Παρασκευή βράδυ στην οικία Κατακουζηνού με την Alice Oswald

Παρασκευή βράδυ στην οικία Κατακουζηνού με την Alice Oswald Facebook Twitter
Μέρος από το κεντρικό σαλόνι. Δεσπόζουν οι πίνακες του Γουναρόπουλου. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
0

Στη λεωφόρο Αμαλίας, απέναντι απ' το κτίριο της Βουλής και τον κήπο του Ζαππείου, δίπλα στα ΚΕΠ Συντάγματος και πάνω απ' αυτές τις καφετέριες-φούρνους που ανοίγουν νύχτα και τις έχω συνδέσει με προμήθειες πριν από την επιβίβαση στο λεωφορείο που πάει στο αεροδρόμιο, σε μια επιβλητική πολυκατοικία βρίσκεται το διαμέρισμα Κατακουζηνού. Σπίτι-μουσείο πια, ήταν ένα από τα σημαντικότερα λογοτεχνικά σαλόνια της γενιάς του '30, όπως διαβάζω στην ιστοσελίδα του. Τώρα λειτουργεί πάλι.

Βρίσκομαι στην Αμαλίας λόγω ενός ποιήματος. Το «Μνημείο Πεσόντων» (εκδόσεις Μελάνι) της σημαντικής Βρετανίδας ποιήτριας Alice Oswald αναγιγνώσκεται εδώ. Το συγκεκριμένο ποίημα συμπυκνώνει την Ιλιάδα στην αφήγηση των θανάτων κάποιων απλών ανθρώπων, τους οποίους και μνημονεύει. Εμπνέει ταπεινότητα και λαχτάρα για ζωή, ευγνωμοσύνη για το σύντομο και απρόβλεπτο πέρασμά μας απ' τον κόσμο. Μπαίνουμε σ' ένα ποίημα ή σε μια οποιαδήποτε αφήγηση μόνοι. Ακόμα και το κουτσομπολιό είναι γραπτό πια, κάτι που διαβάζεις στα σόσιαλ, στα σάιτ, στο inbox. Οι ειδήσεις, το ίδιο. Η απόλαυση της υψηλής λογοτεχνίας το ίδιο. Σ' ένα ήσυχο δωμάτιο με κλειστή την πόρτα, έτσι απολαμβάνουμε συνήθως ένα σπουδαίο έργο. Μπορεί να συζητήσουμε με κάποιον για κάτι που διαβάσαμε ταυτόχρονα, αλλά συχνά η εμπειρία είναι εντελώς απογοητευτική.

Έτσι, με παραξένεψε η ιδέα της προφορικής αφήγησης του ποιήματος της Oswald στην οικεία Κατακουζηνού. Βέβαια, τα ποιήματα είναι και για να ακούγονται. Αν η λογοτεχνία είναι ανακούφιση απ' τον πόνο, το να την ακούς είναι ταιριαστό, αφού οι παρηγοριές πιάνουν καλύτερα όταν μας τις λένε και όχι όταν μας τις γράφουν.

Η αναφορά της Oswald στον ομηρικό κόσμο, η παλαιότητα του σαλονιού, η σκέψη των ανθρώπων που ζούσαν και συνομιλούσαν εδώ μέσα, μαζί με τα πένθιμα λόγια του ποιήματος, ενισχύει μέσα μου τη γενική εντύπωση ότι απλώς μπαινοβγαίνουμε στη ροή του χρόνου.

Αλλά, και πάλι, διστάζω να πάω κάπου όπου θα μου διαβάσουν ένα ποίημα. Αν της αφήγησης προηγηθεί κάποια απ' αυτές τις βαρετές κουβέντες που διαλύουν τα ποιήματα και τα νεύρα μου; Φροντίζω να πληροφορηθώ ότι τίποτε απ' αυτά δεν θα συμβεί. Η μεταφράστρια του ποιήματος, το οποίο πραγματικά ευτύχησε στην απόδοσή του, η Μυρσίνη Γκανά, το διαβάζει. Τίποτε άλλο. Οι αναγνώσεις γίνονται Παρασκευές (ως το τέλος Ιανουαρίου).

