Περπατώντας στη φάρμα του Ναρλή, εκεί όπου φύεται η σιφναίικη γαστρονομία

Περπατώντας στη φάρμα του Ναρλή, εκεί όπου φύεται η σιφναίικη γαστρονομία Facebook Twitter
Στο κτήμα Ναρλή καλλιεργούνται ντομάτες και κολοκυθάκια, πατάτες και μπάμιες, πεπόνια, καρπούζια, αχλάδια, σύκα, άγριες αγκινάρες, φασόλια, ρεβίθια, σουσάμι και φάβα χωρίς νερό.
0

Τα όσπρια ρίχνονται στο νερό από το βράδυ της Παρασκευής, μένουν να μουλιάσουν για μια μέρα ολόκληρη μέχρι να έρθει το βράδυ του Σαββάτου, όταν η ρεβιθάδα θα μπει στον ξυλοφουρνο που έχει πιάσει 420 βαθμούς – δεν μπορείς να το πετύχεις αυτό το φαγητό σε ένα διαμέρισμα με έναν τυπικό φούρνο, μόνο να φλερτάρεις ελαφρώς με την πραγματική του γεύση μπορείς. Αυτή η τόσο υψηλή θερμοκρασία κρατάει δυο-τρεις ώρες, ενώ τα ρεβίθια μαλακωνούν.  

Μέσα στη νύχτα η θερμοκρασία πέφτει σταδιακά, το νερό εξατμίζεται και μένει το λάδι μαζί με το μικρό σιφναίικο κρεμμυδάκι και τα φύλλα δάφνης. Καθ’ όλη τη διάρκεια αυτής της μαγειρικής ιεροτελεστίας που συμβαίνει χωρίς ανθρώπινη επίβλεψη, το πήλινο σκεύος, η σκεπασταριά όπως τη λένε, διοχετεύει ομοιόμορφα τη θερμοκρασία στο φαΐ. Τα ρεβίθια ψήνονται και μελώνουν έτσι που μπορούν να τα φάνε ακόμα και αυτοί που ούτε να τα δουν δεν θέλουν σε σούπα.  

«Το φαγητό στη Σίφνο ήταν θέμα επιβίωσης. Θυμάμαι έναν παππού από το χωριό να λέει ότι αν έχεις καλή παρέα, ο καλύτερος μεζές για να πιεις κρασί ή τσίπουρο είναι ένα κομμάτι ψωμί, ότι αυτό φτάνει για να περάσεις πολύ καλά».

Η ξακουστή σιφναίικη ρεβιθάδα σερβίρεται μέχρι σήμερα παραδοσιακά τις Κυριακές. Η τέχνη της αγγειοπλαστικής, η οποία χρονολογείται από την πρωτοκυκλαδική περίοδο (3200-2000 π.Χ.), σχετίζεται με τη σιγομαγειρεμένη συνταγή. Οι τεχνίτες έφευγαν τη Δευτέρα και γύριζαν στα σπίτια τους το Σάββατο, είχαν τα «τσικαλάδικά» τους κοντά στην ακτή για να μπορούν να εμπορεύονται πιο εύκολα όσα έφτιαχναν. Οι Σιφνιοί τιμούσαν την κυριακάτικη αργία και όλη η οικογένεια πήγαινε στην εκκλησία. Προκειμένου λοιπόν να μην έχουν δουλειές να κάνουν εκείνη τη μέρα οι γυναίκες του σπιτιού, έβαζαν το φαγητό να γίνει αποβραδίς, έτσι ώστε, επιστρέφοντας από τη λειτουργια, να βρουν το φαγητό έτοιμο για σερβίρισμα.  

