Δανάη Κοντόρα Μποέμ Facebook Twitter
Θέλω να κάνω πράγματα, αλλά θέλω να έχει έρθει η ώρα τους. Φωτ.: Βαλέρια Ισάεβα

Η Δανάη Κοντόρα δεν έχει τη συνήθη πόζα και το attitude των σοπράνο

0

Το 2007 ο τότε καλλιτεχνικός διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής Στέφανος Λαζαρίδης αναθέτει στον διάσημο Βρετανό σκηνοθέτη Γκρέιαμ Βικ να ανεβάσει στην Αθήνα την «Μποέμ» του Πουτσίνι. 

Ο Βικ ήταν ένας σκηνοθέτης που τολμούσε, πειραματιζόταν, κατέρριπτε τα κλισέ που παραδοσιακά συνοδεύουν την όπερα. «Η ανθρωπότητα δεν αλλάζει ποτέ· ο θάνατος θα είναι πάντα θάνατος, η φτώχεια φτώχεια, οι φοιτητές φοιτητές. Επιχειρήσαμε να ξεδιπλώσουμε την ουσία του έργου, ώστε να υπάρχει κάτι οικουμενικό που θα ταιριάζει σε κάθε εποχή», έλεγε τότε. 

Και πράγματι. O Γκρέιαμ Βικ έφυγε από τη ζωή το 2021, αλλά η «Μποέμ» του είναι εδώ, η ανάγνωσή του αντέχει ακόμα, η παράσταση παραμένει ένα ορόσημο για το ελληνικό λυρικό θέατρο και η οικουμενικότητα που αναζητούσε επιβεβαιώνεται, καθώς η δράση της παράστασης –όπως και τότε– μεταφέρθηκε από το Παρίσι του 19ου αιώνα στη σημερινή Αθήνα. 

Την ίδια περίπου εποχή, σε μια άλλη γειτονιά της πόλης ένα νέο κορίτσι, η Δανάη Κοντόρα, περνούσε το κατώφλι του Ελληνικού Ωδείου και έκανε όνειρα για καριέρα στην όπερα. 

«Όταν συγκινείς κάποιον που δεν έχει ιδέα, έχεις τη δυνατότητα να τον κερδίσεις γενικά ως θεατή και να αγαπήσει την όπερα. Αυτό έχει τρομερή αξία».

Σήμερα, το κορίτσι αυτό κάθεται απέναντί μου, και σε ένα διάλειμμα από τις πρόβες μού μιλά με ενθουσιασμό για τη συμμετοχή της στην αναβίωση εκείνης της «Μποέμ» που επιστρέφει στη Λυρική Σκηνή (πρεμιέρα 21 Δεκεμβρίου). Δεν είναι πια φοιτήτρια αλλά μια διεθνώς αναγνωρισμένη υψίφωνος κολορατούρα, η οποία στα πολλά χρόνια που λείπει από την πατρίδα της έχει δοκιμάσει την τύχη της στα θέατρα της Ευρώπης και έχει διαπρέψει ως Βασίλισσα της Νύχτας – και όχι μόνο. 

Δανάη Κοντοβά Μποέμ Facebook Twitter
Όλοι έχουμε περάσει από το στάδιο της σύγκρισης. Από τη στιγμή, δε, που υπάρχει το ίντερνετ, αυτή η σύγκριση μπορεί να σε διαλύσει. Και εγώ για χρόνια έπεφτα, ή και ακόμα πέφτω, σε αυτήν τη λούμπα, να ακούσω ή να δω πώς το έκαναν οι μεγάλες τραγουδίστριες. Φωτ.: Βαλέρια Ισάεβα

Η «Μποέμ» βασίζεται σε νουβέλα του Ανρί Μιρζέρ και από το 1896 που πρωτοπαρουσιάστηκε δεν υπάρχει λυρικό θέατρο στον κόσμο που να μην υπέκυψε σε αυτή την υπόθεση, η οποία ζουμάρει στον έρωτα μεταξύ του ποιητή Ροντόλφο και της ράφτρας Μιμής, ενώ στο φόντο πέφτει χιόνι στο παγωμένο χριστουγεννιάτικο Παρίσι.