Έτσι, βρίσκομαι στην είσοδο και χτυπώ το κουδούνι. Μια κυρία στριμώχνεται αγχωμένα πίσω μου και με ρωτάει αν πηγαίνω κι εγώ στην αφήγηση. Ξέρω τον όροφο; Φτάνοντας στο διαμέρισμα, ξεχνάμε τα άγχη μας. Το σαλόνι του σπιτιού με έργα τέχνης και φωτογραφίες της γενιάς του '30, τα μεγάλα παράθυρα δείχνουν μια Αθήνα ανοιχτή και απλωμένη, η λεωφόρος Αμαλίας από ψηλά, το κτίριο της Βουλής, ο χαμηλός φωτισμός της αίθουσας όπου πρόκειται να ακουστεί το «Μνημείο Πεσόντων», μας επιβάλλονται αμέσως.

Πιάνω μια θέση και, φυσικά, κλείνω το κινητό μου. Αφήνομαι στο ενδεχόμενο το ποίημα να με παρασύρει. Εγκαταλείπω, σύντομα, κάθε έλεγχο. Όταν περνάει από μπροστά μου μια εικόνα με ελάφια στο δάσος θέλω να σταματήσω τη ροή της αφήγησης και να γυρίσω στη συγκλονιστική φράση. Αλλά δεν μπορώ κι αυτό αρχίζει να μου αρέσει υπερβολικά. Η ταχύτητα του ποιήματος είναι η ταχύτητα της φωνής της Γκανά και όχι κάτι που μπορώ να αυξομειώσω εγώ. Οι παύσεις είναι οι δικές της παύσεις. Πολύ διαφορετική εμπειρία απ' το να διαβάζεις μόνος σου.

Όταν νιώθω την προσοχή μου να ξεφεύγει, κοιτάζω τα πρόσωπα γύρω μου. Αυτό κρατάει ελάχιστα. Το ποίημα με «τραβάει» συνέχεια, οι λέξεις κολλάνε στο κεφάλι μου και μένουν. Όταν αισθάνομαι στοιχειωδώς κουρασμένη στρέφομαι στη νύχτα απ' έξω ‒ χωρίς να κοιτάζω κάπου συγκεκριμένα έχω μια γαλήνια εντύπωση. Δεν κοιτάζω την ποιήτρια που διαβάζει, γιατί κάπως με αγχώνει που είναι τόσο κοντά μου και διαβάζει φωναχτά. Και δεν σκέφτομαι τι σκέφτονται οι γύρω μου ‒ άλλο πράγμα θα ακούει ο καθένας. Αλλά και πάλι. Μοιραζόμαστε κάτι.

Όταν η αφήγηση τελειώνει είμαι μαγεμένη. Καθυστερώ να πάρω το ασανσέρ, να βγω. Κάθομαι και χαζεύω τα περίτεχνα έπιπλα. Η αναφορά της Oswald στον ομηρικό κόσμο, η παλαιότητα του σαλονιού, η σκέψη των ανθρώπων που ζούσαν και συνομιλούσαν εδώ μέσα, μαζί με τα πένθιμα λόγια του ποιήματος, ενισχύει μέσα μου τη γενική εντύπωση ότι απλώς μπαινοβγαίνουμε στη ροή του χρόνου. Κι εκείνη την ώρα αυτή η σκέψη μού είναι εντελώς απελευθερωτική. Μ' αρέσει. Άλλωστε, είμαι ακόμα μέσα στο ποίημα. Οι λεπτομέρειες των εικόνων είναι τόσο ακριβείς και ευκρινείς που με κάνουν να σκέφτομαι την παρατηρητικότητα των ποιητών, τον πλούτο των ματιών τους και, τελικά, το πώς χίλια δυο όμορφα στοιχεία μάς προσπερνάνε κάθε δευτερόλεπτο και ούτε που το σκεφτόμαστε, μέχρι να έρθει ένα αριστούργημα και να μας δείξει τι βλέπουν οι άνθρωποι που εστιάζουν σωστά την προσοχή τους.

