Ο πρώην Πρόεδρος της Αλβανίας και νυν επικεφαλής του Δημοκρατικού Κόμματος, Σαλί Μπερίσα, μιλά για τις ελληνοαλβανικές σχέσεις και για την πολιτική επιστροφή του, λίγο πριν από τις εθνικές εκλογές στη χώρα του, που θα γίνουν στις 11 Μαΐου. Στη συνέντευξη που δίνει στη LiFO υποστηρίζει πως η συμφωνία για την ΑΟΖ που είχε διαπραγματευτεί η κυβέρνησή του με την Ελλάδα ήταν η καλύτερη δυνατή και κατηγορεί τον Έντι Ράμα ότι την μπλόκαρε, δρώντας ενάντια στο εθνικό συμφέρον της Αλβανίας.
Ο 80χρονος, καρδιολόγος στο επάγγελμα, Σαλί Μπερίσα διετέλεσε Πρόεδρος της Αλβανίας από το 1992 έως το 1997 και ήταν ο πρώτος δημοκρατικά εκλεγμένος Πρόεδρος μετά την πτώση του καθεστώτος του Ενβέρ Χότζα. Από το 2005 ως το 2013, μετά την επιστροφή του Δημοκρατικού Κόμματος στην εξουσία, υπήρξε πρωθυπουργός της Αλβανίας, ενώ τα τελευταία χρόνια είναι ξανά πολιτικά ενεργός, παρά τις περιπέτειες που είχε και την απαγόρευση εισόδου στις ΗΠΑ πριν από τέσσερα χρόνια, γεγονός που αποδίδει σε ενέργειες του πολιτικού αντιπάλου του, Έντι Ράμα.
Τον συναντήσαμε πριν από λίγο καιρό στην Αθήνα, στο περιθώριο της προεκλογικής περιοδείας του στη χώρα μας, η οποία κινήθηκε σε πολύ χαμηλότερους τόνους από τις θορυβώδεις συγκεντρώσεις του Έντι Ράμα, παρότι συγκέντρωσε αρκετούς οπαδούς του που ήρθαν για να τον ακούσουν. Αλλά και ο ίδιος ο Σαλί Μπερίσα εμφανίζεται σήμερα πολύ πιο διαλλακτικός από ό,τι ήταν στο παρελθόν και ανεβάζει την ένταση μόνο όταν μιλάει για τον πολιτικό του αντίπαλο, τον Αλβανό πρωθυπουργό Έντι Ράμα.
«Είμαι πολύ χαρούμενος και πολύ αισιόδοξος ότι θα απαλλαγούμε από την κυβέρνηση του Έντι Ράμα, η οποία δεν σέβεται κανέναν νόμο, κανέναν κανόνα, κανένα κριτήριο, κανένα πρότυπο».
«Θα μπορούσαν οι ελληνοαλβανικές σχέσεις να είναι καλύτερες, προς το συμφέρον και των δύο γειτονικών λαών;», τον ρωτάμε. «Απολύτως», απαντά, «θα μπορούσαν να είναι καλύτερες, δεν υπάρχει λόγος να μην είναι καλύτερες και είμαι βαθιά πεπεισμένος γι’ αυτό. Μια στιγμή. Προβλήματα μεταξύ των γειτόνων υπάρχουν πάντα, αλλά επί προεδρίας μου καταλήξαμε σε μια συνθήκη φιλίας και συνεργασίας το 1996 με τον Πρόεδρο Κωστή Στεφανόπουλο, η οποία έδωσε απάντηση σχεδόν στα περισσότερα από τα προβλήματα που κληρονομήσαμε», λέει.

Ο Σαλί Μπερίσα αναφέρεται στην 21η Μαρτίου του 1996, όταν είχε επισκεφτεί τα Τίρανα ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, Κωστής Στεφανόπουλος, ο οποίος ήταν ο πρώτος Έλληνας Πρόεδρος που επισκέφθηκε την αλβανική πρωτεύουσα, και οι δυο τους υπέγραψαν το Σύμφωνο Φιλίας, Συνεργασίας, Καλής Γειτονίας και Ασφάλειας.
