουγγό μέσα μου. Όταν κλείσαμε με την καραντίνα, είπα «όχι Θεέ μου, όχι άλλες φόρμες και άρβυλα», δεν ήθελα να γυρίσω πίσω. 

• Τώρα που έχει περάσει λίγο ο καιρός, όταν σκέφτομαι όλα όσα έγιναν αυτούς του μήνες στο θέατρο, το πρώτο που μου ’ρχεται να πω είναι «ευτυχώς που μαθεύτηκαν». Αυτό το «μα, γιατί τώρα» σιχαίνομαι να το ακούω, ευτυχώς που ο ένας δίνει δύναμη στον άλλον για να μιλήσει και δεν ακούμε την κάθε Μαριγούλα που λέει «τώρα το θυμήθηκες;». Όσοι το λένε αυτό δεν θα τολμήσουν να μιλήσουν ποτέ για τη δουλειά τους. Γιατί αυτές οι σχέσεις εξουσίας υπάρχουν σε όλα τα επαγγέλματα. Ο κλάδος είχε πρόβλημα με τον φόβο. Δεν μιλούσε κανένας και με σοκάρουν πολλά από αυτά που μάθαμε, γιατί, όσο και να ακούσεις, δεν πάει το μυαλό σου τόσο μακριά, αν δεν είσαι μπροστά να το δεις ή, ακόμα χειρότερα, να το πάθεις. Εδώ δεν μιλάμε μόνο για συμπεριφορές, μιλάμε και για απαίσιες πράξεις. Νομίζω πως αυτό που συνέβη και το σημείο στο οποίο φτάσαμε δεν έχει να πάει πιο κάτω, ελπίζω αποδώ και πέρα μόνο καλύτερα να έχουμε να περιμένουμε. 

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Καραθάνος: Πες μια καλημέρα και να την εννοείς

Ποιο είναι το μέλλον του θεάτρου; / Νίκος Καραθάνος: Πες μια καλημέρα και να την εννοείς

Πού οδεύει το θέατρο, ως επάγγελμα, ως θέαμα, ως μέσο κοινωνικοποίησης και ως περιεχόμενο; Επιχειρούμε να ανοίξουμε τη μεγάλη συζήτηση ζητώντας μια πρώτη προσέγγιση από σημαντικούς Έλληνες σκηνοθέτες. Σήμερα μας μιλά ο Νίκος Καραθάνος.
ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μπομπ Γουίλσον

Απώλειες / Μπομπ Γουίλσον (1941-2025): Το προκλητικό του σύμπαν ήταν ένα και μοναδικό

Μεγάλωσε σε μια κοινότητα όπου το θέατρο θεωρούνταν ανήθικο. Κι όμως, με το ριζοσπαστικό του έργο σφράγισε τη σύγχρονη τέχνη του 20ού αιώνα, σε παγκόσμιο επίπεδο. Υποκλίθηκε πολλές φορές στο αθηναϊκό κοινό – και εκείνο, κάθε φορά, του ανταπέδιδε την τιμή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
H ανάληψη του Οιδίποδα αναβάλλεται επ’ αόριστον

Θέατρο / H ανάληψη του Οιδίποδα αναβάλλεται επ’ αόριστον

Ο «Οιδίποδας» του Γιάννη Χουβαρδά συνενώνει τον «Τύραννο» και τον «Επί Κολωνώ» σε μια παράσταση, παίρνοντας τη μορφή μιας πυρετώδους ανασκαφής στο πεδίο του ασυνείδητου - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ζιλιέτ Μπινός: Η Ιουλιέτα των Πνευμάτων στην Επίδαυρο

Θέατρο / Ζιλιέτ Μπινός: Η Ιουλιέτα των Πνευμάτων στην Επίδαυρο

Η βραβευμένη με Όσκαρ ηθοποιός προσπαθεί να παραμείνει συγκεντρωμένη μέχρι την κάθοδό της στο αργολικό θέατρο. Παρ’ όλα αυτά, βρήκε τον χρόνο να μας μιλήσει για τους γυναικείους ρόλους που τη συνδέουν με την Ελλάδα και για τη σημασία της σιωπής.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Όλα όσα ζήσαμε στο 79ο Φεστιβάλ της Αβινιόν: από το «La Distance» του Ροντρίγκες έως τη μεγάλη επιτυχία του Μπανούσι

