Από τα πλέον αγαπημένα sex symbol του παγκόσμιου κινηματογράφου, η Λάουρα Αντονέλι, μία από τις ομορφότερες σταρ της Ιταλίας, θα αναστατώσει εκατομμύρια άνδρες και κυρίως νέους με την εμφάνισή της, που απέπνεε έναν απαράμιλλο ερωτισμό, χωρίς να προκαλεί.
Θα χαρακτηριστεί «μούσα του ερωτισμού» και βασική εκπρόσωπος της ιταλικής σεξοκωμωδίας, παρότι θα έχει συνεργασίες και με τους κορυφαίους Ιταλούς δημιουργούς, από Ντίνο Ρίζι, Ετόρε Σκόλα, Μάουρο Μπολονίνι και Λουίτζι Κομεντσίνι, μέχρι τον μεγάλο δημιουργό Λουκίνο Βισκόντι.
Η Λάουρα Αντονέλι, θα καταφέρει να γίνει μύθος μόλις έπιασε τα 30 χρόνια της, με την περίφημη ερωτική κομεντί του Σαλβατόρε Σαμπέρι «Μαλίτσια», για τον ομώνυμο ρόλο που θα της χαρίσει πολλά βραβεία για την ερμηνεία της. Και βεβαίως, τον τίτλο ενός σεξ ειδώλου, με τις απίστευτες χάρες της, το γοητευτικό της πρόσωπο, την πολλά υποσχόμενη ματιά της, το αγαλματένιο κορμί της.
Πριν δέκα χρόνια ακριβώς, στις 22 Ιουνίου του 2015, η Αντονέλι θα πεθάνει, σε ηλικία 73 ετών, γεμάτη πίκρα, σημαδεμένη από τη μεγάλη περιπέτεια, που βίωσε στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 και θα τη φέρει κοντά στη φυλακή. Θα διαπομπευτεί, θα εξαντληθεί από τις δικαστικές μάχες και θα φτάσει στα όρια της ελεημοσύνης, μέχρι να δικαιωθεί και δικαστικά και να ρίξει μαύρη πέτρα πίσω της, για να αποσυρθεί σε μία μονοκατοικία στο Λαντισπόλι, 40 χιλιόμετρα έξω από τη Ρώμη. Η Αντονέλι, θα γεράσει πρόωρα, θα αφήσει τον εαυτό της, βάζοντας υπερβολικά κιλά, καθώς συνειδητοποίησε ότι τελικά υπήρξε θύμα της ομορφιάς της και κυρίως της δημόσιας εικόνας της, προσπαθώντας να κρύψει το πληγωμένο κορίτσι που έκρυβε πάντα μέσα της.

Λάουρα Αντονέλι: Από την Κροατία στη Νάπολη
Γεννημένη το 1941 σε μια πόλη της Κροατίας, την Πούλα, τμήμα τότε του ιταλικού Βασιλείου, η Λάουρα Αντονάζ, όπως ήταν το πραγματικό της όνομα, κατέληξε μαζί με την οικογένειά της στη Νάπολι, όταν οι γονείς της αποφάσισαν να μεταναστεύσουν στην Ιταλία. Η μικρή Λάουρα είχε μεγάλη έφεση στα μαθήματα αλλά και στη γυμναστική, οι γονείς της θα την ωθήσουν προς τον αθλητισμό, καθώς πίστευαν ότι ήταν άσχημη και πως αυτό θα τη βοηθούσε να βελτιώσει την εμφάνισή της. Μάλιστα, θα φτάσει να γίνει και πρωταθλήτρια στη ρυθμική γυμναστική – ένα άθλημα που συνδυάζει και τον κλασικό χορό. Αφήνοντας στην άκρη τις φιλοδοξίες της για τα μαθηματικά, θα αποφοιτήσει ως καθηγήτρια γυμναστικής και θα μετακομίσει στη Ρώμη, όπου θα γνωρίσει ανθρώπους του θεάματος, που δεν θα αφήσουν την ευκαιρία και θα της προτείνουν να γίνει μοντέλο.
Αφού κέρδισε την εμπιστοσύνη της Coca Cola, για να γίνει ένα από τα κορίτσια των διαφημίσεών της στην Ιταλία, στα μέσα της δεκαετίας του ‘60 θα μπει και στον κινηματογράφο, παίζοντας στην αισθηματική κωμωδία του Λουίτζι Πετρίνι «Le sedicenni». Θα ξεχωρίσει για την ομορφιά της και θα παίξει σε αρκετές ακόμη ανάλαφρες ταινίες, ενώ θα παντρευτεί, μάλλον επιπόλαια, όπως ομολόγησε και η ίδια, τον εκδότη Ενρίκο Πιατσεντίνι, με τον οποίο χώρισαν πολύ γρήγορα.
Τη διετία 1971 – 1972, θα παίξει μαζί με τον πιο «γοητευτικό άσχημο σταρ», τον Ζαν Πολ Πελμοντό, σε δυο γαλλικές ταινίες «Το Παντρεμένο Ζευγάρι της Χρονιάς» και «Δρ. Ποπόλ». Τα γυρίσματα των ταινιών αυτών, θα τους φέρουν κοντά και θα δημιουργήσουν ένα από τα πιο λαμπερά ζευγάρια του θεάματος, κοσμώντας πραγματικά τα εξώφυλλα των περιοδικών. Η ερωτική τους σχέση θα διαρκέσει ως το 1980, όταν και θα χωρίσουν φιλικά.