Ναι, οι ποιητές βλέπουν καθαρά ότι είμαστε φύλλα που πέφτουν απ' τα δέντρα και σκορπάνε. Αλλά βλέπουν και όλη την ομορφιά τριγύρω. Μου δίνει όρεξη αυτή η σκέψη: να δω πράγματα, να γίνομαι, παρατηρώντας, κάτι άλλο απ' αυτό που είμαι. Νιώθω σαν να πήγα εκκλησία και βγαίνω διαφορετική στον έξω κόσμο. Του επιτρέπω, σιγά σιγά, να με «συνεφέρει». Πρώτα στο Σύνταγμα και μετά με φίλους για ποτό. Δεν είναι όπως τις άλλες Παρασκευές. Καμία σχέση.

To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO

Βιβλίο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η επαναστατική φιλοσοφία του Διογένη, του αυθεντικού κυνικού

Βιβλίο / Η επαναστατική φιλοσοφία του Διογένη, του αυθεντικού Κυνικού

Μια νέα βιογραφία αναζητεί τα ίχνη του Έλληνα φιλοσόφου: κάτι ανάμεσα σε άστεγο και αλήτη, δηλητηριώδη κωμικό και performance artist, επιδείκνυε την περιφρόνησή του για τις συμβάσεις της αστικής τάξης της αρχαίας Αθήνας.
THE LIFO TEAM
Η πρώτη αγάπη: Ένας τόπος όπου ζεις πραγματικά

Βιβλίο / Αρρώστια είναι ν’ αγαπάς, αρρώστια που σε λιώνει*

«Ανοίξτε, ουρανοί»: Το queer μυθιστόρημα ενηλικίωσης του Βρετανοϊρλανδού ποιητή Σον Χιούιτ αποτελεί το εντυπωσιακό ντεμπούτο του στην πεζογραφία, προσφέροντας μια πιστή, ποιητική και βαθιά συγκινητική απεικόνιση του πρώτου έρωτα.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Είναι το «Singapore Sling» η πιο παρεξηγημένη ταινία του ελληνικού σινεμά;

Βιβλίο / Είναι το «Singapore Sling» η πιο παρεξηγημένη ταινία του ελληνικού σινεμά;

Μια συζήτηση με τη Μαρί Λουίζ Βαρθολομαίου Νικολαΐδου για την ταινία που αδικήθηκε στην εποχή της, αλλά σήμερα προκαλεί εκ νέου το ενδιαφέρον, και για την «επιστροφή» της μέσα από ένα βιβλίο.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
Ντόμινικ Αμερένα: «Έκανα το πειραματόζωο σε ιατρικές δοκιμές για να έχω χρόνο να γράφω ελεύθερα»

Βιβλίο / Ντόμινικ Αμερένα: «Έκανα το πειραματόζωο σε ιατρικές δοκιμές για να έχω χρόνο να γράφω ελεύθερα»

Το πρώτο βιβλίο του Αυστραλού συγγραφέα Ντόμινικ Αμερένα, με τίτλο «Τα θέλω όλα», που πήρε διθυραμβικές κριτικές, κυκλοφορεί στα ελληνικά. Βασικό του θέμα είναι πόσο μπορείς να προσποιηθείς ότι είσαι κάποιος άλλος για να καταφέρεις τους στόχους σου.
M. HULOT
ΕΠΕΞ Μπορούμε να αγαπήσουμε ξανά την Πανεπιστημίου;

Βιβλίο / Μπορούμε να αγαπήσουμε ξανά την Πανεπιστημίου;

«Ένας δρόμος που μοιάζει με κοίτη ποταμού και παρασύρει τους πάντες χωρίς περιορισμούς και απαγορεύσεις», όπως γράφουν οι συγγραφείς του βιβλίου «Οδός Πανεπιστημίου (19ος-20ός αιώνας) - Ιστορία και ιστορίες», Θανάσης Γιοχάλας και Ζωή Βαΐου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Γιάννης Σολδάτος: «Ο μεγαλύτερος εχθρός μου είναι ο μικροαστισμός» ή «Το σινεμά ως μαζικό λαϊκό θέαμα έχει σχεδόν τελειώσει»

