― Πρόσφατα παραιτηθήκατε από τη διεύθυνση του Εθνικού Κέντρου Ανοσοποίησης και Αναπνευστικών Νοσημάτων (NCIRD), το οποίο υπάγεται στα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) των ΗΠΑ, δηλώνοντας μάλιστα δημoσίως «Αρκετά πια».
Ναι, και το έκανα γιατί, όσο κι αν αγαπούσα τη δουλειά μου, δεν πήγαινε άλλο. Οκτώ μήνες αφότου στο υπουργείο Υγείας των ΗΠΑ ανέλαβε επικεφαλής ο Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ, υπάρχει σε εξέλιξη από τον ίδιο και τους συνεργάτες του μια οργανωμένη επίθεση κατά της επιστήμης και της δημόσιας υγείας με καθαρά ιδεολογικό χαρακτήρα. Μετά και την αποπομπή της νεοδιορισμένης διευθύντριας των CDC, της μικροβιολόγου Σούζαν Μονάρες, την οποία αντικατέστησε μη επιστήμονας, εάν παρέμενα στη θέση μου και υποχρεωνόμουν να εφαρμόσω την κυβερνητική «ατζέντα» για την υγεία, θα πρόσφερα πολύ κακές υπηρεσίες στην ιατρική επιστήμη, στον αμερικανικό λαό αλλά και στην προσωπική μου φήμη ως γιατρού. Δεν γίνεται, ας πούμε, να τίθεται υπό αμφισβήτηση η χορήγηση καθιερωμένων παιδικών εμβολίων, με κίνδυνο να επανεμφανιστούν ακόμα και ξεχασμένες σήμερα επιδημίες. Βγήκα κιόλας, όπως θα γνωρίζετε, και τα κατήγγειλα δημόσια όλα αυτά, ώστε να συνειδητοποιήσει ο κόσμος τι συμβαίνει∙ έλαβα μάλιστα πολλά μηνύματα στήριξης και συμπαράστασης από συναδέλφους που εργάζονται στο πεδίο. Υπήρξαν εξάλλου και άλλες παραιτήσεις καθώς και καταγγελίες από διακεκριμένους επιστήμονες που ζητούν από τους πολίτες να μην ακολουθούν τις οδηγίες του υπουργείου Υγείας, κάτι πρωτοφανές και απόλυτα ενδεικτικό της κατάστασης. Είναι πια ολοφάνερο ότι προτεραιότητα για τους ιθύνοντες είναι να φέρουν σε πέρας μια συγκεκριμένη «αποστολή». Έπειτα, εκτός από τα πολιτικά, υπάρχουν και οικονομικά παιχνίδια πίσω από αυτό, γιατί κάποιοι κερδίζουν χρήματα εκμεταλλευόμενοι την άγνοια, την καχυποψία και την παραπληροφόρηση.
Το να βαθαίνει ολοένα περισσότερο το χάσμα μεταξύ φτωχών και πλουσίων, μεταξύ «Βορείων και Νοτίων», με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη φροντίδα και την περίθαλψη, είναι δυστυχώς πολιτική επιλογή.
― Είχατε νομίζω κι εσείς στοχοποιηθεί, με αποκορύφωμα τους πυροβολισμούς στα παράθυρα του γραφείου σας λίγο καιρό πριν.
Πολύ περισσότερο από τις σφαίρες, που δεν βρήκαν άλλωστε στόχο, καθώς έλειπα, με τρομάζει ο αυταρχισμός, η συνωμοσιολογία και η χειραγώγηση των επιστημονικών δεδομένων ώστε να ταιριάξουν στο αφήγημα της κυβέρνησης και των κύκλων που τη στηρίζουν. Αυτό δεν έχει ξανασυμβεί ποτέ στις ΗΠΑ, είτε κυβερνούσαν οι Δημοκρατικοί, είτε οι Ρεπουμπλικανοί. Τα μισαλλόδοξα σχόλια εναντίον μου στα σόσιαλ μίντια και αλλού, για την εμφάνιση, τον σεξουαλικό μου προσανατολισμό κ.λπ., δεν τα παρακολουθούσα, ούτε με ενδιέφεραν.
― Είναι πάντως τραγικό να συμβαίνουν όλα αυτά σε μια χώρα που βρίσκεται στην πρωτοπορία της έρευνας και της περίθαλψης διεθνώς.