Σε μια παρισινή σοφίτα, λοιπόν, στήνεται ένα μοναδικό γαϊτανάκι, όπου ο Πουτσίνι βάζει όλη την παλέτα των συναισθημάτων, οι τραγουδιστές αναλαμβάνουν τις ερμηνευτικές διακυμάνσεις και το κοινό ονειρεύεται μια ζωή παραδομένη στην ανεμελιά, τη χαρά, τους μεγάλους έρωτες.

Στην παρέα των ποιητών, ζωγράφων και φιλοσόφων που παρ' όλη τη φτώχεια τους ζουν αμέριμνοι το νεανικό τους όνειρο υπάρχει και μια τραγουδίστρια, η Μουζέτα, μια κοπέλα που τροφοδοτείται από τον έρωτα και τη μουσική. 

Θα έλεγε λοιπόν κανείς πως η Μουζέτα είναι ιδανικός ρόλος για τη Δανάη Κοντόρα, που επιτέλους επιστρέφει στην πατρίδα της με έναν μεγάλο ρόλο. 

Φωτεινή, ανοικτή και ανεπιτήδευτη, χαμογελαστή, εναλλακτική, με νεανική σπιρτάδα και τατουάζ, αυθόρμητη και δραστήρια στα social media, η Δανάη δεν έχει τίποτα από τη συνήθη πόζα και το attitude των σοπράνο, επιμένει πως δεν έχει καμία διάθεση να υπηρετήσει –εκτός σκηνής– κανέναν ρόλο και χαίρεται πολύ που για πρώτη φορά θα τραγουδήσει μπροστά στη γιαγιά της. 

Δανάη Κοντοβά Μποέμ Facebook Twitter
Θα έλεγε λοιπόν κανείς πως η Μουζέτα είναι ιδανικός ρόλος για τη Δανάη Κοντόρα, που επιτέλους επιστρέφει στην πατρίδα της με έναν μεγάλο ρόλο. Φωτ.: Βαλέρια Ισάεβα

«Προσπαθώ να έρχομαι δύο φορές τον χρόνο για να βλέπω την οικογένειά μου και ειδικά τη γιαγιά μου, που τον Φεβρουάριο γίνεται 99. Ανυπομονώ να με ακούσει. Μέχρι σήμερα τής δείχνω συνεχώς βίντεο, γιατί μην ξεχνάμε πως ό,τι έχω κάνει το έχω κάνει στο εξωτερικό. Μεγάλωσα σε ένα περιβάλλον όπου ήταν πολύ έντονη η παρουσία της κλασικής μουσικής, διότι η μητέρα μου τη λάτρευε και πάντα θυμάμαι να ξυπνάω ή να τρώω πρωινό και από κάπου να ακούγονται άριες. Μου έκανε τρομερή εντύπωση πώς γίνεται να αλλάζει τόσο ο ήχος της φωνής όταν μιλάμε και όταν τραγουδάμε. Με μάγευε η τοποθέτηση της φωνής, το γεγονός ότι το σώμα ολόκληρο γίνεται ένα ηχείο το οποίο αναβλύζει έναν εντελώς διαφορετικό, πανέμορφο ήχο», λέει σήμερα. 

Κοντά 13 χρόνια τώρα ζει στο εξωτερικό. Σε αυτήν τη φάση, η βάση της είναι το Βερολίνο. «Έχω μετακομίσει απίστευτα πολλές φορές, είμαι εξπέρ. Μπορώ να σου πω όλα τα μυστικά για τις μετακομίσεις. Και κυρίως το βασικό: μην κρατάς πράγματα που δεν χρησιμοποιείς».

Η εκκίνηση της μουσικής της περιπέτειας έγινε στο Μόναχο. Στην Ελλάδα, κακά τα ψέματα, δεν υπήρχε μεγάλη δυνατότητα εξέλιξης. Σήμερα, όμως, επιστρέφει σε έναν οργανισμό που συνομιλεί με τα μεγάλα λυρικά θέατρα της Ευρώπης. «Όταν έφυγα, η καλλιτεχνική σκηνή της όπερας ήταν περιορισμένη και προφανώς στο ωδείο είναι πολύ συγκεκριμένα τα πράγματα που μαθαίνεις. Είχα άλλου τύπου όνειρα: ήθελα να ταξιδέψω, να βγω από τη χώρα όπου μεγάλωσα, να ανακαλύψω και να μάθω νέα πράγματα», θυμάται για τα πρώιμά της σχέδια. 