Περπατώντας στη Φάρμα του Ναρλή, εκεί που φύεται η σιφνέικη γαστρονομία Facebook Twitter
Περπατώντας στη Φάρμα του Ναρλή, εκεί που φύεται η σιφνέικη γαστρονομία Facebook Twitter

«Μαγείρευαν με δύο τρόπους, ο ένας ήταν αυτός της ρεβιθάδας και του μαστέλου (σ.σ. το αργοψημένο αρνί ή κατσίκι της Λαμπρής σε κόκκινο κρασί), έκλειναν δηλαδή το φαγητό στη φωτιά για να μπορούν να φύγουν και να το βρουν μετά από ώρες έτοιμο, ή ετοίμαζαν πραγματα πολύ απλά και γρήγορα που χρειάζονταν είκοσι λεπτά για να γίνουν, το πολύ μισή ώρα. Το φαγητό στη Σίφνο ήταν θέμα επιβίωσης. Θυμάμαι έναν παππού από το χωριό να λέει ότι αν έχεις καλή παρέα, ο καλύτερος μεζές για να πιεις κρασί ή τσίπουρο είναι ένα κομμάτι ψωμί, ότι αυτό φτάνει για να περάσεις πολύ καλά», αφηγείται ο Γιώργος Ναρλής, ενώ καθαρίζει κουκιά και μας κερνάει τσίπουρο και δικό του τυρί, μανούρα φρέσκια, σε ένα κτήμα στο οποίο φύονται όλα εκείνα τα συστατικά που μπορούν να δώσουν τα πιάτα της παραδοσιακής κουζίνας του νησιού.  

«Οι περισσότερες συνταγές του νησιού βασίζονταν στα λαχανικά, δεν είχαν αλεύρι ούτε αυγά, για να μπορεί να συντηρηθεί το φαγητό μέρες, εφόσον ψυγείο δεν υπήρχε. Για να πετύχουν την κρεμώδη σάλτσα για το κρέας έβαζαν μπόλικο κρεμμύδι και σκόρδο, έσβηναν με ξίδι ή κόκκινο λιαστό γλυκό κρασί, που κάποια φαγητά τα απογείωνε και σε άλλα δεν ταίριαζε καθόλου, αλλά τα είχαν συνηθίσει και τα έτρωγαν – του έριχναν πολύ αλάτι για να σπάσουν τη γλυκάδα του κρασιού. Είχαν κατά νου πως έτσι θα κρατήσουν το φαγητό περισσότερες μέρες, η γεύση έμπαινε σε δεύτερη μοίρα. Το κρέας το έτρωγαν απευθείας από τον φούρνο, ήταν ήδη τόσο στεγνό που δεν μπορούσαν να το ξαναβάλουν μέσα για να το ξαναζεστάνουν. Ό,τι περίσσευε το μαγείρευαν με άλλους τρόπους, έφτιαχναν καινούργια σάλτσα για να πάρει μια βράση, το έκαναν λεμονάτο ή το ταίριαζαν με φασολάκια λαδερά, πάντα έπρεπε να του ξαναβάζουν ζουμί για να μαλακώσει, αφού μετά την πρώτη μέρα δεν τρωγόταν με τίποτα σκέτο». 

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ Περπατώντας στη φάρμα του Ναρλή, εκεί όπου φύεται η σιφναίικη γαστρονομία Facebook Twitter
Η άνυδρη ντομάτα τους φέρνει πολύ σε αυτήν της Σαντορίνης, έχει αυτό το κόκκινο, σχεδόν φούξια χρώμα, είναι μικρή και πολύ σαρκώδης.  
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ Περπατώντας στη φάρμα του Ναρλή, εκεί όπου φύεται η σιφναίικη γαστρονομία Facebook Twitter
Ο Γιώργος Ναρλής έχοντας μελετήσει την ιστορία της κουζίνας του νησιού, τα τελευταία χρόνια μιλάει με τις ώρες γι’ αυτή, καθώς υποδέχεται και ξεναγεί επισκέπτες σε μια έκταση που την κρατάνε ζωντανή τρεις γενιές από το 1925 μέχρι σήμερα.  

Γέννημα θρέμμα της Σίφνου, ο Γιώργος Ναρλής πουλούσε μέχρι τα δεκαπέντε του χρόνια στα γύρω χωριά τα οπωροκηπευτικά του κτήματος που βρίσκεται στον δρόμο που οδηγεί από τη Χώρα του νησιού, την Απολλωνία, στην περιοχή του Κάστρου στο Κάτω Πετάλι. Έπειτα έφυγε από το νησί, εγκαταστάθηκε στον Πειραιά και μόλις ενηλικιώθηκε μπάρκαρε. Ταξίδεψε για λίγα χρόνια μέχρι που ήρθε αντιμέτωπος με ένα ναυάγιο και τότε ήταν που αποφάσισε να γυρίσει στον τόπο του. Έχοντας μελετήσει την ιστορία της κουζίνας του νησιού, τα τελευταία χρόνια μιλάει με τις ώρες γι’ αυτή, καθώς υποδέχεται και ξεναγεί επισκέπτες σε μια έκταση που την κρατάνε ζωντανή τρεις γενιές από το 1925 μέχρι σήμερα.  

