ΤΟ ΧΙΟΥΜΟΡ – Η ΣΑΤΙΡΑ, η πλάκα τέλος πάντων – πουλάει. Και η λεγόμενη «stand up» κωμωδία, που στους απέξω μοιάζει να αποτελείται από έναν ευρύ και ετερόκλητο θίασο κωμικών ερμηνευτών, YouTubers και influencers (τα όρια μπορεί να είναι θολά καμιά φορά), και να ακολουθείται από ένα ακόμα πιο ευρύ και ετερόκλητο κοινό, διαθέτει το αναμφισβήτητο ρεύμα της, ειδικά στους millennials. Γεγονός διόλου ευκαταφρόνητο, ειδικά για μια χώρα και για μια κουλτούρα δίχως βαθιά παράδοση στο είδος (εκτός φυσικά από εξέχουσες υβριδικές περιπτώσεις όπως ο Χάρρυ Κλυνν ή ο Τζίμης Πανούσης), το οποίο μοιάζει κάποιες φορές να «κλωτσάει» κατά την – αφιλτράριστη συχνά – μεταφορά του στο σύγχρονο ελληνικό ιδίωμα.
Ένας κωμικός (ή «κωμικόσε» όπως αναφέρει για τον εαυτό του στη σελίδα του στο Facebook ο Πάρις Ρούπος που έγινε χθες, από το πουθενά σχεδόν, το πρόσωπο της ημέρας) τα λέει όπως τα βλέπει και όπως τα νιώθει και μπορεί να εμφανίζεται πιο εύκολα ως το παιδί της διπλανής πόρτας από έναν ηθοποιό ας πούμε. Και προσφέροντας κάτι από την «επί σκηνής» προσωπικότητά του σε ένα οποιοδήποτε προϊόν ή brand, το εξανθρωπίζει, το επικυρώνει, το κάνει πιο οικείο και πιο… φιλικό στη νεολαία. Και όσο πιο “edgy” θεωρείται ο κωμικός, τόσο το πιο «αυθεντικό» εμφανίζεται και το προϊόν. Τουλάχιστον αυτό είναι το σκεπτικό πίσω από τις προσλήψεις «stand up» κωμικών από διάφορες εταιρείες και οργανισμούς με αντάλλαγμα κάτι από την σκηνική τους αύρα, κάτι από την ψυχή τους. Ή από το πνεύμα τους, έστω.
Κάποτε θα πρέπει να αναρωτηθούμε τι ακριβώς συνιστά «ανθελληνικό» περιεχόμενο σε έναν τόπο όπου όσο θυμάμαι τη ζωή μου, από το πρωί ως το βράδυ ακούς δεξιά κι αριστερά ανθρώπους να λένε «δεν είμαστε χώρα» και «δεν είμαστε λαός» και «τι σκατοφάρα είμαστε» κλπ.
Για πολλούς και πολλές εκπροσώπους του είδους, τέτοιες συνεργασίες αποτελούν ένα βασικό αν όχι το κύριο μέσο βιοπορισμού. Κάτι που ίσχυε και στην περίπτωση του συμπαθούς γενικά 39χρονου Πάρη Ρούπου, ο οποίος πληροφορήθηκε χθες την απόφαση γνωστής εγχώριας αλυσίδας ταχυεστίασης στην οποία εργαζόταν προσφέροντας οπτικοακουστικό περιεχόμενο, να τον απολύσει κατόπιν συντονισμένης καμπάνιας εναντίον του από τον ακάματο Κωνσταντίνο Μπογδάνο και άλλους επιφανείς και μη ακροδεξιούς αγκιτάτορες, οι οποίοι καλούσαν το κοινό σε μποϊκοτάζ της εταιρείας.
Πηγή του κακού ένα αποσπασματικό βίντεο από την εμφάνισή του, λίγες μέρες πριν, στο «Αντιρατσιστικό Φεστιβάλ» όπου στο πλαίσιο μιας κωμικής «ρουτίνας» φαίνεται να ανακατεύει την ελληνική σημαία, τα βοθρολύματα, τους Ναζί, τον Μελιγαλά, τους ταγματασφαλίτες και τον Τσάρλι Κερκ. Το επίμαχο απόσπασμα υπέπεσε στην αντίληψη των ανωτέρω εθνοφρουρών και των χιλιάδων ακολούθων τους, και αμέσως τα σχόλια κάτω από το τελευταίο βίντεο της εταιρείας στο YouTube, όπου ο Πάρις Ρούπος εμφανίζεται στην «πρωινή» δουλειά του να προτείνει με τον τρόπο του «φιλέτο κοτόπουλο σχάρας με ψητά λαχανικά», πλημμύρισαν με τόνους κατακραυγής εναντίον του και εναντίον της εταιρείας, καθώς και με απειλές για μποϊκοτάζ. (Κάποτε θα πρέπει να αναρωτηθούμε τι ακριβώς συνιστά «ανθελληνικό» περιεχόμενο σε έναν τόπο όπου όσο θυμάμαι τη ζωή μου, από το πρωί ως το βράδυ ακούς δεξιά κι αριστερά ανθρώπους να λένε «δεν είμαστε χώρα» και «δεν είμαστε λαός» και «τι σκατοφάρα είμαστε» κλπ).
Προφανώς, η εταιρεία πανικοβλήθηκε από την συντονισμένη «κατακραυγή» και ανακοίνωσε τη λήξη της συνεργασίας της με τον κωμικό, από χθες όμως βρέθηκε να αντιμετωπίζει νέο κύμα κατακραυγής και νέων απειλών για μποϊκοτάζ της, από την «άλλη πλευρά» πλέον, που αντιλαμβάνεται – δικαίως εν μέρει – την απόλυσή του κωμικού ως ένα είδος πολιτικής δίωξης. Κάποιοι πάλι θυμήθηκαν την περίπτωση του εγχώριου «μάστερ του politically incorrect» Mikeius, ο οποίος έφαγε «cancel» πριν από μερικά χρόνια για τα μισαλλόδοξα κηρύγματά του. Το «cancel» βέβαια είναι πάντα κάτι πολύ σχετικό, ασχέτως αν το χρησιμοποιούμε συχνά για ξεκαθάρισμα λογαριασμών ή σα να πρόκειται για το τέλος του κόσμου. Ο Mikeius συνεχίζει κανονικά την καριέρα του και μάλιστα η περσινή περιοδεία του –ακριβώς μια δεκαετία μετά από την μνημειωδώς cringe εμφάνισή του στην τότε τηλεοπτική εκπομπή του Κωνσταντίνου Μπογδάνου– έφερε τον σαρκαστικά ασυμβίβαστο τίτλο «#CancelMikeius» (η «ακύρωση» ως τίτλος τιμής). Η φετινή λεγόταν απλά «Incorrect», για να μην υπάρχει καμία παρεξήγηση.