ΩΣ ΜΙΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ κίνηση που δίνει πλεονέκτημα στον Κυριάκο Μητσοτάκη έναντι των αντιπάλων του και ταυτόχρονα αλλάζει την ατζέντα από τον ΟΠΕΚΕΠΕ, την εξεταστική και την ακρίβεια αντιμετώπισε το επιτελείο του πρωθυπουργού τη ρύθμιση για τη φύλαξη του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη και την επικαιρότητα που δημιουργήθηκε γύρω από το θέμα αυτό. Στο Μέγαρο Μαξίμου υπάρχει ικανοποίηση, όχι μόνο επειδή κατάφεραν να αλλάξουν τη δυσάρεστη για την κυβέρνηση ατζέντα που κυριαρχούσε στον δημόσιο διάλογο το προηγούμενο διάστημα αλλά και επειδή θεωρούν ότι πέτυχαν πολλούς στόχους ταυτόχρονα.
Έφεραν στο πολιτικό προσκήνιο ένα θέμα «σεβασμού στα μνημεία και στα εθνικά σύμβολα», το οποίο συσπειρώνει τη δεξιά βάση του κόμματος, όπου καταγράφονται σταθερά διαρροές εδώ και καιρό, ως ευκαιρία για επιστροφή των δεξιών ψηφοφόρων που έχουν απομακρυνθεί. Είναι πολύ πιθανό να έχουν ληφθεί υπόψη ευρήματα δημοσκοπήσεων που διεξάγονται για το Μέγαρο Μαξίμου προτού κατατεθεί η ρύθμιση στη Βουλή. Αυτός είναι ένας τρόπος με τον οποίο λειτουργεί το πρωθυπουργικό επιτελείο και περίπου το άφησε να εννοηθεί ο πρωθυπουργός στην ομιλία του όταν αναρωτήθηκε ρητορικά τι θα έλεγε η κοινή γνώμη γι’ αυτό. Έμπειροι δημοσκόποι διαβεβαιώνουν ότι η κοινή γνώμη απαντά πάντα καταφατικά υπέρ της προστασίας των μνημείων – κάτι αυτονόητο.
Για τη διασφάλιση της ακεραιότητας του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη υπήρχαν ήδη αυστηρές ποινικές διατάξεις, με τις οποίες οι αρμόδιες αρχές μπορούσαν να το προστατεύσουν, και σύμφωνα με την αντιπολίτευση «χωρίς νέα ειδική νομοθετική ρύθμιση», η οποία αποφασίστηκε προκειμένου να αναδειχθεί ως πολιτικό ζήτημα και να απασχολήσει τον δημόσιο διάλογο.
Ο πρωθυπουργός, ωστόσο, συσχέτισε ευθέως τη ρύθμιση αυτή με τα Τέμπη και την πρόσφατη διαμαρτυρία ενός πατέρα θύματος στον χώρο μπροστά από τη Βουλή, κοντά στον Άγνωστο Στρατιώτη, αν και δεν υπήρξε καμία «βεβήλωση» του μνημείου από τον απεργό πατέρα. Το αντίσκηνο που έστησε μπροστά από τη Βουλή είναι βέβαιο ότι ενόχλησε την κυβέρνηση, όμως αυτό δεν υπάρχει πλέον. Τα ονόματα των θυμάτων, που είναι γραμμένα με κόκκινη μπογιά πάνω στις πλάκες, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε ότι δεν πρόκειται να σβηστούν, ενώ ο αρμόδιος υπουργός Δημόσιας Τάξης ανέφερε ότι δεν τον ενοχλούν και θεωρεί λογικό να έχει μετατραπεί ο χώρος αυτός σε τόπο «προσκυνήματος». «Με αφορμή το τραγικό περιστατικό των Τεμπών έχει διαμορφωθεί ένας χώρος στο σημείο όπου χιλιάδες πολίτες πηγαίνουν για να πενθήσουν την απώλεια τόσων ανθρώπων. Αυτό πρέπει να το σεβαστούμε. Δεν είναι αυτό το πρόβλημα», ανέφερε χαρακτηριστικά στον ΣΚΑΪ.

Από την άλλη, για τη διασφάλιση της ακεραιότητας του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη υπήρχαν ήδη αυστηρές ποινικές διατάξεις, με τις οποίες οι αρμόδιες αρχές μπορούσαν να το προστατεύσουν, και σύμφωνα με την αντιπολίτευση «χωρίς νέα ειδική νομοθετική ρύθμιση», η οποία αποφασίστηκε προκειμένου να αναδειχθεί ως πολιτικό ζήτημα και να απασχολήσει τον δημόσιο διάλογο.
Το όλο εγχείρημα του Μεγάρου Μαξίμου, ωστόσο, εκτός από τον πρωθυπουργό που ήρθε στη Βουλή για να μιλήσει για τη νομική ρύθμιση, υπερασπίστηκε ένθερμα σχεδόν μόνο ο Γιώργος Φλωρίδης, ενώ απουσίαζαν ο Νίκος Δένδιας και ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, οι οποίοι πήραν σαφείς αποστάσεις, διαφοροποιούμενοι από την κυβερνητική γραμμή.