— Και ήταν όντως έτσι; 
Ήταν απίστευτα. Σχεδόν όλο τον πρώτο χρόνο ξυπνούσα για να πάω στο μάθημα και δεν το πίστευα ότι ήμουν εκεί και ότι είχα πρόσβαση σε όλα αυτά. Ένιωθα σαν να είχε εκπληρωθεί ένα μεγάλο όνειρο. Ακολούθησαν αλλεπάλληλες ακροάσεις, έγινα δεκτή στη Φρανκφούρτη και ξαφνικά, από κει που αγχωνόμουν αν θα βρω κάτι να κάνω, έβλεπα ότι έπρεπε να διαλέξω μεταξύ προτάσεων. Μετά τη Φρανκφούρτη ήρθε η Λειψία, το Βερολίνο, η ζήτηση γινόταν μεγαλύτερη, οι προτάσεις για ακροάσεις και πιθανούς ρόλους άρχισαν να πληθαίνουν, τα συμβόλαια –ειδικά για τον ρόλο της Βασίλισσας της Νύχτας– πολλαπλασιάζονταν και τα πράγματα πήραν τον δρόμο τους.

— Την περίμενες αυτή την εξέλιξη;
Όχι, καθόλου. Όταν έφυγα από την Αθήνα, είχα τρομερές τεχνικές φωνητικές ελλείψεις. Ήξερα ότι είχα μια φωνή που μπορεί να τραγουδάει ψηλά, και αυτό ήταν όλο. Ήταν μια πρώτη μικρή συντριβή όταν διαπίστωσα πού πραγματικά στεκόμουν τεχνικά. Δούλεψα σαν το σκυλί, και σύντομα όχι μόνο καταλάβαινα την εξέλιξη, αλλά γινόμουν και επιθυμητή. Έπειτα, λοιπόν, προέκυψε ένα άλλο πρόβλημα: δεν αγωνιούσα για το πώς θα πάει το πράγμα, αλλά για το αν θα μπορέσω να αντεπεξέλθω σε όλα όσα συνέβαιναν.

Δανάη Κοντοβά Μποέμ Facebook Twitter
«Προσπαθώ να έρχομαι δύο φορές τον χρόνο για να βλέπω την οικογένειά μου και ειδικά τη γιαγιά μου, που τον Φεβρουάριο γίνεται 99. Ανυπομονώ να με ακούσει». Φωτ.: Βαλέρια Ισάεβα

— Τα νιάτα, έτσι κι αλλιώς, δεν δημιουργούν μια αδηφάγα διάθεση να πούμε σε όλα ναι;
Εγώ είχα ακριβώς το αντίθετο. Ακόμα και όταν μου τηλεφωνούσαν για να αντικαταστήσω μια άρρωστη συνάδελφο, το ένστικτό μου με φρέναρε γιατί δεν ήμουν σίγουρη αν είμαι καλά προετοιμασμένη. Ενστικτωδώς η πρώτη μου αντίδραση είναι να αρνούμαι, να κοντρολάρω και να μην υποκύπτω σε κάτι που γυαλίζει πολύ. Θέλω να κάνω πράγματα, αλλά θέλω να έχει έρθει η ώρα τους.

— Για τη Μουζέτα που θα μας τραγουδήσεις είχε έρθει η ώρα; 
Ναι, ήδη από πέρυσι που έκανα πρεμιέρα στον ρόλο. Μου φαίνεται μια γυναίκα με πολύ προωθημένη σκέψη, καθώς διεκδικεί την ισοτιμία στον έρωτα και δεν αποδέχεται τις σχέσεις που βασίζονται στην ιδιοκτησία της γυναίκας από τον άντρα. Είναι μια γυναίκα της σκηνής, που διεκδικεί τη δυνατότητα να κάνει ό,τι της αρέσει, δεν απολογείται, δεν την νοιάζει, και κυρίως –πράγμα που με γοητεύει πολύ– είναι μια γυναίκα που είναι πολλά πράγματα μαζί: καθοδηγείται από το ένστικτό της, της αρέσει να προκαλεί και συγχρόνως διακατέχεται από ένα αίσθημα ανιδιοτελούς προσφοράς, που της το υπαγορεύει η αλληλεγγύη απέναντι στους όμοιούς της.