Μα το θέμα δεν είναι ότι δεν έχουμε στις ΗΠΑ εξαιρετικούς γιατρούς, νοσοκομεία και κλινικές ή ότι δεν γίνονται πρόοδοι στον ερευνητικό τομέα, αντιθέτως! Υπάρχει, όμως, μια μεγάλη ανισότητα που διαρκώς διευρύνεται, όσον αφορά την πρόσβαση στην περίθαλψη και τις υπηρεσίες υγείας – αν δεν έχεις αρκετά χρήματα για να απευθυνθείς σε ιδιώτες, θα έχεις πρόβλημα, το οποίο ξεκινά αφενός από το σύστημα υγείας, που έχει αφεθεί στην τύχη του, αφετέρου από τις ανορθολογικές, αντεπιστημονικές προσεγγίσεις σαν αυτές που ασπάζεται ο ίδιος ο υπουργός Υγείας.
― Στην επιστολή παραίτησής σας αναφερόσασταν σε «αντικρουόμενα συμφέροντα ανεξέλεγκτων εξωτερικών οργανισμών που φαίνεται να είναι οι πηγές που χρησιμοποιεί το υπουργείο Υγείας».
Ναι, γιατί αυτό ακριβώς συμβαίνει. Όπως είπα και πριν, η νέα πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας υπό τον Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ υπακούει περισσότερο σε ιδεολογικές ντιρεκτίβες παρά σε αυστηρά επιστημονικά δεδομένα. Δεν καταφεύγουν σε ειδικούς, δεν απευθύνονται σε λοιμωξιολόγους, επιδημιολόγους κ.λπ. για να τους συμβουλευτούν –όσο εργαζόμουν στα CDC, δεν είχαν προσκαλέσει ούτε έναν!– αλλά επαφίενται σε αδιαφανείς οργανισμούς και οργανώσεις που προωθούν αντιεμβολιαστικά κηρύγματα και θεωρίες συνωμοσίας, κάνουν δηλαδή επίσημη κυβερνητική πολιτική τον ανορθολογισμό.

― Υπήρξατε αναπληρωτής επίτροπος υγείας στη Νέα Υόρκη στη διάρκεια της πανδημίας. Έχουν, πιστεύετε, πράγματι παρέλθει τα χειρότερα αναφορικά με τον κορωνοϊό;
Το ότι τα χειρότερα όσον αφορά τη λοίμωξη με Covid-19 έχουν παρέλθει είναι γεγονός, καμιά σχέση με ό,τι συνέβαινε τέσσερα-πέντε χρόνια πριν. Ο κορωνοϊός φαίνεται να έχει εξασθενήσει, οι νέες μεταλλάξεις του είναι λιγότερο ανησυχητικές∙ έχουμε, έπειτα, αναπτύξει πλέον αποτελεσματικά φάρμακα και εμβόλια καθώς και συνδυασμούς αυτών. Οι άνω των 65 παραμένουν ομάδα υψηλού κινδύνου, πολλοί χρειάζονται στενή παρακολούθηση και νοσηλεία ακόμα και σε ΜΕΘ, αν εκδηλώσουν την ασθένεια. Οι οδηγίες του υπουργείου Υγείας για μη χορήγηση εμβολίων σε εγκύους και παιδιά είναι εσφαλμένες και δημιουργούν σύγχυση. Όλοι οι άνθρωποι, και ειδικά όσοι έχουν εξασθενημένο ανοσοποιητικό ή υποκείμενα χρόνια νοσήματα που τους καθιστούν πιο ευάλωτους, καλό είναι να κάνουν το επικαιροποιημένο εμβόλιο, εφόσον δεν υπάρχουν αντενδείξεις. Μεγαλύτερο πρόβλημα από τον Covid είναι όλη αυτή η παραφιλολογία γύρω από τα εμβόλια, ότι δήθεν όχι μόνο δεν είναι αποτελεσματικά αλλά είναι και επικίνδυνα! Και όλο αυτό πλασάρεται με έναν ύπουλο τρόπο. Ο Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ έχει κάνει καριέρα διαδίδοντας ψευδοεπιστημονικές θεωρίες φτιαγμένες από μισές αλήθειες και μισά ψέματα, όπως κάνει χρόνια τώρα με τον αυτισμό. Στο ίδιο μοτίβο, ακούσαμε τις προάλλες τον Πρόεδρο Τραμπ να συνδέει τον αυτισμό με τη χρήση παρακεταμόλης. Κυβερνητικοί σχεδιασμοί οι οποίοι, βασιζόμενοι σε τέτοιες θεωρίες, θέτουν υπό αίρεση ακόμα και τη χορήγηση βασικών παιδικών εμβολίων ή αμφισβητούν την αποτελεσματικότητά τους δεν είναι απλώς επικίνδυνοι, είναι εγκληματικοί. Και το ζήτημα δεν είναι μόνο ιδεολογικό∙ κάποιοι βγάζουν πολλά λεφτά επενδύοντας στην άγνοια, τον ανορθολογισμό και την προκατάληψη.