Λάουρα Αντονέλι: Η αξεπέραστη «Μαλίτσια»
Το 1973 θα είναι η χρονιά σταθμός στην καριέρα της Αντονέλι, όταν θα πρωταγωνιστήσει στην θρυλική πλέον ταινία «Μαλίτσια». Το στόρι θέλει να δημιουργείται μία πρωτόγνωρη αναστάτωση στο σπίτι ενός χήρου με τρεις γιους, όταν προσλαμβάνεται ως υπηρέτρια η Μαλίτσια. Και οι τέσσερις άντρες, ακόμη και και ο μικρότερος, ανήλικος γιος, προσπαθούν να την πλησιάσουν ερωτικά. Παρά την πρώτη επιφανειακή εντύπωση, η ταινία δεν είναι μια απλή ερωτική κομεντί, αλλά μια πικρή σάτιρα για την καταπιεσμένη σεξουαλικότητα, το παιχνίδι εξουσίας, όπως αναδεικνύεται από τον πιο αντιπαθητικό χαρακτήρα του φιλμ, τον μικρότερο γιο που εκμεταλλεύεται τη θέση του «μικρού αφεντικού» και την «αθωότητα» της ηλικίας του, αλλά και τη γυναικεία χειραφέτηση που δεν υποτάσσεται ερωτικά, αλλά διεκδικεί το δικαίωμα της διάθεσης του κορμιού της. Η Αντονέλι εκτός της εξαιρετικής της ερμηνείας, που θα της φέρει το μεγάλο βραβείο στο Φεστιβάλ Βερολίνου και άλλες πολλές διακρίσεις, θα καταφέρει να προκαλέσει ερωτικές καρδιοπάθειες, ακόμη και μόνο ανεβάζοντας ελαφρά τη φούστα της και τακτοποιώντας τις κάλτσες της!
Η τεράστια φήμη που θα αποκτήσει, θα την καταστήσει άμεσα ως «ερωτική ηθοποιό», σχεδόν θα την τυποποιήσει. Παρά ταύτα θα συνεργαστεί με την αφρόκρεμα των Ιταλών σκηνοθετών. Ποιος μπορεί να την ξεχάσει, δίπλα στον Τζιανκάρλο Τζιανίνι, στο κύκνειο άσμα του Λουκίνο Βισκόντι «Ο Αθώος» (1976) ή στα έξοχα φιλμ «Passione d'Αmore» του Ετόρε Σκόλα (1981) και «Sesso e Volentieri» του Ντίνο Ρίζι (1982), όπως και σε αρκετές σεξοκωμωδίες, πολλές απ’ τις οποίες σήμερα φαντάζουν ως ένα γοητευτικό νοσταλγικό ταξίδι στον ιταλικό κινηματογράφο.

Λάουρα Αντονέλι: Το πρώτο θύμα της επιχείρησης «καθαρά χέρια»
Η τελευταία της ταινία, «Malizia 2000», μια προσπάθεια να επαναφέρει την επιτυχία που την έκανε παγκοσμίως γνωστή, θα είναι μια παταγώδης αποτυχία. Είχε προηγηθεί το μοιραίο 1991, όταν θα εμπλακεί σε ένα σκάνδαλο, με την κατηγορία κατοχής και διακίνησης ναρκωτικών. Η ίδια είχε παραδεχθεί ότι το μεγαλύτερο πρόβλημά της ήταν ο εθισμός της στα ναρκωτικά, εκτός από τις λάθος επιλογές της στους άντρες. Ωστόσο, η εύθραυστη Λάουρα, με τα έντονα σκαμπανεβάσματα της καριέρας της και τις λάθος συναναστροφές, βρέθηκε να αντιμετωπίζει εκτός από την κόλαση των ναρκωτικών και τα προεόρτια της περιβόητης «επιχείρησης καθαρά χέρια». Ήταν μία εθνική δικαστική έρευνα που φαινομενικά θα χτύπαγε τη γενικευμένη διαφθορά στην Ιταλία, για να εξελιχθεί σε μια πολιτική εκκαθάριση. Η λεγόμενη Πρώτη Ιταλική Δημοκρατία θα καταρρεύσει, αλλά ουσιαστικά η Ιταλία θα αλλάξει σελίδα, για να γίνει υποχείριο ξένων δυνάμεων, να ζήσει ζοφερές στιγμές, να χάσει την οικονομική της αίγλη και όχι μόνο.
Το πικρό φινάλε της Λάουρα Αντονέλι
Η Αντονέλι, θα βρεθεί ενώπιον ανάλγητων δικαστών, θα κινδυνεύσει με φυλάκιση, θα τεθεί υπό περιορισμό και τελικά θα δικαιωθεί, όταν πια είχε εξαντληθεί ψυχολογικά και είχε φτάσει να ζει σε κατάσταση ένδειας. Η ίδια, στα χρόνια της απομόνωσής της, θα μισήσει την ηθοποιία και θα αρκεστεί στα απλά και ταπεινά της ζωής. Ο Λουκίνο Βισκόντι, που τη χαρακτήρισε ως την «πιο όμορφη γυναίκα του σύμπαντος», την είχε προειδοποιήσει, γνωρίζοντας καλά την ανθρώπινη κακία, ότι αν δεν διαχειριστεί σωστά τη σπάνια ομορφιά της, αυτή μπορεί να την καταστρέψει. Όπως είχε πει η η Λάουρα μόνο η μάνα της δεν την πρόδωσε, καθώς ακόμη και η καρδιά της θα την προδώσει και θα τη στείλει στην αιωνιότητα. Ήταν ακριβώς πριν από δέκα χρόνια.
Πηγή: ΑΠΕ