— Η «Μποέμ» γιατί αγαπιέται τόσο διαχρονικά; 
Γιατί εστιάζει με ρεαλισμό στις καθημερινές δυσκολίες και τα πάθη των απλών ανθρώπων. Παρόλο που οι συνθήκες έχουν αλλάξει, οι θεατές εξακολουθούν να ταυτίζονται με την ένδεια, τις δυσκολίες πληρωμής του ενοικίου, την αγορά φαρμάκων ή τη θέρμανση του σπιτιού. Ταυτόχρονα, η έμφαση στη δύναμη της φιλίας, η αλληλεγγύη μεταξύ των χαρακτήρων και το χιούμορ που διατηρούν μπροστά στη φτώχεια και τις δυσκολίες προσδίδουν στο έργο μια διαχρονική γοητεία. Η «Μποέμ» δεν απευθύνεται μόνο στο μυαλό αλλά κυρίως στην καρδιά.

— Σε αγχώνει όταν τοποθετείσαι απέναντι στις μεγάλες φωνές που αναμετρήθηκαν με τους ίδιους ρόλους; 
Όλοι έχουμε περάσει από το στάδιο της σύγκρισης. Από τη στιγμή, δε, που υπάρχει το ίντερνετ, αυτή η σύγκριση μπορεί να σε διαλύσει. Και εγώ για χρόνια έπεφτα, ή και ακόμα πέφτω, σε αυτήν τη λούμπα, να ακούσω ή να δω πώς το έκαναν οι μεγάλες τραγουδίστριες. 

Έχω όμως μια αρχή: ακούω δυο-τρεις ερμηνείες από γνωστούς τραγουδιστές και μετά τα κλείνω όλα και δουλεύω τον ρόλο όπως νομίζω, για να αρχίσει σιγά-σιγά να δημιουργείται μέσα μου η δική μου μείξη πραγμάτων. Όμως η ωριμότητα κατακτιέται με τα χρόνια. Όπως είχε πει και ο Miles Davis, «έπρεπε να παίξω πολλά χρόνια για να καταφέρω να παίξω όπως εγώ».  

Από την άλλη, πρέπει να καταλαβαίνουμε ότι η ερμηνεία είναι μια συνθήκη μοναδική. Ό,τι και να ακούσεις σε κάποιο CD, αυτό που συμβαίνει στη σκηνή τη στιγμή που στεκόμαστε ο ένας δίπλα στον άλλον είναι κάτι που δεν θα υπάρξει ποτέ ξανά με τον ίδιο τρόπο, όσες φορές κι αν το επαναλάβουμε. Ας εγκαταλείψουμε, λοιπόν, όσο πιο σύντομα γίνεται, τον δρόμο της σύγκρισης, γιατί μόνο να ακυρώσει τη δημιουργικότητά μας μπορεί.

Δανάη Κοντοβά Μποέμ Facebook Twitter
Φωτ.: Γιάννης Αντώνογλου

— Υπάρχει όμως και η Κάλλας. Άλλο ένα τοτέμ πάνω από τα κεφάλια των σοπράνο. 
Νομίζω «Τόσκα» δεν θα τολμήσω ποτέ να κάνω με τόσες φορές που έχω ακούσει το «Vissi d' arte» από τη Μαρία Κάλλας. (γελάει)  

— Τι έχει αλλάξει εντελώς από την εποχή της και τι παραμένει ίδιο; 
Πόσο πηγαία και πόσο αβίαστα έβγαινε από μέσα της αυτή η συγκλονιστική φωνή. Αυτό είναι που δεν έχει αλλάξει από τότε για μένα: μπορεί στις μέρες μας η τεχνική να είναι απολύτως υπολογίσιμη –καμιά φορά περισσότερο από οτιδήποτε–, αλλά οι καλλιτέχνες που καταφέρνουν να βρουν τη δική τους προσωπικότητα –ασχέτως αν είναι τεχνικά άρτιοι– είναι εκείνοι που θέλει να δει το κοινό. Στο τέλος της μέρας αυτό μετράει: ποιος συγκινεί περισσότερο τον κόσμο.

