Η ΝΕΑ ΣΕΙΡΑ του Netflix, «Boots», βασισμένη στο αυτοβιογραφικό βιβλίο The Pink Marine του Greg Cope White, ξεδιπλώνει μια ιστορία ενηλικίωσης μέσα σε έναν από τους πιο σκληρούς και αυστηρούς θεσμούς: τον στρατό. Ο Κάμερον Κόουπ, τον οποίο υποδύεται συγκλονιστικά ο Miles Heizer, είναι ένας νεαρός gay που αποφασίζει να καταταγεί στους πεζοναύτες των ΗΠΑ τη δεκαετία του ’90, τότε που η ομοφυλοφιλία δεν ήταν απλώς ένα θέμα ταμπού, αλλά ποινικά και κοινωνικά απαγορευμένη. Ουσιαστικά, αναφερόμαστε στην περίοδο που το να είσαι ομοφυλόφιλος στον στρατό δεν ήταν απλώς πρόβλημα. Ήταν απαγόρευση, στιγματισμός, ενίοτε και απειλή.
Η απόφασή του φαίνεται αρχικά απλή: να αποδείξει στον εαυτό του, στην οικογένειά του και στους άλλους ότι μπορεί να τα καταφέρει. Μεγαλωμένος μέσα σε ένα αδιάφορο κοινωνικό περιβάλλον, με σχολικό εκφοβισμό και συνεχείς υποδείξεις «αρρενωπότητας» από τον αδερφό του, ο Κάμερον ψάχνει έναν τρόπο να ξεφύγει, όχι μόνο απ’ τον κόσμο γύρω του αλλά κυρίως από το μίσος απέναντι στον ίδιο του τον εαυτό. Έτσι, όταν ο καλύτερος και μοναδικός φίλος του, ο Ray, του προτείνει να καταταγούν μαζί, αρχικά διστάζει. Μέχρι που βλέπει μια διαφήμιση του Σώματος Πεζοναυτών. Και τότε, όλα αλλάζουν.
Ο σκηνοθέτης προσεγγίζει την ομοφυλοφιλία χωρίς διδακτισμό, σαν μια ακόμη όψη της ανθρώπινης εμπειρίας, όχι σαν εξαίρεση. Μέσα σε αυτή τη φυσικότητα κρύβεται και η πραγματική δύναμη της σειράς: η queer ματιά δεν επιβάλλεται, απλώς υπάρχει.
Μέσα στο στρατόπεδο, όμως, η πραγματική του μάχη δεν είναι η φυσική αντοχή, αλλά η απόκρυψη της ταυτότητάς του. Σε ένα μιλιταριστικό σύστημα που απαιτεί απόλυτη πειθαρχία και ομοιομορφία, ο Κάμερον μαθαίνει τι σημαίνει να επιβιώνεις όταν δεν σου επιτρέπεται να υπάρξεις όπως πραγματικά είσαι. Έτσι, ο στρατός μετεξελίσσεται σε μια μικρογραφία της κοινωνίας: εκεί όπου η διαφορετικότητα είναι καταφανώς αόρατη.

Είναι χαρακτηριστικό ότι το αμερικάνικο Πεντάγωνο χαρακτήρισε ήδη τη σειρά ως «woke σκουπίδι». Οι αντιδράσεις ήταν μεν αναμενόμενες αλλά και εντελώς αποκαλυπτικές. Μάλιστα, ο δημιουργός της σειράς, Άντι Πάρκερ, απάντησε μέσω συνέντευξης στους «New York Times» ότι στόχος του «Boots» δεν είναι να προκαλέσει, αλλά να αναδείξει το ανθρώπινο κόστος που έχουν πολιτικές οι οποίες στιγμάτισαν μια ολόκληρη γενιά στρατιωτών.
Κι αυτό ακριβώς πετυχαίνει. Το «Boots» δεν είναι απλώς μια σειρά για τη διαφορετικότητα αλλά μια κινηματογραφική ανατομία του αγώνα για επιβίωση μέσα σε έναν μηχανισμό που έχει σχεδιαστεί να σε εξαλείφει, αν δεν ταιριάζεις στα πρότυπά του. Ο πρωταγωνιστής της σειράς δεν παρουσιάζεται ως ήρωας, αλλά ως ένας νέος άνθρωπος που παλεύει με τον φόβο, τη ντροπή και την ανάγκη να ανήκει κάπου. Η σχέση του με τον straight φίλο του, Ray, τρυφερή αλλά και γεμάτη παρεξηγήσεις, αποτυπώνει μοναδικά τη λεπτή γραμμή ανάμεσα στη φιλία και στον ανείπωτο έρωτα.
Η σειρά έχει ήδη σκαρφαλώσει στις πρώτες θέσεις δημοφιλίας του Netflix, ενώ οι κριτικοί την αποθεώνουν ως μία από τις πιο ειλικρινείς και συγκινητικές απεικονίσεις της queer εμπειρίας στον αμερικανικό στρατό. Το ενδιαφέρον είναι ότι δεν εστιάζει τόσο στη σύγκρουση, όσο στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και στα ψυχικά αποθέματα.

