Ο ΑΡΗΣ ΓΙΑΝΝΟΥΚΟΣ είναι «βετεράνος» της αποκέντρωσης. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Σεπόλια και, όπως ο διάσημος συντοπίτης του, Γιάννης Αντετοκούνμπο, κατάφερε μετά από πολλά χρόνια σκληρής δουλειάς να ζήσει το όνειρό του.
Ποιο ήταν το όνειρο του Άρη; Μα, φυσικά, το βουνό. Και όχι οποιαδήποτε βουνό αλλά το Μαίναλο. Έχοντας οικογενειακές ρίζες στην Αρκαδία και επισκεπτόμενος την περιοχή σε όλες τις διακοπές του, πήρε την απόφαση και το ρίσκο να αφήσει την Αθήνα και τη δουλειά στον έβδομο όροφο ενός κτιρίου χωρίς παράθυρα για να δοκιμάσει τη ζωή στην επαρχία.
Είκοσι χρόνια και πολλή σκληρή δουλειά μετά, κατάφερε να κάνει το χόμπι του επάγγελμα. Ζει ουσιαστικά από το βουνό, το οποίο γι’ αυτόν είναι, όπως μας είπε, το φάρμακο και το μυστικό της επιτυχίας του. Ο ίδιος στη συζήτησή μας εξήγησε την απόφασή του και περιέγραψε πώς εξελίσσεται η ζωή του ως τώρα.
Στο ορειβατικό καταφύγιο οι περισσότεροι επισκέπτες είναι από Αθήνα. Αυτό που τους συμβουλεύω είναι να φτιάξουν ένα plan B για φυγή από Αθήνα και επιστροφή στην επαρχία και στη φύση.
«Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1979, έζησα και μεγάλωσα στα Σεπόλια –εγώ και ο Αντετοκούνμπο– μέχρι το 2005 που αποφάσισα να φύγω για την Τρίπολη. Είχα ρίζες από Αρκαδία και επισκεπτόμουνα συχνά την Τρίπολη, αφού εκεί έμεναν ο παππούς και η γιαγιά μου. Τα καλοκαίρια, το Πάσχα, τα Χριστούγεννα, πάντα έκανα τις διακοπές μου εκεί.

Έτσι, σε ηλικία 26 χρονών αποφάσισα να μείνω μόνιμα στην πόλη. Ξεκίνησα να εργάζομαι ως πωλητής σε κατάστημα αθλητικών ειδών. Στην Αθήνα ήμουν υπεύθυνος καταστήματος σε γνωστή μάρκα αθλητικών, στον Πειραιά. Στον 7ο όροφο, χωρίς παράθυρα και με ωράριο 9:00-21:00, ένα δωδεκάωρο δηλαδή. Είχα μετά και το καθημερινό ταξίδι Σεπόλια - Πειραιάς. Σύνολο, λοιπόν, 14 ώρες. Τι έμενε; Δέκα ώρες για να δεις φίλους και να κοιμηθείς.
Ένας ευλογημένος φίλος από Τρίπολη μού πέταξε τη σπίθα της φυγής από Αθήνα ένα βράδυ, συνοδεία τσίπουρων. Με ρώτησε πώς τα περνάω στην Αθήνα και πώς είναι η καθημερινότητά μου στην πρωτεύουσα. Ήταν περίοδος γιορτών, των Φώτων συγκεκριμένα. Όταν του μίλησα για την καθημερινότητά μου, έμεινε έκπληκτος και με ρώτησε πώς αντέχω αυτήν τη ρουτίνα. Η αντίδραση αυτή με προβλημάτισε.
Πέντε μήνες μετά, με πήρε τηλέφωνο και μου είπε ότι ψάχνουν πωλητή σε κατάστημα αθλητικών ειδών στην Τρίπολη. Έτσι αποφάσισα, αφού συμβουλεύτηκα γονείς, φίλους αλλά και την τότε κοπέλα μου και τωρινή σύζυγό μου, να πάω για έναν χρόνο να δοκιμάσω τη ζωή σε μια επαρχιακή πόλη όπως η Τρίπολη και αν δεν μου αρέσει να γυρίσω πίσω. Δεν έχω να χάσω τίποτα, είπα. Βασικά, όλοι με ενθάρρυναν να τα μαζέψω και να φύγω. Η ρουτίνα της Αθήνας είχε αρχίσει να γίνεται κουραστική αλλά και ψυχοφθόρα.
Ένας άλλος, πολύ βασικός λόγος που με οδήγησε στην απόφαση να φύγω από την Αθήνα και να αποκεντρωθώ ήταν η αγάπη μου για το βουνό. Κάθε Σαββατοκύριακο εξαφανιζόμουν, για ορειβασία, αναρρίχηση και γενικά όπου μπορούσα να είμαι σε επαφή με φύση. Με το σκεπτικό να φορτίσουμε τις μπαταρίες μας και να βγει η εβδομάδα που έρχεται στην πρωτεύουσα. Η Τρίπολη λοιπόν ήταν η ιδανική περίπτωση, αφού βρίσκεται στους πρόποδες του Μαινάλου. Σε δέκα λεπτά από την πόλη βρίσκεσαι μέσα σε απέραντα δάση κεφαλληνιακής ελάτης.