— Η «νομαδική» ζωή που κάνεις ως λυρική τραγουδίστρια σου αρέσει; 
Τρομερά! Δεν μπορώ να θυσιάσω την αίσθηση του ταξιδιού, τις γνωριμίες με νέους μαέστρους και τραγουδιστές για χάρη της σταθερότητας. Παλιότερα οι τραγουδιστές έμεναν πολλά χρόνια σε ένα θέατρο, εγώ αντιθέτως προτιμώ το free lance. Αγαπώ τη νομαδική ζωή, μέσα από την οποία χτίζω μικρές ενότητες ζωής παντού. Από τη Γένοβα και τη Βιέννη, το Λονδίνο και το Ελσίνκι, το Εδιμβούργο και το Βερολίνο μέχρι το Μόναχο και τη Δρέσδη. 

— Τι σου έχει διδάξει αυτή η «κινητικότητα»;
Το πόσο σπουδαίο είναι να καταλαβαίνεις αυτό που ζεις και να το γλεντάς την ώρα που συμβαίνει. Να μη φεύγεις από μια πόλη έχοντας χάσει τη στιγμή και εκ των υστέρων να λες «αχ, τι ωραία που ήταν». Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι είμαστε μόνο οι επιτυχίες μας. Προφανώς την ώρα που συμβαίνει κάτι καλό νιώθω ότι είμαι on top of the world, αλλά προφανώς και θα ξανασυγχυστώ, θα ξαναστεναχωρηθώ, θα ξαναέχω αγωνία πριν ανέβω στη σκηνή, θα υπάρξουν ξανά στιγμές που δεν θα μου δώσουν τον ρόλο για τον οποίο πέρασα από ακρόαση, θα ξανανιώσω αμφιβολίες για τη φωνή ή την πορεία μου.

Δανάη Κοντόρα Μποέμ Facebook Twitter
Νίκος Κοτενίδης και Δανάη Κοντόρα επί σκηνής. Φωτ.: Γιάννης Αντώνογλου

— Στην καθημερινότητά σου τραγουδάς; 
Ναι, φυσικά, και μάλιστα σε περιόδους που νιώθω μπλοκαρισμένη ξεδίνω με καραόκε στο παιδικό δωμάτιο με την αδελφή μου. Έτσι, θυμάμαι πόσο ωραίο είναι να εκφράζεσαι με το τραγούδι. Επίσης, χορεύω πάρα πολύ. Μη φανταστείς ότι τραγουδάω όπερα στους δρόμους. Μου αρέσουν πάρα πολύ τα τραγούδια της Δανάης Στρατηγοπούλου –τα τραγουδάμε με τη γιαγιά μου–, τα ρεμπέτικα που πάντα με δονούν, ο Χατζιδάκις αλλά και κάποια ποπ της Βανδή, που μου θυμίζουν την εφηβεία μου στην Ελλάδα.

— Για τι θα ήθελες να σου κάνουν κομπλιμέντο, για την τεχνική ή για την υποκριτική σου; 
Αναλόγως με το ποιος θα το έκανε. Αν η δασκάλα μου, με την οποία δουλεύω εντατικά την τεχνική, μου έκανε ένα σχετικό κομπλιμέντο, αυτό θα σήμαινε παρά πολλά για μένα. Αντίστοιχα, αν κάποιοι φίλοι μου –που δεν βλέπουν τόσο συχνά όπερα– έβρισκαν κάτι καλό να μου πουν για την ερμηνεία μου, θα ήμουν πολύ χαρούμενη που ό,τι έκανα τούς κράτησε. Το θέμα της κριτικής (θετικής ή αρνητικής) δεν είναι μονοδιάστατο. Έχω πολλούς συναδέλφους που δεν ασχολούνται καθόλου με το τι λέγεται ή γράφεται για εκείνους και συναδέλφους που μια κριτική μπορεί να τους κάνει πανευτυχείς ή απολύτως δυστυχείς. Δεν ανήκω ούτε στη μία ούτε στην άλλη κατηγορία. Κάθε φορά κρίνω αναλόγως. Αυτό όμως που δεν υποτιμώ καθόλου είναι την αίσθηση που αφήνει μια ερμηνεία μου στο μέσο κοινό. 