― Πόσο πιθανή βρίσκετε την εμφάνιση μιας νέας πανδημίας στο άμεσο μέλλον και πόσο έτοιμοι είμαστε ως ανθρωπότητα να την αντιμετωπίσουμε αποτελεσματικά;
Η πιθανότητα αυτή πάντα υπάρχει, δεν μπορώ όμως να προβλέψω ούτε σε τι θα οφείλεται μια επόμενη πανδημία, ούτε τι μορφή θα έχει, ούτε βέβαια να την προσδιορίσω χρονικά – δεν έχω κάποια κρυστάλλινη σφαίρα να συμβουλευτώ, ούτε ξέρω να λέω τον καφέ, όπως η γιαγιά μου! Το καλό είναι ότι πλέον έχουμε πολλά επιστημονικά «όπλα», η πανδημία του Covid μάς δίδαξε πολλά, μας έκανε πιο προσεκτικούς, πιο εφευρετικούς. Το ζήτημα είναι αν θα υπάρξει πολιτική βούληση και σωστή διαχείριση. Τα εμβόλια mRNA είναι πολλά υποσχόμενα, αλλά όλη η έρευνα πάνω σε αυτά βρίσκεται σήμερα υπό αμφισβήτηση. Εξαιτίας αυτού, έχουμε κάνει πολλά βήματα πίσω στην έρευνα. Επιπλέον, ο Πρόεδρος Τραμπ υπέγραψε εκτελεστικό διάταγμα το οποίο έθεσε τις ΗΠΑ σε διαδικασία εξόδου από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, κάτι πολύ δυσοίωνο εφόσον συμβεί – φανταστείτε τον αντίκτυπο μιας τέτοιας εξέλιξης σε επίπεδο έρευνας, πολιτικών υγείας και αποφάσεων. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος αυτήν τη στιγμή για την Αμερική και τον κόσμο ολόκληρο δεν είναι η εμφάνιση μιας καινούργιας πανδημίας αλλά η επικράτηση αντιεμβολιαστικών και άλλων αντιεπιστημονικών απόψεων και πρακτικών, καθώς επίσης οι περικοπές στα εμβολιαστικά προγράμματα, παράγοντες στους οποίους οφείλεται και η επανεμφάνιση επιδημιών που είχαν σχεδόν εξαφανιστεί, όπως είναι της ιλαράς.
― Έχετε πρωτοστατήσει στην αντιμετώπιση επιδημιών που πλήττουν κυρίως ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, υπήρξατε μάλιστα διευθυντής του Τμήματος Πρόληψης HIV/AIDS του CDC και αναπληρωτής συντονιστής της Εθνικής Αντίδρασης απέναντι στην mpox («ευλογιά των πιθήκων»). Πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν αυτές οι προκλήσεις;
Η κύρια πρόκληση αυτήν τη στιγμή, που αφορά και το ζήτημα της υγείας μέσα στη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα, είναι μια άλλη οργανωμένη επίθεση που γίνεται σε θεσμικό επίπεδο κατά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων και ελευθεριών. Αρνούνται μέχρι και την ύπαρξη των τρανς, διεμφυλικών και μη δυαδικών ανθρώπων. Μας θέλουν «αόρατους», εκτός στατιστικών, προγραμμάτων και ενημερωτικών εκστρατειών. Ταυτόχρονα, η στάση της κυβέρνησης και του Ανώτατου Δικαστηρίου απέναντι στη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα δυσχεραίνει την πρόσβαση σε υπηρεσίες ενημέρωσης, πρόληψης και φροντίδας. Αυτό το τελευταίο δεν αφορά μόνο τα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα αλλά επίσης τα ΑμεΑ, τον μαύρο πληθυσμό, τους μετανάστες, τους κατοίκους απομακρυσμένων περιοχών και άλλες ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Το να βαθαίνει ολοένα περισσότερο το χάσμα μεταξύ φτωχών και πλουσίων, μεταξύ «Βορείων και Νοτίων», με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη φροντίδα και την περίθαλψη, είναι δυστυχώς πολιτική επιλογή.

― Πόσο κοντά πιστεύετε ότι είμαστε σε ένα εμβόλιο ή μια οριστική θεραπεία για τον HIV;
Φοβάμαι ότι δεν είμαστε πολύ κοντά ούτε στο ένα, ούτε στο άλλο. Και αποκλείεται να προσεγγίσουμε περισσότερο αυτούς τους στόχους μετά τα απανωτά «ψαλίδια» στον τομέα της έρευνας. Είναι κρίμα γιατί βρισκόμασταν πράγματι σε ένα καλό σημείο∙ δεν είχαμε μεν βρει ακριβώς τις απαντήσεις που ψάχναμε, αλλά είχαμε περάσει στον «προθάλαμο». Καταφέραμε βέβαια εδώ και κάποια χρόνια να μετατρέψουμε τη λοίμωξη με HIV σε ένα ελεγχόμενο χρόνιο νόσημα, βελτιώνοντας αποφασιστικά την ποιότητα ζωής των ανθρώπων με HIV – η πρόοδος που έχουμε κάνει από τη δεκαετία του ’80 είναι εντυπωσιακή. Πολλή δουλειά έγινε στον τομέα της πρόληψης –γι’ αυτό στη Νέα Υόρκη και αλλού είχαμε μείωση κρουσμάτων μετά το ’20–, όπως και στην εξάλειψη του στίγματος.