Θυμάμαι, όταν πήγα την πρώτη μέρα για δουλειά στην Τρίπολη, να φτάνω σε τρία λεπτά με το ποδήλατο. Επίσης τα καταστήματα στην Τρίπολη δεν είχαν συνεχόμενο ωράριο, όπως στην Αθήνα, οπότε συνειδητοποίησα τι σημαίνει ελεύθερος χρόνος. Και ο ελεύθερος χρόνος διαμορφώνει την ποιότητα της ζωής μας. Τον ελεύθερό μου χρόνο λοιπόν τον αφιέρωνα στο βουνό. Ορειβασία, αναρρίχηση, ποδήλατο και εκδρομές, αφού άλλωστε έχουμε τόσο πολλές ομορφιές γύρω μας.

Σχεδόν είκοσι χρόνια μετά, την τελευταία περίοδο έχω καταφέρει να κάνω το χόμπι μου επάγγελμα και δόξα τω θεώ καταφέρνω να ζήσω την οικογένειά μου. Διαχειρίζομαι το ορειβατικό καταφύγιο του Μαινάλου και συνοδεύω ομάδες στα μονοπάτια του βουνού, ως συνοδός βουνού. Μετά από αυτή την πορεία που σου εξιστόρησα, τώρα πια διατηρώ μια υγιή επιχείρηση μακριά από τον πολιτισμό –καθώς το κοντινότερο χωριό βρίσκεται σε απόσταση δέκα χιλιομέτρων– πάνω σε ένα βουνό που αγαπώ.
Το ορειβατικό καταφύγιο Μαινάλου “Πάνος Αλεξόπουλος” βρίσκεται στο οροπέδιο Οστρακίνας, σε υψόμετρο 1600μ., δίπλα από το χιονοδρομικό κέντρο και κάτω από την ψηλότερη κορυφή του βουνού, την Οστρακίνα (προφήτης Ηλίας), με υψόμετρο 1.981μ. Χτίστηκε το 1969, ανήκει στον Ελληνικό Ορειβατικό Σύλλογο (ΕΟΣ) Τρίπολης και έχω αναλάβει τη διαχείρισή του εδώ και τρία χρόνια.
Το καταφύγιο μπορεί να φιλοξενήσει μέχρι 40 άτομα και παρέχει και υπηρεσίες φαγητού, καφέ κ.λπ. Είναι ανοιχτό όλα τα Σαββατοκύριακα του χρόνου αλλά και καθημερινές κατόπιν συνεννόησης.
Ένα από τα δυνατά χαρακτηριστικά του καταφυγίου είναι πως αποτελεί την αφετηρία πολλών μονοπατιών προς τις γύρω κορυφές αλλά και προς όλα τα χωριά που είναι γύρω από αυτό, δηλαδή τη Βυτίνα, τη Βλαχέρνα, το Λεβίδι, τον Καρδαρά, την Αλωνίσταινα. Ο ορεινός όγκος του Μαινάλου αυτήν τη στιγμή έχει πάνω από 300 χλμ. σηματοδοτημένων μονοπατιών, τα περισσότερα πνιγμένα μέσα σε δάση κεφαλληνιακής ελάτης.
Πέρα από τα μονοπάτια, στη γύρω περιοχή διοργανώνουμε και άλλες αθλητικές δραστηριότητες, όπως ορεινό ποδήλατο (mountain bike), αναρρίχηση, ιππασία, rafting, kayak στον ποταμό Λούσιο, canyoning και ό,τι άλλο μας έρθει. Τρέλα θέλει το βουνό και ενέργεια.
Η γυναίκα μου, που με έχει στηρίξει αφάνταστα σε όλη αυτήν την πορεία, είναι και αυτή από την Αθήνα. Ήρθε το 2008. Τρία χρόνια δηλαδή πηγαινοερχόταν Αθήνα - Τρίπολη μόνο τα Σαββατοκύριακα, καθώς κι αυτή εργαζόταν. Και όμως, περνάγαμε υπέροχα, αφού έτσι κι αλλιώς στην Αθήνα κάναμε τρεις και τέσσερις μέρες να βρεθούμε με τα ωράρια που είχα. Δεν ήταν όλα ρόδινα στην πορεία και οι καιροί είναι ακόμα πιο δύσκολοι τώρα. Από τα είκοσι χρόνια που είμαι στην Αρκαδία, τα δέκα χρόνια δούλευα σε δύο δουλειές. Δηλαδή εργασία εφτά μέρες την εβδομάδα. Δεν υπήρχαν αργίες, γιορτές και τέτοια. Απλώς, πάντα η δεύτερη δουλειά ήταν στο βουνό.