Στο κτήμα Ναρλή καλλιεργούνται ντομάτες και κολοκυθάκια, πατάτες και μπάμιες, πεπόνια, καρπούζια, αχλάδια, σύκα, άγριες αγκινάρες, φασόλια, ρεβίθια, σουσάμι και φάβα χωρίς νερό. Όσες προσπάθειες και αν έκαναν οι πρόγονοι του Γιώργου Ναρλή να βρουν νερό εκεί απέτυχαν. Αλλά μετέτρεψαν το μειονέκτημά τους σε πλεονέκτημα, βρήκαν τρόπο να προσαρμοστούν στις δυσκολίες, δεν πήγαν κοντρα σε αυτό που συνέβαινε γύρω τους, στη γη. «Όλα τα φυτά μπορούν να ζήσουν χωρίς νερό, μόνο που αν θες να έχεις ένα τελάρο ξερικές ντομάτες, θα πρέπει να φυτέψεις όχι μία αλλά είκοσι ντοματιές που θα σου δώσουν μία, το πολύ δύο σοδιές. Οι άνυδρες καλλιέργειες δεν μπορούν να καλύψουν τη σημερινή ζήτηση, ενώ μέχρι τη δεκαετία του ‘90 δεν χρειαζόταν να φέρνουμε πράγματα από την Αθήνα στο νησί. Όλες αυτές οι ξερολιθιές που βλέπεις γύρω ήταν καταπράσινες και φυτεμένες, οι ανάγκες των κατοίκων καλύπτονταν από τις μεταξύ τους ανταλλαγές, δεν τους ενδιέφερε να βγάλουν χρήματα από τις καλλιέργειες αλλά να ζήσουν την οικογένειά τους».  

Περπατώντας στη Φάρμα του Ναρλή, εκεί που φύεται η σιφνέικη γαστρονομία Facebook Twitter
Περπατώντας στη Φάρμα του Ναρλή, εκεί που φύεται η σιφνέικη γαστρονομία Facebook Twitter

Ενώ βρίσκεστε για διακοπές στη Σίφνο, μπορείτε να παρακολουθήσετε ένα μάθημα μαγειρικής με πέντε διαφορετικές παραδοσιακές συνταγές του νησιού. «Με ρωτάνε συχνά αν έχω δοκιμάσει να ψήσω τους ρεβιθοκεφτέδες αντί να τους τηγανίσω, αλλά δεν μου πάει το χέρι. Ούτε με τα μπαχαρικά υπερβάλλουμε, δεν τα έχει η σιφναίικη κουζίνα, σε άλλα νησιά χρησιμοποιούν δεντρολίβανο, εμείς το έχουμε σε όλα τα σπίτια, αλλά για λουλούδι. Παντού στη Σίφνο έχει μάραθο, αλλά δεν τον βάζουμε στα πιάτα, έχουμε και άνηθο, που είναι πιο ελαφρύς. Άλλοι μαγειρεύουν με κόλιανδρο, όμως, αν πας σε ένα καφενείο εδώ και ρωτήσεις τι είναι, δεν ξέρουν να σου πουν. Εμείς ακολουθούμε όσα έχουμε καταγράψει και δεν θέλουμε να ξεφύγουμε από αυτά, δεν τα ερμηνεύουμε με τον δικό μας τρόπο, τα μεταφέρουμε ως είχαν, όπως τα ζήσαμε και τα μάθαμε. Πέρα από το τοπίο και τις παραλίες, το φαγητό είναι κομμάτι του πολιτισμού του νησιού». Μπορείτε να περπατήσετε μέσα στο αγρόκτημα, να δοκιμάσετε και να φωτογραφίσετε όλα τα διαφορετικά λαχανικά ένα προς ένα. Επίσης, έχετε την ευκαιρία να παρακολουθήσετε και εργαστήριο κεραμικής εκεί, βρίσκεστε στο ιδανικό νησί για να κάνετε την αρχή.  