— Άρα, τι είναι πιο δύσκολο: να συγκινήσεις έναν ειδικό στην κλασική μουσική ή έναν θεατή που έρχεται πρώτη φορά στην όπερα;
Εξαρτάται με τι διάθεση φτάνει ο καθένας στην αίθουσα. Όταν συγκινείς κάποιον που δεν έχει ιδέα, έχεις τη δυνατότητα να τον κερδίσεις γενικά ως θεατή και να αγαπήσει την όπερα. Αυτό έχει τρομερή αξία.

Δείτε περισσότερες πληροφορίες για την όπερα «Μποέμ» εδώ

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Ο βασιλιάς της Όπερας λεγόταν Λουτσιάνο, ήταν προληπτικός, ανοικονόμητος, ανεπανάληπτος

Πέθανε Σαν Σήμερα / Ο βασιλιάς της Όπερας λεγόταν Λουτσιάνο, ήταν προληπτικός, ανοικονόμητος, ανεπανάληπτος

Στις 6 Σεπτεμβρίου του 2007 σιγεί για πάντα η πιο υπέροχη φωνή που πέρασε από τα λυρικά θέατρα τον 20ό αιώνα και έμεινε στην ιστορία με το όνομα Λουτσιάνο Παβαρότι
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
ΝΑΝΤΙΝ ΣΙΕΡΡΑ

Μουσική / Ναντίν Σιέρρα: «Δεν θα ήθελα η προσωπική μου ζωή να μοιάζει με της Κάλλας»

Μία από τις διασημότερες και πολυβραβευμένες Αμερικανίδες σοπράνο μιλά για τις γυναίκες που τη διαμόρφωσαν και επηρέασαν την πορεία της λίγο πριν ερμηνεύσει τη Βιολέτα στην «Τραβιάτα» του Βέρντι, στο Ηρώδειο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ερωτευμένος με τον Κρέοντα

Θέατρο / Ο Rasche αγάπησε τον Κρέοντα περισσότερο από την Αντιγόνη

«Η εκφορά του λόγου παραδίδεται αμαχητί σε μια άκρατη δραματικότητα, σε ένα υπερπαίξιμο, σε μια βεβιασμένη εμφατικότητα, σε έναν στόμφο παλιακό που θα νόμιζε κανείς πως έχει εξαλειφθεί πλέον. Η σοβαροφάνεια σε όλο το (γοερό) μεγαλείο της». Έτσι ξεκίνησε φέτος η Επίδαυρος.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Πολεμικοί Ανταποκριτές: Ψάχνοντας την αλήθεια μέσα στο ζόφο του πολέμου

Θέατρο / Πολεμικοί Ανταποκριτές: Ψάχνοντας την αλήθεια μέσα στον ζόφο του πολέμου

Σε μια περίοδο που ο πόλεμος αποτελεί βασικό συστατικό της καθημερινότητάς μας, μια παράσταση εξετάζει όσα μεσολαβούν μεταξύ γεγονότος και πληροφορίας και πώς διαμορφώνουν την τελική καταγραφή και την ιστορική μνήμη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Η τραγική ιστορία και η άγρια δολοφονία μιας θαρραλέας περφόρμερ

Θέατρο / Η τραγική ιστορία και η άγρια δολοφονία μιας θαρραλέας περφόρμερ

Όταν η Πίπα Μπάκα ξεκίνησε να κάνει oτοστόπ από την Ιταλία για να φτάσει στην Ιερουσαλήμ δεν φαντάστηκε ότι αυτό το ταξίδι-μήνυμα ειρήνης θα κατέληγε στον βιασμό και τη δολοφονία της. Mια παράσταση που θα δούμε στο Φεστιβάλ Αθηνών αναφέρεται στην ιστορία της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Σίμος Κακάλας ξορκίζει τα χάλια μας με μια κωμωδία γέλιου και αίματος