Χωρίς υπερβολές ή εύκολους συναισθηματισμούς, οι σκηνές του στρατοπέδου είναι ωμές, ρεαλιστικές και αυθεντικές. Οι χαρακτήρες δεν λειτουργούν ως σύμβολα, αλλά ως αληθινοί άνθρωποι με αντιφάσεις και συναισθηματικές πληγές. Σε οκτώ επεισόδια, το «Boots» παραδίδει ένα μάθημα Ιστορίας και ενσυναίσθησης.
Αξίζει να θυμηθούμε ότι η πολιτική «Don’t Ask, Don’t Tell», που επέτρεπε σε ομοφυλόφιλους, λεσβίες και αμφιφυλόφιλους να υπηρετούν υπό τον όρο της σιωπής, θεσπίστηκε το 1993 και καταργήθηκε μόλις το 2011. Κι αν σήμερα η κατάσταση μοιάζει να έχει προχωρήσει, οι διακρίσεις επιμένουν – ειδικά με πολιτικές, όπως εκείνη της κυβέρνησης Τραμπ, που απέκλεισε τους τρανς στρατιώτες.
Ο σκηνοθέτης προσεγγίζει την ομοφυλοφιλία χωρίς διδακτισμό, σαν μια ακόμη όψη της ανθρώπινης εμπειρίας, όχι σαν εξαίρεση. Μέσα σε αυτή τη φυσικότητα κρύβεται και η πραγματική δύναμη της σειράς: η queer ματιά δεν επιβάλλεται, απλώς υπάρχει.
Γιατί, όπως θυμίζει το «Boots», το να είσαι gay στον στρατό σημαίνει να ζεις με δύο εαυτούς: τον δημόσιο, που συμμορφώνεται, και τον ιδιωτικό, που παλεύει να μη σβήσει. Ένας διχασμός που πολλοί queer άνθρωποι γνωρίζουν καλά, είτε στον στρατό είτε στο σχολείο, στην οικογένεια, στην εκκλησία ή στη δουλειά. Ο στρατός εδώ λειτουργεί ως μεταφορά για κάθε χώρο που φοβάται τη διαφορά.

Κι όμως, μέσα σε αυτό το καταπιεστικό πλαίσιο, γεννιέται κάτι βαθιά ανθρώπινο. Η σειρά δείχνει ότι η ευαλωτότητα δεν είναι αδυναμία. Είναι μια μορφή αντίστασης. Το να κρατάς την ευαισθησία σου μέσα σε έναν κόσμο που σε μαθαίνει να σκοτώνεις, είναι πράξη θάρρους. Η έννοια της «αρρενωπότητας» αποδομείται σιωπηλά, η δύναμη δεν βρίσκεται σε εκείνον που φωνάζει πιο δυνατά, αλλά σε αυτόν που τολμά να αγαπήσει.
Το «Boots» δεν είναι απλώς μια ιστορία για τον στρατό ή για το coming out. Είναι μια βαθιά ανθρώπινη υπενθύμιση πως ο καθένας μας κουβαλά τη δική του μάχη, και πως η ελευθερία δεν χαρίζεται ποτέ, παρά μόνο κατακτάται. Για όλους εκείνους που έμαθαν να κρύβονται για να αντέξουν, ο Κάμερον αντικατοπτρίζει ακριβώς αυτό: το να επιβιώσεις χωρίς να προδώσεις τον εαυτό σου είναι ίσως η πιο δύσκολη –αλλά και η πιο έντιμη– μάχη απ’ όλες.
Το τρέιλερ της σειράς