Ανάμεσα σε μυρωδικά και ένα αμπέλι εκατό ετών, κοντά στα κοτόπουλα και στα κατσίκια τους, δίπλα στον πετρόμυλο όπου σπάνε το λαθούρι και σε ένα καμίνι στο οποίο ψήνουν τα δικά τους κεραμικά, στο ίδιο σημείο όπου στέκεται ακόμα το σπίτι όπου στήνονταν όλα τα γλέντια του χωριού μετά τους αγιασμούς, τα περισσότερα απ’ όσα βιολογικά καλλιεργούν στο κτήμα Ναρλή είναι από παλιούς σπόρους που αντέχουν στο κλίμα του νησιού. Τον Αύγουστο, που ακόμα και τα αγριόχορτα δυσκολεύονται να φυτρώσουν, μπορεί να δείτε μια καρπουζιά να έχει βγάλει τεράστια καρπούζια χωρίς καθόλου νερό γύρω της. Η άνυδρη ντομάτα τους φέρνει πολύ σε αυτήν της Σαντορίνης, έχει αυτό το κόκκινο, σχεδόν φούξια χρώμα, είναι μικρή και πολύ σαρκώδης.  

Περπατώντας στη Φάρμα του Ναρλή, εκεί που φύεται η σιφνέικη γαστρονομία Facebook Twitter
Στο εστιατόριο που είναι τοποθετημένο πάνω στην πολυσύχναστη παραλία στον Πλατύ Γιαλό ο Αλέξανδρος Ναρλής προσεγγίζει με σύγχρονο τρόπο τοπικές και μεσογειακές γεύσεις, αξιοποιώντας όσα εποχικά τού δίνει το οικογενειακό κτήμα.

Η τρίτη γενιά του κτήματος, ο Αλέξανδρος Ναρλής, βρίσκει κάτι ποιητικό στην εικόνα που έχουν οι ντοματιές πριν συλλέξουν τον καρπό τους, «βλέπεις τα φύλλα να πεθαίνουν σταδιακά, και όσο αυτά ξεραίνονται, ο κορμός γεμίζει με κατακόκκινες πανέτοιμες ντομάτες, είναι σαν φεύγει όλη η δύναμη από το φυτό για να ζωντανέψει ο καρπός του, είναι απίστευτο αν το δεις». Ο νεαρός μάγειρας μάς δείχνει το κομμάτι γης που άφησαν αναξιοποίητο φέτος για να ανασάνει, «έτσι είναι η βιολογική καλλιέργεια, πρέπει να αποδεχτείς ότι θα έχεις λιγότερη παραγωγή, αλλά σίγουρα θα είναι πιο ποιοτική». Τα φύλλα από τις σουσαμιές που η αγρότισσα γιαγιά του έκανε παστέλι, εκείνος τα αξιοποιεί στα πιάτα του Nus.  

Στο εστιατόριο που είναι τοποθετημένο πάνω στην πολυσύχναστη παραλία στον Πλατύ Γιαλό ο Αλέξανδρος Ναρλής προσεγγίζει με σύγχρονο τρόπο τοπικές και μεσογειακές γεύσεις, αξιοποιώντας όσα εποχικά τού δίνει το οικογενειακό κτήμα, ζυμώνοντας άλλα για να τα συντηρήσει περισσότερο και κάνοντας πειράματα για να δει τι μπορεί να πάρει από ένα άγριο σκόρδο που αφήνεται μέσα σε θυμαρίσιο μέλι. Με αυτό που σταμάτησε να πειραματίζεται είναι η παραδοσιακή ρεβιθάδα, την οποία αυτή την περίοδο, που το νησί είναι γεμάτο επισκέπτες οι οποίοι θέλουν να τη δοκιμάσουν, τη σερβίρει σχεδόν μέρα παρά μέρα. «Την πείραζα συνέχεια μια περίοδο, την έχω δοκιμάσει με καυτερές πιπεριές, με ντομάτα, με πελτέδες, με παστά λεμόνια, αλλά τίποτα δεν έβγαζε νόημα, απλώς χάλαγα το πιάτο. Γι' αυτό πλέον την κάνω παραδοσιακή, στον ξυλόφουρνο».  