Θέατρο / Ο Σίμος Κακάλας ξορκίζει τα χάλια μας με μια κωμωδία γέλιου και αίματος

Τα «Κακά σκηνικά» είναι «μια κωμική κόλαση» αφιερωμένη στη ζοφερή ελληνική πραγματικότητα, μια απόδραση από τα χάλια της χώρας, του θεάτρου, του παγκόσμιου γεωπολιτικού γίγνεσθαι, ένα ξόρκι στην κατάθλιψη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Χρήστος Παπαδόπουλος: «Κάθε μορφή τέχνης χρειάζεται το εσωτερικό βάθος»

Θέατρο / Χρήστος Παπαδόπουλος: «Mε αφορά πολύ το "μαζί"»

Το «τρομερό παιδί» από τη Νεμέα που συμπληρώνει φέτος δέκα χρόνια στη χορογραφία ανοίγει το φετινό 31ο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας με τους Dance On Ensemble και το «Mellowing», μια παράσταση για τη χάρη και το σθένος της ωριμότητας.  
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κάνεις χορό γιατί αυτή είναι η μεγάλη σου ανάγκη

Χορός / «Κάνουμε χορό γιατί αυτή είναι η μεγάλη μας ανάγκη»

Με αφορμή την παράσταση EPILOGUE, ο διευθυντής σπουδών της σχολής της Λυρικής Σκηνής Γιώργος Μάτσκαρης και έξι χορευτές/χορεύτριες μιλούν για το δύσκολο στοίχημα τού να ασχολείται κανείς με τον χορό στην Ελλάδα σήμερα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μαρία Κωνσταντάρου: «Ερωτεύτηκα αληθινά στα 58»

Οι Αθηναίοι / Μαρία Κωνσταντάρου: «Δεν παίζω πια γιατί δεν υπάρχουν ρόλοι για την ηλικία μου»

Μεγάλωσε χωρίς τη μάνα της, φώναζε «μαμά» μια θεία της, θυμάται ακόμα τις παιδικές της βόλτες στον βασιλικό κήπο. Όταν είπε πως θέλει να γίνει ηθοποιός, ο πατέρας της είπε «θα σε σφάξω». Η αγαπημένη ηθοποιός που έπαιξε σε μερικές από τις σημαντικότερες θεατρικές παραστάσεις αλλά και ταινίες της εποχής της είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ο Γιάννος Περλέγκας ανεβάζει τον «Κατσούρμπο» του Χορτάτση

Θέατρο / Γιάννος Περλέγκας: «Ο Κατσούρμπος μας είναι μια απόπειρα να γίνουμε πιο αθώοι»

Ο Γιάννος Περλέγκας σκηνοθετεί το έργο του Χορτάτση στο πλαίσιο του στο πλαίσιο του Κύκλου Ρίζες του Φεστιβάλ Αθηνών. Τον συναντήσαμε στις πρόβες όπου μας μίλησε για την αξία του Κρητικού συγγραφέα και του έργου του και την ανάγκη για περισσότερη λαϊκότητα στο θέατρο. Κάτι που φιλοδοξεί να μας δώσει με αυτό το ανέβασμα.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασίλης Παπαβασιλείου

Απώλειες / Βασίλης Παπαβασιλείου (1949-2025): Ένας σπουδαίος διανοητής του ελληνικού θεάτρου

«Αυτό, λοιπόν, το οφείλω στο θέατρο: τη σωτηρία από την κακομοιριά μου»: Ο σκηνοθέτης, μεταφραστής, ηθοποιός και δάσκαλος Βασίλης Παπαβασιλείου πέθανε σε ηλικία 76 ετών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΕΠΕΞ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΣ

Θέατρο / Δημήτρης Γκοτσόπουλος: «Ήμουν ένα αγρίμι που είχε κατέβει από τα βουνά»

Ο ταλαντούχος ηθοποιός φέτος ερμηνεύει τον Νεοπτόλεμο στον «Φιλοκτήτη» του Σοφοκλή. Πώς κατάφερε από ένα αγροτικό περιβάλλον να πρωταγωνιστήσει σε μεγάλες τηλεοπτικές επιτυχίες και γιατί πέρασε ένα ολόκληρο καλοκαίρι στην Πολύαιγο, διαβάζοντας «Βάκχες»;
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Γιάννης Χουβαρδάς: «Το κοινό που έρχεται να σε δει είναι ο καθρέφτης σου»

