ΟΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΤΙΚΕΣ ΡΟΕΣ στην Κρήτη πιέζουν πάρα πολύ την κυβέρνηση και το Μέγαρο Μαξίμου έχει σημάνει συναγερμό τις τελευταίες μέρες, αλλά το πρόβλημα είναι δύσκολο να αντιμετωπιστεί, για πολλούς λόγους. Από τις αρχές Ιουνίου μέχρι σήμερα περισσότεροι από 2.500 μετανάστες έχουν έρθει στην Κρήτη, η οποία, αν και είναι το μεγαλύτερο νησί της χώρας, δεν διαθέτει ούτε μία δομή, και οι αφίξεις συνεχίζονται. Οι περισσότεροι τοπικοί παράγοντες του νησιού, από την αρχή της μεγάλης έντασης της μεταναστευτικής κρίσης, πριν από δέκα χρόνια, είχαν αρνηθεί τη δημιουργία δομών στους νομούς τους. Όσοι μετανάστες έφταναν εκεί, μεταφέρονταν αμέσως στην ενδοχώρα, γεγονός που, σύμφωνα με μέλη της κυβέρνησης, έκανε την Κρήτη παράγοντα έλξης για τους διακινητές. «Πηγαίνοντας τους μετανάστες εκεί, εξασφάλιζαν την άμεση μεταφορά τους στην ενδοχώρα από τις ελληνικές αρχές», υποστηρίζουν. «Η Κρήτη διέθετε πάντα πολιτικούς που απαιτούσαν και πετύχαιναν την εξαίρεσή της», λένε.
Οι εικόνες που ανησύχησαν το Μέγαρο Μαξίμου
Εδώ και λίγες μέρες, το διαδίκτυο έχει γεμίσει από φωτογραφίες και βίντεο που δείχνουν μετανάστες να κοιμούνται στον δρόμο έξω από τα λιμεναρχεία, άλλους να μένουν σε πρόχειρες σκηνές κάτω από τον ήλιο σε γήπεδα και άλλους να στέκονται σε ουρές για να μπουν σε κάποιο πλοίο για Πειραιά. Οι εικόνες αυτές, μαζί με κάποιες άλλες που δείχνουν εξαγριωμένους Κρητικούς να καταγγέλλουν τους πολιτικούς και να απαιτούν να φύγουν από το νησί τους οι μετανάστες, έχουν θορυβήσει ιδιαίτερα το γραφείο του πρωθυπουργού, οι συνεργάτες του οποίου θεωρούν ότι κάνουν «επικοινωνιακή και πολιτική ζημιά στην κυβέρνηση», γι’ αυτό και η εντολή είναι να αντιμετωπιστεί το ζήτημα αυτό με κάθε τρόπο. Για την ώρα, όμως, δεν μπορούν να γίνουν και πολλά, επί της ουσίας.
Η ανησυχία στην Αθήνα για το μεταναστευτικό μέχρι τώρα ήταν τι θα κάνει αν η κυβέρνηση Μερτς υλοποιήσει όσα λέει περί επιστροφής μεταναστών στην Ελλάδα, ενώ έχει ήδη αυστηροποιήσει τους ελέγχους στα σύνορά της και όσοι έφταναν στην Ελλάδα με σκοπό να βρεθούν στη Γερμανία πλέον θα δυσκολεύονται.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά την πρόσφατη συνάντησή του με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνο Τασούλα, ανακοίνωσε ότι θα στείλει πλοία του Πολεμικού Ναυτικού προληπτικά έξω από τα χωρικά ύδατα της Λιβύης, απ’ όπου ξεκινούν οι συγκεκριμένες ροές παράνομων μεταναστών, δηλώνοντας πως «δεν θα κάνουν κουμάντο οι διακινητές για το ποιος μπαίνει στην Ελλάδα» και ότι σκοπεύει να θέσει το ζήτημα στη Σύνοδο Κορυφής.
Το Πολεμικό Ναυτικό, όμως, δεν έχει κανένα νόμιμο τρόπο για να αποτρέψει την είσοδο προσφύγων και μεταναστών στη χώρα. Αντιθέτως, υποχρεούται και αυτό σε διάσωση αν βρεθεί μπροστά σε μια βάρκα π.χ. που κινδυνεύει, καθώς τα κυκλώματα των διακινητών δεν τους μεταφέρουν με τα πιο ασφαλή μέσα, οπότε σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις βρίσκονται σε κίνδυνο κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους προς την Ελλάδα.

Οι νόμοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης υποχρεώνουν τα κράτη-μέλη να δέχονται κάθε άνθρωπο που θέλει να εισέλθει στη χώρα, ακόμα και παρανόμως, από τη στιγμή που δηλώνει πρόσφυγας και ζητά να καταθέσει αίτημα ασύλου. Οι δηλώσεις των πολιτικών που συχνά λένε ότι δεν θα αφήσουν κανέναν μετανάστη να μπει παράνομα στη χώρα γίνονται μόνο για να καθησυχάσουν την εκλογική τους βάση, καθώς πρόκειται για ξεκάθαρο λαϊκισμό. Σύμφωνα με υπουργό της κυβέρνησης, «ούτε το Λιμενικό ούτε το Πολεμικό Ναυτικό μπορεί να κάνει τίποτα» και κατά τη γνώμη του «το πρόβλημα λύνεται μόνο από το υπουργείο Εξωτερικών, αν πείσει τον Χαφτάρ στη Λιβύη».