«Αργότερα καταλήξαμε σε συμφωνία για την ΑΟΖ και όλα πήγαν πολύ ομαλά», λέει. «Αν κοιτάξετε τα ντοκουμέντα του ΟΑΣΕ, θα δείτε τις ενέργειες που κάναμε τότε για τα εκπαιδευτικά θέματα της ελληνικής μειονότητας. Η Ελλάδα, επίσης, παρά τα σκαμπανεβάσματα, μας βοήθησε πάντα. Δεν σταμάτησε ποτέ να βοηθά και να υποστηρίζει την Αλβανία. Υπήρξε βούληση από τις ελληνικές αρχές να προωθήσουν και να ενισχύσουν τις σχέσεις μας».
Η κυβέρνηση του Σαλί Μπερίσα είχε πράγματι μια καλή σχέση με την κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή και αυτή είχε αποφέρει καρπούς, καθώς τότε υπεγράφη η «Συμφωνία μεταξύ της Αλβανίας και της Ελλάδας περί οριοθέτησης της Υφαλοκρηπίδας και των υπολοίπων Θαλασσίων Ζωνών», η οποία είχε θεωρηθεί σημαντική επιτυχία και για τους δύο. Η Συμφωνία όδευε προς κύρωση από τα κοινοβούλια των δύο χωρών, αλλά μετά τις ελληνικές εκλογές βρέθηκε στην εξουσία ο Γιώργος Παπανδρέου και η τότε αλβανική αντιπολίτευση, επικεφαλής της οποίας ήταν ο Έντι Ράμα, που σήμερα είναι πρωθυπουργός, προσέφυγε κατά της Συμφωνίας στο αλβανικό Συνταγματικό Δικαστήριο, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα την αθέτηση και τη μη υλοποίηση της συμφωνίας.
«Ο Έντι Ράμα ήταν ο άνθρωπος που, σύμφωνα με τη βαθιά μου πεποίθηση, έδρασε ενάντια στο εθνικό συμφέρον της Αλβανίας, μπλοκάροντας μια συμφωνία για την οποία είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι ήταν η καλύτερη που θα μπορούσε να υπάρξει, ήταν μια συμφωνία win-win», λέει σήμερα ο Σαλί Μπερίσα.
«Όλοι θα βγαίναμε κερδισμένοι από αυτήν τη συμφωνία. Την είχα στείλει στους καλύτερους νομικούς και εμπειρογνώμονες και όλοι με είχαν διαβεβαιώσει ότι ήταν μια win-win συμφωνία. Ο Έντι Ράμα τότε, ίσως υπό την πίεση του Ερντογάν, επειδή υπήρξε κάποιο σαφές ενδιαφέρον από την πλευρά του, έστειλε τη συμφωνία στο Συνταγματικό Δικαστήριο, το επηρέασε και την απέρριψε. Στη συνέχεια, η κυβέρνησή μου μαζί με την ελληνική κυβέρνηση, που έβλεπε ότι εγώ ήμουν υπέρ της συμφωνίας, αποφασίσαμε να στείλουμε το θέμα στο Διεθνές Δικαστήριο. Όταν εγώ έφυγα από την εξουσία και ήρθε ο Ράμα, είπε “όχι, θα το λύσουμε μόνοι μας”. Αφού διαπραγματεύτηκε σε πολλούς γύρους γι’ αυτό, κάποια στιγμή είπε στον Νίκο Κοτζιά, “ω, ζητάμε συγγνώμη, αλλά δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό, επειδή η απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου δεν το επιτρέπει”. Ο Κοτζιάς είχε γίνει έξαλλος στην Κορυτσά τότε με αυτήν τη συμπεριφορά του Ράμα». Είναι γεγονός ότι στις αρχές του 2018 ο τότε υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Κοτζιάς, εξέφραζε την πεποίθηση ότι η συμφωνία με την Αλβανία για την ΑΟΖ θα έκλεινε μέχρι το Πάσχα εκείνης της χρονιάς, αφού αυτές τις διαβεβαιώσεις λάμβανε από τον Έντι Ράμα.
Η αναγνώριση του έργου του Αναστάσιου
Η συζήτηση με τον πρόεδρο του Δημοκρατικού Κόμματος Αλβανίας πηγαίνει στην πρόσφατη εκδημία του Αρχιεπισκόπου Αλβανίας Αναστάσιου, στην κηδεία του οποίου παραβρέθηκε και μίλησε με πολύ θερμά λόγια, παρότι κάποτε τον έβλεπε ως αντίπαλο. Όταν ο Αναστάσιος μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο με την υγεία του σε κρίσιμη κατάσταση, ο Σαλί Μπερίσα είχε ξαφνιάσει με μια ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με την οποία προσκαλούσε όλους τους Αλβανούς πιστούς να προσευχηθούν για την υγεία και την ανάρρωση «αυτού του ανιδιοτελούς δούλου του Θεού, που με θεία αγάπη και αφοσίωση έκανε τόσα πολλά για την αναβίωση της Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλβανίας».