Θέατρο / Γιάννης Χουβαρδάς: «Το κοινό που έρχεται να σε δει είναι ο καθρέφτης σου»

Ο κορυφαίος Έλληνας σκηνοθέτης διασκευάζει φέτος τις τραγωδίες του Οιδίποδα σε ένα ενιαίο έργο και μιλά στη LiFO, για το πώς η μοίρα είναι μια παρεξηγημένη έννοια, ενώ σχολιάζει το αφήγημα περί «καθαρότητας» της Επιδαύρου, καθώς και τις ακραίες αντιδράσεις που έχει δεχθεί από το κοινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΓΙΑ 28 ΜΑΙΟΥ Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Θέατρο / Elena Souliotis: Η Ελληνίδα που θα γινόταν η επόμενη Κάλλας 

Σαν σήμερα, το 1943, γεννήθηκε η Ελληνίδα σοπράνο που διέπρεψε για μια ολόκληρη δεκαετία στην Ευρώπη και την Αμερική, αλλά κάηκε εξαιτίας μιας σειράς ιδιαίτερα απαιτητικών ρόλων, τους οποίους ερμήνευσε πολύ νωρίς. Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, ένας από τους λίγους στην Ελλάδα που γνωρίζουν σε βάθος την πορεία της, περιγράφει την άνοδο και την πτώση της.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Θέατρο / Δημήτρης Καπουράνης: «Το αόρατο νήμα που ενώνει τα παιδιά μεταναστών είναι το πένθος»

Από τους Αγίους Σαράντα της Αλβανίας μέχρι τη σκηνή του Εθνικού Θεάτρου, η ζωή του βραβευμένου ηθοποιού, τραγουδιστή και σεναριογράφου είναι μια διαρκής προσπάθεια συμφιλίωσης με την απώλεια. Η παράσταση «Μια άλλη Θήβα» τον καθόρισε, ενώ ο ρόλος του στο «Brokeback Mountain» τού έσβησε κάθε ομοφοβικό κατάλοιπο. Δηλώνει πως αυτό που τον ενοχλεί βαθιά είναι η αδράνεια απέναντι σε όσα συμβαίνουν γύρω μας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Μιχαήλ Μαρμαρινός: Το έπος μάς έμαθε να αναπνέουμε ΟΙ ΥΠΟΛΟΙΠΟΙ ΑΡΚΕΤΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΣΤΟ ΤΕΛΟΣ

Θέατρο / Μιχαήλ Μαρμαρινός: «Από μια κοινωνία της αιδούς, γίναμε μια κοινωνία της ξεδιαντροπιάς»

Με τη νέα του παράσταση, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός επιστρέφει στην Οδύσσεια και στον Όμηρο και διερευνά την έννοια της φιλοξενίας. Αναλογίζεται το «απύθμενο θράσος» της εποχής μας, εξηγεί τη στενή σχέση του έπους με το βίωμα και το θαύμα που χάσαμε και παραμένει σχεδόν σιωπηλός για τη νέα του θέση ως καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ Αθηνών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
13 λόγοι για να πάμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Θέατρο / 13 λόγοι για να πάμε φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου

Τέχνη με φαντασία, αστείρευτη δημιουργία, πρωτοποριακές προσεγγίσεις: ένα επετειακό, εορταστικό, πολυσυλλεκτικό πρόγραμμα για τα 70 χρόνια του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου μέσα από 83 επιλογές από το θέατρο, τη μουσική και τον χορό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κυνηγώντας τον χαμένο χρόνο σε ένα έργο για την εξουσία

Θέατρο / «Δελφίνοι ή Καζιμίρ και Φιλιντόρ»: Ένα έργο για τη μόνιμη ήττα μας από τον χρόνο

Ο Θωμάς Μοσχόπουλος σκηνοθετεί και γράφει ένα έργο-παιχνίδι, εξετάζοντας τις σχέσεις εξουσίας, τον δημιουργικό αντίλογο και τη μάταιη προσπάθεια να ασκήσουμε έλεγχο στη ζωή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