― Ναι, θυμάμαι ότι μας είχατε μιλήσει παλιότερα στη LiFO τόσο για την PrEP, που φέτος εγκρίθηκε επίσημα και στην Ελλάδα, όσο και για το ουδέτερο μοντέλο θεραπείας που εισαγάγατε.
Η PrEP ήταν πράγματι μια πολύ σημαντική εξέλιξη για τον περιορισμό της μετάδοσης και χαίρομαι που η χορήγησή της εγκρίθηκε και στην Ελλάδα. Το ουδέτερο μοντέλο θεραπείας βασιζόταν στο ότι η φροντίδα που δίναμε στη θεραπεία κάποιου οροθετικού ατόμου ήταν σχεδόν πανομοιότυπη με την προληπτική θεραπεία κάποιου οροαρνητικού που θέλει να προστατευτεί. Και αυτό λειτούργησε, μειώνοντας και το στίγμα. Υπάρχουν πια πολύ ικανοποιητικά μέσα πρόληψης και θεραπείες, όμως για να πάμε παραπέρα δεν αρκούν η θέληση και οι ικανότητες των επιστημόνων, χρειάζεται να υπάρξει και αλλαγή πολιτικής κατεύθυνσης. Οι περικοπές στις μελέτες και τα ερευνητικά προγράμματα είναι μεγάλο πισωγύρισμα, υπονομεύουν όλες τις ως τώρα επιτυχίες μας.
― Ποιες πιστεύετε ότι είναι σήμερα οι μεγαλύτερες προκλήσεις για την ανθρωπότητα στον τομέα της υγείας;
Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι καταρχάς η διατήρηση ισχυρών και αποτελεσματικών συστημάτων δημόσιας υγείας. Γιατί αυτό που παρατηρούμε είναι μια πορεία προς την καταστροφή οργανισμών όπως είναι τα CDC στις ΗΠΑ. Βλέπουμε επίσης μια επιχείρηση αποδυνάμωσης του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας και του ρόλου του, πράγμα πολύ ανησυχητικό, γιατί δεν μπορεί να υπάρξει πρόοδος χωρίς διακρατική συνεργασία, χωρίς ανταλλαγή απόψεων, εμπειριών και πραγματοποίηση κοινών δράσεων από την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα. Η άλλη μεγάλη πρόκληση είναι αυτή στην οποία αναφέρθηκα νωρίτερα και αφορά την επικράτηση ανορθολογικών θεωριών και πολιτικών και τη μετατροπή της επιστήμης σε πεδίο ιδεολογικής αντιπαράθεσης.
― Πώς κρίνετε γενικότερα την κατάσταση στις ΗΠΑ έναν χρόνο μετά την επανεκλογή Τραμπ;
Είναι αναμφίβολα μια δύσκολη συνθήκη, διανύουμε μια πολύ σκοτεινή περίοδο στις ΗΠΑ αλλά και παγκοσμίως. Πιστεύω όμως ακράδαντα ότι το φως τελικά θα επικρατήσει, όπως συνέβη στον Β’ Παγκόσμιο. Θα ξέρετε ίσως, το έχω ξαναπεί, ότι ο παππούς μου σκοτώθηκε στην Ευρυτανία, την ιδιαίτερη πατρίδα μου, πολεμώντας τους φασίστες. Είναι μια κληρονομιά αντίστασης και αγώνα που προσωπικά τιμώ και είναι κάτι που ο μέσος Αμερικανός δυσκολεύεται να αντιληφθεί γιατί δεν έχει ανάλογα βιώματα, δεν γνώρισαν οι ΗΠΑ κατοχή όπως η Ελλάδα και άλλες ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες έχουν πιο πρόσφατες μνήμες. Ο «ιός» του φασισμού αφυπνίζεται ξανά και πρέπει να καταπολεμηθεί, προτού μετατραπεί σε μια ακόμα θανατηφόρα επιδημία.
― Σκεφτήκατε ποτέ το ενδεχόμενο να έρθετε να εργαστείτε στην Ελλάδα;
Αν υπάρξει μια τέτοια προοπτική, ναι, πολύ ευχαρίστως!