Θέατρο / Όλα όσα ζήσαμε στο 79ο Φεστιβάλ της Αβινιόν

Οι θερμές κριτικές της «Liberation» και της «Le Monde» για το «ΜΑΜΙ» του Μπανούσι σε παραγωγή της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση είναι απλώς μια λεπτομέρεια μέσα στις απανωτές εκπλήξεις που έκρυβε το πιο γνωστό θεατρικό φεστιβάλ στον κόσμο.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Κωνσταντίνος Ζωγράφος: Ο «Ορέστης» του Τερζόπουλου

Θέατρο / Κωνσταντίνος Ζωγράφος: «Ο Τερζόπουλος σου βγάζει τον καλύτερό σου εαυτό»

Ο νεαρός ηθοποιός που πέρυσι ενσάρκωσε τον Πυλάδη επιστρέφει φέτος ως Ορέστης. Με μια ήδη πλούσια διαδρομή στο θέατρο δίπλα σε σημαντικούς δημιουργούς, ετοιμάζει ένα νέο έργο εμπνευσμένο από το Νεκρομαντείο του Αχέροντα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα»: Αξίζει η παράσταση για τον «μάγκα» του ελληνικού πενταγράμμου;

The Review / «Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα»: Αξίζει η παράσταση για τον «μάγκα» του ελληνικού πενταγράμμου;

Με αφορμή την παράσταση γι’ αυτόν τον αυθεντικό δημιουργό που τις δεκαετίες του 1950 και του 1960 μεσουρανούσε, ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου σχολιάζουν τον αντίκτυπό του στο κοινό σήμερα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Οιδίπους Τύραννος» και «Οιδίπους επί Κολωνώ» του Σοφοκλή: Η άνοδος, πτώση και η αποθέωση

Αρχαίο Δράμα Explained / «Οιδίπους Τύραννος» και «Οιδίπους επί Κολωνώ» του Σοφοκλή: Η άνοδος, η πτώση και η αποθέωση

Τι μας μαθαίνει η ιστορία του Οιδίποδα, ενός ανθρώπου που έχει τα πάντα και τα χάνει εν ριπή οφθαλμού; Η κριτικός θεάτρου Λουίζα Αρκουμανέα επιχειρεί μια θεωρητική ανάλυση του έργου του Σοφοκλή.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Αλίκη Βουγιουκλάκη: Στη ζωή έσπαγε τα ταμπού, στο θέατρο τα ταμεία

Θέατρο / Αλίκη Βουγιουκλάκη: Πώς έσπαγε τα ταμεία στο θέατρο επί 35 χρόνια

Για δεκαετίες έχτισε, με το αλάνθαστο επιχειρηματικό της ένστικτο, μια σχέση με το θεατρικό κοινό που ακολουθούσε υπνωτισμένο τον μύθο της εθνικής σταρ. Η πορεία της ως θιασάρχισσας μέσα από παραστάσεις-σταθμούς και τις μαρτυρίες συνεργατών της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Νίκος Καραθάνος: «Εμείς είμαστε οι χώρες, τα κείμενα, οι πόλεις, εμείς είμαστε οι μύθοι»

Θέατρο / Νίκος Καραθάνος: «Εμείς είμαστε οι χώρες, τα κείμενα, οι πόλεις, εμείς είμαστε οι μύθοι»

Στον πολυαναμενόμενο «Οιδίποδα» του Γιάννη Χουβαρδά, ο Νίκος Καραθάνος επιστρέφει, 23 χρόνια μετά, στον ομώνυμο ρόλο, ακολουθώντας την ιστορία από το τέλος προς την αρχή και φωτίζοντας το ανθρώπινο βάθος μιας τραγωδίας πιο οικείας απ’ όσο νομίζουμε.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ένα δώρο που άργησε να φτάσει

Θέατρο / «Κοιτάξτε πώς φέρονταν οι αρχαίοι στους ξένους! Έτσι πρέπει να κάνουμε κι εμείς»

Ένα δώρο που έφτασε καθυστερημένα, μόλις είκοσι λεπτά πριν το τέλος της παράστασης - Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το «ζ-η-θ, ο Ξένος» σε σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Η Κασσάνδρα της Έβελυν Ασουάντ σημάδεψε το φετινό καλοκαίρι

Θέατρο / Η Κασσάνδρα της Έβελυν Ασουάντ σημάδεψε την «Ορέστεια»