Περπατώντας στη Φάρμα του Ναρλή, εκεί που φύεται η σιφνέικη γαστρονομία Facebook Twitter
Περπατώντας στη Φάρμα του Ναρλή, εκεί που φύεται η σιφνέικη γαστρονομία Facebook Twitter

Κτήμα Ναρλής, Κάτω Πετάλι, Σίφνος, 22840 31192, 6979 778283  
Εστιατόριο Nus, Πλατύς Γιαλός, Σίφνος, 22840 71208 

Γεύση
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Τα εστιατόρια και τα μπαρ μιλούν πλέον για βιωσιμότητα

ADM The Green Issue / Τα εστιατόρια και τα μπαρ μιλούν πλέον για βιωσιμότητα

Από κουζίνες υψηλής γαστρονομίας μέχρι τα πιο hip στέκια για cocktails στην πόλη, κάποιοι καλλιεργούν την πρώτη τους ύλη ή την προμηθεύονται από μια ορισμένη ακτίνα και φροντίζουν να μην πετάνε κάθε βράδυ σακούλες γεμάτες με υλικά που μπορούν να αξιοποιήσουν.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Σίφνος: Ήπια, όμορφη και αποθεωμένη

Ταξίδια / Σίφνος: Ήπια, όμορφη και αποθεωμένη

Εδώ και 50 χρόνια την εξερευνούν εξονυχιστικά όσοι Έλληνες και ξένοι ένιωσαν ότι σφυρηλατήθηκε η ψυχή και το πνεύμα τους από τα δύο ελληνικά Νόμπελ λογοτεχνίας. Ό,τι σήμερα μοιάζει ανεξερεύνητο, απλώς έχει μείνει για κάμποσο καιρό σχετικά άθικτο
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Χίλιες φορές μακαρόνια παρά σπανακόρυζο»

Οι γαστρονομικές απογνώσεις του Κυρίου Ρεμί / «Χίλιες φορές μακαρόνια παρά σπανακόρυζο»

Ο Κύριος Ρεμί στοχάζεται πάνω στα όρια της κριτικής εστιατορίων, μαγειρεύει τέσσερις παστιτσάδες μέσα στην εβδομάδα και δεν έχει κάτι προσωπικό με το σπανακόρυζο. Απλώς δεν είναι μακαρονάδα!
ΡΕΜΙ
«Όταν παραγγέλνεις delivery μαναβική, θα σου φέρουν ό,τι πιο άγουρο υπάρχει»

Οι γαστρονομικές απογνώσεις του Κυρίου Ρεμί / «Όταν παραγγέλνεις delivery μαναβική, θα σου φέρουν ό,τι πιο άγουρο υπάρχει»

Ο κύριος Ρεμί τρώει σπίτι του πιο συχνά απ' ότι νομίζεις, προτείνει να παίρνεις καλύτερες φακές και λέει αυτό που ξέρουμε όλοι και δεν λέμε για το delivery.
ΡΕΜΙ
Από τη Νεμέα στην Καλιφόρνια: Ο Άρης Τσέλεπος ταξιδεύει στην καρδιά του αμερικανικού κρασιού

Το κρασί με απλά λόγια / Από τη Νεμέα στην Καλιφόρνια: Ο Άρης Τσέλεπος ταξιδεύει στην καρδιά του αμερικανικού κρασιού

Ο χαρισματικός οινοποιός Άρης Τσέλεπος μεταφέρει την Υρώ Κολιακουδάκη-Dip WSET και τον Παναγιώτη Ορφανίδη στη Napa Valley και στα αμπέλια της Καλιφόρνιας μέσα από μια συναρπαστική συζήτηση για το κρασί και τα μαθήματα που μπορεί να αντλήσει η Ελλάδα από μια από τις πιο εμβληματικές οινοπαραγωγικές περιοχές του κόσμου.
ΥΡΩ ΚΟΛΙΑΚΟΥΔΑΚΗ & ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΟΡΦΑΝΙΔΗΣ
Θύμηση, μια νέα κρεμερία στο Παγκράτι