Απαντά ότι τον αποδέχθηκε επειδή ήταν σεβαστός από όλους τους Αλβανούς Ορθόδοξους, «και αυτή ήταν για μένα η ισχυρότερη βάση για να τον αποδεχτώ». Αναφέρει επίσης ότι «κανένας άλλος δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις για να είναι ηγέτης της Ορθόδοξης Εκκλησίας». «Αργότερα, σίγουρα εκτίμησα ιδιαίτερα το εξαιρετικό του έργο στην πραγματική αναβίωση της Αλβανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Έκανε ένα εξαιρετικό έργο συνολικά, με προσωπική εμπλοκή και περιορισμένα μέσα, επειδή η Εκκλησία δεν έχει απεριόριστα κεφάλαια και απεριόριστες δυνατότητες. Έδωσε όμως στην Ορθόδοξη Εκκλησία έναν πολυδιάστατο ρόλο σε όλους τους άλλους τομείς. Προετοίμασε μια υψηλής ποιότητας ομάδα για την Αλβανική Ορθόδοξη Εκκλησία και την προώθησε μαζί με σπουδαίες αρχές. Ήρθε στην Αλβανία ως ένας μεγάλος Έλληνας και πέθανε ως ένας μεγάλος Έλληνας και ένας μεγάλος Αλβανός. Αγαπούσε την Αλβανία, συνέβαλε, γι' αυτό του αποτίω φόρο τιμής. Τον σέβονταν πολύ, νομίζω, όλοι οι θρησκευόμενοι, όχι μόνο οι Ορθόδοξοι, αλλά κάθε θρησκείας».
Η στοχοποίηση του Μπελέρη
Στην ερώτηση για την ελληνική μειονότητα στη Χιμάρα που διαμαρτύρεται για τις ακίνητες περιουσίες της απαντά: «Το πρόβλημα είναι η Μαφία. Όλα όσα συνέβησαν με τον Φρέντη Μπελέρη είναι επειδή δεν δεχόταν να πάρει ο Ράμα το φαράγγι Gjipe, ένα φαράγγι μεταξύ Vunoi και Dhermi που είναι ένα από τα πιο διάσημα φαράγγια στον κόσμο. Αυτό που αποκαλύφθηκε ήταν ότι, χωρίς κτηματολογικά έγγραφα και χωρίς έγγραφα δήμευσης, η μητέρα του Έντι Ράμα με τα ξαδέλφια της είχαν εξασφαλίσει μέσω δικαστικών αποφάσεων ένα οικόπεδο 224 χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων. Όταν ξέσπασε το σκάνδαλο από έναν γενναίο δημοσιογράφο, ο Ράμα είπε ότι πρόκειται για ένα οικόπεδο που βρίσκεται κάπου ψηλά στο βουνό, αλλά το οικόπεδο ήταν δίπλα στη θάλασσα, ακριβώς δίπλα στο φαράγγι Gjipe, το οποίο είναι υπέροχο και βρίσκεται στην παραλία».
«Και γιατί ο Έντι Ράμα στοχοποίησε τον Φρέντη Μπελέρη;», ρωτάμε. «Τον στοχοποίησε διότι ο Μπελέρης δεν θα επέτρεπε ποτέ στον Έντι Ράμα να πάρει αυτήν τη γη που δεν ανήκει στην οικογένειά του. Αυτή είναι η αλήθεια. Είναι μια καθαρή επιχείρηση της Μαφίας, και δεν ήταν μόνο του Ράμα, αλλά και άλλων υπουργών εκεί, που παίρνουν, χτίζουν και καταστρέφουν τη γη των ντόπιων, και αυτή είναι η αλήθεια της Αλβανίας».
Ο «πόλεμος» με τον Έντι Ράμα και η απαγόρευση εισόδου στις ΗΠΑ
Ο Σαλί Μπερίσα, όμως, είναι συνολικά επικριτικός απέναντι στον Έντι Ράμα και αποκαλεί την κυβέρνησή του «ναρκο-κράτος» και «ναρκο-εξουσία», υποστηρίζοντας ότι διατηρεί δεσμούς με το πελατειακό κράτος. «Υπάρχουν ντοκουμέντα που δείχνουν με τον πιο τεκμηριωμένο και πειστικό τρόπο ότι στην Αλβανία υπάρχουν επιχειρήσεις μεταξύ του οργανωμένου εγκλήματος και του κράτους».
