«Κάθε κλαμπ έχει τον δικό του ρυθμό», εξηγεί η φωτογράφος Sofiya Loriashvili. To τελευταίο της πρότζεκτ με τίτλο «Stripper Edition» καταγράφει τη ζωή στα στριπτιτζάδικα του Sint Maarten και του Παρισιού.
Η Loriashvili, εργαζόμενη στα συγκεκριμένα κλαμπ, αποκαλύπτει πτυχές της δουλειάς της που το κοινό σπάνια έχει την ευκαιρία να γνωρίσει. Το μέρος μπορεί να αλλάζει, όμως αυτό που παραμένει αναλλοίωτο είναι η συναισθηματική αλλαγή που συμβαίνει κατά τη μετάβαση από τη σκηνή στα παρασκήνια του club.
«Τη στιγμή που περνάς την πόρτα των αποδυτηρίων, φοράς μια μάσκα», συνεχίζει η Loriashvili. «Ο τρόπος που περπατάς αλλάζει, οι εκφράσεις του προσώπου σου μεταβάλλονται, ακόμη και η φωνή σου. Μπαίνεις αμέσως σε εργασιακό mode».
Αυτός ο κόσμος πίσω από την πόρτα γίνεται το επίκεντρο του «Stripper Edition», καθώς η φωτογράφος μάς μεταφέρει στα γεμάτα λάμψη αποδυτήρια του ενός τοπικού κλαμπ.
«Πολλοί άντρες υποτιμούν αυτήν τη δουλειά, ωστόσο συχνά καταλήγουν να πληρώνουν πάρα πολλά, αφού δεν μπορούν να αντισταθούν στις ικανότητές μας».
«Τα αποδυτήρια είναι αυτό που μου έχει μείνει περισσότερο. Έχουν μια μυρωδιά που δεν μπορείς να ξεχάσεις και που δεν βρίσκεις πουθενά αλλού. Με την πρώτη ματιά φαίνονται “λαμπερά”, αλλά είναι γεμάτα ιστορίες εκατοντάδων κοριτσιών, που έχουν συσσωρευτεί με τα χρόνια. Έχω βρει παπούτσια θαμμένα στη σκόνη, που πρέπει να είχαν ξεμείνει για χρόνια».
Στις φωτογραφίες, οι χορεύτριες εμφανίζονται σε περίπλοκες στάσεις πάνω σε καναπέδες ή να στηρίζονται σε καθρέφτες. Μερικές έχουν απαθανατιστεί ενώ κάνουν το χορευτικό τους, άλλες με τα ακουστικά τους, απλώς να ξεκουράζονται έπειτα από τη βάρδια τους. Η αντοχή τους είναι αυτό που προσελκύει τη Loriashvili.
«Πίσω από όλο αυτό το θέαμα κρύβεται ένα αδιανόητο επίπεδο δουλειάς. Πολλοί άντρες υποτιμούν αυτήν τη δουλειά, ωστόσο συχνά καταλήγουν να πληρώνουν πάρα πολλά, αφού δεν μπορούν να αντισταθούν στις ικανότητές μας».
Παράλληλα με το φωτορεπορτάζ της, η Loriashvili τραβάει αυτοπορτρέτα στο τέλος κάθε βραδιάς – ένα τελετουργικό που τηρεί από τότε που άρχισε να χορεύει. «Νομίζω ότι χρειάζομαι να βλέπω τον τρόπο που αλλάζω. Αυτές οι φωτογραφίες είναι σαν ένα ημερολόγιο της εμφάνισής μου στο τέλος της βάρδιας: του μακιγιάζ μου, της κατάστασής μου», εξηγεί. Είναι ένα ακόμη επίπεδο οικειότητας που προσθέτει στο έργο της, το οποίο οι άλλες χορεύτριες έχουν αποδεχτεί.
Φωτογραφίζει χορεύτριες που γνωρίζει εδώ και χρόνια, γυναίκες με τις οποίες αλλάζει ρούχα κάθε βράδυ, ανθρώπους που καταλαβαίνουν ενστικτωδώς τι προσπαθεί να αποτυπώσει. Ωστόσο, παραδέχεται ότι υπάρχουν χορεύτριες που δεν έχει προσεγγίσει ακόμα. «Υπάρχουν πολλές γυναίκες που θα ήθελα πολύ να φωτογραφίσω, αλλά ακόμα δεν έχω τολμήσει να τους το ζητήσω».
Η Loriashvili στρέφει επίσης τον φακό της στις λεπτομέρειες που συνθέτουν τη ζωή του κλαμπ: σωροί από αταίριαστα παπούτσια στο πάτωμα, μισοάδεια μπουκάλια νερού που στοιβάζονται στους πάγκους, αυτοκόλλητα που ξεκολλάνε από τις πόρτες των ντουλαπιών. Οι φωτογραφίες της αντανακλούν επίσης τη μακροχρόνια εμμονή της με τους εσωτερικούς χώρους. «Μεγάλωσα στην Ουκρανία, μέσα σε διαμερίσματα με ροζ ή κίτρινους τοίχους, χαλιά κρεμασμένα παντού και λακαριστά ξύλινα έπιπλα», λέει. «Έχω πάθος με τις φανταχτερές, ακόμη και τις κιτς διακοσμήσεις: λεοπάρ μοτίβα, ροζ, γκλίτερ, βελούδο». Αυτές οι εμμονές της αποτυπώνονται στις λεπτομέρειες της δουλειάς της, σε ό,τι έχει κάνει ως τώρα και στο «Stripper Edition».
«Η φωτογραφία με βοηθούσε πάντα να έχω επίγνωση και να βρίσκω τη θέση μου όταν ένιωθα ξεκομμένη. Το στριπτίζ κάνει το αντίθετο: με αναγκάζει να σταματάω να σκέφτομαι. Σαν να παίζω θέατρο και να συγκεντρώνομαι στον ρόλο μου. Οι δύο ρόλοι εναρμονίζονται και μου δίνουν μια αίσθηση ισορροπίας».
Σε αυτό το πρότζεκτ, που ξεκίνησε σχεδόν τυχαία, η φωτογράφος δεν συμμετέχει μόνο αλλα παρατηρεί κιόλας. Στο δεύτερο έτος των σπουδών της στη φωτογραφία, έπρεπε να κάνει πρακτική άσκηση. «Δεν ήθελα να περάσω αυτό το διάστημα σε ένα γραφείο και πάντα ήθελα να χορέψω. Επιπλέον, χρειαζόμουν τα χρήματα», λέει. Μια δοκιμαστική βάρδια μετατράπηκε σε δουλειά και σύντομα η Loriashvili βυθίστηκε σε αυτόν τον κόσμο – η εργασία που προέκυψε από την πρακτική της είχε τίτλο «Πώς το στριπτίζ με βοήθησε να γίνω καλύτερη φωτογράφος». Συνεχίζει να φωτογραφίζει αυτόν τον χώρο και δεν έχει καμία πρόθεση να σταματήσει. «Όσο χορεύω, θα φωτογραφίζω», λέει στο «Dazed».
Με στοιχεία από Dazed.