Ο μεν Μιχάλης Χρυσοχοΐδης ήταν και παραμένει εξ αντικειμένου ο αρμόδιος υπουργός για τη φύλαξη του μνημείου και την «επιβολή της τάξης». Ο δε Νίκος Δένδιας προστέθηκε με τη νομοθετική ρύθμιση στους αρμόδιους υπουργούς και, σύμφωνα με πολλούς, αυτός ήταν ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους κατατέθηκε η ρύθμιση, καθώς του μεταβιβάζει μέρος της ευθύνης. Αρχικά, μάλιστα, είχε επιχειρηθεί να του ανατεθεί όλη η ευθύνη, κάτι που στη συνέχεια το Μαξίμου ανασκεύασε.
Τελικά, η ευθύνη για τη διαφύλαξη του μνημείου παραμένει στην Αστυνομία, η οποία θα αντιμετωπίζει κάθε περιστατικό, ενώ η τροπολογία προβλέπει επίσης ότι οι παραβάτες θα τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης έως ενός έτους ή με πρόστιμο που θα φτάνει έως και 40.000 ευρώ.
Η υπόθεση της φύλαξης του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη αξιοποιήθηκε για να ενισχύσει η κυβέρνηση τη δεξιά ρητορική που αναπτύσσει το τελευταίο διάστημα, προκειμένου να γοητεύσει το συντηρητικό κοινό. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης δήλωσε χαρακτηριστικά ότι η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να συμβαδίσει «με τις υγιείς επιδιώξεις των νοικοκυραίων, της συντριπτικής πλειονότητας των πολιτών», ενώ τόνισε επίσης ότι «η σιωπηρή πλειοψηφία» και οι «νοικοκυραίοι» ζητούν την επιβολή της τάξης και ότι η κυβέρνηση ανταποκρίθηκε σε αυτά τα αιτήματα.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη Βουλή κράτησε ιδιαίτερα σκληρή στάση, ακόμα και απέναντι στους συγγενείς των θυμάτων των Τεμπών που χρησιμοποίησαν τον χώρο μπροστά στη Βουλή για να διαμαρτυρηθούν. «Στο εξής, σε αυτόν τον ξεχωριστό χώρο δεν θα επιτρέπονται συγκεντρώσεις ή διαδηλώσεις με οποιοδήποτε περιεχόμενο άσχετο με την αποστολή του, ούτε θα γίνονται ανεκτές φθορές στο όνομα οποιασδήποτε διαμαρτυρίας, όσο εύλογα και αν ακούγονται τα αιτήματα, και ανεξάρτητα από το πόσο δίκιο πιστεύουν κάθε φορά ότι έχουν οι υπερασπιστές αυτών των αιτημάτων», είπε, συνεχίζοντας και με πιο συγκεκριμένες αναφορές.
Ο πρωθυπουργός, αναφερόμενος στα αιτήματα του απεργού πείνας Πάνου Ρούτσι, έκανε μια τοποθέτηση που προκάλεσε την έντονη αντίδραση πολλών γονιών θυμάτων των Τεμπών. Είπε κάποια στιγμή κατά την ομιλία του: «Βέβαια, εδώ γεννάται και ένα άλλο εύλογο ερώτημα: τα αιτήματα αυτά έγιναν δεκτά, οι εκταφές έγιναν; Ρωτώ. Οι εκταφές δεν έχουν γίνει ακόμα και εύχομαι να προχωρήσουν και να γίνουν το συντομότερο δυνατό». Οι φράσεις αυτές ενόχλησαν πολλούς γονείς, οι οποίοι σχολίαζαν χθες ότι ένιωσαν προσβεβλημένοι, λέγοντας ότι «τα παιδιά μας δεν είναι πατάτες να πάμε μόνοι μας να τα ξεθάψουμε» και ότι υπάρχει μια διαδικασία που πρέπει να τηρηθεί, την οποία δεν μπορεί να αγνοεί η κυβέρνηση ούτε να ρωτά ο πρωθυπουργός γιατί δεν έχει ολοκληρωθεί, σαν να ήταν αυτό κάτι πρόχειρο.
Πολλά κυβερνητικά στελέχη, πάντως, χαρακτηρίζουν την τροπολογία για τη φύλαξη του Μνημείου του Άγνωστου Στρατιώτη ως στρατηγική κίνηση που απέδωσε, υποστηρίζοντας ότι μίλησε στην καρδιά των «νοικοκυραίων», εξέθεσε την αντιπολίτευση αναγκάζοντάς την να υποστηρίξει, κατά τη γνώμη τους, μια «αντιδημοφιλή» θέση, πίεσε τον Νίκο Δένδια που είχε πάρει θέση υπέρ του πατέρα-απεργού πείνας και, φυσικά, επέβαλε στον δημόσιο διάλογο ένα θέμα προνομιακό για τη δεξιά ατζέντα που θέλει να αναδείξει η κυβέρνηση, ώστε να κερδίσει πόντους στο συντηρητικό ακροατήριο.
Αναμφισβήτητα, κάποιους από τους στόχους της η κυβέρνηση τους πέτυχε. Είναι όμως προφανές ότι υπάρχουν και σημαντικές «παράπλευρες απώλειες» για το Μέγαρο Μαξίμου – αρκετά σοβαρές ώστε να μην μπορούν να υποτιμηθούν, καθώς παράγουν κι αυτές πολιτικά αποτελέσματα.