Το βουνό είναι το φάρμακο και το μυστικό της επιτυχίας για μένα. Σου δίνει απίστευτη πνευματική ηρεμία, λιγότερο άγχος και καθαρό μυαλό για σωστές και λογικές αποφάσεις στη ζωή σου. Όμως πρέπει να είμαστε ανήσυχοι και, αν χρειαστεί, να πάρουμε και κάποια ρίσκα, αν θέλουμε να αλλάξει η ποιότητα της ζωής μας. Δεν είναι μόνο τα λεφτά και η καριέρα. Η ελευθερία μας με τα χρόνια περιορίζεται όλο και πιο πολύ.
Στο ορειβατικό καταφύγιο οι περισσότεροι επισκέπτες είναι από Αθήνα. Αυτό που τους συμβουλεύω είναι να φτιάξουν ένα plan B για φυγή από Αθήνα και επιστροφή στην επαρχία και στη φύση. Δεν είναι εύκολο, το ξέρω. Όμως το μεγαλύτερο ποσοστό των ανθρώπων που συναντώ θα έλεγα πως είναι καταπιεσμένοι, ψυχολογικά και σωματικά. Έχουν ξεχάσει τελείως τη φύση. Τους λέω πως δεν βγαίνουν τα μαθηματικά. Όταν στην Ελλάδα είμαστε περίπου δέκα εκατομμύρια και τα πέντε από αυτά ζουν στην Αθήνα, πού πιστεύουμε πως θα χωρέσουν; Κάτι δεν βγαίνει. Δυστυχώς δεν βοηθάνε και οι πολιτικές των κυβερνήσεων, που θα έπρεπε να ενισχύσουν κυρίως νέους να γυρίσουν και να προσπαθήσουν στην επαρχία.
Αν είχα τη δυνατότητα να αλλάξω κάτι, θα ήταν να είχε ξεκινήσει η επαγγελματική ενασχόλησή μου με τον εναλλακτικό τουρισμό από μικρότερη ηλικία. Έφτασα στα 43 μου για να το καταφέρω. Βέβαια, για φτάσω εδώ που είμαι τώρα, έβαλα στόχους και τους πέτυχα, με υπομονή και επιμονή χρόνων. Θυμάμαι από 26 χρονών, όταν πηγαίναμε στο ορειβατικό καταφύγιο στο Μαίναλο με φίλους και συνοδοιπόρους από τον ΕΟΣ Τρίπολης, πάντα έλεγα τι ωραία που θα ήταν να είσαι φύλακας ενός ορειβατικού καταφυγίου και να μπορέσεις να κάνεις το χόμπι σου επάγγελμα και να ζεις από αυτό. Μου πήρε 15 χρόνια τελικά, αλλά τα κατάφερα.
Σε καμία φάση της ζωής μου, όσα χρόνια είμαι εδώ, δεν έχω μετανιώσει για την επιλογή μου και, όπως σου είπα, έχω περάσει δύσκολα χρόνια, δεν ήταν όλα τέλεια. Να σου δώσω ένα παράδειγμα. Όταν κάποιες φορές πρέπει να πάμε Αθήνα για δουλειές ή να δούμε τους δικούς μας, ύστερα από δύο μέρες παραμονής νιώθουμε σαν να είμαστε κλεισμένοι σε κλουβί. Κάποτε με ρώτησε ένας φίλος, αν έβρισκες δουλειά με 3.000 ευρώ τον μήνα, θα γύρναγες πίσω στην Αθήνα; Η απάντηση ήταν ξεκάθαρα όχι, χωρίς δεύτερη σκέψη.
Όταν ξεκινάμε το ταξίδι της επιστροφής για Τρίπολη από Αθήνα, νομίζουμε ότι πάμε κάπου εκδρομή. Με αυτό θέλω να σου πω πως δεν έχουμε πάψει να εκτιμάμε –ίσως και να εκτιμάμε ακόμα περισσότερο– όσα έχουμε γύρω μας, κι ας έχουν περάσει χρόνια από τη στιγμή που φύγαμε από την Αθήνα: τα δέντρα, τον τρόπο μετακίνησής μας στην πόλη, τον κήπο μας, τη φύση και πολλά άλλα. Βέβαια, το βασικότερο από όλα είναι πόσο καλύτερο είναι να μεγαλώνουν τα παιδιά σου σε μια επαρχιακή πόλη, κοντά στο βουνό και στη φύση. Είναι πιο ελεύθερα».
Facebook: Ορειβατικό Καταφύγιο Μαινάλου «Πάνος Αλεξόπουλος»
Στείλτε τις προτάσεις σας για τη στήλη «Γειτονιές της Ελλάδας» στο [email protected]