Γεύση / Θύμηση: Ο Νίκος και ο πατέρας του έφεραν ξανά το γαλακτοπωλείο στο Παγκράτι

Παίρνει στοιχεία από τα παλιά γαλακτοπωλεία αλλά δεν στέκεται εκεί. Προσθέτει γλυκά –λευκά, όπως αυτά που του αρέσουν– και πίτες. Αυτή η κρεμερία είναι μία από τις καλύτερες ιδέες που έχουμε δει στο χώρο της ζαχαροπλαστικής φέτος.
ΜΙΝΑ ΚΑΛΟΓΕΡΑ
Τα σαλιγκάρια και ένα λάθος αιώνων που οφείλει να διορθωθεί

Nothing Days / Τα σαλιγκάρια και ένα λάθος αιώνων που οφείλει να διορθωθεί

Από την πιο αρχαία καλλιέργεια στην ιστορία μέχρι τις γκουρμέ, ακριβές εκδοχές τους, τα σαλιγκάρια κατέληξαν από βασική τροφή να γίνουν υποτιμημένη και σπάνια, και η αφορμή για τοξικά σχόλια στα social media.
M. HULOT
Οι γεύσεις του καλοκαιριού που φυλάξαμε για το χειμώνα

Γεύση / Φρυγανισμένα, λιόκαφτα, παστά, ξιδάτα: Έτσι μένει η γεύση του καλοκαιριού

Η τέχνη της συντήρησης των τροφών πάει χιλιάδες χρόνια πίσω και έχει ακόμα λόγο ύπαρξης γιατί μεταμορφώνει τα υλικά σε κάτι άλλο. Και αυτό το «άλλο» έχει γαστρονομική και συναισθηματική αξία.
ΝΙΚΟΣ Γ. ΜΑΣΤΡΟΠΑΥΛΟΣ
Το πρώτο ελληνικό ουίσκι: Όταν μια παρέα φίλων εμφιάλωσε το όνειρό της

Radio Lifo / Aυτό είναι το πρώτο ελληνικό ουίσκι

Μια ομάδα εννέα φίλων, χωρίς καμία επαγγελματική σχέση με την ποτοποιία, κατάφερε με πείσμα και πολλή αγάπη για το ουίσκι να δημιουργήσει το πρώτο ελληνικό single malt whisky. Δύο από αυτούς, ο Γιάννης Χριστοφορίδης και ο Ντίνος Οικονομόπουλος, μιλούν στη Μερόπη Κοκκίνη γι' αυτό το «ταξίδι» από το κριθάρι και το νερό του Ταΰγετου μέχρι τα βαρέλια vinsanto και τις αμέτρητες δυσκολίες.
ΜΕΡΟΠΗ ΚΟΚΚΙΝΗ
«Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Το κρασί με απλά λόγια / «Το 2025 είναι εξαιρετική χρονιά για τον οινολόγο, ο καλλιεργητής όμως κλαίει»

Πώς κύλησε ο φετινός τρύγος σε διαφορετικές γωνιές του κόσμου; Από τον βορρά ως τον νότο της Ελλάδας, αλλά και σε εμβληματικές περιοχές όπως το Μπορντώ, η Βουργουνδία και η Μεντόζα, οι Έλληνες οινολόγοι καταθέτουν την εμπειρία τους και μιλούν για τις προκλήσεις που φέρνει η κλιματική αλλαγή.
THE LIFO TEAM
Το Χάνι της Ρέρεσης είναι ένα από τα τελευταία της Ελλάδας

Γεύση / Παγόνια, αντίκες και μαγειρευτά σε ένα χάνι που αντέχει στον χρόνο

Το Χάνι της Ρέρεσης, ένα από τα τελευταία της Ελλάδας, παραμένει ανοιχτό για ταξιδιώτες και ντόπιους, με την κυρία Νίτσα να κρατά ζωντανή την παράδοση της φιλοξενίας σε ένα μαγειρείο που θυμίζει λαογραφικό μουσείο.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