«Στις 31 Ιανουαρίου, ο Έντι Ράμα μου λέει ξαφνικά στη Βουλή −όλα αυτά είναι ηχογραφημένα− αν θα μπορούσα να διασχίσω τον Ατλαντικό. Του είπα, ναι, θα μπορούσα να τον περάσω. Είχα πρόσκληση, αλλά αρνήθηκα και τώρα είμαι σχεδόν μισός συνταξιούχος, δεν παρουσιάζω κανενός είδους ενδιαφέρον. “Όχι, όχι”, μου είπε, “είχες ένα μήνυμα”. Δεν είχα κανένα μήνυμα, κανένα μήνυμα. Στη συνέχεια είπε στους δικούς του ότι: “Ο Μπερίσα έχει συνωμοτήσει κατά της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ στην περιοχή”, διότι αντιτάχθηκα σε αυτό το σχέδιο, αντιτάχθηκα επίσης στα ανοικτά Βαλκάνια. Γιατί; Διότι στην περιοχή υπήρχε η διαδικασία του Βερολίνου που περιλάμβανε τις έξι βαλκανικές χώρες. Ήταν πολύ άχρηστο (το σχέδιό τους) και μάλιστα κατά κάποιον τρόπο πυροδότησε ένα είδος ψυχρού πολέμου στην περιοχή, πολύ περιττό».

Στις προηγούμενες εκλογές λέει ότι είχε ξεκαθαρίσει πως δεν θα συνεργαζόταν σε μια κυβέρνηση με τον Έντι Ράμα, αν κανείς δεν είχε αυτοδυναμία. Λίγο αργότερα, σύμφωνα με την αφήγησή του, πληροφορήθηκε ξαφνικά πως ο τότε υπουργός Εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν, του επέβαλε κυρώσεις για κατηγορίες διαφθοράς και υπονόμευσης της δημοκρατίας.
«Ορίζω δημόσια τον Μπερίσα και τα μέλη της άμεσης οικογένειάς του ως μη επιλέξιμους για είσοδο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Παραμένουμε #ΕνωμένοιΕνάντιαστηΔιαφθορά με τους εταίρους μας στην Αλβανία» είχε γράψει τότε στο Twitter ο Αμερικανός ΥΠΕΞ, παρότι ο Μπερίσα δεν αντιμετώπιζε καμία ποινική δίωξη στην Αλβανία, όπως έγραφε το Reuters.
«Αυτός ο άνθρωπος», λέει για τον Άντονι Μπλίνκεν ο Σαλί Μπερίσα, «ήταν το πρόσωπο που με είχε επαινέσει με υψηλότερους υπερθετικούς χαρακτηρισμούς από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο στον κόσμο, όταν ήταν κορυφαίος σύμβουλος του Τζο Μπάιντεν. Με είχε δεχθεί και απαριθμούσε μία προς μία όλες τις επιτυχίες μου στην καταπολέμηση της διαφθοράς. Οκτώ χρόνια αργότερα, ο ίδιος προσποιήθηκε ότι έχω διαφθαρεί και μου επέβαλε κυρώσεις. Είπε ότι υπονόμευσα τη δημοκρατία. Αλλά το 2012, όταν η Χίλαρι ήρθε στην Αλβανία, τον Δεκέμβριο, λίγους μήνες πριν φύγει, είπε ανοιχτά ότι όποιος θέλει να δει μια δημοκρατία εν δράσει, ας έρθει στην Αλβανία να τη δει. Τώρα που έληξε η υπονόμευσή μου, κάθισα και του έγραψα ένα γράμμα: “Κύριε υπουργέ, η απόφασή σας βασίζεται σε ένα διεφθαρμένο λόμπι του Έντι Ράμα και του Τζορτζ Σόρος”. Δεν ήξερα τίποτα για το ότι συνδέεται με τον Τζορτζ Σόρος. Αλλά σκέφτηκα ότι κανένας άλλος στη γη δεν θα μπορούσε να προωθήσει μια τέτοια απόφαση εκτός από τον Σόρος. Ο Σόρος ήταν παντοδύναμος με τους Δημοκρατικούς. Δεύτερον (του είπα), όποτε βρεις εσύ, η κυβέρνησή σου ή οποιαδήποτε κυβέρνηση στον κόσμο έστω και μία απόδειξη, θα πω αντίο στην πολιτική. Τρίτον, κύριε υπουργέ, δεν θα ζητήσω να έρθω, να αφαιρέσω, να καταργήσω την απόφασή σας. Θα σας μηνύσω για συκοφαντική δυσφήμιση σε διεθνές δικαστήριο. Και έκανα αυτό που είπα, άρχισα με τον τρόπο μου, δικαστικά, και με τα μέσα ενημέρωσης. Άρχισα να δουλεύω με τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης. Βήμα-βήμα προέκυψε ότι ήταν πολύ στενά συνδεδεμένος με τον Τζορτζ Σόρος. Οικογενειακοί δεσμοί. Εντάξει, εντάξει».