Η «Ορέστεια» του Θεόδωρου Τερζόπουλου συζητήθηκε όσο λίγες παραστάσεις: ενθουσίασε, προκάλεσε ποικίλα σχόλια και ανέδειξε ερμηνείες υψηλής έντασης και ακρίβειας. Ξεχώρισε εκείνη της Έβελυν Ασουάντ, η οποία, ως Κασσάνδρα, ερμήνευσε ένα αραβικό μοιρολόι που έκανε πολλούς να αναζητήσουν το όνομά της. Το φετινό καλοκαίρι, η παράσταση επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη, στους Δελφούς και στο αρχαίο θέατρο Φιλίππων.
M. HULOT
Η Λίνα Νικολακοπούλου υπογράφει και σκηνοθετεί τη μουσικοθεατρική παράσταση «Χορικά Ύδατα»

Θέατρο / «Χορικά Ύδατα»: Ο έμμετρος κόσμος της Λίνας Νικολακοπούλου επιστρέφει στη σκηνή

Τραγούδια που αποσπάστηκαν από το θεατρικό τους περιβάλλον επιστρέφουν στην πηγή τους, σε μια σκηνική τελετουργία γεμάτη εκπλήξεις που φωτίζει την τεράστια καλλιτεχνική παρακαταθήκη της στιχουργού.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Το ημέρωμα της στρίγγλας»: Ήταν ο Σαίξπηρ μισογύνης;

The Review / «Το ημέρωμα της στρίγγλας»: Ήταν ο Σαίξπηρ μισογύνης;

Γιατί εξακολουθεί να κερδίζει το σύγχρονο κοινό η διάσημη κωμωδία του Άγγλου βάρδου κάθε φορά που ανεβαίνει στη σκηνή; Ο Χρήστος Παρίδης και η Βένα Γεωργακοπούλου συζητούν με αφορμή την παράσταση που σκηνοθετεί η Εύα Βλασσοπούλου.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«Darkest White»: Ένα σύμπαν που εξερευνά την ανθεκτικότητα και τη δύναμη της γυναίκας 

Θέατρο / «Darkest White»: Ο εμφύλιος από την πλευρά των χαμένων

Το έργο της Δαφίν Αντωνιάδου που θα δούμε στο Φεστιβάλ Αθηνών, εξερευνά μέσω προσωπικών και ιστορικών αναμνήσεων και μέσα από την ανθεκτικότητα και τη δύναμη της γυναικείας παρουσίας, ιστορίες εκτοπισμού και επιβίωσης. 
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Beytna: Μια παράσταση χορού που είναι στην ουσια ένα τραπέζι με φίλους

Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας / Beytna: Μια παράσταση χορού που είναι στην ουσία ένα τραπέζι με φίλους

Ο σπουδαίος λιβανέζος χορευτής και χορογράφος Omar Rajeh, επιστρέφει με την «Beytna», μια ιδιαίτερη περφόρμανς με κοινωνικό όσο και γαστριμαργικό αποτύπωμα, που θα παρουσιαστεί στο πλαίσιο του φετινού 31ου Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Η νύφη και το «Καληνύχτα, Σταχτοπούτα»

Θέατρο / Η Καρολίνα Μπιάνκι παίρνει το ναρκωτικό του βιασμού επί σκηνής. Τι γίνεται μετά;

Μια παράσταση-περφόρμανς που μέσα από έναν εξαιρετικά πυκνό και γοητευτικό λόγο, ένα κολάζ από εικόνες, αναφορές, εξομολογήσεις, όνειρα και εφιάλτες μάς κάνει κοινωνούς μιας ακραίας εμπειρίας, χωρίς να σοκάρει.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ακούγεσαι Λυδία, Ακούγεσαι ίσαμε το στάδιο

Επίδαυρος / «Ακούγεσαι, Λυδία, ίσαμε το στάδιο ακούγεσαι»

Κορυφαίο πρόσωπο του αρχαίου δράματος, συνδεδεμένη με εμβληματικές παραστάσεις, ανατρέχει σε δεκαπέντε σταθμούς της καλλιτεχνικής της ζωής στην Επίδαυρο και αφηγείται προσωπικές ιστορίες, επιτυχίες και ματαιώσεις, εξαιρετικές συναντήσεις και συνεργασίες, σε μια πορεία που αγγίζει τις πέντε δεκαετίες.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