Μεταξύ Ανατολικής Λιβύης και Βερολίνου
Οι πολύ αυξημένες ροές από τη Λιβύη αιφνιδίασαν την κυβέρνηση, η οποία δεν τις είχε προβλέψει και δεν διατηρούσε ιδιαίτερες επαφές τελευταία με την πολιτική ηγεσία της χώρας, η οποία είναι υπό την επιρροή του Ταγίπ Ερντογάν σε μεγάλο βαθμό. Στο υπουργείο Εξωτερικών κάποιοι μιλούν ξανά για εργαλειοποίηση των μεταναστευτικών ροών, αυτήν τη φορά από τη Λιβύη και τον στρατηγό Χαφτάρ που ελέγχει την ανατολική Λιβύη.
Η ανησυχία στην Αθήνα για το μεταναστευτικό μέχρι τώρα ήταν τι θα κάνει αν η κυβέρνηση Μερτς υλοποιήσει όσα λέει περί επιστροφής μεταναστών στην Ελλάδα, ενώ έχει ήδη αυστηροποιήσει τους ελέγχους στα σύνορά της και όσοι έφταναν στην Ελλάδα με σκοπό να βρεθούν στη Γερμανία πλέον θα δυσκολεύονται. Γιατί η αλήθεια είναι ότι αυτός ήταν ο τρόπος αντιμετώπισης του μεταναστευτικού έως τώρα εν πολλοίς στην Ελλάδα. Οι μετανάστες έπαιρναν άσυλο και μετά «εξαφανίζονταν», για να εμφανιστούν ξανά στη Γερμανία. Αλλά αυτό μάλλον θα τελειώσει, αν ο Γερμανός καγκελάριος υλοποιήσει τις προεκλογικές του δεσμεύσεις. Οπότε το πρόβλημα της κυβέρνησης είναι διπλό τώρα, και από τον βορρά και από την ανατολή.
Απειλές Βορίδη για αναστολή ασύλου

Με δηλώσεις του χθες ο υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, Μάκης Βορίδης (ο οποίος ελέγχεται από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία για τις παράνομες επιδοτήσεις την περίοδο που ήταν υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και είναι αβέβαιη η παραμονή του), ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να πάει στη Λιβύη στις 8 Ιουλίου μαζί με τον Ιταλό ομόλογό του ώστε να βρεθεί κάποια λύση «για τον έλεγχο των αναχωρήσεων», προαναγγέλλοντας ταυτόχρονα ότι αν δεν υπάρξει αποτέλεσμα, η κυβέρνηση εξετάζει την αναστολή της χορήγησης ασύλου.
Κάτι παρόμοιο προσπάθησε να κάνει πρόσφατα ο νέος υπουργός Εσωτερικών της Γερμανίας, επικαλούμενος το άρθρο 72 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο επιτρέπει στα κράτη-μέλη να μην εφαρμόζουν τους ευρωπαϊκούς κανόνες υπό ορισμένες συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όπως όταν η εσωτερική ασφάλεια του κράτους-μέλους βρίσκεται σε κίνδυνο. Αυτό το τελευταίο, όμως, πρέπει να αποδειχθεί, καθώς δεν είναι αρκετή η επίκληση του κινδύνου για να γίνει αποδεκτό. Μια τέτοια απόφαση είναι βέβαιο ότι θα προκαλούσε αντιδράσεις κατά της ελληνικής κυβέρνησης εντός της Ε.Ε. απ’ όσους θέτουν ως προτεραιότητα την προστασία των δικαιωμάτων των μεταναστών και των προσφύγων.
Το μεταναστευτικό είναι γνωστό ότι διχάζει πολύ έντονα στην Ε.Ε. όσους προτάσσουν την εσωτερική ασφάλεια και όσους προτάσσουν τα δικαιώματα των μεταναστών και προσφύγων – οι οποίοι επικρατούν εδώ και αρκετά χρόνια, αλλά τελευταία έχουν αρχίσει να αμφισβητούνται. Μέχρι τώρα, πάντως, κανείς δεν έχει επικαλεστεί το άρθρο 72 για την αναστολή του ασύλου. Ούτε η γερμανική κυβέρνηση, παρότι υπουργοί της υποστηρίζουν ανοιχτά μια τέτοια πολιτική, ούτε η ελληνική κυβέρνηση όταν δέχθηκε την υποκινούμενη από την Τουρκία πίεση στον Έβρο το 2020, καθώς και τότε υπήρξαν πολύ έντονες αντιδράσεις εναντίον της, για να μην το κάνει.
Σε κάθε περίπτωση, παρά τις ανακοινώσεις της κυβέρνησης για αποστολή του Πολεμικού Ναυτικού και εξέταση της αναστολής χορήγησης ασύλου, που γίνονται κυρίως για επικοινωνιακούς λόγους, το πρόβλημα παραμένει. Οι ροές καθημερινά αυξάνονται στην Κρήτη και οι τοπικοί φορείς, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων (όπως αυτή του δημάρχου Χανίων), ζητούν την απομάκρυνση των ανθρώπων αυτών, αποτρέποντας τη δημιουργία δομών φιλοξενίας και απαιτώντας τη συνέχιση της εξαίρεσής τους.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.