«Δεν ήθελα να μηνύσω τον υπουργό Εξωτερικών», λέει και το τονίζει αυτό, «αλλά το έκανα για να προστατεύσω την αξιοπρέπειά μου. Είχε στείλει τον βοηθό υπουργό Εξωτερικών, Φίλιπ Ρίκερ, να ζητήσει να μην μπει ο Μπερίσα στη Βουλή. Πείτε του, είπα, ότι κανένα έθνος δεν βοήθησε τους Αλβανούς περισσότερο στην πορεία προς την ελευθερία από τις ΗΠΑ. Αλλά ποτέ δεν έκαναν λίστα ποιους να πετάξουν από τη Βουλή γιατί αυτό είναι αποικιακό σύστημα… Ξεκίνησα έτσι τη διαδικασία για να επιστρέψω στο Κοινοβούλιο. Γιατί επέστρεψα; Ήταν θέμα κυριαρχίας (matter of sovereignty). Είπα, κοιτάξτε, αν κάποιος νομίζει ότι μπορεί να διορίζει ποιος θα πρέπει να είναι στο αλβανικό κοινοβούλιο, αυτό είναι αποικιοκρατική στάση και ποτέ δεν την αποδέχτηκα. Θα υπερασπιστώ το έθνος μου, την κυριαρχία της χώρας μου. Ξεκίνησα τότε τη διαδικασία επιστροφής μου».
Ο Σαλί Μπερίσα ισχυρίζεται ότι εκείνη την περίοδο τα μέλη του κόμματός του «δέχονταν τρομερή πίεση από την πρεσβεία των ΗΠΑ, εξαιρετική, αδιανόητη». Αναφέρει επίσης ότι το σύστημα που υποστηρίζει τον Έντι Ράμα προσπάθησε να τον βάλει φυλακή για να του πάρει το κόμμα και να παραδώσουν σε άλλον την ηγεσία του. «Πριν από τέσσερα χρόνια, ο πρόεδρος της σοσιαλιστικής ομάδας κατέθεσε έναν φάκελο εναντίον μου, κατηγορώντας με ότι έδωσα στον γαμπρό μου ένα οικόπεδο που απαλλοτριώθηκε από Ιταλούς κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Δηλαδή, ήταν κρατική γη. Ενώ η “Εφημερίδα της Κυβέρνησης” του 1942 έδειχνε με διάταγμα του αντιβασιλέα Τζιακομόνι ότι η γη δεν απαλλοτριώθηκε ποτέ, ότι η γη ανήκε σε αυτούς τους ιδιοκτήτες, ότι η γη κατασχέθηκε για έξι μήνες και όχι περισσότερο. Έτσι, όλα ήταν ψευδή. Παρά ταύτα, παρά ταύτα, με έθεσαν επί 333 ημέρες σε κατ’ οίκον περιορισμό, αλλά στο τέλος δεν τα κατάφεραν».
«Σήμερα είμαι πολύ χαρούμενος και πολύ αισιόδοξος», λέει, «ότι θα απαλλαγούμε από αυτήν την κυβέρνηση, η οποία δεν σέβεται κανέναν νόμο, κανέναν κανόνα, κανένα κριτήριο, κανένα πρότυπο». Ο βετεράνος Αλβανός πολιτικός είναι μάλλον το αουτσάιντερ σε αυτή την εκλογική μάχη, ο ίδιος όμως και οι συνεργάτες του είναι αισιόδοξοι και πιστεύουν ότι μπορούν να κάνουν την έκπληξη.