Νέα έρευνα από το Πανεπιστήμιο Kyushu της Ιαπωνίας αποκαλύπτει έναν κρίσιμο λόγο για τον οποίο τα κλιματικά μοντέλα αδυνατούν να προβλέψουν με ακρίβεια την ταχύτητα θέρμανσης στην Αρκτική: τα σύννεφα.
Αναλύοντας 30 κορυφαία κλιματικά μοντέλα και συγκρίνοντάς τα με δορυφορικά δεδομένα, οι ερευνητές εντόπισαν μια συστηματική απόκλιση. Τα περισσότερα μοντέλα υπερεκτιμούν το ποσοστό πάγου και υποεκτιμούν την ποσότητα υγρού νερού στα σύννεφα της Αρκτικής κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Αυτή η φαινομενικά τεχνική λεπτομέρεια έχει ουσιαστικό αντίκτυπο: οι νεφώσεις λειτουργούν σαν θερμική κουβέρτα, παγιδεύοντας θερμότητα και επιταχύνοντας τη θέρμανση της περιοχής.
«Όσο περισσότερο υγρό περιέχουν τα σύννεφα, τόσο μεγαλύτερη είναι η ικανότητά τους να παγιδεύουν θερμότητα», εξηγεί η συγγραφέας της μελέτης Momoka Nakanishi. Η εσφαλμένη απεικόνιση αυτής της δυναμικής ενδέχεται να εξηγεί γιατί η πραγματική θέρμανση της Αρκτικής έχει ξεπεράσει τις μέχρι σήμερα προβλέψεις – και ίσως οδηγεί σε υπερεκτίμηση της μελλοντικής.
Παρότι αυτό ενδέχεται να αμβλύνει τις πιο εφιαλτικές μελλοντικές εκτιμήσεις, οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι η παρούσα κατάσταση είναι πιο κρίσιμη από όσο καταγράφουν τα υπάρχοντα μοντέλα. Η απόκλιση επηρεάζει όχι μόνο τις πολικές προβλέψεις, αλλά και τις προβλέψεις για ακραία καιρικά φαινόμενα παγκοσμίως, αφού το πολικό κλίμα επιδρά στον παγκόσμιο καιρικό μηχανισμό.
Η μελέτη έρχεται να συμπληρώσει πρόσφατη δημοσίευση στο Communications Earth & Environment, σύμφωνα με την οποία ακόμα και εάν η υπερθέρμανση του πλανήτη συγκρατηθεί στον στόχο του +1,5°C, οι παγοκρηπίδες της Γροιλανδίας και της Ανταρκτικής μπορεί να υποστούν μη αναστρέψιμη τήξη, προκαλώντας άνοδο της στάθμης της θάλασσας κατά πολλά μέτρα.
Η συνδυαστική εικόνα είναι σαφής: οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής εξελίσσονται ταχύτερα από την επιστημονική μας κατανόηση. Όπως δήλωσε ο συν-συγγραφέας Takuro Michibata, «η διόρθωση αυτών των μοντέλων είναι κρίσιμη όχι μόνο για την Αρκτική, αλλά για να κατανοήσουμε τον αντίκτυπό της στο κλίμα και τον καιρό σε όλο τον πλανήτη».
Με πληροφορίες από Euronews