Βιβλίο / Γιάννης Σολδάτος: «Το σινεμά ως μαζικό λαϊκό θέαμα έχει σχεδόν τελειώσει»

Μια συζήτηση με τον σκηνοθέτη, εκδότη και συγγραφέα της συνοπτικής «Ιστορίας του Ελληνικού Κινηματογράφου» που πρόσφατα επανακυκλοφόρησε εμπλουτισμένη και σε ενιαία μορφή από τις εκδόσεις Αιγόκερως.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Απόστολος Βέττας: «Στο θέατρο οι πιστοί δηλώνουν την πίστη τους με το χειροκρότημα»

Βιβλίο / Απόστολος Βέττας: «Στο θέατρο οι πιστοί δηλώνουν την πίστη τους με το χειροκρότημα»

Ο σπουδαίος σκηνογράφος συγκέντρωσε την πολύτιμη σαραντάχρονη εμπειρία του σε ένα δίτομο λεξικό για τη σκηνογραφία, αναδεικνύοντάς την ως αυτόνομη τέχνη και καταγράφοντας την εξέλιξή της στο ελληνικό θέατρο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μ. Αναγνωστάκης «Η χαμηλή φωνή»

Το πίσω ράφι / Μανόλης Αναγνωστάκης: «Τι μένει λοιπόν από τον ποιητή, αν μένει τίποτα;»

Τρεις δεκαετίες μετά την πρώτη της δημοσίευση, η προσωπική ανθολογία του Μανόλη Αναγνωστάκη «Χαμηλή Φωνή» παρουσιάζεται στην Ελληνοαμερικανική Ένωση, υπενθυμίζοντας τους θεωρούμενους ήσσονες ποιητές μας, όσους έμειναν έξω από κάθε μορφής υψηλή ποίηση.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Το παρασκήνιο της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά και άλλες ιστορίες…

Βιβλίο / Το παρασκήνιο της διαγραφής του Αντώνη Σαμαρά και άλλες ιστορίες

Προδημοσίευση από τα «Αδημοσίευτα», το νέο βιβλίο του Νίκου Χασαπόπουλου, όπου ο έμπειρος πολιτικός συντάκτης αποκαλύπτει ιστορίες και παρασκήνια που διαμόρφωσαν την πολιτική ζωή της χώρας.
THE LIFO TEAM
Δημήτρης Καράμπελας: «Σήμερα κανείς δεν πιστεύει στην αλληγορία»

Βιβλίο / Δημήτρης Καράμπελας: «Σήμερα κανείς δεν πιστεύει στην αλληγορία»

Ένας από τους ελάχιστους διανοούμενους στη χώρα, που υπήρξε προνομιακός συνομιλητής του Παπαγιώργη και του Λορεντζάτου. Το τελευταίο του βιβλίο «Το πνεύμα και το τέρας» συνιστά μια ανανέωση του δοκιμιακού λόγου στην Ελλάδα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Για τον Ομάρ Καγιάμ

Ποίηση / «Πίνε, και μη θαρρείς κουτέ, και συ πως είσαι κάτι»: Τα Ρουμπαγιάτ του Ομάρ Καγιάμ

Πεθαίνει σαν σήμερα το 1131 ο μεγάλος Ιρανός ποιητής που έγραψε αριστουργηματικά ποιήματα για τη ματαιότητα των πραγμάτων, τη μεγαλοσύνη της στιγμής και το νόμο του εφήμερου.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΝΤΑΜΟΝ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ
Το πίσω ράφι/ Μαρία Πάουελ «Δεσμά αίματος»

Το πίσω ράφι / «Η ευλογία αλλά και η κατάρα που είναι η οικογένεια»

Η Μαρία Πάουελ, με τη νουβέλα της «Δεσμά αίματος», ζωντάνεψε μια βυθισμένη στη μοναξιά και κυριευμένη από πάθος γυναίκα χωρίς να μαρτυρήσει ούτε ένα από τα εξωτερικά της χαρακτηριστικά, κι εξερεύνησε ένα θέμα που ίσως δεν θα πάψει ποτέ να μας ταλανίζει, την οικογένεια.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